Το μεγαλύτερο παραμύθι που διαδόθηκε από τους σύγχρονους «διαφωτιστές» και τους σκοταδιστές συνεργούς τους νεοπαγανιστές, είναι πως πριν την επανάσταση του «1821», δεν υπήρξαν επαναστατικά κινήματα στην Ελλάδα, «επειδή» μόνο ο «διαφωτισμός» ήταν εκείνος που «εμφύσησε» στους Έλληνες τον πόθο για την ελευθερία. Ο Χριστιανισμός γεννούσε «δούλους» του Θεού και της Θείας Πρόνοιας και κατά επέκταση και της Οθωμανικής Κατοχής, που ήταν «μέρος της Θείας Πρόνοιας». Πέρα του ότι μια τέτοια θέση είναι από μόνη της ανόητη να διατυπώνεται ως επιχείρημα ενάντια στους Ορθοδόξους, ακόμη και αν κάποιοι πίστεψαν σε αυτή και την δέχθηκαν, εφόσον και η επανάσταση μπορεί να θεωρηθεί «μέρος της Θείας Πρόνοιας» και έπρεπε να γίνει και αυτή παράλληλα αποδεκτή, η συντριπτική πλειάδα των διαφωτιστών έμενε στην «Εσπερία» και δεν έπιασε ποτέ όπλο στα χέρια της να πολεμήσει στον ελληνικό χώρο μαζί με τους Ορθόδοξους (ποιος τρελός ή ανιστόρητος αμφιβάλει;) Ρωμιούς-Έλληνες πραγματικούς ένοπλους επαναστάτες. Επιπλέον από την στιγμή της άλωσης της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι το 1821, υπάρχουν δεκάδες μάχες Χριστιανών εναντίων των Οθωμανών, έστω και ανεπιτυχείς προς το επιθυμητό αποτέλεσμα της ελευθερίας. Υπάρχουν όμως, και έχουν καταγραφεί σε ιστορικά πανεπιστημιακά εγχειρίδια. Βέβαια έπρεπε ο χρόνος να φέρει και την παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, φρούτο αυτής της παρακμής ο Κεμαλισμός, για να μπορέσει η αντίσταση να φέρει ουσιαστικά στρατιωτικά αποτελέσματα. Η ένοπλη αντίσταση κατά ενός κατακτητή φέρνει αποτελέσματα μόνον όταν ο κατακτητής βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, όχι όταν είναι «φρέσκος» και «παντοδύναμος». Οι εμμένοντες στις ανόητες θέσεις περί «διαφωτιστικής» επανάστασης χάριν των «αρχαίων Ελληνικών πετρών» για τις οποίες αποκλειστικά οι Ρωμιοί επαναστάτησαν, πολέμησαν και κατόρθωσαν να νικήσουν, αδυνατούν να εξηγήσουν τις παράλληλες επαναστατικές νίκες άλλων Ορθοδόξων λαών της Βαλκανικής κατά των Τούρκων, όπως λ.χ. οι Σέρβοι, οι Ρουμάνοι, οι Βούλγαροι κ.α., οι οποίοι δεν είχαν καμιά «διαφωτιστική» διάβρωση των ιστορικών τους συνειδήσεων για υποτιθέμενα «αρχαία ειδωλολατρικά λίθινα ιστορικά μεγαλεία», πάνω στα οποία υποτίθεται «μόνο» θα εδύναντο να βασισθεί ο οποιοσδήποτε επαναστατικός αγώνας τους.
Γιατί οι νεοπαγανιστές και οι νεοδιαφωτιστές - σκοταδιστές δέχονται πως η σκλαβιά στους Οθωμανούς ήταν μέρος της Θείας Πρόνοιας προς το Ορθόδοξο Έθνος των Ρωμιών και δεν δέχονται παράλληλα πως και η επανάσταση των λαών της Βαλκανικής ήταν μέρος της; Όπως επιτράπηκε από τον Θεό η υποδούλωση στους Οθωμανούς, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι επιτράπηκε το ίδιο και η επιτυχία της ελληνικής & βαλκανικής γενικότερα επανάστασης κατά των Τούρκων; Ή μήπως δεν εξυπηρετεί μια τέτοια σκέψη τα «διαφωτιστικά» τους επιχειρήματα; Ή μήπως πιστεύουν στο επιχείρημά τους, επειδή διατυπώθηκε από ορισμένους Εκκλησιαστικούς κύκλους, που σημειωτέο δεν αποτελούσε μια κάποια Δογματική Οικουμενική Απόφαση; Και αν το πιστεύουν για τον ανωτέρω λόγο, γιατί δεν δέχονται και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού που διατυπώνεται ομόφωνα από το Σύνολο της Εκκλησίας και μάλιστα σε αυτήν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο; Μήπως γιατί και πάλι μια τέτοια παραδοχή εκ μέρους τους δεν φαίνεται να καλύπτει ξανά τα ολοσκότεινα, άνευ Ιησού Χριστού, αθεϊστικά δόγματά τους; Οι νεοπαγανιστές και οι ζαβές πατερίτσες τους διαφωτιστές, ή είναι αφελείς ή έχουν την λανθασμένη πίστη, ανάμεσα σε πολλές άλλες, πως το Χριστεπώνυμο πλήθος είναι «βάρκα ηλιθίων» και πιστεύει τυφλά στις ανόητες ιστορικές μονομερείς ερμηνείες και πεποιθήσεις τους.
Όλα τα παρακάτω εις πείσμα εκείνων των φανατισμένων Εθνικών και άλλων φανατισμένων αντιχριστιανών που αποκόπτουν εντελώς την εκκλησία, τους κληρικούς (Έλληνες) και το Χριστιανικό λαό από τα «νυν υπέρ πάντων η πατρίς», «Μολών Λαβέ» και «εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρις», από την διάδοση της ελληνικής παιδείας - μόρφωσης και από το Εθνικό Ελληνικό αυτοπροσδιορισμό τους. Προδότες, ουδέτεροι και πατριώτες, παιδευμένοι και απαίδευτοι, Έλληνες και ξένοι με Ελληνική συνείδηση υπήρχαν πάντοτε σε όλες τις ιστορικές στιγμές των Ελλήνων. Είναι κινδυνολογία η προσπάθεια κάποιων φανατισμένων να γενικεύσουν γεγονότα και να τα παρουσιάζουν σαν «κανόνες συμπεριφοράς». Αίσχος! Τα κόκαλα των Ελλήνων ηρώων (αρχαίων και νέων) τρίζουν στους τάφους τους εις ένδειξη διαμαρτυρίας προς εκείνους τους νεοέλληνες λασπολόγους και βλάσφημους προς τους νεκρούς προγόνους τους.
Στον Εθνικό φανατισμένο τύπο (Ολύμπιας θρησκευτικής πίστης) ενώ από την μια πλευρά έρχονται στο φως αποκλειστικά και μόνο γεγονότα διάφορων προσωπικοτήτων της νεότερης ιστορίας που συνδυάζονται με την ελληνική αρχαιότητα, από την άλλη αποκρύπτονται στο απώτερο σκότος γεγονότα το ίδιο σημαντικά, που δίνουν μια άκρως Χριστιανική χροιά τόσο στις ίδιες τις εν λόγω αυτές ιστορικές προσωπικότητες όσο και σε διάφορα ιστορικά γεγονότα γενικού ενδιαφέροντος.
Η ιστορία όμως, δυστυχώς για εκείνους που επιμένουν, δεν είναι σαν την μαργαρίτα…. «μ’ αγαπά, δεν μ΄ αγαπά, μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά» από την οποία μπορεί να απορρίψει κανείς όσα «πέταλα» θέλει και να κρατήσει εκείνα που τον συμφέρουν να διαδώσει για ιδίους σκοπούς…αλίμονο.
Στα παρακάτω παραδείγματα θα φανεί πολλές φορές και η «πολιτική» χροιά της «εκκλησίας» (κλήρου) για τον απελευθερωτικό αγώνα τόσο στον Ελλαδικό χώρο όσο και στο εξωτερικό. Αυτό ας αποτελέσει παράδειγμα προς εκείνους που θα ήθελαν η εκκλησία να μην ασκεί πολιτική. Οι κληρικοί είναι και αυτοί πολίτες και κάθε πολίτης ως γνωστό πολιτεύεται (άλλοτε προς την μια και άλλοτε προς την αντίθετη κατεύθυνση ανάλογα με τις αντιλήψεις και τις ιστορικές κρίσεις του καθενός). Αν οι κληρικοί σε προσωπικό επίπεδο δεν πολιτεύονταν τότε για ποια Δημοκρατία μπορεί κανείς να μιλά;
Οι μαρτυρίες περί θρησκευτικής ένταξης ορισμένων ιστορικών προσώπων της επανάστασης του 1821 εις τον Χριστιανισμό, δεν θέλει να διαχωρίσει την ελληνική εθνότητα σε περισσότερο ή λιγότερο Έλληνες και πατριώτες αλλά να ξεπλύνει την λασπολογία εκείνη που θέλει τους Εθνικούς και όχι μόνο, περισσότερο πατριώτες από αυτούς, δήθεν, της Χριστιανικής Θρησκευτικής πίστεως. Αυτή η εσφαλμένη τοποθέτηση περί πατριωτισμού μιας μόνο θρησκευτικής παράταξης, εκείνης του Εθνισμού (Ολύμπια πίστη) έναντι των άλλων και ιδίως του Χριστιανισμού, αποτελεί τετριμμένη και επαναλαμβανόμενη μορφή ψευδούς ή τουλάχιστον μονομερούς επιχειρηματολογίας που δεν βρίσκει αντίκρισμα στον πραγματικό φυσικό και ιστορικά τεκμηριωμένο κόσμο.
Συνήθιζαν, κατά τους χρόνους της δουλείας του γένους μας, πολλούς από τους υπέρ πίστεως και πατρίδος πέσοντας να τους θάπτουν οπίσω από το άγιον βήμα της εκκλησίας, και τα όπλα τους να τα κρεμνούν μέσα εις αυτήν, κατά το λαϊκόν τραγούδι οπού λέγει:
Εις μερικάς περιστάσεις, εκτός από τους ιδρυτάς, εζωγράφιζαν εις τας εκκλησίας και τας εικόνας των γενναίων οπού εσκοτώθηκαν δια την πίστιν.
Ούτω, εις την εκκλησίαν της Κατούνας ευρίσκετο η εικών του παλαιού οπλαρχηγού Μεϊντάνη, εις την ιεράν μονήν του Βαρλαάμ των Μετεώρων ήτον η εικών του Ανδρούτσου, του Νούτσου Κοντοδήμου εις το καθολικόν της μονής του Προδρόμου Ρογκοβού, κοντά εις το Τσεπέλοβον της Ηπείρου, του Χρήστου Μαρίνου εις την εκκλησίαν του Ευαγγελισμού εις το χωρίον Άνω Σουδενά, του Διαμάντη Σπατούλη εις την εκκλησίαν του Αλεποχωρίου Μπότζαρη, και άλλων πατριωτών και πολεμιστών εις άλλας εκκλησίας.
Ομοίως εις την εκκλησίαν του Αγίου Νικολάου εις το χωρίον Βοϊβόντα της Καλαμπάκας, οπού έχει κτισθεί εν έτει 1818, και ιστορήθει εν έτει 1839, παρά του ζωγράφου Χρήστου ιερέως και παπαοικονόμου εκ Σαμαρίνας, δι΄ εξόδου Γούλα Πασιά, υπάρχει εικών της Βασιλικής, χριστιανής συζύγου του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ιστορημένη εις την αριστεράν αψίδα.
Από τα παράδοξα οπού εζωγράφιζαν ενίοτε οι ολιγογράμματοι αγιογράφοι εις τον καιρόν της δουλείας, είναι και το ότι πολλάκις παριστάνουν τους ασεβείς Εβραίους ή Ρωμαίους, εις σχήμα Τούρκων, με φέσια και σαρίκια εις την κεφαλήν και με εστριμμένους μύστακας, και ενδεδυμένους με τσουμπέδες και με καφτάνια, ως π.χ. εις την Προδοσίαν, εις την Μαστίγωσιν, εις την Σταύρωσιν, εις την Ανάστασιν, και ιδίως τους δημίους εις τα μαρτύρια των αγίων.
Άλλοι πάλιν εζωγράφιζαν κάποια θέματα από την αρχαίαν Ελληνικήν ιστορίαν και μυθολογίαν, καθώς είναι εκείνη η εικών εις τον νάρθηκα μιας μονής της Πίνδου, οπού παριστάνει τον Χρόνον, κατά το άγαλμα του αρχαίου Λυσίππου, με το ποιήμα οπού είχε γραφή επάνω εις το βάθρον του.
(«ΈΚΦΡΑΣΙΣ της Ορθοδόξου Εικονογραφίας» υπό Φωτίου Κόντογλου, σελ.442)
Γεννήθηκε το 1758 στις Μηλιές από φτωχούς γονείς. Βαπτίσθηκε με το όνομα Αλέξανδρος ενώ όταν χειροτονήθηκε σε ιεροδιάκονο το άλλαξε. Το οικογενειακό του όνομα Γκάζαλης το άλλαξε σε ελληνικότερο το Γαζής. Παρακολούθησε μαθήματα κοντά στον ιερομόναχο Άνθιμο Παπαπανταζή και στην Ζαγορά όπου υπηρετούσε ένα εύπορο αλλά φιλάργυρο κληρικό. Το 1774 γύρισε στις Μηλιές όπου χειροτονήθηκε διάκονος Ένα χρόνο αργότερα έγινε ιερές και πήγε στην Βυζίτσα για να εργασθεί ως δάσκαλος με μικρό μισθό. Στο διάστημα της παραμονής του εκεί μελέτησε αρχαίους συγγραφείς Μετέπειτα πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου εργάσθηκε και πάλι ως δάσκαλος. Το 1796 θα περάσει στην Αυστριακή πρωτεύουσα για να σπουδάσει μαθηματικά όπου και εξελέγχθηκε προϊστάμενο του ναού του Αγίου Γεωργίου της Ελληνικής κοινότητας Βιέννης. Στην Βιέννη ο Γαζής έμεινε για 6 χρόνια συγγράφοντας διάφορα θρησκευτικά και άλλα έργα.
Απόκτησε ανάμεσα στους ξένους την φήμη του Έλληνα Σοφού. Ο Haze της Βασιλικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού του είπε ότι ο Γαζής ήταν ο πρώτος Έλληνας σοφός. Ένα από τα έργα του τυπωμένο στην Βιέννη είναι μια γραμματολογία των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων με τον τίτλο «Βιβλιοθήκη Ελληνική περιέχουσα κατά χρονική περίοδο τας περί των έξοχων Ελλήνων συγγραφέων βεβαιωτέρας ειδήσεις» όπως «Ο Λόγιος Ερμής» και το «Λεξικόν ελληνικόν» που του προσάπτουν μια θέση στην αναγέννηση του ελληνισμού.
Το 1803 γύρισε στις Μηλιές αλλά με πρόσκληση από την κοινότητα Βιέννης για να διατελέσει και πάλι ως προϊστάμενος. Ο Κοραής επίσης παρακίνησε τον Α. Βασιλείου να πείσει τον Γαζή να αναλάβει να διδάξει στο Γυμνάσιο της Σμύρνης. Τελικά αποφάσισε όμως να παραμείνει στην Βιέννη όπου και βοηθούσε χρηματικά όλα τα ελληνόπουλα που έρχονταν για να σπουδάσουν. Στην Βιέννη επίσης εκδόθηκε από τον Γαζή το «Λεξικό του Ελληνικού». Το 1811 θα εκδοθεί «Ο Λόγιος Ερμής» το πρώτο ελληνικό περιοδικό και εμφανίζονταν σαν πληροφοριακό επιστημονικό δελτίο με σκοπό την ανύψωση του πνευματικού επιπέδου του ελληνικού λαού, η οποία θα βοηθούσε στην αναγέννηση του έθνους. Από τις σελίδες του «Λόγιου Ερμή» και του όργανου του Κοδρικά «Καλλιόπη» διεξήχθηκε η έντονη φιλολογική διαμάχη των ελλήνων πριν την Επανάσταση του 1821.
Ο Γαζής θα παρακολουθείται συνεχώς από την Αυστριακή αστυνομία και μια έκθεση ενός πράκτορά της διαβάζουμε «Ο Άνθιμος Γαζής εκδίδει με την άδεια της Λογοκρισίας περιοδικό εις την νεοελληνική γλώσσα υπό τον τίτλο‘Ερμής ο Λόγιος΄. Το περιοδικό τούτο καίτοι εξωτερικώς επιδιώκει να διαφωτήσει φιλολογικώς το ελληνικό έθνος αποτελεί εντούτοις συγχρόνως το σημείο συγκέντρωσης των εν διασπορά Ελλήνων, οι οποίοι ειπέρ πότε και άλλοτε ονειρεύονται την αναγέννηση της Ελλάδας. Ο Γαζής ευρίσκεται ωσαύτως εις στενότατας σχέσεις με τον μητροπολίτη Βλαχίας Ιγνάτιο, ο οποίος παίζει εκεί έναν σπουδαίο ρόλο, πληρώνει ένα μέρος των εξόδων της εκδόσεως και διανέμει δωρεάν αντίτυπα του «Λόγιου Ερμού»»
Το 1817 θα εγκαταλείψει την Βιέννη και πάει στην Οδυσσό ώστε να μαζεύσει χρήματα για την ίδρυση σχολείου στην πατρίδα του Μηλιά. Εκεί θα το πλησιάσουν οι Φιλικοί οι οποίοι τον θεωρούν σοφό Έλληνα με τον Σκουφά. Ο Γαζής δεν ξεχνά το 1770 και φρονεί ότι πρέπει να προηγηθεί η πνευματική αναγέννηση πριν την ένοπλη και έτσι αρνείται να συμμετάσχει και τελειώνει στον Σκουφά λέγοντας «αλλά δεν είμαι σύμφωνος, μολονότι δεν είμαι ενάντιος» Παρά όμως τις αρχικές του αντιρήσεις ο Γαζής, όπως ομολογεί ο Ξάνθος, θα μυηθεί τελικά στην Φιλική Εταιρία από τον Σκουφά και τον Τσακάλωφ και έγινε μάλιστα ένας από τους αρχηγούς της κινώντας και υπογράφοντας διάφορα έγγραφα. Αμέσως μετά την άφιξή του στο Πήλιο θα πάει στην Φωκίδα όπου κατήχησε την Φιλική στους αρματολούς και συνέχισε με πάθος το έργο του στην Κασσάνδρα, την Μαγνησία, τον Όλυμπο και τον Καπετάν Κυριάκο Μπασδέκη. Του ανάθεσαν έτσι το κίνημα στην ανατολική Θεσσαλία. Παρόλα αυτά η εξέγερση στο Πήλιο θα καθυστερήσει διότι οι πλούσιοι πρόκριτοι του δεν δέχονταν να διακινδυνεύσουν τις περιουσίες τους, αφού μάλιστα απολάμβαναν εξαιρετικά προνόμια από τους Τούρκους και εφόσον στην Λάρισα οι Τούρκοι είχαν ισχυρά στρατεύματα.
Παρόλα αυτά ο Γαζής ύψωσε την επαναστατική σημαία στις Μηλιές την 1η Μαΐου του 1821 στο σπίτι του Φιλικού Γιάννη Δήμου, όπου είχαν κληθεί σε γεύμα οι Φιλικοί της περιοχής. Ο Γαζής σηκώθηκε κατά την διάρκεια του γεύματος και διάβασε με ενθουσιασμό την επιστολή του Υψηλάντη για ξεσηκωμό και ευχήθηκε στο τέλος στην ανάσταση του Γένους. Ο Γαζής ύψωσε στον ναό την σημαία της ελευθερίας που είχε κεντήσει η αδελφή του Γιάννη Δήμου. Οι επαναστάτες της Μηλιάς θα κινήσουν για τα Λεχώνια. Στις 9 Μαΐου έφτασαν στα Εφτά Πλατάνια του Βόλου όπου επετέθησαν στο φρούριο των Τούρκων. Η επίθεση όμως ήταν αμελέτητη και αναχαιτίστηκε από τους Τούρκους. Ο Δράμαλης διέθεσε μεγάλη δύναμη στην Λάρισα και έτσι το κίνημα του Πηλίου κατεπνίγηκε εύκολα από τους Τούρκους. Ήταν όμως πολύ σημαντικό γιατί δυνάμωσε ψυχολογικά τους Έλληνες.
Αμέσως μετά την δημιουργία του Ελληνικού κράτους ο Γαζής περιελήφθη στις πρώτες εθνοσυνελεύσεις και συνέβαλε στην παγίωση του.Στις 17 Μαίου του 1824 το βουλευτικό τον εξέλεξε μέλος της επιτροπής για την επεξεργασία των σχετικών με το στρατό. Κατά καιρούς περιελήφθηκε στις επιτροπές που φρόντιζαν για την εκπαίδευση, το ανώτατο κριτήριο κ.λ.π.
Όπως και άλλοι φιλικοί ο Γαζής παραμερίσθηκε μετά τα πρώτα χρόνια του αγώνα. Για ένα διάστημα σχολάρχης στην Τήνο και αργότερα στην Ερμνούπολη πέθανε εκεί στις 28 Νοεμβρίου του / 10 Δεκεμβρίου του 1828 από κλονισμό της υγείας του.
Ο Γάλλος ιστορικός Πουκεβίλ απαριθμεί τις θυσίες των Ελλήνων κληρικών σε 11 πατριάρχες, 100 επισκόπους και 6000 ιερείς και καλόγερους. Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. Σαρανταδύο Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κ.λπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε', Κύριλλος ΣΤ') και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέσθηκαν ή έπεσαν σε μάχες.
|
Κατά την εθνική εξέγερση του 1821 αλλά και σε άλλες νωρίτερες ή παλαιότερες περιπτώσεις ο κλήρος και οι ιεράρχες αποτελούν προπομπό τους. Χωρίς αυτούς η εξέγερση γίνεται απρόθυμη. Σε τέτοιες στιγμές οι πολιτικοί και οι στρατιωτικοί ανησυχούν και ζητούν επειγόντως να εξορμήσουν οι ιεράρχες στην ύπαιθρο προς ενίσχυση του επαναστατικού φρονήματος του ελληνικού λαού.
Αυτό έγινε τον Μάιο του 1825. Μετά από έγγραφη εντολή του εκτελεστικού προς το υπουργείο Θρησκείας, εκδόθηκε σχετική εγκύκλιος προς τους αρχιερείς Άργους, Τριπολιτσάς, Παροναξίας, Φαρσάλων, Αιγίου, Πατρών, Λεονταρίου, Μυστρά, Μεσσήνης κ.λ.π. η οποία κατέληγε ως εξής: «… Οι ρηθέντες αρχιερείς κινηθώσι δια τας δεδιαληφθείσας επαρχίας όσον τάχος δια να συντρέξουν εις την ταχείαν ξεκίνησην των στρατευμάτων».
Όρκος & ευλογία αγωνιστών, Πίνακας Πέτερ φον Ες
Το ίδιο έτος (1825) το υπουργείο θρησκείας δια του υπουργού, επισκόπου Δαμαλών Ιωνά, απευθύνει στον επίσκοπο Αρδαμερίου Ιγνάτιο το παρακάτω έγγραφο: «Προσκαλείσαι παρά του υπουργείου τούτου ότι άμα λάβης την παρούσα διαταγή, χωρίς αναβολή καιρού να περιέλθης εις όλην την επαρχίαν να παραστήσης προς τους εκεί κατοίκους των χωρίων τον μέγαν κίνδυνον της πατρίδος παρά των εχθρών και καθ’ όλους τους εκκλησιαστικούς τρόπους να παρακινήσεις όλους τους Χριστιανούς να λάβωσιν τα όπλα και να τρέξωσι το γρηγορώτερον εις το στάδιον τούτο του Ιερού αγώνος, όσοι πιστοί, όσοι εις Χριστόν, επειδή εχάθημεν, εχάθημεν και η πατρίς απώλεται…»
Η Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά καλούν το 1821 με την επαναστατική προκήρυξη τους, τους ιερωμένους να γίνουν συνελευθερωτές του Γένους, αρματωμένοι με την πανοπλία του ουράνιου βασιλέως και τα επίγεια όπλα. Ιδού μια χαρακτηριστική περικοπή: «Άνδρες θείοι, μεσίται Θεού και ανθρώπων, γένητε τώρα συνελευθερωταί. Ενδύσατε την πανοπλίαν του ουρανίου Βασιλέως και τα επίγεια όπλα ομού κατά των βλασφημούντων το Πανάγιον Όνομα του Υψίστου, κατά των βεβηλούντων τους θείους τους ναούς, κατά των ασεβαστάτων και τυραννικωτάτων Οθωμανών. Οι ιεραί χείρες σας, αι ευλογούσαι τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ας λάβωσι τώρα μάχαιραν και πυρ κατά τωντυραννούντων τους Ορθοδόξους… Εγλερθητε, Χριστιανοί ήρωες. Ο Κύριος των δυνάμεων είναι μεθ΄ υμών υπέρ της ελευθερίας του γένους ο αγών υπέρ της ελευθερίας της πίστεως μάχεσθε. Ευλογήτε, ενθαρρύνεσθε, κανείς ας μη μείνη αργός εις τον ιερόν τούτον πόλεμον…»
Ο αγώνας της εθνεγερσίας με σύνθημα «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία», ξεκινάει από την Εκκλησία. Μέσα στον ναό των Τριών Ιεραρχών του Ιασίου παίρνει ο Υψηλάντης, από τα χέρια του μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν Κωστάκη, το πολεμικό ξίφος. Και ο ίδιος ο μητροπολίτης ευλογεί την σημαία του αγώνα.
Την επανάσταση του 1821 κηρύττει επίσημα στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας ο δεσπότης Π. Πατρών Γερμανός. Αλλά και την Καλαμάτα σχεδόν ταυτόχρονα, ευλόγησαν τα όπλα 24 κληρικοί…
Ο Ιστορικός Διονύσιος Κόκκινος μαρτυρεί ότι «Οι αυτοθυσιασθέντες χάριν του εθνικού καθήκοντος κληρικοί, καθ’ όλην την περίοδον της Τουρκοκρατίας είναι τόσοι ώστε αποτελούν ηρωικήν λεγεώνα». Ο Γάλλος ιστορικός Πουκεβίλ απαριθμεί τις θυσίες των Ελλήνων κληρικών σε 11 πατριάρχες, 100 επισκόπους και 6000 ιερείς και καλόγερους. Ο Γερμανός ιστορικός Μένδελσον Βαρθόλομυ ονομάζει τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως «Αυτοκράτορα των ελλήνων, αιχμάλωτων εις τα χείρας του σουλτάνου». Οι ιερωμένοι είναι συνήθως οι ύποπτοι για ενέργειες κατά της Πύλης. Μάλιστα επειδή το Πατριαρχείο εμπνέει τον απλό λαό, οι Τούρκοι προσπαθούν πάντοτε να το έχουν με το μέρος τους ώστε να μην υπάρχουν προβλήματα κατ’ επέκταση και με το λαό. Γι αυτό και μετά τις διάφορες κατηγορίες ενάντια στους κληρικούς οι Τούρκοι συνέχισαν με εγκληματικές πράξεις κατά Πατριαρχών και Επισκόπων, με επιδρομές κατά των μοναστηριών και σφαγές καλόγερων.
Υπέρτατος σκοπός και όνειρο της Φιλικής Εταιρίας ήταν η απελευθέρωση της Κωνσταντινουπόλεως και η επαναφορά της σε Ελληνικά χέρια.
|
Με αυτή την πολιτική το 1601 κατά την εξέγερση του επίσκοπου Διονυσίου Λαρίσης, σουβλίζεται ο Φαναρίου και Νεοχωρίου επίσκοπος Σεραφείμ. Το 1638 στραγγαλίζεται από τους γενίτσαρους ο Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις. Το 1654 ο σουλτάνος Μεχμέτ Δ’ εξορίζει τον Πατριάρχη Παρθένιο Β’ και διατάζει να τον πνίξουν στην θάλασσα. Το 1657 Σάββατο του Λαζάρου, απαγχονίζουν στην Καγκελλωτή Πύλη της Κωνσταντινουπόλεως τον Πατριάρχη Παρθένιο Γ΄. Το 1799 οδηγούν στον μαρτυρικό θάνατο τον μεγάλο εθνεργέτη Κοσμά τον Αιτωλό και τον Απρίλιο του 1822 αποκεφαλίζουν τον αρχιεπίσκοπο Χίου Πλάτωνα, στο φρούριο του Βεχήτ Πασά. μαζί με 8 προκρίτους του νησιού. Στις 18 Μαΐου 1821 συλλαμβάνεται και κατακρεουργείται ο επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος μαζί με τον ιερέα Παπαγιάννη. Το 1821 απαγχονίζονται οι επίσκοποι Κρήτης Νεόφυτος, Ιωακείμ, Ιερόθεος, Καλλίνικος, Μελχισεδέκ, και ο μητροπολίτης Γεράσιμος Παρδάλης. Ηρωικό παράδειγμα εθνομάρτυρα ιερομένου είναι επίσης ο Γρηγόριος Δίκαιος, επονομαζόμενος Παπαφλέσσας, που έπεσε μαχόμενος στο Μανιάκι το 1825…
Στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Πέτρας είχε το αρχηγείο του ο Δημ. Υψηλάντης. Και ο αρχιστράτηγος της Ρούμελης Γ. Καραϊσκάκης είχε καταφύγιο και συχνά ορμητήριο του την ιερά Μονή Προυσού Ευρυτανίας. Γι‘ αυτό και τα μοναστήρια ήταν στο στόχαστρο των κατακτητών. Ο στρατηγός Μακρυγιάννης, εκτιμώντας την μεγάλη προσφορά των μοναστηριών, αναφέρει: «Τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της Επανάστασης μας… Οι περισσότεροι καλόγεροι σκοτώθηκαν εις τον αγώνα.»
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει στην σημαία της επανάστασης και οι οπλαρχηγοί ορκίζονται.
Την αγωνιστική παρουσία του κλήρου στον καιρό της Επανάστασης του 1821 επισημαίνουν φιλέλληνες και ξένοι. Έτσι λοιπόν, ο Άγγλος Χάμφρεϋς γράφει «Ανάμεσα στους στρατιώτες βρίσκονταν και μεγάλος αριθμός παπάδων. Αυτοί οι πρωτεργάτες του ξεσηκωμού».
Ο Κορσικανός πρόξενος της Ολλανδίας στην Αθήνα, Ντομένικο Οριγκόνο, γράφει: «Οι Τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα πάντα για να συλλάβουν παπάδες, γιατί όπως διαδίδεται οι παπάδες είναι αρχηγοί των επαναστατών».
