Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

 Μια ενότητα που αντίκειται στις ατυχείς, δυστυχώς για το έθνος μας, «αμπελο-εθνικιστικές θεωρίες» φανατισμένων και τυφλωμένων νέο-Εθνικών. 

 

 

 

1.

 

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΧΡΙΣΤΟΣ & ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

 

2.

 

 

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

 

3.

 

 

ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

 

4.

 

 

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ

 

5.

 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΤΕΣ

 

 

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ & ΟΧΙ ΡΩΜΙΩΝ

(Περιοδικού Δαυλός, τεύχος 243, εξώφυλλο)

(Ευάγγελος Μπεξής, τεύχος 29, σελίδα 2)

 

 

6.

 

ΠΗΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

 

 

 

 

 

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΧΡΙΣΤΟΣ & ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

Οι νέο-Εθνικοί ανάμεσα σε όλα τα ανούσια που διδάσκουν και που με αυτά έχουν κάνει δυστυχώς, πλύση εγκεφάλου, σε ανύποπτους Έλληνες πολίτες, διακηρύσσουν, πως στην Αγία Γραφή δεν υπάρχει η λέξη «Ελευθερία». Για απάντηση προς αυτούς δεν χρειάζονται πολλά λόγια, παρά η ίδια η Αγία Χριστιανική Ορθόδοξη Γραφή:

 

 

 

«18 Πνεῦμα Κυρίου εἶναι ἐπ’ ἐμέ, Διά τοῦτο μέ ἒχρισε, μέ ἀπέστειλε διά να εὐαγγελίζωμαι πρός τούς πτωχούς, Διά να ἰατρεύσω τούς συντετριμμένους τήν καρδίαν, Νά κηρύξω πρός τούς αἰχμαλώτους ἐλευθερίαν καί πρός τούς τυφλούς ἀνάβλεψιν, Νά ἀποστείλω τούς συντεθλασμένους ἐν ἐλευθερίᾳ, 19 Διά νά κυρήξω εὐπρόσδεκτον Κυρίου ἐνιαυτόν»

 κατά Λουκάν, κεφ. Δ΄, 18 - 19

 

 

  

 

 

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ

τοῦ Κωνσταντίνου Χολέβα

Πολιτικοῦ Ἐπιστήμονος

  (πηγή: Αντίβαρο)

 

Κάθε Μάϊο ἡ μνήμη μας στρέφεται στόν ἱστορικό ἐκεῖνο Μάϊο τοῦ 1823, ὅταν ὁ Διονύσιος Σολωμός ἔγραφε μέσα σέ σύντομο διάστημα τίς 158 στροφές τοῦ Ὕμνου εἰς τήν Ἐλευθερίαν. Βρισκόταν στήν γενέτειρά του Ζάκυνθο καί παρακολουθοῦσε ἀπό ἐκεῖ τήν πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου. Ἦταν ἐγκατεστημένος στό σπίτι τοῦ φίλου του Στράνη, στόν ὁμώνυμο λόφο λίγο πιό ἔξω ἀπό τήν πόλη. Λέγεται μάλιστα ὅτι σέ στιγμές βαθειᾶς συγκινήσεως φώναζε:"Βάστα καημένο Μεσολόγγι"! Καί ἔγραφε. Ἐνεπνέετο ἀπό τόν δίκαιο ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων πού εἶχε ξεκινήσει δύο χρόνια πρίν. Ὁ ἐπαναστατημένος Μωρηᾶς ἀπεῖχε μερικά μίλια ἀπό τίς ἀκτές τῆς Ἀγγλοκρατούμενης Ζακύνθου καί τά νέα τῆς Ἐπαναστάσεως ἔφθαναν γρήγορα. Τό ποίημα τοῦ Σολωμοῦ μελοποιήθηκε ἀργότερα ἀπό τόν Κερκυραῖο συνθέτη Νικόλαο Χαλκιόπουλο Μάντζαρο καί τό 1865 μέ Βασιλικό Διάταγμα ὁρίσθηκε νά παιανίζεται ὡς ὁ Ἐθνικός Ὕμνος τῶν Ἑλλήνων. Ὁ ποιητής δέν πρόλαβε νά ζήσει αὐτή τήν χαρά, διότι εῖχε πεθάνει τό 1857. Τοὐλάχιστον πρόλαβε νά δεῖ ἕνα μικρό μέρος τῆς Ἑλλάδος ἐλεύθερο. Ὁ Ὕμνος του εῖχε ἐπιδράσει θετικά στό ἠθικό τῶν ἐπαναστατῶν, ὅπως εἶχε συμβῆ καί μέ τόν Θούριο τοῦ Ρήγα. Εἶναι ἄραγε συμπτωματικό ὅτι ὁ Σολωμός γεννήθηκε τό 1798, δηλαδή τήν χρονιά κατά τήν ὁποία στραγγαλίσθηκε ἀπό τούς Τούρκους στό Βελιγράδι ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς;

Πολλά ἔχουν γραφεῖ καί λεχθεῖ γιά τό ποίημα αὐτό, τό ὁποῖο προκαλεῖ ρίγη συγκινήσεως σέ κάθε Ἕλληνα, ἐντός ἤ ἐκτός Ἑλλάδος. Πιστεύω ὅτι πρέπει νά μείνουμε λίγο περισσότερο στήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική διάσταση τοῦ ἔργου. Ὁ Σολωμός θεωρεῖ καί διακηρύσσει ὅτι ὁ Ἀγώνας τοῦ Γένους δέν γίνεται μόνο γιά τήν Ἐλευθερία τῆς Πατρίδος, ἀλλά καί γιά τήν Πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ θρησκευτικότητα τοῦ Σολωμοῦ εἶναι διάχυτη σέ πάμπολλα ἔργα του. Εἶναι δέ ἐντυπωσιακή ἡ σύνδεσή του μέ τήν Ὀρθοδοξία , ἄν λάβουμε ὑπ' ὄψιν ὅτι ἔλειψε πολλά χρόνια σπουδάζοντας στήν Ἰταλία μέ Ρωμαιοκαθολικούς δασκάλους. Ὁ καθηγητής Ἡρακλῆς Καλλέργης γράφει σχετικά:

Ἄς προσθέσουμε ὅτι, ὅσο ὁ Σολωμός προχωρεῖ στή μελέτη τῆς ἑλληνκῆς γλώσσας καί ὅσο ἐμβαθύνει στό νόημα τῆς ποίησης, τόσο ἡ θρησκευτικότητά του συνδέεται στενότερα μέ τά ἰδανικά τῆς πατρίδας καί τῆς ἐλευθερίας. Ὅσο περνοῦν τά χρόνια ἡ πίστη του παίρνει ἑλληνικότερο χρῶμα, ἀλλά καί τό ἰδανικό τῆς πατρίδας θεμελιώνεται στήν θρησκευτική αὐτή πίστη καί ἀπό ἐκεῖ παίρνει δύναμη καί βάθος. Ἡ συνύφανση αὐτή τῶν δύο ἰδανικῶν, πού ὁρίζουν ὁλόκληρο τό ἔργο τοῦ Σολωμοῦ, ἐκδηλώνεται ἔκτυπα στόν "Ὕμνον εἰς τήν Ἐλευθερίαν", ὅπου -καθώς παρατηρεῖ ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Νικόλαος Τωμαδάκης: ἡ Ἐλευθερία, ἡ Ἑλλάδα καί ἡ Θρησκεία ὁρίζονται μέ νέα πλατύτατα ὅρια, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, τήν πίστη τοῦ Ἔθνους καί τήν ἱστορία τοῦ παρελθόντος καί τοῦ παρόντος, ἐνῷ μετά ἀπό τόσους αἰῶνες ποιητικῆς ἀδράνειας ἑνώθηκαν πάλι ὁ θαυμασμός πρός τήν Ἑλλάδα καί ἡ πίστη στή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ". ( Ἄρθρο "Ὁ θρησκευτικός Σολωμός", περιοδικό Κρητικοί Ὁρίζοντες, τ.9, Ἡράκλειο 1999).

