ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΠΛΗΞΙΑ
ΙΑ' ΜΕΡΟΣ
ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΑ ΔΟΓΜΑΤΑ
48.
«Σκοπός του
Κόσμου είναι η
εξέλιξη και η
παραγωγή της
Ανωτέρας
Συνειδήσεως.
Δια του θείου
νόμου της
εξελίξεως και
με
επανειλημμένες
μετεμψυχώσεις
οι
ατομικότητες
που
γεννιούνται
μέσα στον Κόσμο
κατακτούν την
Ανωτέρα
Συνείδηση και
γίνονται Θεοί
αθάνατοι που
φροντίζουν για
την εύρυθμη
λειτουργία της
Φύσεως… Η ψυχή
εξελίσσεται,
δέχεται
εγγραφές και
αποκτά την
συνείδηση δια
επανειλημμένων
μετεμψυχώσεων
που αρχίζουν
από το ορυκτό
βασίλειο για να
περάσουν στα
φυτά, στα ζώα
και τέλος στον
άνθρωπο. Όταν ο
κύκλος αυτός
κλείσει
επιτυχώς, τότε
η ψυχή έχει
αποκτήσει την
Ανωτέρα
Συνείδηση
οπότε και
εισέρχεται
στους
Ανωτέρους
Κόσμους όπου
και συνεχίζει
διηνεκώς την
εξέλιξή της
καθισταμένη,
ήρως, δαίμων,
Θεός, Θεός
Ολύμπιος, κ.ο.κ.».
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τα
ερωτήματα που
τίθενται εδώ
είναι δύο. Το
ένα αφορά τον
Λόγο/Σκοπό
του Κόσμου και
το άλλο αφορά
την
μετεμψύχωση
των ψυχών.
Πόθεν
γνωρίζουν οι
Νεοπαγανιστές
ότι σκοπός του
κόσμου είναι «η
παραγωγή της
Ανωτέρας
Συνειδήσεως»;
Και για ποιο
λόγο να μην
έχει σκοπό την
παραγωγή της
Κατωτέρας
Συνειδήσεως ή
του σιδηρού
γένους; Και
γιατί να μην
έχει κανένα
σκοπό; Πώς το
κατάλαβαν ότι Α')
ο κόσμος έχει
σκοπό κι ότι Β') ο
σκοπός είναι
αυτός που
υποστηρίζουν;
Μήπως τους το ..αποκάλυψαν
οι θεοί;
Ο
κόσμος είτε
είναι τυχαίος
και δίχως σκοπό
είτε έχει ένα
Σκοπό. Αλλά
αυτός ο Σκοπός
δεν μπορεί να
είναι εκ του
σύμπαντος. Αν
ο Σκοπός
βρίσκεται
εντός του
κόσμου, τότε
υπόκειται στον
χρόνο, δηλαδή
μεταβάλλεται,
δηλαδή δεν
είναι πάντοτε ο
ίδιος Σκοπός,
αλλά μπορεί π.χ.
σήμερα να είναι
«η παραγωγή
Ανωτέρας
Συνειδήσεως»
και μετά από
ένα
εκατομμύριο
χρόνια να είναι
η Καταστροφή
του Κόσμου.
Μόνο εάν ο
Σκοπός
βρίσκεται,
δηλαδή έχει την
αιτία του,
εκτός του
κόσμου, δηλαδή
εκτός και
υπεράνω του
χρόνου και της
αλλοιώσεως που
προκαλεί ο
χρόνος, μπορεί
να παραμένει ο
ίδιος και
αναλλοίωτος
και αιώνιος.
Ο
Wittgenstein γράφει «το
νόημα του
κόσμου πρέπει
να βρίσκεται
έξω από τον
κόσμο. Στον
κόσμο όλα είναι
όπως είναι, και
όλα συμβαίνουν
όπως
συμβαίνουν˙
μέσα στον κόσμο
δεν υπάρχει
καμμιά αξία –
και αν υπήρχε,
δεν θα είχε
καμμιά αξία. Αν
υπάρχει μια
αξία, που να
έχει αξία,
πρέπει να
βρίσκεται έξω
από όλα όσα
συμβαίνουν και
είναι έτσι.
Γιατί όλα όσα
συμβαίνουν και
είναι έτσι,
είναι
συμπτωματικά.
Αυτό που τα
κάνει να μην
είναι
συμπτωματικά
δεν μπορεί να
βρίσκεται μέσα
στον κόσμο,
γιατί τότε θα
ήταν κι αυτό
συμπτωματικό» (Tractatus
Logico-Philosophicus,
εκδ. Παπαζήση, σ.
128).
Όσον
αφορά την
μετεμψύχωση: σε
αντίθεση με την
αντίληψη των
Χριστιανών ότι
η ψυχή δεν
είναι κατά φύση
αιώνια, αλλά
έχει αρχή εντός
του χρόνου και
γίνεται αιώνια
μόνον κατά
χάριν (με τη
θέληση, δηλαδή,
του Θεού), οι
Νεοπαγανιστές
ισχυρίζονται
πως η «ψυχή»
είναι εκ φύσεως,
κατά φύση
αιώνια. Αυτός
όμως ο
ισχυρισμός
τους κάνει
αδύνατη την
άποψη περί
μετενσάρκωσης.
Όπως
ξέρουμε από το
Β’
θερμοδυναμικό
νόμο (βλ.
παρακάτω), κάθε
τι που
βρίσκεται
εντός ενός
υλοενεργειακά
πεπερασμένου
σύμπαντος έχει
χρονική αρχή (δεν
υπήρχε πάντα),
διότι το ίδιο
το πεπερασμένο
σύμπαν έχει
αρχή και δεν
υπήρχε από
πάντα. Άρα, ό,τι
περικλείεται
εντός του έχει
και αυτό αρχή
μέσα στο χρόνο.
Προκύπτουν
τότε δύο
πιθανότητες
για την
προέλευση της
ψυχής, αν
δηλαδή η «ψυχή»
έχει την αιτία
της ύπαρξής της
εντός ή εκτός
του σύμπαντος.
1)
Αν η ψυχή δεν
έχει αιτία
ύπαρξης εντός
του σύμπαντος,
τότε η ψυχή δεν
υπόκειται στον
χρόνο/χώρο,
δηλαδή είναι
αμετάβλητη,
άτρεπτη, οπότε
δεν γίνεται να
υπόκειται σε
εξέλιξη/μετενσάρκωση,
διότι η εξέλιξη
προϋποθέτει
χρόνο εντός του
οποίου αυτή να
συμβαίνει.
2)
Εάν πάλι η ψυχή
έχει αιτία
ύπαρξης εντός
του σύμπαντος,
τότε
αναγκαστικά η «ψυχή»
έχει χρονική
αρχή, αφού το (πεπερασμένο)
σύμπαν έχει
χρονική αρχή. Ό,τι
περικλείεται
εντός ενός
σύμπαντος που
είναι χρονικά
πεπερασμένο,
καθώς και ό,τι
έχει ως αιτία
γενέσεως ένα
σύμπαν χρονικά
πεπερασμένο, θα
έχει και αυτό
το ίδιο
αναγκαστικώς
χρονική αρχή.
Άρα η ψυχή δεν
υπήρχε απο
πάντα, αλλά
γεννήθηκε, εν
χρόνω.
Δηλαδή,
και στις δύο
περιπτώσεις, η
νεοπαγανιστική
«ψυχή», είτε δεν
μπορεί να
εξελιχθεί, άρα
και να
μετεμψυχωθεί,
είτε δεν είναι
άπειρη χρονικά
και φύσει
αιώνια, όπως
ισχυρίζονται
οι Ν/Π, αλλά έχει
χρονική αρχή,
δηλαδή
γεννιέται με το
σώμα και δεν
προϋπάρχει από
αυτό.
Ακόμη κι αν
υποθέταμε, ότι –
κατά κάποιο
μυστηριώδη και
παράλογο τρόπο
– κάθε ψυχή
είναι χρονικώς
άναρχη (άπειρη)
εντός ενός μη
αιώνιου
σύμπαντος (σύμπαντος
χρονικά
πεπερασμένου),
δηλαδή ότι μια
άπειρη χρονικά
ψυχή έχει αιτία
ύπαρξης εντός
ενός χρονικά
πεπερασμένου
κόσμου, τότε θα
έπρεπε να είχε
εξελιχθεί/μετεμψυχωθεί
απείρως,
έχοντας στη
διάθεσή της
άπειρο χρόνο.
Οπότε, σε αυτήν
την περίπτωση,
έχοντας άπειρο
χρόνο, όλες οι «ψυχές»
θα έπρεπε να
είχαν φτάσει
στην Τέλεια,
Ανώτερη
Κατάσταση,
πράγμα που
διαφωνεί ακόμη
και με την ίδια
την εμπειρία
των
Νεοπαγανιστών,
η οποία λέει
ότι δεν έχουν
γίνει/εξελιχθεί
όλες οι ψυχές
σε Ολύμπιους
Θεούς (Εκτός κι
αν οι
Νεοπαγανιστές
με τους οποίους
διαφωνούμε
έχουν φτάσει
στην ύψιστη
εξέλιξη και δεν
το γνωρίζουν
ούτε αυτοί ούτε
εμείς). Άρα
απορρίπτεται
και η περίπτωση
να υπάρχει
χρονικώς
άναρχη ψυχή
εντός ενός (πεπερασμένου
χωροχρονικά)
σύμπαντος.
Η
μόνη περίπτωση
που απομένει
είναι να
υποστηρίξουν
οι
Νεοπαγανιστές
ότι η ψυχή
είναι αιώνια
και ότι έχει
την αιτία
ύπαρξής της
εκτός του
κόσμου. Αλλά
αυτό είναι
αντιφατικό. Οι
Νεοπαγανιστές,
αρνούνται με
λύσσα την
ύπαρξη του «εξω-κοσμικού
Θεού» (Ο όρος «εξωκοσμικός»
είναι
λανθασμένος
και συνιστά
αφελή
νεοπαγανιστική
κατανόηση του
Ορθόδοξου
δόγματος περί
Άκτιστου Θεού).
Πώς μπορούν να
δεχτούν εξω-κοσμική
ψυχή και
εξωκοσμική
αιτία ύπαρξής
της; Κι αν
υπήρχε κάτι
τέτοιο, πώς
δημιουργείται
αυτή; Από
εξωκοσμικό θεό
μήπως; Μα εκτός
χωρο-χρόνου,
δηλαδή
σύμπαντος, δεν
υπάρχει
δυνατότητα
γέννησης ή
εξέλιξης. Διότι,
αν η ψυχή
υπήρχε αιωνίως
εκτός
σύμπαντος –
πράγμα
αντιφατικό κι
αντίθετο με την
νεοπαγανιστική
απόρριψη της
ύπαρξης
εξωκοσμικών
όντων – τότε
είναι
αντιφατικό να
υποστηρίζεται
πως έχει κάποια
αιτία ύπαρξης.
Κι αν δεν έχει
αιτία ύπαρξης,
τότε είναι
αιώνια υπαρκτή,
ήδη τέλεια (διότι
δεν θα ήταν
λογικό να είναι
αιωνίως ατελής),
πάντοτε
άτρεπτη/αμετάβλητη
κι επομένως δεν
έχει ανάγκη
εξέλιξης ή
μετενσάρκωσης.
Διότι, κι αν – παρ’
όλο που είναι
αιώνια –
μεταβάλλεται,
τότε θα έπρεπε
ήδη να έχει
φτάσει στην
τελειότητα.