Ο Ιστορικός Δ. Κόκκινος γράφει ότι «ο κλήρος υπήρξε και ο οδηγός της φυλής και το στήριγμα της.».
Ο Απόστολος Δασκαλάκης υπογραμμίζει ότι «ο Ορθόδοξος ελληνικός κλήρος απετέλεσε πρωταρχικόν παράγοντα της κηρύξεως της επαναστάσεως και της επιτυχίας ταύτης…».
Ο Π. Καρολίδης εξαίρει τον αγώνα της εκκλησίας υπέρ της ελευθερίας του γένους «και δια των πολεμικών πράξεων των λειτουργών αυτής».
«Ο κλήρος υπήρξε και ο οδηγός της φυλής και το στήριγμα της»Ιστορικός Δ. Κόκκινος
|
Στα Ιωάννινα στα χρόνια του Δεσποτάτου στο νησί «Μονήν των Φιλανθρωπινών», την επονομαζόμενη τώρα «του Σπανού», ο οικονόμος των Ιωαννήνων Μιχαήλ Φιλανθρωπινός ίδρυσε την πρώτη σχολή στην Ήπειρο, το «Φροντιστήριον» και το οποίο διευθύνονταν από την γεννεά των Φιλανθρωπινών οι οποίοι ήταν ηγούμενοι και διδάσκαλοι του φροντηστηρίου. Η σχολή αυτή διατηρήθηκε μέχρι το 1642. Στο Νάρθηκα της σήμερα σώζονται τοιχοφραφίες των Ελλήνων Φιλοσόφων Πλάτωνα, Σόλωνα, Πλούταρχου, Θουκιδίδη, Απολλώνιου και Αριστείδη. Στην σχολή αυτή απεφήτησαν οι μοναχοί Πρόκλος καο Κομνηνός, ο Νήφων Μεταξάς, ο ηπειρώτης πατριάρχης Ιωάσαφ, ο Μάξιμος ο Πελλοπονήσιος, οι αδελφοί Αψαράδες κ.α. Επίσης στο ίδιο νησί λειτουργούσε και άλλη σχολή μικρότερη μέσα στην μονή του Αγίου Νικολάου. Με μαθητές τον Σωφρόνιο, ο Επιφάνιος Ηγουμένου, ο Νικόλαος Γλυκύς, ο Νικόλαος Κεραμέυς κ.α. ¨άλλη σχολή λειτουργούσε στην πόλη των Ιωαννίνων ονομαζόμενη «Μικράν».
Η σχολή του Επιφανείου, μετέπειτα Μαρούτσιος ανοίγει νέους πνευματικούς ορίζοντες στην Ήπειρο και είναι υπό την διεύθυνση του Ευγενίου του Βουλγάρεως. Μετέπειτα ονομασθείσα Καπλάνειος τελεί υπό την αναγνώριση του Πατριαρχείου γι‘ αυτό ονομάσθηκε Πατριαρχική. Πολύ αργότερα στην Ήπειρο μονές θα χρηματοδοτήσουν διδάσκλαους αλλά και θα φιλοξενούν σχολεία κατά το σύστημα των Φιλανθρωπινών αλλά και του Στρατηγόπουλου. Παραδείγματα μονή Καμύτσανης, και Γηρομερίου εν Φιλιάτες, του Βησαρίωνα εν λογγιάδες, προφήτη Ηλία εν Ζίτση, της Βέλλας στα Δολιανά, της Μολυβδοσκέπαστου στην Δεπαλίτσα συντηρούσαν σχολεία μέσα στα οποία δίδασκαν στα πέριξ χωριά κατά τον 18ο αιώνα
«Ο Ορθόδοξος ελληνικός κλήρος απετέλεσε πρωταρχικόν παράγοντα της κηρύξεως της επαναστάσεως και της επιτυχίας ταύτης…».
Απόστολος Δασκαλάκης
|
Ο Επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος γεννήθηκε στην Νεμνίτσα της Γορτυνίας το 1787. Μετά τα πρώτα γράμματα που διδάχθηκε από ιερείς και διδασκάλους της Βυτίνας, κατέβηκε στα Βρέσθενα Λακεδαίμονος, όπου δεσπότης ήταν ο αδελφός του πατέρα του Θεοδώρητος ο Α’ στην επισκοπή του οποίου συμπλήρωσε την εκπαίδευσή του. Στις 5 Απριλίου του 1813 θα χειροτονηθεί επίσκοπος και διάδοχος του θείου του με έδρα τα Βρέσθενα. Ενώ είναι άνθρωπος μικρής σχετικά παιδείας φροντίζει για την διάδοση των γραμμάτων και την ίδρυση σχολείων στα Βρέσθενα και στην Βαμβακού, του «Βρεσθενείου και Βαμβακώου», τους διδασκάλους τους οποίους πλήρωνε κατά το πλείστον ο ίδιος από τα τυχερά του και μετά από την πενιχρή του σύνταξη. Παράλληλα στις 20 Ιουλίου 1820 εμυήθηκε από τον Π. Αρβάλη στην φιλική Εταιρία (Ιω. Μελετοπούλου, Αρχείον Σέκερη, σ. 109).
Στις 24 μαρτίου του 1821 σταυρό, σπαθί αρπάζει κι εμπρός εμπρός φωνάζει, για πίστη, για πατρίδα, την μόνη μας ελπίδα. Τον βρίσκουμε πολέμαρχο στα Βέρβενα με τους Λακαιδεμόνιους όπου σύστησε την πρώτη αλλά υποτυπώδη στρατιωτική επιμελητεία, το περιλάλητο «κελάρι» του Βρεσθένης. Γράφει παρακινητικά γράμματα στους διστακτικούς Υδροσπετσιώτες, ευλογείι τα όπλα στο Βαλτέτσι, δολιανά και παντού και μπαίνει με τους πρώτους στις 23 Σεπτεμβρίου στην Τριπολιτσά. Τα όπλα του, το καριοφίλι και το γιαταγάνι κοσμούν το ιστορικό αρχείο της Μητροπόλεως της Μονεμβασιάς και Σπάρτης. Ο Κολοκοτρώνης τον αποκαλούσε «Καπετάν δεσπότη», ο Πετρόμπεης «εξοχοσεβασμιώτατο» και οι άλλοι «σεβασμιοπερίδοξο και σεβασμιοεκλαμπρότατο». Στις 26 Μαΐου ανακηρύσσεται πρόεδρος του 2ου διοικητικού οργάνου της επαναστάσεως, της Πελοποννησιακής Γερουσίας.. Με το αξίωμα αυτό προσφέρεται για την παράδοση των Τούρκων του Ναυπλίου όπου και μπαίνει στις 18 Ιουνίου αλλά με την κάθοδο του Δράμαλη κρατείται όμηρος μέχρι την 1 Δεκεμβρίου του 1821 όταν παραδόθηκε το Παλαμήδι και τον βρήκε αποκαμωμένο ο Κολοκοτρώνης. Στις 30 Μαρτίου του 1823 εκλέγετε αντιπρόεδρος του βουλευτικού σώματος αλλά στην πραγματικότητα πρόεδρος. Στις 2 Φεβρουάριου του 1828 θα γυρίσει ξανά στην αρχιεπισκοπή του. Πέθανε στις 26 Απριλίου του 1843.
«Ανάμεσα στους στρατιώτες βρίσκονταν και μεγάλος αριθμός παπάδων. Αυτοί οι πρωτεργάτες του ξεσηκωμού».Χάμφρεϋς
|
Μαζί με τον «Καπετάν Δεσπότη» ανάμεσα στους πολιορκητές της Τριπολιτσάς βρίσκεται και ο επίσκοπος Έλους Άνθιμος από το Στενό Αρκαδίας. Με την έναρξη της επανάστασης στρατολογεί μαχητές και τίθεται επικεφαλής τους στα Βέρβαινα, δίπλα στον «Καπετάν Δεσπότη». Κατόπιν θα λάβει μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και δείχνει στον σταυρό στους μαχητές λέγοντάς τους «Εν τούτω νικάτε απόγονοι ελλήνων οι Χριστώνυμοι και της Ορθοδόξου Εκκλησίας ευσεβή τέκνα και κατεβάλλετε τους αθέους Αγαρηνούς». έδειχνε το τείχος της Τριπολιτσάς και έλεγε «-Βλέπετε εκεί; Πίσω από κείνη την μάντρα είναι ο παράδεισος. Όποιος πάρει την σκάλα και ανέβει το τείχος πάει στον Παράδεισο!». Ο ιστορικός Π. Τρικούπης αναφέρει ότι μια μέρη ο Άνθιμος πήρε από την ζώνη του οπλαρχηγού Χαραλάμπη τις 2 πιστόλες του και σχημάτισε τον σταυρό και προτείνοντας τες είπε: «Έλληνες ! ο Κύριος ευλόγισε και αγίασε τα όπλα σας». Πέθανε το Σεπτέμβριο του 1821 στην Τριπολιτσά.
Ο Κολοκοτρώνης ορκίζεται στην Φιλική Εταιρία στον Άγιο Γεώργιο των φιλικών στην Ζάκυνθο
Ο ιερομόναχος Σεραφείμ από το Φανάρι Θεσσαλίας είναι αρχηγός της επανάστασης των Αγραφιωτών, ενώ ο Νικηφόρος Ρωμανίδης, πρώην διάκος του Πατριάρχη του Ε’ πήρε ενεργό μέρος στην επανάσταση του 1821. Διακρίθηκε ως πολεμιστής υπό τις διαταγές του Ανδρέα Μιαούλη.
Ο ιερομόναχος Άνθιμος Αργυρόπουλος, φιλοξένησε στο μοναστήρι του την οικογένεια Μπότσαρη μετά την άλωση του Σουλίου. Ο ίδιος όρκισε σαν μέλη της Φιλικής εταιρίας τον Θ. Κολοκοτρώνη καθώς τον Κ. Πετμεζά και Νικηταρά.
Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος ο Β’ ανήκει στους φλογερούς ιεράρχες αγωνιστές του Γένους. Μυημένος και στα πλέον απόρρητα της Φιλικής εταιρίας, αλληλογραφεί με επίσημους κληρικούς και λαϊκούς, μιλάει σε ανοιχτές συγκεντρώσεις στην Πάτμο υπέρ της ανεξαρτησίας και επισημαίνει πόσο μεγάλο κακό είναι η δουλεία. Πραγματοποιεί επικίνδυνα ταξίδια και δίνει το σύνθημα της εξέγερσης. Για χάρη το αγώνα θα χάσει τον Πατριαρχικό θρόνο.
«Οι Τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα πάντα για να συλλάβουν παπάδες, γιατί όπως διαδίδεται οι παπάδες είναι αρχηγοί των επαναστατών».
Ντομένικο ΟριγκόνοΠρόξενος Ολλανδίας
|
Το όνομα του Αθανάσιου είναι αποτυπωμένο σε κάθε Έλληνα και συμβολίζει τον αγώνα της πατρίδας μας κατά τα ηρωικά χρόνια του ξεσηκωμού. Τον Μάρτιο του 1821, με την κήρυξη της επανάστασης, ο Αθανάσιος Διάκος βρίσκεται στην Μονή του Οσίου Λουκά όπου πραγματοποιεί στρατολόγηση μαχητών για τον αγώνα. Παρών είναι και ο επίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος με τον Σαλώνων Ησαΐα καθώς και πολλοί πρόκριτοι της Λειβαδιάς. Ο Ησαίας Σαλώνων κηρύττει την επανάσταση στην περιφέρειά του στις 27 Μαρτίου 1821 στο μοναστήρι του Οσίου Λουκά που έχει μεταβληθεί σε επαναστατικό κέντρο αλλά και σε εργαστήριο κατασκευής φυσεκιών.
Ο Αθανάσιος Διάκος στρατολογεί αγωνιστές
Ο Αθανάσιος Διάκος, πρώην καλόγερος στο μοναστήρι του Προδρόμου, πολεμάει με λίγους αγωνιστές εναντίων χιλιάδων Τούρκων, στην γέφυρα της Αλαμάνας. Δίπλα του ένας άλλος ρασοφόρος πολεμιστής, ο ηγούμενος της Δαμάτσας Νεόφυτος. Κάποια στιγμή καθώς βλέπει ο Διάκος τον έσχατο κίνδυνο να πλησιάζει, γέρνει προς τον ιερωμένο του πολεμιστή νεόφυτο και του λέει: «Φύγε τώρα εσύ ηγούμενε για να είσαι αλλού χρήσιμος στο έθνος…».Ο Νεόφυτος όμως δεν θα αφήσει την θέση μάχης του. Μένει και πολεμάει έως ότου πέφτει νεκρός από Τουρκικό βόλι που τον βρίσκει κατάστηθα.
Πιστός στην Πατρίδα και στην Ορθοδοξία και ο Αθανάσιος Διάκος, απορρίπτει την προσφορά των Τούρκων για αλλαξοπιστία όταν εκείνοι τον συλλαμβάνουν πληγωμένο. Μολονότι μάλιστα γνωρίζει ότι τον περιμένει φρικτός θάνατος δια σουβλισμού απαντάει «-Δεν πάτε εσείς και η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε, εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω». Ο Κιοσσέ - Μεχμέτ τον ρώτησε για την αρχή και το σκοπό της επανάστασης και ο Διάκος απεκκρίθηκε «Όλοι οι Χριστιανοί, εσηκώθησαν στ’ άρματα για να ξεσκλαβωθούν» και επέμενε ότι οι Χριστιανοί θα κερδίσουν και τότε τον απείλησαν ότι θα τον παλουκώσουν αλλά ο Διάκος απάντησε «Έχει κι’ άλλους σαν κι’ εμένα ο τόπος, πασά μου» και όταν ο Ομέρ Πασάς του ζήτησε να προσκυνήσει είπε: «Ούτε σε δουλεύω πασά, ούτε και σε οφελώ, αν σε δουλέψω».
Παρακάτω πέφτει ηρωικά αμυνόμενος στην Χαλκωμάτα σε σύγκρουση με τους Τούρκους και ο δεσπότης Σαλώνων Ησαΐας με τον αδελφό του πάπα Γιάννηπου ακολουθούσαν τον Πανουργιά. Τον Δεσπότη τον πιάνουν οι Τούρκοι τραυματισμένο και τον σφάζουν.
Άλλος Ιερωμένος και μαχητής είναι ο πάπα Ανδρέας Μώρης. Ακολουθεί τα παλικάρια του Οδυσσέα Ανδρούτσου και κλείνεται στο Χάνι της Γραβιάς.
Χαρακτηριστική περίπτωση ιερωμένου ένοπλου αγωνιστή αποτελεί ο Ρουμελιώτης πρωτοκλέφτης Αλέξιος Ρουμένης που ήταν παλιά καλόγερος στο μοναστήρι του Πρφήτη Ηλία στα Σάλωνα. Για το πόλεμο που έκανε κατά των Τούρκων υπερασπιζόμενος ενόπλως το μοναστήρι, το δημοτικό τραγούδι λέει «Παρασκευή το δειλινό μέσα στο μοναστήρι κλείσθηκε ο Καλόγερος και πολεμάει τους Τούρκους». Ο Καλόγερος τελικά θα σκοτωθεί για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και το τραγούδι λέει «Κλάψτε πουλιά της Λιάκουρας, τον καπετάν Αλέξη νάθε καούν τα Σάλωνα, του μπέη τα σεράγια σκοτώσαν τον καλόγερο, τον καπετάν Αλέξη»
Ο Ευθύμιος Βλαχάβας παπάς επαναστάτης, αντάρτης στα βουνά αρχηγός της κλεφτουριάς της Θεσσαλίας και της Ηπείρου. Ταξίδεψε στους Άγιους τόπους να προσκυνήσει εκεί που έχυσε το αίμα Του ο Χριστός. Ο Αλή Πασάς τον ονομάζει «διαβολάπαπα» και όταν θα καταφέρει με δόλο να τον πιάσει θα τον θανατώσει με φρικτά βασανιστήρια στα Γιάννενα το 1808. Το τραγούδι λέει «Αηδόνια μου περήφανα, πεύκα καμαρωμένα φέτο να μη λαλήσετε, φέτο να μαραθήτε. Τον Παπαθύμιο πιάσανε, τον καπετάν Βλαχάβα…»
Από το Κρανίδι καταγόμενος ο Παπαρσένης Κρέστας. Το βαπτιστικό του όνομα είναι Αλέξανδρος αλλά το άλλαξε μόλις έγινε καλόγερος σε Αρσένιος. Πέθανε μαχόμενος για την ελευθερία της Ελλάδος.
Μόλις ξέσπασε η επανάσταση έγινε Καπετάνιος σε πολεμικό σώμα. Τον Νοέμβριο του 1822, μόλις μαθαίνει ο Κολοκοτρώνης ότι οι Τούρκοι προγραμματίζουν να στείλουν τρόφιμα, μέσα από τα Δερβενάκια, για τα’ ασκέρια τους στο πεινασμένο Ναύπλιο, αποφασίζει να εμποδίσει το σχέδιο τους. Ζητάει τότε να πάνε σε βοήθεια του καπεταναίοι με τα παλικάρια τους. Από τους πρώτους που πάνε να βοηθήσουν είναι ο Νικηταράς και ο Παπαρσένης Κρέστας.
Όταν έφτασε ο Παπαρσένης με τα παλικάρια του κοντά στο γέρο του Μοριά μιλάει μαζί του και πιάνει αμυντική θέση δίπλα στο υιό του Γέρου, τον Γεννάιο Κολοκοτρώνη, στον Άι Σώστη. Κατά την ώρα του δείπνου ο Γέρος του Μοριά παρακινούσε τον Κολοκοτρώνη να φάνε γρήγορα και να πιάσουν τις θέσεις μάχης τους, επειδή άρχισαν από μακριά να φαίνονται τα Τουρκικά στρατεύματα που συνόδευαν τα τρόφιμα. Τότε ο καλόγερος του είπε ατάραχος «Γενναίο μη χολοσκάς. Αύριο αυτούς τους περιμένει η κατάρα. Το κεφάλι μου θα πέσει εδώ αλλά σπειρί σιτάρι δεν θα περάσει στο Ανάπλι» Έτσι και έγινε…το σιτάρι δεν πέρασε αλλά ο καλόγερος σκοτώθηκε στον Άι Σώστη
Ο Παναγιώτης Μπουγάτσας εφημέριος του Αγίου Παντελεήμονος ενώ μαίνονταν η πολιορκία του Μεσολογγίου, ο κανονιοβολισμός και το ντουφεκίδι, π΄ρε τα άχραντα μυστήρια και περιφερόμενος στους προμαχώνες των αγωνιστών και κρατώντας ένα φανάρι εν μέσω πυροβολισμών κοινωνούσε τους αγωνιζομένους πατριώτες επαναστάτες και τους παρηγορούσε με τα λόγια του και τους εμψύχωνε δίνοντας το παράδειγμα πολεμώντας μαζί τους. Γι αυτόν τον ιερωμένο μιλούσαν με θαυμασμό στο Μεσολόγγι στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Σφαίρα δεν πέτυχε τον ιερομόναχο που κρατούσε κάθε μέρα το άγιο δισκοπότηρο με την Θεία Κοινωνία και ευλογούσε τους αγωνιστές. Το 1837 επισκέφτηκε το Μεσολόγγι ο βασιλιάς Όθωνας ο οποίος είχε ακούσει για τον Παπαπαναγιώτη. Όταν τον γνώρισε από κοντά συγκινημένος τον παρασημοφόρησε με τον Αργυρό Σταυρό του Αγώνα. Έδωσε μάλιστα και εντολή να του δοθεί ένα γερό ποσό ώστε να του απαλύνει την πενία των γηρατειών του.
Ο Ρωγών Ιωσήφ βάζει φωτιά στο μπαρούτι
Ιεράρχης Μεσολογγίου που μένει συνεχώς δίπλα στο ποίμνιό του. Μαζί με τους «ελέυθερους πολιορκημένους». Μοιράζεται μαζί τους τα δεινά του πολέμου. Κατά την έξοδο καταφεύγει με λίγους ασθενείς και πληγωμένους στον Ανεμόμυλο. Εκεί πηγαίνουν τα ξημερώματα της 11ης Απριλίου του 1826 και οι επιδρομείς του Ιμπραήμ. Δύο Ημέρες μένουν έγκλειστοι, περικυκλωμένοι και ο ιεράρχης με τους αμάχους. Όταν ο επίσκοπος διαπιστώνει ότι ελπίδα σωτηρίας δεν υπάρχει και βεβαιώνεται δεν θέλουν να πέσουν ζωντανοί στα χέρια των επιδρομέων κατακτητών, αποφασίζει να δώσει τέλος στο δράμα. Βάζει με τον Αρχιμανδρίτη Γεράσιμο Ζαλογγίτη, φωτιά σε μερικά βαρέλια με μπαρούτι που φυλάγονταν στον ανεμόμυλο και ανατινάζονται όλοι στον αέρα.
Αμέσως μετά το ολοκαύτωμα ο Ιμπραήμ διατάζει τους Αγαρνούς να βρουν το σώμα του δεσπότη Ρωγών Ιωσήφ. Τον βρίσκουν καταματωμένο με εγκαύματα και ο περιχαρής Ιμπραήμ δίνει εντολή να στηθεί αμέσως κρεμάλα μπροστά στον Ανεμόμυλο και να κρεμάσουν τον επίσκοπο πριν ξεψυχήσει! Σύ,φωνα με άλλη εκδοχή (Σ. Τρικούπης) «ημίκαυστος αποκεφαλίσθη».
Το ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου είχε ως πρότυπο το ολοκαύτωμα του Σουλίου. Το 1803 ο καλόγερος Σαμουήλ κλείνει την αυλαία του Σουλιώτικου έπους με τον δαυλό του στο μπαρούτι. Θάφτηκε με τους συντρόφους του στην εκκλησιά της Αγίας Παρασκευής στο Κούγκι.
Το αυτό το 1866, κατά την Κρητική επανάσταση. Ο αρχιστράτηγος των Τουρκικών δυνάμεων της Κρήτης Μουσταφά πασάς, αποφάσισε να πάει αυτοπροσώπως στο Ρέθυμνο με πολυάριθμο στρατό και να καταστείλει την επανάσταση. Στην περιοχή του Ρεθύμνου βρίσκονταν και το ιστορικό πλέον μοναστήρι του Αρκαδίου, πάνω σε ένα οροπέδιο 500 μέτρων. Δύο μήνες πριν αρχίσει η επανάσταση, μαζεύτηκαν στο μοναστήρι οι οπλαρχηγοί και οι προεστοί της εποχής και συσκέφθηκαν με τον ηγούμενο Γαβριήλ. Αποφάσισαν να γίνει το κέντρο της αντιστάσεως η επαρχία του Ρεθύμνου και σε αυτό να καταφύγουν τα γυναικόπαιδα.
Όταν έφθασε όμως εις την Κρήτη ο Πάνος Κορωναίος τους συμβούλεψε να αλλάξουν σχέδιο διότι το μοναστήρι δεν θα μπορούσε να αντισταθεί σε τακτικό στρατό. Τα κανόνια του Μουσταφά πασά ήταν ισχυρά και θα μπορούσαν αν ανοίξουν ρήγμα στα τείχη και στις πολεμίστρες του Αρκαδίου. Ο ηγούμενος όμως του μοναστηριού Γαβριήλ, επέμενε να γίνει εκεί η άμυνα, σύμφωνα με την αρχική απόφαση. Ο Κορωναίος ενίσχυσε τότε τους οπλισμένους καλόγερους με 250 άνδρες, υπό τον γενναίο ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού Ιωάννη Δημακόπουλο, που αναγνωρίστηκε και ως φρούραρχος στην πολιορκία πουυυυ ακολούθησε.
Στα τέλη Οκτωβρίου ο Μουσταφά πασάς με τον στρατό του έφθασε στο Ρέθυμνο και από εκεί έστειλε γράμμα στον Γαβριήλ και του έλεγε να διώξει την επαναστατική επιτροπή και τους αντάρτες από το μοναστήρι. Ο ηγούμενος δεν του απάντησε. Κι όταν ο πασάς έστειλε και δεύτερη προσταγή, πήρε την απάντηση του Γαβριήλ: «Ο όρκος και το σύνθημά μας είναι η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ή ο θάνατος. Και πλέον τούτου δεν θέλομε να ακούσουμε τίποτα άλλο». Νευριασμένος ο πασάς ξεκίνησε να πάρει το μοναστήρι με 15.000 περίπου στρατό και με κανόνια. Οι υπερασπιστές ήταν λιγότεροι από 300, από τους οποίους οι 25 ήταν καλόγεροι. Είχαν μαζευτεί και στο μοναστήρι και 900 γυναικόπαιδα και γέροι.
Στις 7 Νοεμβρίου ο στρατός του Μουσταφά ξεκίνησε την επίθεση αφού είχε πιάσει τους γύρω λόφους από το μοναστήρι. Παρ’ όλες όμως τις επιθέσεις πεζικού και των ορεινών κανονιών δεν υπήρξε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μερικοί ψυχωμένοι καλόγεροι μάλιστα είχαν πιάσει τον μύλο και προξενούσαν φθορά στον εχθρό. Το βράδυ ο πασάς έστειλε νέες προτάσεις και χαλάρωσε την πολιορκία ώστε να φύγουν οι πολιορκημένοι. Πήρε όμως και πάλι περιφρονητική απάντηση. Την νύχτα έστειλε στο Ρέθυμνο άνδρες του να φέρουν πεδινά κανόνια. Ένα από αυτά το έστησε μπροστά από την πόρτα του μοναστηριού με πρόχωμα τους στάβλους. Ότι φοβόταν ο Κορωναίος έγινε.
Την επομένη τα κανόνια του Μουσταφά γκρεμίζουν κομμάτια από την περίβολο του μοναστηριού, ενώ η μάχη μαίνεται και οι έφοδοι διαδέχονται η μία την άλλη. Οι πολιορκημένοι κρατούν ακόμη. Φράζουν πρόχειρα τα ρήγματα και πολεμούν αντρειωμένα, παρά τις μεγάλες απώλειες που έχουν υποστεί. Το 1/3 των μαχητών έχει απομείνει εις τις πολεμίστρες, οι υπόλοιποι κείτονται λαβωμένοι ή σκοτωμένοι. Την νύχτα γίνεται πολεμικό συμβούλιο και αποφασίζεται η αντίσταση μέχρις εσχάτων. Μαζεύονται όλοι στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου. Ο ηγούμενος τελεί την λειτουργία και μεταλαβαίνει. Το τέλος πλησίαζε…
Έτσι ξεκίνησε η 3η μέρα της επιθέσεως (09/11/1866). Το πεδινό κανόνι από τον στάβλο ρίχνει αμέσως την πόρτα του μοναστηριού. Από εκεί και από άλλα γκρεμισμένα σημεία του περιβόλου θα μπουν στο μοναστήρι οι εχθροί. Ο Γαβριήλ όταν κατάλαβε ότι δεν υπήρχε πλέον ελπίδα προχώρησε στην πυριτιδαποθήκη μ’ έναν αναμμένο δαυλό…Οι εχθροί τον περικυκλώνουν. Σκοτώνει 2-3 μα πέφτει και ο ίδιος. (αυτήν την εκδοχή αναφέρουν ορισμένοι όπως και ο Επαμ. Στασινόπουλος. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του Νικ. Αγγελή) ο Γαβριήλ ανεβαίνει στα δώματα και μάχεται σαν λιοντάρι. Και την στιγμή που και ο τελευταίος Τούρκος γκρεμίζεται από το τείχος μια σφαίρα χτυπά τον ηγούμενο στην κοιλιά και τον ξαπλώνει στο δώμα νεκρό.
Η ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης έγινε από τον Κωστή Γιαμπουδάκη (ή κατ’ άλλους από τον Εμμ. Σκουλά). Τότε η ΒΑ πλευρά του μοναστηριού σωριάσθηκε σε πέτρες και χώματα. Κάτω από αυτή ετάφησαν πολλοί από τους υπερασπιστές της και εκατοντάδες στρατιώτες του εχθρού. Ακολούθησε λεηλασία και σφαγή όσων είχαν απομείνει ζωντανοί ή λαβωμένοι. Κάπου 800 Έλληνες σκοτώθηκαν στον 3ήμερο αγώνα και από τον στρατό του Μουσταφά 1500 πτώματα ήταν σκορπισμένα μέσα και έξω από το μοναστήρι.
Η θυσία του Αρκαδίου είχε παγκόσμια απήχηση, συγκίνησε τον πολιτισμένο κόσμο και έδωσε θέμα σε ποιητές και ζωγράφους. Άρχισε να γίνεται συνείδηση στην Ευρώπη ότι η Κρήτη ήταν αποφασισμένη να κερδίσει την ελευθερία της. Η μεγάλη καταστροφή του Αρκαδίου, γράφει ο Γερμανός ιστορικός Μέντελσον Μπαρτόλντυ, επικύρωσε αιματηρά το ψήφισμα την ενώσεως, απέδειξε την αμετάτρεπτη απόφαση των Κρητικών για την ένωση και έκανε στενότερο τον δεσμό της συμπάθεια των χριστιανικών κρατών της Ευρώπης και της Αμερικής προς την Μεγαλόνησο.
