Είναι ιδιαίτερα λυπηρό να προσπαθούν μερικοί νεοπαγανιστές να βάλουν εναντίον τού Χριστιανισμού. Ποιος θα το φανταζόταν ότι μετά 20 ολόκληρους αιώνες ζωής τού Χριστιανισμού, μετά την εξάπλωση τής διδασκαλίας τού Ευαγγελίου στο μεγαλύτερο τμήμα τής Οικουμένης, μετά την ιστορική συμπόρευση Ελληνισμού και Χριστιανισμού, θα εμφανίζονταν στη σύγχρονη Ελλάδα μερικοί συμπατριώτες μας που εν ονόματι τού Ελληνισμού, τής ελληνικότητας και τής Ελλάδας θα στρέφονταν συλλήβδην εναντίον τής χριστιανικής θρησκείας, καλώντας σε επιστροφή στη λατρεία των ειδώλων, στην ειδωλολατρία, στον παγανισμό και στον πολυθεϊσμό! Με κάποιες πρόσφατες νεοπαγανιστικές απόψεις που έχουν διατυπωθεί τα τελευταία χρόνια, δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να χαμογελάσει πικρά για όσα λένε αυτοί οι νοσταλγοί ενός «θρησκευτικού αττικισμού» ή αν πρέπει να προβληματιστεί σοβαρά για τα ακραία αναχρονιστικά φαινόμενα ορισμένων φιλόδοξων αμαθών ή ημιμαθών, οι οποίοι μέσα σε ένα κλίμα σύγχυσης φρενών που παρατηρείται σε ορισμένες εκφάνσεις τής σύγχρονης ζωής εκλαμβάνουν τη χριστιανική πίστη ως εχθρό των διδαγμάτων, των αρχών και των αξιών τού Ελληνισμού. Υπάρχουν δηλ. σήμερα, στις αρχές τού 21ου αιώνα, συμπατριώτες μας, ελάχιστοι ευτυχώς, μερικοί από τους οποίους αποτελούν γραφικές μάλλον φιγούρες, που υποστηρίζουν ότι εχθρός τού Ελληνισμού υπήρξε και είναι ακόμη και σήμερα ο Χριστιανισμός και ότι όποιος πιστεύει στις αξίες και τα ιδανικά τού Ελληνισμού είναι αυτομάτως αντίθετος προς τον Χριστιανισμό, που ως θρησκεία υπέσκαψε και έβλαψε τον Ελληνισμό! Το αποκορύφωμα αυτής τής φαεινής «σύλληψης» είναι ότι η αποδοχή τού Ελληνισμού συνδέεται αυτομάτως με την απόρριψη τής χριστιανικής θρησκείας και ότι περαιτέρω προϋποθέτει επιστροφή στην αρχαία ελληνική θρησκεία, δηλ. επιστροφή σε μια πολυθεϊστική ανθρωπομορφική αντίληψη τού θείου, σε ό,τι είναι γνωστό ως «Δωδεκάθεο». Πρόκειται για μια αντίληψη που πολιτισμικά για την πορεία τού Ελληνισμού συμπίπτει, στην πράξη, με το ναυτικό παράγγελμα «πίσω ολοταχώς»! Αυτός ο φολκλορικός «ελληνισμός της χλαμύδας», όταν περνάει σε τελετές αναβίωσης τής αρχαίας λατρείας των Ολυμπίων θεών με ανάλογη ενδυμασία, ύμνους και σύμβολα (δάδες, θυσίες ζώων κ.τ.ό.), ταυτίζει ανεπίτρεπτα και ανιστόρητα τον Ελληνισμό με φαιδρές καταστάσεις. Μπορεί μάλιστα να πάρει και τη μορφή κωμικοτραγικής πρόκλησης, όταν «ζητείται πίσω» ο Παρθενώνας, για να αποτελέσει τον επίσημο ναό τής νεοπαγανιστικής λατρείας!
