Ένα απόσπασμα γύρω από την Ελληνική Εθνική θεολογία η οποία δεν μπορεί έπ’ ουδενί τρόπο να ζητά και να απαιτεί σήμερα την αποκλειστικότητα, στο χειρισμό των ηνίων, της θεολογίας των αρχαίων, Ελλήνων και μη, φιλοσόφων. Ας προσεχθεί εξάλλου ότι η θεά Τύχη ανταμείβει τους ανθρώπους εντελώς ανεξάρτητα από τις αγαθές τους ικανότητες και δηλαδή χωρίς συνέπεια του ηθικού τους βίου, σημείο βαρύνουσας σημασίας ως προς τις κατηγορίες των νέο-Εθνικών περί αναξιοκρατίας των Ιερών ή Άγιων μελών της Χριστιανικής Εκκλησίας. Στην περίπτωση της θεάς Τύχης της Εθνικής θρησκείας δεν έχουμε μόνο αναξιοκρατία στην απόδοση ήθους και τιμών μεταξύ των θνητών μελών της, αλλά αναξιοκρατία όσο αφορά τις αποδιδόμενες τιμές από λατρευόμενη θεότητα σε αυτούς, δηλαδή με άλλα λόγια έχουμε πασιφανέστατη και τρανταχτή έλλειψη δικαιοσύνης από πλευράς θείου.
Ο θεός - πέος «Τύχων» και η θεά Τύχη. Ο Τύχων ήταν θεότητα της ορφικο-διονυσιακής Θρησκείας. Μαρμάρινο ανάγλυφο της Ακυλείας. (Πηγή περιοδικό «Δαυλός» Αύγουστος - Σεπτέμβριος 2001)
Θεά της σύμπτωσης, του μη προβλεπόμενου ή επιδιωκόμενου, αλλά απροσδόκητου συμβάντος που βαθμηδόν έγινε η πολιούχος θεά της ευτυχίας των αρχαίων Ελληνικών πόλεων. Κατά την «Θεογονία» του Ησίοδου ήταν θυγατέρα του Ωκεανού και της Τηθύος, εκδηλώνοντας ίσως το ότι η ναυτιλία και το ναυτικό εμπόρια γενικά υπήρξε η πρώτη και κύρια αιτία πηγή της ευτυχίας των ανθρώπων. Σύμφωνα με άλλους συγγραφείς πατέρας της ήταν ο Δίας. Κατά τον Πίνδαρο, ο οποίος την καλεί και Φερέπολιν, ήταν μία από τις Μοίρες, που είχε την μεγαλύτερη ισχύ από τις αδελφές της, θεά άρα του πεπρωμένου, αλλά ευμενής. Ως ευμενής θεά του πεπρωμένου λατρεύονταν με το επώνυμο «Αγαθή Τύχη» στην αρχαία Ολυμπία, όπου είχε δικό της βωμό, και στην Λιβαδειά έχοντας το ιερό της στο Τροφώνιο. Ήταν συνδεδεμένη με τον Αγαθό Δαίμονα, ένα πνεύμα που προστάτευε τα άτομα και τις οικογένειες, και με την Νέμεση, τον τιμωρό των υπερευημερούντων ανθρώπων, και έτσι πιστεύονταν ότι ενεργούσε ως παράγοντας ισσοροπίας. Ως θεά της αφθονίας και του πλούτου απεικονίζονταν μεν στο ιερό της Θήβας κρατώντας, ως μητέρα ή τροφός, το παιδί Πλούτο (το έργο ήταν του Αθηναίου γλύπτη Καλλιστόνικου), ενώ στην Σμύρνη από του Βουπάλο, κρατώντας με το ένα της χέρι κέρας της Αμάλθειας, σύμβολο της αφθονίας. Ως θεά που διεύθυνε την ανθρώπινη ζωή, απεικονίζονταν ως θεά που κρατώντας πηδάλιο, ως σύμβολο της κατευθύνσεως, την οποία αυτή έδινε σε κάθε άνθρωπο και ως θεά της ευμετάβλητης φύσης, απεικονίζονταν με τροχούς ή σφαίρες ή πτέρυγες ακόμη και με δεμένους οφθαλμούς , σύμβολα της αστάθειας, αβεβαιότητας και του ρίσκου.Στην Αιγείρα της Αχαΐας, σε εκδήλωση της αντιλήψεως ότι και τα περί του έρωτα περισσότερο από τύχη ή με το κάλλος κατορθώνονταν, απεικονίζονταν δίπλα στο άγαλμά της, πτερωτός έρωτας.