Το 1749 με πρωτοβουλία του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου του Ε’ ιδρύεται κοντά στην μονή βατοπεδίου η περίφημη Αθωνιάς Σχολή που προσφέρει ανυπολόγιστη υπηρεσία στην πνευματική αναγέννηση του Έθνους στα χρόνια της σκλαβιάς. Μεγάλοι διδάσκαλοι του γένους διδάσκουν σε αυτήν. Ανάμεσά τους ο «κλεινός» Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, ο Αθανάσιος Πάριος. Παρά την αρχική επιφυλακτικότητα του Άγιου Όρους η Φιλική Εταιρία βρήκε πρόσφορο έδαφος ώστε να αναπτύξει τους σκοπούς της. Έτσι όταν ξέσπασε η μεγάλη Ελληνική επανάσταση του 1821 ο Άθως ήταν έτοιμος να βοηθήσει τον ιερό αγώνα του έθνους για απελευθέρωση. Τον Απρίλιο του 1821 αποβιβάζεται στο όρος ο Εμμανουήλ Παπάς και υψώνει την σημαία της επαναστάσεως. Οι νεώτεροι μοναχοί παίρνουν τα όπλα και παρατάσσονται στο πλευρό του. Όμως στις 11 Νοέμβριου ο Παπάς υφίσταται μεγάλη καταστροφή στην Κασσάνδρα και μέσω του Όρους διαφεύγει στην Ύδρα αλλά πεθαίνει από ην στενοχώρια του πριν φτάσει στον προορισμό του. Τα αντίποινα των τούρκων δεν αργούν. Στις 15 Δεκεμβρίου ο πασάς της Θεσσαλονίκης Αμπντούλ Αμπούντ φθάνει με 3000 Κούρδους στο Άγιο Όρος και ζητά αποζημίωση 1.500.000 γρόσια, να του παραδώσουν τα όπλα και τους περισσότερους ηγούμενους όμηρους. Στα χρόνια που ακολουθούν ως το 1830 οι μονές του Άθου γνωρίζουν τις μεγαλύτερες καταστροφές στην Ιστορία τους. Μοναχοί βασανίζονται και σφαγιάζονται, μοναστήρια λεηλατούνται, καταστρέφονται χιλιάδες χειρόγραφα και κλείνει το τυπογραφείο Μεγίστης Λαύρας
«τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν oι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρο, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Εθνους» (43)
Μώραλη Μελίκ Μπέη
|
Άνοιξη του 1919. Ο 1ος Παγκόσμιος τελείωσε τις 11 Νοεμβρίου του 1918. Στα τέλη του Μαρτίου εκείνης της άνοιξης ένας μικρός ελληνικός στόλος αγκυροβολούσε για λίγο στο λιμάνι της Κων/πόλεως. Μετέφερε στο μέτωπο της Ρωσίας την 2η και 13η μεραρχίες. Μαζί με τους στρατιώτες του μικρού εκείνου στόλου, ήταν και ένας παπάς της θρησκευτικής υπηρεσίας. Τον έλεγαν ελευθέριο Νουφράκη ή Παπανουφράκη. Έδινε την εντύπωση ενός παπά που γυρίζει τα μέτωπα ώστε να μην πηγαίνουν αδιάβαστοι οι νεκροί. Στην πραγματικότητα όμως συχνά - πυκνά πετούσε τα πετραχήλι και άρπαζε το όπλο και ρίχνονταν με τους στρατιώτες στην μάχη. Αυτός και ένα μπουλούκι Έλληνες θα πάνε στην Αγιά Σοφιά και ο Νουφράκης θα αρχίσει να ψέλνει. Θα συλληφθεί από τους Τούρκους και θα δημιουργηθεί διπλωματικό επεισόδιο. Οι Τούρκοι έκαναν διάβημα στον Βενιζέλο. Αυτός κάλεσε τον Παπά και του είπε: «Αν είχα ακόμη δέκα παπάδες σαν και σένα θα μπορούσα να κατορθώσω πολλά, πάρα πολλά…»
Δεν υπάρχει εξέγερση ή απελευθερωτικό κίνημα στα χρόνια της σκλαβιάς χωρίς την επέμβαση του κλήρου και της εκκλησίας. Σε μερικές περιπτώσεις επίσκοποι και αρχιεπίσκοποι αναλαμβάνουν επαναστατικές πρωτοβουλίες και ηγούνται των εξεγέρσεων:
Το 1571 ξεσηκώθηκε η Πελοπόννησος και ιδιαίτερα η Μάνη. Δύο χρόνια πολέμησαν αβοήθητοι οι Μελισσηνοί, ο Μακάριος, ο αρχιεπίσκοπος Επιδαύρου και ο Θεόδωρος ο χωροδεσπότης. Μετά ξεσηκώθηκαν και οι Μακεδόνες, Στο τέλος όμως αβοήθητοι από εξωτερικές δυνάμεις αναγκάσθηκαν να υποταχθούν. Οι αρχηγοί του ξεσηκωμού κατέφυγαν στην Νεάπολι και πέθαναν εκεί. Το μνημείο τους, στην εκκλησία του Πέτρου και Παύλου, γράφει ότι ήταν 25.000 πεζοί και 3.000 καβαλάρηδες. Οι Τούρκοι πιστοί στα έθιμά τους κατάσφαξαν τους υποταγμένους. Μόνο από Μακεδονία και νησιά σκοτώθηκαν 30.000 και οι υπόλοιποι σφάχτηκαν στην Κων/πολι. Οι αρχιεπίσκοποι Πατρών και Θεσσαλονίκης που βοήθησαν τον ξεσηκωμό, κάηκαν ζωντανοί.
Μακάριος Μελισίδης:αρχιεπίσκοπος Επιδαύρου υψώνει σημαία επανάστασης στη Μάνη το 1572 μετά την ναυμαχία της ναυπάκτου (07-10-1571). Με 5000 πεζούς και 3000 ιππείς διεξάγει αγώνα εξέγερσης αλλά τελικά απογοητεύεται γιατί δεν βρίσκει βοήθεια από τους ξένους.
Διονύσιος Φιλόσοφος, Μητροπολίτης Τρικάλων κάνει την δική του επανάσταση στα Γιάννενα το 1611. Παρά τις τραγικές συνέπειες της η εξέγερση αυτή αποτέλεσε καρποφόρο κίνηση ως προς τα ελληνικά μυνήματα που πέρασε στο λαό
Το 1612 θα ετοιμασθούν αμέσως για επανάσταση μετά από παρακίνηση του Μινώτου και σε συνεργασία με τους Γάλλους, ο επίσκοπος Μάνης Νεόφυτος, ο Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας Χρύσανθος Λάσκαρης και κεφαλάδες της Πελοποννήσου. Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1612 θα συσταθεί στην Κούκη της Αλβανίας γενική συνέλευση των κληρικών και των λαϊκών για να πάρουν αποφάσεις για την εξέγερση. Και αποφάσισαν να συμμετάσχουν 160.000 άνδρες. Λόγο όμως των εμποδίων που υπήρξαν από άλλους ευρωπαίους και κυρίως από τους Ισπανούς οι Γάλλοι δεν θα βοηθήσουν και οι Έλληνες θα περιμένουν μάταια. Μόνο ο αρχιεπίσκοπος Τρικάλων Διονύσιος σήκωσε τα όπλα. Ο ίδιος είχε επαναστατήσει και το 1601 και οι Τούρκοι για να τον κακολογήσουν τον είχαν ονομάσει Σκυλόσοφο και Κακοδιονύσιο. Ο Διονύσιος καθαιρέθηκε από το Πατριαρχείο μετά την αποτυχία του. (αυτές οι αποφάσεις του Πατριαρχείου ήταν αναγκαίες για να μην εκτίθεται σε αντίποινα όλος ο ελληνικός υπόδουλος κόσμος εφόσον το Πατριαρχείο ήταν η διοικητική κεφαλή του). Μετά την καθαίρεσή του εργάσθηκε πολύ για τον ξεσηκωμό και το ίδιο έτος τις 10 / 09 / έχοντας μαζί του χωρικού από τα χωριά Σουλίου, Παραμυθιάς και Μαλακασίου μπήκε στα Ιωάννινα και άρχισε την σφαγή των Τούρκων, έβαλε φωτιά στο σπίτι του Τοπάρχη Οσμάν Πασά. Δυστυχώς οι ξεσηκωμένοι στο τέλος σφάχτηκαν από τους Τούρκους και ο Διονύσιος γδάρθηκε ζωντανός, ύστερα γέμισαν με άχυρο το δέρμα του και το περιέφεραν οι Τούρκοι από πόλη σε πόλη μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Οι συνέπειες αυτού του ξεσηκωμού ήταν φοβερές για τους Ηπειρώτες. Καταστράφηκε από τους Τούρκους το μοναστήρι του Διχουνίου, θανατώθηκαν κληρικοί και λαϊκοί και σκότωσαν ακόμη και τον επίσκοπο Νεοχωρίου και Φαναρίου της Θεσσαλίας, Σεραφείμ. Το πόσο στοίχισε σε αίμα αυτή η επανάσταση φαίνεται από το δημοτικό τραγούδι «Δεσπότη μου, τι σήκωσες τον κόσμο στο σεφέρι και ρήμαξαν τα Γιάννενα και ρήμαξε ο τόπος ;»
Ο Μακάριος Νοταράς επιχειρεί και επανάσταση το 1769 στην Κόρινθο
Το 1684 ο μητροπολίτης Άμφισσας Φιλόθεος με δικό του ένοπλο σώμα παίρνει μέρος σε πολεμική επιχείρηση ενάντια στους Τούρκους στην Κόρινθο όπου και τραυματίζεται θανάσιμα. Στην εξέγερση που παρακινήθηκε με την εκστρατεία στην Πελοπόννησο των ενετών, Γερμανών και Πολωνών συμμετείχαν κληρικοί και λαϊκοί καθώς και ο επίσκοπος Κεφαλληνίας με 150 μοναχούς. Η ανδρεία αρματολών και ιερωμένων έγραψε επικά κατορθώματα. Ο επίσκοπος Σαλώνων κατόρθωσε να διώξη τους Τούρκους της Παρνασσίδος με τις δικές του δυνάμεις μόνο.
Το 1864 ο Αγαθάγγελος Τυπάλδος μητροπολίτης Κεφαλλονιάς συγκροτεί επαναστατικό σώμα αποτελούμενο από 150 ενόπλους κληρικούς και παίρνει μέρος σε απελευθερωτικές εξεγέρσεις
Το Μάρτιο του 1770 ύψωσε φλάμπουρο επανάστασης, μαζί με άλλους λαϊκούς στο Αίγιο ο μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος
Ο Χρύσανθος Πηγάς, μητροπολίτης Μονεμβασιάς και Καλαμάτας μυημένος στην Φιλική εταιρία από το 1819 εργάζεται για την εθνική εξέγερση. Αποκαλύπτεται συλλαμβάνεται και φυλακίζεται στην Τρίπολη όπου και πεθαίνει από τις κακουχίες.
Επειδή υπάρχει μια τάση ιδιωτικοποιήσεως των άνωθι 2 ιστορικών προσώπων από πλευράς φανατισμένων Εθνικών, πρόσθεσα αυτές εδώ τις παραγράφους ώστε να διαλευκάνω ορισμένα πράγματα που ηθελημένα αποκρύπτονται από μερικούς - μερικούς.
Συγκεκριμένα:
1) Από τον Κολοκοτρώνη παρουσιάζεται στον Εθνικό τύπο η φράση του: «για αυτές τις πέτρες πολεμάμε» δηλαδή για τα αρχαία
2) Για τον Ρήγα Φεραίο διατυμπανίζεται η κλασσική του παιδεία, που έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στο απελευθερωτικό του έργο.
Καμιά αντίρρηση και επιβραβεύω μάλιστα, αλλά ενώ έρχονται στο φως αποκλειστικά και μόνο γεγονότα συνδεδεμένα των άνωθι με την αρχαιότητα αποκρύπτονται στο σκότος, άλλες πλευρές της δράσης των που δίνουν μια άκρως Χριστιανική χροιά στα πεπραγμένα τους.
ΠΕΡΙ ΡΗΓΑ: όταν ο Ρήγας Φεραίος εγκατάλειψε το Βελεστίνον, αφού πρώτα σκότωσε τον Αγά και την οικογένειά του βρήκε καταφύγιο από τους Τούρκους στο Άγιο Όρος και μετά πέρασε στην Κωνσταντινούπολη. Την «τέχνη» της πολιτικής την έμαθε στο Φανάρι. «Το Ελληνικόν Λύκειο του Βουκουρεστίου» που αποτελεί το φωτοβόλο κέντρο όπου καλλιεργείται και διαδίδεται η ελληνική παιδεία. Εκεί αποκόμισε σημαντικότατα οφέλη ο Ρήγας. Σε αυτό το λύκειο μεταξύ άλλων δίδασκε και ο Σχολάριος (άλλος στόχος των Εθνικών…και εδώ γεννάται ένα άλλο ερώτημα…από πού πήρε την ελληνική μόρφωση ο Ρήγας…από Εθνικούς ή Χριστιανούς; λογικότατα και αποκλειστικότατα το 2ον, συνεπώς ας μην κατηγορούν τους Χριστιανούς Έλληνες για ανθελληνισμό )
Η χάρτα της Ελλάδος του 1797 περιέχει εκτός των αρχαίων πόλεων και την Πόλη (Κωνσταντινούπολη) όπου και παρουσιάζει κατόψεις της Πόλης μετά των ερειπωμένων Βυζαντινών παλατιών, των φαραγγιών και των κόλπων, τοπογραφικές πληροφορίες με βυζαντινά και νεότερα ονόματα, σειρά νομισμάτων με εικόνες αυτοκρατόρων του Βυζαντίου και τέλος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
Στην Φιλική Εταιρία του υπήρχαν οι εξής βαθμίδες: βλάμηδες, συστημένοι, ιερείς, ποιμένες και αρχιποιμένες. Οι ιερείς ήταν οι κατηχητές των πρώτων 3 βαθμίδων. Η μύηση γίνονταν μέσα σε ναό με αναμμένα κεριά όπου ο νέος που θα μυούνταν ορκίζονταν ότι δεν θα μιλήσει και ορκίζονταν υπέρ πίστεως και πατρίδος (πατρίδα είναι η Ελλάδα αλλά ας μας απαντήσουν οι Εθνικοί περί ποίας πίστεως γίνονταν όρκος ; περί Ολύμπιας ή υπέρ Ορθοδοξίας ; ). Κατά αυτήν την ορκωμοσία συνιστούνταν Ορθόδοξος ιερέας κι αν δεν ήταν δυνατόν να ευρεθεί ένας τότε αναλάμβανε ένας δυτικός χριστιανός ιερεύς.
Κατά την ΚΑΤΗΧΗΣΗ της Φιλικής Εταιρίας δίνονταν μεταξύ άλλων οι εξής οδηγίες: «πρώτα τον κάμνεις αδελφοποίτον με το ευαγγέλιον»… «και τότε τον βάζεις να κάμνει τον όρκο κατά τον εκκλησιαστικό νόμο»
ΠΕΡΙ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ: Και ναι μεν ο Θεόδωρος θα αφυπνίσει και αυτός τους έλληνες χρησιμοποιώντας την αρχαία Ελλάδα ως εθνικό στήριγμα αλλά γράφει και τα εξής παρακάτω ο Γέρος του Μοριά στα απομνημονεύματά του: «Εκηρυχθήκαμεν με την σημαίαν ανοιχτήν εις όλας τας δυνάμεις του Μορέως. Η σημαία είχε ένα Χ, είχε και άστρα και φεγγάρι» Σημ: Το Χ ήταν το αρχικό γράμμα του Χριστού και τα άστρα και το φεγγάρι ήταν η φωτοβόλος προσδοκία της ελευθεριάς. Επίσης γράφει «Μια φορά επήγα εις το πανηγύρι της Αγίας Μονής. Αυτό το μοναστήρι ήτον μεγάλο και εχαλάσθη εις την πρώτην Τουρκιά, όταν πέρασα ήτον μία μάνδρα χαλασμένη και σκεπασμένη εκκλησιά με κλάδους δένδρων, τότε έταξα, ότι -Παναγία μου, βοήθησέ μας να ελευθερώσωμεν την πατρίδα μας από τον τύραννο και να σε φκιάκσω καθώς ήσουν πρώτα (1803). Με εβοήθησε και εις τον δεύτερο χρόνο της επαναστάσεως μας επλήρωσα τττο τάμα μου και την έφτιακσα»
Στις 27/07/1821 στα Βέρβενα λέει μεταξύ άλλων «Έλληνες, όλοι είμαστε αδέλφια, γιατί όλοι έχουμε μια πίστη μια μία πατρίδα». Και σίγουρα θα ήταν να σταθούμε περισσότερο στο πρώτο που λέει «ΈΛΛΗΝΕΣ, ΟΛΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΔΕΛΦΙΑ» και να μην αφήσουμε θρησκευτικές διαφορές να μας καταβάλουν. Το έχω τονίσει πολλές φορές….η πίστη αποτελεί και αυτή εσωτερικότητα…δεν επιβάλλεται και δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο χλευασμού και διωγμού. Αυτό αφορά όλες τις θρησκείες.
Σε μια άλλη ελευθέρωση Ελλήνων αιχμαλώτων από τον ίδιο και τα παλικάρια του, γράφει: «Μας εβοήθησε η Παναγιά Θεοτόκος και η καθαριότητά μας οπού επήγαμε να ελευθερώσουμε τους αδελφούς μας»
Η σφραγίδα του Κολοκοτρώνη.
«ΈΛΛΗΝΕΣ, ΟΛΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΔΕΛΦΙΑ…ΚΑΙ ΜΗΝ ΠΗΡΕ Ο ΝΟΥΣ ΜΑΣ ΑΕΡΑ ΚΑΙ ΧΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ».
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης27/07/1821
|
Μερικοί υποστηρίζουν ότι δεν έλαβε μέρος στον ξεσηκωμό αλλά ορισμένα γεγονότα συνηγορούν στο αντίθετο. Ο Γρηγόριος από Πατριάρχης της Κων/πόλεως αφού παραιτήθηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο (10 Σεπτεμβρίου 1808) θα ταξιδέψει και 2η φορά για το άγιο Όρος. Ο χρόνος της 2ης παραμονής του εκεί συμπίπτει με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρίας. Ο Ιωαν. Φαρμάκης (1752-1821), ο ηρωικός υπερασπιστής της Μονής Σέκου, πήγε να τον ενημερώσει και να τον μυήσει. Ο πρώην Πατριάρχης αρνήθηκε να δώσει τον όρκο των Φιλικών με το περιλάλητο εκείνο «Εμένα μ’ έχετε που μ’ έχετε, αν αποκαλυφθεί το όνομά μου στους καταλόγους της εταιρίας θα κινδυνεύσει ολόκληρο το έθνος». Ευχήθηκε με την καρδιά του και ευλόγησε τα έργα της εταιρίας. Η διστακτικότητά του οφείλεται στην θέση του όπως το ίδιο συνέβηκε και στην περίπτωση του Καποδίστρια αργότερα. Στις 14 Δεκεμβρίου του 1819 καλείται για τρίτη φορά στον οικουμενικό θρόνο οπότε η Φ.Ε. έχει ανδρωθεί και επεκταθεί σε όλο τον Ελλαδικό χώρο. Είναι ο πραγματικός αλλά ανώνυμος αρχηγός της. Οι διάφορες ενέργειές του, το κιβώτιο του ελέους, η συλλογή χρημάτων, η αποστολή τους για την δήθεν ανίδρυση σχολείων, οι επιστολές του προς επισκόπους και οι συσκέψεις του (όπως με τους Σπετσιώτες Πλοιάρχους που τους καλεί στο Πατριαρχείο για να μιλήσουν το φανερώνουν). Με την έκρηξη της επαναστάσεως στις Παρδουνάβιες Ηγεμονίες αναγκάζεται να απολύσει φρικτό αφορισμό το οποίο μυστικά ανακαλεί. Ακολουθεί η εξέγερση του Μοριά όπου το Πάσχα στις 11 Απριλίου του 1821 κηρύσσεται έκπτωτος του θρόνου κα, ως «άπιστος και επίβουλος» και συλλαμβάνεται. Τις απογευματινές ώρες απαγχονίζεται στην μεσαία πύλη των Πατριαρχείων. Στο στήθος του καρφώθηκε ο «Γιαφτάς», η καταδικαστική εις βάρος του απόφαση, ανέγραφε ότι εκτελείται διότι: «διαπιστώθι ότι ων ο ίδιος Μωραΐτης, ενέχεται τα μέγιστα εις τα ήδη υπό τίνων παραπλανημένων αφρόνων ληστών εκ του πληθυσμού των Ραγιάδων της εν Πελοποννήσου Διοικήσεως Καλαβρύτων, διαπραχθέντα αντίθετα προς την υπακοήν κακουργήματος». Αυτό αναφέρεται εις το έργο «Η επανάστασης του 1821 από τα Τουρκικά αρχεία» του Μοσχόπουλου. Το αυτό γράφει τόσο ο Τρικούπης όσο και ο Φίλεϊ. Το αυτό επίσης αναγράφει η αγγλική εφημερίδα «Μόρνινγκ Κρόνικλ» της 14ης Ιουλίου του 1821 αναδημοσιεύοντας ανταπόκριση εφημερίδων της Φρανκφούρτης στην Κωνσταντινούπολη..
Αφού έμεινε κρεμασμένος για 3 ημέρες ρίπτεται το σώμα του στην θάλασσα του Γαλατά. Στις 16 ανασύρεται μυστικά στο καράβι του Κεφαλλονίτη Πλοιάρχου Παπαδόπουλου Σκλάβου και μεταφέρεται στην Οδησσό όπου στις 16 Ιουνίου θάβεται με τιμές. Όπου εκεί έμεινε για 50 χρόνια.. Τον Απρίλιο του 1871 γίνεται η ανακομιδή των λειψάνων. Το παράξενο είναι ότι ο Σουλτάνος ζήτησε να μείνει στην πόλη επειδή ο Πατριάρχης ήταν τούρκος υπήκοος αλλά ο αυτοκράτορας της Ρωσίας Αλέξανδρος δήλωσε ότι το είχε υποσχεθεί στον βασιλιά Γεώργιο Α’ Το λείψανο τέθηκε σε μαρμάρινη λάρνακα, σήμερα ασημένια στον ναό της Μητροπόλεως της Πρωτεύουσας. Την επόμενη χρονιά, στις 25 Μαρτίου του 1872 έγιναν τα αποκαλυπτήρια προ του Πανεπιστημίου ανδριάντα του και ο Βαλαωρίτης τόνισε… «Χτυπάτε Πολέμαρχοι, μη λησμονείτε το σχοινί, παιδιά του Πατριάρχη». Στις 8 Απριλίου του 1921 έγινε ο καθαγιασμός του ως οσιομάρτυρας από την ιερά Σύνοδο της εκκλησίας και η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Απριλίου κάθε χρόνο.
Οι εχθροί της εκκλησίας κυριολεκτικά χαλάνε τον κόσμο φωνάζοντας, ότι ο Πατριάρχης ήταν ο χειρότερος «Τουρκόφιλος», «μισέλληνας», «προδότης του γένους» κλπ., αφού αφόρισε την Επανάσταση και ιδίως τους πρώτους ηγέτες της Αλέξανδρο Υψηλάντη και Μιχαήλ Σούτσο.Και το μεν αφοριστικό είναι αυθεντικό. Γεννάται όμως το ερώτημα: το αξιολογούν οι κατήγοροι σωστά; Και το ερώτημα γίνεται πιο σοβαρό όταν βλέπουμε τους Έλληνες, τόσες γενεές, και μάλιστα τους ίδιους τους αφορισμένους, να το αξιολογούν εντελώς διαφορετικά. Και γι’ αυτό τον τιμούν σαν την ιερότερη εθνική μορφή. Και του έστησαν ανδριάντα στο Πανεπιστήμιο.
Ποιος το αξιολογεί σωστά;
Απάντηση πρέπει να δώσει όχι η ιδεολογία, αλλά τα ιστορικά δεδομένα.
Ας τα δούμε λοιπόν ένα-ένα, για να βγάλουμε στο τέλος ένα συμπέρασμα πιο καθαρό.
Α/Α |
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ |
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ |
|
1. |
Λίγα χρόνια πριν από το 1821 είχε συσταθεί με πρωτοβουλία του Τσάρου Αλεξάνδρου Παύλοβιτς η περίφημη Ιερή Συμμαχία, που στόχο είχε την πρόληψη και καταστολή κάθε επανάστασης. Μετείχαν: Ρωσία, Αυστρία, Αγγλία, Γαλλία, κλπ. Κόκκινο πανί για την Ιερή Συμμαχία ήταν οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. |
Κάθε επανάσταση, ακόμη και η πιο καλά οργανωμένη, κινδύνευε να αποτύχει λόγω εχθρότητας των τότε μεγάλων δυνάμεων. |
|
2. |
Η Ελληνική Επανάσταση ευθύς εξ αρχής στιγματίστηκε, διότι φαινόταν έντονη η επίδραση των αρχών της Γαλλικής Επαναστάσεως. Και το κίνημα του Ρήγα, και η οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας και ο τρόπος διακυβέρνησης του Μοριά, έκαναν ακόμη και σε τυφλό φανερή την γαλλική επίδραση. |
Η Ελληνική Επανάσταση ήταν βέβαιο, ότι εκτός από την οργή του Σουλτάνου θα αντιμετώπιζε και την μήνη των τότε υπερδυνάμεων. |
|
3. |
Η Επανάσταση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Βλαχία εξόργισε τον Σουλτάνο σε αφάνταστο βαθμό, διότι α) ο αρχηγός της ήταν πρίγκιπας της Ρωσίας. β) ο ηγεμών της Βλαχίας Μιχαήλ Σούτσος ήταν Φαναριώτης, γ)συνθήκη απαγόρευε στον Σουλτάνο να παρεμβαίνει στις παραδουνάβιες ηγεμονίες χωρίς άδεια του Τσάρου. |
Ο θυμός του Σουλτάνου δεν ήταν καλό πράγμα. Οι Τούρκοι μέχρι και σήμερα αλλού πονούν και αλλού χτυπούν (βλέπε Κύπρος-Κωνσταντινούπολις). |
|
4. |
Πρώτα απ’ όλα ο Σουλτάνος ξέσπασε στους Ρωμιούς της Πόλης. Τα γεγονότα του 1956 ωχριούν μπροστά στις θηριωδίες που υπέμειναν οι Έλληνες της Πόλης του 1821. Έπειτα ο Σουλτάνος ζήτησε εξηγήσεις από τον Μιλέτ-μπασή. δηλ. εθνάρχη των Ρωμιών, Γρηγόριο Ε΄ και τον Τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Α΄ Παύλοβιτς. Ο μεν Γρηγόριος προσπάθησε να τον καλμάρει με ψέματα: ότι τάχα δεν ήξερε τίποτε (ενώ τα ήξερε όλα, όπως μας λένε όλοι οι σύγχρονοί του ιστορικοί, άσχετα αν ο ίδιος δεν ήταν σύμφωνος). Ο δε Τσάρος έσπευσε να δώσει τις εξής πληροφορίες στον «εν τυραννία αδελφό» του Σουλτάνο: α) Ο πρίγκιπας Αλ. Υψηλάντης επαύθη απ’ όλα του τα εν Ρωσία καθήκοντά του και απεκηρύχθη. β) Ο Τσάρος δεν είχε καμία ανάμειξη. γ) ο Σουλτάνος αφήνεται απόλυτα ελεύθερος να αντιδράσει όπως ξέρει και να συγυρίσει τους στασιαστές. (Το έγγραφο του Τσάρου μας το διέσωσε πλήρες ο Σπ. Τρικούπης στον Α΄ Τόμο της Ιστορίας της Ελλην. Επαναστάσεως) |
Άρα οι Έλληνες έπρεπε να αντιμετωπίσουν μόνοι τους, αβοήθητοι, την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Είναι αστείο να πιστεύει κανείς, ότι μπορούσαν οι Ρωμιοί να νικήσουν τότε την Οθωμανική αυτοκρατορία. Αυτό το έδειξε περίλαμπρα, δυστυχώς, η εκστρατεία του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο, που διέλυσε σαν ιστούς αράχνης όλες τις αμυντικές γραμμές των Ελλήνων. Και αλίμονο αν δεν επενέβαιναν οι ξένοι! |
|
5. |
Η ιστορία μας μιλάει για την οξύτητα, με την οποία ο Σουλτάν Μαχμούτ Β΄ αντέδρασε στην Επανάσταση. α) Έπαυσε δύο μεγάλους Βεζίρηδες σε διάστημα ολίγων ημερών με μόνο αιτιολογικό την επιεική τους στάση έναντι των Ρωμιών. Το γεγονός είναι πολύ ενδεικτικό. β) Κάλεσε τον Σεϊχουλισλάμη, δηλ. τον υπέρτατο θρησκευτικό αρχηγό όλου του Ισλάμ, και τον διέταξε να εκδώσει φετβά, δηλ. διακήρυξη, με την οποία να καλεί τους Μουσουλμάνους να εξαφανίσουν κάθε ίχνος χριστιανών από την Αυτοκρατορία ολόκληρη, που έτσι θα γινόταν αμιγώς ισλαμική. Ο Σεϊχουλισλάμης όμως ήταν άνθρωπος δίκαιος και εύσπλαχνος. Και γι’ αυτό ζήτησε διορία να το σκεφτεί. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος το πληροφορήθηκε. Και συνοδευόμενος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο, που προς τιμήν του βλέπουμε την υπογραφή του σε όλα τα αφοριστικά εκείνα, τους μεγάλους δραγουμάνους Κωνσταντίνο και Νικόλαο Μουρούζηδες, και τον αυθέντη Καλλιμάχη, επισκέφτηκε τον Σεϊχουλισλάμη. Και τον έπεισε να αρνηθεί να εκδώσει τον φετβά, αναλαμβάνοντας και αυτός κάποια υποχρέωση έναντι του εύσπλαχνου και φιλανθρώπου εκείνου μουσουλμάνου, που πίστευε με όλη του την καρδιά, ότι - όπως γράφει το Κοράνι- «μια ώρα δικαιοσύνης είναι πολυτιμότερη ενώπιον του Θεού από εξήντα χρόνια προσευχής». Ο Σεϊχουλισλάμης αρνήθηκε να εκδώσει τον φετβά. Και ο σουλτάνος έγινε θηρίο εναντίον του: τον καθαίρεσε και τον κρέμασε. |
Πόσος φόβος έπρεπε να ρίχνει την καταθλιπτική του σκιά στην Κωνσταντινούπολη, όταν ο Σουλτάνος έπαυε λόγω ευνοίας τους προς τους Ρωμιούς δύο πρωθυπουργούς του και κρεμούσε έναν Σεϊχουλισλάμη;
|
|
6. |
Ταυτόχρονα άρχισαν οι κατ’ εντολή του Σουλτάνου εκτελέσεις των επιφανών Ρωμιών με έναρξη από τους Μουρούζηδες και Μητροπολίτες, που εθεωρούντο σαν τα πιο απαραβίαστα πρόσωπα. |
||
7. |
Διορίστηκε άλλος Σεϊχουλισλάμης, ο Φεΐζ. Αυτός εξέδωσε χωρίς πολλούς δισταγμούς και συζητήσεις τον φετβά που όριζε ότι ιερό χρέος των μουσουλμάνων ήταν να μη μείνει στην οθωμανική αυτοκρατορία ζωντανός ούτε ένας Χριστιανός. |
||
8. |
Οι Δυτικοί ήταν και πάλι με τους Τούρκους. |
||
9. |
Η επανάσταση έφτασε στο «αμήν» τόσο, ώστε ο ατρόμητος Γέρος του Μοριά «εμβήκεν εις την Εκκλησίαν, έκαμε τον σταυρόν του, έμεινε πολλήν ώραν σύννους και ασπασθείς την εικόνα της Θεοτόκου είπε: «Παναγία μου, βοήθησε τους Χριστιανούς. Τους επήραμε στο λαιμό μας» (Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, τόμος Α΄, σελ.206). |
||
10. |
Η εκστρατεία του Ιμπραήμ διέλυσε σαν ιστό αράχνης τους Έλληνες. Και γέμισε την Πελοπόννησο θρήνους, αίματα, ερείπια και συμφορές. |
||
ΣΥΝΕΠΩΣ Ο «ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ»Για να τα προδεί κανείς αυτά δεν χρειαζόταν να έχει μυαλό πιο πολύ από το μέτριο. Γι’ αυτό και ο Γρηγόριος τάχθηκε με σταθερότητα και αποφασιστικότητα εναντίον της Επαναστάσεως για να σωθεί η Ρωμιοσύνη από την ολοκληρωτική εξόντωση.Και ενεργώντας φαναριώτικα έριξε στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου: αφοριστικά κατά της επανάστασης. Τα έγραψε και για τους Έλληνες, να ησυχάσουν. Και κυρίως για τον Σουλτάνο να τα διαβάσει και να καλμάρει. Και κάλμαρε με πολύ λίγες -σχετικά- σφαγές στην Πόλη. Οι Πατριάρχες Θεόληπτος και Ιερεμίας Α΄ έκαναν για την σωτηρία του Γένους μας ψεύτικους όρκους. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος έβγαζε ψεύτικα αφοριστικά -στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου- για τον ίδιο λόγο. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης παρότι ήταν ευσεβέστατος δεν τα έλαβε καθόλου υπ’ όψιν του. Δεν ταράχτηκε. Ούτε κάκιωσε εναντίων του Πατριάρχη. Τον συμπόνεσε. Ορίστε τι έγραφε στους Σουλιώτες: «Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας σας στέλνει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρείται αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου». Αλλά και αργότερα, όταν το στράτευμά του είχε πλέον διαλυθεί, ο Αλ. Υψηλάντης όχι μόνο δεν απέδωσε την καταστροφή του στον αφορισμό αλλά με ημερήσιά του διαταγή 8.6.21 απεκύρηξε τους στρατιώτες του, που δεν επέμειναν στον αγώνα, να εκδικηθούν «το ιερόν αίμα των κατασφαγέντων απανθρώπως κορυφαίων «υπουργών» της θρησκείας: πατριαρχών (Γρηγορίου Ε΄ και Κυρίλλου ΣΤ΄), αρχιερέων και μυρίων άλλων αθώων αδελφών» (Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, τόμος Α΄, σελ.128). Στην Ιστορία του Τρικούπη (Τομ. Α΄) όποιος θέλει μπορεί να δει: Α) Το πλήρες κείμενο των αφοριστικών, όπου ο Πατριάρχης αναφέρει ξεκάθαρα, ότι ο πρέσβης της Ρωσίας του απέκλεισε ρητά κάθε ενίσχυση προς τους επαναστάτες. Β)Τα κείμενο του διατάγματος του Τσάρου, που καταδίκαζε την Επανάσταση και άφηνε τον Σουλτάνο ελεύθερο να σφάξει τους Ρωμιούς. Γ) Το διάταγμα του Σουλτάνου, με το οποίο επαύθη ο τρίτος κατά σειρά μέγας Βεζύρης Μπεντερλή Αλήπασας, «επειδή ηθέλησε να φεισθή της ζωής των Ελλήνων», και διορίστηκε ο Σαλήχπασας. Γιατί επαύθη ο Αλήπασας; «Επειδή ετόλμησε να εναντιωθεί εις την τιμωρίαν του αξιοκαταφρόνητου τούτου Έθνους (των Ρωμιών)»! Και μετά, σου λένε έκανε άσχημα ο Πατριάρχης που κοπάνησε μερικές κατάρες στον αέρα και έβαλε τον Σουλτάνο να κυνηγάει μόνο τους «ενόχους» (άντε πιάσε τους αν μπορείς!) Και αντί να του στήσουν και άλλο ένα άγαλμα, στο μνημείο του αγνώστου στρατιώτου αυτή τη φορά, ζητούν να φύγει το άγαλμα του από τον χώρο του Πανεπιστημίου! Ανεύθυνοι και ακαταλόγιστοι. Γιατί; Επειδή είχε την ατυχία να είναι Πατριάρχης. Και τι; Πατριάρχες θα έχουμε για πρότυπα; Αστείο πράγμα! Έξω λοιπόν! |
|||
13. |
Στον Πατριάρχη Γρηγόριο ο πρέσβης της Ρωσίας και οι Φαναριώτες που έβλεπαν για πού βάδιζαν τα πράγματα πρότειναν να τον φυγαδεύσουν, ή στη Ρωσία ή στην Πελοπόννησο για να τεθεί επικεφαλής της επαναστάσεως. Ο Γρηγόριος όμως δεν λύγισε να δεχτεί λύσεις που θα σήμαιναν την αρχή της σφαγής των Ελλήνων. Εμείς θα μείνουμε εδώ και θα σφαγούμε, τόνισε στους άλλους αρχιερείς του Θρόνου. Αλλά τα Χριστιανικά Έθνη θα εκδικηθούν τον θάνατό μας και θα ελευθερώσουν το Γένος μας. Ο θάνατός μας θα είναι η σωτήρια. Ίσως για τους κατηγόρους της Εκκλησίας και ο εκούσιος θάνατος να είναι δειλία και προδοσία. Οι κατήγοροι αυτοί θα χαιρόντουσαν αν ο Γρηγόριος αντί να αφορίσει τον Υψηλάντη, είχε κατακεραυνώσει τον Σουλτάνο. Τότε θα ήταν «ήρωας». Μαζί του θα ήταν «ήρωες» και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ρωμιοί, που θα σφάζονταν σαν αρνιά εξ αιτίας της… ηρωικής παρρησίας του. Θα ήταν ήρωας τότε. Ο Θεός όμως δεν θα του συγχωρούσε ποτέ τη σφαγή των αθώων. Και οι φιλογενείς θα τον καταριόντουσαν, σαν αίτιο του ολέθρου της σκλάβας Ρωμιοσύνης, που έπρεπε να την περιφρουρεί, έως αν παρέλθη η οργή του Κυρίου. Γι’ αυτό οι Ρωμιοί αξιολόγησαν πολύ διαφορετικά την ενέργειά του.