Όσο αυτή η νεοπαγανιστική αντίληψη είναι απλώς μια ευφάνταστη σύλληψη μερικών αρνητών τής χριστιανικής διδασκαλίας, που τους κάνει αναχρονιστικούς νοσταλγούς τού αρχαίου κόσμου, ενός κόσμου που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, το θέμα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Όταν όμως ταυτίζεται στο μυαλό κάποιων με την απόδοση τιμής προς τον Ελληνισμό και με την ανιστόρητη παραδοχή ότι Ελληνισμός και Χριστιανισμός υπήρξαν δύο αγεφύρωτα εχθρικοί κόσμοι, τότε πρόκειται για έμμονη ιδέα που καταλήγει σε επικίνδυνη έως ύποπτη πολιτισμική παραχάραξη μιας ιστορικής πραγματικότητας. Η πραγματικότητα είναι ότι ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός, δύο μεγάλα πολιτισμικά μεγέθη, που ξεκίνησαν πράγματι με σύγκρουση κατόρθωσαν να περάσουν ήδη από τους πρώτους μεταχριστιανικούς χρόνους σε μια θαυμαστή, ιστορικά τεκμηριωμένη, συμπόρευση, η οποία στηρίχθηκε σε αναγνώριση τού συμπληρωματικού χαρακτήρα των δύο πολιτισμικών μεγεθών από τους ίδιους ανθρώπους, τους Έλληνες χριστιανούς. Αυτό επιτεύχθηκε με πρωτοβουλία μεγάλων Πατέρων τής Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, οι οποίοι είχαν σπουδάσει στη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών και γνώριζαν εις βάθος τη σημασία των ελληνικών γραμμάτων, τής ελληνικής γλώσσας και τής ελληνικής σκέψης και οι οποίοι πίστευαν και δίδασκαν ότι ο Χριστιανός έχει πολλά να κερδίσει από τη μελέτη των ελληνικών κειμένων. Η διδασκαλία περί αθανασίας τής ψυχής, καθώς και οι ηθικές αξίες που αναδύονταν μέσα από τα κείμενα των μεγάλων τραγωδών, ακόμη και μέσα από την ποίηση (μην ξεχνάμε πως ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ήταν και μεγάλος ποιητής) δεν διέφευγαν την προσοχή των Πατέρων που είναι γνωστό ότι γνώριζαν βαθιά την ελληνική φιλοσοφία, τη ρητορική και την ελληνική σκέψη και παιδεία γενικότερα. Τιμούν και διδάσκονται οι Πατέρες από τον ορθό λόγο των αρχαίων Ελλήνων, ενώ προσπερνούν τη μυθολογία τους όσο αντανακλά τις ανθρώπινες αδυναμίες τού Δία ή της Ήρας ή διαφόρων μυθολογικών ηρώων.
Έτσι ένιωθαν, για να συνεχίσουμε την ιστορική περιπλάνηση, και ο Φώτιος και ο Αρέθας και ο Ευστάθιος, αυτές οι μεγάλες μορφές τής Εκκλησίας και των γραμμάτων τού Βυζαντίου, όταν μελετούσαν, παρέπεμπαν ή μιλούσαν για τους αρχαίους. Και εκκλησιαστικοί άνδρες τού διαμετρήματος ενός Ευγένιου Βούλγαρη, ενός Νεόφυτου Δούκα, ενός Άνθιμου Γαζή ή ενός Κωνσταντίνου Οικονόμου ή ενός Νεόφυτου Βάμβα έτσι ένιωθαν όταν χρησιμοποιούσαν τα ελληνικά γράμματα και τα ελληνικά κείμενα για να συμβάλουν στον φωτισμό τού σκλαβωμένου Γένους. Γι' αυτό είναι ιδιαίτερα λυπηρό και άδικο να προσπαθούν μερικοί, ελάχιστοι το ξαναλέω, νεοπαγανιστές να βάλουν εναντίον τού Χριστιανισμού εν ονόματι δήθεν τού Ελληνισμού! Να αγνοούν μια ιστορική πραγματικότητα που