Τό κατ' ἐξοχήν σημεῖο τοῦ Ὕμνου ὅπου ὁ ποιητής διατρανώνει τήν πνευματική συμπόρευση Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνισμοῦ εἶναι οἱ στροφές 88 -92 πού ἀναφέρονται στήν πρώτη πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου. Τίς παραθέτουμε, διότι δυστυχῶς πολλοί συμπατριῶτες μας γνωρίζουν μόνον τίς δύο πρῶτες στροφές τοῦ ὕμνου.

 

Πῆγες εἰς τό Μεσολόγγι

Τήν ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ,

Μέρα πού ἄνθισαν οἱ λόγγοι

Γιά τό τέκνο τοῦ Θεοῦ.

 

Σοὖλθε ἐμπρός λαμποκοπῶντας

Ἡ Θρησκεία μ' ἕνα Σταυρό,

Καί τό δάκτυλο κινῶντας

Ὁπού ἀνεῖ τόν οὐρανό,

 

Σ'αὐτό, ἐφώναξε , τό χῶμα

Στάσου ὁλόρθη, Ἐλευθεριά·

Καί φιλῶντας σου τό στόμα

Μπαίνει μές στήν ἐκκλησιά.

 

Εἰς τήν Τράπεζα σιμώνει,

Καί τό σύγνεφο τό ἀχνό

Γύρω γύρω της πυκνώνει

Πού σκορπάει τό θυμιατό.

 

Ἀγρικάει τήν ψαλμωδία

Ὁπού ἐδίδαξεν αὐτή·

Βλέπει τή φωταγωγία

Στούς Ἁγίους ἐμπρός χυτή.

 

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι γιά νά ἐξηγήσει τόν στίχο "μέρα πού ἄνθισαν οἱ λόγγοι" ὁ ἴδιος ὁ ποιητής γράφει στίς σημειώσεις του πού συνοδεύουν τόν Ὕμνο: "Ἀγαλλιάσθω ἔρημος καί ἀνθείτω ὡς κρίνον.Ἠσαῒας κεφ. λε' ". Ἐνῷ σαφῆ ἀναφορά στό κεφ. κα' τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἰωάννου κάνουν οἱ στροφές 97 καί 98 τοῦ Ὕμνου.

 

Μέ φωνή πού καταπείθει

Προχωρῶντας ὁμιλεῖς·

"Σήμερ' ἄπιστοι, ἐγεννήθη,

Ναί τοῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής.

 

Αὐτός λέγει...Ἀφοκρασθῆτε.

Ἐγώ εἶμ'Ἄλφα, Ὠμέγα ἐγώ·

Πέστε ποῦ θά ἀποκρυφθῆτε

Ἐσεῖς ὅλοι ἄν ὀργισθῶ;

 

 Ἡ προσήλωση τοῦ Σολωμοῦ στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γίνεται φανερή καί ἀπό τόν θρῆνο του γιά τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Ἁγίου Πατριάρχου Γρηγορίου Ε'. Ὁ θρῆνος καταγράφεται στίς στροφές 135 καί 136 τοῦ Ὕμνου.

 

Ὅλοι κλαῦστε· ἀποθαμένος

Ὁ ἀρχηγός τῆς Ἐκκλησιᾶς·

Κλαῦστε, κλαῦστε· κρεμασμένος

Ὡσάν νἄτανε φονιάς.

 

Ἔχει ὁλάνοικτο τό στόμα

Π'ὧρες πρῶτα εἶχε γευθεῖ

Τ' Ἅγιον Αἷμα, τ' Ἅγιον Σῶμα·

Λές πώς θέ νά ξαναβγεῖ....

 

Ποιά ἦταν τά ἰδανικά τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 1821; Σαφῶς ἡ  Χριστιανική Πίστη  καί ἡ Ἐλευθερία τῆς Πατρίδος. Αὐτά δηλώνουν τά κείμενά τους. Κι ὅμως σήμερα κάποιοι ἀμφισβητοῦν τήν Ἱστορία, θέλουν νά τήν ξαναγράψουν γιά δικούς τους ἰδιοτελεῖς σκοπούς. Ἄς μήν βιάζονται, ὅμως, διότι ματαιοπονοῦν. Μέσα στόν Ἐθνικό Ὕμνο τῶν Ἑλλήνων ὁ Διονύσιος Σολωμός διερμηνεύει ξεκάθαρα τά αἰσθήματα ὅλων τῶν ἐξεγερμένων Ρωμηῶν καί βάζει αὐτά τά λόγια στό στόμα τῆς Ἐλευθερίας: (στροφές 148 καί 149).

 

Τέτοια ἀφήστενε φροντίδα·

Ὅλο τό αἷμα ὅπου χυθεῖ

Γιά θρησκεία καί γιά πατρίδα

ὅμοιαν ἔχει τήν τιμή.

 

Στό αἷμα αὐτό πού δέν πονεῖτε

Γιά πατρίδα, γιά θρησκειά,

Σᾶς ὁρκίζω ἀγκαλιασθῆτε

Σάν ἀδέλφια γκαρδιακά.