α) Οι αφορισμένοι Ρωμιοί επαναστάτες δεν έβγαλαν το συμπέρασμα των πολεμίων του Γρηγορίου. Όχι μόνο δεν τον μίσησαν αλλά τον ανακήρυξαν μέγιστο συμπολεμιστή τους! Για τον αφορισμό έλεγαν: Το στόμα καταριόταν. Η καρδία ευλογούσε. Οι αφορισμοί εγράφησαν με βία και δυναστεία. β) Ο αφορισμένος Αλέξανδρος Υψηλάντης έγραφε στους Σουλιώτες: «Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας σας στέλνει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρείται αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου» γ) O Γάλλος BRUNET λέει ότι «όφειλε» να το κάνει. δ) Ο Πρέσβης της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη το 1821 Μιχαήλ Στρόγονωφ δήλωσε, ότι η Υψηλή Πύλη του είπε πως «είχε το δικαίωμα και την δύναμιν να εξολοθρεύση άπαν το Ελληνικόν έθνος, αλλά αντί τούτου, μακροθύμως φερόμενη διέταξε τον Πατριάρχην να καταπνίξη την επανάστασιν δι’ αφορισμού» (Μ.Ε.Ε. τομ. Η΄ σελ.725) Το ίδιο αναφέρει και ο Ζαχ. Μαθάς στο βιβλίο του «Κατάλογος ιστορικός» με την επεξήγηση ότι του υποδείχτηκε και το περιεχόμενο του αφοριστικού. Οι κατήγοροί του τον βγάζουν «προδότη και τουρκόφιλο»! Ποιος κρίνει αντικειμενικά; |
||
14. |
Αγαπητή Ιώ, και εσύ και η Διώνη αλλά και εγώ, απολαμβάνουμε όλα τα αγαθά που μας παρέχει η κοινωνία μας. Ζούμε με όλη μας την ησυχία. Ούτε ευθύνη έχουμε, ούτε αγωνία, φυσικά, για την καταταλαιπωρημένη Ρωμιοσύνη. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος καθόταν στα κάρβουνα. Η οργή του Σουλτάνου ήταν μια τρομερή πραγματικότητα. Οι σφαγές, που άρχιζαν από την κορυφή και έφθαναν στην βάση, ήταν μια άλλη φρικαλέα πραγματικότητα. Η απειλή της σφαγής των Χριστιανών μια τρίτη, απαίσια ακόμη και σαν πιθανότητα μία τοις χιλίοις! Η ευθύνη για ότι γινόταν ΤΟΝ ΒΑΡΥΝΕ σε απόλυτο βαθμό, αφού ήταν Μιλετ-μπασής (εθνάρχης), ανεγνωρισμένος και υπεύθυνος έναντι του Σουλτάνου. Τι θα έπρεπε να έκανε; «Ωφειλε», λέγει ο BRUNET που ίσως ποτέ του δεν χώνεψε Ρωμιό. Ασυγκίνητοι όμως μένουν οι «Ρωμιοί» κατήγοροί του συνεπαρμένοι από μία «ιδανική» θεώρηση των πραγμάτων. Έκανε κακό στην επανάσταση, λένε. Έτσι… πάει, καταστραφήκαμε, ενώ μπορούσαμε να είχαμε σωθεί. Κρίμα που δεν ζούσαν τότε. Θα τους είχε ο πατριάρχης «συμβούλους» επί θεμάτων παιδείας και εθνικής πολιτικής. Και δεν θα γινόταν τίποτε στραβό. Και το έθνος θα είχε μεγαλουργήσει. Θα είχε πιο πολλούς ήρωες. Ίσως όμως δεν θα είχαν οι ήρωες αυτοί Ρωμιούς υμνητές, αλλά μόνο Φράγκους. Ίσως να μην υπήρχαν πια στον κόσμο Ρωμιοί. |
||
15. |
Τι όμως προσπάθησε ο άγιος ιερομάρτυς Γρηγόριος Ε΄ να πετύχει με τον αφορισμό αυτό; Πολλά πράγματα. Και συγκεκριμένα: α) Να κατευνάσει το Σουλτάνο. Να του ρίξει στάχτη στα μάτια, όπως και τόσες άλλες φορές. Γι’ αυτό ο Πατριάρχης μας μιλάει 1) για κάποια τερατώδη αχαριστία προς την ευεργετική προστασία, που οι Έλληνες απόλαυαν εκ μέρους των Οθωμανών, 2) για το βασίλειο Κράτος του Σουλτάνου, και 3 )για τη μομφή που η επανάσταση προκαλούσε εις βάρος της ομόδοξου Ρωσίας ( τα λόγια αυτά είχαν θέση μόνο εφ’ όσον λεγόντουσαν για τον Σουλτάνο. Δεν είχαν πέραση για κανέναν άλλο). β) Να καλμάρει τους Έλληνες, που τους έβλεπε με τα μάτια της ψυχρής λογικής, να βαδίζουν σ’ ένα βέβαιο χαμό. Γι’ αυτό μιλάει με χρώματα πολύ ζωηρά για τον κίνδυνο αφανισμού του γένους κα χαρακτηρίζει τους επαναστάτες ΜΙΣΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ. γ) Να πείσει τους αρχιερείς να κινηθούν με ευθύνη, να ξαναφέρουν τους Ρωμιούς στην υποταγή, αφού, όπως γράφει στα αφοριστικά του. 1) Το Ρωσικό κράτος ουδεμία είδηση ή συμμετοχή έχει. 2) Ο Τσάρος αποτροπιάζεται του πράγματος την βδελυρίαν. 3) Ο Τσάρος άφηνε ελεύθερο τον Σουλτάνο να κάνει ό,τι καταλάβαινε. 4) Οι ίδιοι οι αρχιερείς ήταν οι μόνοι υπεύθυνοι για την τύχη του λαού. Γι’ αυτό και τους τονίζει την τρομερά μεγάλη ευθύνη τους με τα λόγια: «εκ χειρός σου ζητηθήσεται το αίμα» των αθώων Ρωμιών, για τους οποίους ο Πατριάρχης πονούσε πολύ, αν εγκαταλελειμμένοι στην τύχη τους σφάζονταν από τους Οθωμανούς. |
||
16. |
Θα πουν μερικοί. Δεν έπρεπε να λυγίσει! Δεν έπρεπε να αφορίσει! Όμως τους πρόλαβαν άλλοι! Ο μητροπολήτης Δερκών Γρηγόριος πρότεινε παραπείθοντας τον Σουλτάνο να πάει ο Πατριάρχης στην Πελοπόννησο να τεθεί επί κεφαλής τους Επαναστάσεως! Ο Γρηγόριος απάντησε. Και εγώ σαν κεφαλή του Έθνους και εσείς σαν Σύνοδος οφείλουμε να μείνουμε εδώ κι να αποθάνωμε για την κοινή σωτηρία. Ο θάνατός μας θα δώσει δικαίωμα στην Χριστιανοσύνη να υπερασπιστεί το έθνος μας. Αν πάμε να ενθαρρύνουμε την Επανάσταση θα δώσουμε το δικαίωμα στον Σουλτάνο να εξολοθρεύσει όλο το έθνος μας όπως ήδη απεφάσισε. (Βλέπε Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα της Ελληνικής Επαναστάσεως παρα Αγγελοπούλου, Τα κατά Πατριάρχην ΓρηγόριονΕ΄, σελ. 169) Ο θάνατος του Γρηγορίου ήταν εκούσιος. Σαν του Κυρίου. Και υπέρ το λαού
Ελάτε τώρα και πείτε από πού συμπεραίνετε ότι ήταν «μισέλληνας και προδότης»; |
||
17. |
Και επειδή πολλοί διερωτούνται, πως και το Πατριαρχείο δεν θυμήθηκε να άρει τον αφορισμό του Υψηλάντη, ενώ ήρε το ανάθεμα του 1054 (κατά του Πάπα), ας μάθουμε επί τέλους ότι ο αφορισμός αυτός ήρθη την Μεγάλη Δευτέρα του 1821 σε μυστική τελετή στο Πατριαρχείο. Γι’ αυτό μέχρι τώρα δεν απασχόλησε κανένα. Το θέμα είναι ιστορικά λυμένο. |
Επειδή μάλιστα ορισμένοι θέλουν να λένε ότι οι Ορθόδοξοι αποτελούν έναν Εβραϊκό δούρειο ίππο για την αλλοίωση της ελληνικότητάς, ας δει κανείς την συμμετοχή των Εβραιών εις τον διασυρμό του Πατριάρχη Ε΄ όπως αναφέρεται από τις ειδικές ιστορικές μονογραφίες του Τάκη Κανδηλώρου, του Α. Παπαδόπουλου και άλλων: Πρίν το απαγχονισμό «Σύν αυτοίς (των Τούρκων) δ΄ εμυκτήριζον το θύμα και πλείστοι εβραίοι, οίτινες, ενώάλλοτε προς εμπαιγμόν του Χριστιανικού Πάσχα εφόρουν τα ρυπαρώτερα και ειδεχθέστερα ενδύματα, ήδη προσήλθον ως εν πανηγύρει μετ’ αδαμάντων και λαχουρίων…»….μετά τον απαγχονισμό «Ουδενός υστερούντες και οι εβραίοι της συνοικίας Μπαλατά, ρακένδυτοι και επίσημοι, πανοικεί συνωστίζονται, ίνα διατόροις κραυγαίς και φύάροις λοιδωρίαις εκδηλώσωσι το προς τον Πατριάρχην φυλετικόν των μίσος». «Επέπρωτο δε ίνα αφεθή εις τους Εβραίους η βδελυρωτέρα σελίς του μαρτυρίου. Η Πύλη προθύμως παρεχώρησε το σκήνωμα εις εικοσάδα μαινομένων Εβραίων …» «οι δε Εβραίοι δέσαντες τους πόδας του λειψάνου έσυραν αυτό εις τας οδούς, υβρίζοντες και πτύοντες τον νεκρόν» «Η Πύλη εκτός του απαγχονισμού ήθελε να σπιλώση το σκήνωμα του Πατριάρχου, προς αποφυγήν όμως διαμαρτυριών της ομοδόξου Ρωσίας, πρόθυμα παρεχώρησε τούτο εις τους Εβραίους»
Η γαλλική εφημερίδα «Κονστιτυσιονέλ» της 6/6/1821 δημοσίευσε την προκήρυξη του Παλαιών Πατρών Γερμανού με ημερομηνία 20 Μαρτίου 1821 στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας δια την οποία καλούσε τους Έλληνες να πάρουν τα όπλα και να αποτινάζουν τον ζυγό. Η επιτροπή εκ των εκδουλεύσεων και των Θυσιών του Αγώνος, αποτελούμενη από τους ίδιους τους Αγωνιστές, με Πρόεδρο τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, εξέδωσε πιστοποιητικό έπειτα από αίτηση των κληρονόμων του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εις την οποία αναφέρεται ότι «κατετάχθη εις την τάξιν των Αξιωματικών (Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός) ως υπηρετήσας σπουδαίως απ΄αρχής μέχρι του τέλους του Αγώνος, υψώσας πρώτος εν τη Μονή της Αγίας Λαύρας την σημαία της Επαναστάσεως». Φυλάσσεται εις το αρχείο του Αγώνος (Εθνική Βιβλιοθήκη) και φέρει αριθμό 401
(ΓΑΚ. Εσωτ. Φ.29,30) Αριθμ. 2783 Προσωρινή Δίοικησις της Ελλάδος, Το υπουργείον των Εσωτερικών, Προς το Ε Ο Πρώην Εκτελεστικό Σώμα. Ο πρώην Δημητριάδος αρχιερεύς κύριος Αθανάσιος, είναι γνωστός δια την αρετή και τον πατριωτικόν ζήλον. Συνεισέφερεν όχι ολίγον εις τον υπέρ πατρίδος Αγώνα, όχι με την δύναμιν του λόγου αλλά και με χρηματικήν βοήθειαν. Ευθύς αφού το Ελληνικόν έθνος έλαβε τα όπλα κατά των τυράννων, έφυγεν εις την νήσο Σκόπελον, προτιμήσας να συνδυστυχή και να συμπάσχη μετά των υπέρ πατρίδος συναγωνιζομένων ομογενών, παρά να ευτυχή εις την επαρχίαν του, ήτις ήτο και είναι υπό τον ζυγό του Σουλτάνου…..Εν Κρανιδίω την 15 Φεβρουαρίου 1824 ο υπουργός Εσωτερικών Γρηγόριος Δικαίος Ο Γεν. Γραμματεύς Γ. Γλαράκης.
Αρθμ. 2960 Το υπουργείο των Εσωτερικών Προς τους κατοίκους Μυκόνου, Ίου, Αμοργού, Αστυπαλαίας και Ανάφης. Η διοίκησης γνωρίζουσα ότι έχετε χρείαν ιδιαιτέρου πνευματικού ποιμένος, όστις να επαγρυπνη δια την σωτηρίαν σας και την ακρίβειαν όλων των αναφερομένων εις την ιεράν σας θρησκείαν και εγκρίνουσα τον πανιερώτατον άγιον πρώην Δημητριάδος κύριον Αθανάσιο, ικανόν να εκπληροί το μέγα τούτο χρέος, διότι έχει και αρετή και παιδείαν ικανήν,διώρισε, με διαταγήν της υπ’ αριθμόν 798, την πανιερότητα του επιτρεπικώς να αρχιερατεύη εις ταύτας τας νήσους.
Ο Νεόφυτος Δούκας (1760 - 1845) ένας από τους σημαντικώτερους εκπροσώπους του αρχαισμού, τον ακολούθησε όχι σαπό συντηριτική διάθεση αλλά από κλασσική επίδραση. Έγινε πρόδρομος των καθαρευουσιάνων και σε ένα κείμενό του έγραφε το 1809 «Αλλά η μεγάλη εκκλησία εφρόντισε και φροντίζει πανταχόθεν να αποκαταστήση όσον τον δυνατόν την αρχαίαν γλώσσαν εκείνην την οποία εκ των περιστάσεων απωλέσαμεν, φροντίζει δε τούτο το έξωθεν μεν με την πατρικήν πρόνοιαν των σχολείων, έσωθεν δε με το παράδειγμα των Συνοδικώς εκδιδομένων γραμμάτων τα οποία οδηγούσιν τα γνήσια τεκνά της προς της γλώσσης την τελειότητα και κατ’ ολιγον τω όντι φιλοσόφως χωρούσα προβαίνει επί τα κρείττω και το γένος ακολουθεί απλανώς με τελείαν πεποίθησιν, ότι τεύξεται του σκοπού. Είναι γνωστότατο ότι η εκκλησία και το Φανάρι ήθελαν να κρατήσουν τηναρχαΐζουσα γλώσσα κατά το ελληνικό γλωσσικό ζήτημα. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μητροφάνης Κτιρόπουλος (1599-1639) θαύμαζε την αρχαία ελληνική και ζητούσε τον καθαρμό της νέας σαν κατώτερης της αρχαίας γι αυτό και αποκαλούσε του νέους «αγραμμάτους». Σε μια επιστολή του ο Ψαλλίδας (1764 - 1829) προς τον Ιωάννη Ζαμπέλιο γράφη για την γλώσσα «Έλληνες ήσαν οι Έλληνες και προ της ευρέσεως του η και του ω. Έλληνες θέλουν είναι πάλιν, όχι αν τα φυλάξουν, χωρίς να χρειάζονται, αλλά αν τα απορρίψουν ως περιττά».
«Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου, των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων» (44).Ζανί Ζαντέ
|
Ο κληρικός Νικόλαος Σοφιανός τον 16 αιώνα (συγγραφεύς της 1ης νεοελληνικής γλώσσας) μετάφρασε στην ζωντανή γλώσσα το «Περί παίδων» του Πλούταρχου.
Θεόφιλος Γ’ πατριάρχης Αλεξανδρείας. Γεννήθηκε το 1764 στην Πάτμο. Βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου ακολούθησε θεολογικές σπουδές. Η αγάπη του προς την μάθηση τον βοήθησε να ανέλθει στα υψηλά επίπεδα της εκκλησιαστικής βαθμίδας. Το 1801 χειροτονείται μητροπολίτης Λιβύης και το 1805 εκλέγεται πάπας και πατριάρχης Αλεξανδρείας και ανακηρύσσεται «πάτρε πατέρων, ποιμήν ποιμένων, τρισκαιδέκατος των Αποστόλων και κριτής της οικουμένης». Την ίδια περίοδο κατεβαίνει στην Αίγυπτο και αναλαμβάνει την διαποίμανση. Από τότε αρχίζει και η μεγάλη ομαδική κάθοδος των νησιωτών και λοιπών ελλήνων στην πλούσια χώρα του Νείλου. Το 1812 συνιστά εκεί ελληνική κοινότητα, ιδρύει ελληνικά σχολεία και το μοναδικό τότε ελληνικό νοσοκομείο, που υπάρχει και λειτουργεί έως σήμερα. Όταν το κακό κλίμα της χώρας τον αναγκάσει να εγκαταλείψει στην Σύμη και κατόπιν στην Πάτμο όπου και θα αρχίσει να μελετά στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονής. Εκεί τον βρίσκει ο Αντώνιος Πελοπίδας και την 1η Μαΐου 1820 τον μυεί στην Φιλική Εταιρία. Ευλογεί τις προσπάθειες και γράφει ενθουσιαστικά γράμματα στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος τον παρακαλεί να ενισχύσει, από την θέση του τον αγώνα. Κατά την επανάσταση δεν θ ακατεβεί στη Αίγυπτο αλλά το 1825 θα κατεβεί στο Ναύπλιο όπου θα αναλάβει να χειροτονήσει επισκόπους. Μετά τον φόνο του Καποδίστρια γράφει στον Αυγουστίνο Καποδίστρια (ΓΑΚ Θρης. Φ. 46) «Εξοχώτατε, Ο θάνατος του αείμνηστου αυταδέλφου σας Κυβερνήτου της Ελλάδος ελύπησε κατάκαρδα το έθνος μας. Ελύπησεν όμως έτι περισσότερον τον γηραιόν Πατριάρχη, όστις έτρεφε χρηστάς ελπίδας, ότι - συνεργούντος του παντοδύναμου Θεού - ο αείμνηστος Κυβερνήτης αφού ήθελεν αποκαταστήσει τα της Πολιτείας έμελλε να προσηλώση την προσοχής του εις τα της εκκλησίας. Πικραμένος απαρηγόρητα δια τον θάνατο τοιούτου ανδρός, συνέστειλα την θλίψιν εις την καρδιά μου και ατενίσας προς τον ουρανόν, εδεήθην υπέρ της μακαρίας εκείνης ψυχής και υπέρ της σωτηρίας του Ελληνικού Έθνους. Ήδη δε ο Ύψιστος ηυδόκησε να εισακούση, όχι την δέησιν ενός αμαρτωλού και ταπεινού Πατριάρχου, αλλά του περιουσίου χριστιανικού Ελληνικού Έθνους….Εν Πάτμω την 28 Δεκεμβρίου 1831, Της Υμετέρας Εξοχότητος διάπυρος προς Θεόν ευχέτης Ο Αλεξανδρείας Θεόφιλος». Στις 24 Ιανουαρίου του 1833 πέθανε και τάφηκε στην Πάτμο. Ανάμεσα στα πολλά κατάλοιπά του βρέθηκε ένα σημείωμα που αρχίζει έτσι: «Ω γένος των Ελλήνων, ημέτεροι συμπολίται. Ως πότε σκορπισμένοι και πλανώμενοι; Αποκόψωμεν ταύτα τα δεσμά χαλκώ και λυτρωθώμεν δυναστείας Βαβυλωνίου…»
Οι παρακάτω εικόνες δημοσιεύονται ώστε να είναι ξεκάθαρη η εθνική σχέση ελληνισμού και χριστιανισμού (Ορθοδοξία). Οι δημοσιευμένες αυτές εικόνες είναι ένα ελάχιστο δείγμα αυτής της σχέσης. Το αίμα που πότισε αυτήν την σχέση θα ζύγιζε σίγουρα πολλούς τόνους, αν μπορούσε ποτέ να ζυγιστεί.
Δεν είναι δυνατό εν έτη 2001, ούτε στο 20.000 μ.Χ. αλλά ούτε και σε οποιαδήποτε μελλοντική στιγμή, να καταφθάνουν κάποιοι κύριοι και να αμφισβητούν 1700 Χρόνια ελληνικής ιστορίας και θυσιών για να υποστηρίξουν την θρησκευτική τους πίστη αδιαφορώντας για τις συνέπειες τέτοιων αντεθνικών θεωριών. Αυτό δείχνει ότι εθνική τους υπόσταση έρχεται σε 2η θέση διότι αν έρχονταν στην 1η θέση τότε θα δέχονταν αυτά τα 1700 χρόνια ελληνικής ιστορίας.
Η πρώτη σημαία της επαναστάσεως του 1821 |
Ναυτική σημαία Ύδρας της επαναστάσεως του 1821. Κάτω από το σταυρό γράφει «Ή ταν ή επί τας 1821». Την έφεραν τα πλοία «Λεωνίδας, θεμιστοκλής, Περικλής, Κίμων κ.α.» προς απάντηση εκείνων που θέλουν να διαχωρίσουν την Ορθοδοξία από την αρχαία ιστορία μας |
Η σημαία του Ιερού Λόχου του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Η μια πλευρά είχε τον Μ. Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη και από την άλλη πλευρά τον μυθικό Φοίνικα με την φράση «Εκ της τέφρας μου αναγεννώμαι» Ο Ελληνισμός δεν διαχώρισε ποτέ Βυζάντιο και αρχαία Ελλάδα εις πείσμα εκείνων που θέλουν να επιφέρουν αυτό το διαχωρισμό προς όφελος μιας πίστης (αληθινής ή όχι αυτό δεν έχει καμιά σημασία) |
Ο Ιερός Λόχος αντιμετωπίζει το Τουρκικό Ιππικό στο Δραγατσάνι. Ο Σταυρός πάντα παρών. |
Η σημαία του Ρήγα Φεραίου. Το κόκκινο συμβολίζει την αυτοκρατορική πορφύρα, το λευκό το δίκαιο του αγώνα και το μαύρο το υπέρ της πατρίδος θάνατο. Το ρόπαλο συμβόλιζε την δύναμη της ελληνικής φυλής και οι σταυροί συμβόλιζαν την πίστη στον Θεό και την οδό του μαρτυρίου, που οδηγούσε στην απελευθέρωση του έθνους. |
Ελληνικό Ελαφρύ Ιππικό της Οθωνικής περιόδου. Ο σταυρός στην σημαία δείχνει τι εννοούν οι νεοέλληνες με τον όρο εθνική συνείδηση. |
Η πολεμική σημαία της Ελληνικής Λεγεώνας, του εθελοντικού σώματος που συμμετείχε στον Κριμαϊκό πόλεμο, υπέρ της Ρωσίας. |
Η Ελληνική Λεγεώνα δίνει στρατιωτικό όρκο ενώπιον Ρώσων αξιωματικών, στη Σεβαστούπολη το 1855 με την σημαία που βλέπετε στα αριστερά σας |
Ο Ανθυπολοχαγός Παύλος Μελάς ο ήρωας Μακεδονομάχος. Ο σταυρός στο αριστερό μέρος του στήθους του μαρτυρεί περίτρανα τον σύνδεσμο ελληνικού πατριωτισμού και Ορθοδοξίας. |
Επίστρατοι στις στήλες του Ολυμπίου Διός το 1912. Αυτοί οι σύγχρονοι Έλληνες ήρωες, ωσάν της αρχαιότητας, αν και πολεμούν κάτω από το σύμβολο του σταυρού, δεν ξέχασαν ποτέ τον παρελθόν τους. Δεν γίνεται σήμερα κάποιοι «ελληνολάτρες» να προσπαθούν να διχοτομήσουν την ελληνική ιστορία στα δύο. Ας μην ξεχνάνε ότι οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν θρησκευτικώς τους νεκρούς προγόνους τους. Αυτοί οι επίστρατοι νεοέλληνες πρόγονοί είναι όλοι νεκροί σήμερα (2001). Η προσπάθεια απόδειξης ότι αυτοί πέθαναν για μη ελληνικά σύμβολα, σημαίες και ιδανικά αποτελεί ιεροσυλία και ασέβεια προς την υπέρτατη θυσία τους υπέρ πατρίδας. |
Αυτή η σημαία αποτέλεσε και αποτελεί το σύμβολο του υπέρτατου αγώνα του νεοελληνικού κράτους.