πέρασε μέσα από την Παιδεία και την Εκπαίδευση των Ελλήνων, αυτή τής «αλληλοπεριχώρησης» Ελληνισμού και Χριστιανισμού, και να προβάλλουν ψευδοδιλλήματα που ξεπέρασε ο Ελληνισμός στον ιστορικό του βίο με ελάχιστες αποκλίσεις μερικών φανατικών ένθεν κακείθεν που όμως δεν επηρέασαν τη συμπόρευση. Ας απομονωθούν αυτές οι φωνές και ας μην προβάλλονται από ανυποψίαστους υπεύθυνους τηλεοπτικών σταθμών, που στον βωμό τής θεαματικότητας αναζητούν πάσης μορφής «θέαμα». Για τους γνωρίζοντες, όσοι αγαπάμε και έχουμε αγωνισθεί για τα ελληνικά γράμματα, τη διατήρηση και τη διάσωσή τους, υπάρχουν τόσα πεδία αγώνα για την ανάδειξη και αξιοποίηση των αρχών τού Ελληνικού πολιτισμού, ιδίως στον χώρο τής Ευρώπης που πρέπει να συνειδητοποιήσει τις πνευματικές ρίζες της, ώστε να μην περισσεύουν χρόνος και δυνάμεις για ψευδοκηρύγματα και ψευδοδιλλήματα τα οποία, αν βρουν σοβαρούς υποστηρικτές, ευτελίζουν τελικά τον ίδιο τον Ελληνισμό.
Ο χαιρετισμός του «θεού ήλιου» πάνω από το Στόουνχετζ
Στο άρθρο μου (στο BHMA τής 3ης Αυγούστου) με τίτλο «Νεοπαγανισμός: πίσω ολοταχώς!» επισήμανα ότι «Υπάρχουν σήμερα, στις αρχές τού 21ου αιώνα, συμπατριώτες μας, ελάχιστοι ευτυχώς [...] που υποστηρίζουν ότι εχθρός τού Ελληνισμού υπήρξε και είναι ακόμη και σήμερα ο Χριστιανισμός και ότι όποιος πιστεύει στις αξίες και τα ιδανικά τού Ελληνισμού είναι αυτομάτως αντίθετος προς τον Χριστιανισμό, που ως θρησκεία υπέσκαψε τον Ελληνισμό! Το αποκορύφωμα αυτής τής φαεινής «σύλληψης» είναι ότι η αποδοχή τού Ελληνισμού συνδέεται αυτομάτως με την απόρριψη τής χριστιανικής θρησκείας και ότι περαιτέρω προϋποθέτει επιστροφή στην αρχαία ελληνική θρησκεία, δηλ. επιστροφή σε μια πολυθεϊστική ανθρωπομορφική αντίληψη τού θείου, σε ό,τι είναι γνωστό ως «Δωδεκάθεο». Έγραψα ότι «Πρόκειται για μια αντίληψη που πολιτισμικά για την πορεία τού Ελληνισμού συμπίπτει, στην πράξη, με το ναυτικό παράγγελμα "πίσω ολοταχώς!"» και ότι «Αυτός ο φολκλορικός «ελληνισμός τής χλαμύδας», όταν περνάει σε τελετές αναβίωσης τής αρχαίας λατρείας των Ολυμπίων θεών με ανάλογη ενδυμασία, ύμνους και σύμβολα (δάδες, θυσίες ζώων κ.τ.ό.) ταυτίζει ανεπίτρεπτα και ανιστόρητα τον Ελληνισμό με φαιδρές καταστάσεις». Η θέση που υποστήριξα τελικά είναι ότι «ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός, δύο μεγάλα πολιτισμικά μεγέθη, που ξεκίνησαν πράγματι με σύγκρουση κατόρθωσαν να περάσουν ήδη από τους πρώτους μεταχριστιανικούς χρόνους σε μια θαυμαστή, ιστορικά τεκμηριωμένη, συμπόρευση, η οποία στηρίχθηκε σε αναγνώριση τού συμπληρωματικού χαρακτήρα των δύο πολιτισμικών μεγεθών από τους ίδιους ανθρώπους, τους Ελληνες Χριστιανούς». Και αναφέρθηκα στη στάση απέναντι στα ελληνικά γράμματα εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων όπως οι Πατέρες M. Βασίλειος και Γρηγόριος ο Θεολόγος ή όπως ο Φώτιος, ο Αρέθας