 

 Ὁ Ὕμνος εἰς τήν Ἐλευθερίαν τοῦ Σολωμοῦ μπορεῖ κάλλιστα νά ὀνομασθεῖ καί ὁ Ἐθνικός Ὕμνος τῶν Ὀρθοδόξων. Γι' αὐτό καί ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός παρατηρεῖ χαρακτηριστικά: "Μέσα στό πλαίσιο αὐτό μποροῦν νά θεωρηθοῦν ὀρθόδοξα οἱ ἀναφορές του στό ὑπερκόσμιο φῶς,. Στήν ποίησή του κυριαρχεῖ ἡ οὐράνια φωτοχυσία.Ἡ ἐλευθερία-ὁ μόνιμος ἔρωτάς του- εἶναι λουσμένη στό φῶς: "Φῶς τό χέρι, φῶς τό πόδι, κι ὅλα γύρω σου εἶναι φῶς". Ἐντελῶς πασχαλινή ἡ ἀτμόσφαιρά του: "Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια'( ἴδε στροφή 95 τοῦ Ὕμνου). Τό φῶς ὅμως αὐτό δέν εἶναι φυσικό-κτιστό, διότι ἀναβλύζει ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα( "γλυκοφέγγει ἀπ' τή θυρίδα τσ' ἅγιας Τράπεζας τό φῶς". Εἰς τόν θάνατον τοῦ Λόρδου Μπάυρον, στροφή 111) καί εἶναι οὐράνιο ( "τό φῶς πού σέ στολίζει... σάν ἡλίου φεγγοβολή καί μακρόθεν σπινθηρίζει δέν εἶναι, ὄχι, ἀπό τή γῆ". Ὕμνος εἰς τήν Ἐλευθερίαν, στροφή 94) ..." ( Ἀπό τό βιβλίο του Ἰχνηλασία Πνευματικῆς Σχοινοβασίας, ἐκδ, Τέρτιος, Κατερίνη 1999, σελ. 212).

Ὁ  Διονύσιος Σολωμός δίδει μαρτυρία Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνισμοῦ. Αὐτοί πού ἀρνοῦνται τήν σύνδεση τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν ἐθνική μας ταυτότητα μήπως θέλουν ἄραγε νά καταργήσουμε καί τόν Ἐθνικό μας Ὕμνο;

 

 

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΛΗΡΗΣ

 

 

Ύμνος Εις την Ελευθερία

Διονύσιος Σολωμός

 

1. Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή, 
Σε γνωρίζω από την όψη
Που με βία μετρά τη γη.


2. Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη 
Των Ελλήνων τα ιερά, 
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά !


3. Εκεί μέσα εκατοικούσες
Πικραμένη, εντροπαλή,
Κι ένα στόμα ακαρτερούσες,
Έλα πάλι, να σου πη.


4. Άργειε νάλθη εκείνη η μέρα,
Και ήταν όλα σιωπηλά,
Γιατί τάσκιαζε η φοβέρα
Και τα πλάκωνε η σκλαβιά.


5. Δυστυχής! Παρηγορία
Μόνη σου έμενε να λες
Περασμένα μεγαλεία
Και διηγώντας τα να κλαις.


6. Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει
Φιλελεύθερη λαλιά,
Ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι
Από την απελπισιά,


7. Κι’ έλεες: πότε, α! πότε βγάνω
Το κεφάλι από τς ερμιές;
Κι αποκρίνοντο από πάνω
Κλάψες, άλυσες, φωνές.


8. Τότε εσήκωνες το βλέμμα
Μες στα κλάιματα θολό,
Και εις το ρούχο σου έσταζ’ αίμα,
Πλήθος αίμα Ελληνικό.


9. Με τα ρούχα αιματωμένα
Ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
Να γυρεύης εις τα ξένα
Άλλα χέρια δυνατά.


10. Μοναχή το δρόμο επήρες,
Εξανάλθες μοναχή
Δεν είν’ εύκολες οι θύρες,
Εάν η χρεία τες κουρταλή.


11. Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,
Αλλ’ ανάσασιν καμιά
Άλλος σου έταξε βοήθεια
Και σε γέλασε φρικτά.


12. Άλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου
Οπού εχαίροντο πολύ,
Σύρε νάβρης τα παιδιά σου,
Σύρε ελέγαν οι σκληροί.


13. Φεύγει οπίσω το ποδάρι
Και ολοκλήγορο πατεί
Ή την πέτρα ή το χορτάρι
Που τη δόξα σου ενθυμεί.


14. Ταπεινότατη σου γέρνει
Η τρισάθλια κεφαλή,
Σαν πτωχού που θυροδέρνει
Κι’ είναι βάρος του η ζωή.


15. Ναι αλλά τώρα αντιπαλεύει
Κάθε τέκνο σου με ορμή,
Που ακατάπαυστα γυρεύει 
Ή τη νίκη ή τη θανή.


16. Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!


17. Μόλις είδε την ορμή σου
Ο ουρανός, που για τς εχθρούς
Εις τη γη τη μητρική σου
Έτρεφ’ άνθια και καρπούς,


18. Εγαλήνευσε και εχύθη
Καταχθόνια μία βοή,
Και του Ρήγα σου απεκρίθη
Πολεμόκραχτη η φωνή


19. Όλοι οι τόποι σου σ΄εκράξαν
Χαιρετώντας σε θερμά,
Και τα στόματα εφωνάξαν
Όσα αισθάνετο η καρδιά.


20. Εφωνάξανε ως τ’ αστέρια
Του Ιονίου και τα νησιά,
Και εσηκώσανε τα χέρια
Για να δείξουνε χαρά,


21. Μ’ όλον πούναι αλυσωμένο
Το καθένα τεχνικά,
Και εις το μέτωπο γραμμένο
Έχει: Ψεύτρα Ελευθεριά.


22. Γκαρδιακά χαροποιήθη
Και του Βάσιγκτον η γη,
Και τα σίδερα ενθυμήθη 
Που την έδεναν και αυτή.


23. Απ’ τον πύργο του φωνάζει,
Σα να λέη σε χαιρετώ,
Και τη χήτη του τινάζει
Το Λεοντάρι το Ισπανό.


24. Ελαφιάσθη της Αγγλίας
Το θηρίο, και σέρνει ευθύς
Κατά τ΄άκρα της Ρουσίας
Τα μουγκρίσματα της οργής.


25. Εις το κίνημά του δείχνει
Πως τα μέλη είν’ δυνατά
Και στου Αιγαίου το κύμα ρίχνει
Μια σπιθόβολη ματιά.


26. Σε ξανοίγει από τα νέφη
Και το μάτι του Αετού,
Που φτερά και νύχια θρέφει 
Με τα σπλάχνα του Ιταλού


27. Και σ’ εσέ καταγυρμένος,
Γιατί πάντα σε μισεί,
Έκρωζ’ έκρωζε ο σκασμένος,
Να σε βλάψη, αν ημπορή.


28. Άλλο εσύ δεν συλλογιέσαι
Πάρεξ που θα πρωτοπάς
Δεν μιλείς και δεν κουνιέσαι 
Στες βρισιές οπού αγρικάς


29. Σαν τον βράχον οπού αφήνει
Κάθε ακάθαρτο νερό
Εις τα πόδια του να χύνη
Ευκολόσβηστον αφρό,


30. Οπού αφήνει ανεμοζάλη
Και χαλάζι και βροχή
Να του δέρνουν τη μεγάλη,
Την αιώνιαν κορυφή.


31. Δυστυχιά του, ω δυστυχιά του του,
Οποιανού θέλει βρεθή
Στο μαχαίρι σου αποκάτου
Και σ’ εκείνο αντισταθή.


32. Το θηρίο π’ ανανογιέται,
Πως του λείπουν τα μικρά,
Περιορίζεται, πετιέται,
Αίμα ανθρώπινο διψά


33. Τρέχει, τρέχει όλα τα δάση,
Τα λαγκάδια, τα βουνά,
Κι όπου φθάση, όπου περάση,
Φρίκη, θάνατος, ερμιά


34. Ερμιά, θάνατος και φρίκη
Όπου επέρασες κι εσύ
Ξίφος έξω από τη θήκη
Πλέον ανδρείαν σου προξενεί.