Ρωμαϊκή κεφαλή της θεάς Τύχης. 1ος αιώνας μ.Χ. Μουσείο Κορίνθου. Το πυργωτό διάδημα της συμβολίζει τα τείχη κάποιας πόλης (πιθανόν Αντιόχειας) της οποίας ήταν η πολιούχος θεά. Έκτοτε η θεά ταυτίζονταν με την προσωποποιημένη πόλη.
Ως πολιούχος θεά λατρεύονταν σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις (Λόρινθο, Ήλιδα, Σικυώνα, Άργος, Ερμιόνη, Φαράς, Μεσσήνη, Μεγαλόπολι, Θήβα κ.λ.π.), στις οποίες η διεξαγωγή κάθε υπόθεσης, δημόσιας ή ιδιωτικής άρχιζε, όπως και στην Αθήνα με την ευχή «αγαθή Τύχη» και απεικονίζονταν συνήθως να φέρει επί της κεφαλής πυργωτό διάδημα συμβολίζοντας τα τείχη της πόλης (άριστο έργο Πολιούχου Τύχης ήταν το της πόλης της Αντιόχειας του Σικυωνίου Ευτιχύδου). Η λατρεία της ως πολιούχου θεάς διαδόθηκε κυρίως κατά τους χρόνους των διαδόχων και τους ρωμαϊκούς, όταν ταυτίσθηκε με τις προσωποποιημένες πόλεις (των οποίων ήταν η πολιούχος θεά), και οι οποίες απεικονίζονταν ως εύσωμες γυναίκες με τα σύμβολα της Τύχης (ιδίως το κέρας της Αμάλθειας). Από τα ιερά της το καλύτερο ήταν ο ναός της Αλεξάνδρειας (το Τυχαίον) ενώ γνωστό είναι και εκείνο του Άργους όπου ο Παλαμίδης σύμφωνα με την παράδοση, της αφιέρωσε το πρώτο ζευγάρι ζάρια, τα οποία υποτίθεται ότι είχε ευφέρει. Από τα αγάλματά της και από τις εικόνες που καλλιτεχνήθηκαν από τους ζωγράφους είχαν διαφημιστεί, εκτός από αυτά που αναφέρθηκαν, η Τύχη των Μεγάρων του Πραξιτέλη, η Αγαθή Τύχη των Αθηνών του ίδιου καλλιτέχνη, η Τύχη του Απελλή, το κολοσσιαίο εκ παρίου λίθου άγαλμά της στην Ερμιόνη και το χρυσελεφάντινο άγαλμά της, το οποίο αφιέρωσε στο ναό της δίπλα από το παναθηναϊκό στάδιο, ο Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος είχε κτίσει και τον ναό της. Από τις σωζόμενες εικόνες της άξιες μνείας είναι η ανάγλυφη πλάκα του Διονυσιακού θεάτρου, στην οποία απεικονίζεται να κρατά κέρας της Αμάλθειας (κατά μερικούς πρόκειται για την Ειρήνη) με τον Διόνυσο, του Θησέα και κάποια άλλη γυναικεία μορφή και στην Ηράκλεια της Ιταλίας που βρέθηκε ορειχάλκινο άγαλμά της, στο οποίο παρίσταται να πατά πάνω σε σφαίρες. Κατά τον ομηρικό ύμνο προς την Δήμητρα, η Ωκεανίς Τύχη ήταν από τις συμπαίκτριες της Περσεφόνης. Προς την Ελληνική θεά Τύχη ταυτίσθηκε η θεά των Ρωμαίων Fortuna, η οποία παρίστατο με τα ίδια σύμβολα και είχε μεγαλοπρεπείς ναούς στην Ρώμη.
