Αφού ο καθείς μελετήσει τους φιλοσόφους της αρχαιότητας μπορεί να είναι έτοιμος για την απομάκρυνση των βολών του καπνογόνου προπετάσματος που δέχεται η Ελληνο-Ορθόδοξη εκκλησία από τους «αρχαιολάτρες» αδελφούς Ελληνο-Εθνικούς, που διακηρύττουν ότι η πρώτη αναθεμάτισε τους Έλληνες, άπασα τα αρχαία Ελληνικά γράμματα, φιλοσοφία και παιδεία απογυμνώνοντας τους από την πολιτιστική τους κληρονομιά. Σε γενικές γραμμές όμως, η Ορθόδοξη ελληνική θρησκευτική στάση έναντι στην φιλοσοφία είναι «ανώτερη» πνευματικά από την στάση που το αρχαίο κράτος διατήρησε ορισμένες φορές απέναντι στους φιλοσόφους αλλά και από αυτή που διάφοροι αρχαίοι φιλόσοφοι ή φιλοσοφικές σχολές αρκετές φορές διατηρούσαν μεταξύ τους (βλ. Ένοπλους χορούς.)
«Έξω από την Ορθοδοξία έμεινε ο Παγανιστικός (νόθος) ελληνισμός, ως πτώση αμαρτία, η ζήτηση όμως της επιστημονικής αλήθειας (παιδεία), η αγάπη προς το ωραίο (φιλοκαλία), η πολιτική (ως διευθέτηση του κοινωνικού χώρου) δεν απορρίφθηκαν από την Ορθοδοξία παρά μόνο σε εκείνες τις περιπτώσεις που αναιρείται η ισορροπία και παραμένουν αυτόνομες και απολυτοποιημένες επιδιώξεις. Έτσι κατανοείται το άνοιγμα της Ορθοδοξίας στον κόσμο και στις πραγματώσεις του ελληνικού πνεύματος. Η ποίηση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, η ιατρική και φυσιογνωμία του Μ. Βασιλείου, οι ιστορικογραμματολογικές και φιλολογικοκριτικές επιδόσεις του Μ. Φωτίου και του Ευστάθιου Θεσσαλονίκης, οι μουσικές επιτεύξεις του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, οι επιστημονικές αναζητήσεις του Ευγένιου Βουλγάρεως και του Νικηφόρου Θεοτόκη και οι σκανδαλιστικές για πολλούς ενασχολήσεις μοναχών με την αντιγραφή αρχαίων έργων και μάλιστα συγγραφέων όπως ο Αριστοφάνης, ενσαρκώνουν την καθολικότητα και την θεανθρωπότητα της Ορθοδοξίας. Τον κανόνα αυτό τον είχε διατυπώσει κλασσικά ο Μ. Βασίλειος «Πρὸς ἑτέρου βίου παρασκευήν ἅπαντα πράττομεν. Ἅ μέν οὖν συντελῇ πρὸς τοῦτο ἡμῖν, ἀγαπᾶν τε καὶ διώκειν παντὶ σθένει χρῆναι φαμέν, τὰ δ’ οὐκ ἐξικνούμενα πρὸς ἐκεῖνον, ὡς οὐδενός ἄξια παρορᾶν». Την ισορροπία δε αυτή, αλλά και τον χαρακτήρα της, διατύπωσε εκκλησιαστικά το «Συνοδικό της Ορθοδοξίας» : Τοις τα ελληνικά δεξιούσι μαθήματα και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταις ματαίαις αυτών δόξαις επομένεις και ως αληθέσι πιστεύουσιν [...] ανάθεμα (Πηγή: Ελληνισμός και Ορθοδοξία, προσεγγίσεις στην Ελληνική ταυτότητα, π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνος, εκδόσεις Παρουσία, Αθήνα 1998, σελίδα 21)
Σημείωση: Οι νεοπαγανιστές θεωρούν ανάρμοστο να αναθεματίζονται (εξοβελίζονται) κάποιες θρησκευτικές ιδέες μερικών προγόνων από την Χριστιανική Εκκλησία. Η αιτιολογία τους είναι απλή. Τις θεωρίες αυτές τις διατύπωσαν Έλληνες. Άρα πρέπει να γίνονται σεβαστές και πιστευτές από όλους. Τίποτα δεν απορρίπτεται. Από έτσι λοιπόν, θα έπρεπε η διεθνής επιστημονική κοινότητα να δεχτεί και την ιδέα του Αριστοτέλη περί γεωκεντρισμού*, επειδή αυτός που την έκφερε ήταν και Έλληνας και αρχαίος. Όμως εκεί οι νεοπαγανιστές σιωπούν. Δεν τολμούν να κατηγορήσουν την επιστήμη για «ανθελληνισμό» και τα τοιαύτα.
* Αυτή η ιδέα ανάμεσα σε άλλες του Αριστοτέλη, για πολλούς που δεν γνωρίζουν τα του «διαφωτισμού» παρά μόνο μέσα από τα έντυπα των νεοπαγανιστών, παρέα με τις φιλοσοφικές σημειώσεις του Κορυδαλλέα εις τον πρώτο, αποτέλεσαν την μεγαλύτερη παγίδα (βλέπε αυθεντίες) του επιστημονικού πνεύματος στην Ελλάδα, και όχι η Εκκλησία όπως πολλοί πιστεύουν. Ο γεωκεντρισμός είχε, εκτός μέρους του εκκλησιαστικού πληρώματος, τόσο φιλοσοφική όσο και επιστημονική υποστήριξη (βλέπε Πτολεμαίος), πράγμα που αποκρύβεται από τους νεοΕθνικούς.
ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΑ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ
«Παράλληλα, τίθεται βασική προϋπόθεση για τα μέλη μας να είναι «πολυθεϊστές, να μην προκρίνουν μονοθεϊστικές συγκρητιστικές αντιλήψεις και να μη διακατέχονται από φανατισμό ή επισήμως εκπεφρασμένες ολοκληρωτικές απόψεις.» Αν κάτι από τα μόλις λεχθέντα αποδειχθεί για κάποιο μέλος, τότε αυτό απομακρύνεται αμέσως από το σώμα» του ΕΛΛΗΝ.Α.Ι.Σ. Πηγή: Ντορέτα Πέππα, Περιοδικό Τρίτο Μάτι, τεύχος 142, ένθετο «Το Σωματείο ΕΛΛΗΝ.Α.Ι.Σ.» για την αναγνώριση του Δωδεκαθέου και οι απαντήσεις του Π. Μαρίνη [προς το Τ.Μ.], περισσότερα
|
«Η αποστασία από την ορθή πίστη του Χριστού και η επιστροφή στην ειδωλολατρία συνιστούσαν αδίκημα, η ποινή του οποίου ορίζονταν από τον νόμο. Η νομολογία στο Βυζάντιο το ονόμαζε δημόσιο αδίκημα και υπήρχε ειδικός νόμος που εφαρμόζονταν και από την Εκκλησία αλλά και από την πολιτεία. Η Εκκλησία τιμωρούσε τους ενόχους αποστασίας με αφορισμούς και αναθέματα, ενώ η πολιτεία με στέρηση δικαιωμάτων, όπως της δυνατότητας να συντάξει κανείς διαθήκη ή να παραστεί ως μάρτυρας σε δίκη. Αλλά η νομοθεσία δεν σταματούσε εκεί. Υπήρχε και ποινική τιμωρία που μπορούσε να είναι ακόμη και θάνατος. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πηγές για τις τιμωρίες και τα πρόσωπα, δεδομένου ότι η μεγαλύτερη τιμωρία των αποστατών ήταν η … λήθη!» (Πηγή: Περιοδικό Ιστορικά θέματα, τεύχος 22, άρθρο «Ιουβενάλιος, ένας Βυζαντινός τρομοκράτης», Λεία Βιτάλη, Συγγραφέας, σελ. 70)
Είναι φανερό πως για να αναθεματιστεί κάποιος (δηλαδή να εξοβελιστεί από το πλήρωμα της Εκκλησίας, θα πρέπει πρώτα ο ίδιος να έχει πράξει έτσι. Δεν είναι η Εκκλησία ο πρωτοστάτης αλλά ο αναθεματισμένος ή ο αφορισμένος.
|
Οι θεολογικές αντιφάσεις των φιλοσόφων και των ποιητών, έγιναν εύκολα αντιληπτές όχι μόνο από τους αρχαλιους μας προγόνους, εφόσον τα δόγματά των διέφεραν αναμεταξύ των, αλλά έγιναν αντιληπτά και από τους πρώιμους απολογητές του Χριστιανισμού, οι οποίοι αποστασιοποίησαν εαυτούς από πλειάδα Ελληνικών δογμάτων και σκέψεων αλλά όχι βεβαίως όλων π.χ. χρησιμοποίησαν αρκετά από τις γνώμες του Πλάτωνα περί ψυχής ενώ άλλες γνώμες του φιλοσόφου αυτού απορρίφθηκαν όπως π.χ. η κοινή κατοχή των γυναικών κ.α. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα εντόπισης των Εθνικών αντιφάσεων από τους πρώιμους χριστιανικούς αιώνες.
Πριν τους Χριστιανούς ο Κικέρωνας, ο οποίος θεωρείται από τους μεγαλύτερους ρήτορες της ειδωλολατρικής δύσεως και του οποίου η γνώμη έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, όχι τόσο εξ αιτίας της ιδιότητάς του ως μεγάλου ρήτορα, αλλά λόγω του γεγονότος πως επιδόθηκε όσο λίγοι σε φιλοσοφικές μελέτες έτσι ώστε να παρουσιάζεται ενημερωμένος για τις ΠΛΕΙΣΤΕΣ φιλοσοφικές κινήσεις της αρχαιότητας, όσο λίγοι, συνέγραψε σε πλήρη περίληψη όλα τα συστήματα των διαφόρων σχολών και εμφάνισε μια πλούσια πολυμάθεια. Έτσι, για παράδειγμα, ύστερα από μακρά έκθεση των διαφόρων φιλοσοφικών θεωριών περί της ανθρώπινης ψυχής, παρατηρεί γεμάτος απογοήτευση: «Ένας Θεός μόνο, μπορεί να διακρίνει πια απ’ όλες αυτές τις θεωρίες είναι η αληθινή, είναι δε δύσκολο να δείξει κανείς έστω και την πιθανότερη μόνο, από αυτές» «Harum sententiarum quae vera est, Deus aliquis viderit, quae verisimilis, manga quaestio est» (Qu. Tuscul. Ι, 11, 23)
Αλλού πάλι, όταν εκθέτει τις περί θεών διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες παρατηρεί τα εξής: «Ιδού τι έχω να σας πω για το θέμα των θεών, όχι ότι θέλω να αρνηθώ την ύπαρξή τους αλλά για να μπορέσετε να κρίνετε ποιο σκοτάδι και ποιες δυσκολίες καλύπτουν το θέμα αυτό» «Haec fere dicere habui de natura deorum, non ut eam tollerem, sed ut intelligeretis quam esse obscrura et quam difficilis explicates haberet» (De natura Deor. III 39. Πρβλ. αυτόθ. Ι 13 και ΙΙΙ 40 και Ι 6)
Θα μπορούσε λοιπόν να πει κανείς βάσει των κρίσεων του Κικέρωνος ότι όλες οι υποθέσεις των φιλοσόφων κατάληξαν σε τόσο πενιχρό και αντιφατικό αποτέλεσμα, και τόσο καταπληκτικά παράλογο, ώστε κατά την έκφραση του ίδιου του Κικέρωνα αποτελούν «όνειρα παραληρούντων μάλλον παρά γνώμες φιλοσόφων» «Exposui fer non philisiphorum jidicia, sed delirantium somnia» De natura Deor. I 16.
Ομολογίες σειράς ολόκληρης παλαιών φιλοσόφων παραπονούνται άλλοι μεν για την αδυναμία του ανθρώπινου νου να γνωρίσει την αλήθεια, άλλοι δε ρητά αποφαίνονται ότι η αλήθεια είναι κάτι το ασύλληπτο και ακατάληπτο. Έτσι ο Ξενοφάνης παραπονείται για την αβεβαιότητα των ανθρωπίνων γνώσεων διατινόμενος ότι κανείς ποτέ δεν γνώρισε την αλήθεια, ούτε πρόκειται να γνωρίσει αυτή είτε περί του Θεού είτε περί του παντός. Και εάν ποτέ κάποιος κατέληγε στην αλήθεια, δεν θα την είχε και πραγματικά γνωρίσει, γιατί αυτό το οποίο θα γνώριζε δεν θα ήταν παρά προσωπική γνώμη και πιθανότητα, όχι όμως και βέβαιη γνώση της αλήθειας. Ο Παρμενίδης πάλι εκδηλώνεται με μεγαλύτερη ακόμη απογοήτευση αφού χαρακτηρίζει την γέννηση των ανθρώπων ως πράγμα θλιβερό και θεωρεί ότι προτιμότερο θα ήταν να μην έρχονται αυτοί στην ύπαρξη, γιατί ο άνθρωπος είναι υπό τον ζυγό σκληρού πεπρωμένου να παραμένει μακριά από την αλήθεια. Μάλιστα λέει ότι οι θνητοί ομοιάζουν με τους κουφούς και τους τυφλούς. Είναι γένος αμαθών και αφρόνων. Ο Ηράκλειτος βεβαίωνε ότι ο άνθρωπος στερείται διανοίας και μόνο ο Θεός έχει νου. Απέναντι δε αυτού και ο πιο σοφός άνθρωπος είναι σαν ένας τυχαίος πίθηκος. Τέλος ο Αναξαγόρας διακήρυττε ότι λόγω της αδυναμίας των αισθήσεών μας αδυνατούμε να γνωρίσουμε την αλήθεια και να ανακαλύψουμε την αιτία των όντων.
Ενώ λοιπόν ανεμπόδιστα μεταδιδόταν μεταξύ των φιλόσοφων το φρόνημα ότι η κατάκτηση της αλήθειας μέσω της φιλοσοφίας είναι κάτι το ακατόρθωτο, φαίνεται να ισχύει ως κυρίαρχος νόμος σε όλη την ιστορία της φιλοσοφίας αυτό που είπε ο Hegel ότι: «η μονομανία της ελεύθερης σκέψεως είναι να δημιουργεί πάντοτε ο ένας κάτι ανοητότερο από τον άλλο». Υλισμός περισσότερο ή λιγότερο παχυλός επικρατεί προς στιγμή, για να ανατραπεί ύστερα από λίγο από κάποια μορφή φυσιοκρατικού ή πνευματοκρατικού Πανθεϊσμού, ο οποίος με την σειρά του θα δώσει την θέση του στον Αγνωστικισμό ή σε διάφορες μορφές άκρατης Πνευματοκρατίας ή του λεγόμενου Υπαρξισμού ή της Εξελιξιαρχίας και του Μονισμού και γενικά της ποικιλόμορφης Αρνήσεως που σύγχυση μάλλον και σκοτισμό παρά φως φέρνουν στην έρευνα για την κατάκτηση της αλήθειας. Βλέποντας την αντίφαση και την αντίθεση των φιλοσοφικών ρευμάτων μεταξύ τους, την διαρκή απόρριψη και εμφάνιση νέων, θα έλεγε κανείς ότι ο καθολικός φιλόσοφος νους των ανθρώπων σαν αόρατος Κρόνος άπληστος και αχόρταγος καταβροχθίζει το ένα μετά του αλλού τα ίδια τα παιδιά του. Και όπως λέει ο Hittenger κανένα από τα φιλοσοφικά συστήματα που εμφανίστηκαν με διάφορες μορφές, είτε μιλάμε για τον Υλισμό είτε για τον Πανθεϊσμό είτε για την Αρνητική κριτική και την Αμφιβολία, δεν κατόρθωσε να λύσει το αίνιγμα της υπάρξεως και κανένα από αυτά δεν θα μπορούσε να συμπληρώσει το κενό που θα δημιουργούσε στον κόσμο η εξαφάνιση της θρησκευτικής πίστης.
«3α Διόπερ μὴ παρασυρέτωσαν ὑμᾶς αἱ τῶν φιλοψόφων καὶ οὐ φιλοσόφων πανηγύρεις, οἵτινες ἐναντία μὲν ἑαυτοῖς δογματίζουσιν, κατὰ δὲ το ἐπελθὸν ἔκαστος ἐκπεφώνηκε. Πολλὰ δὲ καὶ παρ’ αὐτοῖς ἐστι προσκρούσματα· μισεῖ μὲν γὰρ ἕτερος τὸν ἕτερον, άντιδοξοῦσι δὲ ἑαυτοῖς διὰ τὴν ἀλαζονείαν τόπους ἐπιλεγόμενοι…»
(Μτφρ: Δια τούτο ας μην σας παρασύρουν οι πανηγύρεις των φιλοψόφων (1) και όχι φιλοσόφων, οι οποίοι δογματίζουν ενάντια προς εαυτούς, και εκφωνεί έκαστος σύμφωνα με ότι του έλθει. Υπάρχουν δε πολλές συγκρούσεις και μεταξύ αυτών· διότι ο εις μισεί τον άλλον, διαφωνούν δε μεταξύ των λόγω αλαζονείας επιλέγοντας τόπους…(2))
Σημειώσεις
(1). Ο Φιλόψοφος είναι ο αγαπών τους κρότους, τα χειροκροτήματα
(2) Παρατηρείται κενόν στο κείμενο
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 34 - 35
«Τοῖς Πλάτωνος ἔπῃ δόγμασι, καὶ ὁ κατ’ Ἐπίκουρον σοφιστεύων διαπρύσιος ἀνθίσταταί σοι· πάλιν τε εἶναι θέλεις κατὰ τὸν Άριστοτέλην, καὶ τις κατὰ τὸν Δημόκριτον λοιδορεῖταί σοι. Πυθαγόρας Εὔφορβος γεγονέναι φησὶ τοῦ Φερεκύδους δόγματος κληρονόμος ἐστὶν· ὁ δὲ Άριστοτέλης τῆς ψυχῆς διαβάλλει τὴν ἀθανασίαν. Στασιώδεις δὲ ἔχοντες τῶν δογμάτων τὰς διαδοχὰς ἀσύμφωνοι πρὸς τοὺς συμφώνους ἑαυτοῖς διαμάχεσθε.»
(Μτφρ: Ακολουθείς τα διδάγματα του Πλάτωνος, και ο σοφιστεύων κατά την μέθοδο του Επίκουρου σε αντικρούει φανερά· θέλεις πάλιν να είσαι εις τους οπαδούς του Αριστοτέλους, και κάποιος από τους ακολουθούντας τον Δημόκριτο σε λοιδορεί. Ο Πυθαγόρας λέγει ότι ήτο ο Εύφορβος και είναι κληρονόμος του δόγματος του Φερεκύδους. Ο δε Αριστοτέλης διαβάλλει την αθανασία της ψυχής. Ενώ δε έχετε αντιφατικές τις παραδόσεις των διδασκαλιών σας, διαμάχεστε σεις οι ασύμφωνοι προς ημάς τους σύμφωνους μεταξύ μας)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 76 - 77
«Ὥστε ἀσύμφωνος ἐστιν ἡ γνώμη κατὰ τοὺς φιλοσόφους καὶ συγγραφεῖς. Τούτων γὰρ ταῦτα ἀποφηναμένων, εὑρίσκεται ὁ ποιητὴς Ὅμηρος ἑτέρᾳ ὑποθέσει εἰσάγων γένεσιν οὐ μόνον κόσμου ἀλλὰ καὶ θεῶν.»
(Μτφρ: Ώστε ασύμφωνοι είναι οι γνώμες των φιλοσόφων και των συγγραφέων. Ενώ τούτοι διακηρύσσουν ταύτα ευρίσκεται ο ποιητής Όμηρος εξηγώντας την γέννηση όχι μόνο του κόσμου αλλά και των θεών κατ’ άλλη υπόθεση.)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 360 - 361
«Ἀριστοφάνης δὲ ὁ κωμικὸς ἐν ταῖς ἐπιγραφομέναις «Ὄρνισιν», ἐπιχειρήσας περὶ τῆς τοῦ κόσμου ποιήσεως, ἔφη ἐν πρώτοις ὠὸν γεγενῆσθαι τὴν σύστασιν τοῦ κόσμου, λέγων·
«Πρώτιστα τεκὼν μελανόπτερος ὠὸν»»
(Μτφρ: Ο δε Αριστοφάνης ο κωμικός εις την κωμωδία την επιγραφόμενη «Όρνιθες», επιληφθείς του θέματος της δημιουργίας του κόσμου, είπε ότι εν πρώτοις η σύσταση του κόσμου περιελήφθη εις ωόν· «Πρώτιστα γέννησε ωόν η μελανόπτερος (1)»)
Σημειώσεις
(1) Όρνιθες 626. Τα παρατιθέμενα εις το σχετικό τμήμα της κωμωδίας ταύτης του Αριστοφάνη εκθέτουν βασικά την θεογονία των Ορφικών, εις τους οποίους περιελαμβάνονταν τότε οι βαθύτερα θρησκευόμενοι Αθηναίοι
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 366 - 367
«Ἀλλὰ καὶ περὶ τῆς κοσμογονίας ἀσύμφωνα ἀλλήλοις καὶ φαῦλα ἐξεῖπον. Πρῶτον μὲν ὅτι τινὲς ἀγένητον τὸν κόσμον ἀπεφήναντο, καθὼς καὶ ἔμπροσθεν ἐδηλώσαμεν. Καὶ οἱ μὲν ἀγένητον αὐτὸν καὶ αΐδιον φύσιν φάσκοντες οὐκ ἀκόλουθα εἶπον τοῖς γενητὸν αὐτόν δογματίσασιν»
(Μτφρ: Αλλά και περί της κοσμογονίας διηγήθηκαν πράγματα ασύμφωνα προς αλλήλους και φαύλα. Πρώτον μεν διότι μερικοί διακήρυξαν τον κόσμο αγέννητο, καθώς δηλώσαμε προηγουμένως. Και όσοι είπαν αυτόν αγέννητο και αΐδιο φύση δεν διετύπωσαν σύμφωνα με εκείνους οι οποίοι δογμάτισαν αυτόν γεννητό)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 370 - 371
«Ἔτεροι δ’ αὖ εἶπον πρόνοιαν εἶναι, καὶ τὰ τούτων δόγματα ἀνέλυσαν»
(Μτφρ: Άλλοι πάλι είπαν ότι υπάρχει πρόνοια, και έτσι διέλυσαν τα τοιαύτα δόγματα τούτων)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 370 - 371
«Τίνι οὖν πιστεύσωμεν, πότερον Ἀράτῳ ἢ Σοφοκλεῖ λέγοντι,
«Πρόνοια δ’ ἔστιν οὐδενὸς σαφής,
εἰκῇ κράτιστον ζῆν ὅπως δύναιτό τις;»
Ὅμηρος δὲ πάλιν τούτῳ οὐ συνᾁδει. Λέγει γάρ·
«Ζεὺς δ’ ἀρετὴν ἄνδρεσσιν ὀφέλλει τε μινύθει τε»
Καὶ Σιμωνίδης·
«Οὔτις ἄνευ θεῶν
ἀρετὰν λάβεν, οὐ πόλις, οὐ βροτός.
Θεὸς ὁ παμμῆτις· ἀπήμαντον δ’ οὐδὲν
ἔστιν ἐν αὐτοῖς»
Ὁμοίως καὶ Εὐριπίδης·
«Οὐκ ἔστιν οὐδἐν χωρὶς ἀνθρώποις θεοῦ»
Καὶ Μένανδρος·
«Οὐκ ἄρα φροντίζει τις ἡμῶν ἢ μόνος Θεός»
Καὶ πάλιν Εὐριπίδης·
«Σῶσαι γὰρ ὁπόταν τῷ Θεῷ δοκῇ,
πολλὰς προφάσεις δίδωσιν εἰς σωτηρίαν»
Καὶ·
«Θεοῦ θέλοντος σώζῃ, κἂν ἐπὶ ριπὸς πλέῃς»
Καὶ τὰ τοιαῦτα μυρία εἰπόντες ἀσύμφωνα ἑαυτοὶς ἐξεῖπον.
Ὁ γοῦν Σοφοκλῆς ἀπρονοησίαν ἐν ἑτέρῳ λέγει·
«Θεοῦ δὲ πληγὴν οὐχ ὑπερπηδᾷ βροτός»
Πλὴν καὶ πληθὺν εἰσήγαγον ἢ καὶ μοναρχίαν εἶπον, καὶ πρόνοιαν εἶναι τοῖς λέγουσιν ἀπρονοησίαν τἀναντία εἰρήκασιν.
Ὄθεν Εὐριπίδης ὁμολογεῖ λέγων·
«Σπουδάζομεν δὲ πολλ’ ὑπ’ ἐλπίδων, μάτην
πόνους ἔχοντες, οὐδὲν εἰδότες»»
(Μτφρ: Εις ποίον λοιπόν να πιστέψουμε, εις τον Άρατον ή τον Σοφοκλή, ο οποίος λέγει·
«Δεν υπάρχει σαφής πρόνοια ουδενός πράγματος,
καλύτερον να ζει κανείς τυχαίως, όπως δύναται»;(1)
Ο Όμηρος πάλι δεν συμφωνεί με αυτόν. Διότι λέγει·
«Ο Ζευς αυξάνει και μειώνει την αρετήν των ανθρώπων» (2)
Και ο Σιμωνίδης·
«Χωρίς τους θεούς
κανείς δεν έλαβε αρετή, ούτε πόλη ούτε θνητός.
Ο Θεός γνωρίζει τα πάντα, ενώ εις τους θνητούς
Δεν υπάρχει τίποτα αβλαβές»(3)
Ομοίως και ο Ευριπίδης·
«Τίποτε δεν υπάρχει εις τους ανθρώπους μακράν από τον Θεόν» (4)
Και ο Μένανδρος·
«Κανείς δεν φροντίζει δι’ ημάς πλην του Θεού μόνου» (5)
Και πάλιν ο Ευριπίδης·
«Όταν ο Θεός θεωρεί καλόν να σώσει
δίδει πολλάς προφάσεις προς σωτηρία» (6)
Και·
«Αν θέλει ο Θεός σώζεσαι, ακόμη και αν πλέεις εις ψάθαν» (7)
Και με τους τοιούτους μύριους λόγους είπαν ασύμφωνα προς εαυτούς. Ο Σοφοκλής πράγματι σε άλλο χωρίο ομιλεί περί ελλείψεως προνοίας·
«Το κτύπημα του Θεού δεν υπερπηδά ο θνητός» (8)
Επίσης εισαγάγανε πολυαρχία ή είπαν μοναρχία , και εις τους διδάσκοντες απρονοησία απάντησα ότι υπάρχει πρόνοια. Όθεν ο Ευριπίδης ομολογεί λέγοντας·
«Μεριμνούμε δια πολλά υποκινούμενα από ελπίδες ματαίως
κατεχόμενοι από πόνους, μη γνωρίζοντας τίποτα» (9)
Σημειώσεις
(1) Οιδίπους Τύραννος 978 ε.
(2) Ιλιάς Υ 242
(3) Diehl, Anthologia Lyricorum Graecorum 2, 68, απόσπ. 10
(4) Ευριπίδου, απόσπ. 391. Nauck, Tragicorum Graecorum Fragmenta, Leipzig 1889, σ. 480
(5) Βλ. Meineke, Fragmenta Comicorum Graecorum, Berlin 1841, 4, σ. 276
(6) Ευριπίδου, απόσπ. 1089. Nauck
(7) Ευριπίδου, απόσπ. 397 Nauck
(8) Σοφοκλέους, απόσπ. 876. Nauck
(9) Ευριπίδου, απόσπ. 391. Nauck
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 370 - 375
«Δόξης γὰρ κενῆς καὶ ματαίου πάντες οὗτοι ἐρασθέντες οὔτε αὐτοὶ τὸ ἀληθὲς ἔγνωσαν οὔτε μὴν ἄλλους ἐπὶ τὴν ἀλὴθειαν προετρέψαντο. Καὶ γὰρ ἃ ἔφασαν αὐτὰ ἐλέγχει αὐτοὺς, ᾗ ἀσύμφωνα εἰρήκασιν, καὶ τὰ ἴδια δόγματα οἱ πλείους αὐτῶν κατέλυσαν· οὐ γὰρ ἀλλήλους μόνον ἀνέτρεψαν, ἀλλ’ ἤδη τινὲς καὶ τὰ ἑαυτῶν δόγματα ἄκυρα ἐποίησαν, ὥστε ἡ δόξα αὐτῶν εἰς ἀτιμίαν καὶ μωρίαν ἐχώρησεν· ὑπὸ γὰρ τῶν συνετῶν καταγινώσκονται. Ἥτοι γὰρ περὶ θεῶν ἔφασαν, αὐτοὶ δ’ ὕστερον ἀθεότητα ἐδίδαξαν, ἣ εἰ καὶ περὶ κόσμου γενέσεως, ἔσχατον αὐτοματισμὸν εἶπον τῶν πάντων, ἀλλὰ καὶ περὶ προνοίας λέγοντες πάλιν ἀπρονόητων εἶναι κόσμον ἐδογμάτισαν.
Τί δὲ; Οὐχὶ καὶ περῖ σεμνότητος πειρώμενοι γράφειν ἀσελγείας καὶ πορνείας καὶ μοιχείας ἐδίδαξαν ἐπιτελεῖσθαι, ἔτι μὴν καὶ τὰς στυγητὰς ἀρρητοποιΐας εἰσηγήσαντο; Καὶ πρώτους γε τοὺς θεοὺς αὐτῶν κηρήσσουσιν ἐν ἀρρήτοις μίξεσιν συγγίνεσθαι ἔν τε ἀθέσμοις βρώσεσιν.»
(Μτφρ: Όλοι αυτοί αγαπήσαντες την κενή και ματαία δόξα ούτε αυτοί γνώρισαν την αλήθεια ούτε άλλους βεβαίως προέτρεψαν προς την αλήθεια. Διότι τους κατηγορούν όσα έγραψαν, αφού τα διατύπωσαν αντιφατικά και αφού οι πλείστοι εξ αυτών κατέλυσαν τα ιδικά των δόγματα· διότι όχι μόνο ανέτρεψαν αλλήλους, αλλά ήδη μερικοί και τα ιδικά των δόγματα ακύρωσαν, ώστε η δόξα των μετεβλήθη εις ατιμία και μωρία· διότι κατακρίνονται υπό των συνετών. Ενώ μίλησαν περί θεών, έπειτα οι ίδιοι δίδαξαν αθεότητα· ενώ μίλησαν περί δημιουργίας κόσμου, έπειτα είπαν ότι τα πάντα προήλθαν αυτόματα· ενώ μίλησαν περί προνοίας δογμάτισαν πάλι ότι ο κόσμος είναι άνευ προνοίας.
Διατί όχι; Ενώ προσπαθούσαν να γράψουν περί σεμνότητας, δεν διδάξαν να διαπράττονται ασέλγειες, πορνείες και μοιχείες, και δεν εισηγήθηκαν τις ανεπίτρεπτες και ανεκδιήγητους πράξεις; Και πρώτο κηρύσσουν ότι οι θεοί των επιδίδονται εις άρρητους μίξεις και αθέμιτους βρώσεις»
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 458 - 459
«Καὶ τί μοι λοιπὸν κατατρίβεσθαι περὶ αὐτῶν, ὅπου γε καὶ περὶ τῶν θεῶν παρ’ αὐτοῖς λεγομένων τὰ ὅμοια κατηγγέλκασιν;
Θεοὺς γὰρ φήσαντες εἶναι πάλιν εἰς οὐδὲν αὐτοὺς ἡγήσαντο. Οἰ μὲν γὰρ ἐξ ἀτόμων αὐτοὺς ἔφασαν συνεστάναι, οἱ δ’ αὖ χωρεῖν εἰς ἀτόμους, καὶ μηδὲν πλεῖον ἀνθρώπων δύνασθαι τοὺς θεοὺς φασιν. Πλάτων δὲ, θεοὺς εἰπὼν εἶναι ὑλικοὺς αὐτοὺς βούλεται συνιστᾶν. Πυθαγόρας δέ, τοσαῦτα μοχθήσας περὶ θεῶν καὶ τὴν ἄνω πορείαν ποιησάμενος, ἔσχατος ὁρίζει φύσιν καὶ αὐτοματισμὸν εἶναί φησιν τῶν πάντων· θεοὺς ἀνθρώπων μηδὲν φροντίζειν. Ὁπόσα τε Κλειτόμαχος ὁ Ἀκαδημαϊκὸς περὶ ἀθεότητος εἰσηγήσατο. Τί δ’ οὐχὶ καὶ Κριτίας καὶ Πρωταγόρας ὁ Ἀβδηρίτης λέγων· «εἰτε γὰρ εἰσον θεοί, οὐ δύναμαι περὶ αὐτῶν λέγειν, οὔτε ὁποῖοι εἰσιν δηλῶσαι· πολλὰ γὰρ ἐστιν τὰ κωλύοντα με»; Τὰ γὰρ περὶ Εύημέρου τοῦ ἀθεωτάτου περισσὸν ἡμῖν καὶ λέγειν. Πολλὰ γὰρ περὶ θεῶν τολμήσας φθέγξασθαι ἔσχατον καὶ τὸ ἐξόλου μὴ εἶναι θεούς, ἀλλὰ τὰ πάντα ἀυτοματισμῷ διοικεῖσθαι βούλεται. Πλάτων δέ, ὁ τοσαῦτα εἰπὼν περὶ μοναρχίας Θεοῦ καῖ ψυχῆς ἀνθρώπου, φάσκων ἀθάνατον εἶναι τὴν ψυχήν, οὐκ αὐτὸς ὕστερον εὑρίσκεται ἐναντία ἑαυτῷ λέγων, τὰς μὲν ψυχὰς μετέρχεσθαι εἰς ἑτέρους ἀνθρώπους, ἐνίων δὲ καὶ ἄλογα ζῶα χωρεῖν; Πῶς οὐ δεινὸν καὶ ἀθέμιτον δόγμα αὐτοῦ τοῖς γε νοῦν ἔχουσι φανήσεται, ἵνα ὅ ποτε ἄνθρωπος πάλιν ἔσται λύκος ἣ κύων ἣ ὅνος ἢ ἄλλο τι ἄλογον κτῆνος;Τούτῳ ἀκόλουθα καὶ Πυθαγόρας εὑρίσκεται φλυαρῶν, πρὸς τῷ καὶ πρόνοαιν ἐκκόπτειν.