και ο Ευστάθιος στο Βυζάντιο ή όπως οι διδάσκαλοι τού Γένους Ευγένιος Βούλγαρις, Νεόφυτος Δούκας, Ανθιμος Γαζής, Κωνσταντίνος Οικονόμος, Νεόφυτος Βάμβας, μεγάλες μορφές τού Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Και κατέληξα στο άρθρο μου ότι «Για τους γνωρίζοντες, όσοι αγαπάμε και έχουμε αγωνισθεί για τα ελληνικά γράμματα, τη διατήρηση και τη διάσωσή τους, υπάρχουν τόσα πεδία αγώνα για την ανάδειξη και αξιοποίηση των αρχών τού ελληνικού πολιτισμού, ιδίως στον χώρο τής Ευρώπης, η οποία πρέπει να συνειδητοποιήσει τις πνευματικές ρίζες της, ώστε να μη περισσεύουν χρόνος και δυνάμεις για ψευδοκηρύγματα και ψευτοδιλήμματα τα οποία, αν βρουν σοβαρούς υποστηρικτές, ευτελίζουν τελικά τον ίδιο τον Ελληνισμό».
Το άρθρο μου αυτό έδωσε αφορμή (το περίμενα άλλωστε) σε άμεσους ή έμμεσους υποστηρικτές (σημ: δες σύνδεσμο περί Υ.Σ.Ε.Ε.) τού Νεοπαγανισμού, οι περισσότεροι αποφεύγουν ή ντρέπονται (;) να το παραδεχθούν, να πουν κυρίως τα εξής:
α) να εκφράσουν συγκρατημένα ή ασυγκράτητα το μίσος τους εναντίον τής Χριστιανικής πίστης,
β) να υπεραμυνθούν τής αξίας και τής προσφοράς τού ελληνικού πολιτισμού,
γ) να αναφερθούν σε πράξεις εχθρικές μεμονωμένων Χριστιανών ή και ομάδων Χριστιανών (φανατικών μοναχών) εναντίον των υποστηρικτών τής θρησκείας τού Δωδεκαθέου,
δ) να συνδέσουν -είναι χαρακτηριστικό αυτό- τη χριστιανική πίστη με τον Εβραϊσμό (διάβαζε σιωνισμό) μιλώντας για εβραιοχριστιανική θρησκεία, και
ε) να μιλήσουν για καταπάτηση τής ελευθερίας τής θρησκευτικής συνειδήσεως (τού δικαιώματός τους να πιστεύουν στο Δωδεκάθεο).
Μια σύντομη τοποθέτηση πρώτα-πρώτα απέναντι σ' αυτές τις απόψεις. Θα ήμουν ο τελευταίος -εκ νοοτροπίας και πικρών εμπειριών- που θα αμφισβητούσα το δικαίωμα κάθε Έλληνα πολίτη να πιστεύει ελεύθερα σε ό,τι τού υπαγορεύει η συνείδησή του, έστω κι αν αυτό είναι ο Δίας και η Ήρα ή ο Παν, έστω κι αν αυτό συγκρούεται με τη γενικότερη πεποίθηση τού ελληνικού λαού που -όπως είναι γνωστό και μοναδικό στην Ευρώπη- είναι σε συντριπτικό ποσοστό ομόδοξοι, Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Είναι επίσης γνωστό -το γράφω και ο ίδιος στο προηγούμενο άρθρο μου- ότι αρχικά υπήρξε σφοδρή σύγκρουση μεταξύ Χριστιανισμού και Ελληνισμού στο πεδίο τής θρησκευτικής πίστης και ορισμένων μορφών συμπεριφοράς και επιλογών ζωής, σύγκρουσης που οδήγησε σε έκτροπα, σε διώξεις, επιθέσεις και ακρότητες μερικών φανατικών, είτε από την πλευρά των οπαδών τής αρχαίας ελληνικής θρησκείας είτε από τη μεριά των Χριστιανών. Αυτά είναι γνωστά και ούτε ο γράφων ούτε άλλος κανείς μπορεί να τα αμφισβητήσει. Το θέμα είναι ότι αυτή η σύγκρουση ξεπεράστηκε και ότι Ελληνισμός και Χριστιανισμός συμπορεύτηκαν ιστορικά παίρνοντας και δίνοντας ο ένας στον άλλον. Με μια χριστοκεντρική θεώρηση των ελληνικών γραμμάτων (τής «θύραθεν» ή «έξωθεν» παιδείας) ο