Η
«ψυχή», λοιπόν,
εάν είναι
αιώνια, τότε
είτε θα έπρεπε
να έχει ήδη
εξελιχθεί προ
αιώνων (εάν
κατά παράλογο
τρόπο δεχτούμε
ότι ήταν «αρχικά»
ατελής) είτε
δεν θα είχε
ανάγκη να
εξελιχθεί/μετενσαρκωμένη
πλέον (εάν ήταν
πάντα τέλεια)
είτε δεν θα
μπορούσε καν να
εξελιχθεί, αφού
εκτός χρόνου
δεν υπάρχει
εξέλιξη.
Εάν
ο αριθμός των
ψυχών είναι
συγκεκριμένος
και
αμετάβλητος,
και κάθε ψυχή
έχει
μετενσαρκωθεί
σε πολλά
ανθρώπινα
σώματα, αυτό
είναι παράλογο,
διότι ο
πληθυσμός της
ανθρωπότητας,
δηλαδή ο
αριθμός των
ανθρώπινων
σωμάτων, ήταν
πολύ μικρός
στην αρχή της
προϊστορίας
συγκριτικά με
τον σημερινό
πληθυσμό. Δεν
γίνεται
ταυτόχρονα, να
παραμένει
σταθερός ο
αριθμός των
μετενσαρκωνόμενων
ψυχών, και να
αυξάνεται ο
αριθμός των
διαθέσιμων
προς
μετενσάρκωση
κορμιών. Εάν,
στην αρχή της
ανθρωπότητας ο
αριθμός των
ψυχών ήταν ίσος
με τον αριθμό
των σωμάτων,
σήμερα,
δεδομένου της
σταθερότητας
του αριθμού των
ψυχών, οι ψυχές
είναι πολύ
λιγότερες από
τα σώματα. Θα
περίσσευαν τα
ζωντανά
ανθρώπινα
σώματα, αφού οι
ψυχές είναι
πολύ λίγες ως
προς τα σώματα.
Τι συμβαίνει με
τα
περισσευούμενα
σώματα;
Κοίτονται
άψυχα; Οι 100.000
αρχικές ψυχές,
πώς
μοιράζονται σε
6 δις. σώματα; Αν,
λοιπόν, οι
ψυχές
γεννώνται, ώστε
να είναι ίσες
προς τον αριθμό
των σωμάτων,
τότε δεν
προϋπάρχουν
του σώματος.
Αν
πάλι, το σύμπαν
είναι αιώνιο,
αλλά οι ψυχές
δημιουργούνται
εκ του μηδενός
εν χρόνω (αλλά
να προϋπάρχουν
του σώματος),
τότε θα έπρεπε
να υπάρχουν ήδη
άπειρες ψυχές
συγκριτικά με
τα 7-8
δισεκατομμύρια
ανθρώπινα
σώματα. Σ’ αυτήν
την περίπτωση,
δηλαδή, οι
ψυχές θα
περίσσευαν ως
προς τα σώματα.
Τι συμβαίνει με
όσες ψυχές
περισσεύουν,
χωρίς να έχουν
ακόμη
ενσαρκωθεί
ποτέ; Άρα κάθε
ψυχή έχει ένα
σώμα μόνο,
διότι αλλιώς
είναι παράλογο,
τόσο να
περισσεύουν οι
ψυχές ως προς
τα σώματα, όσο
και να
περισσεύουν τα
σώματα ως προς
τις ψυχές.
Ο
λόγος που οι
Χριστιανοί
διαφωνούν
ριζικά με την
ιδέα τόσο της
μετεμψύχωσης
όσο κυρίως της
φύσει αθάνατης
ψυχής (η οποία
συνεπάγεται
την
μετεμψύχωση)
δεν είναι
επειδή δήθεν
θέλουν να
υποτιμήσουν
και να
υποβιβάσουν
τον άνθρωπο
μπροστά στον
Τέλειο Θεό,
αλλά επειδή
κάθε σκέψη περί
φύσει
αιωνιότητας
της ψυχής είναι
εντελώς
παράλογη και
άτοπη.
Όμως
ο
Χριστιανισμός
δεν αρνείται
την εξέλιξη της
ψυχής ούτε την
αιωνιότητά της.
Απλώς
ισχυρίζεται
πως η ψυχή (μαζί
με το σώμα),
παρόλο που
είναι φύσει
θνητή, γίνεται
κατά χάρη
αιώνια, και εάν
ο άνθρωπος
θέλει, μπορεί
να είναι
αιώνιος και
άναρχος, ενώ αν
δεν θέλει, ζει
αιώνιο θάνατο.
Είναι
χαρακτηριστική
η ιδέα και η
αίσθηση της
ελευθερίας που
διέπει τον
Χριστιανισμό.
Το σώμα, όντας
τμήμα του
ανθρώπου – ο
άνθρωπος είναι
ψυχοσωματική
ενότητα κι όχι
μόνο σώμα ή
μόνο συνείδηση
– συμμετέχει
στην
μετεξέλιξη του
ανθρώπου. Ναι,
είναι αιώνια η
ψυχή του
ανθρώπου, από
τη στιγμή που
γίνεται η
σύλληψη και
μετά, αλλά όχι
φύσει αιώνια,
παρά χάριτι.
Διότι ο
άνθρωπος δεν
είναι παρά το
ανώτερο ζώο. Αν
ο Θεός δεν του
έδινε αιώνια
ζωή, η ψυχή του
θα είχε τη
μοίρα των «ψυχών»
των ζώων.
Ο
αρχαίος
φιλόσοφος
Ξενοφάνης
ειρωνευόταν τη
μετεμψύχωση
και έγραψε το
ακόλουθο
κείμενο για τον
Πυθαγόρα που
ήταν οπαδός της
μετεμψύχωσης: «Λένε
πως ο Πυθαγόρας
προσπερνώντας
κάποτε κάποιον
που χτυπούσε
ένα σκυλί,
συμπόνεσε και
τέτοιο λόγο
είπε: "Πάψε να
το χτυπάς γιατι
είναι η ψυχή
ενός
αγαπημένου
ανθρώπου που
την αναγνωρισα
ακούοντας το
γαύγισμά του"»
(Απόσπ.
7).
Έχουμε
λοιπόν το
παράδοξο οι
ίδιοι οι
Αρχαίοι
Έλληνες να
είναι ενάντια
στις απόψεις
των αυτόκλητων
υπερασπιστών
τους, των δήθεν
συνεχιστών της
αρχαίας
θρησκείας, των
Νεοπαγανιστών.
Εκτός, κι αν
βγάλουν τον
Ξενοφάνη
ανθέλληνα και
αμέτοχο του «ελληνίζειν».
Σε τέτοια
συμπεράσματα
καταλήγει
όποιος
αρχαιολάτρης
αγνοεί ότι η
αρχαιοελληνικότητα
δεν ήταν ούτε
ενιαία ούτε
συγκεκριμένη.
Τι σχέση έχει,
άραγε, η
Ομηρική
θρησκεία, όπου,
όταν πεθάνει
κάποιος, η ψυχή
πηγαίνει στον
Άδη, όπου μένει
για πάντα εκεί,
με τις θεωρίες
περί
μετενσάρκωσης,
όπου η ψυχή
συνεχώς
μετενσαρκώνεται
μέχρι να ενωθεί
με το «όλον»;
«Η
αποκορύφωσης
της απληστίας
είναι να
ζητήσει κανείς
να εξισωθεί με
τον θεό του, το
ιδεώδες δηλαδή
της
ευδαιμονίας
και της δύναμης.
Αυτό ζήτησε ο
Τάνταλος. Το
τόλμημα φυσικά
ήταν πολύ
μεγάλο, και
μάλιστα κατά
την αντίληψη
των αρχαίων, οι
οποίοι και την
ανθρώπινη
ευτυχία, όταν
μεγάλωνε πολύ,
θεωρούσαν
επικίνδυνη
διότι κατά αυτό
τον τρόπο
πλησίαζε
κανείς τους
θεούς και
προκαλούσε το
φθόνο τους.
Στην ελληνική
μυθολογία
αναφέρεται
πλήθος θνητών,
που
τιμωρήθηκαν
ακριβώς διότι
τόλμησαν να
συγκριθούν
προς ένα θεό:
Νιόβη, Μαρσύας,
Αγαμέμνων, αι
Προιτίδες,
Ακταίων,
Μέδουσα,
Θάμυρις,
Κασσιέπεια, ο
Σαλμονεύς, η
Σίδη κ.α. Και οι
δελφίνες πρώτα
ήταν άνθρωποι
και θέλησαν να
γίνουν
θεοποιηθούν
και ο Ζευς τους
μετέβαλε γι
αυτό σε ιχθύες» (Πηγή:
Αραι, Ι. Θ.
Κακριδή, σελ. 51,
Εκδόσεις
Ραδάμανθυ
Αναστασάκη
Ιδεοθέατρον,
Αθήνα 2000).
Αφού
είναι η
κορύφωση της
απληστίας να
θελήσεις να
γίνεις θεός,
τότε πώς οι Ν/Π
δογματίζουν
ότι οι άνθρωποι
μέσω
διαδοχικών
μετενσαρκώσεων
θεοποιούνται;
Οι
προηγούμενοι,
ήδη
θεοποιημένοι,
άνθρωποι τούς
τιμωρούν
αυστηρώς, όπως
τιμώρησαν όλα
τα πρόσωπα που
αναφέρει ο
Κακριδής. Άρα,
ενάντια στην
αρχαία
θρησκεία ο
Νεοπαγανισμός.
«Επανερχόμαστε
για να
βαδίσουμε μέσα
από αυτές τις
συνεχείς
παλιγγενεσίες
στην
αυτογνωσία και
στην αποθέωσή
μας, για τον
απλό και μόνο
λόγο ότι σκοπός
του σύμπαντος
είναι η
δημιουργία
συνειδήσεων,
των δε
συνειδήσεων η
τελείωση και
αποθέωσή τους
μέσα από τη
γνώση όλων των
αληθινών
αιτιών και των
φαινομένων»,
γράφει ο Βλ.
Ρασσιάς (Περί
των Πατρώων
Θεών, σ. 125). Αφού
υπήρχε από
πάντα το σύμπαν,
πώς έχει σκοπό
τη δημιουργία
συνειδήσεων; Αν
το σύμπαν είναι
αιώνιο, τότε
και οι εντός
αυτού
συνειδήσεις
είναι συν-αιώνιες
μαζί του,
αιωνίως
μετενσαρκωνόμενες
και σε καμμία
περίπτωση
δημιουργημένες
σε κάποια
χρονική στιγμή.
Ένα αιώνιο
σύμπαν δεν
γίνεται να έχει
σκοπό τη
δημιουργία
συνειδήσεων,
για τον απλό
λόγο ότι
αυτές ήδη
υπάρχουν
προαιωνίως και
ισόχρονα μαζί
του, αφού όλα
έχουν
προαιωνίως
δημιουργηθεί.
Άλλωστε, η ψυχή
είναι αιώνια,
σύμφωνα με τους
ίδιους τους
Νεοπαγανιστές.