Τίνι οὖν αὐτῶν πιστεύσωμεν, Φιλήμονι τῷ κωμικῷ, λέγοντι·
«Οἱ γὰρ Θεὸν σέβοντες ἐλπίδας καλὰς
ἔχουσιν εἰς σωτηρίαν»,
ἢ οἷς προειρήκαμεν Εὐημέρῳ καὶ Ἐπικούρῳ καὶ Πρωταγόρᾳ καὶ τοῖς λοιποῖς ἀρνουμένοις εἶναι θεοσέβειαν καὶ πρόνοιαν ἀναιροῦσιν;
Περὶ μὲν οὖν Θεοῦ καὶ προνοίας Ἀρίστων ἔφη·
«Θάρσει, βοηθεῖν πᾶσι μὲν τοῖς ἀξίοις
εἴωθεν ὁ Θεός, τοῖς δὲ τοιούτοις σφόδρα...»»
(Μτφρ: Και τι χρειάζεται άλλωστε να ασχολούμαι περί των λεγομένων από αυτούς θεών;
Διότι, ενώ είπαν ότι είναι θεοί, δεν τους υπολόγισαν καθόλου. Άλλοι είπαν ότι συνίσταται εξ ατόμων, άλλοι πάλι αντίθετα ότι μεταβαίνουν εις άτομα και λέγουν ότι οι θεοί δεν έχουν καθόλου περισσότερο δύναμη από τους ανθρώπους. Ο δε Πλάτων, αφού είπε ότι υπάρχουν θεοί, θέλει να είναι τούτοι υλικοί. Ο δε Πυθαγόρας μοχθήσαν τόσο πολύ δια το πρόβλημα των θεών και εξετάσας τούτο από πάσης πλευράς, στο τέλος ορίζει ότι τα πάντα προέρχονται εκ φύσεως και αυτομάτως και ότι οι θεοί δεν φροντίζουν καθόλου δια τους ανθρώπους. Πόσα δεν δίδαξε περί αθεότητας ο Κλειτόμαχος ο Ακαδημαϊκός (1). Τι δεν είπε ο Κριτίας (2) και ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης; (3) «Εάν υπάρχουν θεοί, δεν δύναμαι να πω περί αυτών ούτε να δηλώσω ποίοι είναι· διότι πολλά με εμποδίζουν». Περιττόν είναι να πω τα περί του αθεοτάτου Ευήμερου, ο οποίος, ενώ ετόλμησε να πει πολλά περί θεών, εις το τέλος θέλει να μην υπάρχουν καθόλου θεοί, αλλά τα πάντα να κυβερνώνται αυτομάτως. Ο δε Πλάτων, ο τόσο καλά ειπών περί μοναρχίας Θεού και ψυχής ανθρώπου, λέγοντας ότι η ψυχή είναι αθάνατος, δεν αντιφάσκει τάχα ο ίδιος εις εαυτόν λέγοντας ότι οι μεν ψυχές μεταβαίνουν σε άλλους ανθρώπους, μερικώς δε πηγαίνουν και εις άλογα ζώα;(4) Πώς δεν θα φανεί εις όσους τουλάχιστον έχουν νου ως δεινό και αθέμιτο δόγμα, το ότι ο άλλοτε άνθρωπος θα γίνει πάλι λύκος ή κύων ή όνος ή κάποιο άλλο κτήνος; Σύμφωνα με αυτόν βρίσκεται να φλυαρεί και ο Πυθαγόρας, πέραν του ότι απορρίπτει και την πρόνοια.
Εις ποιον λοιπόν εξ αυτών να πιστέψουμε; εις τον κωμικό Φιλήμονα που λέει
«διότι οι λατρεύοντες τον Θεό καλές ελπίδες
έχουν προς σωτηρία» (5),
ή εις τους προαναφερθέντες Ευήμερο, Επίκουρο, Πρωταγόρα και τους λοιπούς αρνούμενους την θεοσέβεια και απορρίπτοντας την πρόνοια;
Περί του Θεού λοιπόν και της πρόνοιας είπε ο Αρίστων·
«Θάρρος, διότι ο Θεός συνηθίζει να βοηθά
όλους τους άξιους, τους δε σπουδαιότερους δυνατά…»
Σημειώσεις
(1) Σέξτου Εμπειρικού, Προς Μαθηματικούς 8,8
(2) Σέξτου Εμπειρικού, Προς Μαθηματικούς 9,54
(3) Σέξτου Εμπειρικού, Προς Μαθηματικούς 9,56
(4) Φαίδρος 248 D
(5) Meineke, Fragmenta Comicorum Graecorum 4, σ. 60
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 464 - 467
«Ὁπόσα τε καὶ ἄλλοι καὶ σχεδόν γε οἱ πλείους εἶπον περὶ Θεοῦ καὶ προνοίας, ὁρᾶν ἔστιν ἀνακόλουθα ἀλλήλοις ἔφασαν· οἱ μὲν γὰρ τὸ ἐξόλου Θεὸν καὶ πρόνοιαν εἶναι ἀνεῖλον, οἱ δ’ αὖ συνέστησαν Θεὸν καὶ πάντα προνοίᾳ διοικεῖσθαι ὡμολόγησαν.»
(Μτφρ: Και όσα είπαν οι άλλοι, και σχεδόν οι πλείστοι, περί Θεού και προνοίας, είναι δυνατόν να δεις πόσο ανακόλουθα είναι μεταξύ τους· διότι άλλοι μεν αναίρεσαν την καθόλου ανυπαρξία του Θεού και της πρόνοιας, άλλοι δεν παραδέχθησαν τον Θεό και ομολόγησαν ότι τα πάντα διοικούνται από την πρόνοια)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 466 - 467
«Ἀρνοῦμενοι γὰρ θεοὺς εἶναι πάλιν ὁμολογοῦσιν αὐτοί, καὶ τούτους πράξεις ἀθέσμους ἐπιτελεῖν ἔφασαν.»
(Μτφρ: Διότι, ενώ αρνούνται ότι υπάρχουν θεοί, πάλι τους παραδέχονται οι ίδιοι, και λέγουν ότι τελούν πράξεις αθέμιτες)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 468 - 469
Ίσως σε μερικούς να φαίνεται υπερβολική η καταδίκη απόψεων των αρχαίων σοφών από μερικούς Χριστιανούς. Όμως πριν ακόμη και από τους Χριστιανούς, εξέφερε περί των σοφών του προχριστιανικού κόσμου αυστηρότατη κρίση κάποιος, ο οποίος μπορεί να συγκαταλεχθεί μαζί με αυτούς και ο οποίος θεωρείται από τους μεγαλύτερους ρήτορες της ειδωλολατρικής δύσεως; Πρόκειται για τον Κικέρωνα, ο οποίος δεν δίστασε να διακηρύξει ότι «δεν υπάρχει παραλογισμός, οσονδήποτε χονδροειδής, ο οποίος να μη εγένετο παραδεκτός και να μη εδιδάχθη υπό τινός φολοσόφου» De divin. II 58, «Sed nescio quo tam absurde dici potest quod non dicatur ab aliquo philosophorum»
«Ἔνιοι μὲν ἀρνοῦνται καὶ τὸ ἐξ ὅλου Θεὸν εἶναι, ἤ, εἰ καὶ ἔστιν, μηδενὸς φασιν φροντίζειν τὸν Θεὸν πλὴν ἕαυτοῦ. Καὶ ταῦτα μὲν παντελῶς Ἐπικούρου καὶ Χρυσίππου ἡ ἄνοια ἀπεφήνατο. Ἔτεροι δέ φασιν αὐτοματισμὸν τῶν παντῶν εἶναι, καὶ τὸν κόσμον ἀγέννητον καὶ φύσιν ἀΐδιον, καὶ τὸ σύνολον πρόνοιαν μὴ εἶναι Θεοῦ ἐτόλμησαν ἐξειπεῖν, ἀλλὰ θεὸν εἶναι μόνον φασὶν τὴν ἑκάστου συνείδησιν. Ἄλλοι δ’ αὖ τὸ δι’ ὅλου κεχωρηκὸς πνεῦμα θεὸν δογματίζουσιν.»
(Μτφρ: Μερικοί μεν αρνούνται και το ότι υπάρχει Θεός γενικά, ή εάν υπάρχει, λέγουν ότι δεν φροντίζει δια τίποτε άλλο ο Θεός πλην του εαυτού του· και αυτά γενικώς απεφάνθη γενικώς η άνοια του Επίκουρου και του Χρυσίππου (1). Άλλοι λέγουν ότι εις το σύμπαν υπάρχει αυτοματισμός και ότι ο κόσμος είναι αγέννητος και η φύση αΐδιος, γενικώς δε τόλμησαν να επιβεβαιώσουν ότι δεν υπάρχει πρόνοια του Θεού, αλλά Θεός είναι κατά την άποψή των μόνο η συνείδησης έκαστου. Άλλοι πάλι δογματίζουν ως Θεόν το πνεύμα το οποίο διήκει δια του σύμπαντος)
Σημειώσεις
(1) Ο Επίκουρος και οι οπαδοί του δίδασκαν ότι οι θεοί, ζώντας εις τα μετακόσμια, αδιαφορούν για τον κόσμο. Οι Στωϊκοί δεν αρνούνταν την ύπαρξη του Θεού, αλλά την ύπαρξη του προσωπικού Θεού, εκλαμβάνοντας αυτόν ως την δύναμη που διοικεί δια μέσω των μερών του σύμπαντος. Αργότερα όμως και αυτοί αποδέχτηκαν την ύπαρξη προσωπικού Θεού.
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 358 - 359
«Πλάτων δὲ καὶ οἱ τῆς αἱρέσεως αὐτοῦ Θεὸν μὲν ὁμολογοῦσιν ἀγένητον καὶ πατέρα καὶ ποιητὴν τῶν ὅλων εἶναι· εἶτα ὑποτίθεται θεὸν καὶ ὕλην ἀγένητον, καὶ ταύτην φασὶν συνηκμακέναι τῷ Θεῷ…»
(Μτφρ: Ο δε Πλάτων και οι οπαδοί του ομολογούν ότι υπάρχει Θεός αγέννητος, πατήρ και ποιητής του σύμπαντος· έπειτα όμως υποθέτουν ότι άγέννητος είναι όχι μόνον ο Θεός αλλά και η ύλη, και λέγουν ότι αυτή ήκμασε μαζί με τον Θεό)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 358 - 359
«Ὥστε ἀσύμφωνος ἐστιν ἡ γνώμη κατὰ τοὺς φιλοσόφους καὶ συγγραφεῖς. Τούτων γὰρ ταῦτα ἀποφηναμένων, εὑρίσκεται ὁ ποιητὴς Ὅμηρος ἑτέρᾳ ὑποθέσει εἰσάγων γένεσιν οὐ μόνον κόσμου ἀλλὰ καὶ θεῶν. Φησὶν γὰρ που·
Ὠκεανόν τε, θεῶν γένεσιν, καὶ μητέρα Τηθύν,
ἐξ οὗ πάντες ποταμοὶ καὶ πᾶσα θάλασσα.
Ἅ δὴ λέγων οὐκ ἔτι θεὸν συνιστᾷ. Τίς γὰρ οὐκ ἐπίσταται τὸν Ὠκεανὸν ὕδωρ εἶναι; Εἰ δὲ ὔδωρ, οὐκ ἄρα θεός. Ὁ δὲ Θεός, εἰ τῶν ὅλων ποιητής ἐστιν, καθὼς καὶ ἔστιν, ἄρα καὶ τοῦ ὕδατος καὶ τῶν θαλασσῶν κτίστης ἐστίν»
(Μτφρ: Ώστε ασύμφωνοι είναι οι γνώμες των φιλοσόφων και των συγγραφέων. Ενώ τούτοι διακηρύσσουν ταύτ,α ευρίσκεται ο ποιητής Όμηρος εξηγώντας την γέννηση όχι μόνο του κόσμου αλλά και των θεών κατ’ άλλη υπόθεση. Λέγει κάπου· «Τον Ωκεανόν, την γέννηση των θεών, και την μητέρα Τηθύν(1), από όπου προέρχονται όλοι οι ποταμοί και πάσα θάλασσα(2).» Λέγων βεβαίως αυτά δεν συνιστά πλέον Θεόν. Διότι ποιος δεν γνωρίζει ότι ο Ωκεανός είναι ύδωρ;Εάν δε είναι ύδωρ , δεν είναι Θεός. Ο δε Θεός, εάν είναι ποιητής των όλων, καθώς και είναι, άρα είναι κτίστης και του ύδατος και των θαλασσών»)
Σημειώσεις
(1) Ιλιάς Ξ 201
(2) Ιλιάς Φ 126
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 360 - 361
«Ἡσίοδος δὲ καὶ αὐτὸς οὐ μόνον θεῶν γένεσιν ἐξεῖπεν, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Καὶ τὸν μὲν κόσμον γενητόν εἰπὼν ἠτόνησεν εἰπεῖν ὑφ’ οὗ γέγονεν. Ἔτι μὴν καὶ θεοῦς ἔφησν Κρόνον καὶ τὸν ἐξ αὐτοῦ Δία, Ποσειδῶνα τε καὶ Πλούτωνα, καὶ τούτους μεταγενεστέρους εὑρίσκομεν τοῦ κόσμου»
(Ο δε Ησίοδος όχι μόνο διηγήθηκε και αυτός των θεών την γέννηση αλλά και αυτού του κόσμου. Και ενώ είπε γεννητό τον κόσμο, δεν κατόρθωσε να πει από ποιον έγινε. Προσέτι μάλιστα είπε θεούς τον Κρόνον, τον υιό του Δία, Ποσειδώνα και Πλούτωνα, τους οποίους ευρίσκομεν μεταγενεστέρους του κόσμου.)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 360 - 361
«Καὶ ταῦτα εἰπῶν οὐδὲ οὕτως ἐδήλωσεν ὑπὸ τίνος ἐγένοντο. Εἰ γὰρ ἐν πρώτοις ἦν Χάος, καὶ ὕλη τις προϋπέκειτο ἀγένητος οὖσα, τίς ἄρα ἦν ὁ ταύτην μετασκευάζων καὶ μεταρρυθμίζων καὶ μεταμορφῶν; Πότερον αὐτὴ ἑαυτὴν ἡ ὕλη μετασχημάτιζε καὶ ἐκόσμει; Ὁ γὰρ Ζεὺς μετὰ χρόνον πολὺν γεγένηται, οὐ μόνον τῆς ὕλης ἀλλὰ καὶ τοῦ κόσμου καὶ πλήθους ἀνθρώπων· ἔτι μὴν καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ Κρόνος.»
(Μτφρ: Και αφού είπε ταύτα δεν δήλωσε ούτε τότε υπό ποίου έγιναν. Διότι, εάν εν πρώτοις ήτο το χάος και προϋπέκειτο κάποια ύλη αγένητος, ποίος λοιπόν ήτο ο μετασκευάζων και μεταρρυθμίζων και μεταμορφώνων αυτή; Άραγε αυτή η ύλη μετασχημάτιζε και εκόσμει εαυτήν; Διότι ο Ζευς εγγενήθηκε μετά πολύ χρόνον, όχι μόνο μετά την ύλη αλλά και μετά τον κόσμο και πλήθος ανθρώπων· ακόμη μάλιστα και ο πατήρ αυτού Κρόνος)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 364 - 365
«Ὄθεν Εὐριπίδης ὁμολογεῖ λέγων·
«Σπουδάζομεν δὲ πολλ’ ὑπ’ ἐλπίδων, μάτην
πόνους ἔχοντες, οὐδὲν εἰδότες»
Καὶ μὴ θέλοντες ὁμολογοῦσιν τὸ ἀληθὲς μὴ ἐπίστασθαι·»
(Μτφρ: Όθεν ο Ευριπίδης ομολογεί λέγοντας·
«Μεριμνούμε δια πολλά υποκινούμενα από ελπίδες ματαίως
κατεχόμενοι από πόνους, μη γνωρίζοντας τίποτα» (1)
και χωρίς να το θέλουν ομολογούν ότι δεν γνωρίζουν την αλήθειαν)
Σημειώσεις
(1) Ευριπίδου, απόσπ. 391, Nauck.
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 374 - 375
«Καὶ πολλὰ φήσας [Πλάτων δὲ]περὶ πόλεων κατὰ κόσμον καὶ οἰκήσεων καὶ ἐθνῶν, ὁμολογεῖ εἰκασμῷ ταῦτα εἰρηκέναι. Λέγει γὰρ· «εἰ γοῦν, ὦ ξένε, τὶς ἡμῖν ὑπόσχηται θεὸς ὡς, ἂν ἐπιχειρήσωμεν τῇ τῆς νομοθεσίας σκέψει, τῶν νῦν εἰρημένων…» Δηλονότι εἰκασμῷ ἔφη· εἰ δὲ εἰκασμῷ, οὐκ .αρα ἀληθῇ ἔστιν ταὰ ὑπ’ είρημένα»
(Μτφρ: Και πολλά ειπών [ο Πλάτωνας] περί πόλεων και κόσμου, οικισμών και εθνών, ομολογεί ΄τι λέγει αυτά κατ’ εικασία. Διότι λέει «εάν λοιπόν, φίλε, κάποιος θεός υποσχεθεί σε εμάς ότι θα μπορούσαμε να επιχειρήσουμε διασάφηση της σκέψης και της νομοθεσίας, τα λεχθέντα…» (1). Επομένως εκφράσθηκε κατ’ εικασίαν· εάν δε κατ’ εικασία, άρα τα υπ’ αυτού λεχθέντα δεν είναι αληθή)
Σημειώσεις
(1) Πλάτωνος, Νόμοι 3, 683 B
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 482 - 483
Ο φιλόσοφος που συγκαταλέγεται μεταξύ των υγιέστερων από όλους τους φιλοσοφούντες είναι ο Πλάτωνας. Όπως λοιπόν λέει για αυτόν ο Hittinger (Apologie…, τομ. Β΄, σελ.71) κατά πάσα πιθανότητα δεν είχε καν ιδέα περί δημιουργίας, ή τουλάχιστον δεν μιλούσε για αυτήν κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο. Σε επιβεβαίωση δε του ισχυρισμού αυτού ο Brandis (Ιστορία της Ελληνορωμαϊκής Φιλοσοφίας τομ. ΙΙ, σελ. 36) υποστηρίζει ότι η αλήθεια περί απολύτου δημιουργίας (δηλαδή η εκ του μηδενός και χωρίς προϋπάρχουσας ύλης δημιουργία του κόσμου) παρέμεινε άγνωστη σε όλη την ελληνική και λατινική αρχαιότητα.
Εκεί όμως που ο Πλάτωνας παρουσιάζεται παραλογιζόμενος και ανάξια προς τον εαυτό του φερόμενος είναι εκεί που υποστηρίζει ότι τα καχεκτικά και ασθενή βρέφη θα πρέπει να απορρίπτονται έκθετα, εκεί που συνιστά οι γυναίκες να είναι κοινές, όπως και εκεί που επιδοκιμάζει να αποκαλείται βάρβαρος κάθε ξένος και μη Έλληνας, προχωρώντας μέχρι του σημείου να ορίζει ιδιαίτερη τάξη πολιτών, στην οποία ανήκει η πλειοψηφία τους και τους οποίους καταδικάζει σε ισόβια και απεριόριστη δουλεία. Και με λίγα λόγια η ηθική και το σύστημα του Πλάτωνος είναι κατ’ ουσία αριστοκρατικά (δεν μιλάμε καν για δημοκρατία), απευθύνονται αποκλειστικά στους διανοούμενους και τους ταλαντούχους του πνεύματος και συνεπώς δεν αποτελούν κτήμα όλης της ανθρωπότητας αλλά μερίδας της μόνο.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ 7, 121
«121 οὐκ εἰσὶν ἐν τῷ κατορθοῦν. Ἡρακλείδης μέντοι ὁ Ταρσεύς, Ἀντιπάτρου τοῦ Ταρσέως γνώριμος, καὶ Ἀθηνόδωρος ἄνισά φασι τὰ ἁμαρτήματα. Πολιτεύσεσθαί φασι τὸν σοφὸν ἂν μή τι κωλύῃ, ὥς φησι Χρύσιππος ἐν πρώτῳ Περὶ βίων· καὶ γὰρ κακίαν ἐφέξειν καὶ ἐπ' ἀρετὴν παρορμήσειν. καὶ γαμήσειν, ὡς ὁ Ζήνων φησὶν ἐν Πολιτείᾳ, καὶ παιδοποιήσεσθαι. ἔτι τε μὴ δοξάσειν τὸν σοφόν, τουτέστι ψεύδει μὴ συγκαταθήσεσθαι μηδενί. κυνιεῖν τ' αὐτόν· εἶναι γὰρ τὸν κυνισμὸν σύντομον ἐπ' ἀρετὴν ὁδόν, ὡς Ἀπολλόδωρος ἐν τῇ Ἠθικῇ. γεύσεσθαί τε καὶ ἀνθρωπίνων σαρκῶν κατὰ περίστασιν. μόνον τ' ἐλεύθερον, τοὺς δὲ φαύλους δούλους· εἶναι γὰρ τὴν ἐλευθερίαν ἐξουσίαν αὐτοπραγίας, τὴν δὲ δουλείαν στέρησιν» (Πηγή: Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων, [ed. H S Long, Oxford 1964], Βιβλίον Ζ΄ 121· 188, http://www.mikrosapoplous.gr/dl/dl.html)
Η κατά περίσταση βρώση ανθρωπίνων σαρκών πέμπει εις την κατά «περιστάσεως ανθρωποφαγία», δηλαδή εις εκείνη η οποία συντελείται τυχαία και πιθανώς ένεκα ανάγκης. Η ανθρωποφαγία θεωρείται αποτρόπαιη ακόμη και από τους νεοπαγανιστές: «Εάν αναζητήσουμε από τις απαρχές του ανθρωπίνου γένους την πιο αποτρόπαια πράξη που αρνητικά χαρακτηρίζει τον άνθρωπο, αναμφισβήτητα όλες οι γνώμες θα συγκλίνουν και θα καταδείξουν ως τέτοια, εκείνη του κανιβαλισμού, δηλαδή της ανθρωποφαγίας». (Πηγή: Μιχάλης Μιχελλής, περιοδικό Ιχώρ, άρθρο Καννιβαλισμός, τεύχος 1, σσ. 65 - 67)
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ 7, 188
«187... Εἰσὶ δὲ οἳ κατατρέχουσι τοῦ Χρυσίππου ὡς πολλὰ αἰσχρῶς καὶ ἀρρήτως ἀναγεγραφότος. ἐν μὲν γὰρ τῷ Περὶ τῶν ἀρχαίων φυσιολόγων συγγράμματι αἰσχρῶς τὰ περὶ τὴν Ἥραν καὶ τὸν Δία ἀναπλάττει, λέγων κατὰ τοὺς ἑξακοσίους στίχους ἃ μηδεὶς
188 ἠτυχηκὼς μολύνειν τὸ στόμα εἴποι ἄν. αἰσχροτάτην γάρ, φασί, ταύτην ἀναπλάττει ἱστορίαν, εἰ καὶ ἐπαινεῖ ὡς φυσικήν, χαμαιτύπαις μᾶλλον πρέπουσαν ἢ θεοῖς, ἔτι τε καὶ παρὰ τοῖς περὶ πινάκων γράψασι <οὐ> κατακεχωρισμένην· μήτε γὰρ παρὰ Πολέμωνι μήτε παρ' Ὑψικράτει, ἀλλὰ μηδὲ παρ' Ἀντιγόνῳ εἶναι, ὑπ' αὐτοῦ δὲ πεπλάσθαι. ἐν δὲ τῷ Περὶ πολιτείας καὶ μητράσι λέγει συνέρχεσθαι καὶ θυγατράσι καὶ υἱοῖς· τὰ δ' αὐτά φησι καὶ ἐν τῷ Περὶ τῶν μὴ δι' ἑαυτὰ αἱρετῶν εὐθὺς ἐν ἀρχῇ. ἐν δὲ τῷ τρίτῳ Περὶ δικαίου κατὰ τοὺς χιλίους στίχους καὶ τοὺς ἀποθανόντας κατεσθίειν κελεύων.» (Πηγή: Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων, [ed. H S Long, Oxford 1964], Βιβλίον Ζ΄ 121· 188, http://www.mikrosapoplous.gr/dl/dl.html)
Η περίπτωση της βρώσης των πεθαμένων, και όχι των σκοτωμένων μιας μάχης [αποκτηνομένων], με διαταγή - κέλευσμα είναι ασφαλώς η περίπτωση του «ενδοκανιβαλισμού», δηλαδή της βρώσης των νεκρών από τους απογόνους, ήτις της βρώσης του πεθαμένου πατέρα ή μητέρα από τους παίδες και τους συγγενείς, οι οποίοι τιμούσαν θρησκευτικά τον νεκρό με την καταβρόχθισή του. Αυτή η περίπτωση αναφέρεται και από τους νεοπαγανιστές που επικαλούνται τον Στράβωνα για να αποδείξουν την καταγωγή των Κελτών από τους Έλληνες:
Κατά τον Στράβωνα... οι δε κάτοικοι της Ιβερνίας, ήσαν βαρβαρότεροι των Βρετανών, πολυφάγοι και ανθρωποφάγοι, οι οποίοι έτρωγαν ακόμη και τους γονείς τους όταν πέθαιναν. Αυτοί έρχονταν επίσης, φανερά σε συνουσία με άλλες γυναίκες, καθώς και με τις μητέρες και τις αδελφές τους. (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 22, Οι προϊστορικοί Έλληνες των Βρεττανικών νησιών, Αθανάσιος Αγγελόπουλος, σελ. 30)
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ 6, 73
«73 Μηδέν τε ἄτοπον εἶναι ἐξ ἱεροῦ τι λαβεῖν ἢ τῶν ζῴων τινὸς γεύσασθαι· μηδ' ἀνόσιον εἶναι τὸ καὶ τῶν ἀνθρωπείων κρεῶν ἅψασθαι, ὡς δῆλον ἐκ τῶν ἀλλοτρίων ἐθῶν· καὶ τῷ ὀρθῷ λόγῳ πάντ' ἐν πᾶσι καὶ διὰ πάντων εἶναι λέγων. καὶ γὰρ ἐν τῷ ἄρτῳ κρέας εἶναι καὶ ἐν τῷ λαχάνῳ ἄρτον, καὶ τῶν σωμάτων τῶν λοιπῶν ἐν πᾶσι διά τινων ἀδήλων πόρων [καὶ] ὄγκων εἰσκρινομένων καὶ συνατμιζομένων, ὡς δῆλον ἐν τῷ Θυέστῃ ποιεῖ, εἴ γ' αὐτοῦ αἱ τραγῳδίαι καὶ μὴ Φιλίσκου τοῦ Αἰγινήτου ἐκείνου γνωρίμου ἢ Πασιφῶντος τοῦ Λουκιανοῦ, ὅν φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ (FHG iii. 582 sq.) μετὰ τὴν τελευτὴν αὐτοῦ συγγράψαι. μουσικῆς τε καὶ γεωμετρικῆς καὶ ἀστρολογίας καὶ τῶν τοιούτων ἀμελεῖν, ὡς ἀχρήστων καὶ οὐκ ἀναγκαίων. » (Πηγή: Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων, [ed. H S Long, Oxford 1964], Βιβλίον Στ΄ 121 - 128, http://www.mikrosapoplous.gr/dl/dl.html)
Η παρούσα προτροπή προς βρώση σάρκας από ιερό [βωμό], πέμπει εις την πρότερα τελεσθείσα ανθρωποθυσία επί αυτού, και εν την τοιαύτη περίπτωση δεν θεωρείται ανόσιον τι από τον φιλόσοφο. Η θυσία ανθρώπου εις τον θεό, είναι η προσφορά του προς κανιβαλισμού σώματος πρώτα εις τον θεό και μετά εις τους μετέχοντες της τελετουργικής ανθρωποφαγίας, ως απόρροια της θρησκευτικής αντιλήψεως ότι ο θεός δικαιούται πρώτος όπως γεύεται τα αγαθά.
ΣΕΞΤΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ, ΠΥΡΡΩΝΕΙΕΣ ΥΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ, Γ΄ 207
«αλλά και το ανθρωπείων γεύεσθαι σαρκών παρ’ ημίν μεν άθεσμον, παρ΄ όλοις δε βαρβάροις έθνεσιν αδιάφορόν εστίν. και τι δει τους βαρβάρους λέγειν, όπου και ο Τυδεύς* τον εγκέφαλον του πολεμίου λέγεται φαγείν, και οι από της Στοάς ουκ άτοπον είναί φασι το σάρκας τινά εσθίειν άλλων τε ανθρώπων και εαυτού;»
«Μα και η βρώση ανθρώπινης σάρκας σε εμάς είναι απαγορευμένη, ενώ για όλα τα βαρβαρικά έθνη είναι πράξη αδιάφορη. Τι να αναφέρουμε όμως τους βαρβάρους, τη στιγμή που ο Τυδεύς* λέγεται πως έφαγε το μυαλό του εχθρούς του και οι οπαδοί της Στοάς λένε πως δεν είναι άτοπο να τρώει κάποιος σάρκες άλλων ανθρώπων μα και τις δικές του; »
Πηγή: Σέξτος Εμπειρικός, Πυρρώνειοι υποτυπώσεις Β (ιγ΄-κβ΄)- Γ, Άπαντα, τόμ. 2, μτφρ. Αναστασία-Μαρία Καραστάθη, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1998, σσ. 214 - 217
* Ο Τυδεύς ήταν πατέρας του ομηρικού ήρωα Διομήδη και έφαγε το μυαλό του αντιπάλου του Μελάνιππου. «Ἀμφιάραος δὲ αἰσθόμενος τοῦτο, μισῶν Τυδέα ὅτι παρὰ τὴν ἐκείνου γνώμην εἰς Θήβας ἔπεισε τοὺς Ἀργείους στρατεύεσθαι, τὴν Μελανίππου κεφαλὴν ἀποτεμὼν ἔδωκεν αὐτῷ [ τιτρωσκόμενος δὲ Τυδεὺς ἔκτεινεν αὐτόν]. ὁ δὲ διελὼν τὸν ἐγκέφαλον ἐξερρόφησεν» (Πηγή: Ψεύδο Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Γ΄)
ΣΕΞΤΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ, ΠΥΡΡΩΝΕΙΕΣ ΥΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ, Γ΄ 248-9:
«εν δε τοις περί του καθήκοντος περί της των γονέων ταφής ρητώς φησιν "απογενομένων δε των γονέων ταφαίς χρηστέον ταις απλουστάταις, ως αν του σώματος, καθάπερ ονύχων ή οδόντων ή τριχών, ουδέν όντος προς ημάς, και ουδέ επιστροφής ή πολυωρίας προδεομένων ημών τοιαύτης τινός. διό και χρησίμων μεν όντων των κρεών τροφή χρήσονται αυτοίς, καθάπερ και των ιδίων μερών, οίον ποδός αποκοπέντος, επέβαλλε χρήσθαι αυτώ και τοις παραπλησίοις [...]". Τοιαύτα μεν πλείστα όσα λέγουσιν οι φιλόσοφοι. άπερ ουκ αν τολμήσειαν διαπράττεσθαι, είγε μη παρά Κύκλωψιν ή Λαιστρυγόσι πολιτεύοιντο[...]».
Στο έργο Περί καθήκοντος λέει ρητά [ο Ζήνων] για την ταφή των γονιών: «όταν πεθάνουν οι γονείς, πρέπει να τους θάβουμε με τον πιο απλό τρόπο, ωσάν το σώμα, όπως ακριβώς τα νύχια, τα δόντια ή οι τρίχες, να μην ήταν τίποτε για μας - δεν πρέπει να φροντίζουμε ούτε να χρονοτριβούμε για κάτι τέτοιο. Επομένως, σε περίπτωση που οι σάρκες είναι εκμεταλλεύσιμες, οι άνθρωποι πρέπει να τις χρησιμοποιούν ως τροφή, όπως ακριβώς και τα ίδια τους τα μέλη, για παράδειγμα πόδι που κόπηκε πρέπει να το εκμεταλλεύονται αυτό και τα παρόμοιά του [...]». Τέτοια πολλά λένε οι φιλόσοφοι, που βέβαια δεν θα τολμούσαν ποτέ να εφαρμόσουν στην πράξη, εκτός αν ζούσαν με τους νόμους των Κυκλώπων και των Λαιστρυγόνων
Πηγή: Σέξτος Εμπειρικός, Πυρρώνειοι υποτυπώσεις Β (ιγ΄-κβ΄)- Γ, Άπαντα, τόμ. 2, μτφρ. Αναστασία-Μαρία Καραστάθη, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1998, σσ. 238 - 241
Βλέπε και σύγχρονους παγανιστές ανθρωποφάγους.