35. Ιδού εμπρός σου ο τοίχος στέκει
Της αθλίας Τριπολιτσάς
Τώρα τρόμου αστροπελέκι
Να της ρίψης πιθυμάς.


36. Μεγαλόψυχο το μάτι
Δείχνει, πάντα οπώς νικεί,
Και ας είν’ άρματα γεμάτη
Και πολέμιαν χλαλοή.


37. Σου προβαίνουνε και τρίζουν
Για να ιδής πως είν’ πολλά
Δεν ακούς που φοβερίζουν
Άνδρες μύριοι και παιδιά;


38. Λίγα μάτια, λίγα στόματα 
Θα σας μείνουνε ανοιχτά
Για να κλαύσετε τα σώματα
Που θε νάβρη η συμφορά.


39. Κατεβαίνουνε, και ανάφτει
Του πολέμου αναλαμπή.
Το τουφέκι ανάβει, αστράφτει,
Λάμπει, κόφτει το σπαθί.


40. Γιατί η μάχη εστάθη ολίγη;
Λίγα τα αίματα γιατί;
Τον εχθρό θωρώ να φύγη
Και στο κάστρο ν’ ανεβή.


41. Μέτρα… είν’ άπειροι οι φευγάτοι,
Οπού φεύγοντας δειλιούν
Τα λαβώματα στην πλάτη
Δέχοντ΄, ώστε ν’ ανεβούν.


42. Εκεί μέσα ακαρτερείτε
Την αφεύγατη φθορά
Να, σας φθάνει, αποκριθήτε
Στις νυκτός τη σκοτεινιά.


43. Αποκρίνονται, και η μάχη
Έτσι αρχίζει, οπού μακριά
Από ράχη εκεί σε ράχη
Αντιβούιζε φοβερά.


44. Ακούω κούφια τα τουφέκια,
Ακούω σμίξιμο σπαθιών,
Ακούω ξύλα, ακούω πελέκια,
Ακούω τρίξιμο δοντιών.


45. Α! Τι νύκτα ήταν εκείνη
Που την τρέμει ο λογισμός;
Άλλος ύπνος δεν εγίνη
Πάρεξ θάνατου πικρός.


46. Της σκηνής η ώρα, ο τόπος, 
Οι κραυγές, η ταραχή,
Ο σκληρόψυχος ο τρόπος
Του πολέμου, και οι καπνοί,


47. Και οι βροντές, και το σκοτάδι,
Οπού αντίσκοφτε η φωτιά,
Επαράσταιναν τον άδη
Που ακαρτέρειε τα σκυλιά


48. Τ’ ακαρτέρειε. - Εφαίνοντ’ ίσκιοι
Αναρίθμητοι γυμνοί,
Κόρες, γέροντες, νεανίσκοι,
Βρέφη ακόμη εις το βυζί.


49. Όλη μαύρη μυρμηγικάζει,
Μαύρη η εντάφια συντροφιά,
Σαν το ρούχο οπού σκεπάζει
Τα κρεβάτια τα στερνά.


50. Τόσοι, τόσοι ανταμωμένοι
Επετιούντο από τη γη,
Όσοι είν’ άδικα σφαγμένοι
Από τούρκικην οργή.


51. Τόσα πέφτουνε τα θέρι-
σμένα αστάχια εις τους αγρούς
Σχεδόν όλα εκειά τα μέρη
Εσκεπάζοντο απ’ αυτούς.


52. Θαμποφέγει κανέν’ άστρο,
Και αναδεύοντο μαζί,
Αναβαίνοντας το κάστρο
Με νεκρώσιμη σιωπή.


53. Έτσι χάμου εις την πεδιάδα,
Μες στο δάσος το πυκνό,
Όταν στέλνη μίαν αχνάδα
Μισοφέγγαρο χλωμό,


54. Εάν οι άνεμοι μες στ’ άδεια
Τα κλαδιά μουγκοφυσούν,
Σειούνται, σειούνται τα μαυράδια,
Οπού οι κλώνοι αντικτυπούν.


55. Με τα μάτια τους γυρεύουν
Όπου είν’ αίματα πηχτά,
Και μες στ’ αίματα χορεύουν
Με βρυχίσματα βραχνά,


56. Και χορεύοντας μανίζουν
Εις τους Έλληνας κοντά,
Και τα στήθια τους εγγίζουν
Με τα χέρια τα ψυχρά.


57. Εκειό το έγγισμα πηγαίνει
Βαθιά μες στα σωθικά,
Όθεν όλη η λύπη βγαίνει,
Και άκρα αισθάνονται ασπλαχνιά.


58. Τότε αυξαίνει του πολέμου
Ο χορός τρομακτικά,
Σαν το σκόρπισμα του ανέμου
Στου πελάου τη μοναξιά.


59. Κτυπούν όλοι απάνου κάτου
Κάθε κτύπημα που εβγή
Είναι κτύπημα θανάτου,
Χωρίς να δευτερωθή.


60. Κάθε σώμα ιδρώνει, ρέει
Λες και εκείθεν η ψυχή
Απ’ το μίσος που την καίει
Πολεμάει να πεταχθή.


61. Της καρδίας κτυπίες βροντάνε 
Μες στα στήθια τους αργά,
Και τα χέρια οπού χουμάνε
Περισσότερο είν’ γοργά.


62. Ουρανός γι΄αυτούς δεν είναι,
Ουδέ πέλαγο, ουδέ γη
Γι’ αυτούς όλους το παν είναι
Μαζωμένο αντάμα εκεί.


63. Τόση η μάνητα και η ζάλη,
Που στοχάζεσαι, μη πως
Από μία μεριά και απ’ άλλη
Δεν μείνη ένας ζωντανός.


64. Κοίτα χέρια απελπισμένα 
Πώς θερίζουνε ζωές!
Χάμου πέφτουνε κομμένα
Χέρια, πόδια, κεφαλές,


65. Και παλάσκες και σπαθία
Με ολοσκόρπιστα μυαλά,
Και με ολόσχιστα κρανία
Σωθικά λαχταριστά.


66. Προσοχή καμία δεν κάνει
Κανείς, όχι εις τη σφαγή
Πάνε πάντα εμπρός. Ω! Φθάνει,
Φθάνει, έως πότε οι σκοτωμοί;


67. Ποίος αφήνει εκεί τον τόπο, 
Πάρεξ όταν ξαπλωθή;
Δεν αισθάνονται τον κόπο
Και λες κι’ είναι εις την αρχή.


68. Ολιγόστευαν οι σκύλοι,
Και Αλλά εφώναζαν, Αλλά
Και των Χριστιανών τα χείλη
Φωτιά εφώναζαν, φωτιά.


69. Λεονταρόψυχα εκτυπιούντο,
Πάντα εφώναζαν φωτιά,
Και οι μιαροί κατασκορπιούντο,
Πάντα σκούζοντας Αλλά.