Πώς μπορεί,
λοιπόν, να
δημιουργούνται
συνεχώς νέες
συνειδήσεις; «Δημιουργία
ψυχής»
σημαίνει, πως η
ψυχή υπάρχει
μόνο από ένα
χρονικό σημείο
κι έπειτα. Αυτό
είναι
αδιανότητο, αν
δεχτούμε ότι «η
ψυχή
προϋπάρχει του
σώματος και
υπάρχει από
πάντα». Αλλά και
πάλι, πώς
γνωρίζει
κανείς, ότι
αυτός κι όχι
άλλος είναι ο
σκοπός του
σύμπαντος; Πώς
μπορεί να το
αποδείξει; Αν
δεν
αποδεικνύεται
και είναι απλώς
ζήτημα πίστης,
τότε να αφήσουν
κατά μέρους την
προπαγάνδα
τους οι
Νεοπαγανιστές,
ότι η δική τους
θρησκεία
συμβαδίζει με
την επιστήμη,
ενώ ο
Χριστιανισμός
με την τυφλή
πίστη.
Επιπλέον
η ιδέα του
σκοπού σε ένα
αιώνιο σύμπαν
παρουσιάζει
τις εξής
αντιφάσεις. Αν
ο κόσμος
υπάρχει (αιωνίως)
με βάση κάποιο
Πρότυπο ή
κάποιον Σκοπό ή
κάποια Λογική-Νόημα,
τότε αυτό το
πρότυπο ή
Σκοπός ή Λογική-Νόημα
προϋπήρχε του
Κόσμου. Δεν
γίνεται αλλιώς.
Το σχέδιο ενός
αυτοκινήτου
προϋπάρχει του
αυτοκινήτου. Το
σχέδιο ενός
σπιτιού
προϋπάρχει του
σπιτιού˙ αν
υπήρχε πάντοτε
το σπίτι, τότε
δεν θα υπήρχε
λόγος να
υπάρχει σχέδιο
δημιουργίας
σπιτιού. Ο
Σκοπός
συνεπάγεται
Σχέδιο και σ’
ένα αιώνιο
σύμπαν, το μεν
Σχέδιο, που
λογικά θα
έπρεπε να
προϋπάρχει του
σύμπαντος, δεν
προϋπάρχει, ο
δε Σκοπός, αφού
πέρασαν άπειρα
χρόνια, θα ‘πρεπε
να έχει
πραγματοποιηθεί,
άρα να μην
υπάρχει πλέον
ως (ανεκπλήρωτος)
Σκοπός.
Πρόκειται για
παραλογισμό να
μιλάμε για
Σκοπό-Σχέδιο σε
αιώνιο σύμπαν.
Ή το αιώνιο
σύμπαν δεν έχει
σκοπό (όπως το
εξηγούμε
παρακάτω) ή δεν
είναι αιώνιο. Ο
«Σκοπός»
συνεπάγεται
πως κάτι – το
σύμπαν – δεν
είναι αυτάρκες
ούτε τέλειο,
αλλά πρέπει να
βελτιωθεί,
τείνοντας προς
τον Σκοπό του. Η
Βελτίωση
συνεπάγεται
την απουσία
Αιωνιότητας,
διότι η
Αιωνιότητα
συνεπάγεται
την απουσία
ανάγκης
Βελτίωσης. Δεν
γίνεται να
υπάρχει το
σύμπαν αιωνίως
το ίδιο, και
ταυτόχρονα να
λέμε πως το (αιωνίως
ίδιο) σύμπαν
έχει σκοπό. Άρα
υπάρχει κάτι
πέρα από τον
κόσμο. Σε ένα
αιώνιο σύμπαν,
κάθε σκοπός
έχει ήδη
συντελεστεί
προαιωνίως (άρα
δεν υπάρχει
πλέον στο
σύμπαν Σκοπός –
προς εκπλήρωση).
Εάν αυτό δεν
συμβαίνει ήδη
τώρα, τότε δε θα
συμβεί ποτέ,
αφού μέχρι τώρα,
σε χρονικά
άπειρο
διάστημα, δεν
συνέβη.
Όμως
κάθε αντίληψη
ότι «σκοπός του
σύμπαντος
είναι η
δημιουργία
συνειδήσεων,
των δε
συνειδήσεων η
τελείωση και
αποθέωσή τους
μέσα από τη
γνώση όλων των
αληθινών
αιτιών και των
φαινομένων»,
όπως την
παραθέτει ο κ.
Ρασσιάς, είναι
ανθελληνική,
διότι
απλούστατα όχι
μόνο 1) οι «Θεοί»
αντιτίθενται
στην ισοθεΐα
και τη
θεοποίηση των
ανθρώπων (ή,
έστω, όλων των
ανθρώπων, ως
είδους),
πολεμώντας
όσους θνητούς
προσπάθησαν να
την πετύχουν,
όπως
αποδείξαμε με
μυθολογικά
παραδείγματα,
αλλά 2) αν
υπάρχει
κάποιος «Σκοπός»
σύμφονα με την
ελληνική
μυθολογία,
αυτός είναι η
ασταμάτητη
κατάπτωση και
παρακμή, και
όχι η άνοδος. Γι’
αυτό άλλωστε ο
Ησίοδος μας
περιγράφει πώς
από το Χρυσό
γένος των
ανθρώπων
περάσαμε στο
Αργυρό, έπειτα
στο Χάλκινο,
έπειτα στο των
Ηρώων και τέλος
στο Σιδηρούν,
το οποίο
πρόκειται είτε
να αφανιστεί
είτε να
παρακμάζει
αθεράπευτα και
ασταμάτητα.
Κανέναν «αισιόδοξο»
Σκοπό του
Κόσμου δεν έχει
η ελληνική
μυθολογία, ούτε
φυσικά την «τελείωση»
και την «αποθέωση»
των
συνειδήσεων.
Αυτό, ειδικά, θα
ήταν βλασφημία
προς τους «θεούς».
Αλλά η μετενσάρκωση, εκτός από παράλογη είναι και ανήθικη. Βλέποντας κάποιον να υποφέρει, θα μπορούσαμε, αντί να τον βοηθήσουμε, να σκεφτούμε «καλά παθαίνει και υποφέρει˙ πληρώνει τώρα τις αμαρτίες μιας προηγούμενης ζωής. Αν δεν εξαγνιστεί με τον πόνο – δηλαδή, αν εμείς τον βοηθήσουμε – τότε δεν θα ανέλθει σε ανώτερο επίπεδο». Επίσης, η μετενσάρκωση οδηγεί στην ηθική αναισθησία. Αν η ζωή αυτή δεν είναι μία και μοναδική, τότε ο κάθε εγκληματίας θα σκεφτεί: «αφού πρόκειται να έχω κι άλλες ζωές, άπειρες, στη συνέχεια, ώστε να εξαγνιστώ, ποιος ο λόγος να ζήσω από τώρα ηθική ζωή; Ας το αφήσω για την επόμενη» κι έτσι δικαιολογείται η εγκληματικότητα.
Στο
κάτω κάτω, δεν
ακούσαμε
κανέναν οπαδό
της
μετενσάρκωσης
να υποστηρίζει
ότι σε
προηγούμενες
ζωές του ήταν
δούλος ή πόρνη
ή βάρβαρος ή
άσημος γεωργός.
Όλοι τους
υποστηρίζουν
ότι ήταν
φιλόσοφοι (μικροί
ή μεγάλοι),
νομοθέτες,
ηγέτες,
στρατιωτικοί,
πολιτικοί κ.ά.
Και μόνο αυτή η
λεπτομέρεια
γελοιοποιεί
τις απόψεις για
ύπαρξη
μετεμψύχωσης.
Διότι δεν
γίνεται όλοι
τους να ήταν
διάσημοι ή
Έλληνες. Θα
ήταν
οπωσδήποτε και
άσημοι και
βάρβαροι, αλλά «παραδόξως»
θυμούνται μόνο
τις διάσημες
προσωπικότητες.
49.
«Ενας
εσωκοσμικός
Θεός -ή πολλοί
εξ Ενός, το ίδιο
κάνει..- που
γεννήθηκε από
τη Φύση, ζεί
μέσα στη Φύση
και συνεπώς
υπόκειται
στους Νόμους
της, ταυτίζεται
αναγκαστικά με
αυτήν για να
μην απορριφθεί,
ΕΙΝΑΙ τελικά
αυτή,
τουλάχιστον με
την έννοια που
δίνει η Παν-Θεϊστική
αντίληψη.
Αντίθετα, ένας
εξωκοσμικός
Θεός -ή πολλοί
εξ Ενός, το ίδιο
κάνει..- που τάχα
προϋπήρξε της
Φύσης, δεν
υπόκειται σε
κανέναν από
τους Νόμους της,
οι οποίοι
άλλωστε όπως
και αυτή δεν
είναι παρά
θνητά «κτίσματά»
του -και μπορεί
να ασυδοτεί
πάνω τους
επιδεικνύοντας
«θαύματα», ήτοι
βίαιες
εκτροπές της
Φυσικής Τάξης-,
στέκει αιωνίως
έξω από αυτήν -υποτιμώντας
την συνάμα ως
χυδαία
υλικοπνευματική
διαδικασία- και
την εξουσιάζει
απόλυτα
διατηρώντας
πάνω της κάθε
δικαίωμα για
κάποιον ανα
πάσα στιγμή
αυθαίρετο «τερματισμό»
της.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Πώς γίνεται να
είναι κάποιος
θεός και να
υπόκειται στον
καταναγκασμό
της Φύσης; Ο
θεός είναι
τέλειος και
πρέπει να είναι
ανεξάρτητος
από
οποιανδήποτε
εξωτερική ή
εσωτερική
δουλεία και
εξάρτηση. Οι
θεοί που
αναφέρουν και
πιστεύουν οι Ν/Π
δεν είναι
ελεύθεροι
διότι δεν είναι
ανεξάρτητοι
από τον κόσμο.
Τι δύναμη έχει
κάποιος που
εξαρτάται από
άλλους;
Επιπλέον, το «αντιεξουσιαστικό»
επιχείρημα ότι
είναι κακό ο
Θεός να είναι
παντοδύναμος,
γιατί είναι
ανεξέλεγκτος,
μπερδεύει την
πολιτική με τη
μεταφυσική. Και
είναι φυσικό να
τις μπερδεύει
διότι στην
κοσμοαντίληψή
του ο θεός
είναι τμήμα του
κτιστού κόσμου,
ενώ στη
χριστιανική
κοσμοαντίληψη
ο Θεός είναι
Άκτιστος και
συνεπώς καμμία
ομοιότητα δεν
υπάρχει μεταξύ
Άκτιστου και
Κτιστού. Όμως
δεν είναι σωστό
να εφαρμόζεται
η πανθεϊστική
κοσμοαντίληψη
στα
χριστιανικά
δόγματα. Φυσικά
και ο Θεός,
όντας
παντοδύναμος,
δύναται ανά
πάσα στιγμή να
τερματίσει «αυθαίρετα»
την φυσική τάξη
ή την ύπαρξη
του σύμπαντος. Ωστόσο,
ισχύει ότι «ο
Θεός μπορεί να
κάνει ό,τιδήποτε
θέλει, αλλά δεν
θέλει να
κάνει
ό,τιδήποτε
μπορεί».
Επιπλέον, μέσω
της αποκάλυψής
του δεν
φαίνεται ότι
έχει τέτοιο
σκοπό. Δεν
δημιούργησε
τον κόσμο για
να παίζει μαζί
του
καταστρέφοντάς
τον στο μέλλον
κάποια στιγμή,
διότι αν έπαιζε,
θα ήταν ατελής
θεός (όπως
οι
παγανιστικοί
ψευτοθεοί) και
θα πήγαινε
ενάντια στη
θέλησή του.