Τα άνωθι ήσαν γνωστά εις τον Χριστιανούς Απολογητές που είχαν μεγάλη γνώση της Ελληνικής παιδείας και μπορούσαν και αυτοί από μνήμης να συγγράφουν για τις θεωρίες και τις θεολογίες όλων των προηγούμενων φιλοσόφων. Μια τέτοια περίπτωση είναι εκείνη του Επίσκοπου Αντιοχείας Θεόφιλου, όπου εις την προς Αυτόλυκον [Εθνικός φίλος του ίσως όμως και πλαστό πρόσωπο κατά μερικούς] επιστολή, βιβλίο β΄ αναφέρει κατά ελεύθερη [μνήμης] περιγραφή: «Ἐπειδὴ οὖν πολλὰ ἀνέγνως, τί σοι ἔδοξε τὰ Ζήνωνος ἣ τὰ Διογένους καὶ Κλεάνθους, ὁπόσα περιέχουσιν αἱ βίβλοι αὐτῶν, διδάσκουσαι ἀνθρωποβορίας, πατέρας μὲν ὑπὸ ἰδίων τέκνων ἕψεσθαι καὶ βιβρώσκεσθαι, καὶ εἰς τις οὐ βούλοιτο ἣ μέλος τι τῆς μυσερᾶς τροφῆς ἀπορρίψειεν, αὐτὸν κατεσθίεσθαι τὸν μὴ φαγόντα; Πρὸς τούτοις ἀθεωτέρα τις φωνὴ εὑρίσκεται, ἡ τοῦ Διογένους διδάσκοντος τὰ τέκνα τοὺς ἑαυτῶν γονεῖς εἰς θυσίαν ἄγειν καὶ τούτους κατεσθίειν. Τί δὲ; Οὐχὶ καὶ Ἡρόδοτος ὁ ἱστοριογράφος μυθεύει τὸν Καμβύσην τὰ τοῦ Ἁρπάγου τέκνα σφάξαντα καὶ ἑψήσαντα παρατεθεικέναι τῷ πατρὶ βοράν;»
(Μτφρ: Επειδή λοιπόν ανέγνωσες πολλά. Πως σου εφάνηκαν τα λεγόμενα από τον Ζήνωνα ή τον Διογένη και τον Κλεάνθη, τα οποία περιέχουν τα βιβλία αυτών, τα διδάσκοντα ανθρωποφαγία, να τρώγωνται οι πατέρες από τα τέκνα των και αν κανείς δεν ήθελε ή απέρριπτε μέλος της μυσαράς τροφής, να καταβροχθίζεται αυτός ο μη φάγων; (1). Ευρίσκεται μάλιστα και μια αθεωτέρα από αυτά φωνή, η του Διογένους, ο οποίος διδάσκει τα τέκνα να οδηγούν τους γονείς τους εις θυσία και να τους κατατρώγουν (2). Μήπως δε και ο ιστοριογράφος Ηρόδοτος δεν έπλασε τον μύθο ότι ο Καμβύσης, αφού έσφαξε τα τέκνα του Αρπάγου και τα έψησε, τα παράθεσε εις τον πατέρα προς βορά;(3))
Σημειώσεις
(1) Βλ. Σέξτου Εμπειρικού, Πυρρώνειοι Υποτυπώσεις 3, 24. Διογένους Λαέρτιου, Περί βίου φιλοσόφων 7, 121· 128
(2) Διογένους Λαέρτιου, Περί βίου φιλοσόφων 6, 73
(3) Ηροδότου, Ιστορίαι 1, 119. Ο Θεόφιλος και εδώ παραθέτει από μνήμης. Ο φερόμενος ως διαπράξας το ανοσιούργημα είναι ο Αστυάγης, όχι ο Καμβύσης, και επρόκειτο περί του μοναδικού υιού του Αρπάγου.
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 460 -461
Σημ: Οι καθηγητές πανεπιστημίου που προλογίζουν και σημειώνουν τον λόγο του επισκόπου Θεόφιλου, κάνουν λάθος εις τις παραπομπές τους και οι σωστές για την ανθρωποφαγία διαταζομένη από φιλοσόφους ευρίσκεται εις Διογένη Λαέρτιου Περί βίου φιλοσόφων, 7, 188 και όχι 128 & Σέξτου Εμπειρικού, Πυρρώνειες Υποτυπώσεις Γ΄207 & Γ΄248-249 και όχι Γ΄24
Βλέπε και σύγχρονους παγανιστές ανθρωποφάγους.
«Καὶ γὰρ περὶ ἀθέσμου πράξεως πᾶσιν συμπεφώνηκε τοῖς περὶ τὸν χορὸν τῆς φιλοσοφίας πεπλανημένοις. Καὶ πρῶτος γε Πλάτων, ὁ δοκῶν ἐν αὐτοῖς σεμνότερον πεφιλοσοφηκέναι, διαρρήδην ἐν τῇ πέμπτῃ βίβλῳ τῶν Πολιτειῶν ἐπιγραφομένη τρόπῳ τινὶ νομοθετεῖ χρῆν εἶναι κοινὰς ἁπάντων τὰς γυναῖκας, χρώμενος παραδείγματι τῷ Διὸς παιδὶ καὶ Κρητῶν νομοθέτῃ, ὅπως διὰ προφάσεως παιδοποιΐα πολλὴ γίνηται ἐκ τῶν τοιούτων, καὶ ὡς δῆθεν τοὺς λυπουμένους διὰ τοιούτων ὁμιλιῶν χρῆν παραμυθεῖσθαι. Ἐπίκουρος δὲ καὶ αὐτὸς σὺν τῷ ἀθεότητα διδάσκειν συμβουλεύει καὶ μητράσι καὶ ἀδελφαῖς συμμίγνυσθαι, καὶ πέρα τῶν νόμων τῶν τόδε κωλυόντων. Ὁ γὰρ Σόλων καὶ περῖ τούτου σαφῶς ἐνομοθέτησεν, ὅπως ἐκ τοῦ γήμαντος οἱ παῖδες νομίμως γίνωνται, πρὸς τὸ μὴ ἐκ μοιχείας τοὺς γεννωμένους εἶναι, ἵνα μὴν τὸν οὐκ ὄντα πατέρα τιμήσῃ τις ὡς πατέρα, ἣ τὸν ὄντως πατέρα άτιμάσῃ τις, ἀγνοῶν ὡς μὴ πατέρα. Ὁπόσα τε οἱ λοιποὶ νόμοι κωλύουσιν Ρωμαίων τε καὶ Ἑλλήνων τὰ τοιαῦτα πράσσεσθαι.
Πρὸς τί οὖν Ἐπίκουρος καὶ οἱ Στωϊκοὶ δογματίζουσιν ἀδελφοκοιτίας καὶ ἀρρενοβασίας ἐπιτελεῖσθαι, ἐξ ὧν διδασκαλιῶν μεστὰς βιβλιοθήκας πεποιήκασιν, εἰς τὸ ἐκ παίδων μανθάνειν τὴν ἄθεσμον κοινωνίαν; »
(Μτφρ: Πράγματι ως προς τις αθέμιτες πράξεις είναι σύμφωνοι όλοι σχεδόν οι κινούμενοι γύρω από τον χορό της φιλοσοφίας. Και πρώτος ο Πλάτων, ο οποίος μεταξύ αυτών θεωρείται ο σεμνότερα φιλοσοφήσας, εις το πέμπτο βιβλίο της πολιτείας νομοθετεί κατά τινα τρόπον να είναι κοινές οι γυναίκες όλων (1), χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τον υιό του Διός και νομοθέτη των Κρητών (2), με την πρόφαση να γίνεται πολυάριθμος παιδοποιία με αυτές τις μίξεις και δια να παρηγορούνται οι λυπημένοι με αυτές τις μίξεις (3). Ο δε Επίκουρος μαζί με την διδασκαλία της αθεΐας συμβουλεύει και αυτός να ενώνονται με μητέρες και αδελφές παρά τους νόμους οι οποίοι εμποδίζουν αυτό. Διότι ο Σόλωνας νομοθέτησε σαφώς περί αυτού, τα παιδιά να γίνονται νόμιμα από εκείνον που επισυνάπτει γάμο, δια να μην προέρχονται εκ μοιχείας οι γεννημένοι, ούτως ώστε να μην τιμήσει κανείς ως πατέρα εκείνον ο οποίος δεν είναι πατέρας ή να ατιμάσει κανείς τον πραγματικό πατέρα ως μη πατέρα από άγνοια. Και οι λοιποί νόμοι των Ρωμαίων και των Ελλήνων εμποδίζουν να διαπράττονται αυτά (4).
Διατί λοιπόν ο Επίκουρος και οι Στωϊκοί (5) δογματίζουν να τελούνται αδελφοκοιτίες και αρρενοβασίες (διδασκαλίες περί των οποίων έχουν γεμίσει ολόκληρες βιβλιοθήκες), ώστε να μαθαίνουν την αθέμιτο επιμιξία από παιδική ηλικία;)
Σημειώσεις
(1) Πολύβιου 5,7,457 D
(2) Πρόκειται περί του Μίνωα
(3) Πολύβιου 5,7,460 B
(4) βλ. Σέξτου Εμπειρικού, Πυρρώνειοι Υποτυπώσεις 3,24
(5) Διογένους Λαέρτιου, Περί βίων φιλοσόφων 7, 188
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 460 -463
ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ 7, 188
«187... Εἰσὶ δὲ οἳ κατατρέχουσι τοῦ Χρυσίππου ὡς πολλὰ αἰσχρῶς καὶ ἀρρήτως ἀναγεγραφότος. ἐν μὲν γὰρ τῷ Περὶ τῶν ἀρχαίων φυσιολόγων συγγράμματι αἰσχρῶς τὰ περὶ τὴν Ἥραν καὶ τὸν Δία ἀναπλάττει, λέγων κατὰ τοὺς ἑξακοσίους στίχους ἃ μηδεὶς
188 ἠτυχηκὼς μολύνειν τὸ στόμα εἴποι ἄν. αἰσχροτάτην γάρ, φασί, ταύτην ἀναπλάττει ἱστορίαν, εἰ καὶ ἐπαινεῖ ὡς φυσικήν, χαμαιτύπαις μᾶλλον πρέπουσαν ἢ θεοῖς, ἔτι τε καὶ παρὰ τοῖς περὶ πινάκων γράψασι <οὐ> κατακεχωρισμένην· μήτε γὰρ παρὰ Πολέμωνι μήτε παρ' Ὑψικράτει, ἀλλὰ μηδὲ παρ' Ἀντιγόνῳ εἶναι, ὑπ' αὐτοῦ δὲ πεπλάσθαι. ἐν δὲ τῷ Περὶ πολιτείας καὶ μητράσι λέγει συνέρχεσθαι καὶ θυγατράσι καὶ υἱοῖς· τὰ δ' αὐτά φησι καὶ ἐν τῷ Περὶ τῶν μὴ δι' ἑαυτὰ αἱρετῶν εὐθὺς ἐν ἀρχῇ. ἐν δὲ τῷ τρίτῳ Περὶ δικαίου κατὰ τοὺς χιλίους στίχους καὶ τοὺς ἀποθανόντας κατεσθίειν κελεύων.» (Πηγή: Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων, [ed. H S Long, Oxford 1964], Βιβλίον Ζ΄ 121· 188, http://www.mikrosapoplous.gr/dl/dl.html)
«Καὶ πρώτου γε τοῦ Διὸς οἱ ποιηταὶ εὐφωνότερον ᾄδουσιν τὰς χαλεπὰς πράξεις. Χρύσιππος δέ, ὁ πολλὰ φλυαρήσας, πῶς οὐχὶ εὑρίσκεται σημαίνων τὴν Ἥραν στόματι μιαρῷ συγγίνεσθαι τῷ Διΐ. Τί γὰρ μοι καταλέγειν τὰς ἀσελγείας τῆς μητρὸς θεῶν λεγομένης, ἣ Διὸς τοῦ Λατεαρίου διψῶντος αἵματος ἀνθρωπείου, ἣ Ἄττου τοῦ ἀποκοπτομένου, ἣ ὅτι ὁ Ζεὺς ὁ καλούμενος Τραγῳδός, κατακαύσας, τὴν ἑαυτοῦ χεῖρα, ὥς φασιν, νῦν παρὰ Ρωμαίοις θεὸς τιμᾶται; Σιγῶ τὰ Ἀντινόου τεμένη καὶ τὰ τῶν λοιπῶν καλουμένων θεῶν. Καὶ γὰρ ἱστορούμενα τοῖς συνετοῖς καταγέλωτα φέρει»
(Μτφρ: Και πρώτου του Διός υμνούν δυνατότερο τις τρομερές πράξεις οι ποιητές. Ο δε Χρύσιππος ο πολλά φλυαρήσας, δεν γνωστοποιεί ότι η Ήρα συνήλθε με τον Δία με το μιαρό το στόμα; Τι χρειάζεται να απαριθμώ τις ασέλγειες της λεγόμενης μητέρας των θεών ή του Δία του Λατεαρίου του διψώντος από ανθρώπινο αίμα ή του ευνουχιζόμενου Άττι; Ή ότι ο Ζευς ο καλούμενος τραγωδός, κατακαύσας το χέρι του, όπως λένε, τώρα τιμάται από τους Ρωμαίους ως θεός; Αποσιωπώ τα αγιαστήρια του Αντίνοου (1) και τα των άλλων καλούμενων θεών. Διότι ιστορούμενα εις τους συνετούς φέρουν γέλωτα)
Σημειώσεις
(1) Όλοι σχεδόν οι Απολογητές επικαλούνται την λατρεία του Αντινόου, ερωμένου του Αδριανού. Φαίνεται ότι στα τεμένη του διεπράττωνταν όργια.
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 468 -469
«Εἰ γὰρ εἴποι τις περὶ ἀνθρωποβορίας, ἐκεῖ τὰ Θυέστου καὶ Τηρέως τέκνα ἀσθιόμενα· εἰ δὲ περὶ μοιχείας, οὐ μόνον περὶ ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ περὶ θεῶν, ὧν καταγγέλουσιν εὐφώνως μετὰ τιμῶν καὶ ἄθλων παρ’ αὐτοῖς τργῳδεῖται.»
(Μτφρ: Ένα πει κανείς περί ανθρωποφαγίας, εκεί είναι τα εσθιόμενα τέκνα του Θυέστου και του Τηρέως· εάν δε πει περί μοιχείας, όχι μόνον ανθρώπων αλλά και θεών, όσα κατηγορούν εμάς παριστάνονται εκεί ως τραγωδίες μεγαφώνως μετά τιμών και βραβείων)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 480 - 481
«Ἤτοι οὖν περὶ ἀθεότητος αὐτοὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων δογμάτων ἐλέγχονται οἱ τοιαῦτα φιλοσοφήσαντες, ἢ καὶ περὶ πολυμιξίας καὶ ἀθέσμου κοινωνίας· ἔτι μὴν καὶ ἀνθρωποβορία παρ’ αὐτοῖς εὑρίσκεται δι’ ὧν συνέγραψαν γραφῶν, καὶ πρώτους γε οὓς τετιμήκασιν θεοὺς ταῦτα πεπραχόντας ἀναγράφουσιν»
(Μτφρ: Λοιπόν οι οπαδοί τοιούτων φιλοσοφιών αποδεικνύονται από τα δόγματά τους ότι διδάσκουν ή αθεΐα ή πολυμιξία και αθέμιτες πράξεις. Προσέτι δε εις τα συγγράμματά τους απαντάται και ανθρωποφαγία, πρώτους δε αναγράφουν ως διαπράξαντες αυτή τους θεούς τους οποίους τιμούν)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 468 - 469
«Δοκεῖ δὲ τὰ ὑπὸ φιλοσόφων ἢ συγγραφέων καὶ ποιητῶν εἰρημένα ἀξιόπιστα μὲν εἶναι παρὰ τὸ φράσει κεκαλλωπίσθαι· μωρὸς δὲ καὶ κενὸς ὁ λόγος αὐτῶν δείκνευται, ὅτι πολλὴ μὲν πληθὺς τῆς φλυαρίας αὐτῶν ἐστιν, τὸ τυχὸν δὲ τῆς ἀληθείας ἐν αὐτοῖς οὐχ εὑρίσκεται. Καὶ γὰρ εἴ τι δοκεῖ ἀληθὲς δι΄αὐτῶν ἐκπεφωνῆσθαι, σύγκρασιν ἔχει τῇ πλάνῃ. Καθάπερ φάρμακόν τι δηλητήριον συγκραθὲν μέλιτι ἣ οἴνῳ ἣ ἑτέρῳ τινὶ τὸ πᾶν ποιεῖ βλαβερὸν καὶ ἄχρηστον, οὔτω καὶ ἡ ἐν αὐτοῖς πολυλογία εὑρίσκεται ματαιοπονία καὶ βλάβη μᾶλλον τοῖς πειθομένοις αὐτῇ.»
(Μτφρ: φαίνεται δε ότι τα υπό των φιλοσόφων ή συγγραφέων και ποιητών λεγόμενα είναι αξιόπιστα εξ απόψεως εκφραστικού καλλωπισμού· αλλά ο λόγος των δεικνύεται μωρός και κενός, καθ’ όσον η φλυαρία των είναι άφθονος, δεν ευρίσκεται δε εις αυτά η τυχόν υπάρχουσα αλήθεια. Διότι εάν φαίνεται ότι έχει διατυπωθεί υπ’ αυτών κάτι αληθές, είναι ανάμικτο με την πλάνη. Καθώς εν δηλητηριώδες φάρμακο αναμιχθέν με μέλι ή με οίνο ή κάτι άλλο καθιστά το όλον επιβλαβές και άχρηστον, ούτω και η εις αυτούς πολυλογία ευρίσκεται μάλλον ματαιοπονία και βλάβη εις τους παρασυρόμενους από αυτήν)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 384 - 385
Τον Δ’ αιώνα μ.Χ. υπήρχε φανατισμός στις Αθηναϊκές σχολές. Κάθε διδάσκαλος είχε περί αυτών ιδιαίτερο όμιλο μαθητών που οπλισμένοι έχοντας τους αρχηγούς τους «προστάτες». Πολλές φορές γίνονταν συγκρούσεις μεταξύ αυτών ώστε ο ένας χορός να προσελκύει τους νέους μαθητές. Οι αυτομολίες αυτές των μαθητών (εκούσιες ή αναγκαστικές) μετατρέπονταν εις διενέξεις όταν συναντιόνταν οι χοροί στα θέατρα και στις στοές. Πολλές φορές επενέβηκε ο ανθύπατος της Αχαΐας και καλούσε τους επετείους στην Κόρινθο ενώπιόν του.
«8 τὴν δὲ γλῶσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμάσαι· ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. 9 ἐν αὐτῇ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτῇ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότας·10 ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος ἐξέρχεται εὐλογία καὶ κατάρα. »
Ιακώβου, Κεφ. γ΄
|
ΑΝΑΘΕΜΑ
«.. 4. ΕΚΚΛΗΣ. Ειδική βαριά ποινή που ισοδυναμεί με τον αποκλεισμό ενός προσώπου από το σώμα της Εκκλησίας: ρίχνω το ανάθεμα σε κάποιον || παραδίδω κάποιον στο ανάθεμα || απαγγέλλω το ανάθεμα εναντίον κάποιου..»
ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΩ. Γενικά, συνώνυμο του καταριέμαι, όμως..
«.. 2. ΕΚΚΛΗΣ. Αποβάλω (κάποιον) από το σώμα της Εκκλησίας ΣΥΝ. αφορίζω, αποκηρύσσω, αποκόπτω..»
ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ. Γενικά, σημαίνει κατάρα, αλλά..
«.. 2. η αποκήρυξη ενός ατόμου από την κοινότητα στην οποίαν ανήκει και ειδικότ. από το σώμα της Εκκλησίας ΣΥΝ. Αφορισμός, αποβολή, αποκοπή.» (Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, του Κέντρου Λεξικολογίας υπό του Καθηγητού Γ. Δ. Μπαμπινιώτη)
Συνεπώς, το ανάθεμα δεν είναι κατάρα αλλά η αποβολή προστασίας του Τριαδικού Θεού (Ανάθεμα Τρις), από όποιον πρώην «Χριστιανό» εμπίπτει εκτός διδασκαλίας του Χριστού όντας μέσα στην Εκκλησία (πλήρωμα πιστών ή ιερέων).
Η Εκκλησία δεν χρησιμοποιεί τον όρο ανάθεμα με την έννοια που νομίζουν κάποιοι αλλά με δική της σημασία. Όπως είναι γνωστό κάθε επιστήμη κάθε επάγγελμα και κάθε οργανισμός προκειμένου να περιγράψει λεπτομερώς το αντικείμενο του ενδιαφέροντός του είτε δημιουργεί νέες λέξεις, είτε χρησιμοποιεί ήδη υπάρχουσες που τους προσδίδει όμως νέα εξειδικευμένη σημασία. Όταν π.χ. ο γιατρός μιλά για κυκλοφορία δεν εννοεί τα αυτοκίνητα στους δρόμους αλλά το αίμα στης φλέβες και τις αρτηρίες. Το αυτό εκκλησιαστικά συμβαίνει και με την περίπτωση του όρου «Έλλην»
Τα επτά αναθέματα από το «Τριώδιον», τα οποία περιέχονται στο «Συνοδικό της Αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου υπέρ της Ορθοδοξίας» δημιουργήθησαν το 787 μ.Χ. και αναγιγνώσκονται κάθε Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Διότι ήταν πασιφανής η σχέση των κληρικών της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Ελληνική παιδεία και την ελληνική και γενικότερα θύραθεν (εκτός Χριστιανισμού) φιλοσοφία, με συνέπεια η Εκκλησία να επιθυμεί να διασφαλίσει τα εσωτερικά της δόγματα από παρεκτροπές και εισαγωγές φιλοσοφικές ή μυθολογικές που θα επέφεραν οι ίδιοι οι πιστοί ή οι κληρικοί της. Διότι η εκκλησία είναι το πλήρωμα (σύνολο των πιστών) και όχι οι κληρικοί μονάχα ως κακώς πιστεύεται ή τα κτίσματα και οι ναοί Ακριβώς λοιπόν, το ότι ένα ανάθεμα ή δύο, αναφέρονται στις «ιδέες» (θεοί) του Πλάτωνα ή στην θεωρία της μετεμψύχωσης, δεικνύουν την άμεση σχέση του Βυζαντινού κλήρου και με την ελληνική μυθολογία και την ελληνική παιδεία και φιλοσοφία. Αν οι Ορθόδοξοι κληρικοί ή πιστοί είχαν σχέση με την Κινέζικη παιδεία, τότε είναι βέβαιο πως οι αναθεματισμοί αυτοί θα εστρέφοντο ενάντια στους πιστούς της Εκκλησίας που εισήγαγαν στους κόλπους της την κινέζικη πανθεϊστική φιλοσοφία ή μυθολογία. (Ας το έχουν λοιπόν αυτό υπ’ όψιν τους, εκείνοι που διαδίδουν πως οι Χριστιανοί κατάργησαν τα ελληνικά ή θύραθεν γράμματα στο Βυζάντιο.)
Αριστερά Η γέννηση του Διονύσου από το μηρό του Διός. Μικρογραφία από το έργο «Συναγωγή και εξήγησης Ιστοριών» του Αγίου Γρηγορίου. Κωδ. 14 (συλλογή Παναγίου Τάφου), φ. 311α, 11ος αιώνας. Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Ιεροσολύμων. (Πηγή: Τα αρχεία της χαμένης Γνώσης, Παναγιώτης Α. Τουλάτος, εικ. 77)
Δεξιά: Η γέννηση της πάνοπλης Αθηνάς από την κεφαλή του Διός, ενώπιον του Ηφαίστου. Μικρογραφίες από το έργο «Συναγωγή και εξήγηση ιστοριών» του Αγίου Γρηγορίου. Κωδ. 14 (Συλλογή Παναγίου Τάφου), φ. 312α, 11ος αιώνας . Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Ιεροσολύμων (Πηγή: Τα αρχεία της χαμένης Γνώσης, Παναγιώτης Α. Τουλάτος, εικ. 66)
Σκοπός, η διαφύλαξη των δογμάτων και ο αποκαθαρμός του πληρώματος από τυχόν μυθολογικές εισόδους. Οι εικόνες αυτές άνωθεν, είναι πασιφανείς αποδείξεις πως οι Χριστιανοί μοναχοί στις μονές τους καταγινόταν και με την Ελληνική μυθολογία, οπότε δεν είναι καθόλου παράλογο που η Ορθόδοξη Εκκλησία, δια μέσω των αναθεματισμών, απέβαλλε από το φιλόΧριστο πλήρωμά της τους παρεκτρεπόμενους προσπαθώντας να κρατήσει ένα θρησκευτικό θεσμό ενότητας του έθνους.
Ερώτηση: Δεν είναι εντελώς παράλογο μια θρησκεία, να αναθεματίζει τους μυθολόγους και τους θύραθεν φιλοσόφους και ταυτόχρονα να διατηρεί σε βιβλία της τους αρχαίους μύθους και να μελετά την θύραθεν φιλοσοφία;
Απάντηση: Αυτή είναι και η τρανταχτή απόδειξη πως τα αναθέματα είχαν σκοπό προστατευτικό της διδασκαλίας και όχι μισαλλόδοξο.
Ήδη 406 χρόνια νωρίτερα από τα αναθέματα (787 μ.Χ.) στην Β΄ Οικουμενική σύνοδος 381 μ.Χ. Ζ΄ υπάρχει κανόνας για του ποιοι είναι οι «Έλληνες» σύμφωνα με το πλήρωμα των πιστών της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας : «Αρειανούς μεν και Μακεδονιανούς και Σαββατιανούς και Ναυατιανούς τους λέγοντας Καθαρούς και Αριστερούς...Πάντας ως Έλληνας δεχόμεθα». Δηλαδή ακόμη και χριστιανικές αιρέσεις αποκαλούνται και θεωρούνται «Έλληνες» Εκκλησιαστικά.
Επιβεβαίωση: Αυτό το επιβεβαιώνει και ο νεοΕθνικός Παναγιώτης Μαρίνης λέγει «Σήμερα λέγεται Έλλην ο κάτοικος της Ελλάδος, όμως στο Βυζάντιο και κατά την Τουρκοκρατία, Έλλην λέγεται ο πιστός της Ελληνικής Θρησκείας, και γι’ αυτό τα κατά της θρησκείας κείμενα των Πατέρων επιγράφονται «κατά Ελλήνων», και μ’ αυτό τον τρόπο χρησιμοποιούμε την λέξη». (Πηγή: Περιοδικό «Τρίτο Μάτι», τεύχος 95, άρθρο «Τι πιστεύει η Ελληνική μας Θρησκεία», Παναγιώτης Μαρίνης, Μέλος της επιτροπής για την αναγνώριση της Ελληνικής Θρησκείας του Δωδεκαθέου, σελίδα 26)
Περισσότερα για την διαχρονική αλλαγή του όρου Έλλην δες εδώ. Συνεπώς αν και τα αναθέματα αναφέρονται σε Έλληνες που αποβάλλονται για αυτές τις ελληνικές τους ιδέες από το πλήρωμα της Εκκλησίας, δεν εννούνται εκείνοι κατά το γένος αλλά εκείνοι που χαρακτηρίζονται έτσι σύμφωνα με ορισμένες θεωρίες
Στις αμφικτιονίες υπήρχε η εξής κατάρα (όχι αναθεματισμός): «ἡ γῆ των νὰ μὴν παράγῃ καρπούς, αἱ γυναῖκές των νὰ γεννῶσι τέρατα, νὰ ἐξαφανισθῶσιν αὐτοί τε, ἡ πόλις των καὶ ἡ φυλή των καὶ αἱ πρὸς τοὺς θεοὺς θυσίαι των νὰ μὴν γίνωνται δεκταὶ». Κατάρα κατά των παραβατών του όρκου των αμφικτιονιών (Δελφοί)(Πηγή: Γ.Δ. Καψάλης, Εκπαιδευτικός σύμβουλος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Δ, σελ. 406)
|
Κατά τον Γ.Δ. Καψάλη, Εκπαιδευτικό Σύμβουλο, Μ. Ε. Ε., τόμος Δ, σσ. 406: «Κανείς άλλος θεσμός στην αρχαία Ελλάδα δεν επέδρασε τόσο στα ήθη του πολιτικού και του εθνικού βίου, όσο εκείνος της αμφικτιονίας. Οι θρησκευτικές της διατάξεις χρησίμευαν ως βάση για την συναρμολόγηση των θρησκευτικών διατάξεων και άλλων εορτών, ολόκληρης της πίστης προς τους θεούς δια την αναγνώριση μερικών κοινών λατρειών και τον διακανονισμό 12 θεών ως αμφικτιονικών (Ερν. Κουρτ. Μετάφ. Σ. Λάμπρου «Ελληνική Ιστορία» Α΄ 159) και η οποία προέλαβε κάθε απόπειρα εισαγωγής νέων θεών και υπήρξε σωτήριος φραγμός ως προς την τάση των Ελλήνων προς την πολυθεΐα, διότι ήθελαν και στην θεολογία τους να έχουν κοινή τάξη και σταθερή οργάνωση όπως είχαν και στην ένσπονδη συμμαχία τους.»
Συμπέρασμα: Οι Αφορισμοί ή τα λεγόμενα Χριστιανικά αναθέματα αποσκοπούν στην ίδια επίτευξη, δηλαδή στην φραγή των Ελλήνων προς την πολυθεΐα, την αθεΐα ή την αλλαξοπιστία με την εφαρμογή κοινής τάξης και σταθερής οργάνωσης μέσα σε ένα ΟΜΟΘΡΗΣΚΟ Εθνικό ή Πολυεθνικό Κράτος, υπό ενός ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΘΕΟΥ. Αυτό καταδεικνύεται ακόμη περισσότερο, διότι ως φαίνεται λογικά και πραγματικά, τα αναθέματα δεν είναι κατάρες που αποσκοπούν σε κάτι κακό, δηλαδή τα αναθέματα δεν στρέφονται ενάντια στους αναθεματισμένους, αλλά ενάντια σε ιδέες και παρουσιάζουν τα πρόσωπα των οποίων οι ιδέες αναθεματίστηκαν στο υπόλοιπο σύνολο ως μη θεολογικά φερέγγυες ώστε να αποφεύγονται, ενώ αντίθετα οι κατάρες κυρίως στρέφονται κατά προσώπων. Οι αναθεματισμοί λοιπόν, είναι αποπομπές από το Εκκλησιαστικό σώμα. Δες μεταφυσικές επιπλοκές ζητήματος. Όπως λέει και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος για τις ειδωλολατρικές πτυχές των προγόνων μας: «Τί οὖν φησίν, ἂν ἐχθροὶ ᾧσι καὶ Ἒλληνες οὐ δεῖ μισεῖν; Μισεῖν μέν, οὒκ ἐκείνους δὲ, ἀλλὰ τὸ δόγμα, οὐ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὴν πονηρὰν πρᾶξιν, τὴν διεφθαρμένην γνώμην.» Ιωάννης Χρυσόστομος Scr. Eccl. Work #156 61. 282.3 61 to .282.7 (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 30, άρθρο «Το μίσος της Αγάπης», Επαμεινώνδας Παντελεμείδης, σελίδα 27)
Παράδειγμα: Πολλοί από τους πρώτους διδασκάλους της Εκκλησίας (π.χ. Ωριγένης, Δίδυμος κλπ) παρασύρθηκαν από τα δόγματα αυτά και κατάντησαν να υποστηρίζουν ότι οι ψυχές προϋπήρχαν και σαν τιμωρία μπήκαν σε σώματα και ότι θα γίνει αποκατάσταση των πάντων, δηλαδή ότι η κόλαση θα έχει τέλος. Τα περισσότερα από αυτά τα δόγματα καταδικάστηκαν στην 5η Οικουμενική Σύνοδο. Οι αναθεματισμοί τους λοιπόν δεν είχαν σκοπό να επιφέρουν το κακό προς αυτά τα πρόσωπα, αφού ούτως ή άλλως αυτά τα πρόσωπα είχαν πεθάνει, αλλά να προστατεύσουν τους επόμενους πιστούς και κατηχούμενους από τις κακοδοξίες τους δηλαδή από μερικές ιδέες, που δεν συμβαδίζουν όχι με την «Εκκλησία» ως «οργανισμό» αλλά ως προς τις αλήθειες που ο ίδιος ο Χριστός άφησε μέσα στα Ευαγγέλια και που η κατανόησή τους σε πλήρη μορφή απαίτησε και πολλούς αξιόλογους άνδρες (ακόμη και αναθεματισμένους ως προς μερικές αλήθειες). Ο αναθεματισμός λοιπόν ήταν η απόρριψη μερικών διδασκαλιών και η επισήμανση τους προς ένδειξη προσοχής κατά την μελέτη των έργων τους.