70. Παντού φόβος και τρομάρα
Και φωνές και στεναγμοί
Παντού κλάψα, παντού αντάρα,
Και παντού ξεψυχισμοί.


71. Ήταν τόσοι! Πλέον το βόλι
Εις τ’ αυτιά δεν του λαλεί.
Όλοι χάμου εκτίτοντ’ όλοι
Εις την τέταρτη αυγή.


72. Σαν ποτάμι το αίμα εγίνη
Και κυλάει στη λαγκαδιά,
Και το αθώο χόρτο πίνει
Αίμα αντίς για τη δροσιά.


73. Της αυγής δροσάτι αέρι,
Δεν φυσάς τώρα εσύ πλιό
Στων ψευδόπιστων το αστέρι
Φύσα, φύσα εις το ΣΤΑΥΡΟ.


74. Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!


75. Της Κορίνθου ιδού και οι κάμποι
Δεν λάμπ’ ήλιος μοναχά
Εις τους πλάτανους, δεν λάμπει
Εις τ’ αμπέλια, εις τα νερά


76. Εις τον ήσυχον αιθέρα
Τώρα αθώα δεν αντηχεί
Τα λαλήματα η φλογέρα,
Τα βελάσματα το αρνί


77. Τρέχουν άρματα χιλιάδες
Σαν το κύμα εις το γιαλό
Αλλ’ οι ανδρείοι παλληκαράδες
Δεν ψηφούν τον αριθμό.


78. Ω τρακόσιοι! Σηκωθήτε
Και ξανάλθετε σ’ εμάς
Τα παιδιά σας θέλ’ ιδήτε
Πόσο μοιάζουνε με σας.


79. Όλοι εκείνοι τα φοβούνται 
Και με πάτημα τυφλό
Εις την Κόρινθο αποκλειούνται
Κι’ όλοι χάνουνται απ’ εδώ.

80. Στέλνει ο άγγελος του ολέθρου 
Πείναν και Θανατικό
Που με σχήμα ενός σκελέθρου
Περπατούν αντάμα οι δύο


81. Και πεσμένα εις τα χορτάρια
Απεθαίνανε παντού
Τα θλιμμένα απομεινάρια
Της φυγής και του χαμού.


82. Και εσύ αθάνατη, εσύ θεία,
Που ό,τι θέλεις ημπορείς,
Εις τον κάμπο, Ελευθερία,
Ματωμένη περπατείς.


83. Στη σκιά χεροπιασμένες,
Στη σκιά βλέπω κι’ εγώ
Κρινοδάκτυλες παρθένες
Οπού κάνουνε χορό.


84. Στο χορό γλυκογυρίζουν
Ωραία μάτια ερωτικά,
Και εις την αύρα κυματίζουν
Μαύρα, ολόχρυσα μαλλιά


85. Η ψυχή μου αναγαλλιάζει 
Πώς ο κόρφος καθεμιάς
Γλυκοβύζαστο ετοιμάζει
Γάλα ανδρείας και ελευθεριάς.


86. Μες στα χόρτα, τα λουλούδια,
Το ποτήρι δεν βαστώ
Φιλελεύθερα τραγούδια
Σαν τον Πίνδαρο εκφωνώ.


87. Απ΄τα κόκαλα βγαλμένη 
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!


88. Πήγες εις το Μεσολόγγι
Την ημέρα του Χριστού,
Μέρα που άνθισαν οι λόγγοι
Για το τέκνο του Θεού.


89. Σούλθε εμπρός λαμποκοπώντας
Η Θρησκεία μ’ ένα σταυρό,
Και το δάκτυλο κινώντας 
Οπού ανεί τον ουρανό,


90. Σ΄αυτό, εφώναξε, το χώμα
Στάσου ολόρθη, Ελευθεριά
Και φιλώντας σου στο στόμα
Μπαίνει μες στην εκκλησιά.


91. Εις την τράπεζα σιμώνει
Και το σύγνεφο το αχνό
Γύρω γύρω της πυκνώνει
Που σκορπάει το θυμιατό.


92. Αγρικάει την ψαλμωδία 
Οπού εδίδαξεν αυτή
Βλέπει τη φωταγωγία
Στους Αγίους εμπρό χυτή


93. Ποιοι είν’ αυτοί που πλησιάζουν
Με πολλή ποδοβολή,
Κι’ άρματ΄, άρματα ταράζουν;
Επετάχτηκες εσύ.


94. Α! Το φως που σε στολίζει,
Σαν ηλίου φεγγοβολή,
Και μακρόθεν σπινθηρίζει,
Δεν είναι, όχι, από τη γη


95. Λάμψιν έχει όλη φλογώδη
Χείλος, μέτωπο, οφθαλμός
Φως το χέρι, φως το πόδι
Κι’ όλα γύρω σου είναι φως.


96. Το σπαθί σου αντισηκώνεις,
Τρία πατήματα πατάς,
Σαν τον πύργο μεγαλώνεις,
Και εις το τέταρτο κτυπάς.


97. Με φωνή που καταπείθει
Προχωρώντας ομιλείς
«Σήμερ΄, άπιστοι, εγεννήθη
Ναι, του κόσμου ο Λυτρωτής.


98. Αυτός λέγει... Αφοκρασθήτε:
Εγώ είμ’ Άλφα, Ωμέγα εγώ
Πέστε, που θ’ αποκρυφθήτε
Εσείς όλοι, αν οργισθώ;


99. Φλόγα ακοίμητην σας βρέχω,
Που μ’ αυτήν αν συγκριθή
Κείνη η κάτω οπού σας έχω 
Σαν δροσιά θέλει βρεθή.


100. Κατατρώγει, ωσάν τη σχίζα,
Τόπους άμετρα υψηλούς,
Χώρες, όρη από τη ρίζα,
Ζώα και δένδρα και θνητούς.


101. «Και το πάν το κατακαίει,
Και δεν σώζεται πνοή,
Πάρεξ του άνεμου που πνέει
Μες στη στάχτη τη λεπτή».


102. Κάποιος ήθελε ερωτήσει:
Του θυμού του είσαι αδελφή;
Ποιός είν’ άξιος να νικήση,
Ή με σε να μετρηθή;


103. Η γη αισθάνεται την τόση
Του χεριού σου ανδραγαθιά,
Που όλην θέλει θανατώσει
Τη μισόχριστη σπορά.


104. Την αισθάνονται, και αφρίζουν
Τα νερά, και τ’ αγρικώ
Δυνατά να μουρμουρίζουν
Σαν να ρυάζετο θηριό.


105. Κακορίζικοι, που πάτε
Του Αχελώου μες στη ροή,
Και πιδέξια πολεμάτε
Από την καταδρομή


106. Να αποφύγετε! Το κύμα
Έγινε όλο φουσκωτό
Εκεί ευρήκατε το μνήμα
Πριν να ευρήτε αφανισμό.