Είναι περίεργο
το πώς μπορούν
οι στωικοί
Νεοπαγανιστές,
που δέχονται –
όπως και οι
αρχαίοι
στωικοί – την
ύπαρξη
Ειμαρμένης,
δηλαδή
πεπρωμένου ή
συμπαντικού
σκοπού ή μοίρας,
να μιλάν για
τον
χριστιανικό
Θεό
χρησιμοποιώντας
αντιεξουσιαστικά
επιχειρήματα.
Τι σχέση έχει η
Ειμαρμένη με
τον
αντιεξουσιασμό;
Τέλος,
είναι τελείως
αστήρικτη η
σύνδεση της
ιδέας του «εξωκοσμικού»
Θεού από τη μιά
με την
περιφρόνηση
της ύλης-κόσμου
από την άλλη. Ο
Χριστιανισμός
ποτέ δεν
απέρριψε τον
κόσμο-ύλη, ούτε
την υποτίμησε
ως κάτι το κακό
και χυδαίο
επειδή
πιστεύει σε «εξωκοσμικό»-υπερκοσμικό
Θεό. Αντίθετα,
τονίζει εξ
αρχής (στη
Γένεση) ότι ο
κόσμος
δημιουργήθηκε «λίαν
καλός». Αν
υπάρχουν
κάποιοι που
τόνιζαν ότι η
ύλη και το σώμα
είναι η φυλακή
της ψυχής και
του πνεύματος,
αυτοί ήταν οι
Αρχαίοι
Έλληνες
Φιλόσοφοι, οι
οποίοι
περιφρονούσαν
την ύλη.
Χυδαίος, λοιπόν,
είναι ο κόσμος
μόνο για όποιον
δεν θεωρεί την
ύλη ισότιμη με
το πνεύμα˙ για
όποιον θεωρεί
κατώτερο το
κορμί που μετά
θάνατον
σαπίζει σε
σχέση με την
ψυχή που τάχα
μετεμψυχώνεται
σε άλλο κορμί.
Όπως
και νά ‘χει, το «ψυχολογικό-αντεξουσιαστικό»
επιχείρημα
κατά της
ύπαρξης του
Ενός «εξωκοσμικού
Θεού», πως
δηλαδή «επειδή
ο ένας αυτός
εξωκοσμικός
Θεός θα είναι
τύραννος, άρα
δεν υπάρχει»,
δεν είναι
σοβαρό
φιλοσοφικό
επιχείρημα.
Είναι σαν να
λέμε «Οι
φονιάδες είναι
τόσο κακοί, γι’
αυτό άλλωστε
και δεν
υπάρχουν», ή «η
ύπαρξη σεισμών
θα ήταν κάτι το
ανυπόφορο
ψυχικά, άρα οι
σεισμοί δεν
υπάρχουν». Ποιο
είναι δηλαδή το
βασικό και
αρχικό ζήτημα
επι τέλους; Το
αν υπάρχει Θεός;
Ή αν υπάρχει
και είναι ένας
μπαμπούλας;
Θεός που δεν
δημιούργησε
αυτοβούλως,
δίχως
καταναγκασμό ή
άλλον
περιορισμό τον
κόσμο, κατά την
ελεύθερη
θέλησή του,
απλούστατα δεν
είναι θεός: ο
θεός είναι
τέλειος και
συνεπώς ένας
θεός που
αλυσσοδένεται
από «ιδέες» ή την
«ύλη»,
προκειμένου
όχι να
δημιουργήσει
όπως θέλει,
αλλά να
εξαναγκαστεί
να
δημιουργήσει
κατά έναν
συγκεκριμένο
τρόπο, είναι
μαριονέτα,
ψευδοθεός,
ανάξιος λόγου
και ύπαρξης, με
άλλα λόγια ένα
κατασκεύασμα
ανθρώπων. Θεός
που δεν
δημιούργησε
τον κόσμο (με
την παραπάνω,
απολύτως
ελεύθερη και
αυτεξούσια
έννοια της
δημιουργίας),
δεν είναι θεός.
Είναι
ανύπαρκτος.
Είναι θεός-δούλος.
Οι
Νεοπαγανιστές
νομίζουν πως
επειδή είναι
τέλειος και
παντοδύναμος ο
Θεός, η σχέση
ανθρώπου-Θεού
είναι
εξουσιαστική.
Όμως ο Θεός,
όντας α’)πρόσωπο
και β’)
ελεύθερος και γ')
πλάθοντας κατ’
εικόνα τον
άνθρωπο δηλαδή
επίσης πρόσωπο
και ελεύθερο,
έχει προσωπική
σχέση
ελευθερίας με
αυτόν, αφού
μόνο αυτή είναι
δυνατή μεταξύ
δύο ελεύθερων
προσώπων.
Προσωπική
σχέση σημαίνει
ότι σέβομαι το
δικαίωμα του
άλλου να με
απορρίψει, και
σε αυτήν δεν
παίζει ρόλο το «μέγεθος»,
δηλαδή η
διαφορετική
φύση.
Και
βέβαια, οι
παγανιστές
έχουν
μπερδέψει τα
δόγματά τους,
και άλλοι είναι
πανθεϊστές ενώ
άλλοι είναι
πολυθεϊστές:
ισχυρίζονται
ότι οι θεοί είναι
«είναι
αντικειμενικά
υπαρκτές
οντότητες των
οποίων η ύπαρξη
δεν εξαρτάται
από τις
πεποιθήσεις ή
τις πράξεις
κατωτέρων
όντων», ότι «είναι
συνάμα και
ανώτατες
οντότητες που
δεν
δεσμεύονται
από καμμία
υλική μορφή», κι
ότι (ΚΥΡΙΩΣ) «Δεν
είναι
φανταστικά
σύμβολα των
ανθρωπίνων
δραστηριοτήτων
ή της
ανθρωπίνης
διανοίας. Ούτε
είναι
αλληγορικές
αναπαραστάσεις
φυσικών
συμβάντων και
διαδικασιών» (Διιπετές,
τ.55, σ. 12). Πώς
γίνεται,
-
από τη μια να
λέγεται ότι «οι
θεοί
ταυτίζονται με
τη Φύση» και
ότι «οι θεοί
υπόκεινται
στους νόμους
της»,
-
ενώ από την
άλλη να
λέγεται ότι «οι
θεοί δεν είναι
αλληγορικές
αναπαραστάσεις
φυσικών
συμβάντων και
διαδικασιών»,
και ότι «οι θεοί
είναι
αδέσμευτοι από
υλική μορφή»;
ΔΗΛΑΔΗ:
Αν
οι
νεοπαγανιστικοί
θεοί
ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ με
τη Φύση, τότε
είναι φανερό
πως δεν
αποτελούν παρά
«προσωποποίησή»
της, και δεν
είναι καν
πραγματικές
οντότητες.
Είναι
αλληγορίες και
σύμβολα. Αν
πάλι οι θεοί
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ
ΑΛΛΗΓΟΡΙΕΣ,
ούτε
αναπαραστάσεις
ή
προσωποποίηση
της Φύσης, αλλά «αντικειμενικά
υπαρκτές
οντότητες»,
τότε ΔΕΝ
ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ με
αυτήν.
Επίσης,
είναι
ολοφάνερο ότι
δεν γίνεται μια
οντότητα που «υπόκειται
στους φυσικούς
νόμους», να
είναι
ταυτοχρόνως «αδέσμευτη
από υλική μορφή».
Είτε οι φυσικοί
(άρα και υλικοί)
νόμοι σε
δεσμεύουν, είτε
όχι. Δε μπορείς
να υπόκεισαι
στους φυσικούς
νόμους,
κάνοντας
ταυτόχρονα ό,τι
θέλεις,
αλλάζοντας
μορφές κ.λ.π. Φαίνεται,
οι ιδεολόγοι
των
Νεοπαγανιστών
τα έχουν λίγο
μπερδέψει και
δεν έχουν
καταλήξει «ακόμη»
αν οι θεοί τους
είναι
αλληγορικά
σύμβολα της
Φύσης (πανθεϊσμός),
ή αν είναι
αντικειμενικά
υπαρκτές
οντότητες (πολυθεϊσμός).
Η
έλλειψη κοινής
άποψης των
Νεοπαγανιστών
για τους «θεούς»
τους οφείλεται
1) στο ότι
συνολικά οι
Νεοπαγανιστές
είναι
νεοεποχίτικο (New
Age) κίνημα των
τελευταίων
ετών και
συνεπώς
ακολουθούν τον
πανθεϊσμό της
Νέας Εποχής,
και 2) στο ότι οι
Νεοπαγανιστές
λανθασμένα
ταυτίζουν την
πανθεϊστική
άποψη
ορισμένων
Αρχαίων
φιλοσόφων με
την κοινώς
επικρατούσα
πολυθεϊστική
άποψη περί
θεότητας στην
αρχαία
θρησκεία.
Οι
Νεοπαγανιστές
θα ισχυριστούν
πως υπήρχαν
φιλόσοφοι όπως
ο Ξενοφάνης ή ο
Ηράκλειτος που
φαίνονται να
πιστεύουν σε
ένα είδους
πανθεϊσμό, όπου
«έν το πάν». Όμως
αυτές ήταν
απόψεις
μερικών (κι όχι
όλων) φιλοσόφων
κι όχι της
λαϊκής
θρησκείας, και
δεν επηρέαζαν
παρά ένα στενό
φιλοσοφικό
κύκλο ανθρώπων.
Αντίθετα, αν
μπορούμε να
έχουμε μια ιδέα
για την κοινή
περί θείου
αντίληψη του
μέσου Αρχαίου
Ελληνα της
εποχής κατά την
οποία η αρχαία
θρησκεία
ήκμαζε, αυτή
βρίσκεται στον
Όμηρο και τον
Ησίοδο. Σε
αυτούς, οι θεοί
είναι, δρουν,
σκέπτονται,
συνεδριάζουν,
έχουν
συναισθήματα,
ως
ενσυνείδητες
οντότητες. Ούτε
«ιδέες» ή αρχέτυπα
είναι, ούτε «σύμβολα»
της φύσης, ούτε «ενέργειες»
και φυσικές
δυνάμεις. Στον
Όμηρο και τον
Ησίοδο βρίσκει
κανείς «τον Δία
που ρίχνει τον
κεραυνό του
όπου θέλει
αυτός» (οντότητα),
κι όχι «το Δία
που είναι
κεραυνός και
πέφτει όπου
ορίζουν οι
φυσικοί νόμοι» (φυσικός
συμβολισμός) ή «το
Δία που είναι
κεραυνός και
αυτορίχνεται
όπου θέλει» (φυσική
ενέργεια και
οντότητα). Και
οι Ιλιάδες,
Οδύσσειες, και
Θεογονίες ήταν
βιβλία τα οποία
– σε αντίθεση με
τις ιδέες
μερικών
φιλοσόφων που
ήταν
πανθεϊστές –
διαβάζονταν
από όλους τους
Έλληνες από
μικρή ηλικία,
ήταν τα
διασημότερα «θεο-λογικά»
κείμενά τους,
και συνεπώς
αν υπήρχαν
κάποιες λαϊκές
απόψεις περί
θείου στην
αρχαία
κλασσική εποχή,
αυτές ήταν οι
απόψεις του
Ομήρου και του
Ησιόδου, κι όχι
των φιλοσόφων.