Οι φήμες που θέλουν την κατάργηση του σταυρού από την ελληνική σημαία ώστε να μην
προσβάλλονται, δήθεν, τα θρησκευτικά φρονήματα των αλλοθρήσκων θα αποτελέσει και την
μέγιστη προσβολή προς τις θυσίες όλων των πατριωτών που πέθαναν γι αυτήν &
για την ίδρυση του νεότευκτου κράτους μας.
Εύχομαι τέτοιες φήμες να μην γίνουν πραγματικότητα ποτέ.
Το πόσο συνδετικός κρίκος είναι σήμερα για το ελληνικό έθνος μας ο σταυρός και η ορθοδοξία, αποκαλύπτεται σε αυτά εδώ τα 2 βίντεο που κατέγραψα τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2001 από τις εκπομπές του κ. Μ. Τριανταφυλλόπουλου και που αναφέρονται στις προσπάθειες της παγκόσμιας «νομοταγούς αταξίας» και της παγκοσμιοποίησης να τα καταργήσουν εντελώς ή τουλάχιστον να τα αποδυναμώσουν.
Βίντεο: Μέγεθος 106 ΚΒ: Διάρκεια 25 δευτ.
Σεμινάρια και εργασίες μαθητών των πανεπιστημίων στις Η.Π.Α., έχουν ως στόχο τους την ανεύρεση μεθόδων για την κατάργηση των φανατικών των θρησκειών, όπως και της Ορθοδοξίας, που αποτελούν εμπόδιο εις την παγκοσμιοποίηση.
|
Βίντεο: Μέγεθος 146 ΚΒ: 38 δευτ.
Στην «Αρχή Προσωπικών Δεδομένων» υπάρχουν και σχέδια που αφορούν εκτός από τις ταυτότητες, τον σταυρό της σημαίας. |
Επειδή «ο πολύς ντόρος» γύρω από τον αγώνα ή όχι των Ελλήνων Χριστιανών κληρικών και των Ελλήνων Ορθοδόξων γίνεται δυστυχώς από μια μερίδα ομοεθνών φανατισμένων Εθνικών (Ολύμπιας Πίστης), τότε αφού διαβάσουν αυτοί οι φανατισμένοι τα ιστορικά παραδείγματα παραπάνω θα μπορούσαν να απαντήσουν την κάτωθι ερώτηση, εφόσον αυτοί είναι που θέτουν θέμα πατριωτισμού;
Αυτοί που κατηγορούν τον Χριστιανισμό για αντι-εθνικισμό, εξευτελίζουν μια σειρά αγωνιστών - πιστών του Χριστού που έχυσαν το αίμα τους για να απολαμβάνουμε όλοι εμείς οι Έλληνες την ελευθερία μας. Αυτό τους «τιμά» ιδιαιτέρως. Περισσότερο όμως τους τιμά όταν τιμούν τους κατακτητές της Ελλάδος που τυγχάνουν και «θεοί» τους Αύγουστοι Οι οποίοι, ας μην διαφεύγει της προσοχής, συν τον εορταζόμενο Αυρήλιο εξαπέλυσαν μια σειρά διωγμών κατά και των Ελλήνων Χριστιανών. Δικαίωμά είναι βέβαια των νεοΕθνικών και των άθεων, να εορτάζουν όποιον θέλουν, αλλά να λέμε «τα σύκα - σύκα και τη σκάφη - σκάφη». Έτσι λοιπόν… «Τιμή στον Μάρκο Αυρήλιο» και «χολέρα για τους αγωνιστές του ΄21 και τους Χριστιανούς Ορθοδόξους Έλληνες». «Τιμή» λοιπόν και στους υπερ-έλληνες (αμερικάνικη ιδέα περί υπερ-ανθρώπου βλ. Superman) νεοΕθνικούς. Ανάλογη στάση των Χριστιανών θα ήταν μια εορτή υπέρ του κατακτητή Μωάμεθ.
Ποια παραδείγματα έχει η αρχαία ελληνική Ιστορία εξέγερσης και αντίστασης των Ελλήνων Εθνικών Ιερέων, Ιεροφάντων, Μαντείων, Ιερειών, Ιεροδούλων κ.λ.π. ενάντια στους κατακτητές ομόθρησκούς τους Εθνικούς Ρωμαίους;
Κι αν υπάρχουν ελάχιστα παραδείγματα, θα μπορούσαν να συγκριθούν με τις εκατοντάδες παραδειγμάτων αντίστασης των Χριστιανών ιερέων έναντι των Οθωμανών Τούρκων και των Χριστιανών Φράγκων κατακτητών ;
Ένα από τα φοβερότερα ανοσιουργήματα στο χώρο της Ιστορίας-αυτόχρημα αναιρετικό της ιστορικής επιστήμης- είναι η ιδεολογική ερμηνεία και χρήση των ιστορικών δεδομένων. Τότε ο Ιστορικός δεν κάνει επιστήμη (απροκατάληπτη δηλαδή και ελεύθερη έρευνα), αλλά πολιτική. Ένα δε από τα ιστορικά γεγονότα, πρωταρχικής για τον Ελληνισμό σημασίας, που δεινοπαθεί ιδιαίτερα από την ιδεολογικοποιημένη ιστορία, είναι το 1821, ή Μεγάλη Επανάσταση του Ελληνικού Γένους/Εθνους και ο αληθινός χαρακτήρας της. Το '21 σηματοδοτεί την αρχή του Ελληνικού Κράτους και γι' αυτό όλες οι ιδεολογίες ζητούν να το παρουσιάσουν ως δικό τους, να σφετερισθούν τη δόξα του.
Μια ομάδα ερευνητών προσεγγίζουν το '21 με ένα πνεύμα αμφισβητήσεως και διάθεση απορριπτική για κοινωνικές ομάδες, που καταλέγονται στους συντελεστές του. Γι' αυτούς το '21 είναι «σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ.2,34) και ζητούν την απομύθευσή του, στα πλαίσια του γνωστού αιτήματος «να ξαναγραφεί η ιστορία». Διατυπώθηκαν μάλιστα θέσεις, που επαναλαμβάνονται αυτούσιες από τους συνεχιστές τους, ιδιαίτερα στο χώρο της παιδείας και της ανεύθυνης (υπάρχει και τέτοια) δημοσιογραφίας. Κυρίως πολεμείται η θέση του «ανωτέρου» (λεγομένου) Κλήρου(1) στον Αγώνα και αμφισβητείται γενικότερα ο ρόλος του Ράσου σ' αυτόν. Επισημαίνονται προδοσίες, χαρακτηρίζονται προδότες, ελέγχονται συμπεριφορές, αμφισβητείται η προσφορά. Τα «επιχειρήματα» όμως περιορίζονται συνήθως σε ωραιολογίες και ανέρειστες γενικεύσεις ή γλωσσικά πυροτεχνήματα χωρίς τεκμηρίωση. Η ιδεολογικοποιημένη αυτή «ιστορική ερμηνεία» αναπαράγεται, συνεχώς, και παρασύρει τους αδύνατους και ανίκανους να επιχειρήσουν αυτοδιαπιστώσεις. Ιδιαίτερα δε στο χώρο της παιδείας το θύμα παρόμοιων ιδεολογημάτων είναι η Νεολαία, που οδηγείται στην αμφισβήτηση και την άρνηση, πριν ακόμη γνωρίσει την ιστορική αλήθεια.
Ανταποκρινόμενος στην παράκληση των οργανωτών αυτής της πανηγυρικής συνάξεως, θα προσπαθήσω να απαντήσω στα ερωτήματα: Ποια η συμβολή του Κλήρου στον Αγώνα; Ωφέλησε ή έβλαψε το Γένος; Ποια ή συμμετοχή του γενικότερα στην ανάσταση του Γένους; Στάθηκε στο πλευρό του ή αδιαφόρησε; Μπορούμε να μιλούμε για αντίδραση ή αδιαφορία; Θα προσεγγίσουμε τα ερωτήματα αυτά μέσα από τις ιστορικές μαρτυρίες, ελέγχοντας τη στάση του Κλήρου κατά την πορεία προς τον Αγώνα και κατά τη διεξαγωγή του. Σκοπός μας δεν είναι μια (ανώφελη και προκλητική) απολογητική υπέρ του Κλήρου -τότε θα ίσχυε το αρχαίο: «το τας ιδίας ευεργεσίας υπομιμνήσκειν τινί ίδιον τω υβρίζειν»- αλλά η αντικειμενική, κατά το δυνατόν, ερμηνεία.
Μετά την άλωση (1453) το Γένος ολόκληρο διχάσθηκε στη στάση του απέναντι στον κατακτητή. Δύο τάσεις διαμορφώθηκαν:
1. ο συμβιβασμόςς με τη νέα κατάσταση, κινούμενος ανάμεσα στη μοιρολατρία και την ελπίδα αποκαταστάσεως, ή
2. η δυναμική αντίσταση με κάθε δυνατό μέσο.
Την πρώτη τάση εκπροσωπούσαν οι αντιδυτικοί ή ανθενωτικοί, ενώ τη δεύτερη οι ενωτικοί και φιλοδυτικοί. H διάσταση ενωτικών-ανθενωτικών προϋπήρχε φυσικά της αλώσεως, διότι οι δύο παρατάξεις διαμορφώθηκαν αμέσως μετά το τελικό σχίσμα Ανατολής-Δύσεως (1054). Η αντιλατινική - αντιφραγκική πλευρά ήταν η πολυπληθέστερη και ισχυρότερη, διότι την συντηρούσε η μόνιμη-απόδειξη το 1204 - φραγκική επιβουλή απέναντι στην Ορθόδοξη-Ρωμαίικη Ανατολή. Στους φιλοδυτικούς καταλέγονταν κυρίως διανοούμενοι και πολιτικοί. Οι πρώτοι, διότι ταυτίζονταν στις θεωρητικές αναζητήσεις τους με τους δυτικούς διανοουμένους (ενδοκοσμική εσχατολογία), ενώ οι δεύτεροι και δια λόγους σκοπιμότητας (προσδοκία βοήθειας). Με την αλληλοπεριχώρηση θεολογίας και πολιτικής, βασικό γνώρισμα της Ρωμανίας ("Βυζαντίου"), ή σύγκρουση των δύο παρατάξεων δεν έμεινε στο θεωρητικό επίπεδο, αλλ' επηρέασε όλο το φάσμα της ζωής.
Συνείδηση των ανθενωτικών ήταν, ότι την Ορθόδοξη- Ρωμαίικη ταυτότητα (που για το Γένος ήταν και εθνική) δεν την απειλούσαν τόσο οι Οθωμανοί, όσο οι Φράγκοι. Η πίστη, όχι ως θρησκευτική ιδεολογία, αλλ' ως θεραπευτική της υπάρξεως και μέθοδος θεώσεως - σωτηρίας, θα έχει πάντοτε στην ησυχαστική παράδοση και τα επηρεαζόμενα απ' αυτήν πλατειά λαϊκά στρώματα πρωταρχική σημασία. Αυτή τη συνείδηση κωδικοποιεί και επαναδιατυπώνει τον 18ο αιώνα ο μεγάλος απόστολος του δούλου Γένους, ο άγιος Κοσμάς Αιτωλός: «Και διατί δεν ήφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, που ήταν τόσα ρηγάτα εδώ κοντά να τους το δώση, μόνον ήφερε τον Τούρκον, μέσαθεν από την Κόκκινην Μηλιάν και του το εχάρισε; Ηξερεν ο Θεός, πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την πίστιν, και (=ενώ) ο Τούρκος δέν μας βλάπτει. Ασπρα (=χρήματα) δώσ' του και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι. Και διά να μη κολασθούμεν, το έδωσε του Τούρκου, και τον έχει o Θεός τον Τούρκον ωσάν σκύλον να μας φυλάη..."(3). O άγιος Κοσμάς έδινε, έτσι, απάντηση στους δυτικόφρονες - ενωτικούς, χωρίς μάλιστα να μπορεί να κατηγορηθεί ως εχθρός του Λαού ή σκοταδιστής. Μόνο όσοι έχουν εμπειρία της ησυχαστικής παραδόσεως, που διασώζεται στις λαϊκές πρακτικές, μπορούν να κατανοήσουν τη δυναμική της πίστεως μέχρι τον 19ο αιώνα(4). Αντίθετα οι φιλενωτικοί ήσαν πάντα πρόθυμοι να μειοδοτήσουν στο θέμα της πίστεως (δεν ήσαν λίγοι εκείνοι που προσχώρησαν στον παπισμό), διότι τα κριτήριά τους ήταν προπάντων ενδοκοσμικά και καιρικά. Οι δεύτεροι έριχναν το βάρος στην εξωτερική ελευθερία. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να λεχθεί, ότι μολονότι η πρώτη τάση διέσωσε την ταυτότητα του Γένους, η δεύτερη το κράτησε σε μόνιμο επαναστατικό βρασμό. Η αντίθεσή τους, χωρίς να γίνεται από τότε αισθητό, λειτούργησε ως σύνθεση. Βέβαια, κατά τον γνωστό ιστορικό Στήβεν Ράνσιμαν, οι ανθενωτικοί δικαιώθηκαν, διότι μ' αυτούς «διατηρήθηκε η ακεραιότητα της Εκκλησίας και με αυτήν και η ακεραιότητα του Ελληνικού λαού» (5).
Η πολιτική της συνυπάρξεως εκφραζόταν ως πολιτική κατευνασμού του κατακτητή και περιορισμένης συνεργασίας και την εγκαινίασε, κατ' ανάγκην, ο πρώτος Γενάρχης, οικουμενικός Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος (1454). Η στάση αυτή στόχευε στην περίσωση των δυνάμεων, που είχαν μείνει στο Γένος. Βέβαια, από το φρόνημα των προσώπων εξηρτάτο η φύση και η έκταση που θά έπαιρνε αυτή η «συνεργασία». Η στάση αυτή όμως δικαιωνόταν ιστορικά, διότι είχε εφαρμοσθεί ήδη από την αραβοκρατία (7ος αι.), άρα υπήρχε μακρά πείρα, και θεμελιωνόταν θεολογικά στο γνωστό παύλειο χωρίο της Προς Ρωμαίους (13,1: «Πάσα ψυχή εξουσίαις υπερεχούσαις υποτασσέσθω. Ου γαρ έστιυ εξουσία, ειμή από Θεού...»), σε συνδυασμό βέβαια με το επίσης αποστολικο: «πειθαρχείν δεί Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πραξ. 5, 29). Η υπακοή στα τυραννικά καθεστώτα, όχι στους τυράννους, έχει όρια («εν οις εντολή του Θεού μη εμποδίζηται», κατά τον Μ. Βασίλειο, P.G. 31, 860) και δεν νοείται ορθόδοξα ως «ταύτιση», αλλά ως μέτρο καιρικό, όταν δεν υπάρχει άλλη (χριστιανικά δικαιωμένη) επιλογή.
Βέβαια, στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ο λόγος εδώ αφορά στο Ράσο στο σύνολό του και όχι σε κάποια προσωπική επιλογή. Η Εκκλησία, σε κάθε εποχή, έχει την αποστολή της Μάνας. Να προφυλάσσει και να σώζει το ποίμνιό της. Κάθε δυναμική στάση, που θα οδηγούσε σε αποτυχία και καταστροφή, θα καταλογιζόταν πάντα εναντίον της,(6). Η ανοχή και διαλλακτικότητα του Κλήρου δεν μπορεί να ερμηνεύεται συλλογικά ως ένοχος συμβιβασμός και εθελοδουλία, παρά μόνο στις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες διακριβώνεται εσωτερική ταύτιση με τον κατακτητή. Αλλά τέτοιες περιπτώσεις ελεγχόμενης διαγωγής Κληρικών, υπήρξαν σπανιότατες. Τα εκκλησιαστικά κείμενα, ιδιαίτερα δε τα Πατριαρχικά, έχουν πάντα ανάγκη αποκρυπτογραφήσεως. Διότι σκοπός τους ήταν να παραπλανήσουν την Πύλη. Το Πατριαρχείο ως Εθναρχία, έπρεπε να φαίνεται πάντα άψογο απέναντι στην Πύλη, ανεξάρτητα από τις πραγματικές του διαθέσεις. Οι συχνές θανατικές εκτελέσεις Πατριαρχών και Μητροπολιτών αποδεικνύουν, πόσο μικρή ήταν η εμπιστοσύνη τής Πύλης απέναντί τους και, συνεπώς, την ορθότητα της θέσεως αυτής.
Η πολιτική όμως της συνυπάρξεως είχε και μια δυναμική διάσταση. Την πίστη στη δυνατότητα βαθμιαίας υποκαταστάσεως των Οθωμανών στη διακυβέρνηση του Κράτους και τη δημιουργία ενός «Οθωμανικού Κράτους του Ελληνικού ΄Εθνους». Κατά την άποψη αυτή η ανάσταση του Ρωμαίικου (της Ρωμανίας/ «Βυζαντίου») θα ερχόταν χωρίς επανάσταση, αλλά με τη βαθμιαία διάβρωση του κράτους και την αθόρυβη μεταλλαγή του. Η επανάσταση των Νεοτούρκων (1908 ) και η επικράτηση του εθνικιστικού φανατισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αποσκοπούσε ακριβώς στην επίσχεση των Ρωμηών (και των Αρμενίων) στη συνεχώς αυξανόμενη συμμετοχή τους στον κρατικό μηχανισμό. Και αυτό δικαιώνει τη φαναριώτικη πολιτική. Η πολιτική αυτή της πρόσκαιρης «συνεργασίας» μπόρεσε να βελτιώσει τη θέση του υπόδουλου Γένους, με την ανάπτυξη της αυτοδιοικήσεως στις κοινότητες και την ανάδειξη στελεχών μιας ελληνικής πολιτικής ηγεσίας.
Πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη, ότι «η Εκκλησία εδραίωσε όλη της την επιρροή, ώστε να αποθαρρύνει τις εξεγέρσεις των Ορθοδόξων κατά της κυβέρνησης του Σουλτάνου» (6α). Μολονότι η διάθεση του συγγραφέα είναι θετική απέναντι στην Ορθόδοξη Εθναρχία, η τοποθέτηση αυτή δεν επιβεβαιώνεται από τα πράγματα. Ο εκκλησιαστικός χώρος, σε όλο του το φάσμα, δεν έχει να δείξει μόνο εκπροσώπους της πολιτικής της περιορισμένης συνεργασίας, αλλά και στην πλευρά της δυναμικής αντιστάσεως. Αυτό είναι ενδεικτικό της ελευθερίας στο σώμα της Εκκλησίας, σε θέματα επιλογών τακτικής. Τον 16ο και 17ο αιώνα Πατριάρχες και Μητροπολίτες έλαβαν απροκάλυπτα μέρος σε εξεγέρσεις. Και δεν επρόκειτο μόνο για φιλοδυτικούς, παρασυρόμενους από τη δυτική προπαγάνδα, αφού και ένας ησυχαστής αγιορείτης, ο άγιος Μάξιμος ο «Γραικός» (l6ος αί.), επιδίωξε να υποκινήσει τους Ρώσους εναντίον των Τούρκων.
Διαπίστωση αδιάψευστη της έρευνας είναι, ότι δεν υπάρχει εξέγερση του υποδούλου Γένους, στην οποία δεν έπαιξαν ενεργό ρόλο Κληρικοί και Μοναχοί. Μια περιδιάβαση στην πολύτομη (και πολύτιμη) «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού» του καθηγητού Αποστ. Βακαλόπουλου επιβεβαιώνει τη θέση αυτή. Και δεν ήσαν λίγα τα επαναστατικά κινήματα του δούλου Γένους(7). Περισσότερες από 70 είναι, κατά τον υπολογισμό μας, οι εξεγέρσεις και τα επαναστατικά κινήματα σ' όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη ανάλογες κινήσεις σε βενετοκρατούμενες περιοχές. Και σ' όλα πρωτοστατούν Κληρικοί κάθε βαθμού και Μοναχοί. Το Ράσο γίνεται ένα είδος επαναστατικού λαβάρου και σημαίας. Βέβαια, τα αποτυχημένα αυτά επαναστατικά κινήματα επιτρέπουν και κάποιες άλλες σημαντικές διαπιστώσεις:
α) Το Γένος δεν συμβιβάσθηκε ποτέ με την κατάσταση της δουλείας και δεν έπαυσε να πιστεύει στη δυνατότητα αποκαταστάσεώς του.
β) Οι επανειλημμένες αποτυχίες των επαναστατικών αυτών κινημάτων δικαιολογούν, αλλά και ερμηνεύουν συνάμα, τους δισταγμούς των Ηγετών του Γένους το 1821, όταν μάλιστα το φόβο της νέας τραγικής αποτυχίας τον ενίσχυε η καταθλιπτική παρουσία της «Ιεράς Συμμαχίας» (από το 1815).
γ) Αποδεικνύεται τελείως αβάσιμο το επιχείρημα, ότι ο Διαφωτισμός και ιδίως η Γαλλική Επανάσταση (1789) γέννησαν το '21(8 ), όταν το Γένος δεν παύει στιγμή να βρίσκεται σε επαναστατικό βρασμό. Η Γαλλική Επανάσταση ήταν φυσικό να επιταχύνει τους ρυθμούς και να ενθαρρύνει την αστική τάξη, όχι όμως και να προκαλέσει τον Αγώνα του '21, ο οποίος δεν είναι παρά ένας σταθμός στη μακραίωνη φιλελεύθερη πορεία του Γένους μας.
Η μεγάλη ανθενωτική-ησυχαστική παράταξη, στην οποία ανήκαν κατά κανόνα και οι Πατριάρχες και Μητροπολίτες, το εθναρχικό δηλαδή σώμα, έχει να επιδείξει και μια σημαντικότερη ακόμη αντίσταση, ανταποκρινόμενη μάλιστα απόλυτα στο πνεύμα της ορθοδόξου παραδόσεως. Είναι οι Νεομάρτυρες. Αυτοί προέβαλαν τη συνεπέστερη για την Ορθοδοξία και αποτελεσματικότερη για το Γένος αντίσταση, χωρίς μάλιστα Θυσίες άλλων, παρά μόνο του εαυτού τους(9). Διότι, μη ξεχνάμε, το πρόβλημα της εκχύσεως του αίματος των άλλων, ακόμη και σε περίπτωση «νόμιμης» άμυνας ή απελευθερωτικής εξεγέρσεως, στην ησυχαστική (αυθεντική δηλαδή) ορθόδοξη συνείδηση δεν βρίσκει εύκολα λύση. Οι Νεομάρτυρες ξαναζωντάνεψαν την αρχαία χριστιανική παράδοση τού μαρτυρίου. Η ομολογία τους αποσκοπούσε στην έμπρακτη απόρριψη του κατακτητή και την άμεση επιβεβαίωση της υπεροχής της δικής τους πίστεως, που περιέκλειε συνάμα και τον εθνισμό τους. Σ' όλη τη μακρά δουλεία, απέναντι στους εξωμότες (εξισλαμισθέντες) ή και τους κρυπτοχριστιανούς, πού αληθινά ή όχι κατέφασκαν την ιδεολογία του κατακτητή, στέκονταν οι δημόσιοι καταφρονητές της, οι Νεομάρτυρες, μόνιμη παρηγοριά και στήριγμα της συνειδήσεως των υποδούλων αδελφών τους. Οι Νεομάρτυρες ενσαρκώνουν μάλιστα πληρέστερα από τους Εθνομάρτυρες την ελληνορθόδοξη παράδοση, διότι διακρίνονται όχι μόνο για ηρωισμό, αλλά για την αγιότητα-πνευματικότητα, πού αποδεικνυόταν με τα θαύματα, που συνόδευαν το μαρτύριό τους. Κίνητρο τους δεν ήταν το μίσος, εναντίον των κατακτητών, αλλά η αγάπη για τον Χριστό και τους ανθρώπους, ακόμη και τους διώκτες τους.
Σε τελευταία όμως ανάλυση οι στρατιές των Νεομαρτύρων αποδεικνύουν τη συμμετοχή και του Ράσου στην αντίστασή τους, όπως και την ενότητα του Γένους εναντίον του Τυράννου. Οι Νεομάρτυρες προετοιμάζονταν για την ομολογία τους από τους Πνευματικούς-Γέροντες (ανάμεσά τους και Επίσκοποι). Οι βίοι και τα μαρτύρια των Νεομαρτύρων κυκλοφορούνταν και διαβάζονταν, είτε μεμονωμένα από τους πιστούς, είτε στις μνήμες τους ως συναξάρια. Και μόνο η καθιέρωση της τιμής της μνήμης των Νεομαρτύρων, αμέσως μετά τη θυσία τους, βεβαιώνει τη, σιωπηρή έστω (για ευνόητους λόγους), κατάφαση από μέρους του Εθναρχικού Κέντρου (του Οικουμενικού Πατριαρχείου) της θυσίας τους και αναγνώριση της σημασίας της για τη συνέχεια του Γένους.
Σ' αυτήν όμως τη συνάφεια θα ήθελα να δηλώσω, ότι ακλόνητη πεποίθησή μου, θεμελιουμένη στη μελέτη τόσο της τάσεως για περιορισμένη συνεργασία με τον κατακτητή, όσο και εκείνης για αντίσταση, είναι η σύγκλιση τελικά, και των δύο προς ένα κοινό στόχο: την αποκατάσταση του Γένους. Η διαφορά εντοπιζόταν στον τρόπο θεωρήσεως του αιτήματος και στα χρησιμοποιούμενα μέσα, όχι όμως στη στοχοθεσία. Δεν είναι η μόνη περίπτωση παρόμοιων «διχασμών» του Γένους.
Η περίπτωση των Νεομαρτύρων όμως δείχνει πέρα από τα παραπάνω και τη σημασία των Μοναστηριών στους αγώνες για την ανάσταση του Γένους. Ο καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος, ονομάζει αδίστακτα τα Μοναστήρια «προμαχώνες μπροστά στα κύματα του Μουσουλμανισμού»(10). Δεν ήσαν, πράγματι, μόνο κέντρα παιδείας («κρυφά» σχολεία), καταφυγής και προστασίας των Ραγιάδων. Δεν ήσαν μόνο πνευματικές κολυμβήθρες για τον συνεχή αναβαπτισμό του Γένους στην παράδοσή του» (11). Ήσαν και αντιστασιακά-επαναστατικά κέντρα σε σημείο, που να μην υπάρχει εξέγερση ως το '21, στην οποία δεν πρωτοστατούν κάποιο ή κάποια Μοναστήρια, ως επίκεντρα της επαναστατικής δραστηριότητας, αλλά και χώροι, από τους οποίους ξεπηδούσαν επαναστάτες-πολεμιστές. Οι Μοναχοί μας, ποτέ δεν θεώρησαν αντίθετο προς τον πνευματικό τους αγώνα, τον αγώνα για την εθνική ελευθερία και τη θυσία τους γι' αυτήν.
Αυτή τη στάση των Μοναστηριών στον Αγώνα ομολογεί και προσδιορίζει με το δικό του μοναδικό τρόπο ο Στρατηγός Μακρυγιάννης: «Τ' άγια τα μοναστήρια, οπού 'τρωγαν ψωμί oι δυστυχισμένοι [...] από τους κόπους των Πατέρων, των Καλογήρων. Δεν ήταν καπιτσίνοι δυτικοί, ήταν υπηρέτες των Μοναστηριών της Ορθοδοξίας. Δεν ήταν τεμπέληδες• δούλευαν και προσκυνούσαν (=λάτρευαν). Και εις τον αγώνα της πατρίδος σ' αυτά τα μοναστήρια γινόταν τα μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τα ολίγα αναγκαία του πολέμου, και εις τον πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυτείνοι, οι 'περέτες των μοναστηριών και των εκκλησιών. Τριάντα είναι μόνον με μένα σκοτωμένοι έξω εις τους πολέμους και εις το Κάστρο, το Νιόκαστρο και εις την Αθήνα»(12).
Ο Μακρυγιάννης επικαλείται την προσωπική του εμπειρία, για να κατοχυρώσει τη συμμετοχή των Μοναστηριών στο μακρό αγώνα της ανεξαρτησίας. Με αφετηρία την καθαρά ορθόδοξη-ρωμαίικη συνείδησή του, νομίζω, ότι δεν τον παρερμηνεύουμε, αν την αναφορά του στο δυτικό μοναχισμό την ερμηνεύσουμε με βάση την εθνική προσφορά των Μοναχών μας. Η φράση «δεν ήταν καπιτσίνοι δυτικοί» για μας σημαίνει: δεν είχαν καμιά σχέση με τα δυτικά-μοναχικά τάγματα, που βρίσκονταν στην εξουσία του «τυράννου» (Πάπα ή Φράγκου Αυτοκράτορα). ΄Ήταν στην υπηρεσία-διακονία του Γένους, στο οποίο και ανήκαν. Πόσοι όμως παρόντες σ' αυτόν εδώ το χώρο δεν έχετε τις προσωπικές σας εμπειρίες για τον εθνικό ρόλο των Μοναστηριών και των Μοναχών μας -ακόμη και των Μοναζουσών-στους νεώτερους αγώνες του ΄Έθνους, όπως η αντίσταση 1941-44; Είναι μια προσφορά αδιάκοπη, ταπεινή και αθόρυβη, αληθινά μαρτυρική. Προσφορά πάνω απ' όλα αφατρίαστη και ακομμάτιστη, αληθινά εθνική. Τα Ελληνικά Μοναστήρια δεν συνδέθηκαν μόνο με τις εξεγέρσεις των χρόνων της δουλείας, αλλά από αυτά ξεπήδησαν και μεγάλες μορφές του '21(13), φωτεινοί Ηγέτες και φλογεροί Επαναστάτες.
«...Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν»Κ. Παπαρρηγόπουλος
|
Η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και γενικά όλου του Ράσου στον πανεθνικό Αγώνα του '21 ήταν αδύνατη χωρίς μία πολύ δύσκολη αυθυπέρβαση. Και η αυθυπέρβαση αυτή δεν έχει σχέση, όπως θα δεχόταν η αντικληρική προπαγάνδα, με κάποια εθελοδουλία ή αδιαφορία για το Γένος. Αντίθετα, σχετιζόταν άμεσα με την γνήσια και αυθεντική αποκατάστασή του. Ας θυμηθούμε εδώ το βαθύτερο στόχο της Εθναρχίας και του Κλήρου μέσω της «περιορισμένης συνεργασίας» με τον κατακτητή. Ήταν η ανάσταση όλου του Ρωμαίικου, δηλαδή της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, με την παλαιά έκταση και εύκλεια της. Αυτό εννοούσε ο Πατροκοσμάς λέγοντας συχνά: «αυτό μια μέρα θα γίνει ρωμαίικο». Αυτό εννοούσε και ο Ρήγας Βελεστινλής, έστω και σε ένα άλλο ιδεολογικό πλαίσιο, όταν έλεγε στο «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι καί Ρωμηοί, αράπηδες και άσπροι, μέ μιά κοινή ορμή, για την ελευθερίαν νά ζώσωμεν σπαθί».