Τα ερωτήματα λοιπόν που τίθεται, είναι κατά
α) πόσο ένα Ορθόδοξο ανάθεμα μπορεί να κάνει κακό;
β) αν συμβεί κακό αν σε αυτό φταίει η Εκκλησία ή ο Θεός;
Κατ’ αρχήν το ανάθεμα («ανάθεμα τρις») δεν είναι κατάρα, δηλαδή κανείς δεν καταριέται κάποιον να πάθει ή να του συμβεί κάτι κακό. Δεν είναι λόγου χάρη τα αναθέματα ως οι αρχαιοελληνικές κατάρες. Συνεπώς:
1. Αν δεν υπάρχει κανείς (μεταφυσική παρουσία - οντότητα - δαίμονας) να πράξει κακό σε κάποιον που αποβλήθηκε από τον Εκκλησιαστικό σώμα, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Οπότε σε αυτή την περίπτωση δεν μπορεί να γίνει κάτι κακό
2. Αν αντιθέτως υπάρχει κάποιος ή κάτι (μεταφυσική παρουσία - οντότητα - δαίμονας) που δρά πλέον μετά το ανάθεμα ελεύθερα και πράξει κακό σε κάποιον που αποβλήθηκε από το Εκκλησιαστικό σώμα, τότε γι αυτό δεν φταίει ο Θεός αλλά αυτό το «κάτι» ή δαίμονας. Δηλαδή σε αυτή την περίπτωση έχουμε κάτι κακό το οποίο όμως ούτε η εκκλησία διαπράττει ούτε ο Θεός, όπως λόγου χάρη συνέβαινε στις αρχαίες κατάρες.
3. Μα ακόμη περισσότερο, το ανάθεμα δεν έρχεται πρώτο. Ο αποβαλλόμενος με τις θεωρίες και την στάση του έχει αποβάλλει την Εκκλησία του Ιησού Χριστού και ασπάζεται τις δαιμονικές επιρροές ΕΛΕΥΘΕΡΑ. Η Εκκλησία απλώς επισημοποιεί το γεγονός ώστε να προστατευτούν οι υπόλοιποι από τον κακόδοξο.
Ποιος λοιπόν φταίει αν πάθει κανείς κακό, εφόσον ούτε η Εκκλησία, ούτε ο Θεός διαπράττουν κάτι;
Φταίνε οι δαίμονες και ο αναθεματισμένος που πρώτος με την στάση του (εισαγωγή κακοδοξιών και μυθολογιών ή χάλκευση του Ευαγγελικού - Αγιογραφικού Λόγου) αποκήρυξε τον Αληθινό Θεό. Αν θέλει να έχει προστασία ας επανέλθει με μετάνοια στους κόλπους της Εκκλησίας, αν όχι κακό δικό του και την ευθύνη την έχει ο ίδιος.
Οι νεοΕθνικοί «αρχαιολάτρες» ουδεμία γερή γνώση έχουν της αρχαίας ιστορίας και της αρχαίας Ελλάδας. Διαρκώς διαλέγουν - επιλέγουν από την αρχαία θρησκεία, ότι τους συμφέρει και εξυπηρετεί προς την λατρεία των ειδώλων, και τα λοιπά τα παραβλέπουν. Έτσι κατηγορούν άδικα την Ορθοδοξία για αναθεματισμούς και παραβλέπουν λ.χ. όσα δίδαξε η ελληνική αρχαιότητα στους συνεχιστές Βυζαντινούς. Αυτή η διαρκής χρήση 2 μέτρων και 2 σταθμών είναι η τρανταχτή απόδειξη πως οι αρχαιολάτρες είναι ΨΕΥΔΟ-αρχαιολάτρες και σε ουδεμία περίπτωση φιλέλληνες εφόσον α) δεν γνωρίζουν καλά τα της αρχαιότητας 2) κατηγορούν την Ορθοδοξία για όσα εφαρμόστηκαν στην αρχαιότητα και δηλαδή καθυβρίζουν διαρκώς την αρχαιότητα, τόσο με την αμάθειά τους όσο και με τις πλάγιες βολές τους.
«8 τὴν δὲ γλῶσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμάσαι· ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. 9 ἐν αὐτῇ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτῇ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότας·10 ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος ἐξέρχεται εὐλογία καὶ κατάρα. »
Ιακώβου, Κεφ. γ΄
|
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ας μην διαφεύγει κανενός η διαφορά Χριστιανικού αναθέματος (αποβολής) και αρχαιοελληνικής κατάρας όπως θα φανεί κάτωθι με αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία.
Στο παρακάτω παράδειγμα που αφορά τους καταπατητές του όρκου των αμφικτιονιών της αρχαίας Ελλάδας, γίνεται πασιφανής η διαφορά αναθέματος (αποπομπή από το Εκκλησιαστικό σώμα) και κακόβουλης κατάρας του θεού Απόλλωνα (προστάτης των αμφικτιονιών). Ο σημερινός Εθνισμός - παγανισμός είναι ο πλέον ακατάλληλος για τα συγκρουστεί με την Ορθοδοξία, μέσα από μια σειρά πλέον ατυχών, για τον πρώτο, ιστορικών επιχειρημάτων, που ουδέν έχουν να προσθέσουν στα περί θεολογίας «ἡ γῆ των νὰ μὴν παράγῃ καρπούς, αἱ γυναῖκές των νὰ γεννῶσι τέρατα, νὰ ἐξαφανισθῶσιν αὐτοί τε, ἡ πόλις των καὶ ἡ φυλή των καὶ αἱ πρὸς τοὺς θεοὺς θυσίαι των νὰ μὴν γίνωνται δεκταὶ», κατάρα κατά των παραβατών του όρκου των αμφικτιονιών (Δελφοί) (Πηγή: Γ.Δ. Καψάλης, Εκπαιδευτικός σύμβουλος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Δ, σελ. 406)
Κατάρα κατά των παραβατών του όρκου των αμφικτιονιών (Δελφοί)
«ἡ γῆ των νὰ μὴν παράγῃ καρπούς, αἱ γυναῖκές των νὰ γεννῶσι τέρατα, νὰ ἐξαφανισθῶσιν αὐτοί τε, ἡ πόλις των καὶ ἡ φυλή των καὶ αἱ πρὸς τοὺς θεοὺς θυσίαι των νὰ μὴν γίνωνται δεκταὶ» (Πηγή: Γ.Δ. Καψάλης, Εκπαιδευτικός σύμβουλος, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Δ, σελ. 406)
Η επισήμανση της εν λόγω κατάρας δεν έχει σκοπό να χλευάσει τον άλλωστε πολύ αξιόλογο από πλευράς πολιτισμού θεσμό των αμφικτιονιών, αλλά να καταδείξει ότι οι αρχαία ελληνική θρησκεία δεν μπορεί σήμερα να παρουσιάζεται σε σύγκριση με την Ορθοδοξία από τους νεοΕθνικούς ως άγγελος παντογνώστης με επιστημονική χροιά. Επιπροσθέτως θέλει να αποδείξει ότι Χριστιανικά αναθέματα φαντάζουν πράγματι πολύ ήπια μπροστά σε αυτά που οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν με την μορφή κατάρων εναντίων των Ελλήνων που καταπατούσαν τους όρκους τους προς το 12θεο. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση ενώ οι νεοΕθνικοί δείχνουν μια υπερευαισθησία προς κάθε Χριστιανικό ανάθεμα το οποίο βασικά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΡΑ, όχι μόνο δεν δείχνουν ευαισθησία προς τις αρχαίες κατάρες αλλά δείχνουν κιόλας να τις αγνοούν είτε εσκεμμένα είτε από άγνοια. Αλλά καμιά και από τις 2 περιπτώσεις δεν τους τιμά είτε ως φιλαλήθεις είτε ως ιστορικούς.
|
Στην σχολή των Πυθαγορείων αρκούσε κάποιος να διακηρύξει τις εσωτερικές αντιλήψεις προς τα έξω για να «αναθεματιστεί» (αποβληθεί εξ αυτής) και να θεωρηθεί ΝΕΚΡΟΣ, πόσο μάλλον να φέρει αντιρρήσεις προς τα «αυτός έφα» του Πυθαγόρα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ίππαρχος, που έζησε στα τέλη του Ε΄ μέχρι τα μέσα του Δ΄ π.Χ. αιώνα. Ήταν Πυθαγόρειος φιλόσοφος που άκμασε το 380 π.Χ. Στον Ιάμβλιχο (Πυθαγορ. Βίος 75, 79) διασώζεται επιστολή (όχι γνήσια) του Λύσιδου προς αυτόν, όπου τον μέμφεται δια το «δημοσία φιλοσοφεῖν» εξαιτίας δηλαδή τούτου και διότι έγραψε τα μόνο δια προφορικής παραδόσεως εν τη σχολή παραδιδόμενα «αἰτίαν ἔχονται γράψασθαι τὰ τοῦ Πυθαγόρου σαφῶς» και εξεβλήθηκε της σχολής ενώ οι φιλοσοφούντες του έγειραν στήλη ως νεκρό. (Fragm. D. Vorsokr 55 C7)
(Πηγή: Λαμπρίδη Έλλη, Δρ. Φιλοσοφίας, τόμος, ΙΓ΄, σελ. 134)
Λόγω της τηρήσεως των πατροπαράδοτων τύπων και όρων κατά την λατρεία, και των αρχαιότροπων ενδυμάτων και παλαιότερων ηθών και εθίμων, οι ιερείς ως πολίτες γίνονταν συντηρητικοί στο φρόνημα και ενάντια σε κάθε καινοτομία στο πολίτευμα, και αποτελούσαν δε την επικινδυνότερη εξουσία στην πολιτική. Αν και έρχονταν πολλές φορές σε σύγκρουση με καινοτόμους πολιτικούς, πολλές φορές όμως ενίσχυαν την εξουσία με επικύρωση των ψηφισμένων νόμων αυτής, και οι πολίτες είχαν μεγάλη ευλάβεια προς αυτούς λόγω και των εν ονόματι των θεών κατάρων κατά των κηρυγμένων εχθρών της πολιτείας.
(Καψάλης Γερ. Δ. Πρόεδρος Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΒ΄ σελίδα 872)
Λέγει ο μεγάλος Ι.Θ. Κακριδής, στο Άραι, εκδόσεις Ιδεοθέατρον:
Αραί είναι δύο ειδών: απευθύνονται εις τον θεόν είτε προς ιδίον όφελος του προσευχομένου είτε προς βλάβη του εχθρού του· η πρώτη τάξη περιλαμβάνει τας ευχάς, η δεύτερη τας κατάρας· έχομεν το δικαίωμα να εξετάσωμεν ευχάς και κατάρας μαζί; Η ηθική διάκρισις μεταξύ ευχής και κατάρας δεν είναι ελληνική, είναι χριστιανική (1)· ούτε λεκτική διάκρισις των δύο εννοιών υπάρχει εις τους αρχαίους: άρῶμαι σημαίνει άλλοτε εύχομαι εις τον θεόν ζητών κάτι ωφέλιμο δι’ εμέ και άλλοτε καταρώ μαι· ἀρὰ σημαίνει προσευχήν, η οποία να περιέχει μίαν παράκλησιν (2)· η παράκλησις αυτή αναφέρεται βεβαίως εις κάτι ου επιθυμούμεν, που μας ωφελεί· αλλά και η βλάβη του εχθρού είναι δική μας ωφέλεια (3). Η κατάρα για τους αρχαίους δεν είναι παρά προσευχή επί βλάβη του άλλου· αυτό φαίνεται καθαρά εις τας παλαιοτέρας παραδόσεις: δια να βλάψει κανείς τον εχθρό του δεν εκφέρει απλώς κατάρα εναντίων του, αλλά προσευχόμενος απευθύνεται προς ένα συγκεκριμένο θεόν:
«Κλῦθί μεν, ἀργυρότοξ’ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας…
…εἴ ποτέ τοι χαρίεντ’ ἐπί νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δὴ ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί ἔκηα
ταύρων ἠδ΄ αἰγῶν, τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ:
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν. (4)
Πότνι’ Ἀθηναίη, ρυσίπτολι δῖα θεάων,
ἆξον δὴ ἔγχος Διομήδεος, ἡδὲ καὶ αὐτὸν
πρηνέα δὸς πεσέειν Σκαιῶν προπάροιθε πυλάων. (5)»
Είναι δυνατόν μια προσευχή να περιλαμβάνη ευχή και κατάρα συγχρόνως:
«Φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ’ εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν
τέλλεται πέδασον ἔγχος Οἰνομάου χάλκεον,
ἐμέ ταχυτάτων πόρεσον ἁρμάτων… (6)»
Σημειώσεις:
1. Ο Αλκιβιάδης εις τον ομώνυμον διάλογο του Πλάτωνος (ΙΙ, 143 b) κάμνει διάκρισιν ευχής και κατάρας, όχι όμως από ηθικής απόψεως, αλλά εν’ σχέσει με το αποτέλεσμα. Ηθικώς διέκρινεν τας εννοίας η ιέρεια Θεανώ, η οποία ηρνήθη να υπακούση εις το ψήφισμα του αθηναϊκού λαού και να καταρασθή τον Αλκιβιάδην ισχυριζομένη «εὐχῶν οὐ καταρῶν ἱέρειαν γεγονέναι» αυτό όμως είναι μοναδικόν· εκτός τούτου μπορεί το ανέκδοτον να είναι πλάσμα μεταγενεστέρων χρόνων.
2. Πρβλ. L. RADERMACHER εν Arch. f. Religw. 11 (1908) σ. 19, HEILER Gebet σ. 197, Μ. NILSSON εν Chantepie, Religionsgeschichte II σ. 284, SCHWENN Gebet und Opfer σ. 25
3. Έχομεν και περιπτώσεις, εις τα οποίας εύχεται κανείς εις τον θεόν κάτι καλόν υπέρ άλλου· και αυτό είνια έμμεσος ωφέλεια ευχόμενου, ο οποίος δι’ ένα οιονδήποτε λόγον π.χ. από ευγνωμοσύνη (Αισχ. Ικέτ. 625 εξξ.) από αγάπην κ.λ.π. επιθυμεί το καλόν του άλλου και αν εκπληρωθεί η ευχή θα αισθανθή ευχαρίστησιν.
4. Ομ. Α 37 κ. εξξ.
5. Ομ. Ζ 305 εξξ.
6. Πινδ. Ολ. Ι 75 εξξ. Πρβλ. και Αισχ. Επ΄τα 312 εξξ. - Βαθμιαίως η λ άρα απέκτησε και την έννοια της κατάρας, όπως την εννοούμε ημείς σήμερα. Η αρά των Λαβδακιδών και των Πελοπιδών δεν σχετίζεται με ορισμένη θεότητα· έτσι και ο Πέλοψ επί παράδειγμα καταράται τους υιούς του χωρίς να ζητά την εκπλήρωση από κανένα θεό (Ελλάνικος Fr. Gr. Hist. 4 F. 157 [42 Μ])· η ανάπτυξη της σημασίας αυτής είναι υστερογενής και απαντά στην παράδοση σχεδόν μόνο εις τα δύο αυτά γένη, τα κύπτοντα υπό το βάρος της προγονικής κατάρας· και η προγονική κατάρα όμως είναι νεοτέρα θρησκευτική αντίληψη. (Ιδέ. Ανώτ. σ. 3). Στην περίπτωση αυτή η αρά ταυτίζεται με την ερινύν (πρβλ. F. Blass εις την Εισαγωγή της εκδόσεως των Ευμενίδων (1907) σ. 2 εξ.
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σσ. 5-6
Η διδασκαλία περί της κληρονομικής κατάρας εμφανίζεται στην Ελλάδα από την η΄ μόλις αιώνα π.Χ. ως δόγμα της Απολλώνειας θρησκείας, εις δε την ηρωϊκή παράδοση την εισάγουν ποιητές, οι οποίοι υπό την έμπνευση του Δελφικού Μαντείου εργάζονται προς ορισμένη κατεύθυνση, τείνοντας να διαμορφώσουν, μια σειρά παραδόσεων, όπου να δεσπόζει εξ αρχής μέχρι τέλους η Αρά, η ωθούσα τα αμαρτωλά γένη προς την καταστροφήν. Πρόκειται περί μιας σκόπιμου ενέργειας, η οποία αποτελεί μέρος της μεγάλης προσπάθειας, που κατέβαλλαν οι Δελφοί ορισμένη εποχή, για την δημιουργία μια ανώτερης θρησκευτικής ατμόσφαιρας
...εν τούτοις όσο και αν συγχύζει ο σημερινός άνθρωπος τα όρια, αισθάνεται πάντως κάποιον διαφορά από ηθικής απόψεως μεταξύ ευχής και κατάρας. Αυτό είναι αποτέλεσμα της Χριστιανικής διδασκαλίας, ενώ εις τους αρχαίους οι αντιλήψεις αυτές δεν περιορίζονταν μόνο εις τα κατώτερα στρώματα του λαού. Έτσι εύχεται ο Σόλων:
«Μνημοσύμης καὶ Ζηνὸς Ὁλυμπίου ἀγλαὰ τέκαν,
Μοῦσαι Πιερίδες, κλῦτέ μοι εὐχομένῳ·
…………………………………………..(δότε)
εἶναι δὲ γλυκὺν ὧδε φίλοισ΄, ἐχθροῖσοι δὲ πικρόν,
τοῖσι μὲν αἰδοῖον, τοῖσι δὲ δεινὸν ἱδεῖν (1)»
Μια ακολουθία της αντιλήψεως αυτής ήτο η ταύτισις ευχής και κατάρας· επομένως έχομεν όλον το δικαίωμα να εξετάσωμεν αυτάς μαζί (2)
Το πράγμα όμως δεν φτάνει έως εδώ μόνον· ο αρχαίος θεός, όταν τον επεκαλούντο, μπορούσε να βοηθήσει τον ευχόμενο βλάπτων τον εχθρόν του και να ακόμη το δίκαιον δεν ήτο με το μέρος του προστατευόμενού του. Έτσι π.χ. η εκδίκησις του Ποσειδώνος κατά του Οδυσσέως δια την τύφλωσιν του Πολυφήμου είναι αδικώτατη, αφού ο Οδυσσέας ευρίσκετο εν αμύνη (3)
Σημειώσεις
1. Απ. 1 (13) D., 1 εξξ.»
2. Μεταξύ των εξεταζομένων παραδόσεων είναι και μερικαί, εις τα οποίας δεν έχομεν προσευχήν, αλλά προσωπικήν παράκλησιν προς παρόντα θεόν· κατ’ ουσίαν δεν υπάρχει καμμιά διαφορά, διότι και ο προσευχόμενος φαντάζεται, ότι ο θεός τον ακούει και απευθύνεται προς αυτόν ως προς παρόντα, και ο παρακαλών δια να πείση τον θεόν χρησιμοποιεί τα ίδια μέσα, τα οποία και ο ευχόμενος. Εξ άλλου ήτο δυνατόν να χωρίσωμεν π.χ. την παράκλησιν του Πέλοπος προς τον Ποσειδώνα εις τον πρώτον Ολυμπιόνικον του Πινδάρου από την προσευχήν του Ιάμου προς τον ίδιον ΄θεόν και τον Απόλλωνα εις τον έκτον; (ιδέ κατωτέρω Κεφαλ. ΙΙΙ)
3. Αργότερα γίνεται αισθητή η άδικος διαγωγή του Ποσειδώνος και ζητούν να δικαιολογήσουν αυτήν· ο θεός εθύμωσεν όχι δια οποίου τον άδικον θάνατον είχε προκαλέσει ο Οδυσσεύς: οὔτε γάρ ἀφικέσθαι τὸν Ὀδυσσέα ἐς ἤθη τοιαῦτα, οὔτ᾽ ἄν, εἰ Ποσειδῶνι Κύδός, ὅς λέοντος ὠμοῦ δίκην τοὺς ἀνθρώπους ἤσθιεν. (Φιλόστρ. Ηρωικ. Kays ed. mai. 302, 11 εξξ.). Άλλως θα εξητούσε να δικαιολογήση το πράγμα ο Ζωίλος εις τον εγκώμιον του Πολυφήμου
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σελ. 8
«Στον Ιππόλυτον Στεφανηφόρον ο Ευριπίδης ως γνωστό πραγματεύεται την παράδοση του τραγικού θανάτου του ήρωα. Ο Θησεύς γυρίζει από μια θεωρία, βρίσκει την συκοφαντική δέλτον, που αφήκε η Φαίδρα αυτοκτονώντας (1), και δίδοντας πίστη στην κατηγορία αυτή, ότι ο Ιππόλυτος είχε τολμήσει να την προσβάλει καταριέται τον υιό του επικαλούμενος τον Ποσειδώνα την υπόσχεση, να του εκτελέσει τρεις άρες:
«ἀλλ’ ὦ πάτερ Πόσειδον, ἃς ἐμοί ποτε
ἀρὰς ὑπέσχου τρεῖς, μιᾷ κατέργασαι
τούτων ἐμὸν παῖδ’ , ἡμέραν δὲ μὴ φύγοι
τήνδ΄, εἴπερ ἡμῖν ὤπασας σαφεῖς ἀρὰς.» (2)
Πράγματι ενώ ο Ιπόλλυτος διωγμένος από τον πατέρα του παίρνει με το άρμα του τον παράλιο δρόμο του Σαρωνικού, παρουσιάζεται έξαφνα άγριος ταύρος σταλμένος από τον Ποσειδώνα· οι ίπποι του ήρωα ταράσσονται, αφηνιάζουν και αναποδογυρίζουν το άρμα· ο Ιππόλυτος μπλέκεται εις τα ηνία, σύρεται επάνω σε πετρώδες έδαφος έως ότου ημιθανής ελευθερώνεται από τα δεσμά του· ο θάνατος του επέρχεται επί της σκηνής, όπου φέρεται υπό των συντρόφων του.» (3)
Το δικαίωμα να ζητήσει κανείς από τον θεόν την εκπλήρωσιν ορισμένου αριθμού ευχών -κατά κανόνα τριών, σπανίως μιας- συναντώμεν συνηθέστατα εις τα παραμύθια
Σημειώσεις
1. Η εξέτασης των μύθων με το παραμυθικόν θέμα προ των λαϊκών παραδόσεων δεν έγινε βέβαια υπό το πνεύμα, ότι το παραμύθι είνια γενετικώς παλαιότερον των παραδόσεων, όπως εδέχοντο κάποτε. Παραμύθι και παράδοσις αναπτύσσονται και προσωρούν παραλλήλως αλληλοεπηρεαζόμενα. (Πρβλ. B. SCHWEITZER εν N. Jahrb. 53 (1924) σ. 62). Με την σειράν που ακολουθήσαμε ηθελήσαμεν μόνον να προχωρήσομεν από τα απροσωπότερα, λαϊκώτερα πνευματικά προϊόντα βαθμιαίως μέχρι του προσωπικού, του έργου ενός ποιητού.
2. Οι απόγονοι του Ηλίου (Πασιφάη, Φαίδρα, Μήδεια) έχουν την κατάραν της Αφροδίτης να καταλαμβάνωναι από αγρίους ερωτικούς πόθους, διότι ο Ήλιος είχε μηνήσει την ερωτική σχέσιν της θεάς με τον Άρη ή τον Αγχίσην (Μυθογρ. Βατικ. 1, 43. 3, 11,6, Σχολ. Ευρ. Ιππολ. 47, Σερβ. εις Βιργ. Βουκ. 6, 47, Λιβαν. Διηγ. 21)· αντιστοίχως είχε καταρασθεί η Αφροδίτη τας κόρας του Τυνδάρεω να γίνουν δίγαμοι και τρίγαμοι και λιπεσάνορες, διότι ο Τυνδάρεως είχε λησμονήσει να της προσφέρη θυσίαν (Στησ. απ. 17 (26), πρβλ. Ησίοδ. απ. (117) Rz (3). Την Ηώ εξ άλλου «ἐποίει Ἀφροδίτη συνεχῶς ἐρᾶν, ὃτι Ἄρει συνευνάσθη» (Απολλδ. Ι 4, 4)
3. Η πατρική και γενικώς η κατάρα των γονέων επιστεύετο όπως και σήμερα, ως κατ’ εξοχήν αποτελεσμάτική· εκτός από τον Ιππόλυτον εις την αρχαία παράδοσιν έχομεν και τον Φοίνικα, τον Μελέαγρον, και τον Ετεοκλέα και Πολυνείκην, καταστρεφομένους από τοιαύτην κατάραν. Ο Τηλέμαχος φοβείται τας Ερινύς της μητρός του (Ομ. β 135), η Κλυταιμήστρα την στιγμήν, που ζητεί ο Ορέστης να την σκοτώση, τον ερωτά, αν δεν λογαριάζη τας γενεθλίους αράς (Αισχ. Χοηφ. 912 πρβλ. και 924), τον Δία βαρύνει η αρά του Κρόνου (Αισχ. Προμ. 910 εξ.) και ο Άρης πληρώνει τας Ερινύθς της μητρός του Ήρας πληγωνόμενος (Ομ. Φ. 412) πρβλ. Πλατ. Νόμ. ΙΑ 931 b...ὧν γέγονε σαφὲς ἐπηκόους εἶναι γονεῦσι πρὸς τέκνα θεούς· ἀραῖος γὰρ γονεὺς ἐκγόνοις ὡς οὐδεὶς ἕτερος ἄλλοις δικαιότατα (Πρβλ. και Πλουτ. Ερωτ. 766 c Βερν. IV σ. 447, Σοφία Σειράχ ΙΙΙ 9, Ν. ΠΟΛΙΤΗΝ εν Φιλολ. Συλλ. Κωνσταντινουπόλεως Θ΄ 322 β)
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σελ. 26 - 27
«Έτσι και όταν πληροφορείται [ο Θησέας], ότι ο Ποσειδών εξεπλήρωσε την υπόσχεσή του λέγει::
«ὦ θεοὶ Πόσειδόν θ΄, ὡς ἄρ’ ἦσθ’ ἐμὸς πατὴρ ὀρθῶς, ἀκούσας τῶν ἐμῶν κατευγμάτων» στ. 1169 εξ..»
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, σελ. 34 Αθήνα 2000
Αναφέρει ο Ι.Θ. Κακριδής «Η κατάρα για τους αρχαίους δεν είναι παρά προσευχή επί βλάβη του άλλου· αυτό φαίνεται καθαρά στις παλαιότερες παραδόσεις: δια αν βλάψει κανείς τον εχθρόν του δεν εκφέρει απλώς κατάρα εναντίον του, αλλά προσευχόμενος απευθύνεται προς ένα ορισμένο θεό :
«Κλῦθί μεν, ἀργυρότοξ’ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας…
…εἴ ποτέ τοι χαρίεντ’ ἐπί νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δὴ ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί ἔκηα
ταύρων ἠδ΄ αἰγῶν, τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ:
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν. (1)
Πότνι’ Ἀθηναίη, ρυσίπτολι δῖα θεάων,
ἆξον δὴ ἔγχος Διομήδεος, ἡδὲ καὶ αὐτὸν
πρηνέα δὸς πεσέειν Σκαιῶν προπάροιθε πυλάων. (2)»
Είναι δυνατόν μια προσευχή να περιλαμβάνη ευχή και κατάρα συγχρόνως:
«Φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ’ εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν
τέλλεται πέδασον ἔγχος Οἰνομάου χάλκεον,
ἐμέ ταχυτάτων πόρεσον ἁρμάτων… (3)»
Σημειώσεις:
1) Ομ. Α 37 κ. εξξ.
2) Ομ. Ζ 305 εξξ.
3) Πινδ. Ολ. Ι 75 εξξ. Πρβλ. και Αισχ. Επ΄τα 312 εξξ. - Βαθμιαίως η λ άρα απέκτησε και την έννοια της κατάρας, όπως την εννοούμε ημείς σήμερα. Η αρά των Λαβδακιδών και των Πελοπιδών δεν σχετίζεται με ορισμένη θεότητα· έτσι και ο Πέλοψ επί παράδειγμα καταράται τους υιούς του χωρίς να ζητά την εκπλήρωση από κανένα θεό (Ελλάνικος Fr. Gr. Hist. 4 F. 157 [42 Μ])· η ανάπτυξη της σημασίας αυτής είναι υστερογενής και απαντά στην παράδοση σχεδόν μόνο εις τα δύο αυτά γένη, τα κύπτοντα υπό το βάρος της προγονικής κατάρας· και η προγονική κατάρα όμως είναι νεοτέρα θρησκευτική αντίληψη. (Ιδέ. Ανώτ. σ. 3). Στην περίπτωση αυτή η αρά ταυτίζεται με την ερινύν (πρβλ. F. Blass εις την Εισαγωγή της εκδόσεως των Ευμενίδων (1907) σ. 2 εξ.
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, σσ. 5-6, Αθήνα 2000
«Το πράγμα όμως δεν φτάνει έως εδώ μόνον· ο αρχαίος θεός, όταν τον επικαλούνταν μπορούσε να βοηθήσει τον ευχόμενο βλάπτοντας τον εχθρό του και αν ακόμη το δίκαιο δεν ήταν με το μέρος του προστατευόμενού του. Έτσι π.χ. η εκδίκηση του Ποσειδώνα κατά του Οδυσσέα για την τύφλωση του Πολύφημου είναι αδικωτάτη, αφού ο Οδυσσεύς βρίσκονταν σε άμυνα (1). Για τους αρχαίους και μάλιστα της εποχής του Ομήρου δεν ήταν ο θεός ο προστατεύων το δίκαιον. Αργότερα με την πρόοδο του πολιτισμού μεταβάλλονται και οι θεοί, ανυψώνονται ηθικά· με τον Ησίοδο και κυρίως υπό την επίδραση της Απολλώνιας θρησκείας ο θεός αρχίζει να γίνεται ηθική δύναμη (2), και αυτό όμως σε περιορισμένο κύκλο ανώτερων ανθρώπων.
Σημειώσεις:
(1) αργότερα γίνεται αισθητή η άδικος διαγωγή του Ποσειδώνα και ζητούν να δικαιολογήσουν αυτήν· ο θεός εθύμωσε όχι για την τύφλωση του Πολύφημου, αλλά για τον Παλαμήδη, του οποίου τον άδικο θάνατο είχε προκαλέσει ο Οδυσσεύς «οὔτε γὰρ ἀφικέσθαι τὸν Ὀδυσσέα ἐς ἤθη τοιαῦτα, οὔτ’ ἄν, εἰ Ποσειδῶνι Κύκλωψ παῖς ἐγένετο, μηνῖσθαι τὸν Ποσειδῶ ποτε ὑπὲρ τοῦ τοιούτου παιδός, ὃς λέοντος ὠμοῦ δίκην τοὺς ἀνθρώπους ἤσθιεν» (Φιλοστρ. Ηρωικ. Kays ed. Mai. 302, 11 εξξ.. Άλλως θα εζητούσε να δικαιολογήσει το πράγμα το Ζωίλος στο εγκώμιο του Πολύφημου.
(2) Πρβ. U. v. Wilamowitz Griech. Tragoed. II σ. 14 εξξ., εν Sitzb. Berl. Ak. 1921 σ. 960, εν Vortroege der Bibl. Warburg 1923 - 4 (1926) σ. 7, [Hesiodos Erga (1928) σ. 158 εξ.], S. Wide Griech. Religion σ. 240 εξ. , F. Heiler, Gebet σ. 180»
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, σ. 8, Αθήνα 2000
«Στις ευχές έχουμε κατά κανόνα προσφώνηση του θεού συνοδευόμενη από μία ή πολλές προσωνυμίες και κοσμητικά επίθετα, κάποτε και από την δήλωση των τόπων, όπου ο θεός λατρεύεται ή κατά προτίμηση διατρίβει (1):
(κισσοάραν θεὸν)
«Βρόμιον ὄν τ’ Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν
γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων…(2)
[Ἔλθ΄, ἄνα Δ]ιθύραμβε Βάκχ΄
ε[ὔιε, θυρσῆ]ρες, βραϊ-
τά, Βρόμιε…
εὐοῖ ὦ Ἰό[βακχ’ ὦ ἰὲ Παιά]ν (3)
Κλῦθί μευ (4), ἀργυρότοξ΄, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας,
Κίλλαν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις,
Σμινθεῦ…(5)
Λύκιε καὶ Δάλοι’ ἀνάσσων
Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων (6)»
Αρχικά και αυτή η απλή προσφώνηση του ονόματος του θεού είχε μαγική δύναμη και ο θεός καλούμενος με το όνομά του ήταν αναγκασμένος να υπακούσει. Για τον αφελή άνθρωπο το όνομα ταυτίζεται με τον φορέα του, δεν μπορεί να κάμει διάκριση μεταξύ του ονόματος, της λέξης και του προσώπου αυτού· επομένως ο κατέχων το όνομα του θεού, δεσπόζει και αυτού του ίδιου (4). Μπορεί όμως ο θεός να υπακούει εις ένα μόνο όνομα, το μέγιστον, το αληθινόν, το αυθεντικόν· (5) γι’ αυτό ο ευχόμενος απαριθμεί όλα τα ονόματα και επίθετά του, ώστε να είναι ασφαλής, ότι δεν παρέλειψε εκείνο, που πρέπει να ακουσθεί. Συγχρόνως ο θεός προσδιορίζεται καλύτερα και δεν μπορεί να ξεφύγει. Κατ’ ανάλογο αντίληψη αναφέρονται κατά σειρά και τα ονόματα όλων των τόπων, όπου είναι πιθανόν την στιγμή εκείνη να διατρίβει ο θεός, φυσικά εις πόλεις που κατ’ εξοχήν λατρεύεται ή του αρέσουν. Έτσι η ευχή τον βρίσκει, όπου και αν είναι, και δεν θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν την άκουσε, επειδή την στιγμή εκείνη διέτριβε αλλού (6).
Στις άρες εξ άλλου αρκετά συχνά κατά την προσαγόρευση του θεού μνημονεύεται και τα γένος αυτού:
«Κλῦθι, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, ἀτρυτώνη (7).
Χαῖρε Κυλλάνας ὀ μέδεις, σὲ γὰρ μοι
Θῦμος ὔμνην, τὸν κορύφαισ’ ἐν αὔταις
Μαῖα γέννα τῷ Κρονίδᾳ, μίγεισα παμβασίληϊ (8)»
Και η μνεία αυτής της καταγωγής είχε μαγική σημασία αρχικά (9) και αυτό συντελεί στον ακριβέστερο καθορισμό του θεού:όνομα, προσωνυμίες, επίθετα, γένος, τόπος διαμονής, με όλα αυτά ο θεός δένεται και η διαφυγή του είναι αδύνατη.