Προς
επιβεβαίωση
των παραπάνω ο
Πλάτων
παραθέτει την
άποψη του πολύ
κόσμου της
αρχαιότηταςγια
τους θεούς: «...Αν
πάλι υπάρχουν
οι θεοί και
ενδιαφέρονται,
δε γνωρίζουμε
ούτε από αλλού
έχουμε ακούσει
για την ύπαρξή
τους παρά από
τους λόγους των
ποιητών που μας
έκαμαν και τη
γενεαλογία
τους˙ μα αυτοί
οι ίδιοι οι
ποιητές μάς
διδάσκουν πως
είναι τέτοιοι
οι θεοί..» (Πολιτεία,
366e).
Όλοι
οι φιλόσοφοι
μίλησαν περί
θρησκείας και
αρκετοί
προσπάθησαν να
την
αναμορφώσουν
και να αλλάξουν
την περί θείου
αντίληψη, αλλά
κανείς τους δεν
το πέτυχε.
Μόνο οι
αγνωστικιστές
και οι σοφιστές
ουσιαστικά
αναίρεσαν την
πίστη στους
θεούς. Κανενός
όμως φιλοσόφου
(Ξενοφάνη,
Πλάτωνα,
Επίκουρου κ.ά.)
δεν επικράτησε
η άποψη στις
μάζες και
καμμιά
αναμόρφωση ή
θεωρητικοποίηση
(διότι η
θρησκεία ήταν
λαϊκή δίχως
δόγματα και γι’
αυτό δεν
επιδεχόταν τον
δογματισμό των
φιλοσόφων,
πανθεϊστών ή μη,
επικούρειων κ.ά.)
της
αρχαιοελληνικής
θρησκείας δεν
πέτυχε από τα
άνω, ούτε κατά
το τέλος της
αρχαίας εποχής.
Όσοι πίστευαν,
πίστευαν στους
θεούς της
θεογονίας και
του Ομήρου που
ούτε σύμβολα
ούτε ιδέες ήταν.
Είναι
ξεκάθαρο
λοιπόν πως η
θρησκεία των
Νεοπαγανιστών
είναι
νεοεποχίτικη
και καμμία
σχέση δεν έχει
με την
αρχαιοελληνική
θρησκεία. Το
κακό είναι ότι
οι
Νεοπαγανιστές
δε βλέπουν ότι
η ιδέα περί
θεών
εξελίσσεται
ακόμη και στους
αρχαίους
Έλληνες. Πάντως,
είναι
διαφορετικό
πράγμα να λες
ότι ένα ποτάμι
είναι θεός
όντας μια
αντικειμενικώς
υπαρκτή ενσυνείδητη
οντότητα (ή ότι
ο θεός είναι
μεταμορφωμένος
σε ποτάμι ή ότι
κατέχει τη
δύναμη του
ποταμού, αλλά
είναι ο ίδιος
κάτι το
συνειδητό άρα
και αυτόνομο εν
σχέσει με το
ποτάμι εν τέλει),
κι άλλο πράγμα
ότι υπάρχει
κάτιτις «θεϊκό» (αλλά
όχι συνειδητό)
σε όλα τα
πράγματα στον
κόσμο, από τις
μύγες και τις
πέτρες ώς τους
πλανήτες. Το
πρώτο είναι
αρχαιοελληνική
θρησκεία. Το
δεύτερο είναι
αυτό που
μερικοί
Νεοεποχίτες
νομίζουν πως
έλεγε η
αρχαιοελληνική
θρησκεία. Δεν
το έλεγε η
θρησκεία. Το
έλεγαν μερικοί
φιλόσοφοι. Το
κακό επίσης
είναι πως οι
Νεοπαγανιστές
είναι
Νεοεποχίτες
και νομίζουν
πως είναι
αρχαίοι
Έλληνες. Είναι
πραγματικά
παράξενο οι
Νεοπαγανιστές
να θεωρούν πως
οι αρχαίοι
Έλληνες
έβλεπαν τους
θεούς τους ως
αλληγορίες και
σύμβολα της
Φύσης κι όχι ως
οντότητες,
παραβλέποντας (οι
Νεοπαγανιστές)
π.χ. τις τόσες
και τόσες
εμφανίσεις (στα
όνειρα και στην
πραγματικότητα
π.χ. στον Πάρη)
θεών σε
ανθρώπους.
Αλήθεια,
πιστεύουν οι
Νεοπαγανιστές
πως η ίδια η
Φύση
εμφανιζόταν
στα όνειρα του
Πρόκλου
αυτοπροσώπως «υπό
την μορφή»
(!!) της θεάς
Αθηνάς; Ο
φιλόσοφος
Στίλπων ο
Μεγαρεύς
καταδικάστηκε
σε εξορία όταν
είπε πως το
άγαλμα της
Παλλάδας
Αθηνάς του
Φειδία δεν ήταν
θεά.
Βέβαια
οι «Εθνικοί
Ελληνες»
έχουν κι άλλα
αντιφατικά
στοιχεία.
Παραδείγματος
χάριν από την
μια
χαρακτηρίζουν
τους
νεοπαγανιστικούς
θεούς τους «πάνσοφους»
και «δίκαιους»
και «παντοδύναμους»,
παρόλο που οι
θεοί της
αρχαίας
ελλάδας ούτε
πανσοφοι, ούτε
παντοδύναμοι
ήταν, ούτε
ενάρετοι, αλλά
ούτε και «τέλειοι»
ήταν καθότι
είχαν ένα σωρό
ανθρώπινες
αδυναμίες. Από
την άλλη,
μερικοι
Νεοπαγανιστές
δικαιολογούν
τις ανθρώπινες
αδυναμίες –
μοιχεία,
παιδοφιλία,
βιασμοί, φόνοι,
ψευδορκία,
αρπαγές – ως
χαρακτηριστικό
των θεών
λέγοντας πως
έτσι είναι
προσιτοί στον
άνθρωπο. Πώς
γίνεται να
είναι μια
οντότητα
γεμάτη
ανθρώπινα πάθη,
κακίες και
αδυναμίες, και
ταυτόχρονα να
είναι τέλεια;
Οι
«Εθνικοί
Ελληνες» ίσως
πουν πως όταν
λέγονται στα
έπη και στα
ποιήματα
άσχημα
πράγματα για
την φύση και το
χαρακτήρα των
θεών, φταίει ο
ποιητής και δεν
είναι έτσι στην
πραγματικότητα.
Όμως, δεδομένου
ότι στην αρχαία
θρησκεία δεν
υπήρχαν ιερά
βιβλία και η
μόνη πηγή για
τις λαϊκές
θρησκευτικές
αντιλήψεις
ήταν οι ποιητές
και οι ραψωδοί,
αν απορριφθεί η
μαρτυρία των
ποιητών τότε
από πού
κατάλαβαν οι
Νεοπαγανιστές
ότι οι αρχαίοι
θεοί
θεωρούνταν από
τον τότε κόσμο
αγαθοί; Από την
«Λογική»;
Μα δεν υπάρχει
μία Λογική.
Αυτή
η ασυνέπεια των
Νεοπαγανιστών
στο περί θεών
τους δόγμα
οφείλεται στο
ότι είναι
Νεοεποχίτες
που θέλουν να
συνδυάσουν
τόσο Α’) την
καθιερωμένη
χριστιανική
αντίληψη περί
θεότητας=τέλειου,
ενάρετου όντος,
πηγής της
αρετής, όσο και
Β’) την
αρχαιοελληνική
αντίληψη περί
θεότητας στην
οποία η ηθική
κανένα ρόλο δεν
παίζει. Το
σωστότερο
είναι να
ειπωθεί πως οι
αρχαιοελληνικοί
θεοί ήταν πέραν
του καλού και
του κακού, και
δεν δρούσαν
σύμφωνα με
κάποιον
απόλυτο ηθικό
κανόνα, και το
Καλό-Κακό δεν
είχαν
μεταφυσική
χροιά ούτε ήταν
η ύψιστη/απόλυτη
αξία στην
αρχαία
θρησκεία. Αλλά
αυτά δεν τα
γνωρίζουν. Ας
αποφασίσουν
κάποτε οι «Εθνικοί
Ελληνες»,
είναι ο Δίας
ενάρετος και
τέλειος ή βάζει
τους ανθρώπους
σε πόλεμο για
να μη βαριέται;
Όπως
άλλωστε
επισημαίνει κι
ο Ιωάννης
Δαμασκηνός «Αν
λοιπόν
παραδεχτούμε
πολλούς θεούς,
είναι ανάγκη να
επισημάνουμε
κάποιες
διαφορές
ανάμεσα στους
πολλούς. Γιατί
αν δεν υπάρχει
καμμιά διαφορά
σ' αυτούς,
μάλλον θα είναι
ένας κι όχι
πολλοί. Αν πάλι
υπάρχει
διαφορά σ'αυτούς,
πού είναι η
τελειότητα;»
Και
φυσικά, μεσα σ'
όλους αυτούς
τους δεκάδες
νεοπαγανιστικούς
ορισμούς του «τί
είναι οι θεοί»
υπάρχει κι ο
εξής
εκπληκτικής
σαφήνειας
ορισμός: «πανταχού
παρούσες και
παντοδύναμες
κοσμικές
Ενέργειες και
ζώσες
Οντότητες και
Ιδέες». Τα
νεοεποχίτικα «παντοδύναμες»
και «πανταχού
παρούσες»
σχολιάστηκαν
ήδη, είναι
κλοπή εκ του
Χριστιανισμού.
Αλλά με τις «Ενέργειες»
οι οποίες είναι
ταυτόχρονα και
«Οντότητες» και
μαζί «Ιδέες»; «Ζώσα
Οντότητα»
σημαίνει
πρόσωπο,
αυτοσυνείδηση.
«Ενέργεια»
σημαίνει κάτι
το απρόσωπο κι
ασυνείδητο, και
ταυτιζόμενο με
τη Φύση. «Ιδέα»
είναι ένα
αρχέτυπο, ούτε
πρόσωπο, ούτε
ταυτιζόμενο με
τη Φύση. Πόσο
λογικό είναι π.χ.
ο κεραυνός (ένα
φυσικό
φαινόμενο) να
έχει συνείδηση
οντότητας; Και
πώς γίνεται,
στον 21ο αιώνα
οι
Νεοπαγανιστές
να θεωρούν
ποτάμια και
ουράνια σώματα
ως οντότητες με
συνείδηση,
δίχως να είναι
δεισιδαίμονες;
Και πώς γίνεται
– να δίνεται
λογική εξήγηση
– ένα «σύμβολο»
φυσικών
φαινομένων να
έχει συνείδηση;
Είναι δυνατόν
τα ηλεκτρόνια
να έχουν
προσωπικότητα
και συνείδηση;
Να προσεύχεται
κανείς στα
ηλεκτρόνια ή
στην
φυγόκεντρο
δύναμη. Και
καλά οι Αρχαίοι,
οι οποίοι δεν
είχαν ιδέα από
τη σύγχρονη επιστήμη,
να πιστεύουν
κάτι τέτοιο,
αλλά να τα
πιστεύουν και
στον 21ο αιώνα
οι
Νεοπαγανιστές!