M. Βασίλειος διακηρύττει «ουκ άχαρι γε μην ουδέ την θύραθεν σοφίαν περιβεβλήσθαι» και προτρέπει τους νέους (στην ομιλία του «Προς τους Νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων») «και ποιηταίς και λογοποιοίς και ρήτορσι και πάσιν ανθρώποις ομιλητέον, όθεν αν μέλλη προς την τής ψυχής επιμέλειαν ωφέλειά τις έσεσθαι». Ο δε Γρηγόριος ο Θεολόγος δηλώνει ρητά ότι ο Χριστιανισμός χρειάζεται και την ελληνική (κοσμική) μόρφωση και ψέγει όσους Χριστιανούς την περιφρονούν: «αλλά και την έξωθεν, ην οι πολλοί χριστιανών διαπτύουσιν, ως επίβουλον και σφαλεράν και θεού πόρρω βάλλουσαν, κακώς ειδότες [...] και τούτων, το μεν εξεταστικόν τε και θεωρητικόν (το φιλέρευνο και το θεωρητικό πνεύμα) εδεξάμεθα [...]Ούκουν ατιμαστέον την παίδευσιν (ενν. την ελληνική), ότι τούτο δοκεί τισιν (γιατί έτσι νομίζουν μερικοί)». Και μια διαφορά που αξίζει να επισημανθεί: ούτε Σταυροφορίες ούτε Ιερά Εξέταση ούτε μορφές απόλυτης εξουσίας αναπτύχθηκαν στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία έμεινε προσηλωμένη στις αρχές και τις θέσεις διδασκαλίας των Πατέρων και στην παράδοση που θεμελιώθηκε από αυτούς σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στη Χριστιανική Δύση - χωρίς, βεβαίως, να λείψουν και ορισμένες, ατομικές κυρίως περιπτώσεις, απόκλισης από την ορθόδοξη μορφή χριστιανικής συμπεριφοράς. Ως προς τον μειωτικό χαρακτηρισμό «εβραιοχριστιανική θρησκεία», είναι μεν ορθό ότι η Καινή Διαθήκη έχει συχνή αναφορά στην Παλαιά Διαθήκη και στον κόσμο τής Π. Διαθήκης, που έχει ως επίκεντρο τον λαό τού Ισραήλ (τους Εβραίους), αλλά η K. Διαθήκη και όλη η χριστιανική διδασκαλία υπερβαίνει εξ ορισμού τον παλαιό κόσμο και τον παλαιό άνθρωπο, για να δημιουργήσει τον νέο άνθρωπο με αναφορά όχι πλέον στους Εβραίους αλλά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Επομένως ο σκόπιμος -με ρατσιστικές προεκτάσεις και απηχήσεις- χαρακτηρισμός τού Χριστιανισμού ως «εβραϊκού» και αστήρικτος είναι και αφήνει να διαφανεί ένας αντισημιτισμός, χαρακτηριστικός για τέτοιες στρεβλωτικές συλλήψεις τού Ελληνισμού που συχνά ταυτίζεται σε μερικούς με την ιδεοληψία περί Αρείας φυλής, φυλετικής υπεροχής κ.τ.ό. Και άλλη μία παρανόηση. Σχεδόν κατά κανόνα η χρήση τού όρου Έλληνας, ελληνικός κ.λπ. στους μεταχριστιανικούς αιώνες και μέχρι αργά στο Βυζάντιο -με γνωστές εξαιρέσεις- χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τους ειδωλολάτρες, τους εθνικούς, τους μη Χριστιανούς και όχι ειδικά τους Έλληνες. Επομένως οι αναφορές σε Έλληνες από τους Πατέρες και άλλους, πρέπει να εξετάζονται με ιδιαίτερη προσοχή, τα δε χωρία που προσκομίζονται συνήθως ως μαρτυρίες «τού μίσους κατά των Ελλήνων» συνιστούν, κατά κανόνα, μαρτυρίες απόρριψης των ηθών και των διδαγμάτων (περί θεών) των ειδωλολατρών και πολυθεϊστών γενικά, και όχι ειδικά των Ελλήνων.