Είναι βέβαιο ότι στα χωρία, τα οποία αναφέραμε -πλην των μαγικών παπύρων- οι ποιητές δεν αισθάνονταν πλέον ούτε τα πολλά ονόματα και επίθετα, ούτε την απαρίθμηση των τόπων, ούτε την μνεία της καταγωγής ως μέσο εξαναγκασμού των θεών· πολύ προ του Ομήρου με τις νέες θρησκευτικές αντιλήψεις οι χρήσεις αυτές είχαν χάσει την μαγική του σημασία. Για τον Όμηρο και τους μετ’ αυτόν ποιητές όλα αυτά ήσαν εκδηλώσεις τιμής και σεβασμού (10), ακόμη περισσότερο μάλιστα, ακολουθούσαν περισσότερο την παράδοση, η οποία κατ΄ εξοχήν συντηρητική διατηρεί τα στοιχεία αυτά από αιώνες, χωρίς καλά καλά να σκέπτονται τον λόγο, δια τον οποίο τα εισήγαγαν και στην δική τους ποίηση. Ήδη στο έπος έχουν καταντήσει απλά τυπικά διακοσμητικά στοιχεία (11)
Σημειώσεις:
1. Πρβλ. Μένανδρ. Π. Επιδεικτ. (Rhet. Gr. Speng. III σ. 334, 27 εξξ.)
2. Πινδ’ απ. 75 στ. 10 εξ.
3. Φιλοδάμου Παιάν εις Διόνυσον (Diehl σ. 252( στ. 1 εξξ. (δ΄ αιών.). Για παραδείγματα άλλα δες Adami ενθ. σ. 221 εξξ. Ausfeld ενθ. αν. σ. 520 εξξ. G. Mayer, Die stilistiche Verwendung der Nominalkomposition im Griechischen εν Philologus Supplbd. XVI 3 (1923) σ. 50 εξξ. Πληθώρα επιθέτων και προσωνυμιών ευρίσκει κανείς εν γένει στους ύμνους, όπως επί παραδείγματι στους δελφικούς· στοςυ ορφικούς έχουμε κατάχρηση πλέον, αφού και ολόκληροι ύμνοι αποτελούνται από επικλήσεις μόνον. Κάποτε το πλήθος των επωνυμιών μιας θεότητας αντικαθίσταται με το «πολυώνυμος» απλώς: «Πολυώνυμε, Καδμείας ἄγαλμα νύμφας καὶ Διὸς βαρυβρεμέτα γένος» (σοφ. Αντιγ. 1115 εξξ. Ιδέ και Πινδ. Ισθμ. V. 1. Πρβλ. H. Usener, Goetternamen (1896) σ. 334 εξ. Άλλοτε, επειδή ο ευχόμενος δεν είναι βέβαιος ότι γνωρίζει όλα τα ονόματα - επίθετα του θεού ή και διότι δεν γνωρίζει διόλου περί τίνος θεού πρόκειται, προσεύχεται προς αυτόν, όποιος και αν είναι : «Ζεύς, ὅστις ποτ’ ἐστίν, εἰ τόδ’ αύτῷ φίλον κεκλημένω, τοῦτό νιν προσεννέπω» (Αισχ. Αγαμ. 160 εξ.) «Κλῦθι, ἄναξ, ὅτις ἐσσί πολύλλιστον δὲ σ’ ἱκάνω» (Ομ. Ε 445). Ιδέ Adami ενθ. ανωτ. Ausfeld [ De gr. Precationibus], εν. αν. σ. 518 [appel ενθ. αν. σ. 76 εξξ.], Norfen ενθ. αν. σ. 111 εξξ. W. Schmidt die Bedeutung des Namens σ. 33 εξ. F. Heiler Gebet σ. 153 και υποσ. 29, G. Meyer ενθ. αν. σ. 51. Πρβλ. και L. Daubner εν Chantepie Religionsgeschichte II σ. 455 εξ.
4. «Κλῦθι» σι αυτού ζητείται να προσελκυσθεί η προσοχή του θεού και δι αυτό συνηθέστατα απαντά τούτο στην αρχή της ευχής· ιδέ Adami ενθ. ανωτ. σ. 119, Schwenn Gebet und Opfer σ. 28. Πρβλ. και Heiler ενθ. ανωτ. σ. 58
5. Ομ. Α 37 εξξ.
6.Πινδ. Πυθ. Ι 39 εξξ. Ιδέ άλλα παραδείγματα εν Adami ενθ. ανωτ. 227 εξξ. Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 524 εξ. [Appel ενθ. ανωτ. σ. 114 εξ.], Norden ενθ. ανωτ. σ. 168 και υποσ. 2
7. Πρβλ. A. Abt Die Apologie des Apuleius (Rgvv IV 2) σ. 118 εξξ. C. Michel εν Philologie et linguistique, Melanges off. A L. Havet (1909) σ. 281 εξξ. Δι αυτό ο θεός των Ιουδαίων αποκρύπτει το όνομά του από τους ανθρώπους (Εξοδ. 3,1 3 εξ. 6,3) Πρβλ. E. Norden ενθ. ανωτ. σ. 217 εξ. H. Gunkeel, Das Marchen im alten Testament (1917) σ. 71, R. Hirzel, Das Marchen im alten Testament (1917) σ. 71, R. Hirzel ενθ. ανωτ. σ. 24 δι αυτό το μεγάλο όνομα, το πραγματικό του Αλλάχ είναι μόνο εις τους αποστόλους και προφήτες του Μωαμεθανισμού γνωστό (W. Schmidt ενθ. ανωτ. σ. 33). Και ο αιγυπτιακός θεός Re αποκρύπτει ρο κύριο όνομα, που του έδωκαν οι γονείς του, δια να μην μπορέσει κανένα μάγος να ασκήσει μαγική εξουσία εναντίων του (A. Erman, Aegypten und aegypt. Leben im Altertum (1885) σ. 361. Δι αυτόν το λόγο και η Ρώμη απέκρυπτε το πραγματικό της όνομα (Πλίν. 3,65)· εάν κανείς εχθρός το μάθαινε θα αποκτούσε συγχρόνως την δύναμη να καταστρέψει την πόλη. Η απλή προσφώνηση ήταν εν τούτοις πάντοτε αναγκαία για να καθορισθεί, σε ποιον θεό απευθύνονταν η προσευχή· και αν ακόμη δεν είχε προηγηθεί η μαγική περίοδος, ο θνητός έπρεπε πάντως να ονομάζει τον θεό, εις τον οποίο προσεύχονταν κάθε φορά. Εδώ δικαιούμεθα να ομιλούμε περί παράλληλης χρήσης μαγείας και προσευχής, όχι περί χρησιμοποιήσεως ενός παλαιού μαγικού στοιχείου υπό του ανθρωπομορφισμού.
8. Αυτό το βλέπουμε φανερά στους μαγικούς παπύρους, όπου η «γνῶσις τοῦ ὀνόματος» του θεού παίζει σημαντικό ρόλο: «ἑπίβλεψόν με τὸν εἰδότα σου τὸ ἀληθινὸν ὄνομα καὶ αὐθεντικὸν ὄνομα»
9. Δι αυτό τον λόγο προστίθεται ενίοτε εις την προσευχή η παρατήρηση ότι απευθύνονται προς τον θεό, με όποιο όνομα επιθυμεί να προσφωνηθεί: «ὦ Ζεῦ πάτερ ἢ ὅ τί σοι φίλον ὄνομα καὶ ὅπως ὀνομάζεσθαι» Ιουλ. Αυτοκρ. Λόγ. VII 231 Α. Πρβλ. Πλατ. Κρατυλ. 400 Ε. Μένανδρ. Π. Επιδεικτ. Rhet. Gr. Sp. III σ. 445, 25 εξξ. Ιδέ σ. 12 υποσ. 5
10. Πρβλ. H. Usener Goetternamen (1896) σ. 335 εξ, W. Kroll εν Rh. Mus. 52 (1897) σ. 346, A. Dieterich Mithrasliturgie (1903) σ. 110 εξξ. Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 518 εξξ. Wuensch εν Arch. F. Religw. VII (1904) σ. 98 εξ. Και εν R. E. IX 143 ε. λ. Hymnos H. Gunkel Das Moerchen im alten Hirzel Der Name εν Abhandl. Der soechsich. Gesellsch. der Wissensch. XXXVI (1918) σ. 17 εξξ. Th. Hopfner Griech. - Aegypt. Offenbarungszauber (Wessely Stud. z. Palaeogr. XXI (1921) Ι σ. 174 εξ. G. Meyer ενθ. ανωτ. 48 εξ. (Εν υποσ. 3 της σελ. 48 πλουσιότατη βιβλιογραφία δια τας αναλόγους πεποιθήσεις άλλων λαών), F. Dornseiff εν Vortroege der Bibl. Warburg 1924-1925 (1927) σ. 213 εξ.
11. Ομ. Ε. 155
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σσ. 12- 16
Άλλοτε ο παρακαλών ζητεί να εξερεθίσει τον θεόν αν δεν εκτελέσει το ζητούμενο, σημαίνει ότι δεν είναι θεός, ότι είναι άδικος κ.τ.λ.
Ζεῦ ξένι᾽, ὅρα τάδ᾽ εἰ γὰρ αὐτὰ μὴ βλέπεις,
ἄλλως νομίζῃ τὸ μηδέν ὤν θεός (1)
Ομοίως απευθύνεται ο Αμφίων προς τον πατέρα του Δία:
[σοὶ δ᾽ ὅς τ]ὸ λαμπρὸν ἀιθέρος ναίεις πέδον
[λέγω τ]οσοῦτον, μὴ γαμεῖν μὲν ἡδέως,
[γήμαν]τα δ᾽ εἶναι σοῖς τέκνοις [άνω]φελῆ·
[οὐ γὰρ κ]αλὸν τόδ᾽· ἀλλᾶ συμ[μαχεῖν φίλοις.
Πείθου... (2)
Σημειώσεις
1. Ευρ. Κυκλ. 354 εξ.
2. Ευρ. Αντιόπ., Supplem. Euripid v. Arnim σ. 18 στ. 11 εξξ. Άλλα παραδείγματα παρέχει ο Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 534. -΄Οταν ο θνητός μετά την αποτυχίαν του εις κάτι που επιχειρεί περί εκρήξεως οργής, όχι περί μέσου δια να επακούσει ο θεός: Ζεῦ πάτερ, οὔ τις σεῖο θεῶν ὀλοώτερος ἄλλος! (Ομ. Ιλ. Γ 365)- Εις τον Ευριπίδην απαντά συχνά μομφή κατά του θεού, αλλά και εκεί συνήθως δεν είναι μέσω εξερεθισμού, απλώς ο δραματικός εκφράζει την ατομική του πικρίαν δια την αδικίαν των πιστευομένων θεών, την παρατηρουμένην τόσο εις τους μύθους, όσον και εις την πραγματικότητα.
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σελ. 20
Η υποκρισία των νεοΕθνικών έγκειται στο ότι παρουσιάζουν μια έξοχη ευαισθησία για τα Χριστιανικά αναθέματα που σε καμιά περίπτωση δεν είναι κατάρες και ταυτόχρονα αποκρύβουν ή αδιαφορούν για τις αρχαίες κατάρες που οι θεοί εκτελούν άσχετα από δίκιο ή άδικο αποτέλεσμα.
«Τί οὖν φησίν, ἂν ἐχθροὶ ᾧσι καὶ Ἒλληνες οὐ δεῖ μισεῖν; Μισεῖν μέν, οὒκ ἐκείνους δὲ, ἀλλὰ τὸ δόγμα, οὐ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὴν πονηρὰν πρᾶξιν, τὴν διεφθαρμένην γνώμην.» Ιωάννης Χρυσόστομος Scr. Eccl. Work #156 61. 282.3 61 to .282.7 (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 30, άρθρο «Το μίσος της Αγάπης», Επαμεινώνδας Παντελεμείδης, σελίδα 27)
|
«Ἤτοι οὖν περὶ ἀθεότητος αὐτοὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων δογμάτων ἐλέγχονται οἱ τοιαῦτα φιλοσοφήσαντες, ἢ καὶ περὶ πολυμιξίας καὶ ἀθέσμου κοινωνίας· ἔτι μὴν καὶ ἀνθρωποβορία παρ’ αὐτοῖς εὑρίσκεται δι’ ὧν συνέγραψαν γραφῶν, καὶ πρώτους γε οὓς τετιμήκασιν θεοὺς ταῦτα πεπραχόντας ἀναγράφουσιν»
(Μτφρ: Λοιπόν οι οπαδοί τοιούτων φιλοσοφιών αποδεικνύονται από τα δόγματά τους ότι διδάσκουν ή αθεΐα ή πολυμιξία και αθέμιτες πράξεις. Προσέτι δε εις τα συγγράμματά τους απαντάται και ανθρωποφαγία, πρώτους δε αναγράφουν ως διαπράξαντες αυτή τους θεούς τους οποίους τιμούν)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 468 - 469
«Δοκεῖ δὲ τὰ ὑπὸ φιλοσόφων ἢ συγγραφέων καὶ ποιητῶν εἰρημένα ἀξιόπιστα μὲν εἶναι παρὰ τὸ φράσει κεκαλλωπίσθαι· μωρὸς δὲ καὶ κενὸς ὁ λόγος αὐτῶν δείκνευται, ὅτι πολλὴ μὲν πληθὺς τῆς φλυαρίας αὐτῶν ἐστιν, τὸ τυχὸν δὲ τῆς ἀληθείας ἐν αὐτοῖς οὐχ εὑρίσκεται. Καὶ γὰρ εἴ τι δοκεῖ ἀληθὲς δι΄αὐτῶν ἐκπεφωνῆσθαι, σύγκρασιν ἔχει τῇ πλάνῃ. Καθάπερ φάρμακόν τι δηλητήριον συγκραθὲν μέλιτι ἣ οἴνῳ ἣ ἑτέρῳ τινὶ τὸ πᾶν ποιεῖ βλαβερὸν καὶ ἄχρηστον, οὔτω καὶ ἡ ἐν αὐτοῖς πολυλογία εὑρίσκεται ματαιοπονία καὶ βλάβη μᾶλλον τοῖς πειθομένοις αὐτῇ.»
(Μτφρ: φαίνεται δε ότι τα υπό των φιλοσόφων ή συγγραφέων και ποιητών λεγόμενα είναι αξιόπιστα εξ απόψεως εκφραστικού καλλωπισμού· αλλά ο λόγος των δεικνύεται μωρός και κενός, καθ’ όσον η φλυαρία των είναι άφθονος, δεν ευρίσκεται δε εις αυτά η τυχόν υπάρχουσα αλήθεια. Διότι εάν φαίνεται ότι έχει διατυπωθεί υπ’ αυτών κάτι αληθές, είναι ανάμικτο με την πλάνη. Καθώς εν δηλητηριώδες φάρμακο αναμιχθέν με μέλι ή με οίνο ή κάτι άλλο καθιστά το όλον επιβλαβές και άχρηστον, ούτω και η εις αυτούς πολυλογία ευρίσκεται μάλλον ματαιοπονία και βλάβη εις τους παρασυρόμενους από αυτήν)
Πηγή: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 384 - 385
Αυτή είναι και η ισορροπία της Αλήθειας του Χριστού έναντι της αρχαίας φιλοσοφίας και μυθολογίας. Διότι, ως λέει ο Θεόφιλος, ακόμη και εκεί που υπάρχει αλήθεια σε αυτούς [τους φιλοσόφους] (αναγνωρίζεται η ύπαρξη κάποιων θεολογικών αληθειών), εντούτοις αυτή είναι ανακατεμένη με πλάνες με συνέπεια το όλον να γίνεται επιβλαβές. Αλλά βεβαίως επιβλαβές μόνο εις εκείνους που παρασύρονται «τοῖς πειθομένοις αὐτῇ» και όχι φυσικά για εκείνους που έχουν στερεή την πίστη και μελετούν τους αρχαίους για περισσότερη επιμόρφωση, πράγμα που είναι πλήρως αποδεκτό στον Χριστιανισμό.
Έτσι λοιπόν, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις ας σημειωθεί ότι δεν αρνείται κανείς ότι οι προ Χριστού φιλόσοφοι ανέβηκαν σε αλήθειες λιγότερο ή περισσότερο υψηλές. Αλλά όμως οι αλήθειες αυτές, εκτός του ότι βρίσκονταν εγκατεσπαρμένες εδώ και εκεί ανάμεσα στις συγγραφές και τις φιλοσοφικές θεωρίες τους, ήταν αρκετά συχνά ανακατεμένες με ζοφερές πλάνες, με τέτοιον τρόπο, ώστε να παρουσιάζεται το πρόβλημα του ποιος θα πετύχαινε το κατόρθωμα να ξεδιαλύνει και να μαζέψει τις τόσο σκορπισμένες αυτές ακτίνες τις αλήθειας και αφού τις απαλλάξει από την σκουριά του ψεύδους να τις ταιριάξει σε ήλιο φωτεινό, απαραίτητο για καρποφόρα και υγιή θρησκευτική ζωή.
Η Εκκλησία λοιπόν δεν αντιτίθεται στους αρχαίους φιλοσόφους και συγγραφείς, απλά διατυπώνει και αυτή τις επιφυλάξεις της όπως πριν απ’ αυτήν τις διατύπωσαν ο Κικέρωνας, ο Ξενοφάνης, ο Παρμενίδης, ο Ηράκλειτος, ο Αναξαγόρας και τόσοι άλλοι. Άλλωστε όλοι οι επιφανείς ιεράρχες τις και μεγάλοι Πατέρες, είχαν βαθιά γνώση της Ελληνικής Γραμματείας. Ο Μέγας Βασίλειος για παράδειγμα σπούδασε στις σχολές τις Αθήνας κάθε διδασκόμενη την εποχή αυτή επιστήμη. Ο ίδιος συμβουλεύει τα πνευματικά του παιδιά να μελετάνε τα συγγράμματα των προγόνων τους φροντίζοντας βέβαια όπως οι μέλισσες να παίρνουν ότι χρήσιμο και αληθές και να πετάνε ότι άχρηστο ψευδές και επιβλαβές. Όπως σίγουρα οι μεγάλοι σοφοί της αρχαιότητας απέρριψαν επιδεικτικά την αρχαιοελληνική θρησκεία, την οποία χαρακτήρισαν απαράδεκτη, παράλογη και εν πολλοίς επικίνδυνη για την ανθρώπινη κοινωνία! Όλα σχεδόν τα μεγάλα πνεύματα της αρχαιότητας άσκησαν κριτική και αρνήθηκαν την αρχαιοελληνική ειδωλολατρία.
«Κατά τους έξι π.Χ. αιώνας προσπάθησαν να υπερβούν την πολυθεΐα, να διαμορφώσουν μίαν υψηλότερα ιδέαν περί πνευματικού Θεού, να καθάρουν την έννοια του θείου από όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία είχαν επισωρεύσει η μυθολογία, η δεισιδαιμονία και η πρωτόγονος μαγική σκέψης των μαζών» (Πηγή: Κ. Σπετσιέρη, «Εικόνες Ελλήνων Φιλοσόφων», Αθήνα 1964, σελ.75).
«Οι μεγάλοι Έλληνες φιλόσοφοι αντιτάχθησαν στην ειδωλολατρική πολυθεΐα και ηγωνίσθησαν, ώστε να καθαρθεί η έννοια του θείου από το μη θεοπρεπές στοιχείον» (Πηγή: Ν. Βασιλειάδη « Ο ανθρωπισμός του Χριστιανισμού» Αθήναι 1986, σελ. 48).
Σύμφωνα με όσα ελέχθησαν ανωτέρω:
Η Ορθοδοξία δεν κατάργησε την ελληνική φιλοσοφία αλλά την δέχεται ως παιδεία κι ανάπτυξη του πνεύματος. Από εκεί και έπειτα αναθεματίζει ΜΟΝΟ εις την περίπτωση που κάποιοι την καταστήσουν αντικείμενο θρησκευτικής πίστεως μέσα στους κόλπους της και σαφώς όχι εκτός αυτής. Αυτό τις αμφιβάλει ότι είναι ορθό μέσα στα χριστιανική πλαίσια της εκκλησίας του Χριστού;
1. Διότι η Ορθόδοξος πίστης είναι πίστη εις τον Χριστό, Υιό του Θεού
2. Τα δε λοιπά είναι θεμιτά προς ανάπτυξη της σκέψης και της έκφρασης αλλά σε ουδεμία περίπτωση ένας χριστιανός μπορεί να ανήκει εις την Εκκλησία του Χριστού, που είναι το Σώμα Του, όταν δέχεται όλα τα αντιφατικά ή ασεβή φιλοσοφήματα εκτός της εκκλησίας δογματικά και δη θρησκευτικώς.
3. Αλίμονο αν η Ορθόδοξος θρησκεία ήταν ανοιχτή εις άπαντα τα φιλοσοφικά ρεύματα και εις τις άλλες θρησκείες. Τότε ποιο το νόημα να αποτελούν οι Χριστιανοί την Εκκλησία του Χριστού και όχι του Κρίσνα φέρει ειπείν; Διότι οι φιλόσοφοι αναζητούσαν αλλά η Εκκλησία μας δεν αναζητά. Της αποκαλύφθηκε η Αλήθεια και ως προς αυτή την Αλήθεια (του Χριστού) έχει τεράστια διδασκαλική υποχρέωση.
1. Δηλαδή και αρχαιοελληνικά ο αναθεματισμός είναι «θρησκευτική» πράξη έναντι των αιρέσεων διότι και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι φιλόσοφοι είχαν ο καθείς τις δικές τους πεποιθήσεις (αιρέσεις) έναντι της αναζήτησης της αλήθειας. Κάποιοι ήσαν ανοιχτοί σε όλα και άλλοι ήταν δογματικότατοι δηλαδή ακολουθούσαν πάντα τους κανόνες της σχολής τους και τους δασκάλους τους.
2. Σαν παράδειγμα αρχαίου «αναθεματίσματος» σε περίπτωση μη τήρησης των κανόνων της φιλοσοφικής - θρησκευτικής σχολής, ας αναφερθεί εκείνη η Πυθαγόρεια (βλέπε και Ίππαρχο). Όποιος δεν ακολουθούσε τις εντολές της διώχνονταν με εξευτελιστική μέθοδο (έγερση στήλης ως νεκρού) και δηλαδή κατά παρόμοιο σχεδόν τρόπο «αναθεματίζονταν» και καμιά φορά μάλιστα σκοτώνονταν (βλ. Ελευσίνια Μυστήρια.) Ας μην εμποδίζεται κανείς από τις λέξεις αλλά να βλέπουμε την ουσία.
3. Συνεπώς γιατί δεν θα πρέπει η ελληνο-Ορθόδοξος Εκκλησία να τηρεί την ιδία θρησκευτική στάση προς αιρετικούς και λοξοδρομούντες από την δογματική της αλήθεια, που ανήκαν κάποτε στο πλήρωμά της αλλά με τις καινές διδασκαλίες τους εκπίπτουν πρώτα αυτοί έξωθεν; Κάποιος θα σκεφτεί «μα γιατί η Ορθοδοξία αναθεμάτισε την θρησκευτική ακολουθία όλης της ελληνικής φιλοσοφίας και όχι ειδικά μιας συγκεκριμένης σχολής»; Διότι οι Ορθόδοξοι μελετούσαν, μελετούν και θα μελετούν ΟΛΗ την αρχαία ΕΛΛΗΝΙΚΗ φιλοσοφία. Ποιος άλλωστε είναι εκείνος που θεωρεί τον εαυτό του Θεολόγο δίχως να μελετά την ελληνική φιλοσοφία;
4. Φιλόσοφοι που δογμάτισαν στην αρχαιότητα, και «αναθεμάτιζαν» αρκετές φορές ο ένας τον άλλον, ο καθείς πράττοντας τα τις δικής του σχολής ουδέποτε εκλήθησαν από τους σημερινούς Εθνικούς ως «μισέλληνες» διότι δεν ακολούθησαν τις φιλοσοφικές πεποιθήσεις των άλλων «αντίπαλων» ΕΛΛΗΝΙΚΏΝ φιλοσοφικο-θρησκευτικών σχολών κρατώντας τη ιδική των διδασκαλία, αλλά ούτε και ονομάστηκαν ποτέ δογματικοί ή κάπως αλλιώς, από την σημερινή Εθνική παράταξη ανάλογα με το ότι πράττεται έναντι της Ορθοδοξίας. Αντιθέτως η Ορθόδοξος Εκκλησία γίνεται συνεχώς και απόλυτος στόχος των νεοΕθνικών. Δηλαδή «αναθεματίζεται» από αυτούς .
1. Διότι αναρωτιέται κανείς, που βρίσκεται η διαφορά στην «θρησκευτικο-δογματική» στάση των «αρχαιολατρών» και τους προγόνους μας έναντι διαφορετικών δογμάτων. Δηλαδή:
2. Οι αρχαίοι πρόγονοι δογματικοί πολλές φορές φιλόσοφοι είχαν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους ερχόμενοι αρκετές φορές και σε ένοπλη ακόμη σύγκρουση ή οι μαθητές διώχνονταν από την θρησκευτική - φιλοσοφική σχολή.
3. Το κράτος - πόλη ακολουθούσε ακόμη πιο «σκληρά» μέσα δογματισμού σε ορισμένες περιπτώσεις. (βλ. εξορισμούς φιλοσόφων).
4. Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναθεματίζει τους «εκπεσόντες» εκτός της Ορθόδοξης πίστης.
5. Οι νεοΕθνικοί όχι μόνο «αναθεματίζουν» αλλά στην ουσία καταριόνται την Ορθόδοξο Εκκλησία για μην αποδοχή ΟΛΩΝ των φιλοσοφικών αποφθεγμάτων της αρχαιότητας ως θρησκευτικώς τηρούμενα πράγμα εξαιρετικά παράλογο διότι μήτε οι ίδιοι τις ακολουθούν όλες.
6. Αλλά το ΠΙΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ & ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ της νεοελληνικής Εθνικής θρησκευτικότητας είναι ότι ούτε και οι σημερινοί Εθνικοί «αρχαιολάτρες» ακολουθούν θρησκευτικά όλους τους αρχαίους φιλοσόφους, παρά εκτελούν επιλογές ανάμεσα στην αφρόκρεμα του μεγάλου πλήθος τους, παρ’ όλο ότι προσπαθούν να τους παρουσιάσουν όλους μέσα στον ιδικό τους θρησκευτικό καλούπι, κάτι που δεν στέκει ορθολογικά αλλά ούτε και ιστορικά σε καμιά περίπτωση, διότι στην αρχαιότητα δεν υπήρχε και τόση συμφωνία γύρω από τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις. (βλ. ασέβεια - αθεΐα). Είναι επίσης στείρος αυτός ο σημερινός νεοΕθνισμός διότι, εν αντιθέσει με την αρχαιότητα, διαλέγει την αφρόκρεμα παλιών σοφών για να πάρει υπόσταση, ενώ από την πλευρά του δεν έχει τίποτα το νέο να επιδείξει αλλά ούτε και να συνεχίσει. Ως γνωστό η αρχαιότητα δεν σταμάτησε να εξελίσσεται θρησκευτικώς. Αντιθέτως ο σημερινός Εθνισμός έχει περιχαρακωθεί γύρω από αυθαίρετη επιλογή διάφορων αρχαίων δοξασιών και φιλοσοφημάτων. Ο ΝεοΕθισμός δεν είναι χωράφι της αρχαιότητας που καλλιεργείται δίνοντας νέους καρπούς ως συνέχεια της αρχαίας σκέψης, αλλά είναι ένα μουσείο των αρχαίων αντιλήψεων στον οποίο μηδέν νέο δημιουργείται, παρά εκφέρονται συνεχώς πομπώδεις φράσεις υπέρ του «Διός». Και όχι μόνο αυτό, ο νεοΕθνισμός είναι και μια «επιλογή εκ του ασφαλούς» διότι η επιλογή αυτή τίθεται 2000 χρόνια και πλέον μετά την αρχαιότητα, όταν οι διάφοροι φιλόσοφοι και φιλοσοφήματα που βρήκαν μεγάλη απήχηση και διασημότητα μέσα στις Χριστιανικές κοινωνίες (βλέπε Αριστοτέλη και Πλάτωνα) επιλέγονται και από τους Εθνικούς, που επιθυμούν να δημιουργήσουν εντυπώσεις και αυτό είναι και το πιο παράλογο. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο τι φιλοσοφικοθρησκευτική σχολή θα ακολουθούσαν οι σημερινοί Εθνικοί αν ζούσαν στην αρχαιότητα ή αν δεν ακολουθούσαν καμιά, καθότι θα ήταν πιο εύκολο γι αυτούς να λατρεύουν απλώς τα είδωλα ακολουθώντας την πιο απλή και δημώδη Εθνική θρησκεία εκτελώντας και ανάλογο αριθμό θυσιών έμπροσθεν τους με αρκετά μαγικά τυπικά λατρείας. Θα μπορούσαν κάλλιστα αν ζούσαν στην αρχαιότητα, να ήταν εχθροί και πολέμιοι του Αριστοτέλη ή του Πλάτωνα. Αλλά ένεκα της σημερινής κατάστασης διαλέγουν - επιλέγουν τους σημαίνοντες αρχαίους φιλοσόφους που απέκτησαν μεγάλη φήμη στις χριστιανικές κοινωνίες, για να επιδείξουν ότι έχουν κι αυτοί κάποια «ανωτέρα» ικανότητα διαλογής μη αντιλαβανόμενοι ότι και οι ίδιοι έχουν επηρεαστεί από την χριστιανική θεο-θέαση, κοσμο-θέαση και φιλοσοφικές επιλογές. Διότι και ο Πλήθων ο Γεμιστός, αυτός ο γνωστότατος του Μυστρά «Ολύμπιος», αναπήδησε μέσα από τις φιλοσοφικές μελέτες της Ορθοδοξίας. Αν δεν υπήρχε η μελέτη του Πλάτωνα στην Ορθοδοξία, ως πηγή μόρφωσης, θα ήταν αδύνατο να είχε ξεπηδήσει ένας Πλήθων Γεμιστός
7. Επίσης ως γνωστό για να καταχωρηθούν σήμερα οι Εθνικοί ως θρησκεία εναρμονισμένη με τους νόμους θα πρέπει να καταθέσουν τα δογματικά και θρησκευτικά τους πιστεύω όπως τέτοια είχε και η αρχαία πόλη κράτος (βλ. όρκο Αθήνας). Συνεπώς :
1. Τι θα συμβαίνει με τους Εθνικούς «αρχαιόφιλους» αδελφούς μας που θα εκπίπτουν εκτός θρησκευτικής Εθνικής σημερινής πίστεως όπως αυτή θα κατατεθεί δογματικά εις το νεοελληνικό κράτος;
2. Η ηγεσία τους θα τους αναθεματίζει και θα τους διώχνει;
3. ή θα γίνονται όλοι δεκτοί μέσα στα δογματικά - αδογμάτιστα πιστεύω της; π.χ. Βουντού, Ινδουιστές, Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι κ.α. και ο καθείς τους θα εφαρμόζει ότι θρησκευτική μέθοδο και διδασκαλία θέλει; Αυτό δεν θα είναι εφικτό διότι ήδη γνωρίζουμε ότι ο χριστιανισμός είναι εκτός «σχεδίου πόλεως» γι αυτούς. Δεν θα είναι εφικτό διότι αρκετοί αρχαίοι φιλόσοφοι διαφώνησαν μεταξύ τους και συνεπώς μια σημερινή Εθνική σχολή δεν θα μπορεί να τους ακολουθεί δογματικά όλους (βλ. μονισμό - δυαρχισμό). Ακόμη πιο δύσκολο αν γίνονται δεκτά ξένα δόγματα, εφόσον ως γνωστόν, οι νεοΕθνικοί θέλουν να βαπτίζουν εαυτούς ως τους «πραγματικούς Έλληνες»
4. ή μήπως θα είναι ο Εθνισμός φιλοσοφική σχολή ανοιχτή σε όλους; πράγμα ανούσιο διότι τέτοιες «θρησκείες», δηλαδή φιλοσοφικές σχολές υπάρχουν σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου και συνεπώς δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι τέτοιο.
5. Τι στάση θα κρατούν ως προς πιστούς τους αυτές οι σχολές που θα διαλέγουν άλλη «φιλοσοφική σχολή»;
6. Ως γνωστό οι αρχαίοι ημών πρόγονοι είχαν τουλάχιστον κάποιες μεθόδους έστω και καμιά φορά ακραίες (βλ. εξορία), οι σημερινοί Εθνικοί και «φιλελεύθεροι» τι θα πράξουν; θα τους αγκαλιάζουν όλους στους θρησκευτικούς τους κύκλους; (Τοποθέτηση άκρως αμφίβολη…)
7. Το μόνο που είναι γνωστό τουλάχιστον μέχρι σήμερα (Απρίλιος 2004) είναι ότι προς την Ορθόδοξο Εκκλησία (κλήρο και λαό) κάποιοι έχουν δυστυχώς εξόχως εχθρικό και μισαλλόδοξο χαρακτήρα που επιβάλλεται δια μέσω μιας θρησκευτικής μανίας διαστρέβλωσης των ιστορικών στοιχείων. Δηλαδή ήδη ο πρώτος «φραστικός αναθεματισμός» από μέρος των νεοΕθνικών, εκείνος της ελληνικής Ιστορίας του Βυζαντίου και των ελλήνων (βλ. ρωμιός = αιρετικός έλληνας) που έζησαν στην εποχή του, είναι ένα γεγονός το οποίο είναι ΑΠΕΙΡΩΣ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΚΑΙ ΔΙΧΑΣΤΙΚΟΤΕΡΟ έναντι των αναθεματισμών της Ορθοδοξίας ενάντια στα φιλοσοφήματα ως δογματικά και θρησκευτικά δεχόμενα.