Αλλά τί να
περιμένει
κανείς από
Νεοεποχίτες
που όλες τις
αντίθετες κι
άσχετες λέξεις
τις ρίχνουν στο
καζάνι τους,
και βγάζουν
τον ορισμό των
θεών. Αλλά όταν
αποκαλούν τον
Όλυμπο «θεοβάδιστο
όρος» (κατ'
αντιγραφή των
ορθοδόξων που
λεν κάτι τέτοιο
για το Σινά),
μήπως
βλασφημούν ή
είδαν τον Δία
να περπατά εκεί;
Κι αν τον είδαν,
μήπως είναι
λίγο δύσκολο
μια «Ιδέα»
ταυτιζόμενη με
τη Φύση, η ίδια η
Φύση, να
περπατά;
«Οι
θεοί των
νεοπαγανιστών
είναι είδωλα,
δηλαδή
ψευδοθεοί,
διότι είτε ως
ιδέες και
έννοιες
εκλαμβάνονται,
είτε ως
λατρευόμενες
φυσικές
δυνάμεις και
ενέργειες, είτε
ως οντότητες ή
εξελιγμένοι
και
θεοποιηθέντες
άνθρωποι, είτε
ως σύμβολα και
ηθικοπλαστικά
μορφώματα
χωρίς
οντολογική
ύπαρξη, είναι
έργα χειρών
ανθρώπων,
κατασκευάσματα
της ανθρώπινης
διανοίας, θεοί
καθ’ ομοίωσιν
ανθρώπων
πλασθέντες.
Ακόμα και η
αντίληψη ότι οι
αρχαίοι θεοί
είναι «αρχέτυπα»
και «ιδέες»
μπορεί να
θεωρηθεί ένα
είδος ήπιας
ειδωλολατρίας,
διότι και πάλι
είναι
αυθαίρετες
υποκειμενικές
νοηματικές
συλλήψεις,
ανύπαρκτα όντα,
πλάσματα
ευφάνταστων
ανθρώπων, τα
οποία δεν έχουν
δώσει κανένα
απτό σημείο της
ύπαρξής τους» (Νεοπαγανισμός,
η απειλή από το
παρελθόν, εκδ.
Αποστολικής
διακονίας, σ. 34).
«Αν
πάλι οι θεοί
είναι «προϊόντα»
της φύσης και
όχι αιώνια
αυθύπαρκτα
όντα (βασική
έννοια που
καθορίζει το
θείον),
δημιουργημένα
κι όχι
δημιουργοί του
κόσμου και
αμέτοχα της
κοσμικής
διεργασίας,
τότε ποια είναι
η θέση τους
στον κόσμο και
ο λόγος
υπάρξεώς τους;
Η «θεά» Φύση, η
οποία
υποτίθεται ότι
δημιούργησε
τις φυσικές
δυνάμεις, για
ποιο λόγο να
τις ταυτίσει με
τους θεούς,
τους οποίους
επίσης αυτή
δημιούργησε;» (Νεοπαγανισμός,
η απειλή από το
παρελθόν,
εκδ.
Αποστολικής
διακονίας,
σ. 35). Άλλωστε, η
ιδέα πως η Φύση
δημιούργησε
τους θεούς
κάποια στιγμή,
προϋποθέτει
ότι οι θεοί δεν
είναι αιώνιοι.
Αν ισχύει ότι «οι
Έλληνες Θεοί
δεν έφτιαξαν
τον Σύμ-παντα
Κόσμο,
αντιθέτως
εγεννήθησαν
από αυτόν και
μέσα σε αυτόν
και σε κάποια
δεδομένη
στιγμή τον
έβαλαν απλώς
κάτω από τον
έλεγχό τους»,
τότε έχουμε την
περίπτωση, το
τμήμα να
εξουσιάζει το
Όλον, πράγμα
που είναι τόσο
αδύνατο όσο και
παράλογο. Πώς
θα μπορούσε να
θέσει μια
οντότητα τον
κόσμο υπό τον
έλεγχό της, τη
στιγμή που δεν
κατέχει τις
απαιτούμενες
δυνάμεις για να
τον
δημιουργήσει;
Θα χρειαζόταν
τουλάχιστον
ίση δύναμη με
την δύναμη που
απαιτείται για
τη δημιουργία
του Κόσμου,
ώστε να τεθεί
το σύμπαν υπό
τον έλεγχο
κάποιου.
Κι
αφού οι θεοί
ήταν κοσμικές,
απρόσωπες
δυνάμεις και
λειτουργίες, σε
ποιον
απευθύνονταν
οι επικλήσεις,
οι ύμνοι, οι
προσευχές; Δεν
απευθύνεται
ούτε
προσεύχεται
κανείς π.χ. σε
μια καρέκλα˙
μόνο σε πρόσωπο.
Αλλά
είναι δύσκολο,
ταυτόχρονα να
ισχύει «ο
κόσμος είναι το
Παν» και «ο
κόσμος
προϋπάρχει του
Παντός». Κι όμως
αυτά τα δύο
βρίσκονται
δίπλα-δίπλα,
μέσα στην ίδια
φράση, του Βλ.
Ρασσιά (Περιοδικό
Ανιχνεύσεις,
τ.22, σ. 26). Τόσο
λογικά. Α=Β και Α>Β.
Αντίφαση
παρόμοια με
εκείνη του
αιωνίου
σύμπαντος το
οποίο έχει
εξελικτικό
σκοπό. Είτε θα
υπάρχει το Παν
μετά τον κόσμο
είτε ο κόσμος
θα είναι το Παν.
Δεν μπορεί ο
κόσμος να..
προϋπάρχει του
εαυτού του.
Η
έννοια «άνθρωπος»
καθορίζει την
έννοια «ανθρωπιά»
και την έννοια «ανθρώπινο»
κι όχι το
αντίθετο (ανθρώπινο
είναι ό,τι
έκαναν και
κάνουν οι
άνθρωποι).
Αντίστοιχα, δεν
υπάρχει/προηγείται
κάτι τι
νεφελώδες «θείον»,
αυθύπαρκτο και
απρόσωπο, όπως
οι
Νεοπαγανιστές
πιστεύουν:
υπάρχει η
έννοια (και
ύπαρξη!) «Θεός», η
οποία
καθορίζει και «παράγει»
το «θείον» ή την «θεϊκότητα»,
κι όχι το
αντίστροφο (το «θείον»
να
προσωποποιείται
σε «θεό» για
λόγους απλού
ανθρωπομορφισμού
ή κατανόησης).
Διαφορετικά,
είναι ωσάν να
μιλάμε για «ανθρωπότητα»
ή «ανθρωπιά»
δίχως άνθρωπο/ανθρώπους.
Εν
πάσει
περιπτώσει, οι «φυσικές
δυνάμεις κι
ενέργειες» δεν
είναι
αριθμητικώς
άπειρες, όσοι
και οι «θεοί» των
Νεοπαγανιστών (περίπου
700), ούτε καν
δώδεκα, αλλά
τέσσερις: η
βαρυτική, η
ηλεκτρομαγνητική,
η ισχυρή
πυρηνική και η
ασθενής
πυρηνική. Τις
βασισμένες στα
επιστημονικά
δεδομένα τις
εποχής του
Πορφύριου
αντιλήψεις
καθώς και τις
δικές τους
νεοεποχίτικες
ιδέες τους, οι
Νεοπαγανιστές
ας τις αφήσουν
κατά μέρους.
50.
«Οι
Θεοί λοιπόν
είναι μη
προσωπικά όντα
που κατέχουν
την Αθανασία
και τη Γνώση. (....)Δεν
εμπλέκονται σε
ζώνες δράσεως
άλλων Θεών.
Υπόκεινται στη
νομοτέλεια του
Φυσικού Κόσμου
και υπηρετούν
τους Νόμους του.
(...)Οι Θεοί είναι
ελεύθερες και
ανεξάρτητες
υπάρξεις. Είναι
όλοι τους
εξίσου θείοι
και δεν
εξουσιάζονται
από καμμία άλλη
οντότητα ή
δύναμη. (…) Οι
Θεοί, χαίρονται
όταν κατώτερα
όντα ΕΛΕΥΘΕΡΑ
αναγνωρίζουν
την ύπαρξή τους.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
1)
Είναι δυνατόν
να υπάρχει ένα
μη προσωπικό ον;
Το «Μη
προσωπικό όν»
είναι «πράγμα»
κι όχι «ον». Οι
πέτρες, το χώμα
κλπ δεν έχουν
συνείδηση.
Συνείδηση,
δηλαδή
προσωπικότητα,
έχουν μόνο τα
όντα και οι
υπάρξεις, όχι
τα πράγματα.
Θα
μπορούσαν ας
πούμε οι
Νεοπαγανιστές
να γράψουν, ότι
οι Θεοί είναι
ένα συλλογικό
ον (τύπου
Βουδισμού).
Κάτι τέτοιο
όμως χαλάει από
το ότι μιλούν
για «όντα»
και «υπάρξεις»
στον
Πληθυντικό.
Οπότε δεν έχει
νόημα τίποτα
από αυτά που
λένε.
2)
Μπορεί να
υπάρξει ον, που
να κατέχει τη
Γνώση, αλλά να
μην είναι
προσωπικό;
Γνώση σημαίνει
επεξεργασία
και κατανόηση
πληροφοριών
από ένα
συνειδητό όν. Ο
ηλεκτρονικός
υπολογιστής π.χ.,
που είναι ένα «πράγμα»
κι όχι «προσωπικό
ον», δεν «κατέχει
την Γνώση», αλλά
την «αποθηκεύει»,
ή καλλίτερα, η
Γνώση
αποθηκεύεται –
από κάποιο
προσωπικό ον –
σε αυτό.
3)
Οι «θεοί», μας
λένε οι
Νεοπαγανιστές,
δεν
εμπλέκονται
αναμεταξύ τους
σε ζώνες
δράσεως άλλων
θεών.
Επαναλαμβάνουμε
το ερώτημα που
έθεσε προς τους
πολυθεϊστές ο
Άγιος Ιωάννης
Δαμασκηνός τον
8ο αι. : Αν ο
καθένας θεός
κυβερνά ένα
μέρος του
κόσμου και δεν
εμπλέκεται σε
ζώνες δράσης
άλλων θεών,
τότε Τί ή Ποιός
είναι αυτός που
έβαλε και όρισε
αυτήν την τάξη
και έκανε στους
θεούς αυτή τη
συγκεκριμένη
διανομή κι όχι
κάποια άλλη;
Και γιατί αυτό
το «κάτι» ή αυτός
«ο κάποιος»
όρισε αυτήν
τάξη; Με ποιο
σκοπό; Αν είναι
η τύχη που τα
έκανε όλα αυτά,
τότε οι
Ειδωλολάτρες
παραδέχονται
ότι όλα είναι
τυχαία και κατ’
ουσία
παραδέχονται
ένα τυχαίο
σύμπαν δίχως
σκοπό (ή με «τυχαίο
σκοπό»!) και
με τυχαίους
κυβερνήτες.
Τότε είναι
αξιολύπητοι. Αν
όμως δεχτούν
Σκοπό για την
εκλογή αυτή,
τότε αυτός ο
σκοπός
βρίσκεται
Υπεράνω των
θεών και του
σύμπαντος και
είναι σχέδιο.
Λογικό Σχέδιο
όμως δεν
γίνεται από «μη
όντα», αλλά από
Προσωπικό όν.