Το «μίσος κατά των Ελλήνων» που διδάσκουν οι νέο-Εθνικοί:Τὶ οὖν φησιν, ἂν ἐχθροὶ ὦσι καὶ ἕλληνες οὐ δεῖ μισεῖν; Μισεῖν μέν, οὐκ ἐκείνους δέ, ἀλλὰ τὸ δόγμα, οὐ τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὴν πονηρὰν πρᾶξιν, τὴν διεφθαρμένην γνώμην Ιωάννης Χρυσόστομος Scr. Eccl. Work #156 61.282.3 61 to .282.7
|
Επανερχόμενος στο νόημα και τον σκοπό για τον οποίο γράφτηκε το άρθρο μου περί «Νεοπαγανισμού», μετά και από όσα εξήγησα, είναι φανερό ότι απέβλεπα στο να καταγγείλω δημόσια και να βοηθήσω στο να διαλυθεί μια πλάνη -συνειδητά και οργανωμένα καλλιεργούμενη ή και απλώς από αφέλεια υποστηριζόμενη- ότι το να τιμάς και να εκ-τιμάς τον Ελληνισμό ως πολιτισμικό μέγεθος ευρύτερης εμβέλειας, πράγμα που συμβαίνει με τους περισσότερους Έλληνες, δεν επάγεται ότι πρέπει και να ασπάζεσαι το «Δωδεκάθεο» και τον πολυθεϊσμό και, κυρίως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να απορρίπτεις τη χριστιανική θρησκεία και πίστη! Αυτή η ταύτιση τού Ελληνισμού με οξύ αντιχριστιανικό πνεύμα είναι μια τραγική στρέβλωση τής πολιτισμικής ιστορίας και παράδοσης των Ελλήνων, όπου Ελληνισμός και Χριστιανισμός συμπορεύτηκαν -χωρίς ποτέ να ταυτισθούν- και συνύφαναν την ιδιοπροσωπία τού Έλληνα. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
Ούτε μας ενδιαφέρει ούτε παρεμβαίνουμε στο τι πιστεύουν οι Νεοπαγανιστές. Έχουν κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ό,τι θέλουν. Δικαιούμεθα μόνο να ζητούμε να μη ταυτίζουν τον Ελληνισμό με την απόρριψη τής ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, παραπλανώντας μερικούς ανυποψίαστους συμπατριώτες μας ότι δήθεν Έλληνας σημαίνει μη Χριστιανός και ότι ο Χριστιανισμός κατέστρεψε τον Ελληνισμό! Να μην εμφανίζουν δηλαδή την απιστία και τη δική τους απέχθεια προς τη χριστιανική πίστη ως κήρυγμα καθαρότητας και συνέπειας τού Ελληνισμού. Όσο λίγοι, ασήμαντοι αριθμητικά, κι αν είναι οι Νεοπαγανιστές, μπορούν να βλάψουν πολύ -μερικές φορές χωρίς να έχουν καν συνείδηση τού πράγματος- την ιδέα τού Ελληνισμού, τής οποίας οι ίδιοι είναι διαπρύσιοι κήρυκες. Οι μονισμοί, οι ιδεοληψίες και οι ακρότητες υπήρξαν και είναι ασυμβίβαστες προς τη διαύγεια, την ανεκτικότητα, την ευρύτητα και το βάθος τού ελληνικού πνεύματος.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ , 24-08-2003, Κωδικός άρθρου: B13946B411