107. Βλασφημάει, σκούζει, μουγκρίζει
Κάθε λαρυγγας εχθρού,
Και το ρεύμα γαργαρίζει
Τες βασφήμιες του θυμού.


108. Σφαλερά τετραποδίζουν
Πλήθος άλογα, και ορθά
Τρομασμένα χλιμιτρίζουν
Και πατούν εις τα κορμιά.


109. Ποίος στον σύντροφον απλώνει
Χέρι, ωσάν να βοηθηθή
Ποίος τη σάρκα του δαγκώνει
Όσο οπού να νεκρωθή


110. Κεφαλές απελπισμένες,
Με τα μάτια πεταχτά,
Κατά τ΄άστρα σηκωμένες
Για την ύστερη φορά.


111. Σβιέται -αυξαίνοντας η πρώτη
Του Αχελώου νεροσυρμή-
Το χλιμίτρισμα, και οι κρότοι,
Και του ανθρώπου οι γογγυσμοί.


112. Έτσι ν’ άκουα να βουίξη
Τον βαθύν Ωκεανό,
Και στο κύμα του να πνίξη
Κάθε σπέρμα Αγαρηνό.


113. Και εκεί πούναι η Αγία Σοφία,
Μες στους λόφους τους επτά,
Όλα τ΄άψυχα κορμία
Βραχοσύντριφτα, γυμνά,


114. Σωριασμένα να τα σπρώξη
Η κατάρα του Θεού,
Κι απ’ εκεί να τα μαζώξη
Ο αδελφός του Φεγγαριού


115. Κάθε πέτρα μνήμα ας γένη,
Και η θρησκεία κι’ η Ελευθεριά
Μ’ αργοπάτημα ας πηγαίνη
Μεταξύ τους, και ας μετρά.


116. Ένα λείψανο ανεβαίνει
Τεντωτό, πιστομητό,
Κι’ άλλο ξάφνου κατεβαίνει
Και δεν φαίνεται και πλιό.


117. Και χειρότερα αγριεύει
Και φουσκώνει ο ποταμός
Πάντα πάντα περισσεύει
Πολυφλοίσβισμα και αφρός.


118. Α! Γιατί δεν έχω τώρα
Τη φωνή του Μωυσή;
Μεγαλόφωνα, την ώρα
Οπού εσβηούντο οι μισητοί,


119. Τον Θεόν ευχαριστούσε
Στου πελάου τη λύσσα εμπρός,
Και τα λόγια ηχολογούσε
Αναρίθμητος λαός


120. Ακλουθάει την αρμονία
Η αδελφή του Ααρών,
Η προφήτισσα Μαρία,
Μ’ ένα τύμπανο τερπνόν,


121. Και πηδούν όλες οι κόρες
Με τις αγάλες ανοικτές,
Τραγουδώντας, ανθοφόρες,
Με τα τύμπανα τερπνόν,


122. Σε γνωρίζω από την κόψη 
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη
Που με βία μετράει τη γη.


123. Εις αυτήν, είν’ ξανουσμένο,
Δεν νικιέσαι εσύ ποτέ
Όμως, όχι, δεν είν’ ξένο
Και το πέλαγο για σε.


124. Το στοιχείον αυτό ξαπλώνει
Κύματ’ άπειρα εις τη γη,
Με τα οποία την περιζώνει,
Κι’ είναι εικόνα σου λαμπρή.


125. Με βρυχίσματα σαλεύει
Που τρομάζει η ακοή
Κάθε ξύλο κινδυνεύει
Και λιμιώνα αναζητεί


126. Φαίνετ’ έπειτα η γαλήνη
Και το λάμψιμο του ηλιού,
Και τα χρώματα αναδίνει
Του γλαυκότατου ουρανού.


127. Δεν νικιέσαι, είν’ ξακουσμένο,
Στην ξηρά εσύ ποτέ
Όμως, όχι, δεν είν’ ξένο
Και το πέλαγο για σε.


128. Περνούν άπειρα τα ξάρτια,
Και σαν λόγγος στριμωχτά
Τα τρεχούμενα κατάρτια,
Τα ολοφούσκωτα πανιά.


129. Συ τες δύναμές σου σπρώχνεις, 
Και αγκαλά δεν είν’ πολλές,
Πολεμώντας, αλλά διώχνεις,
Άλλα παίρνεις, αλλά καις


130. Με επιθύμια να τηράζης
Δύο μεγάλα σε θωρώ,
Και θανάσιμον τινάζεις
Εναντίον τους κεραυνό.


131. Πιάνει, αυξάνει, κοκκινίζει,
Και σηκώνει μια βροντή,
Και το πέλαο χρωματίζει
Με αιματόχροη βαφή.


132. Πνίγοντ’ όλοι οι πολεμάρχοι
Και δεν μνέσκει ένα κορμί
Χάρου, σκιά του Πατριάρχη,
Που σ’ επέταξαν εκεί. 


133. Εκρυφόσμιγαν οι φίλοι
Με τς εχθρούς τους τη Λαμπρή,
Και τους έτρεμαν τα χείλη
Δίνοντάς τα εις το φιλί.


134. Κειες τες δάφνες που εσκορπίστε
Τώρα πλέον δεν τες πατεί,
Και το χέρι οπού εφιλήστε
Πλέον, α! Πλέον δεν ευλογεί.


135. Όλοι κλαύστε. Αποθαμένος
Ο αρχηγός της Εκκλησιάς
Κλαύστε, κλαύστε κρεμασμένος
Ωσάν νάτανε φονιάς.


136. Έχει ολάνοικτο το στόμα
Π’ ώρες πρώτα είχε γευθή
Τ’ Άγιον Αίμα, τ’ Άγιον Σώμα
Λες πως θε να ξαναβγή


137. Η κατάρα που είχε αφήσει
Λίγο πριν να αδικηθή
Εις οποίον δεν πολεμήση
Και ημπορεί να πολεμή.


138. Την ακούω, βροντάει, δεν παύει
Εις το πέλαγο, εις τη γη, 
Και μουγκρίζοντας ανάβει
Την αιώνιαν αστραπή.


139. Η καρδιά συχνοσπαράζει...
Πλην τι βλέπω; σοβαρά
Να σωπάσω με προστάζει
Με το δάκτυλο η θεά. 


140. Κοιτάει γύρω εις την Ευρώπη
Τρεις φορές μ΄ανησυχιά
Προσηλώνεται κατόπι
Στην Ελλάδα, και αρχινά:


141. «Παλληκάρια μου! Οι πολέμιοι
Για σας όλοι είναι χαρά,
αι το γόνα σας δεν τρέμει
Στους κινδύνους εμπροστά..


142. »Απ’ εσάς απομακραίνει
Κάθε δύναμη εχθρική
Αλλά ανίκητη μια μένει
Που τες δάφνες σας μαδεί


143. »Μία, που όταν ωσάν λύκοι
Ξαναρχόστενε ζεστοί,
Κουραμένοι από τη νίκη,
Αχ! Τον νουν σας τυραννεί.


144. »Η Διχόνοια που βαστάει
Ενα σκήπτρο η δολερή
Καθενός χαμογελάει,
Πάρ’ το, λέγοντας, και συ.