4)
Ούτε
η ίδια η
νεοπαγανιστική
άποψη πως οι
θεοί δεν
επεμβαίνουν
στον χώρο ή την
αρμοδιότητα
άλλων θεών
ισχύει. Ο
Τρωικός
Πόλεμος, θα
έπρεπε να είναι
αποκλειστική
αρμοδιότητα
του Άρη, όμως σε
αυτόν παίρνουν
μέρος όλοι οι
θεοί βοηθώντας
όποια παράταξη
επιθυμούν.
Επίσης μια
θεότητα μπορεί
να κατέχει/συμβολίζει
περισσότερες
από μία
ιδιότητες,
πολλές απ’ τις
οποίες είναι
ταυτόχρονα
ιδιότητες
άλλων θεοτήτων.
Για παράδειγμα,
η Αφροδίτη δεν
είναι μόνο η
θεά του έρωτα,
αλλά υπήρχε και
η «πελάγια» ή «εύπλοια»
Αφροδίτη, που
είχε
δικαιοδοσία
στη θάλασσα,
ανταγωνιζόμενη
τον Ποσειδώνα˙
ακόμη, υπήρχε η
χθόνια
Αφροδίτη, των
νεκρών, που
έμπαινε στα
χωράφια του
Πλούτωνα (Ν.
Παπαχατζή, Η
θρησκεία στην
Αρχαία Ελλάδα,
Εκδοτικής
Αθηνών A.E.,
σ. 138). Η Ήρα
ξεκίνησε ως
χθόνια θεότητα
και κατέληξε
γυναίκα του Δία.
Η παρθένα Αθηνά
λατρευόταν ως
Αθηνά Μητέρα
στην Ηλεία (Παυσανίας,
5, 3,3). Ο Δίας, η Ήρα, η
Άρτεμη, η Αθηνά
κ.ά. ήταν αρχικά
υποχθόνιοι
θεοί (π.χ. ο Δίας
λεγόταν λαφύστιος,
σκοτίτας,
δηλαδή του
σκότους, καταχθόνιος,
σύζυγος της
Περσεφονείας-Περσεφόνης,
όπως λέει η
Ιλιάδα Ι 456, ενώ η
Αθηνά είχε το
γοργόνειο και
τα φίδια ως
ανάμνηση της
καταχθόνιας
αρχικής θέσης
της και στη
Κορωνεία
συλλατρευόταν
με τον Άδη, όπως
λέει ο Στράβων (9,
411)) προτού γίνουν
Ολύμπιοι,
δηλαδή
ουράνιοι. Ενώ
ο Ασκληπιός
θεωρείται ο
θεός της
ιατρικής, ο
Περικλής (Πλουτάρχου,
Περικλής, 13)
έστησε άγαλμα
της «Αθηνάς
Υγείας» στην
Ακρόπολη. Ο
Απόλλων
υποκατέστησε
τον μυκηναϊκό
θεό Πα.jα.Fο.νε
(Παιάνονα ή
Παιήνονα)
παίρνοντας την
ιδιότητα του
θεραπευτή θεού,
αλλά όχι ακόμη
στην Ιλιάδα, η
οποία ξέρει τον
Παινίονα ως
γιατρό των θεών
(Ιλιάδας Ε 401).
Άρα ο Ασκληπιός
έχει κι άλλους
να μπλέκονται
στα πόδια του.
Σύμφωνα με
μερικούς (Όμηρος,
Ύμνων XIX) ο
Προμηθέας κι ο
Ήφαιστος ήταν
κάποτε το ίδιο
πρόσωπο. Άλλοι
πιστεύουν ότι ο
Προμηθέας κι ο
Ασκληπιός ήταν
το ίδιο πρόσωπο
(Παυσανίας, 10, 4, 3).
Σύμφωνα με τον
Πλούταρχο (Εκ
των περί εν
Πλαταιοίς
δαιδάλων) ο
Απόλλων ήταν ο
Άρης, η Λητώ η
Ήρα, η Άρτεμη
ήταν η
Ειλείθυια. Ο
Δίας κι ο
Διόνυσος ήταν
το ίδιο πρόσωπο
(Αριστ. Ρήτωρ Or. IV,
παρά Δινδορφίω,
τ. 41) (J.
Burckhardt,
Οι Έλληνες και
οι θεοί τους, Εκδόσεις
του Εικοστού
Πρώτου, σ. 67). «Και
τι να σκεφθή
τέλος πάντων
κανείς για
εκείνον τον
Ζηνο-ποσειδώνα,
ιερό του οποίου
υπήρχε, κατά
τον Αθηναίο,
στην Καρία» (J.
Burckhardt,
Οι Έλληνες και
οι θεοί τους, Εκδόσεις
του Εικοστού
Πρώτου, σ. 68) Έτσι,
αντίθετα από
όσα
ισχυρίζονται
οι νεοεποχίτες
Νεοπαγανιστές,
ένας χώρος
δράσης ανήκει
σε δύο ή
περισσότερους
«θεούς», οι
οποίοι εις
πείσμα των
Νεοπαγανιστών,
εμπλέκονται
στις ζώνες
δράσης των
άλλων θεών.
Εκτός κι αν
υπάρχουν
πολλές,
διαφορετικές
μεταξύ τους,
Αφροδίτες,
πολλές Ήρες,
πολλοί Δίες κ.ο.κ.
5)
Πώς
παραδέχονται
ότι οι «θεοί»
τους είναι
ελεύθεροι και
ταυτόχρονα
είναι μη
προσωπικά όντα;
Ελευθερία
σημαίνει και
συνεπάγεται
δυνατότητα
επιλογής,
δυνατότητα
σύγκρισης,
σκέψης, απόφασης.
Ελευθερία με
άλλα λόγια
προϋποθέτει
προσωπικότητα.
Δίχως
προσωπικότητα,
πώς έχουν «ελευθερία»
και «ανεξαρτησία»
οι θεοί τους;
Άρα πρέπει να
παραδεχτούν
ότι οι θεοί
τους είναι
πρόσωπα κι όχι «απρόσωπα
όντα».
6)
«Οι Θεοί
χαίρονται, όταν
κατώτερα όντα
αναγνωρίζουν
την ύπαρξή τους»,
αλλά μόνο
συνειδητά,
προσωπικά όντα
μπορούν να
χαίρονται. Γι’
αυτό άλλωστε κι
όλες οι αρχαίες
επικλήσεις,
ύμνοι, κ.λ.π.
απευθύνονταν
σε πρόσωπα κι
όχι σε Ιδέες π.χ.
ή σε
αντικείμενα
και Σύμβολα.
Εκτός, κι αν οι
Νεοπαγανιστές
πιστεύουν ότι
οι Αρχαίοι
Έλληνες
απηύθυναν
ύμνους σε
πράγματα.
7)
«Οι Θεοί», λεν οι
Νεοπαγανιστές,
«κατέχουν τη
Γνώση». Οι θεοί
όμως, όπως
ισχυρίζονται
οι ίδιοι οι
Νεοπαγανιστές,
είναι ατελή
όντα κι όχι «παντοδύναμοι»
και «πάνσοφοι»,
όπως ο
ιουδαιοχριστιανικός
Θεός. Η «Γνώση»
είτε είναι
πλήρης και
απόλυτη, είτε
είναι μερική
και ατελής,
δηλαδή
ημιμάθεια. Όταν,
λοιπόν, κάνουμε
λόγο για Γνώση,
εξυπακούεται
ότι μιλάμε για
την τέλεια,
απόλυτη γνώση,
γιατί μόνο αυτή
μπορεί να
ονομάζεται
Γνώση. Ατελή
όντα λοιπόν, τα
οποία δεν έχουν
παρά μόνο μία
ζώνη ευθύνης
και κυριαρχίας
στον κόσμο (κι
αυτή τους έλαχε
τυχαίως..), δεν
δύνανται να
κατέχουν τη
Γνώση του
παντός (είτε το
παν αφορά την
ζώνη ευθύνης
τους είτε το
σύμπαν όλο),
ούτε και
δύνανται να
κατέχουν την
απόλυτη Γνώση
για ο,τιδήποτε:
η (απόλυτη και
πλήρης) Γνώση
είναι κτήμα
μόνον αυτού που
δημιουργεί
τους φυσικούς
νόμους και την
ύλη. (Παρομοίως,
μόνο ο
κατασκευαστής
π.χ. ενός
πλυντηρίου
γνωρίζει
απολύτως πώς
κατασκευάζεται
ένα πλυντήριο,
δηλαδή μόνον
αυτός κατέχει
την πλήρη Γνώση
κι όχι την
ημιμάθεια της
μερικής γνώσης.)
Οι «θεοί» δεν
δημιουργούν
τίποτε -
σύμφωνα με τους
Νεοπαγανιστές -
αλλά απλώς
υπόκεινται
υποχρεωτικά
στη νομοτέλεια
φυσικών νόμων,
τους οποίους
δεν
δημιούργησαν -
άρα και δεν
τους γνωρίζουν
πλήρως = δεν
κατέχουν τη
Γνώση των.
Δηλαδή, οι «θεοί»
ΔΕΝ κατέχουν τη
Γνώση, διότι, ως
μη
κατασκευαστές
φυσικών νόμων
και ύλης,
αρκούνται στην
ημιμάθεια.
8)
Πώς
ισχυρίζονται
οι
νεοπαγανιστές
ότι οι «θεοί»
τους είναι «ελεύθεροι»,
αφού
υπόκεινται
στην
νομοτέλεια του
κόσμου; Βάσει
του ερωτήματος
3), οι «ελεύθεροι»
θεοί Α’)
βρίσκονται ο
καθένας σε
ζώνες ευθύνης, τις οποίες
δεν επέλεξαν (αφού
είναι κάτι
τυχαίο η
μοιρασιά των
ζωνών) από
μόνοι τους, και
Β’) είναι
υποχρεωμένοι να υπακούν
σε φυσικούς
νόμους, τους
οποίους φυσικά
ούτε κι αυτούς
επέλεξαν να
είναι όπως
είναι. Τι
ελευθερία
είναι αυτή τώρα,
μόνο οι Ν/Π
μπορούν να το
εξηγήσουν.
Φανταστείτε
έναν άρχοντα
που
υποχρεώνεται
να πάει σε έναν
τόπο να τον
εξουσιάσει, και
εκεί να
υπόκειται σε
νόμους τους
οποίους δεν
όρισε ο ίδιος.
Πόσο ελεύθερος
είναι αυτός;
Ένας φτωχός
υπαλληλάκος
αυτών που τον
διόρισαν
άρχοντα
είναι. Και τί
σημασία,
αλήθεια, πρέπει
να δίνουμε σε
τέτοιους
αδύναμους
ψευτοθεούς, που
ούτε ελεύθεροι
είναι ούτε
προσωπικά όντα
είναι; Και τι
ανάγκη έχουμε
από αδύναμα «απρόσωπα
όντα» που ούτε
επέλεξαν τον
χώρο ευθύνης
τους ούτε καν
τους νόμους που
διέπουν αυτόν;
Καμμία.
Εξαρτάται η ζωή
μας από την
λατρεία
τέτοιων
ανίσχυρων «θεών»,
που δεν
ελέγχουν/μεταβάλλουν
ούτε
δημιούργησαν
τους φυσικούς
νόμους;
Απολύτως όχι.
Συμπέρασμα: στο
σύμπαν των
Νεοπαγανιστών,
στον κόσμο τους,
δεν υπάρχει
καμμιά
όντοτητα, η
οποία να είναι
πραγματικά και
πλήρως
ελεύθερη. Γι’
αυτό και οι
Ειδωλολάτρες
πίστευαν στην
Ειμαρμένη και
τις Μοίρες.