Μετά το κίνημα του Αλ. Υψηλάντη θα αλλάξει αυτός ο ρωμαίικος-οικουμενικός στόχος του Ρήγα και των Κολλυβάδων, που ήταν ο στόχος της Εθναρχίας(14). Από τη μεγαλοϊδεατική ιδεολογία του Γένους, θα ενταχθεί ο Αγώνας στο πλαίσιο της αρχής των εθνικοτήτων -καρπού της Γαλλικής Επαναστάσεως, στοχεύοντας όχι πια στην ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στη δημιουργία ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους, στο οποίο θα «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ.το 1922) το Ελληνικό Έθνος. Αυτό το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελληνικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμιοσύνης. ΄Έτσι ο αγώνας του '21 εντάχθηκε στα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης για την αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Στις ευρωπαϊκές αυλές, όπως λ.χ. του Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που δεν θα έχει πια ρωμαίικο-οικουμενικό χαρακτήρα, αλλά στενά εθνικό και κατ' ουσία «αρχαιοελληνικό». Θα είναι επανάσταση των Ελλήνων του Ελλαδικού θέματος όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον της Ρωμαίικης Εθναρχίας, ως συνέχειας της «Ρωμαϊκής Βασιλείας» των «Βυζαντινών»(15). Το πραξικοπηματικό Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας (1833) είναι η απτή επιβεβαίωση αυτών των ξενόφερτων προσανατολισμών.
Η συμμετοχή, συνεπώς, του Ράσου -και μάλιστα του Οικουμενικού Πατριαρχείου- στον Αγώνα υπήρξε δείγμα υψηλής αυθυπερβάσεως και αυτοθυσίας, αφού ήταν πια φανερό, ότι ο Αγώνας είχε σαφώς αντιρωμαίικο και αντιεθναρχικό χαρακτήρα, στρεφόμενο και κατά του Πατριάρχου, ως Εθνάρχου των Ρωμηών(16). Η συμμετοχή δε αυτή ομολογείται από εκείνους, που την έζησαν σ' όλη τη διάρκεια του Αγώνα και ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσουν. «Πλησίον εις τον Ιερέα -έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης- ήταν ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης και τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι»(17). Ο ιστορικός του l9ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επαναστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας».(18 ).
Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: «...Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν»(19). Ανάλογα αποτιμούν τη στάση του Ράσου στην Επανάσταση ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι. Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.α.(20) Υπάρχουν, βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γ. Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ' όχι ιστορικός), ο Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, αλλ' όχι ιστορικός), ο Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, όχι ιστορικός) κ.ά.(21). Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεότυπα από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το «ΔΕΛΤΙΟΝ» της Ο.Λ.Μ.Ε.(22), για. να διαπιστώσει πώς αυτούσιες οι ιδεολογικές αυτές ερμηνείες για το '21 περνούν στο χώρο της παιδείας. Το τραγικά απελπιστικό όμως είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις έχουν πια ξεπερασθεί και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε οι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού. Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί, έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο τού Γ.Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του «λαϊκισμού» (π. χ. Λεων. Στρίγκας). Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την επανάσταση του '21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: «Σε σύγκριση με το εθνικό το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα» (23). Ανάλογα δέχονται ο καθηγ. Βασ. Φίλιας, ο Λεων. Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ά. (24). Η επικρατούσα στο χώρο της μαρξιστικής σκέψης σήμερα θέση είναι, ότι η Επανάσταση του '21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά μία, στην οποία έλαβαν μέρος οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μια με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει όμως τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνατότητα ιστορικής-επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.
Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλαξίας είναι ο Μέγας Οικουμενικός Πατριάρχης του Αγώνα, Άγιος Γρηγόριος Ε'(25). Η ερμηνεία της στάσης του στον Αγώνα απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) και τη χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός αναχρονισμός). Ο σοφός εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατό να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π. χ. 1790); Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη τον Κοραή και του Καποδίστρια, που ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως; Και όμως, σε καμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής(26). Θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου-Σούτσου; Δεν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου; Έτσι, άλλωστε, ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική. Μπορεί όμως να «ερμηνευθεί» ο αφορισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα, μέσα στο οποίο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό; -΄Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο)- Άμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμιών (ομολογία εκθέσεων των Ξένων της Κων/πόλεως(27). Απερίγραπτες θηριωδίες, πού προοιώνιζαν τη συνέχεια-Παύση από τον Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών -Απαγχονισμός του Σεϊχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών(28 ) Εκτελέσεις Φαναριωτών (Μουζούρηδων και Μητροπολιτών) κ.λπ.(29).
Ποιος μπορεί μετά από όλα αυτά να αρνηθεί, ότι ο αφορισμός ήταν πράξη ανάγκης και «στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αυτή ακριβώς ήταν και η ερμηνεία του άμεσα θιγομένου από τον αφορισμό, Αλ. Υψηλάντη: «Ο Πατριάρχης, βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου» (30). Μόνο, λοιπόν, μετά από την γνώση όλων αυτών μπορεί να εκτιμηθεί σωστά και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου. Ο πρώτος Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης εκτελέσθηκε ως «προδότης» του Σουλτάνου και όχι των Ρωμηών (31). Και εύλογα, αφού τυπικά ήταν ο δεύτερος μετά τον Σουλτάνο αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ δε ο αφορισμός δεν είχε καμιά αρνητική απήχηση στον Εθνικό Αγώνα, αφού ήταν γνωστή η προέλευσή του, το «σχοινί του Πατριάρχη» ανέπτυξε μιαν ευεργετική δυναμική, διότι έγινε κινητήρια δύναμη στο αγωνιζόμενο Έθνος.
Η ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία δεν αφήνει όμως άθικτους και τους άλλους Αρχιερείς. Θέλοντας να μειώσουν τη διακεκριμένη συμμετοχή αρχιερέων, όπως λ.χ. ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ή ο Σαλώνων Ησαϊας, μιλούν για «εκατοντάδες αρχιερέων» (Σκαρίμπας), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (δήθεν) απέσχε και υπονόμευσε τον Αγώνα(32). Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; Οι Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου δεν ξεπερνούσαν τους 200, στις 171 συνολικά επαρχίες του. Ο αριθμός δε αυτός περιλαμβάνει και τους Αρχιερείς των άλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, που ήταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας(33). Ο Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.α,. δέχονται τον αριθμό 180, οι δε τιτουλάριοι Αρχιερείς δεν υπερέβαιναν τους 20(34). Ποια ήταν, λοιπόν, η συμμετοχή αυτών των Αρχιερέων στη Φιλική Εταιρεία(35).
Παρά τον αστικό χαρακτήρα της Φιλικής, οι πρωτεργάτες της δεν είχαν δυτική αντιφεουδαρχική συνείδηση, διότι στην «καθ' ημάς Ανατολήν» δεν υπήρχε φεουδαρχία φραγκικού τύπου (φυσική αριστοκρατία). Γι' αυτό ενώ στη Δύση ο Κλήρος, και μάλιστα οι Επίσκοποι, εθεωρούντο προέκταση της τάξεως των Ευγενών, η Φιλική στράφηκε εδώ στον Κλήρο και μάλιστα στις κεφαλές του. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Κορδάτος: «Οι Φιλικοί [...] επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι' αυτό προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς»(36). Το επίθετο («μερικούς») απορρέει από το ιδεολογικό πρίσμα του Κορδάτου και δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο στα πράγματα.
Από το 1818 μυήθησαν στην Φ. Ε. όλοι σχεδόν oι αρχιερείς της Πελοποννήσου(37), κάτι που αναγκάζεται να το παραδεχθεί ο αγαθότερος Σκαρίμπας: «Η Φ. Ε. [...] στο κόλπο είχε μυήσει όλους σχεδόν τους Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες και προπαντός τούς δεσποτάδες»(38 ). Η αλήθεια είναι, ότι ως Ρωμιοί οι ηγέτες της Φιλικής γνώριζαν την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό. Μέσα στα έτη 1918-21 όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς έγιναν μέλη της Φιλικής. Μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Για έναν αριθμό απουσιάζουν μαρτυρίες, χωρίς όμως να μπορεί να υποστηριχθεί, ότι δεν είχαν μυηθεί και εκείνοι. Απουσιάζει όμως και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως ή για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας. Οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι οι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της λόγω του υψηλού κύρους τους στον Λαό(39). Αν οι Αρχιερείς εξ άλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους το έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μια αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. Σαρανταδύο Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κ.λπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε', Κύριλλος ΣΤ') και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέσθηκαν ή έπεσαν σε μάχες. Κατά τον Γάλλο Πρόξενο Πουκεβίλ οι κληρικοί-θύματα του Αγώνα ανέρχονται συνολικά σε 6.000(41).
Υπάρχει όμως και το «εξ αντιθέτου» επιχείρημα. Η μαρτυρία των Τούρκων Ιστορικών για τη δράση του ελληνορθοδόξου Κλήρου στον Αγώνα του '21(42). Έτσι, ο Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι «τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν oι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρο, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Εθνους» (43). Ο δε Ζανί Ζαντέ σημειώνει: «Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου, των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων»(44).
Δια να κλείσουμε το θέμα αυτό, θα προσθέσουμε, ότι ενίοτε τον 19ο αιώνα εγείρονταν αντιδράσεις όχι για την μη συμμετοχή των Κληρικών μας στον απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά αντίθετα για τη συμμετοχή τους σ' αυτόν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου και ησυχαστή Κοσμά Φλαμιάτου (1786- 1852)(45). Κατά τον Φλαμιάτο η Αγγλία εκμεταλλεύθηκε τον Αγώνα του '21. Με την εμπλοκή του Κλήρου σ' αυτόν επεδίωξε «ίνα διεγείρη την παγκόσμιον, ει δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, αποστροφήν και συνωμοσίαν κατά του Κλήρου, τόσον την εκ των Αρχών, όσον και την εκ του λαού. Δι' αυτόν τον σκοπόν προς τοις άλλοις εκίνησεν εμμέσως εις τους αρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας και εισήχθησαν εν αυτω ο Οικουμενικός Πατριάρχης, πολλοί Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής, και εφάνησαν τινες εξ αυτών οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν...»(46). Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα ή όχι των κρίσεων του Φλαμιάτου, που έχει το δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Το σκανδαλιστικό για ησυχαστές σαν τον Φλαμιάτο είναι η συμμετοχή του Κλήρου στις πολεμικές επιχειρήσεις («οπλοφορία») και σε μια συνωμοτική Εταιρεία, όπως η Φιλική. Την τελευταία θεωρεί κατευθυνόμενη «εμμέσως» από την Αγγλία. Μάλλον, συνεπώς, αυτό προσκρούει στη συνείδησή του, ότι δηλαδή η Επανάσταση εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Δύσεως. Σ' αυτό ακριβώς, πιστεύουμε, έγκειται η αντίθεσή του. Ότι ο Κλήρος της Ελλάδος, εν αγνοία του, εξυπηρέτησε σκοπούς αλλότριους και όχι τα όνειρα της Ρωμιοσύνης. Ο Φλαμιάτος γράφει στη δεκαετία του 1840, όταν πολλά πια έχουν αποσαφηνισθεί. Σημαντικό όμως είναι, ότι θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σ' αντίθεση με τους σημεριυούς επικριτές του. Για τους παραδοσιακούς ορθοδόξους όμως αυτό ήταν το σκάνδαλο και όχι το αντίθετο. Ο Γενάρχης της Ρωμηοσύνης να υποθάλπει κινήσεις, που στρέφονταν εναντίον της. Γι' αυτό μιλήσαμε παραπάνω για «θυσία» και «αυθυπέρβαση» του Ράσου. Η εθναρχική πολιτική εγκαταλείφθηκε για χάρη της ελευθερίας της Ελλάδος(47). Η Ρωμαίικη Εθναρχία θυσιάστηκε, εκούσια, για την ελευθερία της Ελλάδος. Ο Όθωνας στα 1833 θα πάρει για τους Έλληνες, πολιτικά και εκκλησιαστικά, τη θέση του Εθνάρχη Οικουμενικού Πατριάρχη. Η αγανάκτηση του Φλαμιάτου εστιάζεται, ακριβώς, στην αντίθετη κατεύθυνση από τις αιτιάσεις των επικριτών του Κλήρου. Το Ράσο θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα και την εθνική αποκατάστασή της.
Η συμμετοχή του Ράσου στους εθνικούς μας αγώνες δεν είναι ασφαλώς, ο μοναδικός λόγος της παρουσίας του Κλήρου στην κοινωνία μας. Κύρια αποστολή του Ράσου είναι το έργο του ιατρού στο «Πνευματικόν Ιατρείον» της Εκκλησίας για την πνευματική και υπαρκτική αποκατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να θεωρείται ως ένας συμβατικός θεσμός, κοινωνικού χαρακτήρα, μέσα στον υπόλοιπο κρατικό και εθνικό βίο, με σκοπό να σώζει απλώς την ιστορική διάσταση.
Εν τούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησία, και μάλιστα η Ελλαδική, πρωτοστατεί σ' όλους τους απελευθερωτικούς μας αγώνες. Γιατί; Διότι τούτο απορρέει από την πίστη της για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία βλέπει την ελευθερία ως το φυσικό κλίμα αναπτύξεως και πραγματώσεως, του ανθρωπίνου προσώπου. Πραγματική δε ελευθερία είναι η δυνατότητα κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό και τους συνανθρώπους του, σε βαθμό γνησιότητας, πληρότητας και αυθεντικότητας, έξω δηλαδή από κάθε αναγκαστικότητα. Η ανθρώπινη ελευθερία εντάσσεται στα πλαίσια του θελήματος του Θεού και είναι (και ως εθνική-κοινωνική) έννοια καθαρά θεολογική- εκκλησιαστική(48 ).
Ο Ορθόδοξος Κλήρος δεν μπορεί να μη συμμετάσχει στους εθνικούς-απελευθερωτικούς αγώνες, διότι το έργο του και στην περίοδο της ειρήνης είναι απελευθερωτικό. Αγώνας για την καταξίωση του Ρωμηού, ως απελευθέρωση από τα δεσμά της εσωτερικής δουλείας, της αμαρτίας(49). Η εσωτερική δε δουλεία κατά κύριο λόγο επιφέρει και την εξωτερική. Διότι δουλεία δεν είναι, κυρίως, η αναγκαστική υποταγή, αλλά η εσωτερική υποταγή και ταύτιση με τον κατακτητή, η νέκρωση του πνεύματος αντιστάσεως και του ψυχικού δυναμισμού. Γι' αυτό και πιστεύουμε, ότι η σημαντικότερη προσφορά του Ράσου στο Έθνος μας δεν ήταν τόσο η συμμετοχή του Κλήρου στις ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, όσο η συμβολή του Ράσου στη συντήρηση του ελληνορθοδόξου φρονήματος του Γένους και της αγάπης του προς την ελευθερία. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Το λάθος αυτό διαπράττεται συχνά, και όχι μόνο από «αθεολόγητους». Οι βαθμοί της Ιερωσύνης (Επίσκοπος-Πρεσβύτερος και Διάκονος) συναποτελούν τον ανώτερο κλήρο. Στον κατώτερο κλήρο ανήκουν οι (χειροθετημένοι και όχι εντός του αγίου βήματος χειροτονημένοι) υποδιάκονοι, ψάλτες, αναγνώστες κ.λπ.
2. Γ.Δ. Μεταλληνού, Τουρκοκρατία…, Αθήνα 1989, σ. 85 ε.ε. Πρβλ. Χρ. Σ. Πελεκίδη, Ιδεολογικά Ρεύματα του Ελληνισμού της Τουρκοκρατίας, Ιωάννινα 1974.
3. Ι. Μενούνου, Κοσμά του Αιτωλού ΔΙΔΑΧΕΣ, Αθήνα 1979, σ. 269-70.
4. Ας Θυμηθούμε τα προφητικά για σήμερα λόγια του Γάλλου περιηγητή Μαλέρμπ (MALHERBE) προς τον Μακρυγιάννη: «...΄Ενα θα σας βλάψη έσάς, το κεφάλαιον της θρησκείας, οπού είναι αυτείνη η ιδέα σ' εσάς πολύ τυπωμένηι» (Στρατηγού Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα, εκδ. ΜΠΑΫΡΟΝ, χ. χρ., σ. 415).
5. Στ. Ράνσιμαν, Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία (μετάφρ. Ν. Παπαρρόδου), Αθήνα 1979, σ. 360.
6. Χαρακτηριστική η περίπτωση του μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου, του επικαλουμένου «Σκυλοσόφου». Έκαμε δύο αποτυχημένες εξεγέρσεις (1600 και 1611), προσχωρώντας μάλιστα και στον παπισμό, με αντάλλαγμα την υπόσχεση βοήθειας, που δεν ήλθε φυσικά ποτέ. Οι συνέπειες της αποτυχίας ήταν, για το λαό κυρίως, οδυνηρές, όπως φανερώνει το σχετικό δημοτικό τραγούδι: «Δεσπότη μου, τί σήκωσες τον κόσμο στο σεφέρι και ρήμαξαν τα Γιάννενα και ρήμαξεν ο τόπος; Μείναν τα σπίτια αδειανά, γεμίσαν τα χανδάκια κι ο Τούρκος δεν απόσωσε να κόβη και να καίη. 'Εδώ αρπάζουν κόρακες κι εκεί οι Γιαουντζήδες. Δεν έχ' η μάννα πια παιδιά και τα παιδιά γονέους. Ki εσένα το τομάρι σου το στείλανε στην ΙΙόλη, να τρων οι κότες πίτουρα, να νταβουλάν οι Γύφτοι, για να ξυπνάη η Τουρκιά να κάνη ραμαζάνι..»
6α Βλ. Δημήτρη Κιτσίκη, Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1280-1924), Αθήνα 1988, σ. 104.
7. Αναφέρουμε τα σημαντικότερα:
-Επανάσταση στην Κρήτη και Πελοπόννησο λίγο μετά την ΄Αλωση (l5ος αι.).
-Βενετοτουρκικός πόλεμος (1463-1479).
- Κίνημα στη Ρόδο (1524-29).
-Επανάσταση Χειμαριωτών (1570).
- Επανάσταση στην Πελοπόνησο, Στερεά, Ηπειρο, Μακεδονία, Αιγαίο μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (Lepanto)(1571).
-Ανταρσία στο Ρέθυμνο (1571). -Ανταρσία Μανιατών (1582).
-Ανταρσία Κύπρου (τέλη του l6ου-αρχές του l7ου αι.).
-Απελευθερωτικές προσπάθειες αρχιεπισκόπων Αχρίδος Γαβριήλ, Νεκταρίου και Αθανασίου.
-Επαναστατικές προσπάθειες μητροπολίτου Τορνόβου Διονυσίου Ράλλη (1595/98 ).
-Εξεγέρσεις μητροπολίτου Διονυσίου Σκυλοσόφου (1600 και 1611).
-Επαναστατικές κινήσεις Μανιατών (l7ος αι.). - Εξέγερση αγροτών Νάξου ( 1641 ). - Κρητικός πόλεμος (1645-1669).
-Εξέγερση Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Μεθοδίου και αρχιμανδρίτου Σεραφείμ (1704).
-Επανάσταση της Θεσσαλίας ( 1715)
-Ενέργειες μητροπολίτου Αχρίδος Ζωσιμά για την απελευθέρωση του βαλκανικου χώρου ( 1716).
-Συμμετοχή στα Ορλωφικά ( 1768 ): επαναστατική κίνηση Πελοποννήσου, Στερεάς, Κρήτης, Αίγαίον κ.λπ.
-Συμμετοχή στους αγώνες του Λ. Κατσώνη ( 1789-92).
-Αγώνες Σουλιωτών (1800-1804).
-Ανταρσία Ευθυμίου Παπαβλαχάβα (1808 ) κ.λπ., κ.λπ.
8. Βλ. Ν. Τωμαδάκη, ΄Ητο εθνικόν ή κοινωνικόν κίνημα η ελληνική εθνεγερσία; Στο περ. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ Γ' (1970/71), σ. 5 έ. έ.
9. Βλ. τον τόμο: ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, Εις τιμήν και μνήμην των Νεομαρτύρων (17-19 Νοεμβρίου 1986), Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 612, με σπουδαίες μελέτες και την παλαιότερη για το θέμα βιβλιογραφία.
10. Ιστορία..., τόμ. β', σ. 229.
11. Βλ. το κεφάλαιο: «Η Εκκλησία και ο Ελληνικός Λαός» στου Στ. Ράνσιμαν, όπ.π., σ. 659 ε..
12. Στρατηγού Μακρυγιάννη, Οράματα και θάματα, Αθήνα 1983, σ. 163/4.
13. Αγιορείτης ήταν ο πατριάρχης Αγαθάγγελος, όπως και ο Μαρωνείας Κωνστάντιος και ο Ηρακλείας Ιγνάτιος. Στη Μονή Φιλοσόφου Δημητσάνας "μαθήτευσαν" ο Αργολίδος Γρηγόριος, ο Π.Πατρον Γερμανός, ο Τριπόλεως Δανιήλ, ο Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Μονεμβασίας Χρύσανθος κ.π.ά. Ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός στο Μ. Σπήλαιο, ο Χίου Δανιήλ στη Ν. Μονή Χίου, ο Βρεσθένης Θεοδώρητος στη μονή Αγ. Θεοδώρων, ο Κύπρου Κυπριανός στη μονή Μαχαιρά Κύπρου, κ.λπ. Από Μονές ξεκίνησαν επίσης ο Παπαφλέσσας και ο Αθανάσιος Διάκος.
14. Βλ. Το κεφάλαιο «Το ανολοκλήρωτο '2l» στου Γ. Δ. Μεταλληνού, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, Αθήνα 1989(2), σ. 191
15. Βλ. τη σπουδαία ανάλυση του καθηγ. π. Ιωάννου Ρωμανίδου, στο έργο του: Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989(2), σ. ιδ' έ. ε.
16. Ph. Sherrard, Δοκίμια για τον Νέο Ελληνισμό, Αθήνα 1971, σ. 296 έ.
17. Θ.Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29.
18. Χρ.Βυζαντίου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, Oι Αρχιερείς και το Είκοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.
19. Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελληνικού ΄Εθνους, τομ. 7, Αθήναι 1925 σ. 216/17.
20. Παραθέματα βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 190 ε. έ. Πρβλ. σ. 248 έ. ε. «Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικων».
21. Παραθέματα σχετικά βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π. σ.197 έ.έ. και 234 ε.έ. Για να γίνει συνειδητή η φθορά εκ μέρους του δυτικού διαφωτισμού, αρκεί να σημειώσουμε, ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε' δεν είναι μόνο μαρξιστές, αλλά και ο χριστιανός καθηγ. Αλέξ. Τσιριντάνης. Στο ίδιο, σ.198-99: Το Οικουμ. Πατριαρχείο "δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης τήν άφώρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θα μπορούσε βέβαια, ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στο λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε, γιατί απλούστατα, ο αφορισμός ήταν αληθινός και «σπουδαίος». «Εγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα» (Βλ. Αλεξ. Τσιριντάνη, Το Εικοσιένα, στο περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τευχ. 195, Ιανουαρ. 1977, σ. 2). Το κείμενο του καθηγ. Τσιριντάνη, αποδεικνύει, ότι η «παρερμηνεία» δεν είναι προνόμιο «αντορθοδόξων» και «ανθελληνικών» ιδεολογιών. Το τραγικό όμως στην περίπτωση, και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο η απουσία γνώσεως, αλλά και ενδιαφέροντος (στα 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας, που δίνει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Από πλευράς δε στενά επιστημολογικής διερωτάται κανείς, αν ο επιστήμων δικαιούται να αδιαφορεί για το λόγο των ειδικών στην έρευνα. Και μια αφελής απορία: Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης «είχε διαμηνύσει στο λαό...κ.λπ.» (και είχε πράγματι «διαμηνύσει». Βλ.Ι. Μ. Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε' μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές τον αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 έ. έ.), πού θα τα εύρισκε ο Αλ. Τσιριντάνης; τοιχοκολλημένο σε κάποια δημόσια πλατεία; Καλά έλεγε ο μακαρίτης καί "άθεος" Γιάννης Σκαρίμπας, "από την ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμη το «Εθνος»...
22. Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ.34/τεύχος 556, σ. 3: «Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στην πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα, αποβλέποντας σε μια νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό(...). Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμών (Γρηγόριο Ε', Πολύκαρπο Ιεροσολύμων). Πρβλ. Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 201. Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του «λαϊκισμού» εμποδίζει το κείμενο να λάβει υποδομή τις περιπτώσεις που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαού τις μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. Έτσι καταντά η ερμηνεία μονομερής και ιδεολογική.
23. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π., σ. 238 έ.
24. Στο ίδιο.
25. Τις νεώτερες μελέτες για το πρόσωπο βλ. στη Βιβλιογραφία.
26. Βλ. Ι. Μ. Χατζηφώτη, οπ.π.
27. Βλ. Γεωργίου Θ. Ζώρα, Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε' εις την έκθεσιν του Ολλανδου Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 έ.
28. Μπορεί να αποκληθεί πρώτος μάρτυρας του Αγώνος της Ανεξαρτησίας μας.
29. Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ', σ. 32 και 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «...Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το Έθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. ΄Αλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών».
30. Βλ. Ιστορία του 'Ελλην. Εθνους (Εκδοτικής Αθηνών), τομ. ΙΒ', σ. 130β.
31. Κατά την «Προκήρυξη» του Σουλτάνου (YAFTA), «ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του [...] γνωρίζων δέ ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποιήση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θά επετύγχανε [...], όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ου μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς [...], αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος, όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως.…» (Γ. Ζώρα, όπ. π., σ. 9). Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας.ή ο Αλ. Τσιριντάνης...
32. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 263 έ.
33. Στο ίδιο, σ. 206 έ. ε.
34. Στο ίδιο, σ. 210-11.
35. Βλ. την εκτενή και εμπεριστατωμένη έκθεση τού Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 261 ε. έ.
36. Γ. Κορδάτου, Η κοινωνική σημασία τής 'Ελληνικής 'Επαναστάσεως, σ. 144. Πρβλ. Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 214, σ. 463.
37. Π. Γεωργαντζή, ό.π., σ. 215 ε. έ.
38. Το Εικοσιένα και η αλήθεια, τ. Α', σ. 59 και Β', σ. 93.
39. Ο Th. Gordon λ.χ., ιστορικός του Αγώνα (Ιστορία της Ελλην. Επαναστάσεως, μετάφρ. Φ. Βράχα, τομ. Α', σ. 134) γράφει: «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε, πως ο Πατριάρχης και τα μέλη της Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά του κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε, ότι ο Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη της Εταιρείας και ότι μερικοί από τους άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανορραφίες της».
40. Βλ. στον Π. Γεωργαντζή, σ. 240.
41. Λεπτομερή ανάλυση βλ. στο ίδιο, σ. 281 ε.έ.
42. Βλ. τις μελέτες: Νικηφ. Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, Αθήναι 1960. Ι. Παπαϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α', Λάρισα 1979.
43. Ν. Μοσχοπούλου, ό.π., σ. 167. Ι. Παπαϊωάννου, όπ.π., σ. 240.
44. Ν. Μοσχοπούλου, σ.107. Ι. Παπα'ίωάννου, σ. 240.
45. Βλ. Γ. Δ. Μεταλληνού, ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ (1786- 1852). «Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο Ελληνικό Κράτος, ανάτ. από τη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, 'Αθήναι 1987
46. Κοσμά Φλαμιάτου, «Άπαντα» εκδόσεις «Σπανός»), Αθήναι 1976, σ. 96/7.
47. Για το ίδιο πράγμα «κατηγορεί» το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Ράνσιμαν: «Δεν θα μπορούσε το Πατριαρχείο να είχε γίνει η δύναμη, που θα συγκέντρωνε τον ορθόδοξο κόσμο και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κεντρόφυγες τάσεις του βαλκανικού εθνικισμού; η ευκαιρία χάθηκε. Το Πατριαρχείο μάλλον ελληνικό, παρά Οικουμενικό. (όπ. π. σ. 694)
48. Βλ. Μάρκου Α. Σιώτου, Η θρησκευτική αξία της εθνικής ελευθερίας, στήν Ε. Ε. τής Θ. Σχ. του Π. Α., τ. Κ' (1973), σ. 41-70.
49. Γ. Δ. Μεταλληνού, «Θεολογία Απελευθερώσεως» και «Θεολογία Ελευθερίας», στο περ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, τ. ΛΒ' (1989), σ. 51-61.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Αδάμη, Τ., Οι κοινωνικές ρίζες και η σημασία της Επανάστασης, εφημ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 25.3.1977.
Ακαδημίας 'Αθηνών, Το Εικοσιένα (Λόγοι), επιμέλεια Π. Χάρη, Αθήναι Ι977.
Αντωνιάδου-Μπιμπίκου Ελ., Μεθοδολογικά προβλήματα της ιστορικής έρευνας για τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας (Επανάσταση και Εικοσιένα), Αθήνα 1981.
Ατέση Βασιλείου (επισκ.), Εθνομάρτυρες Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1971. Βακαλοπούλου Αποστ. Ε., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμοι Α'-Η', Θεσσαλονίκη 1964 ε.
Βοβολίνη Κωνσταντίνου, Η Εκκλησία εις τον αγώνα της ελευθερίας, Αθήναι, 1952.
Γεωργαντζή Πέτρου, Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάυθη 1985.
Γκενάκου-Μουρούτη Ζωής, Γρηγόριος Ε': Προδότης ή εθνομάρτυρας; Αθήνα Ι980.
Εκδοτικής Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμοι Ι'-ΙΒ', Αθήνα.
Ζήση Θεοδ. Ν., Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' στη συνείδηση του Γένους, Θεσσαλονίκη 1986.
Κάγια Παναγιώτου, Tο Εικοσιένα, όπως δεν μας το μαθαίνουν στα σχολεία, Αθήνα 1972.
Καλαμαρά Μελετίου (μητροπ.), Είναι οι Ρασοφόροι συμφορά του Έθνους; Αθήναι 1977.