Τα ιερά της θεάς Τύχης μπορεί να τα απαντήσει κανείς σήμερα σε χαρτοπαικτικές λέσχες, στα καζίνο κ.α. ενώ η ιερή της πόλη δεν μπορεί να είναι παρά το Las Vegas των Η.Π.Α. Η θεά Τύχη, λοιπόν, άλλους (πολύ λίγους) τους κάνει πλούσιους και άλλους (περισσότερους) τους ρίχνει στο χείλος του γκρεμού μαζί με τις οικογένειές τους, χωρίς φυσικά ποτέ να εξετάζει, ποιος αξίζει την μια ή την άλλη μοίρα. Αυτό καλείται αξιοκρατία και δικαιοσύνη θεού ή θεάς; Ας σημειωθεί ότι το άθροισμα των αριθμών της ρουλέτας είναι ίσο με τον αριθμό του θηρίου της Αποκάλυψης, δηλαδή 1 + 2 + 3 +…+49 = 666, ενώ στο Ελληνικό παιχνίδι Λόττο ζητούνται να συμπληρωθούν 3 εξάδες (3 φορές το 6 = 666) αριθμών για να είναι πλήρες ένα δελτίο. Εσκεμμένα αυτά ή «τυχαία»;
Λαογραφία: Στις παραδόσεις του Ελληνικού λαού η τύχη προσωποποιημένη περιγράφεται ως μαύρη και άσχημη «κάθεται συχνά στο δρόμο μόνη και από κει οδηγάει καλά ή κακά τον άνθρωπο. Είναι στραβή ή έχει δεμένα τα μάτια της με μαντήλι και περπατάει άσκοπα σαν ανόητη και σε όποιον πέσει επάνω του τον κάνει ευτυχισμένο». Κάθε άνθρωπος όπως έχει την Μοίρα του έτσι έχει και την τύχη του, η οποία γεννάται μόλις γεννηθεί ο άνθρωπος και τον ακολουθεί σε όλη του την ζωή. Για τον λόγο αυτό άλλοι έχουν μόνιμα καλή τύχη (καλότυχοι) και άλλοι κακή (κακότυχοι). Οι καλότυχοι και οι κακότυχοι είναι αυτοί όχι μόνο για τους εαυτούς τους αλλά και για τους άλλους. (Πρβλ. Ν. Πολίτη, Παραδόσεις Α’ σ. 561, κ. εξ. - Σ. Κυριακίδη, Ελληνική Λαογραφία, Αθήνα 1922, σ. 199. κ. εξ.)
Στην Ρωμαϊκή θρησκεία ήταν θεά της τύχης που ταυτίσθηκε με την ελληνική Τύχη. Η αρχική ρωμαϊκή θεότητα, ήταν εκείνη που γεννούσε την ευημερία και την ανάπτυξη. Ως τέτοια αποτελεί μια θεότητα της γονιμότητας και συνδέεται με την γενναιοδωρία του έδαφους και την καρποφορία των γυναικών. Συχνά παρουσιάζεται ως μαντική θεότητα την οποία συμβουλεύονταν με διάφορους τρόπους για την πρόβλεψη του μέλλοντος. Η Fortuna λατρεύονταν στην Ιταλική χερσόννησο από τα πολύ πρώιμα χρόνια. Στην Πρανέστα (Praeneste) το ιερό της ήταν ένα πολύ γνωστό μαντείο όπως και εκείνο στο Άντιουμ (Antium). Και αυτή παρουσιάζεται με κέρας της Αμάλθειας (αφθονίας), με πηδάλιο ως κυβερνήτρια της μοίρας ή στεκόμενη πάνω σε μπάλα ώστε να δηλώνεται η αβεβαιότητα της τύχης.