145. »Κειο το σκήπτρο που σας δείχνει
Έχει αλήθεια ωραία θωριά
Μην το πιάστε, γιατί ρίχνει
Εισέ δάκρυα θλιβερά.


146. »Από στόμα οπού φθονάει,
Παλληκάρια, ας μην‘πωθή,
Πως το χέρι σας κτυπάει 
Του αδελφού την κεφαλή.


147. »Μην ειπούν στο στοχασμό τους
Τα ξένα έθνη αληθινά:
Εάν μισούνται ανάμεσό τους
Δεν τους πρέπει ελευθεριά.


148. »Τέτοια αφήστενε φροντίδα
Όλο το αίμα οπού χυθή
Για θρησκεία και για πατρίδα
Όμοιαν έχει την τιμή.


149. Στο αίμα αυτό, που δεν πονείτε
Για πατρίδα, για θρησκειά,
Σας ορκίζω, αγκαλιασθήτε
Σαν αδέλφια γκαρδιακά..


150. Πόσον λείπει, στοχασθήτε,
Πόσο ακόμη να παρθή
Πάντα η νίκη, αν ενωθήτε,
Πάντα εσάς θ’ ακολουθή.


151. »Ω ακουσμένοι εις την ανδρεία!...
Καταστήστε ένα σταυρό,
Και φωνάξετε με μία:
Βασιλείς, κοιτάξτ’ εδώ.


152. »Το σημείον που προσκυνάτε
Είναι τούτο, και γι΄αυτό
Ματωμένους μας κοιτάτε
Στον αγώνα το σκληρό.


153. »Ακατάπαυστα το βρίζουν
Τα σκυλιά και το πατούν
Και τα τέκνα του αφανίζουν
Και την πίστη αναγελούν.


154. »Εξ αιτίας του εσπάρθη, εχάθη
Αίμα αθώο χριστιανικό, 
Που φωνάζει από τα βάθη
Της νυκτός: Να’ κδικηθώ.


155. »Δεν ακούτε, εσείς εικόνες 
Του Θεού, τέτοια φωνή;
Τώρα επέρασαν αιώνες 
Και δεν έπαυσε στιγμή.


156. »Δεν ακούτε; εις κάθε μέρος
Σαν του Αβέλ καταβοά
Δεν είν’ φύσημα του αέρος
Που σφυρίζει εις τα μαλλιά.


157. »Τι θα κάμετε; θ’ αφήστε
Να αποκτήσωμεν εμείς
Λευθερίαν, ή θα την λύστε
Εξ αιτίας Πολιτικής;


158. »Τούτο ανίσως μελετάτε,
Ιδού, εμπρός σας τον Σταυρό
Βασιλείς! Ελάτε, ελάτε, Και 
κτυπήσετε κι’ εδώ».

  

 

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ

 

 

Έλληνας στρατιώτης (Πηγή Φώτο: Ιστορικές Μονογραφίες, τεύχος 34, «Έλληνες σε ξένους στρατούς», Παντελής Καρύκας, σελ. 43)

Οι «στρατιώτες», ως στρατιωτικός όρος για τους ιππείς εμφανίζονται κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ., αλλά και αργότερα ήταν ελαφρύ ιππικό του 14 -15ου αιώνα που εμφανίστηκε στην Ελλάδα όπου πολέμησε παρέα με τους Ενετούς κατά των Τούρκων και μετά μεταλαμπάδεψε στην Ευρώπη  (μισθοφόροι έλληνες) πολεμώντας σε διάφορες  ευρωπαϊκές συρράξεις. Η φώτο με την σημαία ανήκει στους στρατιώτες του Πελλοπονήσιου  Κροκόδειλου Κλαδά και ήσαν Μανιάτες. Ο Ιππέας φέρει την γαλανόλευκη και κάτω από την σέλα του αναβάτη τον δικέφαλο των παλαιολόγων ο οποίος ήτο παρών και σε διάφορες σημαίες τους. Αυτοί οι στρατιώτες, σαν αυτόν την φωτογραφίας, εξεδίωξαν τους Τούρκους από την Πελοπόννησο (Πηγή: Ιστορικές Μονογραφίες, τεύχος 34, «Έλληνες σε ξένους στρατούς», Παντελής Καρύκας, σσ.  26 - 31)

 

Λεπτομέρεια από τον έργο του Ν. Ασπιώτη «Ο ουρανός» του ναού του Κύπριου Αγίου Σπυρίδωνος νήσο Κέρκυρα. (Πηγή: Arte Bizantina e Post-Bizantina a Corfu. Monumenti, Icone, Cimeli, Civilta.Corfu 1994, σελ. 159)

 

 

ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΤΕΣ

 

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: Στο τέλος κάθε σελίδας του Ανώνυμου Απολογητή θα παρουσιάζονται νεοπαγανιστικές και αθεϊστών (δήθεν ελληνιστών) απάτες που έχουν σχέση με το θέμα της σελίδας. Αυτές οι απάτες δεν έχουν σκοπό να βάλουν τα περιοδικά στα οποία εμφανίζονται τα νεοπαγανιστικά ψεύδη, εφόσον ούτως ή άλλως παγανιστές συγγράφουν σε διάφορα ανυποψίαστα εξ αυτών και αυτά δεν εκφράζονται από τις απόψεις των αρθρογράφων, αλλά σκοπό έχουν:

1. να καταδείξουν τον κρυφοπαγανιστή αρθρογράφο ώστε να γίνει γνωστός και

2. είτε ο κάθε ενδιαφερόμενος που αναγιγνώσκει εκ νέου άρθρα του να θέτει τον εαυτό του εν εγρήγορση και να ελέγχει θαρρετά τα ψεύδη του κρυφοπαγανιστή (δήθεν ελληνιστή), αν είναι μελετημένος και έχει πρόσβαση σε πρωτογενή βιβλιογραφία

3. είτε εάν δεν έχει πρόσβαση σε βιβλιογραφία, να μην δείχνει πλέον εμπιστοσύνη στον αρθογράφο εφόσον γνωρίζει πως εκφράζει ψεύδη για να σπιλώσει τον Χριστιανισμό υποστηρίζοντας θέσεις παγανισμού, που όμως δεν είναι σχεδόν ποτέ ξεκάθαρες, αλλά που παρουσιάζονται ως «ελληνικές» μιας και η πλειοψηφία των νεοπαγανιστών ντρέπεται να ομολογήσει δημοσίως την θρησκεία που ακολουθεί και προτιμά να καμουφλάρεται με κάτι οικοιότερο, τον πατριωτισμό, που όμως αρρωστημένα έχει μετατραπεί σε ένα παγανιστικό εθνικισμό.

ΕΞΑΙΡΕΣΗ: εξαιρούνται τα προσωπικά βιβλία του κρυφοπαγανιστή αθρογράφου ή τα έντυπα με καθαρά νεοπαγανιστικό προσανατολισμό, ανάμεσα στα τόσα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα.