Καπετανοπούλου Κωνσταντίνου (ιερ.), Ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως του 182Ι, Βάρδα Ηλείας 1980.
Κατσούλη Γ., Το κατεστημένο της Ελληνικής ιστορίας, Αθήνα 1975.
Κορδάτου Γιάννη, Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, Αθήνα 1977".
Μελά Σπύρου, Ματωμένα Ράσα,: Αθήνα 1962
Μεταλληνού Γεωργίου, πρ., Παράδοση και αλλοτρίωση, Αθήνα 1989.
Του Ιδίου, Ορθοδοξία και Ελληνικότητα, Αθήνα 1987.
Του Ιδίου, Μικρά Ιστορικά, Α', Λευκωσία Ι988.
Του Ιδίου, Τουρκοκρατία- Οι Ελληνες στην 'Οθωμανική Αυτοκρατορία, Αθήνα 1989(2).
Του Ιδίου, Πολιτική και Θεολογία, Αθήνα 1990.
Μοσχοπούλου Νικηφόρου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, Αθήναι 1960.
Νικολάου Χαραλάμπους, Η Ελληνική Επανάστασις (Ι821/28 ). Ήταν εθνική ή ταξική; Αθήναι 1988.
Οικονόμου Ηλία, Θεός και επανάσταση του 1821, περιοδ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΚΖ' (1984).
Του ιδίου, Κείμενα πίστεως και ελευθερίας, Αθήναι 1985.
Ρούσου Πέτρου, Προϋποθέσεις και κίνητρα της Επαναστάσεως του 1821, Αθήνα 1981.
Σιμοπούλου Θεοφίλου, αρχιμ. Μάρτυρες και αγωνισταί Ιεράρχαι, Αθήναι 1972.
Σκαρίμπα Γιάννη, Tο '21 και η αλήθεια, Αθήναι 1975(3) (τόμοι τρείς).
Τωμαδάκη Νικ. Β., 'Ητο εθνικόν ή κοινωνικόν κίνημα η ελληνική εθνεγερσία; στο περιοδ. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ, Γ' (1970-71) σ.5 ε.έ.
Χαραλαμποπούλου, Β., Η συμβολή της θυσίας του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' εις την επιτυχίαν της Επαναστάσεως του 1821, στο περιοδ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΚΖ' (1984).
Χατζηφώτη, Ι.Μ., Βυζάντιο και Εκκλησία, Αθήνα 1978.
Του Ιδίου, Κληρικοί Αγωνιστές του '21 αγνοημένοι, Αθήνα 1984.
Του Ιδίου, Ο Γρηγόριος ο Ε': Μέσα απο τα έγγραφα και τις πηγές του Αγώνα, Αθήνα 1988.
Χριστοδούλου, μητροπ. Δημητριάδος, Ο ρόλος της Εκκλησίας το 1821, Αθήναι χ. χρ.
Του Ιδίου, Γρηγόριος Ε': Ο Εθνάρχης της οδύνης, Αθήναι χ. χρ
«Ὁ χορὸς τῶν ἐπισκόπων ἐξακολουθεῖ μετὰ τοὺς ἀρχιεπισκόπους. Αὐτοί, πάλιν, εἶναι ἄλλοι λύκοι, ἴσως χειρότεροι ἀπὸ τοὺς πρώτους, ἐπειδὴ κυριεύουσι τοὺς χωρικοὺς καὶ ἰδιώτας.[...]. Αὐτοὶ πέμπουσι τόσους ληστάς, διὰ νὰ εἰπῶ ἔτζι, εἰς τὰ χωρία τῆς ἐπισκοπῆς των, καὶ τοὺς δίδοσι τὸν τίτλον ἢ τοῦ πρωτοσυγκέλλου ἢ τοῦ ἀρχιμανδρίτου ἢ ἄλλου τινὸς τάγματος, οἱ ὁποῖοι ἄλλο δὲν ἠξεύρουσι, παρὰ νὰ γράφουν ὀνόματα τῶν χριστιανῶν μὲ ὅλην τὴν ἀνορθογραφίαν, καὶ νὰ προφέρωσι τὸ «νὰ εἶσαι κατηραμένος», «νὰ ἔχῃς τὴν εὐχὴν» καὶ «δός μοι», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 114-115)
«Ἑκατὸν χιλιάδες, καὶ ἴσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι [...] φυλάττουσι τοὺς λύκους, διὰ νὰ ἁρπάζουν καὶ ξεσχίζουν τὰ ἀθῶα καὶ ἱλαρὰ πρόβατα τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ.», σελ. 119
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ὦ ἄνθρωποι, ὄντως βάρβαροι, χυδαῖοι καὶ ἐχθροὶ φανεροὶ τῆς πατρίδος μας καὶ τοῦ ἰδίου Χριστοῦ, πῶς ἐννοεῖτε ἔτζι ἀνάποδα αὐτὸ τὸ ρητόν, καὶ κάμνετε μὲ τὴν ἀμάθειάν σας καὶ τινὰς νὰ βλασφημῶσι; Δὲν καταλαμβάνετε, ἀνόητοι, ὅτι τὸ «παιδεύω», εἰς τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν ἐννοεῖ ποτὲ μὲν τὸ «διδάσκω», ποτὲ δὲ τὸ «τιμωρῶ», καὶ ὅτι εἰς αὐτὸ τὸ ρητὸν ἐξ ἀνάγκης πρέπει νὰ ἐννοῇ τὸ «διδάσκω»; Καὶ οὕτως ὁ πατήρ, ἐπειδὴ ἀγαπᾶ τὸν υἱόν του, τὸν διδάσκει, ἤτοι τὸν παιδεύει. Ἀλλ᾿ ἂς τὸ ἐξηγήσωμεν κατὰ τὸ λεξικὸν τῆς ἀμαθείας, καὶ νὰ εἰπῶμεν, ὅτι τιμωρεῖ ἕνας ὅποιον ἀγαπᾷ. Ἀλλά, διατί τὸν τιμωρεῖ; Βέβαια, διὰ νὰ τὸν διορθώσῃ ἀπὸ τὰ σφάλματά του καὶ νὰ τὸν καταστήσῃ χρηστοηθῆ καὶ ἐνάρετον. Πῶς λοιπὸν μπορεῖ νὰ νομισθῇ παιδεία πρὸς τὸ καλὸν ἡ τυραννία, ἡ ὁποία, ὡς ἀνωτέρω ἀπεδείχθη, εἶναι ἐχθρὰ πάσης ἀρετῆς καὶ πρόξενος πάσης κακίας; Πῶς, χυδαῖοι, δὲν τὸ βλέπετε, μόνον ἐκφωνεῖτε ὅ,τι σᾶς ἔλθῃ εἰς τὴν ἐνθύμησιν, χωρὶς νὰ στοχασθῆτε, ὅτι εἰς τοιαύτας ὑποθέσεις ἡ παραμικρὰ κακοεξήγησις φέρει ἀνεκδιήγητα καὶ πολυάριθμα κακὰ εἰς τοὺς ἀκροατάς; [άρα η αμάθεια είναι στους ακροατές; ]
Ἴσως ὅμως τὸ λέγετε πρὸς παρηγορίαν; Ὤ, κακὸν χρόνον νὰ ἔχητε καὶ ἐσεῖς καὶ ἡ παρηγορία σας! Αὐτὴ εἶναι χειροτέρα ἀπὸ τὴν ἰδίαν αἰτίαν τῆς θλίψεως, καὶ εἰς ἄλλο δὲν χρησιμεύει, παρὰ εἰς τὸ νὰ καταστῇ τοὺς Ἕλληνας πάντοτε ἀξίους παρηγορίας. Ἐσεῖς φωνάζετε μὲ ἄκραν ἡσυχίαν καὶ λέγετε: «Ἀγαπητοί, ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσεν τὴν ὀθωμανικὴν τυραννίαν, διὰ νὰ μᾶς τιμωρήσῃ διὰ τὰ ἁμαρτήματά μας, καὶ παιδεύοντάς μας εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν, νὰ μᾶς ἐλευθερώσῃ μετὰ θάνατον ἀπὸ τὴν αἰώνιον κόλασιν». Ὦ ἐχθροὶ τῆς ἀληθείας, τουτέστι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Δὲν βλέπετε, ὁπού, μὲ αὐτὴν τὴν κακήν σας καὶ ἄτοπον παρηγορίαν, ὑποχρεώνετε τοὺς Ἕλληνας, ἀντὶς νὰ μισήσουν τὴν τυραννίαν καὶ νὰ προσπαθήσουν νὰ ἐλευθερωθοῦν, ἐξ ἐναντίας νὰ τὴν ἀγαπῶσι, καὶ μάλιστα, νὰ νομίζωνται εὐτυχεῖς, πιστεύοντες ἀπὸ ἁπλότητά των, ὅτι παιδεύονται εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν, διὰ νὰ ἀποκτήσουν τὸν παράδεισον; Ποῖος Ἐσκαριώτης σᾶς ἔβαλεν εἰς τὸν νοῦν, νὰ προφέρητε τοιαύτην παρηγορίαν, ὅταν δὲν ἠξεύρετε νὰ τὴν ἐξηγήσητε, ὦ ἀναίσχυντοι; Τὰ ἁμαρτήματα, ἴσως, παιδεύονται μὲ ἄλλα ἁμαρτήματα, ὦ ἄφρονες; Δὲν στοχάζεσθε, πόσον ἀτιμεῖτε καὶ τὸν ἑαυτόν σας καὶ τὴν Ἐκκλησίαν μὲ τοὺς παραλογισμούς σας;», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 120-121)
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
«Ἑκατὸν χιλιάδες, καὶ ἴσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι ζῶσιν ἀργοὶ καὶ τρέφονται ἀπὸ τοὺς ἵδρωτας τῶν ταλαιπώρων καὶ πτωχῶν Ἑλλήνων», σελ. 119
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ἐκεῖνοι οἱ αὐτόματοι καὶ οὐτιδανοὶ ἄρχοντες, οἱ φιλάργυροι καὶ ἀμαθεῖς ἀρχιεπίσκοποι. Ἐκεῖνοι οἱ αὐθάδεις καὶ ὄντως βάρβαροι προεστοί. Ἐκεῖνοι οἱ ἀμαθεῖς, ὁποὺ θέλουσι νὰ ἀποκρίνωνται πάντοτε καὶ εἰς κάθε πρόβλημα. Ἐκεῖνοι, ὁποὺ ἀναζητήτως δίδουσι συμβουλὰς πάντοτε καὶ εἰς ὅλους.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 144)
«Ὁ χορὸς τῶν ἐπισκόπων ἐξακολουθεῖ μετὰ τοὺς ἀρχιεπισκόπους. Αὐτοί, πάλιν, εἶναι ἄλλοι λύκοι, ἴσως χειρότεροι ἀπὸ τοὺς πρώτους, ἐπειδὴ κυριεύουσι τοὺς χωρικοὺς καὶ ἰδιώτας.[...]. Αὐτοὶ πέμπουσι τόσους ληστάς, διὰ νὰ εἰπῶ ἔτζι, εἰς τὰ χωρία τῆς ἐπισκοπῆς των, καὶ τοὺς δίδοσι τὸν τίτλον ἢ τοῦ πρωτοσυγκέλλου ἢ τοῦ ἀρχιμανδρίτου ἢ ἄλλου τινὸς τάγματος, οἱ ὁποῖοι ἄλλο δὲν ἠξεύρουσι, παρὰ νὰ γράφουν ὀνόματα τῶν χριστιανῶν μὲ ὅλην τὴν ἀνορθογραφίαν, καὶ νὰ προφέρωσι τὸ «νὰ εἶσαι κατηραμένος», «νὰ ἔχῃς τὴν εὐχὴν» καὶ «δός μοι», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 114-115)
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
«Ὁ πρῶτος [Πατριάρχης] ὀνομάζεται οἰκουμενικός. Καὶ ἂν ἄλλο δὲν σημαίνῃ αὐτὸς ὁ γελοιώδης τίτλος...», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 110)
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ἀναγκαῖον ἦτον νὰ ὀλιγοστεύσῃ ὁ πατριάρχης τὸ πλῆθος τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν, ἐπειδὴ αἱ μὲν ἑορταὶ ἐμποδίζουσι τὸ κέρδος μὲ τὴν ἀργίαν εἰς τὸν λαόν, καὶ αἱ νηστεῖαι τοῦ ἀφανίζουν τὴν ὑγιείαν. Ὅθεν, τὰς μεγάλας ἑορτὰς ἠμποροῦσε νὰ τὰς διορίσῃ εἰς ὅλας τὰς Κυριακὰς καὶ εἰς ἄλλας ἑορτὰς νὰ δώσῃ τὴν ἄδειαν νὰ δουλεύουν, διὰ δὲ τὰς σαρακοστάς, νὰ τὰς σμικρύνῃ, καὶ τὰς περισσοτέρας νὰ τὰς ἀποβάλῃ. Καὶ τότε ὁ πτωχὸς ζῇ μὲ ὀλιγότερα ἔξοδα, καὶ τρέφεται καλλιότερα.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 123)
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
α. «Από αναφορές περιηγητών (στο Αγ. Όρος) συγκεκριμένα αρκετοί ηγούμενοι περηφανεύονταν για την αμορφωσιά τους. Είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι μοναχοί ήταν αγράμματοι. Συνήθως δυστυχισμένοι άνθρωποι που έβλεπαν τα μοναστήρια σαν την τελευταία ελπίδα σωτηρίας
Την περίοδο της άλωσης μάλιστα υπολογίζονται σε 500.000 ψυχές. Την ίδια ώρα στην Κωνσταντινούπολη αμύνονταν 5 ή 10.000 άνθρωποι»,
Πηγή: «Μικρός Παν», http://www.phorum.gr/viewtopic.php?p=668086, αποθηκευμένη εδώ.
β. «Θα ήθελα επίσης να προσθέσω πως ακόμη δεν είδαμε -τουλάχιστον για αρχή τον ρόλο της θρησκείας και του ιερατείου της- και να σημειώσω ενδεικτικά, πως λίγο πριν την άλωση της Πόλης, βεβαιώνουν κάποιοι ιστορικοί-δυστυχώς δεν έχω άμεσα τα στοιχεία, αλλά επιφυλάσομε (sic)-τα μοναστήρια της επικρατείας της Αυτοκρατορίας είχα(ν) πάνω από 500.000 μοναχούς.....!!!! και την στιγμή που ο Κων/νος Παλαιολόγος, μπροστά στον ορατό κίνδυνο των Οθωμανών.....! ζητούσε άμεσε γενική επιστράτευση.....!
Συνεχίζεται....
Έρρωσθε.... Φίλοι...
__________________
Σιωπή.....»
Πηγή: Χρήστης «Nasosddd», http://www.metafysiko.gr/forum/showthread.php?t=6267, αποθηκευμένη εδώ.
γ. «Και να σκεφτεί κανείς ότι την εποχή αυτή μέσα στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν 300 μοναστήρια και 10.000 καλόγεροι και σε ολόκληρη την βυζαντινή αυτοκρατορία, άλλες 200.000 μοναχοί που θα μπορούσαν να την υπερασπισθούν. Ο τελευταίος όμως αυτοκράτορας είχε μείνει να υπερασπίζεται την πόλη με μόλις 10.000 άνδρες, από τους οποίους 7.000 ήσαν Γενοβέζοι.
*Ο Θεόδωρος Παναγόπουλος είναι τ. δικαστής και δικηγόρος».
Πηγή: Θεόδωρος Παναγόπουλος, http://www.patris.gr/articles/148746?PHPSESSID=, αποθηκευμένη εδώ.
Μυθοπλάστες: Απανταχού νεοπαγανιστές & «διαφωτιστές»
Απάντηση: Εδώ.
«Ἑκατὸν χιλιάδες, καὶ ἴσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι ζῶσιν ἀργοὶ καὶ τρέφονται ἀπὸ τοὺς ἵδρωτας τῶν ταλαιπώρων καὶ πτωχῶν Ἑλλήνων», σελ. 119
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Μάλιστα δὲ σύ, ὦ πατριάρχα, ὁποὺ ὡς κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας σέβεσαι παρὰ πάντων καὶ τιμᾶσαι, προσπάθησον νὰ διορθώσῃς τὰ κακά, ὁποὺ ἐπροξένησεν ἡ ἀμέλειά σου. [....] καταδάφισον ὅλα τὰ μοναστήρια, διὰ νὰ ὀλιγοστεύσῃς τὰ βάρη τοῦ λαοῦ [...] ἡ κτίσις τοῦ Παντὸς εἶναι ἀρκετὴ νὰ ἀποδείξῃ κάθε ἀνθρώπου τὴν παντοδυναμίαν Του, χωρὶς νὰ ἔχῃ χρείαν ἀπὸ τὰ ψευδολογήματα τῶν καλογήρων. Ἤ, τέλος πάντων, ἂν παντάπασιν δὲν ἠμπορέσῃς νὰ τὰ ἐξαλείψῃς, σμίκρυνε κἂν τὸν ἀριθμόν των καὶ τὴν ἀναίσχυντον καὶ βάρβαρον κατάχρησιν, ὁποὺ οἱ καλόγηροι τῶν μοναστηρίων ἔκαμαν.», σσ. 123-124
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πεπροικισμένος ἀπὸ τὴν φύσιν μὲ τὸ λογικόν, διὰ μέσου τοῦ ὁποίου συγκρίνει τὰ πράγματα ἀναμεταξύ των, καὶ προκρίνει ἀπὸ αὐτὰ ὅποιον τὸν ὠφελεῖ περισσότερον, ἔχει δὲ μίαν κλίσιν πρὸς τὸ βελτίον, ὁποὺ πάντοτε τὸν παρακινεῖ, εἰς ὁποιανδήποτε κατάστασιν ἤθελεν εἶναι, νὰ ζητῇ μίαν καλλιοτέραν· ὁ πρῶτος του λοιπὸν καὶ ἀναγκαιότερος στοχασμὸς εἶναι τὸ νὰ διαφυλάξῃ τὴν ζωήν του καὶ νὰ τὴν διαυθεντεύσῃ ὅσον ἠμπορεῖ ἀπὸ κάθε ἐναντίον.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 14)
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«... καὶ ὁ πατριάρχης τὰ ξαναλαμβάνει ἀπὸ τοὺς ἀρχιεπισκόπους διπλᾶ καὶ τριπλᾶ. Ἀλλὰ αὐτοί, ἀφοῦ λάβουν μέρος ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, τὰ λοιπὰ πρέπει νὰ τὰ ἐβγάλουν ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, καὶ εἰς αὐτὸ μιμοῦνται τοὺς ὀθωμανικοὺς διοικητὰς τῆς ἀρχιεπισκοπῆς των, ἀπὸ τοὺς ὁποίους εἰς ἄλλο δὲν διαφέρουσι, εἰμὴ ὅτι οἱ ἀρχιεπίσκοποι πληρώνουν αὐτούς, καὶ αὐτοὶ τοὺς δίδουν τὴν ἄδειαν νὰ κλέψωσιν ὅσα ἠμποροῦσι.
Ἡ ἀμάθεια τοῦ λαοῦ ἀκόνισεν τόσον τὰ ἀρχιερατικὰ σπαθία, ὁποὺ κανεὶς δὲν τοὺς ἀντιστέκεται. Μ᾿ ἓν κατεβατὸν μὲ κατάρας, ὁποὺ ἡ πλέον διαβολικὴ διάθεσις φοβερωτέρας βέβαια δὲν ἤθελεν ἠμπορέσει νὰ ἐφεύρῃ, τὸ ὁποῖον ὀνομάζουσιν ἀφορισμόν, ἐκδύουσι καὶ πλουσίους καὶ πτωχούς. Καὶ ἂν πολλάκις μ᾿ ἕτερον κατεβατὸν μ᾿ εὐχάς, εὐλογίας καὶ συγχώρησιν, διαλύουσι τὸν ἀφορισθέντα, δι᾿ ἄλλο τέλος δὲν τὸ κάμνουσι, παρὰ διὰ νὰ ἠμπορέσωσι νὰ τὸν ξαναφορίσωσι. Ἐπειδὴ τὸν ἀφορισθέντα δὲν δύνανται νὰ τὸν ξαναφορίσωσι, ἂν πρῶτον δὲν τὸν συγχωρήσωσι.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 112)
«Ὁ νῦν Ἰωαννίνων ἔλαβε τὴν αὐθάδειαν νὰ ἀφορίσῃ τὸν ἐνάρετον καὶ φιλόσοφον κὺρ Κοσμᾶ, διὰ νὰ μὴν ἠμπόρεσε νὰ τὸν καταπείσῃ εἰς τὰς κακάς του θελήσεις.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 114)
«Ὁ χορὸς τῶν ἐπισκόπων ἐξακολουθεῖ μετὰ τοὺς ἀρχιεπισκόπους. Αὐτοί, πάλιν, εἶναι ἄλλοι λύκοι, ἴσως χειρότεροι ἀπὸ τοὺς πρώτους, ἐπειδὴ κυριεύουσι τοὺς χωρικοὺς καὶ ἰδιώτας.[...]. Αὐτοὶ πέμπουσι τόσους ληστάς, διὰ νὰ εἰπῶ ἔτζι, εἰς τὰ χωρία τῆς ἐπισκοπῆς των, καὶ τοὺς δίδοσι τὸν τίτλον ἢ τοῦ πρωτοσυγκέλλου ἢ τοῦ ἀρχιμανδρίτου ἢ ἄλλου τινὸς τάγματος, οἱ ὁποῖοι ἄλλο δὲν ἠξεύρουσι, παρὰ νὰ γράφουν ὀνόματα τῶν χριστιανῶν μὲ ὅλην τὴν ἀνορθογραφίαν, καὶ νὰ προφέρωσι τὸ «νὰ εἶσαι κατηραμένος», «νὰ ἔχῃς τὴν εὐχὴν» καὶ «δός μοι», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 114-115)
«Μετὰ τῶν Ἐπισκόπων, λοιπόν, ἔρχονται ἐκεῖνοι οἱ πρωτοσύγκελλοι, οἱ ἀρχιμανδρῖται καὶ οἱ πνευματικοί, οἱ ὁποῖοι στέλλονται ἀπὸ τὰ μοναστήρια - δι᾿ ὧν κατωτέρω ρηθήσεται - μὲ κάποιας πανταχούσας. Αὐτοὶ εἶναι ἀναρίθμητοι, ἐπειδὴ δὲν εὑρίσκεται πόλις ἢ χωρίον, ὁποὺ νὰ μὴν φυλάττῃ ἢ ἕνα ἢ δύο ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς λαοκλέπτας, οἱ ὁποῖοι παρησιάζονται εἰς τὸν ἀρχιερέα καὶ ἀγοράζουν παρ᾿ αὐτοῦ τὴν ἄδειαν τοῦ κλεψίματος, καὶ ἔπειτα, μὲ ἄκραν αὐθάδειαν, ἀρχινοῦσιν ἀπὸ ὀσπίτιον εἰς ὀσπίτιον, νὰ ζητοῦσιν ἐλεημοσύνην, καὶ ἐκδύουσιν ἐξόχως τὰς γυναῖκας, ὅσον ἠμποροῦσι.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 116)
«Μάλιστα δὲ σύ, ὦ πατριάρχα, ὁποὺ ὡς κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας σέβεσαι παρὰ πάντων καὶ τιμᾶσαι, προσπάθησον νὰ διορθώσῃς τὰ κακά, ὁποὺ ἐπροξένησεν ἡ ἀμέλειά σου [...]. Πρόσταξε νὰ μένουν τὰ λείψανα τῶν ἁγίων εἰς τὰς ἐκκλησίας καὶ νὰ μὴν ἀποκαταστῶνται εἶδος ἐμπορίου. Ἐμπόδισε τὰ θαύματα, διὰ νὰ ἐξαλείψῃς τὴν δεισιδαιμονίαν. Μὴν στοχάζεσαι νὰ φανῇς ἀνευλαβὴς εἰς τὸν Θεὸν διὰ τοῦτο, ἐπειδὴ ἡ μεγαλειότης Του εἶναι ἄκρα καὶ ἀκατάληπτος· ἡ κτίσις τοῦ Παντὸς εἶναι ἀρκετὴ νὰ ἀποδείξῃ κάθε ἀνθρώπου τὴν παντοδυναμίαν Του, χωρὶς νὰ ἔχῃ χρείαν ἀπὸ τὰ ψευδολογήματα τῶν καλογήρων. Ἤ, τέλος πάντων, ἂν παντάπασιν δὲν ἠμπορέσῃς νὰ τὰ ἐξαλείψῃς, σμίκρυνε κἂν τὸν ἀριθμόν των καὶ τὴν ἀναίσχυντον καὶ βάρβαρον κατάχρησιν, ὁποὺ οἱ καλόγηροι τῶν μοναστηρίων ἔκαμαν.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 123-124)
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ὤ, πόσον αἰσθάνομαι τὴν φλόγαν τῆς ἀγανακτήσεως καὶ ἐντροπῆς εἰς τὴν καρδίαν μου, τώρα ὁποὺ τόσον καταφρονητικῶς θέλω λαλήσει διὰ τὴν πλέον τιμιωτέραν κλάσιν τῆς πολιτικῆς διαγωγῆς! Πόσον μὲ λυπεῖ, ὁπού, ἀντὶς νὰ ἐπαινέσω αὐτὸ τὸ ἱερὸν τάγμα, ἡ ἀλήθεια καὶ τὸ πατριωτικὸν χρέος μου μὲ βιάζουσι νὰ τὸ κατηγορήσω. Μεγάλον βέβαια εἶναι τὸ ἐπιχείρημά μου, ἀλλ᾿ ἐγὼ ἔταξα νὰ κάμω κάθε θυσίαν ἔμπροσθεν εἰς τὸ ἄγαλμα τῆς Ἐλευθερίας, καὶ δὲν θέλω παραιτήσει τὴν ἀναγκαιοτέραν.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 100)
Μυθοπλάστης: «Ἀνώνυμος Ἕλλην»
Απάντηση: Εδώ
«Ἀλλὰ ἐγὼ δὲν ζητῶ τόσον ἀπὸ τὴν δειλήν σου ψυχήν! Καὶ ἐπειδὴ ἐσὺ δὲν τολμεῖς ἐπ᾿ ἄμβωνος νὰ λαλήσῃς τὴν ἀλήθειαν, καθὼς προφασίζεσαι, εἰπέ την κἂν κατὰ μόνας τῶν τόσων καὶ τόσων, ὁποὺ ἐξομολογεῖς...», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 122)
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
«Δύο αἴτια εἶναι, ὦ Ἕλληνές μου ἀκριβοί, ὁποὺ μέχρι τῆς σήμερον μᾶς φυλάττουσι δεδεμένους εἰς τὰς ἁλύσους τῆς τυραννίας, εἶναι δὲ τὸ ἀμαθὲς ἱερατεῖον καὶ ἡ ἀπουσία τῶν ἀρίστων συμπολιτῶν.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 98)
«Ἰδοὺ λοιπόν, ὦ Ἕλληνες, ὁποὺ ἀρκετῶς ἀπεδείχθη, πόσον τὸ σημερινὸν ἑλληνικὸν ἱερατεῖον ἐμποδίζει καὶ κρύπτει τὴν ὁδὸν τῆς ἐλευθερώσεως τῶν Ἑλλήνων, καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ πρώτη καὶ μεγαλειτέρα αἰτία, ὁποὺ μέχρι τῆς σήμερον εὑρισκόμεθα ὑπὸ τῆς ὀθωμανικῆς τυραννίας. Μετ᾿ αὐτῆς δὲ ἀκολουθεῖ ἡ δευτέρα αἰτία, ἡ ὁποία, ἂν καὶ δὲν κατέχῃ τὸν πρῶτον τόπον, δὲν εἶναι ὅμως ὀλιγότερον ἐπιζήμιος εἰς τὴν Ἑλλάδα, καθὼς θέλω προσπαθήσει νὰ ἀποδείξω. Αὕτη δὲ εἶναι, ὡς προεῖπον, ἡ ἀπουσία τῶν ἀξιωτέρων ὑποκειμένων τῆς Ἑλλάδος.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 127)
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
«...τὸ πλῆθος τῶν ἑορτῶν καὶ αἱ ἀγγαρεῖαι τοὺς ἐμποδίζουσιν, ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, κάθε περισσότερον κέρδος, ὁποὺ ἤθελαν ἠμπορέσει νὰ κάμωσι», σελ. 88
«Ἀναγκαῖον ἦτον νὰ ὀλιγοστεύσῃ ὁ πατριάρχης τὸ πλῆθος τῶν ἑορτῶν [...] ἐπειδὴ αἱ μὲν ἑορταὶ ἐμποδίζουσι τὸ κέρδος μὲ τὴν ἀργίαν εἰς τὸν λαόν», σελ. 123
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
«Ἡ διαυθέντευσις τῶν Σουλιώτων κατὰ τοῦ τῆς Ἠπείρου τυράννου, ἀρκετῶς θέλει τοὺς ἀποδείξει, ὅτι ἡ Ἑλλὰς γεννᾷ ἀκόμη Λεωνίδας καὶ Θεμιστοκλεῖς. Ὤ, πόσον θέλουν μείνει ἔκθαμβοι, ὅταν ἀναγνώσουν τὰ θαυμαστὰ κατορθώματα τοῦ μεγάλου Φώτου, ἐκείνου, λέγω, τοῦ ἥρωος τοῦ Σούλιου καὶ ὅλων τῶν Σουλιώτων, τῶν ὁποίων ἡ ἀνδρεία, ἡ μεγαλοψυχία, καὶ ὁ ζῆλος περὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς πατρίδος των, ἀθανάτισαν τὸ ὄνομά των, καὶ ἔφερον εἰς ἀπελπισμὸν χίλιας φορὰς τὸν ἐχθρόν τους τύραννον, τὸν ἀχρειέστατον λέγω Ἀλῆ!