Ας ευχηθούμε όλοι τα πράγματα να βαδίσουν προς το καλύτερο διότι η πατρίδα έχει εξωτερικούς «φίλους» που δεν μπορώ να λεχθεί πως λυπούνται για τέτοιες «αδελφοκτόνες μισαλλοδοξίες».
Η Ορθόδοξος εκκλησία έχει σαφώς «ευγενικότερη» στάση επί του θέματος τόσο ως προς το αρχαίο κράτος (βλ. εξορίες και καταδίκες περί ασέβειας) αλλά και όσο αφορά τις αντίπαλες φιλοσοφικές σχολές που συχνά συμπλέκονταν βλ. ένοπλοι χοροί ή συμπεριφορά Πλάτωνα έναντι Δημόκριτου. ΔΙΟΤΙ:
1. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αναθεματίζει μόνο εις περίπτωση ασχολίας με την φιλοσοφία με καθαρά θρησκευτική χροιά και δηλαδή στην περίπτωση εκείνη που ο θρησκεύων φιλοσοφικά αποκηρύσσει τον Χριστό ως υπέρτατη θρησκευτική αλήθεια. Δηλαδή ο αποκυρήσων τον Χριστό αποκηρύσσεται (αναθεματίζεται) από την Εκκλησία του.
2. Η Ορθόδοξος Ελληνική Εκκλησία συμπεριφέρεται ανώτερα από τις αρχαίες σχολές διότι δέχεται τις διδαχές όλων των σχολών της αρχαιότητας προς «παίδευσιν» και δεν απορρίπτει καμιά ως προς «παίδευσιν».
3. Συμπεριφέρεται ανώτερα από το αρχαίο κράτος διότι δεν καταδικάζει κανένα από τους αρχαίους φιλοσόφους τους οποίους δέχεται όλους προς «παίδευσιν». Η αρχαία πόλη αντίθετα καταδίκασε αρκετές φορές όπως και η πολιτική εξουσία του Βυζαντίου.
4. Συμπεριφέρεται ανώτερα από τους σημερινούς Εθνικούς διότι αποδέχεται προς «παίδευσιν» όλους τους αρχαίους φιλοσόφους ενώ οι Εθνικοί «αφορίζουν» ήδη όλους τους Ορθοδόξους Έλληνες και μη Πατέρες, Αγίους, Αγίες της ελληνορθόδοξης εκκλησίας και δεν δέχονται ούτε τουλάχιστον έναν και προς απλή «παίδευσιν».
ΠΡΟΣΟΧΗ: Στο τέλος κάθε σελίδας του Ανώνυμου Απολογητή θα παρουσιάζονται νεοπαγανιστικές και αθεϊστών (δήθεν ελληνιστών) απάτες που έχουν σχέση με το θέμα της σελίδας. Αυτές οι απάτες δεν έχουν σκοπό να βάλουν τα περιοδικά στα οποία εμφανίζονται τα νεοπαγανιστικά ψεύδη, εφόσον ούτως ή άλλως παγανιστές συγγράφουν σε διάφορα ανυποψίαστα εξ αυτών και αυτά δεν εκφράζονται από τις απόψεις των αρθρογράφων, αλλά σκοπό έχουν:
1. να καταδείξουν τον κρυφοπαγανιστή αρθρογράφο ώστε να γίνει γνωστός και
2. είτε ο κάθε ενδιαφερόμενος που αναγιγνώσκει εκ νέου άρθρα του να θέτει τον εαυτό του εν εγρήγορση και να ελέγχει θαρρετά τα ψεύδη του κρυφοπαγανιστή (δήθεν ελληνιστή), αν είναι μελετημένος και έχει πρόσβαση σε πρωτογενή βιβλιογραφία
3. είτε εάν δεν έχει πρόσβαση σε βιβλιογραφία, να μην δείχνει πλέον εμπιστοσύνη στον αρθογράφο εφόσον γνωρίζει πως εκφράζει ψεύδη για να σπιλώσει τον Χριστιανισμό υποστηρίζοντας θέσεις παγανισμού, που όμως δεν είναι σχεδόν ποτέ ξεκάθαρες, αλλά που παρουσιάζονται ως «ελληνικές» μιας και η πλειοψηφία των νεοπαγανιστών ντρέπεται να ομολογήσει δημοσίως την θρησκεία που ακολουθεί και προτιμά να καμουφλάρεται με κάτι οικοιότερο, τον πατριωτισμό, που όμως αρρωστημένα έχει μετατραπεί σε ένα παγανιστικό εθνικισμό.
ΕΞΑΙΡΕΣΗ: εξαιρούνται τα προσωπικά βιβλία του κρυφοπαγανιστή αθρογράφου ή τα έντυπα με καθαρά νεοπαγανιστικό προσανατολισμό, ανάμεσα στα τόσα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα.
Τα παρακάτω αποτελούν απάντηση σε επιστολή που επήλθε στην κατοχή του Ανώνυμου Απολογητή και αφορά τις απόψεις του Γεώργιου Γρηγορομιχελάκη, που γράφει στον «Δαυλό» εφόσον προτάσσει ως βιβλιογραφία της επιστολής τα ακόλουθα κείμενα: Γιώργος Γρηγορομιχελάκης, «Το Βιβλίο που η Εκκλησία σου δεν Θέλει να Διαβάσεις», Εκδόσεις «Δαδούχος», Θεσσαλονίκη, palladas1@hotmail.com , Δήμητρα Λιάτσα, «Τα Ψέματα που Λένε για την Ελλάδα», Eκδόσεις «Δήλιος», Θεσ/νίκη, e-mail: zoilos@freemail.gr, Νικόλαος Τσίτσος, «Επτά Αναθεματισμοί κατά του Ελληνισμού Ψάλλονται Σήμερα στις Ελληνικές Εκκλησίες...», περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ», τεύχος 224-225, Δημήτρης Λάμπρου, «Να Παύσουν οι Αναθεματισμοί κατά του Ελληνικού Έθνους στις Εκκλησίες της Ελλάδος», περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ», τεύχος 247.Η επιστολή αυτή, εστάλη στον Ανώνυμο Απολογητή από τους Ίων Δημόφιλο του Δαυλού dhmofilos@freemail.gr και του Παναγιώτη Χ. Μιχαλόπουλου anax@freemail.gr
Αριστερά: «Αναθεματίζονται οι Έλληνες στις Εκκλησίες της Ελλάδος» (Πηγή: Περιοδικό Δαυλός, τεύχος 192, εξώφυλλο)
Μέσο: «Να παύσουν οι αναθεματισμοί κατά του ελληνικού έθνους στης εκκλησίες της Ελλάδος» (Πηγή: Περιοδικό Δαυλός, τεύχος 247, εξώφυλλο)
Δεξιά: Γεώργιος Γρηγορομιχελάκης (Πηγή Φώτο: «15 Εσταυρωμένοι & Αναστημένοι σωτήρες», Εκδόσεις Δαδούχος, Θεσσαλονίκη 2003,οπισθόφυλλο).
29 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ : ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΨΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Με ιδιαίτερη λαμπρότητα και με σύσσωμη κατ’ έθιμο τη συμμετοχή της πολιτικής, στρατιωτικής και πνευματικής ηγεσίας του Ελληνικού Κράτους, θα εορτασθεί στις 29 Φεβρουαρίου όπως κάθε χρόνο από της ιδρύσεώς του έως σήμερα την Α΄ Κυριακή της Σαρακοστής, η Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Κάθε χρόνο την ημέρα αυτή, από το 787 μ.Χ. αφ’ ότου η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Ταρασίου διατύπωσε τα κείμενα του Συνοδικού και τα καθιέρωσε ως μέρος της επίσημης ακολουθίας ψάλλονται σ΄ όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες επτά αφορισμοί κατά των Ελλήνων και του Ελληνικού πολιτισμού καθώς κι ένα υβριστικό τροπάριο κι ένας υβριστικός μακαρισμός.
Τα απαράδεκτα αυτά κείμενα έχουν ως εξής :
1 «Έτι, τοις φρονούσι και λέγουσι κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυπόστατου θεότητος, ως κτιστήν εκ τούτου πάντως και αυτήν την θείαν ονσίαν αναγκαξομένοις δοξάζειν. Κτιστή γαρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν άκτιστον δέ, άκτιστον χαρακτηρίζει ουσίαν. Καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσι εις θείαν παντελή περιπίπτειν, και την ελληνικήν μυθολογίαν και την των κτισμάτων λατρείαν, τη καθαρά και αμώμω των χριστιανών πίστει προστριβομένοις, μη ομολογοϋσι δε κατά τας αγίας θεοπνεύστους θεολογίας, και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα, άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυπόστατου θεότητος ανάθεμα τρις».
Δηλαδή ανάθεμα τρεις φορές στους Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ήράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.α..
2 «Τοις τα ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταις δόξαις αυτών ταις ματαίαις επομένοις, και ως αληθέσι πιστεύουσι και ούτως αυταίς ως το βέβαιον εχούσαις εγκειμένοις, ώστε έτερους ποτέ μεν λάθρα, ποτέ δε φανερώς ενάγειν αυταϊς και διδάσκειν ανενδοιάστως ανάθεμα τρίς».
3 «Τοις μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, αφ' εαυτών και την καθ' ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τάς πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις και ως αυθυπόστατο την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον τον Δημιουργού, τον από του μη όντος εις το είναι παραγαγόντος τα πάντα, και ως ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς ανάθεμα τρίς».
4 «Τοις δεχομένοις, και παραδίδουσι τα μάταια και ελληνικά ρήματα, ότι τε προύπαρξις εστί των ψυχών, και ουκ εκ τον μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, οτι τέλος εστί της κολάσεως η αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και διά των τοιούτων λόγων την βασιλείαν των ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ην αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ό Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, και παρέδοτο και διά πάσης της Παλαιάς και Νέας Γραφής ημείς παρελάβομεν οτι και η κόλασις ατελεύτητος και ή βασιλεία αΐδιος, διά δε των τοιούτων λό¬γων εαυτούς τε απολλύουσι, και ετέροις αιωνίας καταδίκης προξένοις γινομένοις ανάθεμα τρίς».
5 «Τοις ευσεβείς μεν επαγγελλομένοις τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη ορθοδόξω και καθολική εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γης, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν ανάθεμα τρίς».
6 «Tοις την μωράν των έξωθεν (= Ελλήνων) φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν προτιμώσι, και τοις καθηγηταίς αυτών επομένοις, και τας τε με¬τεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών, η και ομοίως τοις αλόγοις ζώοις ταύ¬τας απόλλυσθαι, και εις το μηδέν χωρείν δεχομένοις και δια τούτο ανάστασιν, και κρίσιν, και την τελευταίαν των βεβιωμένων ανταπόδοσιν αθετούσιν ανάθεμα τρίς».
7 «Τοις λέγουσιν ότι οι των Ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά αγίων και καθολικών συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων πατέρων αναθέματι καθυποβληθέντας, ως αλλότριοι της καθολικής εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονες εισι κατά πολύ, και ενταύθα και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον ή αγνόημα πλημμελησάντων ανάθεμα τρίς».
Κάθε χρόνο, επί 1.217 χρόνια, την Α΄ Κυριακή της Σαρακοστής, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, ψάλλονται με πλήρη επισημότητα σε όλες της ορθόδοξες εκκλησίες παρουσία της πολιτικής, στρατιωτικής και πνευματικής ηγεσίας του Κράτους, επτά απαράδεκτοι ύβρεις κατά του ελληνισμού.
Από την «Παρακλητική» λαμβάνεται επίσης ένα ανθελληνικό τροπάριο και ένας μακαρισμός.
Το Τροπάριο : «Ναούς ειδώλων (=Ελληνικούς) καθείλετε αθλούντες, και εαυτούς της Τριά¬δος θείους ναούς εδομήσασθε, αθλοφόροι κυρίου αγγέλων συνόμιλοι».
Ο Μακαρισμός : «Οι καλάμω του Σταυρού, εκ του βυθού της αγνωσίας τους λαούς αναγαγόντες Απόστολοι, την των Ελλήνων πλάνην απεμειώσατε από της γης, απλανείς σωτήρες γενόμενοι των πιστών, αληθώς όθεν μακαρίζεσθε».
Το ελληνικό έθνος προϋπήρξε ιστορικά και πολιτιστικά του Χριστιανισμού. Ή σημερινή κρίση της ελληνικής ταυτότητας αντικατοπτρίζεται στην πάλη μεταξύ του Έλληνα και του Χριστιανισμού.
Οι εξ Ανατολών ψευτοηθικολόγοι είναι αυτοί, πού επέβαλαν δια ροπάλου στους Έλληνες τον ψυχοπνευματικό ακρωτηριασμό και την εξουσιαστική μανία τους. Το φάρμακο αντιστροφής της πορείας είναι ή γνώση της ιστορίας.
Ο Ελληνισμός βογγάει κάτω από την ταφόπλακα των 1.700 χρόνων. Είναι τραγικό το φαινόμενο της σημερινής ελλαδικής εξουσίας με τους τρόπους ελέγχου των απόψεων και σκέψεων των Ρωμιών, Γραικύλων, Ραγιάδων και Γκιαούρηδων. Δυστυχώς αυτοί έχασαν την ικανότητα να νιώσουν την αλήθεια, διότι τα μέσα μαζικής αποβλάκωσης ρίχνουν χωρίς διακοπές στην αγορά ιδεών τα νεφελώδη τους προϊόντα.
Η Ορθοδοξία, όπως και οι άλλες ιουδαϊκής προέλευσης θρησκείες, μιλούν για μετά θάνατον ζωή και αφήνουν την παρούσα ζωή σε άθλια χέρια, εδραιώνοντας έτσι την υποδούλωση.
Οποία αθλιότης!
Γιώργος Γρηγορομιχελάκης Tηλ.: 6945638884
BIBΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• Γιώργος Γρηγορομιχελάκης, «Το Βιβλίο που η Εκκλησία σου δεν Θέλει να Διαβάσεις», Εκδόσεις «Δαδούχος», Θεσσαλονίκη, τηλ.: 6945638884.
• Δήμητρα Λιάτσα, «Τα Ψέματα που Λένε για την Ελλάδα», Eκδόσεις «Δήλιος», Θεσ/νίκη, e-mail: zoilos@freemail.gr
• Νικόλαος Τσίτσος, «Επτά Αναθεματισμοί κατά του Ελληνισμού Ψάλλονται Σήμερα στις Ελληνικές Εκκλησίες...», περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ», τεύχος 224-225.
• Δημήτρης Λάμπρου, «Να Παύσουν οι Αναθεματισμοί κατά του Ελληνικού Έθνους στις Εκκλησίες της Ελλάδος», περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ», τεύχος 247.
Μυθοπλάστες: Περιοδικό Δαυλός & Γεώργιος Γρηγορομιχελάκης
Απάντηση:
Πώς συνάγεται και που είδε ο Γ.Γ. να ομιλούν οι αναθεματισμοί και τα τροπάρια κατά του Ελληνικού Έθνους; Πόσο συκοφάντης αλήθεια μπορεί να είναι κάποιος πέραν τούτου; Ας μας υποδείξει σε ποιο σημείο γίνονται αναθεματισμοί κατά του Ελληνικού έθνους αν είναι τίμιος, ειδάλλως σε κάθε άλλα περίπτωση ομιλούμε περί ενός ΨΕΥΤΗ και ΣΥΚΟΦΑΝΤΗ. (παλιά μου τέχνη κόσκινο)
Στυλιανός Τάκας, Φυσικός και Νομικός, σε επιστολή του στις 13/03/2004 όπου αναφέρει «Συνεπώς ΜΟΝΟΝ οι ορθόδοξοι εβραιοχριστιανοί «ιερείς» εντός της Ελλάδος αναθεματίζουν τους Έλληνες ΕΝΣΥΝΕΙΔΗΤΑ».
Δύο πράγματα συμβαίνουν:
α) είτε οι αρχαιολάτρες δεν γνωρίζουν την ελληνική
β) είτε γνωρίζουν την ελληνική αλλά δόλια πουλάνε φτηνά παραμυθάκια και μυθολογία της απάτης για αφελείς
Διότι για αιώνες τώρα μέσα στις εκκλησίας μας γίνονται δεήσεις υπέρ του έθνους μας και των πόλεών του, τις οποίες οι αρχαιολάτρες και παγανιστές παραβλέπουν τετυφλωμένοι από τα ειδώλια τους:
Μνήσθητι, Κύριε, τῆς πόλεως, ἐν ᾗ παροικοῦμεν, καὶ πάσης πόλεως καὶ χώρας καὶ τῶν πίστει οἰκούντων ἐν αὐταῖς. Μνήσθητι, Κύριε, πλεόντων, ὁδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αἰχμαλώτων καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν. Μνήσθητι, Κύριε, τῶν καρποφορούντων καὶ καλλιεργούντων ἐν ταῖς ἁγίαις σου Ἐκκλησίαις καὶ μεμνημένων τῶν πενήτων, καὶ ἐπὶ πάντας ἡμᾶς τὰ ἐλέη σου ἐξαπόστειλον.
Ὑπὲρ τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν ἔθνους, πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἐν αὐτῷ καὶ τοῦ φιλοχρίστου στρατοῦ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὁ λαός: Κύριε ἐλέησον.
Ὁ διάκονος: Ὑπὲρ τοῦ συμπολεμῆσαι καὶ ὑποτάξαι ὑπὸ τὸ κράτος αὐτῶν, πάντα ἐχθρὸν καὶ πολέμιον, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὁ λαός: Κύριε ἐλέησον.
Ὁ διάκονος: Ὑπὲρ τῆς πόλεως (ἢ τῆς ἁγίας Μονῆς, ἢ τῆς χώρας, ἢ τῆς νήσου) ταύτης, πάσης πόλεως χώρας καὶ τῶν πίστει οἰκούντων ἐν αὐταῖς, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὁ λαός: Κύριε ἐλέησον.
Ὁ διάκονος: Ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
...
Ἔτι προσφέρομέν σοι τὴν λογικὴν ταύτην λατρείαν ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης· ὑπὲρ τῆς ἁγίας σου Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας· ὑπὲρ τῶν ἐν ἁγνείᾳ καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ διαγόντων· ὑπὲρ τῶν πιστοτάτων καὶ φιλοχρίστων ἡμῶν βασιλέων, παντὸς τοῦ παλατίου καὶ τοῦ στρατοπέδου αὐτῶν. Δὸς αὐτοῖς, Κύριε, εἰρηνικὸν τὸ βασίλειον, ἵνα καὶ ἡμεῖς, ἐν τῇ γαλήνῃ αὐτῶν, ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν, ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι.[1]
Σημ: Ας μην υποθέσει κανείς φανατικός πως ο όρος «Βασιλείς» αναφέρεται ένεκα τυχόν Βυζαντινισμού ή λατρεία της μοναρχίας. Με τον όρο «Βασιλείς» υπονοούνται οι ηγέτες του κράτους, δηλ και ο Πρόεδρος και ο Πρωθυπουργός και δεν είναι δυνατόν σε κάθε αλλαγή πολιτεύματος να αλλάζουν οι ύμνοι...
(Πηγή: http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/chrysostom_liturgy3.htm)
Με ιδιαίτερη λαμπρότητα και με σύσσωμη κατ΄ έθιμο τη συμμετοχή της πολιτικής, στρατιωτικής και πνευματικής ηγεσίας του Ελληνικού Κράτους, θα εορτασθεί στις 29 Φεβρουαρίου όπως κάθε χρόνο από της ιδρύσεώς του έως σήμερα την Α΄ Κυριακή της Σαρακοστής, η Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Κάθε χρόνο την ημέρα αυτή, από το 787 μ.Χ. αφ΄ ότου η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Ταρασίου διατύπωσε τα κείμενα του Συνοδικού και τα καθιέρωσε ως μέρος της επίσημης ακολουθίας ψάλλονται σ΄ όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες επτά αφορισμοί κατά των Ελλήνων και του Ελληνικού πολιτισμού καθώς κι ένα υβριστικό τροπάριο κι ένας υβριστικός μακαρισμός.
Τα απαράδεκτα αυτά κείμενα έχουν ως εξής :
1 «1. Ετι τοις φρονούσι και λέγουσι, κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου Θεότητος ως κτιστήν εκ τούτου πάντως, και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν κτιστή γαρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν. Άκτιστον δε, άκτιστον χαρακτηρίσει ουσίαν. Καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσιν εις αθείαν παντελή περιπίπτειν, και την Ελληνικήν μυθολογίαν, και των κτισμάτων λατρείαν τη καθαρά και αμώμω των Χριστιανών Πίστει προστριβομένοις, μη ομολογούσι δε κατά τας Αγίων θεοπνεύστου θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου Θεότητος Ανάθεμα τρις.».
Δηλαδή ανάθεμα τρεις φορές στους Ορφέα, Θαλή, Αναξίμανδρο, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Ξενοφάνη, Παρμενίδη, Ζήνωνα, Εμπεδοκλή, Ηράκλειτο, Αναξαγόρα, Δημόκριτο, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.α..
Αυτή είναι η άποψη του Γ. Γρηγορομιχελάκη και η Μετάφραση για απόδειξη της πνευματική του διαστροφικής ανωμαλίας:
(Μτφρ: Επίσης σε αυτούς που φρονούν και λένε ότι είναι κτιστή (δημιουργημένη) κάθε φυσική δύναμη κι ενέργεια της τρισυπόστατης Θεότητας επειδή σαν κτιστή οπωσδήποτε θα αναγκαστούν να δοξάζουν και την Θεία ουσία. Επειδή σύμφωνα με τους Αγίους (Πατέρες) η κτιστή ενέργεια δηλώνει και κτιστή φύση (ουσία) και άκτιστη ενέργεια (δηλώνει) άκτιστη ουσία. Και από αυτό ήδη κινδυνεύουν να περιπέσουν σε παντελή αθεΐα επειδή ανακατεύουν την Ελληνική μυθολογία και την λατρεία των κτισμάτων με την καθαρή κι άμωμη πίστη των Χριστιανών και δεν ομολογούν ότι κάθε φυσική δύναμη κι ενέργεια της τρισυπόστατης Θεότητας είναι άκτιστη σύμφωνα με την θεόπνευστη θεολογία των Αγίων (Πατέρων) και το ευσεβές φρόνημα της Εκκλησίας, ανάθεμα τρεις φορές.)
1. Πού λοιπόν αναθεματίζονται οι έλληνες φιλόσοφοι που διώχθηκαν στην αρχαία Ελλάδα από τους παγανιστές;
2. Πού γνώριζαν οι αρχαίοι φιλόσοφοι την Τρυσιπόστατη Θεότητα (Πατέρα, Χριστό και Άγιο Πνεύμα) ώστε να την πουν πως είναι ΚΤΙΣΤΗ;
Μα κάποιος θα πει: ο Γ.Γ. Δεν είναι παγανιστής
Γ.Γ. «Η Ελληνίδα δεν ευλογείται όπως ευλογήθηκε από τους Έλληνες θεούς η Ανδρομάχη, η Πηνελόπη, η Δανάη, η Αίγινα ή η Υπατία.». Σελίδα περί γυναίκας. Αυτό αρκεί ως απόδειξη.
Το κείμενο λοιπόν ξεκάθαρα αναφέρεται σε όσους πιστεύουν πως οι ενέργειες και η δύναμη του Θεού καθώς και η ουσία του είναι κτιστά και ουσιαστικά μέρος του κόσμου και όχι η δημιουργική και τελική αιτία του η οποία βρίσκεται έξω απ’ τον κόσμο. Εναντίων αυτών καταφέρεται το παραπάνω απόσπασμα. Και αντιπαραβάλλει την ειδωλολατρική και γενικά την μη Χριστιανική μυθολογία και θεολογία για να καταστήσει την διαφορά ακόμη ευκρινέστερη σε εκείνους τους Χριστιανούς που ασχολούνται με τα αρχαία κείμενα μιας και οι αρχαίοι δεν γνώριζαν καμιά τρυσιπόστατη θεότητα.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
2. Τοις μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, αφ' εαυτών και την καθ' ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας Πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις, και αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος ει το είναι παραγάγοντος τα πάντα, και ως Ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς Ανάθεμα τρις
(Μτφρ: Σε αυτούς που μεταπλάττουν την δική μας (ανθρώπινη) κλίση μαζί με τα άλλα μυθικά πλάσματα και σε αυτούς που δέχονται τις Πλατωνικές ιδέες σαν αληθείς και σε αυτούς που λένε ότι η ύλη είναι αυθύπαρκτη και μορφοποιείται από μόνη της και έτσι προφανώς συκοφαντούν το αυτεξούσιο του Δημιουργού, ο οποίος παρήγαγε (δημιούργησε) τα πάντα από το μηδέν και σαν Δημιουργός έχει επιβάλλει κάθε αρχή και τέλος (σε όλα) με εξουσία και δεσποτεία, ανάθεμα τρεις φορές)
Το ανάθεμα κάνει σαφή διάκριση και δεν κατηγορεί τον Πλάτωνα ως φυσικό πρόσωπο, ούτε το σύνολο του έργου του, αλλά διευκρινίζει ότι διαφωνεί με κάποιες από τις ιδέες του που η Εκκλησία του Χριστού θεωρεί εσφαλμένες, όπως π.χ. «το αυθυπόστατο της ύλης». Συνεπώς κανείς Έλληνας κατά την παιδεία δεν κατατάσσεται αλλά απλά αποβάλλονται από το Εκκλησιαστικό σώμα εκείνοι που δέχονται τους ανθρώπους το ίδιο και το αυτό με τα μυθικά πλάσματα όλων των μυθολογιών και όχι αναγκαστικά μόνο της ελληνικής και εκείνοι οι οποίοι δέχονται την άποψη του Πλάτωνα για τις ιδέες. Όχι βέβαια τις ιδέες του Πλάτωνα εννοώντας τις σκέψεις του αλλά μερικές και ιδίως τις ιδέες (θεοί) οι οποίες είναι αιώνιες και που ο κόσμος είναι εικόνα τους.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
3. Τοις τα Ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταις δόξαις αυτών ταις ματαίας επομένοις, και ως αληθέσι πιστεύουσι, και ούτως αυταίς ως το βέβαιον εχούσας εγκειμένοις ώστε και ετέρους ποτε μεν λάθρα, ποτέ δε νοερώς ενάγειν αυταίς και διδάσκειν ανενδοιάστως Ανάθεμα τρις.
(Μτφρ: Σε αυτούς που κάνουν Ελληνικά (ειδωλολατρικά) μαθήματα και εκπαιδεύονται σε αυτά όχι μόνο για μόρφωση, αλλά ακολουθούν και τα μάταια δόγματα αυτών και πιστεύουν σαν αληθινά και έτσι μ΄ αυτές τις δοξασίες που λέγονται σαν να έχουν το βέβαιο και δογματικό, ώστε και άλλους να μιαίνουν, πότε μεν κρυφά , πότε δε νοερά, και να τις διδάσκουν σαν αναμφίβολες Ανάθεμα τρις..)
Αυτό το ανάθεμα είναι υπέρ των Χριστιανών. Γιατί φανερώνει ότι η Εκκλησία δεν αντιτίθεται στην μελέτη των αρχαίων σοφών αλλά αντιτίθεται απλά στο να πιστεύει κανείς ότι όλα όσα είπαν οι Έλληνες είναι αληθή και αλάνθαστα. Λογικά δεν θα μπορούσαν να είναι όλα αληθινά και αλάνθαστα εφόσον ως είδαμε πολλές ελληνικές απόψεις ήσαν αντικρουόμενες.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος ή ως διδασκαλία εφόσον η διδασκαλία δεν απαγορεύεται στην εκκλησία αλλά η ΠΙΣΤΗ σε αυτά.
4. Τοις δεχομένοις, και παραδίδουσι τα μάταια και Ελληνικά ρήματα, ότι τε προϋπαρξις εστι των ψυχών και εκ του μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, ότι τέλος εστί της κολάσεως, ή αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και δια των τοιούτων λόγων την Βασιλείαν Των Ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ήν αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ο Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, και παρέδοτο, και δια πάσης της παλαιάς και νέας Γραφής ημείς παρελάβομε, ότι και η Κόλασις ατελεύτητος και η Βασιλεία αίδιος, δια δε των τοιούτων λόγων εαυτούς τε απολλύασι, και ετέροις αιωνίας προξένοις γινομένοις Ανάθεμα τρις.
(Μτφρ: Σε αυτούς που δέχονται και παραδίδουν τα μάταια και Ελληνικά (ειδωλολατρικά) λόγια ότι υπάρχει προΰπαρξη των ψυχών και ότι εκ του μηδενός τα πάντα έγιναν και παρήχθησαν και ότι υπάρχει τέλος της κολάσεως ή αποκατάσταση της κτίσεως και των ανθρωπίνων πραγμάτων και με αυτά τα λόγια διδάσκουν ότι η Βασιλεία των Ουρανών καταστρέφεται και τελειώνει, την οποία αιώνια και ακατάλυτη ο ίδιος ο Χριστός ο Θεός μας δίδαξε και παρέδωσε και από όλη την παλαιά και καινή διαθήκη εμείς παραλάβαμε ότι και η Κόλαση είναι ατελεύτητη και η Βασιλεία αΐδιος, και με αυτά τα λόγια και τους εαυτούς τους οδηγούν σε απώλεια και άλλους προξενούν αιώνια κόλαση, ανάθεμα τρεις φορές.)
Εδώ πάλι φαίνεται για άλλη μια φορά ότι η Εκκλησία με τα κείμενα αυτά δεν επιτίθεται εναντίων κανενός αλλά απλά οριοθετεί την πίστη της. Λέει λοιπόν ότι η Ελληνική διδασκαλία περί προΰπαρξης των ψυχών κατά την άποψή της είναι εσφαλμένη, συνεχίζει όμως λέγοντας εξ ίσου εσφαλμένη είναι και η διδασκαλία περί καταργήσεως της κόλασης. Προσοχή όμως: η τελευταία αυτή διδασκαλία δεν είναι Αρχαιοελληνική, αφού οι Έλληνες δεν πίστευαν σε κόλαση. Άρα η εκκλησία δεν στρέφεται εδώ ενάντια στην εθνότητα των ελλήνων αλλά ως ελέχθη σε μερικά από τα μέλη της ιδίας τα οποία έχουν παρεξηγήσει και παραποιήσει την διδασκαλία της. Δηλαδή δεν μεροληπτεί έναντι καμίας φυλής και παραδόσεως. Μένει όμως άγρυπνη και οποιαδήποτε πλαστογράφηση και διαστροφή του πιστεύω της την καταγγέλλει χωρίς να έχει πρόβλημα, από ποιον χώρο προέρχεται η πλαστογράφηση αυτή.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
5. Τοις ευσεβείν μεν επαγγελομένοις, τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη και Καθολική Εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γής, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς, ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν Ανάθεμα τρις
(Μτφρ: Σε αυτούς που επαγγέλλονται μεν ευσέβεια, αλλά αναιδώς ή μάλλον ασεβώς εισάγουν τα ασεβή δόγματα των Ελλήνων σχετικά με τις ανθρώπινες ψυχές και του ουρανού και της γης και των άλλων κτισμάτων, ανάθεμα τρεις φορές.)
Τα των Ελλήνων δυσσεβή δόγματα.. Ο καθείς καταλαβαίνει το νόημα της φράσεως αυτής. Δηλώνει ότι η Εκκλησία με την Αγια εικόνα που έχει για τον Θεό δεν μπορεί να συμβιβαστεί με χαμηλές περί θείου δοξασίες με τις οποίες είναι γεμάτες οι πολυθεϊστικές μυθολογίες μεταξύ των οποίων και η Ελληνική. Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν ήταν η Εκκλησία η πρώτη οπού εξέφρασε τέτοιες απόψεις. Πολύ πριν απ’ την ίδρυση της, ο Πλάτωνας έλεγξε κάθε πάτρια ιδέα περί θεού και έδειξε το άτοπο αυτής. Μάλιστα φυγάδευσε κυριολεκτικά τον Όμηρο από την «Πολιτεία» του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοί μύθοι για τους θεούς αποτελούν επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφατικά ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C). Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα θρησκεία και προσηλώθηκε στην δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν».