 

 

Κεντρική σελίδα με νέο-παγανιστικές απάτες

 

 

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ & ΟΧΙ ΡΩΜΙΩΝ

(Κατά: Περιοδικού Δαυλός, τεύχος 243)

(Κατά: Ευάγγελου Μπεξή, τεύχος 29, Εκδοτικό σημείωμα, σελίδα 2)

 

«Πώς η “απ’ τα κόκαλα των Ελλήνων” ελευθερία έγινε “Ελληνοχριστιανισμός” (Πηγή: Περιοδικό «Δαυλός», τεύχος 243, εξώφυλλο, κάτω επικεφαλίδα)

Προφητικά ο μεγάλος εθνικός μας ποιητής το είχε πει στον ύμνο της Ελευθερίας «ἀπ’ τὰ κόκκαλα βγαλμὲνη τῶν Ἑλλήνων τά ἱερὰ» και αυτό «τῶν Ἑλλήνων» χτυπούσε άσχημα και καταγγελτικά στα αυτιά των κατακτητών της γης και των συνειδήσεών μας. Χτυπούσε άσχημα που η Ελληνική ψυχή, η ελευθερία «ἐκεῖ μέσα ἐκατοικοῦσε», ξύπνησε απ’ τα παιδιά της , τους Έλληνες, όχι τους Ρωμιούς, όχι τους Γραικούς ή τους Greeks αλλά τους Έλληνες, που τα κόκκαλα των προγόνων τα ιερά τους προστάζουν το καθήκον τους. Και σήμερα, πιο δυνατά από τότε, εμείς τα παιδιά και τα εγγόνια εκείνων, ναι, σήμερα εμείς, φιλάμε αυτά τα κόκκαλα, σκύβουμε το κεφάλι ευλαβικά στην μνήμη τους, και φωνάζουμε ότι τα ιερά αυτά κόκκαλα δεν θα ξεχαστούν. Αυτές οι ψυχές ποτέ δεν θα χαθούν. Τα λόγια τους ποτέ δεν θα σβήσουν. (Πηγή: Περιοδικό «Ιχώρ», Τεύχος 29, Σελίδα 2 «Εκδοτικό Σημείωμα», Ευάγγελος Μπεξής, αρχαιολόγος)

 

Μυθοπλάστης: Περιοδικό Δαυλός & Ευάγγελος Μπεξής περιοδικό Ιχώρ

Απάντηση: Οι νεοπαγανιστές και αρχαιολάτρες πλαστογράφοι της ιστορίας ξεχνούν ηθελημένα ορισμένα πράγματα:

 

Προφητικά; Μα οι νεοΕθνικοί δεν δέχονται τις προφητείες. Μόνο τις μαντείες.

Μεγάλος Εθνικός ποιητής; …ο Σολωμός…., αλλά ξεχνούν να προσθέσουν ότι ήταν και Μεγάλος Ρωμιός (βλέπε άνωθι άρθρο)

Ύμνος στην Ελευθερία; …αλλά και στην Ρωμιοσύνη μαζί (βλέπε άνωθι άρθρο).

όχι τους Ρωμιούς, όχι τους Γραικούς; Δηλαδή οι Γραικοί δεν είναι Έλληνες. Διαφωνεί μαζί τους ο Αριστοτέλης που πρώτος μετέθεσε την παλαιότατη Ελλάδα από την Θεσσαλία στην Ήπειρο και κυρίως στην περιοχή της Δωδώνης και του Αχελώου «(ὁ κατακλυσμὸς) περὶ τὸν ἑλληνικὸν ἐγένετο μάλιστα τόπον· καὶ τούτου περὶ τὴν Ἑλλάδα τὴν ἀρχαίαν. Αὔτη δ’ ἐστὶν ἡ περὶ Δωδώνην καὶ τὸν Ἀχελῷον· οὖτος γὰρ πολλαχοῦ τὸ ρεῦμα μεταβέβληκεν· ᾤκουν γὰρ οἱ Σελλοὶ ἐνταῦθα καὶ οἱ καλούμενοι τότε μὲν Γραικοί, νῦν δ’ Ἒλληνες» (Μετεωρ. 352α). Αλλά και ο Ρωμιός Σολωμός δεν είναι μήπως Έλληνας;

φιλάμε αυτά τα κόκαλα; Η λατρεία των λειψάνων είναι μη αποδεκτή κατά νεοΕθνικούς. Άξιο απορίας ακόμη είναι, το πώς τα φιλάνε, εφόσον τα λείψανα των αγωνιστών του 1821 τα έχουν προσβάλει πολλές φορές με την ασέβεια για την θρησκεία τους.

σκύβουμε το κεφάλι»; απαράδεκτο κατά νεοΕθνικούς, διότι αυτοί είναι υπερήφανοι και δεν «σκύβουν» το κεφάλι. Μόνο ικετεύουν τους θεούς τους.

Ιερά αυτά κόκαλα; Πώς είναι ιερά για αυτούς εφόσον θεωρούν τα κάθε είδους λείψανα ως «πτώματα» τα οποία πρέπει να πάτιονται έξω από τα ιερά τους (πρβλ Ηράκλειτο)

 

Όσο αφορά τον Δαυλό, για ακόμη μια φορά θα αναφερθεί ο Μέγας Βασίλειος:

«Πρόσταγμα ἡμῖν, μὴ δειλιᾶν ἀπὸ τῶν Ἐλληνικῶν πιθανοτήτων καὶ ἀπὸ τῶν παρὰ τοῖς ἑτερεδόξοις δυσφημιῶν, ἂτινά ἐστι δύο ξύλα, μᾶλλον δὲ δύο δαλοί, ἀπολέσαντες μὲν τοῦ φυτοῦ τὸ ζωτικὸν καὶ τοῦ ξύλου τὸ ἰσχυρόν, μὴ ἔχοντες δὲ τὸ τοῦ πυρὸς φωτεινόν, ἀλλὰ δαλοὶ καπνιζόμενοι, μελαίνοντες μὲν τοὺς ἁπτομένους αὐτῶν καὶ σπιλοῦντες, δακρύειν δὲ τοὺς ὀφθαλμούς τῶν ἐγγιζόντων παρασκευάζοντες.» Μέγας Βασίλειος της Καισαρείας Theol. Work 009 9.230.10.

Για διευκρινήσεις περί του όρου «Έλληνας», κατά την εποχή του Αγίου, ας δει κανείς την σελίδα αφιερωμένη περί τούτου.

 

 

ΠΗΓΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ

 

Περιοδικά

1. Δαυλός, τεύχος 243

2. Ιχώρ, τεύχος 29

3. Ιστορικές Μονογραφίες, τεύχος 34

 

Διαδίκτυο

1. http://antibaro.gr/

 

Αγία Γραφή

1. Ευαγγέλια: κατά Λουκά

 

Βιβλία

1. Arte Bizantina e Post-Bizantina a Corfu. Monumenti, Icone, Cimeli, Civilta.Corfu 1994

 

Αρχαίοι Συγγραφείς

1. Μέγας και Άγιος Βασίλειος της Καισαρείας

 

 

 

 

 ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