Ἡ Ἑλλάς, οὐχί! οὐχί! δὲν εἶναι πάντως ὑστερημένη ἀπὸ μεγάλους ἀνθρώπους· ἡ διαυθέντευσίς των διὰ δεκαπέντε χρόνους, περιέχει τοσαύτας καὶ τοιαύτας ἡρωϊκὰς πράξεις, ὥστε παράδοξον ἤθελε φανῆ καὶ εἰς ἡμᾶς τοὺς ἰδίους, ἂν δὲν εἴμεθα μάρτυρες αὐτόπται τῶν κατορθωμάτων των. Αὐτοὶ ἦτον μόνον χίλιοι καὶ διὰ τόσους χρόνους καθημερινῶς σχεδὸν συνεκρότουν πολέμους μετὰ τοῦ τυράννου ἐχθροῦ των, ὁ ὁποῖος, διὰ πολλὰς φοράς, ἐκινήθη ἐναντίον των μὲ ἕως δεκαπέντε χιλιάδας στρατεύματα, καὶ πάντοτε ἐνικήθη», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 105)
Μυθοπλάστες: Ανώνυμος Έλλην και λοιποί διαφωτιστές
Απάντηση: Εδώ
«Ὦ Πατρίς! Ὦ Ἑλλάς! Ὦ Ἕλληνες! Ὦ φίλοι μου γλυκύτατοι! (πίπτει λιποθυμισμένος).», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 166)
«Τότε δὲ θέλομεν ἀποδείξει ἐμπράκτως τὴν πρὸς αὐτὸν εὐγνωμοσύνην μας, ὑψώνοντες εἰς τὸ κέντρον τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος στεφάνους δόξης καὶ θριάμβους εἰς μνημόσυνον αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἀνδρός, ὡς ἀρχηγοῦ καὶ πρώτου συνεργοῦ εἰς τὴν τῆς Ἑλλάδος ἐλευθέρωσιν.», (Πηγή: Ανώνυμος Έλλην, Ελληνική Νομαρχία, σελ. 39)
Μυθοπλάστης: Ανώνυμος Έλλην
Απάντηση: Εδώ
Αριστερά: Ο Βενιζέλος δύο χρόνια πριν από την επανάσταση του Θερίσου, όταν ήταν πολιτικά περιθωριοποιημένος λόγω της προσωπικής του διένεξης με τον πρίγκιπα Γεώργιο. (Πηγή: Τα πρώτα βήματα του Βενιζέλου, Η καθιέρωση ενός πολιτικού, Παναγιώτης Ναβροζίδης, Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 63, σελ. 79)
Μέσο: Ο Ελ. Βενιζέλος (δεξιά) κατά τη διάρκεια της επανάστασης του Θερίσου, τον Μάρτιο του 1905. (Πηγή: Τα πρώτα βήματα του Βενιζέλου, Η καθιέρωση ενός πολιτικού, Παναγιώτης Ναβροζίδης, Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 63, σελ. 83)
Δεξιά: Άρθρο στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «Λευκά Όρη» (25 Ιουνίου 1889) στο οποίο καταγράφεται η περίφημη διακήρυξη των Λευκορειτών: «προτιμῶμεν χιλιάκις τὴν τουρκικὴν κυριαρχίαν ἀπὸ πάσης ἀγγλικῆς κατοχῆς». (Πηγή: Τα πρώτα βήματα του Βενιζέλου, Η καθιέρωση ενός πολιτικού, Παναγιώτης Ναβροζίδης, Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 63, σελ. 89)
Πόσες φορές είναι εκείνες κατά τις οποίες οι αντίπαλοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας επικαλούνται την προτίμηση της τελευταίας υπέρ των Τούρκων κατακτητών έναντι των Λατίνων, για να την κατηγορήσουν ως «ανθελληνική»; Χιλιάδες, θα απαντούσε κανείς. Ανάμεσα σε δύο κακά, η Ορθόδοξη Εκκλησία προτιμούσε το μικρότερο κακό, διότι σύμφωνα με τις δικές της εκτιμήσεις η Λατινική, και γενικότερα η Δυτική Εκκλησία, θα προσπαθούσε όχι μόνο να αλλοτριώσει την εθνικότητα των Ελλήνων, αλλά και την ίδια την Ορθή πίστη, πάνω στην οποία ήταν βασισμένη η Ελληνική ή άλλως Ρωμαίικη εθνότητα.
Κι όμως, οι ίδιοι αντιχριστιανικοί κύκλοι που κατηγορούν την Εκκλησία για την προτίμηση της προς το περισσότερο «ανεξίθρησκο» Τούρκικο Φέσι, έναντι του Δυτικού Φακιολιού, δεν αποτολμούν ποτέ να κατηγορήσουν πολιτικούς της Ελλάδας που εκφράσανε παρόμοιες απόψεις, για τους δικούς τους πάντοτε λόγους. Έτσι το κόμμα του Βενιζέλου (1), όπως ασφαλώς και ο ίδιος, που κάποτε διακήρυσσε ότι «προτιμῶμεν χιλιάκις τὴν τουρκικὴν κυριαρχίαν ἀπὸ πάσης ἀγγλικῆς κατοχῆς» (2) δεν γίνεται ποτέ στόχος νεοπαγανιστών και νεοδιαφωτιστών. Δεν γίνονται στόχος τέτοιοι πολιτικοί διότι δεν φορούν ράσο. Με άλλα λόγια δεν είναι διάκονοι του Ιησού Χριστού πάνω στη γη. Ειδάλλως θα είχαν αποκτήσει και αυτοί το παρατσούκλι του «ανθέλληνα» από τους νεοπαγανιστές.
Τέτοιοι πολιτικοί δεν απέκτησαν το χαρακτηρισμό του «ανθέλληνα», ακόμη και όταν αντιστάθηκαν σε ορισμένες επαναστάσεις και εξεγέρσεις Ελλήνων Χριστιανών κατά των Τούρκων Μουσουλμάνων (3), αναλογιζόμενοι ασφαλώς «δόλια» κέντρα ως υποκινητές των (4). Αν στην θέση τους ευρίσκονταν κάποιος Μητροπολίτης ή Ηγούμενος ή Ιερέας ή ακόμη και ένας απλός ψάλτης, θα δακτυλοδεικνύονταν ως «προδότης», διότι αυτή είναι η «ιστορική κρίση» των αρχαιολατρών. Ή είναι κανείς «Μάτσο Έλληνας» ή «Ανθέλληνας», ανεξαιρέτως των λόγων για τους οποίους αποφασίζει αυτός να επιλέξει ανάμεσα σε μια πολεμική ή σε μια ειρηνική διευθέτηση πολιτικών και εθνικών καταστάσεων.
Όμως κακά τα ψέματα. Για την κριτική ιστορική σκέψη των αρχαιολατρών δεν ευθύνεται κανείς άλλος παρά η ίδια η ελληνική πολιτεία, η οποία δια μέσω της εθνοκεντρικής εκπαίδευσης που εκτός ότι πλασάρει καθετί το αρχαίο ως ωραίο και καθετί το νέο ως μοιραία άσχημο, σεκοντάρει την δημοτική εκπαίδευση με μισές αλήθειες. Έτσι συμμαχικές πράξεις Ελλήνων με τους Οθωμανούς στην πλειονότητά τους αποκρύβονται, αφού η λεπτομερειακή τους εξιστόρηση είναι ασύμφορη για την ομοιογένεια της μορφώσεως των πολιτών του σύγχρονου εθνικού κράτους, που στην παρούσα ιστορική στιγμή κυριαρχεί έναντι του οικουμενισμού της παγκοσμιοποίησης. Όταν λοιπόν ο Έλληνας πολίτης μεγαλώνει δίχως να έχουν πέσει στην αντίληψή του τέτοιες καταστάσεις, είναι πολύ εύκολο μετά για τον παγανιστή ιμάμη να τον πείσει πως η «Εκκλησία της Ανατολής με τον αφορισμό της και την γενικότερη στάση της, υπήρξε η μόνη "ανθελληνική" & "προδοτική" έναντι του έθνους», παρότι ομάδες του ίδιου ελληνικού έθνους αναλάμβαναν άλλοτε να πολεμούν τους κατακτητές και άλλοτε να συμμαχούν, επιδιώκοντας απλά και μόνο ένα πράγμα, την καιροσκοπική επιβίωση ανάλογα με τις παρούσες κάθε φορά ιστορικές συνθήκες του τόπου τους. Έτσι, ορισμένοι Έλληνες, που δεν ήσαν κληρικοί, ιερείς, μοναχοί, δηλαδή οι «αγαπημένοι» στόχοι των αρχαιολατρών, όχι μόνο διακήρυσσαν πως το «τουρκικό φέσι ήταν καλύτερο από το φακιόλι», αλλά χρησιμοποίησαν και τα άρματά τους για να επιβάλλουν αυτή την άποψή τους, παίρνοντας μέρος στον πολιτικό και στον στρατιωτικό στίβο, δηλαδή ακόμη και στα πεδία των μαχών ως σύμμαχοι των Οθωμανών. Υποτίθεται, σύμφωνα με τους αρχαιολάτρες, πως αυτός ήταν ο «ελληνικός λαός που καταπιέζονταν από τον κλήρο»: «Οι δύο αποτυχημένες προσπάθειες των Βενετών να εδραιωθούν στην ανατολική Στέρεα Ελλάδα, σε συνδυασμό με την αποχώρηση στις αρχές Νοεμβρίου του 1688 σχεδόν όλων των συμμαχικών τους γερμανικών στρατευμάτων από τον ελλαδικό χώρο, προκάλεσε την αποτελμάτωση των βενετικών σχεδίων. Η πρωτοβουλία των κινήσεων περιήλθε πλέον στους Οθωμανούς με τη συνδρομή του συμμάχου τους, Μανιάτη Αιθέριου Γερακάρη (γνωστού και ως Λιμπεράκη) (5). Εξάλλου, ο θάνατος του Μοροζίνι στις 6 Ιανουαρίου 1694, άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό στην πολιτική και στρατιωτική ζωή της Γαληνότατης Δημοκρατίας.» (6)
Έπειτα υπάρχει κάτι ακόμη που δείχνει πως δεν ήταν μόνο ο απλός Ελληνικός λαός που αρκετές φορές προτιμούσε το «τουρκικό φέσι από το δυτικό φακιόλι», σ’ ορισμένες περιστάσεις. Η ίδια η «ελληνική κοινωνική ελίτ» του Φαναριού, ήταν εκείνη η οποία ένιωθε άριστα συνδεμένη με το οθωμανικό κράτος, τα συμφέροντα του οποίου εξυπηρετούσε έναντι των δυτικών συμφερόντων. (7). Αυτή η κοινωνική τάξη είχε την ίδια σχέση με την Εκκλησία που είχε και ο απλός ελληνικός λαός. Δεν φορούσε ράσο ιεροσύνης, αλλά εντούτοις μισούσε το «δυτικό φακιόλι», ως μεσολαβητή και πρωταγωνιστή των πολιτικών και εθνικών εξελίξεων στο χώρο της νότιας βαλκανικής.
Αριστερά: Κείμενο του Συνεδρίου του Κάρλοβιτς, στο οποίο φαίνεται η υπογραφή του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, ενός από τους δύο διαπραγματευτές της Υψηλής Πύλης στις αγωνιώδεις για τους Οθωμανούς διαπραγματεύσεις (ο άλλος ήταν ο Μεχμέτ Ραμή). (Πηγή: Θανάσης Μανής, Πτυχιούχος Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Αιγαίου (Ρόδος), άρθρο «1699 Η αναχαίτιση της οθωμανικής πλημμυρίδας. Το Συνέδριο του Κάρλοβιτς», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 64, σελ. 104)
Δεξιά: Στιγμιότυπο από τον Βενετο-οθωμανικό Πόλεμο στον Ελλαδικό χώρο (1684-1699) (Πηγή: Θανάσης Μανής, Πτυχιούχος Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Αιγαίου (Ρόδος), άρθρο «1699 Η αναχαίτιση της οθωμανικής πλημμυρίδας. Το Συνέδριο του Κάρλοβιτς», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 64, σελ. 97)
Ακόμη και τον 20ο αιώνα ο Ελληνικός λαός παρουσιάζε προτιμήσεις μεταξύ κατακτητών ή «υποταγής» σε ξένα συμφέροντα στον Ελλαδικό χώρο. Στον εμφύλιο μια ελληνική πολιτική παράταξη επιθυμούσε τους δυτικούς ως ρυθμιστές του πολιτικού βίου, ενώ μια άλλη συμπαθούσε τους ανατολικούς Ρώσους. Πριν από αυτούς, και κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της κατοχής της Ελλάδας, πολλοί ήσαν εκείνοι οι Έλληνες που προτίμησαν τους Γερμανούς, έναντι των Βουλγάρων. Άλλοι προτιμούσαν τους Ιταλούς έναντι των Γερμανών. «Προτιμήσεις» περί διαφόρων κατακτητών, πάντοτε θα υπάρχουν από εκείνους που βιώνουν άμεσα την κατάκτηση. Η μετέπειτα ιστορική κριτική περί των ανθρώπων που εξέφρασαν την ορθότητα της μιας ή της άλλης εκτίμησης, είναι μεροληπτική και εκ του ασφαλούς (άδικη), διότι ο μετέπειτα κριτικός βιώνει εις τις συνθήκες του αποτελέσματος της μιας άποψης που εν τέλει επικράτησε ή επιβλήθηκε, αλλά και διότι γνωρίζει εκ των πραγμάτων τα αποτελέσματα, τα οποία ο βιώνων τις καταστάσεις αυτές δεν είχε την δυνατότητα να γνωρίζει εις το παρελθόν. Με άλλα λόγια έχει περισσότερα στοιχεία στα χέρια του από ότι ο προηγούμενος του.
Σημειώσεις
1. Για τον Βενιζέλο:
α. «Ο Καθηγητής του Π. Παπαρηγόπουλος παρατήρησε για τον Βενιζέλο "νομίζω ότι ένα λαμπρό άστρο της Ελλάδας ανατέλλει από τα Λευκά Όρη"». (Πηγή: Τα πρώτα βήματα του Βενιζέλου, Η καθιέρωση ενός πολιτικού, Παναγιώτης Ναβροζίδης, Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος, Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 63, σελ. 81).
β. «"Δεν θα σας κουράσω μιλώντας σας για το μεγαλείο της Ακρόπολης, ούτε θα σας βασανίσω με μια αρχαιολογική διάλεξη. Είδα τόπους θαυμαστούς και μεταξύ των άλλων την Κρήτη. Δεν μπορείτε να μαντέψετε ποια είναι η πιο ενδιαφέρουσα ανακάλυψη μου, πιο ενδιαφέρουσα και από τις ανασκαφές. Είναι ένας δικηγόρος, Βενιζέλος ή Βενιζουέλος. Ειλικρινά, δεν μπορώ να προφέρω επακριβώς το όνομά του, αλλά σε μερικά χρόνια ολόκληρη η Ευρώπη θα μιλά γι’ αυτόν" (απόσπασμα ομιλίας του Γάλλου πολιτικού Κλεμανσώ σε συγκέντρωση στο Παρίσι, το 1899). » (Πηγή: Ο.π., σελ. 78).
«Καταληκτικά, θα παραθέσουμε τα λόγια του μεγάλου ιστορικού μελετητή Εμίλ Λούντβιχ που αντικατοπτρίζουν το μεγαλείο του Κρητικού πολιτικού και συμπυκνώνουν το μέγεθος της προσωπικότητάς του: «ο Βενιζέλος υπήρξε ένας από τους λίγους πολιτικούς άνδρες της σύγχρονης εποχής, των οποίων τις αρετές και το πνεύμα εκτιμούσε και θαύμαζε ολόκληρη η υφήλιος, ο μεγαλύτερος Έλληνας πολιτικός από την εποχή του Περικλή» (Πηγή: Ο.π., σελ. 93).
2. Στην εφημερίδα «Λευκά Όρη» που έκδιδε μαζί με τον φίλο του Λ. Φούμη (Πηγή: Ο.π., σελ. 82)
3. Η επανάσταση στην Ελλάδα δεν ήταν απλά μια επανάσταση «Ελλήνων» κατά των «Τούρκων», αλλά κυρίως μια αντιπαράθεση θρησκευόμενων σε διαφορετικές θρησκείες. Θρησκείες που καθόριζαν και τον λαό εις τον οποίο κάποιος ανήκε. Έτσι λ.χ. κάθε φορά που τα ευρωπαϊκά στρατεύματα ενεργούσαν υπέρ των «Τούρκων», των Μουσουλμάνων ορθότερα, ο απλός Ευρωπαίος πολίτης αδυνατούσε να κατανοήσει τον λόγο για τον οποίο Χριστιανοί «πρόδιδαν» Χριστιανούς: «Οι Τούρκοι ζήτησαν την επικουρία των Μεγάλων Δυνάμεων [για να καταστείλουν την επανάσταση των (Ελλήνων) Χριστιανών της Κρήτης και που ζητούσαν ανεξαρτησία και κατόπιν ένωση με την Ελλάδα], οι στόλοι των οποίων βρίσκονταν αγκυροβολημένοι στον κόλπο της Σούδας. Ως αρχαιότερος, αρχηγός του διεθνούς στόλου ήταν ο Ιταλός ναύαρχος Κανεβάρο (Canevaro), γνωστός για τα φιλελληνικά του αισθήματα. [παρόλα αυτά] ... ο βομβαρδισμός, όμως, των θέσεων των Κρητικών ήταν προ των πυλών. Το πρωινό της 9ης Φεβρουαρίου του 1897, τα πολεμικά πλοία της Αγγλίας, της Αυστρίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας πήραν θέση ανοιχτά από το Ακρωτήρι. Με 100 και πλέον οβίδες έπληξαν τις θέσεις των επαναστατών στον Προφήτη Ηλία... Την ίδια στιγμή, τα πληρώματα της μοίρας των ελληνικών τορπιλοβόλων με επικεφαλής το θωρηκτό "Ύδρα", τα οποία η Ελλάδα είχε αποστείλει με την απόφαση της 24ης Ιανουαρίου του 1897, ζητωκραύγαζαν, πρόθυμα να αναμετρηθούν με τον ισχυρό στόλο του Κανεβάρο. Ο πρίγκιπας Γεώργιος, όμως, αρχηγός του ελληνικού στολίσκου, τους απέτρεψε τηρώντας ουδέτερη στάση... Το πολιτικό, όμως, αισθητήριο του Βενιζέλου τον έκανε να αδιαφορεί για τις μικροπολιτικές εντάσεις και να στρέψει τις ελπίδες του στις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά και στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη η οποία είχε συγκλονισθεί από τον βομβαρδισμό ομοθρήσκων» (Πηγή: Ο.π., σσ. 85-86)
4. «[Ο Βενιζέλος] Ανήκε στη δεξιά πτέρυγα των Φιλελευθέρων (Κόμμα των Ξυπόλητων), τους Λευκορείτες, γεγονός παράδοξο, αφού θα περίμενε κανείς η οικονομική του κατάσταση να τον φέρει πιο κοντά στους συντηρητικούς. Η εξήγηση ίσως βρίσκεται στο γεγονός ότι στην αντίληψη του λαού, οι συντηρητικοί (αλλιώς «καραβανάδες») συχνά θεωρούντο συνεργάτες του κατακτητή...Σύντομα ανέλαβε από το γαμβρό του Κ. Μητσοτάκη την αρχηγία των Φιλελευθέρων τους οποίους και οδήγησε σε μεγάλη εκλογική επιτυχία. Αντίθετα με την πρακτική της εποχής εκείνης, που ήθελε ως πρώτη προτεραιότητα κάθε κόμματος την πολιτική εξόντωση των άλλων, ο Βενιζέλος προέβη σε κινήσεις υποστήριξης των συντηρητικών προκαλώντας την έκπληξη όλων, αντίθετα με την λογική των μικροπολιτικών συμφερόντων.» (Πηγή: Ό.π, σελ. 82)
Ο Βενιζέλος, ο οποίος στο μεταξύ είχε εκλεγεί πληρεξούσιος της Γενικής Συνέλευσης των Κρητών, ήταν αντίθετος προς κάθε επαναστατική δράση, αφού θεωρούσε ότι το κίνημα ήταν πρόωρο και καταδικασμένο σε αποτυχία.
Στις 3/15 Σεπτεμβρίου 1895, ξέσπασε η επανάσταση του Κούνδουρου, γνωστή ως «Μεταπολιτευτική». Ο Βενιζέλος είχε αντιταχθεί σθεναρά σ’ αυτήν, αντιλαμβανόμενος με τη διορατικότητα που τον διέκρινε ότι την είχαν υποκινήσει Άγγλοι διπλωμάτες με στόχο να αυξήσουν την επιρροή τους στο νησί. Με συντονισμένες ενέργειες και με γνώμονα τη μετριοπάθεια και τη νηφαλιότητα που τον διέκρινε, προσπάθησε (μάταια, όμως, καθώς, βρισκόταν στην διαφωνούσα μειοψηφία) να πείσει τους συντρόφους του ότι η επανάσταση ήταν άκαιρη και άσκοπη. Η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα και πολλά χωριά παραδόθηκαν στις φλόγες. Οι ελπίδες στράφηκαν και πάλι σε παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, όχι όμως για πολύ.
Οι υπερήφανοι Κρητικοί, με αρχηγό τον Μανούσο Κούνδουρο, μη αντέχοντας άλλο την υποταγή στον αιμοσταγή τύραννο, οχυρώθηκαν, στις 23 Ιανουαρίου του 1897, στο Ακρωτήρι, περιοχή έξω από την πόλη των Χανίων, πολύ κοντά όμως στη Χαλέπα όπου βρίσκονταν τα περισσσότερα προξενεία. ο Βενιζέλος, αν και αρχικά ήταν αντίθετος προς την επανάσταση, δεν άργησε να σπεύσει στο πλευρό των εξεγερμένων συμπατριωτών του, κρίνοντας ότι το αίτημα για εξέγερση είχε πια ωριμάσει. Από τη στιγμή που ξεσηκώθηκαν, η θέση του ήταν δίπλα τους. "Ἀφ’ ἢς οἱ συμπολίται μου συνάντησαν ἀντίστασιν εἰς τᾶς προσπαθείας τῶν διὰ τὴν πλήρη ἕνωσιν τῆς Κρήτης μὲ τὴν Μητέρα Ἑλλάδα, φυσικὰ ἔγινα ἐπαναστάτης πλέον κατ’ ἐπάγγελμα.". Την περίοδο εκείνη βρισκόταν σε προεκλογική περιοδεία στα χωριά της Κυδωνίας. Παρά τις συστάσεις των συνεργατών του, πνιγμένος από το δίκαιο του αγώνα εναντίον του τουρκικού ζυγού και έντονα επηρεασμένος από τον εμπρησμό της πόλης των Χανίων, μετέβη στη Μαλάξα, έξω από τα Χανιά, όπου είχαν συγκεντρωθεί 2-3000 σκληροτράχηλοι βρακοφόροι πολεμιστές. Οι επαναστατημένοι Κρητικοί τον αναγνώρισαν αμέσως ως αρχηγό τους και πορεύθηκαν υπό τις διαταγές του κατά τη διάρκεια της νύκτας προς το Ακρωτήρι για να συνενωθούν με τους υπόλοιπους αγωνιστές.» (Πηγή: Ό.π, σελ. 84-85)
5. Την άνοιξη τον 1692, ο Λιμπεράκης εισέβαλε μαζί με τους Οθωμανούς στην Πελοπόννησο χωρίς, όμως, να πετύχει κάτι αξιόλογο. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου προσπάθησε να καταλάβει τη Ναύπακτο, αλλά απέτυχε. Νέες στρατιωτικές επιδρομές τον Λιμπεράκη με τον σερασκέρη το φθινόπωρο τον 1694 και τον 1695 δεν άλλαξαν την κατάσταση. Τελικά, στις αρχές τον 1696, ο Λιμπεράκης, μετά από πολύχρονες διαπραγματεύσεις, προσχώρησε στο πλευρό των Βενετών. Βλ. σχετικά Ιστορία τον Ελληνικού Έθνους, τ. Ια΄, Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (1669-1821), Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1980, σελ. 32.
6. Θανάσης Μανής, Πτυχιούχος Τμήματος Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Αιγαίου (Ρόδος), άρθρο «1699 Η αναχαίτιση της οθωμανικής πλημμυρίδας. Το Συνέδριο του Κάρλοβιτς», Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 64, σελ. 98
7. «Εκτός από τις εμπλεκόμενες δυνάμεις υπήρχαν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες πίεζαν να σταματήσει ο πόλεμος [Δεκαπενταετής πόλεμος 1684-1699 μεταξύ Αυστρίας, Πολωνίας, Βενετίας και Ρωσίας ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία]. Η αλματώδης επέκταση της Αυστρίας στα Βαλκάνια και οι προσπάθειες της Βενετίας να εδραιωθεί και πάλι στις θάλασσες της ανατολικής Μεσογείου, ανησύχησαν την Αγγλία και την Ολλανδία. Τα συμφέροντα που διακυβεύονταν ήταν πολύ μεγάλα, λόγω των διομολογήσεων που είχαν υπογράψει με τους Οθωμανούς. Επίσης, δεν ήθελαν να δουν τη Γαλλία και την Ισπανία ενωμένες κάτω από το σκήπτρο του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Ιδ΄. Έτσι, οι δύο αυτές χώρες προσφέρθηκαν να μεσολαβήσουν για την υπογραφή της συνθήκης της ειρήνης». (Πηγή: Ό.π, σσ. 103-104)
Πολλές φορές γίνεται λόγος από τους εχθρούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας για «προδοσίες» ανωτάτων κληρικών έναντι της ελληνικής επανάστασης. Οι ενέργειες ή οι απόψεις μερικών εξ αυτών όμως, μακράν απέχουν από τις δολοφονίες κατά πρωτεργατών της επανάστασης από συμπατριώτες Έλληνες ένεκα πολιτικών πεποιθήσεων (κομματισμός). Έτσι οι φιλοπαγανιστές εύκολα και με συνοπτικούς συλλογισμούς βλέπουν «οργανωμένο ανθελληνισμό» στους κληρικούς εις τους οποίους επιτίθενται, όπως πάντα βλέπουν την «φιλοπατρία» των πολιτικών του ελληνικού έθνους, έστω και αν αυτές διίστανται ως προς τις απόψεις και ειδικά ως προς τις, εγκληματικές-προδοτικές τους μερικές φορές, ενέργειες:
Η Ιστορία έχει καταδείξει επανειλημμένα ότι οι επαναστάσεις «τρώνε τα παιδιά τους». Η διαπίστωση αυτή ισχύει και για την Ελληνική Επανάσταση, αν και ελάχιστοι φαίνεται να το έχουν συνειδητοποιήσει. Αρκεί, όμως, να αναλογισθεί κανείς την τύχη των κυριότερων πρωταγωνιστών της για να καταλήξει αβίαστα σ’ αυτό το θλιβερό συμπέρασμα: ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο πρωτεργάτης της επανάστασης στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, κατακρημνίσθηκε από την Ακρόπολη από τους πολιτικούς του αντιπάλους που τον κρατούσαν φυλακισμένο εκεί. Παράλληλα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης φυλακίσθηκε στην Ύδρα, επίσης από τους πολιτικούς του αντιπάλους, την περίοδο μάλιστα κατά την οποία ο Ιμπραήμ επέλαυνε ακάθεκτος στην Πελοπόννησο. Η ίδια συγκυρία (που οφειλόταν στη μικρόνοια των τότε κυβερνώντων) εξώθησε τον Παπαφλέσσα σε μια απονενοημένη απόπειρα να παρεμποδίσει τον Ιμπραήμ η οποία κατέληξε στον άσκοπο θάνατο του ιδίου και στην εκμηδένιση του στρατιωτικού του σώματος. Η δραματικότερη, όμως, ενέργεια αυτοχειριασμού της Ελληνικής Επανάστασης ήταν η εξουδετέρωση του Γεωργίου Καραϊσκάκη κατά τη φάση της τελευταίας αναζωπύρωσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ανατολική Στερεά. Ο φαινομενικά ανεξιχνίαστος θάνατος του κορυφαίου οπλαρχηγού της Ρούμελης (που αποτελεί και το κύριο θέμα αυτού του τεύχους των ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ) είναι πολύ πιθανόν ότι προέκυψε ως αποτέλεσμα δολοφονικής ενέργειας. Ο αψίκορος πολέμαρχος είχε δημιουργήσει αρκετούς εχθρούς, ενώ ο θάνατος του εξυπηρετούσε θαυμάσια όσους είχαν συμφέρον η κατάληξη της Ελληνικής Επανάστασης να μη δοθεί στα πεδία των μαχών αλλά πίσω από κλειστές πόρτες. Όμως, όσο κι αν ακόμη και σήμερα αρκετοί προτιμούν να το παραβλέπουν, η ελληνική ανεξαρτησία οφείλει πολύ περισσότερα στο φιλότιμο και στην παράτολμη παλικαριά των «ξυπόλητων» ηρώων της, παρά στις ικανότητες των διπλωματών και στην «καλή διάθεση» των Προστάτιδων Δυνάμεων.
Νίκος Νικολούδης
Διευθυντής Σύνταξης
Πηγή: Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, τεύχος 60, Απόψεις, σελ. 3
«Τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της Επανάστασης μας… Οι περισσότεροι καλόγεροι σκοτώθηκαν εις τον αγώνα» Στρατηγός Μακρυγιάννης
Οι σημερινοί φανατισμένοι, προσπαθούν να καθαιρέσουν τα λόγια αυτού του μεγάλου στρατηγού που έζησε και «ψήθηκε» μες τις μάχες της επαναστάσεως. Και διερωτάται κανείς: είναι ποτέ δυνατόν, οι σημερινοί φανατικοί, αρχαιολάτρες, 200 χρόνια αργότερα, να γνωρίζουν περισσότερα επί του θέματος (συμμετοχή κληρικών εις τον αγώνα) από τον σύγχρονο της επαναστάσεως Μακρυγιάννη; η λογική μπορεί να απαντήσει μόνη της…
|
Όταν ο Υψηλάντης υποκινούσε την επανάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ παρακινημένος από τον λαομίσητο πρίγκιπα της Αυστρίας Μέττερνιχ, αποκήρυξε την επανάσταση και τον διέγραψε από τον κατάλογο των Ρώσων Αξιωματούχων. Ευθύς μήνυσε με διπλωμάτες στους Τούρκους ότι σαν τσάρος και Ρώσος ήταν ξένος προς το κίνημα της επανάστασης και του Υψηλάντη. Όταν κατόπιν ο Υψηλάντης ικέτεψε τον τσάρο για βοήθεια ο τελευταίος του απάντησε ότι λυπόταν επειδή ένας άνδρας (Υψηλάντης) με αριστοκρατική - ευγενή καταγωγή είχε ξεπέσει σε σκοτεινές συνομωσίες. Οι ηγεμόνες - ευγενείς των επαναστατημένων περιοχών στο συνέδριο του Λάιμπαχ (Λουμπλιάνα) θα δώσουν την άδεια στους Τούρκους να εισέλθουν στις ευρωπαϊκές ηγεμονίες και να καταπνίξουν την επανάσταση εξοντώνοντας και τον Ιερό Λόχο που αποτελούνταν από 700 Έλληνες σπουδαστές των Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων.
Περιοδικά
1. Ιστορικά Θέματα, τεύχος 60, 63, 64