Ο Πλάτωνας όμως δεν ήταν ο μόνος. Πλειάδα φιλοσόφων εκφράστηκαν ενάντια στην αρχαία θρησκεία και αυτή αντίδρασε ως ήταν αναμενόμενο, δια μέσω της πολιτείας, με εξορίες και καταδίκες φιλοσόφων έπειτα από δίκες περί ασεβείας. Επί παραδείγματι άλλων φιλοσόφων που θεώρησαν ασεβείς τις ελληνικές ιδέες περί θρησκείας είναι ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος που τόλμησε να αρνηθεί την κρατούσα θρησκεία της εποχής του και να διακηρύξει επίσημα: «Είς Θεός, εν τε θεοίσι καί ανθρώποισι μέγιστος ούτε δέμας θνητοίσι όμοιος ουδέ νόημα». Όμως «πάντα θεοίσ’ ανέθηκαν Όμηρος θ΄ Ησίοδος τε… όσσα παρ’ ανθρώποισιν ονείδεα και ψόγος εστίν, κλέπτειν, μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν» (Ξενοφ. Απ.,11). Ανάλογα τους θεούς θεωρούσε εξ ολοκλήρου αποκυήματα της ανθρώπινης φαντασίας, ανάρμοστα για την θεία φύση. Υποστήριζε μάλιστα πως όσοι πιστεύουν ότι οι θεοί γεννήθηκαν, ασεβούν το ίδιοι με όσους λένε πως οι θεοί πεθαίνουν. Ακόμη και ο Ηράκλειτος υποστήριζε πως ο Όμηρος και ο Ησίοδος, αποδίδοντας στους θεούς κακίες και ανηθικότητες είχαν ολέθρια επίδρασή στα ήθη των ανθρώπων. Στηλίτευσε τον ανόητο ανθρωπομορφισμό των θεών, τόνισε την απόλυτη διαφορά ανθρώπου και Θεού (Αποσπ. 88) και απειλούσε όσους έκαναν ανίερες τελετές (Βακχισμός, ιερά όργια, ιερή πορνεία κ.λπ.). Έτσι λοιπόν το ανάθεμα δείχνει την ορθότητα της Εκκλησίας όταν μιλά για δυσσεβή δόγματα.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
6. Τοις την μωράν των έξωθεν φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν προτιμώσι, και τοις καθηγηταίς αυτών επομένοις, και τας τε μετεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών, ή και ομοίως τοις αλόγοις ζώοις ταύτας απόλλυσθαι, και εις το μηδέν χωρείν δεχομένοις και δια τούτο ανάστασιν και κρίσιν και την τελευταίαν των βεβιωμένων ανταπόδοσιν αθετούσιν Ανάθεμα τρις.
(Μτφρ: Σε αυτούς που προτιμούν την ανόητη, των εκτός (Εκκλησίας - μάνδρας του Ιησού Χριστού) φιλοσόφων λεγομένη σοφία και ακολουθούν τους διδασκάλους αυτών και δέχονται τις μετεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών ή και ομοίως ότι αυτές χάνονται στα άλογα ζώα και ότι αυτές εις το μηδέν καταλήγουν και για αυτό αθετούν την ανάσταση και την κρίση και την τελευταία (οριστική) ανταπόδοση των πράξεων ανάθεμα τρεις φορές.)
Εδώ δεν αναφέρεται πουθενά ο όρος Έλληνας. Το κείμενο αναφέρεται στην μετεμψύχωση και σε όσους αρνούνται την ανάσταση. Σαφώς δεν στρέφεται ο αναθεματισμός (αποβολή) σε εκείνους που βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας αλλά εκείνων που βρίσκονται εντός και εισάγουν τέτοιες αντιλήψεις.
Το σημαντικό πάντως που πρέπει να λεχθεί εδώ είναι πως σύμφωνα με τον ιστορικό Έλληνα Ηρόδοτο, την ιδέα της μετεμψύχωσης παρέλαβαν οι Έλληνες από τους Αιγύπτιους. Ηρόδοτος [Β 123]: «..Οι Αιγύπτιοι είναι που είπαν πρώτοι και τούτο το λόγο, ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι Αθάνατη και όταν το σώμα πεθάνει, αυτή μπαίνει σε άλλο ζώο που γεννιέται κάθε φορά. Κι αφού περάσει απο όλα τα ζώα τα χερσαία, τα θαλάσσια και τα φτερωτά, ξαναμπαίνει σε σώμα ανθρώπου που γεννιέται. Κι η περιφορά αυτή διαρκεί τρεις χιλιάδες χρόνια. Αυτό το λόγο διδαξαν μερικοί Ελληνες παλαιότεροι* και νεότεροι σαν να ήταν δικός τους. Μου είναι γνωστά τα ονόματα τους,, αλλά δεν τα αναφέρω.»
Τέτοιες ιδέες βρίσκουμε και στον Πλάτωνα….Επίσης ο μέγιστος Πλάτωνας αφού παρέλαβε τις μετεμψυχώσεις από αυτούς αναφέρει: Τιμαιος 42 Β: όποιος (άνδρας) όμως αποτύχει σ' αυτά (να ζήσει με δικαιοσύνη), θα μεταμορφωθεί κατά τη δεύτερη γέννησή του σε γυναίκα.
Είναι λοιπόν παράλογο που η Εκκλησία του Χριστού δεν δέχεται τέτοιες θεωρίες στην διδασκαλία της που της παραδώθηκε από τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό;
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
*οι Ορφικοί, ο Πυθαγόρας και ο Εμπεδοκλής αργότερα
7. Τοις λέγουσιν, ότι οι των Ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά Αγίων και Καθολικών Συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων Πατέρων αναθέματι καθυποβλήθέντας, ως αλλότριοι της Καθολικής Εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονες εισί κατά πολύ, και ενταύθα, και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον ή αγνόημα πλημμελησάντων Ανάθεμα τρις.
(Μτφρ: Σε αυτούς που λένε ότι οι σοφοί των Ελλήνων και οι πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι οποίοι από τις επτά Άγιες Καθολικές Συνόδους και από όλους τους Πατέρων, που έλαμψαν στην Ορθοδοξία, έχουν υποβληθεί σε ανάθεμα, επειδή είναι ξένοι της Καθολικής Εκκλησίας εξ αιτίας της κίβδηλης και ρυπαρής διδασκαλίας τους που διατύπωσαν με τα λόγια τους, είναι κατά πολύ καλύτεροι και εδώ και στην μέλλουσα κρίση από τους ευσεβείς και ορθοδόξους άνδρες, ή αλλιώς ότι κατά ανθρώπινο πάθος ή από άγνοια έχουν κάνει μικρό σφάλμα, ανάθεμα τρεις φορές.)
Σε αυτό το ανάθεμα, αναθεματίζονται (αποβάλλονται Εκκλησιαστικά) εκείνοι που διατυπώνουν την άποψη πως οι έξωθεν φιλόσοφοι και οι αιρεσιάρχες είναι καλύτεροι από τους Ορθόδοξους άνδρες. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύσει σύμφωνα με την άποψη της Εκκλησίας διότι η Ορθόδοξη εκκλησία αντιπροσωπεύει κατά την αντίληψή της Αλήθεια ή οποία σαφώς δεν είναι δυνατόν να κατέχεται πλήρως και από άλλους εφόσον αυτοί οι άλλοι διαφωνούν με τα διδάγματά της. Η ποινή (ως αποκοπή) έχει και πάλι νόημα μόνο εφ’ όσον εφαρμόζεται σε μέλη της Εκκλησίας. Δεν έχει νόημα να αναθεματιστεί κάποιος Μουσουλμάνος, Εβραίος ή Εθνικός αφού δεν είναι μέλος της Εκκλησίας. Πώς θα μπορούσε να αποκοπεί κάποιος εφόσον δεν ήταν ποτέ συνδεδεμένος;
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
Από την «Παρακλητική» λαμβάνεται επίσης ένα ανθελληνικό τροπάριο και ένας μακαρισμός.
Το Τροπάριο :
«Ναούς ειδώλων (=Ελληνικούς) καθείλετε αθλούντες, και εαυτούς της Τριάδος θείους ναούς εδομήσασθε, αθλοφόροι κυρίου αγγέλων συνόμιλοι».
(Μτφρ: Ναούς ειδώλων γκρεμίζετε καθώς κοπιάζετε και αγωνίζεσθε και εκτίσατε για τον εαυτό σας θείους ναούς της Τριάδας αθλοφόροι του Κυρίου (και) σύντροφοι των Αγγέλων)
Ο όρος «Ελληνικός» στην μετάφραση των παγανιστών προστίθεται από έξω. Όπως φαίνεται στόχος του υμνογράφου δεν είναι να δείξει την αντίθεση με τον Ελληνισμό (αν υπήρχε αυτή) αλλά με τα είδωλα ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ. Αν ήθελε ο υμνογράφος θα μπορούσε κάλλιστα να πει «Ναούς Ελλήνων..». Και οι δύο λέξεις έχουν ίδιο αριθμό συλλαβών και τονίζονται στην παραλήγουσα. Έτσι δεν θα χαλούσε το μέτρο ούτε το μουσικό μέλος. Γιατί λοιπόν λέει ειδώλων και όχι Ελλήνων, αν αυτό υπονοούσε;
Ο Μακαρισμός :
«Οι καλάμω του Σταυρού, εκ του βυθού της αγνωσίας τους λαούς αναγαγόντες Απόστολοι, την των Ελλήνων πλάνην απεμειώσατε από της γης, απλανείς σωτήρες γενόμενοι των πιστών, αληθώς όθεν μακαρίζεσθε».
(Μτφρ: Με τον κάλαμο του Σταυρού από τον βυθό της άγνοιας του λαούς ανεβάσατε Απόστολοι και την πλάνη των Ελλήνων εξαφανίσατε από την γη, και γίνατε αλάθητοι σωτήρες των πιστών, για αυτό και αληθώς μακαρίζεστε)
Ποια είναι αυτή η πλάνη των Ελλήνων; Μπορεί να είναι η διάθεσή τους και η δίψα τους για την αλήθεια; Όχι γιατί και οι Πατέρες μελέτησαν και έγιναν κοινωνοί αυτής της αναζήτησης. Μήπως είναι οι επιστήμες τους; Μάλλον όχι γιατί όπως είναι γνωστό οι Βυζαντινοί, θεματοφύλακες της επιστήμης αυτής ήταν. Άλλωστε σε αυτούς χρωστάμε την διάσωση των αρχαίων χειρογράφων και με τον τρόπο αυτό την ιστορική μας συνείδηση. Αν δεν υπήρχαν οι Βυζαντινοί αντιγραφείς, σήμερα το όνομα του Πλάτωνα και του Σωκράτη, του Περικλή και του Θουκυδίδη αν δεν είχε εξαφανιστεί θα σωζόταν μέσα σε μυθολογική ομίχλη. Επομένως το απόσπασμα αναφέρεται στην περί θεού αντίληψη των αρχαίων η οποία ήταν όντως πλανεμένη και αυτό ελέχθη ακόμη και από τους ίδιους τους φιλόσοφους.
Συμπέρασμα: Πουθενά δεν υπάρχει κατάρα κατά των Ελλήνων ως έθνος ή γένος
Το ελληνικό έθνος προϋπήρξε ιστορικά και πολιτιστικά του Χριστιανισμού. Ή σημερινή κρίση της ελληνικής ταυτότητας αντικατοπτρίζεται στην πάλη μεταξύ του Έλληνα και του Χριστιανισμού.
Οι εξ Ανατολών ψευτοηθικολόγοι είναι αυτοί, πού επέβαλαν δια ροπάλου στους Έλληνες τον ψυχοπνευματικό ακρωτηριασμό και την εξουσιαστική μανία τους. Το φάρμακο αντιστροφής της πορείας είναι ή γνώση της ιστορίας.
Ο Ελληνισμός βογκάει κάτω από την ταφόπλακα των 1.700 χρόνων. Είναι τραγικό το φαινόμενο της σημερινής ελλαδικής εξουσίας με τους τρόπους ελέγχου των απόψεων και σκέψεων των Ρωμιών, Γραικύλων, Ραγιάδων και Γκιαούρηδων. Δυστυχώς αυτοί έχασαν την ικανότητα να νιώσουν την αλήθεια, διότι τα μέσα μαζικής αποβλάκωσης ρίχνουν χωρίς διακοπές στην αγορά ιδεών τα νεφελώδη τους προϊόντα.
Η Ορθοδοξία, όπως και οι άλλες ιουδαϊκής προέλευσης θρησκείες, μιλούν για μετά θάνατον ζωή και αφήνουν την παρούσα ζωή σε άθλια χέρια, εδραιώνοντας έτσι την υποδούλωση.
Οποία αθλιότης!
Έτσι τελείωσε την επιστολή του ο Γ. Γρηγορομιχελάκης όσο αφορά την αθλιότητα , το σίγουρο είναι πως αυτή επέρχεται σε άτομα φανατισμένα που πριν μελετήσουν το θέμα επιστάμενα, πυροβολούν συκοφαντικές επιστολές προς πάσα κατεύθυνση και κλείνουν το μάτι τους πονηρά στους κάθε λογής «νεοπαγανιστικούς αναθεματισμούς».
Ο Γ.Γ. θεωρεί εύκολο πράγμα να βρίζει για τυχόν ορθογραφικά λάθη, αλλά παραβλέπει πως ο ίδιος ως υβριστής δεν γνωρίζει καθώς φαίνεται την ελληνική γλώσσα, μιας και συντάσσει και κατόπιν προωθεί, ανούσιες περί αναθεμάτων, ως φαίνεται παραπάνω, επιστολές…
Εφόσον λοιπόν ως είδαμε τα αναθέματα δεν αφορούν τους εμμένοντες μέσα στην Ορθόδοξη διδασκαλία του ευαγγελίου, αλλά αυτούς που έχουν αρνηθεί την Τριαδική Θεότητα, την οποία θεωρούν ανύπαρκτη, δεχόμενοι ως πίστη τους μύθους και κάθε σόφισμα, τότε:
Τι τους ενοχλεί το ανάθεμα (αφαίρεση προστασίας του Τριαδικού Θεού από πάνω τους) εφόσον:
1. αν είναι άθεοι δεν πιστεύουν ή δεν δέχονται την Αγία Τριάδα και άρα τίποτα δεν συμβαίνει κατά τον αναθεματισμό;
2. αν οι αναθεματισμένοι είναι παγανιστές, η αποχή της προστασίας του Τριαδικού Θεού από επάνω τους, επιφέρει την πλήρη καθυπόταξη τους στους δαίμονες (πλέον αυτοί ενεργούν ανεξέλεγκτα), εις τους οποίους οι ίδιοι πρώην Χριστιανοί, αναθεματισμένοι παγανιστές νυν, ελεύθερα διάλεξαν να πιστεύουν; Ίσα ίσα λοιπόν, που θα έπρεπε θρησκευτικώς, να λένε και ευχαριστώ, εφόσον αφέθηκαν ελεύθεροι οι «θεοί» τους (των αναθεματισμένων), να τους κάνουν ότι οι ίδιοι (οι αναθεματισμένοι) επιθυμούν ή δέχονται να πάθουν!
Ως ανωτέρω ξεκάθαρα παρουσιάζεται, οι αναθεματισμοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας στρέφονται κατά της ειδωλολατρίας και δηλαδή των πεποιθήσεων της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, όχι γενικά κατά του Ελληνισμού. Πώς θα ήταν δυνατόν άλλωστε χωρίς καμιά στοχειοθέτηση; Ο κόλακας του Δαυλού, Γεώργιος Γρηγορομιχελάκης, όπως και άλλοι νεοπαγανιστές αρθρογράφοι, γενικεύουν προκλητικά και ανόητα αυτές τις αντιδράσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με πομπώδεις ψευδείς διατυπώσεις, πως δηλαδή «Αναθεματίζονται οι Έλληνες στις Εκκλησίες της Ελλάδος» ζητώντας παράλληλα «Να παύσουν οι αναθεματισμοί κατά του ελληνικού έθνους στης εκκλησίες της Ελλάδος».
Να όμως που στο τεύχος 227, μετέπειτα του 197 και νωρίτερα από το 247, ο Δαυλός δια μέσω του Στέφανου Μυτιληναίου «δίδασκε» στους πιστούς του ότι «Είναι ξεκάθαρο, ότι ο Ελληνισμός δεν αποδέχεται την ειδωλολατρία, την φυσεοφοβία (παγανισμό) και την θεοποίηση των ζώων. Όλα αυτά θεωρούνταν στοιχεία δεισιδαιμονίας και αποτελούσαν ξένο σώμα στην Ελληνική Κοσμοθεωρία» (Πηγή: Στέφανος Μυτιληναίος, η καταδίκη της δεισιδαιμονίας, Δαυλός, τεύχος 227, σελ. 14498, http://www.davlos.gr/dissue.php?issue=227)
Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, ο Δαυλικός εθνικιστικός «αναθεματισμός» της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας και πεποιθήσεων από τους ίδιους τους πνευματικούς αντιπάλους της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που κόπτονται για τον «Ελληνικό Πολιτισμό» στον οποίο εμπερικλείουν και την αρχαία Ελληνική Θρησκεία όταν αντιπαλεύονται την Ορθοδοξία, δεν φαίνεται σε καμιά περίπτωση να γενικεύεται ως «αναθεματισμός Ελλήνων» και «αναθεματισμός του ελληνικού έθνους», όπως ευκόλως γενικεύεται κατά της Χριστιανοσύνης. Είναι ένα χαρακτηριστικό σημείο, όπου η νεοπαγανιστική πονηριά και διαβολική πανουργία απογυμνώνεται σε όλο της το μεγαλείο.
Για ακόμη μια φορά, Μέγας και Άγιος Βασίλειος για τους ειδωλολάτρες: «...εμείς δεν έχουμε ανάγκη να ξετινάξουμε τις θεωρίες τους. Αρκούν οι ίδιοι να ανατρέπουν ο ένας τον άλλο.» Προέβλεπε και την Ενότητα Παγανισμός ως νοθευτής του Ελληνισμού στην σελίδα «Έλληνας».
Αριστερά: Ραδάμανθυς Αναστασάκης, Ηθοποιός Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου (Πηγή: Ραδιοτηλεοπτικός σταθμός «Alter», 1. «Alter», Εκπομπή «Χωρίς Μοντάζ ΙΙ», Σάββατο 07/02/2004)
Δεξιά: Η αναβίωση της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Ρ. Αναστασάκης, Μ. Βερέττας, Μ. Δημόπουλος, Μ. Καλόπουλος. Μ. Κιουλαφά, Π. Μαρίνης, Χ. Μήνη, Στ. Μυτιληναίος, Γ. Σπυρόπουλος, Ο. Τουτουνζή, Γ. Τσαγκρινός, Εισαγωγή Εύα Αυλίδου, Εκδόσεις Αρχέτυπο, Έκδοση Α΄ Απρίλιος 2002, Θεσσαλονίκη.
Με την προσευχή ζητούμε από τους Θεούς κάποιο πράγμα που νομίζουμε ότι στερούμεθα. Υπό την έννοια ταύτην, η προσευχή είναι βλασφημία, διότι οι Θεοί γνωρίζουν καλύτερα από εμάς τίνος πράγματος έχουμε αληθινά ανάγκην. Από της απόψεως αυτής, το να ζητούμε από τους Θεούς εκείνου που νομίζουμε χρήσιμον, ενώ εις την πραγματικότητα μπορούμε να μας είναι άχρηστον, επιβλαβές ακόμη και επικίνδυνον, είναι πράξης αντιβαίνουσα προς την αξιοπρέπεια του Θεού.
Άλλην έννοιαν όμως έχει ο Ύμνος, η επίκλησης της θείας Αγάπης και εξύμνησης, ο αίνος των θείων ιδιοτήτων. Τέτοιους ύμνους διαθέτουμε πολλούς (τους Ορφικούς Ύμνους, τους Ομηρικούς Ύμνους και πλήθος φιλοσοφικών και λειτουργικών ύμνων της Αρχαιότητος. Οι Έλληνες δεν προσηύχοντο δια να ζητήσουν από τους Θεούς κάτι κατά το πλείστον ατομικόν, αλλά εξυμνούσαν την Θείαν Πρόνοιαν, εξυψούμενοι και αυτοί συγχρόνως και αιτούμενοι την επικουρίαν αυτής δια την πνευματικήν τους εξύψωσιν και την συμπαράστασιν του Θείου στα πνευματικά τους έργα. Απαγγέλοντες ή ψάλλοντες ύμνους προς τους Θεούς, ανυψούντο μέχρι των ανωτέρων πεδίων και «δυνδιελέγοντο» μετά των Θεών (Πηγή: Αναστασάκης Ραδάμανθυς, Η αναβίωση της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Ρ. Αναστασάκης, Μ. Βερέττας, Μ. Δημόπουλος, Μ. Καλόπουλος. Μ. Κιουλαφά, Π. Μαρίνης, Χ. Μήνη, Στ. Μυτιληναίος, Γ. Σπυρόπουλος, Ο. Τουτουνζή, Γ. Τσαγκρινός, Εισαγωγή Εύα Αυλίδου, Εκδόσεις Αρχέτυπο, Έκδοση Α΄ Απρίλιος 2002, Θεσσαλονίκη, σελίδα. 20, «περί προσευχής και αίνου»)
Μυθοπλάστης: Αναστασάκης Ραδάμανθυς
Απάντηση: Οι Έλληνες νεοπαγανιστές θεολόγοι, έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που τους δίδει μοναδικότητα παγκοσμίως. Ποιό είναι αυτό; Πως όχι μόνο δεν μελετούν ποτέ τους υπολοίπους, θεωρώντας τα δικά τους λόγια «θέσφατα θεολογίας» αλλά δεν μελετούν μήτε όσα αυτοί εκδίδουν. Τα παρακάτω εις αναντροπή των θέσεων του Α. Ραδάμανθυ, είναι αντλημένα από το βιβλίο Άραι, του διακεκριμένου για αρχαία ελληνικά ζητήματα Ι.Θ. Κακριδή, που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ιδεοθέατρον, του Ραδάμανθυ Αναστασάκη στην Αθήνα το 2000. Ας σημειωθεί πως το βιβλίο εις το οποίο ο Α. Ραδάμανθυς διατυπώνει τις αντίθετες απόψεις του, είναι αργότερο, και δηλαδή του έτους 2002 ενώ σύμφωνα με τον Ι.Θ. Κακριδή, όχι μόνο ο θεός άκουγε τις προσευχές των αρχαίων προγόνων αλλά και πως σύμφωνα με την αρχαία γραμματεία , ο θεός δεν ήταν θεός αν δεν εκτελούσε το ζητούμενο του πιστού:
Αραί είναι δύο ειδών: απευθύνονται εις τον θεόν είτε προς ιδίον όφελος του προσευχομένου είτε προς βλάβη του εχθρού του· η πρώτη τάξη περιλαμβάνει τας ευχάς, η δεύτερη τας κατάρας· έχομεν το δικαίωμα να εξετάσωμεν ευχάς και κατάρας μαζί; Η ηθική διάκρισις μεταξύ ευχής και κατάρας δεν είναι ελληνική, είναι χριστιανική (1)· ούτε λεκτική διάκρισις των δύο εννοιών υπάρχει εις τους αρχαίους: άρῶμαι σημαίνει άλλοτε εύχομαι εις τον θεόν ζητών κάτι ωφέλιμο δι’ εμέ και άλλοτε καταρώ μαι· ἀρὰ σημαίνει προσευχήν, η οποία να περιέχει μίαν παράκλησιν (2)· η παράκλησις αυτή αναφέρεται βεβαίως εις κάτι ου επιθυμούμεν, που μας ωφελεί· αλλά και η βλάβη του εχθρού είναι δική μας ωφέλεια (3). Η κατάρα για τους αρχαίους δεν είναι παρά προσευχή επί βλάβη του άλλου· αυτό φαίνεται καθαρά εις τας παλαιοτέρας παραδόσεις: δια να βλάψει κανείς τον εχθρό του δεν εκφέρει απλώς κατάρα εναντίων του, αλλά προσευχόμενος απευθύνεται προς ένα συγκεκριμένο θεόν:
«Κλῦθί μεν, ἀργυρότοξ’ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας…
…εἴ ποτέ τοι χαρίεντ’ ἐπί νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δὴ ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί ἔκηα
ταύρων ἠδ΄ αἰγῶν, τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ:
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν. (4)
Πότνι’ Ἀθηναίη, ρυσίπτολι δῖα θεάων,
ἆξον δὴ ἔγχος Διομήδεος, ἡδὲ καὶ αὐτὸν
πρηνέα δὸς πεσέειν Σκαιῶν προπάροιθε πυλάων. (5)»
Είναι δυνατόν μια προσευχή να περιλαμβάνη ευχή και κατάρα συγχρόνως:
«Φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ’ εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν
τέλλεται πέδασον ἔγχος Οἰνομάου χάλκεον,
ἐμέ ταχυτάτων πόρεσον ἁρμάτων… (6)»
Σημειώσεις:
1. Ο Αλκιβιάδης εις τον ομώνυμον διάλογο του Πλάτωνος (ΙΙ, 143 b) κάμνει διάκρισιν ευχής και κατάρας, όχι όμως από ηθικής απόψεως, αλλά εν’ σχέσει με το αποτέλεσμα. Ηθικώς διέκρινεν τας εννοίας η ιέρεια Θεανώ, η οποία ηρνήθη να υπακούση εις το ψήφισμα του αθηναϊκού λαού και να καταρασθή τον Αλκιβιάδην ισχυριζομένη «εὐχῶν οὐ καταρῶν ἱέρειαν γεγονέναι» αυτό όμως είναι μοναδικόν· εκτός τούτου μπορεί το ανέκδοτον να είναι πλάσμα μεταγενεστέρων χρόνων.
2. Πρβλ. L. RADERMACHER εν Arch. f. Religw. 11 (1908) σ. 19, HEILER Gebet σ. 197, Μ. NILSSON εν Chantepie, Religionsgeschichte II σ. 284, SCHWENN Gebet und Opfer σ. 25
3. Έχομεν και περιπτώσεις, εις τα οποίας εύχεται κανείς εις τον θεόν κάτι καλόν υπέρ άλλου· και αυτό είνια έμμεσος ωφέλεια ευχόμενου, ο οποίος δι’ ένα οιονδήποτε λόγον π.χ. από ευγνωμοσύνη (Αισχ. Ικέτ. 625 εξξ.) από αγάπην κ.λ.π. επιθυμεί το καλόν του άλλου και αν εκπληρωθεί η ευχή θα αισθανθή ευχαρίστησιν.
4. Ομ. Α 37 κ. εξξ.
5. Ομ. Ζ 305 εξξ.
6. Πινδ. Ολ. Ι 75 εξξ. Πρβλ. και Αισχ. Επ΄τα 312 εξξ. - Βαθμιαίως η λ άρα απέκτησε και την έννοια της κατάρας, όπως την εννοούμε ημείς σήμερα. Η αρά των Λαβδακιδών και των Πελοπιδών δεν σχετίζεται με ορισμένη θεότητα· έτσι και ο Πέλοψ επί παράδειγμα καταράται τους υιούς του χωρίς να ζητά την εκπλήρωση από κανένα θεό (Ελλάνικος Fr. Gr. Hist. 4 F. 157 [42 Μ])· η ανάπτυξη της σημασίας αυτής είναι υστερογενής και απαντά στην παράδοση σχεδόν μόνο εις τα δύο αυτά γένη, τα κύπτοντα υπό το βάρος της προγονικής κατάρας· και η προγονική κατάρα όμως είναι νεοτέρα θρησκευτική αντίληψη. (Ιδέ. Ανώτ. σ. 3). Στην περίπτωση αυτή η αρά ταυτίζεται με την ερινύν (πρβλ. F. Blass εις την Εισαγωγή της εκδόσεως των Ευμενίδων (1907) σ. 2 εξ.
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σσ. 5-6
«Στις ευχές έχουμε κατά κανόνα προσφώνηση του θεού συνοδευόμενη από μία ή πολλές προσωνυμίες και κοσμητικά επίθετα, κάποτε και από την δήλωση των τόπων, όπου ο θεός λατρεύεται ή κατά προτίμηση διατρίβει (1):
(κισσοάραν θεὸν)
«Βρόμιον ὄν τ’ Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν
γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων…(2)
[Ἔλθ΄, ἄνα Δ]ιθύραμβε Βάκχ΄
ε[ὔιε, θυρσῆ]ρες, βραϊ-
τά, Βρόμιε…
εὐοῖ ὦ Ἰό[βακχ’ ὦ ἰὲ Παιά]ν (3)
Κλῦθί μευ (4), ἀργυρότοξ΄, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας,
Κίλλαν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις,
Σμινθεῦ…(5)
Λύκιε καὶ Δάλοι’ ἀνάσσων
Φοῖβε, Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων (6)»
Αρχικά και αυτή η απλή προσφώνηση του ονόματος του θεού είχε μαγική δύναμη και ο θεός καλούμενος με το όνομά του ήταν αναγκασμένος να υπακούσει. Για τον αφελή άνθρωπο το όνομα ταυτίζεται με τον φορέα του, δεν μπορεί να κάμει διάκριση μεταξύ του ονόματος, της λέξης και του προσώπου αυτού· επομένως ο κατέχων το όνομα του θεού, δεσπόζει και αυτού του ίδιου (4). Μπορεί όμως ο θεός να υπακούει εις ένα μόνο όνομα, το μέγιστον, το αληθινόν, το αυθεντικόν· (5) γι’ αυτό ο ευχόμενος απαριθμεί όλα τα ονόματα και επίθετά του, ώστε να είναι ασφαλής, ότι δεν παρέλειψε εκείνο, που πρέπει να ακουσθεί. Συγχρόνως ο θεός προσδιορίζεται καλύτερα και δεν μπορεί να ξεφύγει. Κατ’ ανάλογο αντίληψη αναφέρονται κατά σειρά και τα ονόματα όλων των τόπων, όπου είναι πιθανόν την στιγμή εκείνη να διατρίβει ο θεός, φυσικά εις πόλεις που κατ’ εξοχήν λατρεύεται ή του αρέσουν. Έτσι η ευχή τον βρίσκει, όπου και αν είναι, και δεν θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν την άκουσε, επειδή την στιγμή εκείνη διέτριβε αλλού (6).
Στις άρες εξ άλλου αρκετά συχνά κατά την προσαγόρευση του θεού μνημονεύεται και τα γένος αυτού:
«Κλῦθι, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, ἀτρυτώνη (7).
Χαῖρε Κυλλάνας ὀ μέδεις, σὲ γὰρ μοι
Θῦμος ὔμνην, τὸν κορύφαισ’ ἐν αὔταις
Μαῖα γέννα τῷ Κρονίδᾳ, μίγεισα παμβασίληϊ (8)»
Και η μνεία αυτής της καταγωγής είχε μαγική σημασία αρχικά (9) και αυτό συντελεί στον ακριβέστερο καθορισμό του θεού:όνομα, προσωνυμίες, επίθετα, γένος, τόπος διαμονής, με όλα αυτά ο θεός δένεται και η διαφυγή του είναι αδύνατη.
Είναι βέβαιο ότι στα χωρία, τα οποία αναφέραμε -πλην των μαγικών παπύρων- οι ποιητές δεν αισθάνονταν πλέον ούτε τα πολλά ονόματα και επίθετα, ούτε την απαρίθμηση των τόπων, ούτε την μνεία της καταγωγής ως μέσο εξαναγκασμού των θεών· πολύ προ του Ομήρου με τις νέες θρησκευτικές αντιλήψεις οι χρήσεις αυτές είχαν χάσει την μαγική του σημασία. Για τον Όμηρο και τους μετ’ αυτόν ποιητές όλα αυτά ήσαν εκδηλώσεις τιμής και σεβασμού (10), ακόμη περισσότερο μάλιστα, ακολουθούσαν περισσότερο την παράδοση, η οποία κατ΄ εξοχήν συντηρητική διατηρεί τα στοιχεία αυτά από αιώνες, χωρίς καλά καλά να σκέπτονται τον λόγο, δια τον οποίο τα εισήγαγαν και στην δική τους ποίηση. Ήδη στο έπος έχουν καταντήσει απλά τυπικά διακοσμητικά στοιχεία (11)
Σημειώσεις:
1. Πρβλ. Μένανδρ. Π. Επιδεικτ. (Rhet. Gr. Speng. III σ. 334, 27 εξξ.)
2. Πινδ’ απ. 75 στ. 10 εξ.
3. Φιλοδάμου Παιάν εις Διόνυσον (Diehl σ. 252( στ. 1 εξξ. (δ΄ αιών.). Για παραδείγματα άλλα δες Adami ενθ. σ. 221 εξξ. Ausfeld ενθ. αν. σ. 520 εξξ. G. Mayer, Die stilistiche Verwendung der Nominalkomposition im Griechischen εν Philologus Supplbd. XVI 3 (1923) σ. 50 εξξ. Πληθώρα επιθέτων και προσωνυμιών ευρίσκει κανείς εν γένει στους ύμνους, όπως επί παραδείγματι στους δελφικούς· στοςυ ορφικούς έχουμε κατάχρηση πλέον, αφού και ολόκληροι ύμνοι αποτελούνται από επικλήσεις μόνον. Κάποτε το πλήθος των επωνυμιών μιας θεότητας αντικαθίσταται με το «πολυώνυμος» απλώς: «Πολυώνυμε, Καδμείας ἄγαλμα νύμφας καὶ Διὸς βαρυβρεμέτα γένος» (σοφ. Αντιγ. 1115 εξξ. Ιδέ και Πινδ. Ισθμ. V. 1. Πρβλ. H. Usener, Goetternamen (1896) σ. 334 εξ. Άλλοτε, επειδή ο ευχόμενος δεν είναι βέβαιος ότι γνωρίζει όλα τα ονόματα - επίθετα του θεού ή και διότι δεν γνωρίζει διόλου περί τίνος θεού πρόκειται, προσεύχεται προς αυτόν, όποιος και αν είναι : «Ζεύς, ὅστις ποτ’ ἐστίν, εἰ τόδ’ αύτῷ φίλον κεκλημένω, τοῦτό νιν προσεννέπω» (Αισχ. Αγαμ. 160 εξ.) «Κλῦθι, ἄναξ, ὅτις ἐσσί πολύλλιστον δὲ σ’ ἱκάνω» (Ομ. Ε 445). Ιδέ Adami ενθ. ανωτ. Ausfeld [ De gr. Precationibus], εν. αν. σ. 518 [appel ενθ. αν. σ. 76 εξξ.], Norfen ενθ. αν. σ. 111 εξξ. W. Schmidt die Bedeutung des Namens σ. 33 εξ. F. Heiler Gebet σ. 153 και υποσ. 29, G. Meyer ενθ. αν. σ. 51. Πρβλ. και L. Daubner εν Chantepie Religionsgeschichte II σ. 455 εξ.
4. «Κλῦθι» σι αυτού ζητείται να προσελκυσθεί η προσοχή του θεού και δι αυτό συνηθέστατα απαντά τούτο στην αρχή της ευχής· ιδέ Adami ενθ. ανωτ. σ. 119, Schwenn Gebet und Opfer σ. 28. Πρβλ. και Heiler ενθ. ανωτ. σ. 58
5. Ομ. Α 37 εξξ.
6.Πινδ. Πυθ. Ι 39 εξξ. Ιδέ άλλα παραδείγματα εν Adami ενθ. ανωτ. 227 εξξ. Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 524 εξ. [Appel ενθ. ανωτ. σ. 114 εξ.], Norden ενθ. ανωτ. σ. 168 και υποσ. 2
7. Πρβλ. A. Abt Die Apologie des Apuleius (Rgvv IV 2) σ. 118 εξξ. C. Michel εν Philologie et linguistique, Melanges off. A L. Havet (1909) σ. 281 εξξ. Δι αυτό ο θεός των Ιουδαίων αποκρύπτει το όνομά του από τους ανθρώπους (Εξοδ. 3,1 3 εξ. 6,3) Πρβλ. E. Norden ενθ. ανωτ. σ. 217 εξ. H. Gunkeel, Das Marchen im alten Testament (1917) σ. 71, R. Hirzel, Das Marchen im alten Testament (1917) σ. 71, R. Hirzel ενθ. ανωτ. σ. 24 δι αυτό το μεγάλο όνομα, το πραγματικό του Αλλάχ είναι μόνο εις τους αποστόλους και προφήτες του Μωαμεθανισμού γνωστό (W. Schmidt ενθ. ανωτ. σ. 33). Και ο αιγυπτιακός θεός Re αποκρύπτει ρο κύριο όνομα, που του έδωκαν οι γονείς του, δια να μην μπορέσει κανένα μάγος να ασκήσει μαγική εξουσία εναντίων του (A. Erman, Aegypten und aegypt. Leben im Altertum (1885) σ. 361. Δι αυτόν το λόγο και η Ρώμη απέκρυπτε το πραγματικό της όνομα (Πλίν. 3,65)· εάν κανείς εχθρός το μάθαινε θα αποκτούσε συγχρόνως την δύναμη να καταστρέψει την πόλη. Η απλή προσφώνηση ήταν εν τούτοις πάντοτε αναγκαία για να καθορισθεί, σε ποιον θεό απευθύνονταν η προσευχή· και αν ακόμη δεν είχε προηγηθεί η μαγική περίοδος, ο θνητός έπρεπε πάντως να ονομάζει τον θεό, εις τον οποίο προσεύχονταν κάθε φορά. Εδώ δικαιούμεθα να ομιλούμε περί παράλληλης χρήσης μαγείας και προσευχής, όχι περί χρησιμοποιήσεως ενός παλαιού μαγικού στοιχείου υπό του ανθρωπομορφισμού.
8. Αυτό το βλέπουμε φανερά στους μαγικούς παπύρους, όπου η «γνῶσις τοῦ ὀνόματος» του θεού παίζει σημαντικό ρόλο: «ἑπίβλεψόν με τὸν εἰδότα σου τὸ ἀληθινὸν ὄνομα καὶ αὐθεντικὸν ὄνομα»
9. Δι αυτό τον λόγο προστίθεται ενίοτε εις την προσευχή η παρατήρηση ότι απευθύνονται προς τον θεό, με όποιο όνομα επιθυμεί να προσφωνηθεί: «ὦ Ζεῦ πάτερ ἢ ὅ τί σοι φίλον ὄνομα καὶ ὅπως ὀνομάζεσθαι» Ιουλ. Αυτοκρ. Λόγ. VII 231 Α. Πρβλ. Πλατ. Κρατυλ. 400 Ε. Μένανδρ. Π. Επιδεικτ. Rhet. Gr. Sp. III σ. 445, 25 εξξ. Ιδέ σ. 12 υποσ. 5
10. Πρβλ. H. Usener Goetternamen (1896) σ. 335 εξ, W. Kroll εν Rh. Mus. 52 (1897) σ. 346, A. Dieterich Mithrasliturgie (1903) σ. 110 εξξ. Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 518 εξξ. Wuensch εν Arch. F. Religw. VII (1904) σ. 98 εξ. Και εν R. E. IX 143 ε. λ. Hymnos H. Gunkel Das Moerchen im alten Hirzel Der Name εν Abhandl. Der soechsich. Gesellsch. der Wissensch. XXXVI (1918) σ. 17 εξξ. Th. Hopfner Griech. - Aegypt. Offenbarungszauber (Wessely Stud. z. Palaeogr. XXI (1921) Ι σ. 174 εξ. G. Meyer ενθ. ανωτ. 48 εξ. (Εν υποσ. 3 της σελ. 48 πλουσιότατη βιβλιογραφία δια τας αναλόγους πεποιθήσεις άλλων λαών), F. Dornseiff εν Vortroege der Bibl. Warburg 1924-1925 (1927) σ. 213 εξ.
11. Ομ. Ε. 155
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σσ. 12- 16
Άλλοτε ο παρακαλών ζητεί να εξερεθίσει τον θεόν αν δεν εκτελέσει το ζητούμενο, σημαίνει ότι δεν είναι θεός, ότι είναι άδικος κ.τ.λ.
Ζεῦ ξένι᾽, ὅρα τάδ᾽ εἰ γὰρ αὐτὰ μὴ βλέπεις,
ἄλλως νομίζῃ τὸ μηδέν ὤν θεός (1)
Ομοίως απευθύνεται ο Αμφίων προς τον πατέρα του Δία:
[σοὶ δ᾽ ὅς τ]ὸ λαμπρὸν ἀιθέρος ναίεις πέδον
[λέγω τ]οσοῦτον, μὴ γαμεῖν μὲν ἡδέως,
[γήμαν]τα δ᾽ εἶναι σοῖς τέκνοις [άνω]φελῆ·
[οὐ γὰρ κ]αλὸν τόδ᾽· ἀλλᾶ συμ[μαχεῖν φίλοις.
Πείθου... (2)
Σημειώσεις
1. Ευρ. Κυκλ. 354 εξ.
2. Ευρ. Αντιόπ., Supplem. Euripid v. Arnim σ. 18 στ. 11 εξξ. Άλλα παραδείγματα παρέχει ο Ausfeld ενθ. ανωτ. σ. 534. -΄Οταν ο θνητός μετά την αποτυχίαν του εις κάτι που επιχειρεί περί εκρήξεως οργής, όχι περί μέσου δια να επακούσει ο θεός: Ζεῦ πάτερ, οὔ τις σεῖο θεῶν ὀλοώτερος ἄλλος! (Ομ. Ιλ. Γ 365)- Εις τον Ευριπίδην απαντά συχνά μομφή κατά του θεού, αλλά και εκεί συνήθως δεν είναι μέσω εξερεθισμού, απλώς ο δραματικός εκφράζει την ατομική του πικρίαν δια την αδικίαν των πιστευομένων θεών, την παρατηρουμένην τόσο εις τους μύθους, όσον και εις την πραγματικότητα.
Πηγή: Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000, σελ. 20
[Περισσότερα πολύ ενδιαφέροντα για αυτές τις αρχαίες κατάρες στην σελίδα με τα αναθέματα]
Μα το θέμα δεν τελειώνει εδώ. Στο ίδιο το βιβλίο εις το οποίο ο Αναστασάκης Ραδάμανθυς δηλώνει τις λαθεμένες απόψεις του, ένας άλλος νεοπαγανιστής ανατρέπει το ίδιο αυτές, χρησιμοποιώντας τον Γκαίτε:
Μία θρησκεία που έτυχε της συμπάθειας πολλών δυτικοευρωπαίων φιλοσόφων όπως του Γκαίτε... Χαρακτηριστική είναι η εξομολόγηση του Γκαίτε:
Ηγόρασα μίαν τεράστιαν κεφαλήν του Διός. Την έβαλα στο κρεβάτι μου και άφησα το φως να πίπτει επάνω της κατά τρόπον κατάλληλον, ώστε να την βλέπω κάθε πρωΐαν φωτιζομένην και να της απευθύνω την προσευχήν μου. (Από την επιστημονική επιθεώρηση ΤΟ ΛΑΪΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΗΣ ΒΡΑΔΥΝΗΣ) (Πηγή: Μάριος Δημόπουλος, Η αναβίωση της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Ρ. Αναστασάκης, Μ. Βερέττας, Μ. Δημόπουλος, Μ. Καλόπουλος. Μ. Κιουλαφά, Π. Μαρίνης, Χ. Μήνη, Στ. Μυτιληναίος, Γ. Σπυρόπουλος, Ο. Τουτουνζή, Γ. Τσαγκρινός, Εισαγωγή Εύα Αυλίδου, Εκδόσεις Αρχέτυπο, Έκδοση Α΄ Απρίλιος 2002, Θεσσαλονίκη, σελίδα. 81)
Τα πολλαπλά και βαρυσήμαντα λάθη των νεοπαγανιστών για την αρχαία θρησκεία, την οποία υποτίθεται «αναβιώνουν» αποδεικνύουν πως:
1. Όντως όταν ομιλεί κανείς για νεοπαγανισμό, ομιλεί περί «νεοεποχίτικων σεχτών» και όχι αναβίωση της αρχαίας θρησκείας
2. Όταν οι ίδιοι οι νεοπαγανιστές θρησκευτείς δεν γνωρίζουν όσα διακηρύττουν ότι πρεσβεύουν, πώς είναι δυνατόν να γνωρίζουν και να μάχονται αυτά που δεν πρεσβεύουν; (βλέπε Ορθοδοξία)
Η σημασία της προσευχής & οι αντιστασιακοί νεοπαγανιστές
Πριν καταλάβει κανείς την σημασία της νεοπαγανιστικής αντίστασης κατά της προσευχής, θα πρέπει να εννοήσει την σημασία της χριστιανικής προσευχής. Λέγει ο ίδιος ο Χριστός εις τα Ευαγγέλια να ζητούμε την βασιλεία του Πατρός (1). Αυτή η ζήτηση εκ μέρους του πιστού εις τον Θεό είναι σπουδαία, διότι η βασιλεία του Θεού είναι ένα πολύ συγκεκριμένο πράγμα. Ο ίδιος ο Χριστός όταν ερωτήθηκε για την βασιλεία του Θεού και για το πότε έρχεται, δήλωσε πως η βασιλεία του Θεού δεν βλέπεται και δεν παρατηρείται με τους οφθαλμούς, όπως οι επίγειες, αλλά βρίσκεται μέσα μας (2), δηλαδή εντός της ψυχής και του σώματος. Το επαναλαμβάνει με διαφορετικό τρόπο ο Χριστός, όταν μαρτυρεί πως αν κανείς Τον αγαπά, τότε τηρεί όσα Εκείνος δίδαξε (3) και τότε ο Θεός ως Άγιο Πνεύμα κατοικεί εις το σώμα του πιστού (4). Η προσευχή είναι μια ακόμη παράκληση προς τον Θεό, όπως Εκείνος αποστείλει το Άγιο Πνεύμα Του εις το σώμα και την ψυχή του πιστού. Η κατοίκηση του Αγίου Πνεύματος εις τον πιστό, είναι τεραστίας σπουδαιότητας εφόσον το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που οδηγεί εις την Ανάσταση, ενώ η έλλειψη Του οδηγεί εις τον αιώνιο θάνατο και κολασμό της ψυχής (5). Κατόπιν αυτού, γίνεται φανερή η δαιμονική (αντίθεος) διδασκαλία των νεοπαγανιστών, οι οποίοι μη γνωρίζοντας όσα λέγουν (6), οδηγούν ανθρώπους εις την αποκοπή τους από το Άγιο Πνεύμα και την Αιώνιο Ζωή του μέλλοντος.
Σημειώσεις
1. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Στ΄ «9 Οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς· Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου·10 ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· ...»
2. Κατά Λουκάν, Κεφ. Ιζ΄ «20 Ἐπερωτηθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν Φαρισαίων πότε ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπεκρίθη αὐτοῖς καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μετὰ παρατηρήσεως, 21 οὐδὲ ἐροῦσιν ἰδοὺ ὧδε ἤ ἰδοὺ ἐκεῖ· ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν.»
3. Τηρεί και την προσευχή, βλέπε σημ. 1
4. Κατά Ιωάννη, Κεφ. Ιδ΄«23 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιησόμεν. 24 ὁ μὴ ἀγαπῶν με τοὺς λόγους μου οὐ τηρεῖ· καὶ ὁ λόγος ὃν ἀκούετε οὐκ ἔστιν ἐμὸς, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με πατρός.»
5. Προς Ρωμαίους, Κεφ. Η΄ «9 ὑμεῖς δὲ οὐκ ἐστὲ ἐν σαρκὶ, ἀλλ' ἐν πνεύματι, εἴπερ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν· εἰ δέ τις Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν αὐτοῦ. 10 εἰ δὲ Χριστὸς ἐν ὑμῖν, τὸ μὲν σῶμα νεκρὸν δι' ἁμαρτίαν, τὸ δὲ πνεῦμα ζωὴ διὰ δικαιοσύνην. 11 εἰ δὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ ἐγείραντος τὸν Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν οἰκεῖ ἐν ὑμῖν, ὁ ἐγείρας τὸν Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ζῳοποιήσει καὶ τὰ θνητὰ σώματα ὑμῶν διὰ τὸ ἐνοικοῦν αὐτοῦ Πνεύμα ἐν ὑμῖν. 12 Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, ὀφειλέται ἐσμέν, οὐ τῇ σαρκὶ τοῦ κατὰ σάρκα ζῆν· 13 εἰ γὰρ κατὰ σάρκα ζῆτε, μέλλετε ἀποθνῄσκειν· εἰ δὲ Πνεύματι τὰς πράξεις τοῦ σώματος θανατοῦτε ζήσεσθε»
6. Κατά Ματθαίον, Κεφ. Ιε΄ «14 ἄφετε αὐτούς· ὁδηγοί εἰσι τυφλοί τυφλῶν· τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται. »
Αριστερά: Μαρία Τζάνη, Καθηγήτρια Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών (Πηγή: Τηλεοπτικός Σταθμός Alter, εκπομπή «Οι Πύλες του Ανεξήγητου», θέμα «Ο χορός των δαιμόνων και οι εξορκισμοί», Σάββατο 05/11/2005)
Δεξιά: Δ. Ιατρόπουλος. Έντονες αντιδράσεις για τον Ροκ Σατανιστή (Πηγή: Σταθμός Alter, απογευματινό δελτίο ειδήσεων, Σάββατο 11 Ιουνίου 2004)
Βίντεο. Μέγεθος 16 Kb. Διάρκεια 13΄΄. Το δεύτερο που θέλω να πω και το θεωρώ ιεροσυλία πραγματικά κ. Χαρδαβέλλα, ένας Καζαντζάκης που αφορίστηκε και παραμένει αφορισμένος, από τον Χριστιανισμό. (Πηγή: Μαρία Τζάνη, Alter, εκπομπή Οι Πύλες του Ανεξήγητου, Σάββατο 09/04/2005)
Ο Νίκος Καζαντζάκης (Πηγή: http://www.medialab.panteion.gr:8080/papaki/archive/culture/aforismoi0305)
«ΜΙΛΗΣΑ» ΜΕ: τον Νίκο Καζαντζάκη:
Διάβασε ετούτο το κομμάτι από την «ΑΣΚΗΤΙΚΗ» μου. Και μετά, πες μου, ήτανε ποτέ δυνατό να μη σε αφορίσουνε οι παπάδες; Ήτανε ποτέ δυνατό να μη με ρουφιανέψει το τότε κατεστημένο στους Σουηδούς για να μη δώσουνε το Νόμπελ Λογοτεχνίας; «Ο Θεός μου δεν είναι πανάγαθος. Είναι γιομάτος σκληρότητα, άγρια δικαιοσύνη, και ξεδιαλέγει, ανήλεα το καλύτερο. Δε σπλαχνίζεται, δε νοιάζεται για ανθρώπους και ζώα, μήτε γι’ αρετές και ιδέες. Όλα ετούτα τ’ αγαπάει μία στιγμή, τα συντρίβει αιώνια και διαβαίνει. Είναι μία δύναμη που χωράει τα πάντα, που γεννάει τα πάντα. Τα αγαπάει, τ’ αγαπάει και τ’ αφανίζει. Κι αν πούμε: ο Θεός είναι ένας άνεμος ερωτικός που συντρίβει τα κορμιά για να περάσει, κι αναθυμηθούμε πως πάντα μέσα στο αίμα και στα δάκρυα, ανήλεα εξαφανίζοντας τ’ άτομα, δουλεύει ο έρωτας, τότε λίγο πιότερο προσεγγίζουμε το φοβερό του πρόσωπο». Να γιατί με κυνηγήσανε. Γιατί αυτός ο θεός ο δικός μου, είναι πολύ πιο κοντά εις τον Δία απ’ ότι στους δικούς τους ψευτοθεούς. Γιατί ο Θεός μου, είναι ερωτικός θεός, Έλληνας και μάλιστα αρχαίος! (Πηγή: Δημήτριος Ιατρόπουλος, Περιοδικό Ιχώρ, τεύχος 62, λόγου χάριν, σελίδα 83)
Μυθοπλάστες: Μαρία Τζάνη & Δημήτριος Ιατρόπουλος
Απάντηση: «Το ειρωνικό είναι ότι όπως αποκάλυψε η έρευνα της δημοσιογράφου Ελένης Κατσουλάκη χρόνια μετά, ο αφορισμός του Καζαντζάκη δεν ίσχυσε ποτέ στην πραγματικότητα, αφού δεν είχε υπογραφεί, όπως απαιτείται, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη.» (1)
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΦΥΛΑΚΕΙΟΝ
Ἀριθμ. Γραφ. 23
Τῇ Εὐγενεστάτῃ κυρίᾳ Ἑλένῃ Κατσουλάκη. Εἰς Aiken SC Χριστός Ἀνέστη!
Ληφθέν πρό ἡμερῶν, παρεπέμφθη εἰς τό Ἀρχειοφιλάκιον διά τά περαιτέρω τό, ἀπό τῆς 10ης τοῦ τρέχοντος μηνός Μαΐου, πρός τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνα, Ἀρχιγραμματεύοντα τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, γράμμα ὑμῶν, δι’ οὖ ἐρωτᾶτε ἐάν τό Οἰκουμνικόν Πατριαρχεῖον ἀφώρισε τόν λογοτέχνην Νικόλαον Καζαντζάκην, διά τό περιεχόμενον τῶν ἔργων του. Εἰς ἀπάντησιν, σεπτῇ ἐντολῇ, γνωρίζω ἡμῖν, ὅτι ἐρευνήσας μετά προσοχῆς τούς οἰκείους Κώδικας τοῦ Ἀρχείου, δέν άνεύρον τοιοῦτον ἀφορισμόν. Ἐπί δέ τούτοις, διαβιβάζων ὑμῖν τάς εὐχάς καί τήν εὐλογίαν τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχουν ἡμῶν, διατελῶ μετᾶ τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης καί εὐχῶν. Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Μαΐου 2003.
Ὁ Ἀρχειοφύλαξ † Οἰκονόμος Νικόλαος Πετροπέλλης |
Πηγή: http://mystica.gr/Kazantzakis_2.htm |
«Η κηδεία του έγινε στο Ηράκλειο
χωρίς εκκλησιαστική τελετή. Πάνω στον τάφο του είχε ζητήσει να αναγραφεί η
γνωστή βουδιστική φράση: «Δεν
ελπίζω τίποτα, δε φοβάμαι τίποτα. Είμαι
ελεύθερος».»
Προς Ρωμαίους Κεφ Η΄ «20 τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ' ἐλπίδι 21 ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.», δουλεία εις την οποία υποτάχθηκε και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Σημειώσεις
1. http://www.medialab.panteion.gr:8080/papaki/archive/culture/aforismoi0305
2. Ό.π.
Σύμφωνα με τα παραπάνω:
1. Το ανάθεμα αποτελεί αποβολή και αναφέρεται σε όσους ήσαν Χριστιανοί και ξεκίνησαν να νοθεύουν την διδασκαλία της Εκκλησίας με δοξασίες ξένες προς αυτήν όπως Εθνικές ή αιρετικές. Εφαρμόστηκαν ελάχιστες φορές προς συγκεκριμένα πρόσωπα που άλλωστε πρώτα αυτά αυτοβούλως αποκόπηκαν από τις διδαχές της Εκκλησίας.
2. Τα αναθέματα δεν είναι κατάρες και δεν επιχειρείται η επιδίωξη του κακού όπως ανάλογα συμβαίνει με τις αρχαιοελληνικές κατάρες.
3. Τα αναθέματα αναφέρονται σε ψευτοδιδασκάλους, σύμφωνα με την Εκκλησία, ανεξάρτητα από έθνος. Αν υπάρχουν περισσότερες αναφορές στις δοξασίες των Ελλήνων από ότι σε άλλους, αυτό οφείλεται στο ότι η Εκκλησία στο πέρασμα του χρόνου διαφύλαξε και είχε στην κατοχή της αυτούσια Ελληνικά Εθνικά θρησκευτικά κείμενα, από τα οποία έπρεπε να διαφυλάξει τους πιστούς ορίζοντας τα πλαίσια της ορθής (Ορθοδόξου) πίστης
4. Συγκεκριμένα για τους Έλληνες σοφούς δεν αναθεματίζονται (εξοβελίζονται) όλες οι απόψεις τους αλλά μόνο ορισμένες που δεν είναι σύμφωνες με την διδασκαλία της Εκκλησίας ή και που είναι ανήθικες. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Πλάτωνας του οποίου απόψεις για την ψυχή ασπάσθηκε η Ορθοδοξία ενώ άλλες όπως η μετεμψύχωση απόρριψε.
5. Ανάλογες πρακτικές με τους αναθεματισμούς, αλλά πιο βίαιες από εκείνες της Ορθοδοξίας, είχαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι όπως φαίνεται στην σχολή του Πυθαγόρα.
6. Τα αναθέματα πρόσφεραν στην ορθότητα, στην διαφύλαξη της πίστης και στην ενότητα του Έθνους όπως ανάλογα προσέφεραν οι κατάρες των Αμιφικτιονιών στην ενότητα και στις τάσεις «μονοθεϊστικής προτίμησης» των αρχαίων.
7. Οι κατηγορίες των νεοΕθνικών, πως δηλαδή τα αναθέματα της Εκκλησίας στρέφονται κατά των Ελλήνων, είναι πέρα για πέρα αναληθή ενώ από την άλλη πλευρά παραβλέπονται οι δεήσεις της ελληνο-Ορθοδόξου Εκκλησίας υπέρ του φιλόΧριστου μας έθνους.
8. Η αγία Εκκλησία καταδικάζει ορισμένα ασεβή κι ανόητα δόγματα των ειδωλολατρών, αλλά όπως βλέπει κανείς δεν απορρίπτει τα γράμματα και τα μαθήματα τους, όταν χρησιμοποιούνται για μόρφωση και παιδεία, τα οποία άλλωστε και διέσωσε με πολύ κόπο και προσπάθεια. Οι νεοΕθνικοί αδυνατούν να κάνουν αυτό τον διαχωρισμό για να μην πούμε μάλλον ότι προτιμούν τα ανόητα πιστεύω από την σοφία. Ας μάθουν τον διαχωρισμό τουλάχιστον από τους Έλληνες φιλοσόφους και ποιητές, τους οποίους κι οι Χριστιανοί θαυμάζουν στα σημεία που πρέπει. Πολλοί από τους διδασκάλους της Εκκλησίας (Ωριγένης, Δίδυμος κλπ) παρασύρθηκαν από τα δόγματα αυτά, και κατάντησαν να υποστηρίζουν ότι οι ψυχές προϋπήρχαν και σαν τιμωρία μπήκαν σε σώματα και ότι θα γίνει αποκατάσταση των πάντων, δηλαδή ότι η κόλαση θα έχει τέλος. Τα περισσότερα από αυτά τα δόγματα καταδικάστηκαν στην 5η Οικουμενική Σύνοδο.
Οι αρχαιοκάπηλοι νεοΕθνικοί, που ουδεμία γνώση έχουν της αρχαιότητας, όχι μόνον κατηγορούν ασύστολα την Ορθοδοξία αλλά φορώντας τις ειδωλολατρικές παρωπίδες παραβλέπουν πως στην αρχαιότητα υπάρχουν παρόμοιες αποβολές ως τα χριστιανικά αναθέματα, όπως λ.χ. στην σχολή του Πυθαγόρα, αλλά επιπρόσθετα, υπήρχαν και αρχαίες κατάρες, που επιθυμούσαν το κακό προς τους καταραμένους ή τον καταραμένο. Δηλαδή επιθυμούσαν να πάθει κανείς κάτι και αυτές οι θρησκευτικές κατάρες, όχι αναθέματα, εκτοξεύονται προς ολόκληρα γένη, φυλές, παιδιά και πόλεις της αρχαίας μας πατρίδος.
Ελληνική Θρησκεία, Εκκλησία των Ελλήνων στο Θρήσκευμα (Πηγή Φώτο: http://www.hellenicreligion.gr 27/11/2003)
Ακόμη και ο πιο άνευ σκέψεως, φανατικός και αυτοαναιρούμενος διαδυκτιακός τόπος νεοΕθνικών αναφέρει και παρουσιάζει ξεκάθαρα στην «διαφήμισή» του, αυτό που δεν έχει εννοήσει ο νεοελληνικός λαός: «Ελλήνων στο Θρήσκευμα». Φυσικά μήτε στην παιδεία μήτε στην καταγωγή, μήτε στην πατρίδα, μήτε προς την σκέψη ή τίποτα άλλο. Τώρα πώς βαπτίζεται και με ποιες αποδείξεις, η αρχαία θρησκεία των Πελασγών με τις Αιγυπτιακές προσμίξεις ως αυστηρώς Ελληνική και συνταυτίζεται ή χρησιμοποιείται με την σημερινή εθνολογική έννοια του όρου περί αποδείξεως μιας υπερήφανης συνέχειάς των μέσα στους αιώνες, αυτοί και δηλαδή οι μη έχοντες λογική και παιδεία, το γνωρίζουν.
Οι Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, Μονή Φιλανθρωπινών, Νότιος Εξωνάρθηκας, Νότιο-δυτικός τοίχος, Ιωάννινα. (περισσότερα σχετικά με το θέμα βλέπε Κ. Σπετσιέρη, «Εικόνες Ελλήνων φιλοσόφων εις εκκλησίας στην Ε.Ε. της Φιλ. Σχ. Του Παν. Αθηνών, τ. 14, 1963/1964, σ. 386-458. Πρβλ. V. Grecu, Darstellungen altheidnischer Denker in der Kirchenmalerei des Morgenlandes) στο Bulletin de l‘ Academie Roumaine, sect. hist., XI, 1924. Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμ. Β΄: Οι ιστορικές βάσεις της Νεοελληνικής Κοιωνίας και Οικονομίας, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 291 ε.ε.)
Οι Έλληνες «προφήτες» που αναπήδησαν από τον Εθνισμό έλαβαν τουλάχιστον και μια μορφή τιμής στην ελληνική Ορθοδοξία…αναρωτιέται κανείς ποιοι Χ.Ο. Έλληνες Άγιοι ή Πατέρες έλαβαν έστω και μια μορφή τιμής από τον νεοελληνικό Εθνισμό… ή είναι όλοι άξιοι ύβρεων και συκοφαντίας;
Εγκυκλοπαίδειες
1. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τόμοι Δ΄, ΙΒ΄, ΙΓ΄
2. Brandis, Ιστορία της Ελληνορωμαϊκής Φιλοσοφίας
3. Hittinger, Apologie ΙΙ
4. Θ.Η.Ε., τομ. 10
Περιοδικά
1. Δαυλός, τεύχη 132, 192, 227, 247
2. Περιοδικό «Τρίτο Μάτι», τεύχη 95, 142
3. Ιστορικά θέματα, τεύχος 22
4. Ιχώρ, τεύχη 22, 62
Βιβλία
1. Τα αρχεία της χαμένης Γνώσης, Παναγιώτης Α. Τουλάτος
2. Κ. Σπετσιέρη, Εικόνες Ελλήνων Φιλοσόφων, Αθήνα 1964
3. Ν. Βασιλειάδη « Ο ανθρωπισμός του Χριστιανισμού» Αθήναι 1986
4. P. Nilsson, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Αθήναι 1977
5. Άραι, Ι. Θ. Κακριδή, εκδόσεις Ιδεοθέατρον Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000
6. Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Απολογηταί ΙΙ, Τατιανός Αθηναγόρας, Πατερικές Εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς, Επόπτης Εκδόσεως Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Καθηγητής Πανεπιστημίου & Επιμελητής Ελευθέριος Γ. Μερετάκης, Πτυχιούχο Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1986
7. Ελληνισμός και Ορθοδοξία, προσεγγίσεις στην Ελληνική ταυτότητα, π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνος, εκδόσεις Παρουσία, Αθήνα 1998
8. 15 Εσταυρωμένοι & Αναστημένοι σωτήρες», εκδόσεις Δαδούχος, Θεσσαλονίκη 2003
9. Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων, [ed. H S Long, Oxford 1964]
10. Σέξτος Εμπειρικός, Πυρρώνειοι υποτυπώσεις Β (ιγ΄-κβ΄)- Γ, Άπαντα, τόμ. 2, μτφρ. Αναστασία-Μαρία Καραστάθη, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1998
11. Η αναβίωση της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Ρ. Αναστασάκης, Μ. Βερέττας, Μ. Δημόπουλος, Μ. Καλόπουλος. Μ. Κιουλαφά, Π. Μαρίνης, Χ. Μήνη, Στ. Μυτιληναίος, Γ. Σπυρόπουλος, Ο. Τουτουνζή, Γ. Τσαγκρινός, Εισαγωγή Εύα Αυλίδου, Εκδόσεις Αρχέτυπο, Έκδοση Α΄ Απρίλιος 2002, Θεσσαλονίκη
12. Άραι, Ι.Θ. Κακριδής, εκδόσεις Ιδεοθέατρον, Ραδάμανθυ Αναστασάκη, Αθήνα 2000
Αρχαίοι Συγγραφείς
01. Κικέρων, De divin. II, De natura Deor., Qu. Tuscul. Ι
02. Ξενοφ. Απ.
03. Αριστ., Μεταφ
04. P. Decharme, «Ελληνική Μυθολογία»
06. Ηροδότου Ιστορίαι Ι
07. Στοβ. Ανθ. 91
09. Πινδ. Ολυμ.
10. Ξενοφ. Απομν.
11. Ευρ., Ηρακλ. Μαιν., Βαλλεροφ
12. Πλάτωνος Πολ., Νόμ.
13. Ιουστ. Α΄ Απολ.
14. Κλήμης Αλεξανδρεύς, Προτρεπτ.
15. Μένανδρος
16. Φιλόδαμος
17. Σοφοκλής
18. Αισχύλος
19. Απολλόδωρος
Λεξικά
1. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, του Κέντρου Λεξικολογίας υπό του Καθηγητού Γ. Δ. Μπαμπινιώτη
Διαδίκτυο
1. http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/chrysostom_liturgy3.htm
2. http://www.mikrosapoplous.gr/dl/dl.html
3. http://www.medialab.panteion.gr:8080/papaki/archive/culture/aforismoi0305
4. http://mystica.gr/Kazantzakis_2.htm
Τηλεοπτικοί Σταθμοί
1. «Alter», Εκπομπή «Χωρίς Μοντάζ ΙΙ», Σάββατο 07/02/2004, «Οι Πύλες του Ανεξήγητου», θέμα «Ο χορός των δαιμόνων και οι εξορκισμοί», Σάββατο 05/11/2005, Σάββατο 09/04/2005, απογευματινό δελτίο ειδήσεων, Σάββατο 11 Ιουνίου 2004
Επιπλέον Βιβλιογραφία
1. G. Mayer, Die stilistiche Verwendung der Nominalkomposition im Griechischen εν Philologus Supplbd. XVI 3 (1923)
2. L. Daubner εν Chantepie Religionsgeschichte II
3. A. Abt Die Apologie des Apuleius (Rgvv IV 2)
4. C. Michel εν Philologie et linguistique, Melanges off. A L. Havet (1909)
5. H. Gunkeel, Das Marchen im alten Testament (1917)
6. R. Hirzel, Das Marchen im alten Testament (1917)
7. A. Dieterich Mithrasliturgie (1903)
8. H. Usener Goetternamen (1896)
9. Wuensch εν Arch. F. Religw. VII (1904)
10. Hymnos H. Gunkel Das Moerchen im alten Hirzel Der Name εν Abhandl. Der soechsich. Gesellsch. der Wissensch. XXXVI (1918)
11. Th. Hopfner Griech. - Aegypt. Offenbarungszauber (Wessely Stud. z. Palaeogr. XXI (1921)
12. F. Dornseiff εν Vortroege der Bibl. Warburg 1924-1925 (1927)