Αντιφάσεις
επί αντιφάσεων.
Προφανώς ό,τι
υποστηρίζουν
το έχουν «ράψει»
από διάφορες
πηγές, κι έτσι
τούς βγαίνει
αντιφατικό.
Μιλούν
υποθετικά, και
δεν μπαίνουν
στον κόπο να
αναλύσουν αυτά που
λένε. Η
θρησκεία τους
είναι
μυθεύματα. Οι
θεοί είναι δικά
τους
δημιουργήματα.
Οπότε δεν
υπάρχει
πρόβλημα
αντιφάσεων.
Προφανώς είναι
θέμα οπτικής
και
σοβαρότητας. Σε
θεούς που δεν
είναι
πραγματικοί
αλλά
φανταστικοί,
δεν υπάρχει
ανάγκη καμμίας
θεολογικής
συνέπειας. Τη
μια λέμε πως
είναι έτσι, την
άλλη πως είναι
αλλιώς,
αδιαφορώντας
για το συνολικό
αποτέλεσμα:
ανάλογα με το
τι θέλουμε να
δικαιολογήσουμε.
Άλλωστε, κι ο
Στωικός
Επίκτητος τα
ίδια έκανε.
Γράφει «ο
κόσμος είναι
καλά
οργανωμένος»˙
και «ο κόσμος
έχει ατέλειες». «Ο
κόσμος είναι
έτσι όπως τον
θέλησε ο θεός»˙ «ο
θεός δεν είναι
παντοδύναμος».
Όσο
για την
περίφημη λέξη,
το «θείον», αυτή
δεν
συνεπάγεται
διόλου ότι οι
αρχαίοι «θεοί»
ήταν «απρόσωπες
οντότητες»,
αποπροσωποποιημένα
όντα ή δυνάμεις,
όπως
ισχυρίζονται
οι
Νεοπαγανιστές.
Όταν π.χ. ο
Ηρόδοτος λέει
ότι «το θείον
φθονερόν εστί»
εννοεί ότι ο
φθόνος (κατά
των ανθρώπων)
είναι μια
γενική
ιδιότητα όλων
των «θεών». Όλοι
οι θεοί είναι
φθονεροί
αναφορικά με
την ευτυχία των
ανθρώπων,
εννοεί ο
Ηρόδοτος. Αντί
να πει «όλοι οι
θεοί», λέει «το
θείον». Το «θείον»,
λοιπόν, δεν
σημαίνει
απρόσωπη
οντότητα ή το
θεϊκό πνεύμα-δύναμη
που διαχέεται
στη φύση και
είναι αυτή (πανθεϊσμός),
αλλά το σύνολο
των θεών. Ακόμη
κι αν «το
ελληνικό
πάνθεο
συγκροτήθηκε
σε μιαν εποχή,
όπου η σκέψη
αγνοούσε την
αντίθεση
ανάμεσα σε
ανθρώπινο
υποκείμενο και
σε φυσική
δύναμη και δεν
είχε ακόμη
επεξεργαστεί
την έννοια μιας
μορφής ύπαρξης,
καθαρά
πνευματικής,
μιας
εσωτερικής
διάστασης του
ανθρώπου», αυτό
δε συνιστά
αντίρρηση ότι
μετέπειτα, για
τους ίδιους
τους Αρχαίους,
οι θεοί ήταν
πρόσωπα κι όχι
φυσικές
δυνάμεις.
Επιπλέον, αν
δεχτούμε την
υπόθεση, τότε
δεχόμαστε ότι
οι θεοί ήταν
εξαρχής όμοιοι
με τους
ανθρώπους,
ψυχικά. Όταν οι
Έλληνες
άνθρωποι
έγιναν
συνειδητά «πρόσωπα»,
τότε και οι θεοί
απέβαλαν τα μη
προσωπικά
στοιχεία της
προσωπικότητάς
τους.
Όταν
οι Έλληνες
απέκτησαν
συνείδηση της
ατομικότητάς
τους, θεωρούσαν
τους θεούς τους
πρόσωπα,
ανεξαρτήτως
του αν οι θεοί
αρχικώς, σε μια
πολύ μακρινή
εποχή,
θεωρούνταν
σύμβολα (η
υπόθεση είναι
αναπόδεικτη,
βεβαίως). Αλλά, όπως
και να ‘χει, η
ίδια η
ονοματοδοσία
των θεών, η
οποία έγινε από
πολύ νωρίς αν
όχι εξαρχής,
δηλώνει
προσωπικότητα.
Ονόματα
παίρνουν μόνο
προσωπικές
οντότητες. Η
άποψη ότι «μια
θεϊκή δύναμη
δεν έχει στην
πραγματικότητα
αυτόνομη
ύπαρξη. Υπάρχει
μονάχα χάρη στο
πλέγμα των
σχέσεων που την
ενώνουν με το
θεϊκό σύστημα
στο σύνολό του»,
δε συνεπάγεται
ότι ο θεός δεν
είναι πρόσωπο,
διότι ακριβώς
τα ίδια
συμβαίνουν με
μια ανθρώπινη
προσωπικότητα,
που «δεν έχει
στην
πραγματικότητα
αυτόνομη
ύπαρξη», με την
έννοια ότι «υπάρχει
μονάχα χάρη στο
πλέγμα των
σχέσεων που την
ενώνουν με την
κοινωνία στο
σύνολό της»,
δηλαδή δεν
υπάρχει
αυτόνομος
άνθρωπος
απομονωμένος.
Επίσης το ότι «η
Αφροδίτη αυτή η
συγκεκριμένη
ομορφιά, είναι μία
ομορφιά, αλλά
είναι συνάμα
και η ομορφιά –
αυτό που θα
ονομάζαμε η
ουσία της
ομορφιάς» δεν
συνεπάγεται
ότι η μία ομορφιά,
η ανώτερη μορφή
ομορφιάς και
αιτία της
ομορφιάς στον
κόσμο, δεν έχει
ετερότητα σε
σχέση με τις
υπόλοιπες
ομορφιές. Είναι
μία, ανώτερη
ομορφιά,
ξεχωριστή (άρα
πρόσωπο) από
τις υπόλοιπες
ομορφιές, όσο
κι αν αυτή τις
δημιουργεί.
Τέλος, το
ανθρώπινο σώμα
των θεών
συνιστά την
καλύτερη
απόδειξη ότι
αυτοί είναι
ανθρωπόμορφα
πρόσωπα, με «εγώ».
Αν οι αρχαίοι
θεοί ήταν
δυνάμεις, αν
δεν θεωρούνταν
«πρόσωπα», τότε
οι Έλληνες θα
χρησιμοποιούσαν
γι’ αυτούς όχι
ανθρώπινα
σώματα αλλά
σώματα
φανταστικών ή
πραγματικών
ζώων. Το αστείο
της υπόθεσης
είναι ότι, ενώ
οι Αρχαίοι
Έλληνες
θεωρούσαν τους
θεούς τους
πρόσωπα, με εγώ,
με επιθυμίες,
με δυνατότητα
παρέμβασης
στην ιστορία
και την
καθημερινή ζωή
(θαύματα),
έρχονται οι
Νεοπαγανιστές
να ισχυριστούν
το αντίθετο.
Το
πιο κωμικό
είναι ότι οι
διαφορετικές
αρχαιοκεντρικές
ομάδες
αλληλοσφάζονται
για το τι είναι
οι θεοί. Ο κ.
Ρασσιάς
αποκαλεί, με το
γνωστό
μισαλλόδοξο
ύφος του, «γελοιότητα»
τον Ευημερισμό.
Ωστόσο ο Παν.
Κουβαλάκης,
εκπροσωπώντας
ουσιαστικά το Δαυλό
γράφει (Δαυλός,
τ. 288, σ. 14522): «οι θεοί
των Αρχαίων
Ελλήνων δεν
είναι απλή "προσωποποίηση
των δυνάμεων
της φύσης",
όπως δηλώνεται
συχνά. Αν ίσχυε
μόνο αυτό, τότε
η ελληνική
θρησκεία θα
βρισκόταν στο
επίπεδο των
δοξασιών των
πρωτόγονων
λαών, που σε
διάφορες
παραλλαγές "θεοποιούσαν"
τις δυνάμεις
της ζωής και
της φύσης (...).
Πολλοί από τους
θεούς και
προεξάρχοντος
του Διός
εμφανίζονται
στην ελληνική
παράδοση και ως
σύμβολα
φυσικών
δυνάμεων αλλά
και ως ιστορικά
πρόσωπα, που
άφησαν πίσω
τους μεγάλα
έργα, με τα
οποία
ευεργέτησαν
την
ανθρωπότητα. Ο
Ζευς ως σύμβολο
της Παγκόσμιας
Τάξης είναι
ταυτόχρονα και
μέγας
εκπολιτιστής
της
ανθρωπότητας
και Έλλην
παγκόσμιος
βασιλέας "ἐπελθὼν
τὴν
οἰκουμένην
ἅπασαν..."
(Διόδωρος
Σικελιώτης, Ζ, 71, 2)».
Ο Δαυλός εδώ
λέει ότι η περί
θεών αντίληψη
του κ. Ρασσιά
και του ΥΣΕΕ
είναι αντίληψη
πρωτόγονων
ανθρώπων.
Ανταποδίδοντας,
ο κ. Ρασσιάς
ουσιαστικώς
αποκαλεί «γελοίους»
όσους
πιστεύουν ότι ο
Ευήμερος είχε
δίκαιο πως οι
θεοί ήταν
θεοποιηθέντες
θνητοί,
βασιλείς. Εμείς
χαιρόμαστε που
συνειδητοποιούν
τις διαφορές
τους. Απλώς
παρατηρούμε
ότι είναι
πραγματικά
αξιοθρήνητη
ειδωλολατρία η
αντίληψη του Δαυλού,
που δεν βρίσκει
τίποτε κακό στη
θεοποίηση
θνητών και
μάλιστα
βασιλιάδων (ταξική
τοποθέτηση,
καθότι οι μη
αριστοκρατικής/βασιλικής
καταγωγής
προϊστορικοί
Έλληνες θνητοί
δεν
θεοποιήθηκαν
ποτέ).
Δυστυχώς
όμως, οι
Έλληνες της
κλασσικής
εποχής
παραδέχονταν
ως φυσιολογική
τη μεταθανάτια
θεοποίηση
ανθρώπων από
τις αρχαίες
πόλεις. Δηλαδή
μόλις πέθαινε
κάποιος
άρχοντας,
γινόταν θεός,
με «μεγάλες
δυνάμεις»,
φυσικά, ικανός
να προστατέψει
τον κόσμο.
Συνεπώς, ο Δαυλός
έχει
περισσότερο
δίκαιο. Πάντως
όλα αυτά
συνιστούν
εντυπωσιακή
θεολογία. Τα
πτώματα
ανακηρύσσονται
σε θεούς
ισχυρούς.
Με
τόσες, πάντως,
διαφορές
μεταξύ των
αρχαιολατρών
για το «τι είναι
οι θεοί» (παρακάτω
παρουσιάζουμε
κι άλλες
διαφορετικές
απόψεις, άλλων
αρχαιολατρών)
προκύπτει το
ερώτημα τι
είδους
θρησκεία είναι
αυτή, της
οποίας οι
οπαδοί εδώ και 2500
χρόνια δεν
κατέληξαν σε
μια κοινή, πάνω-κάτω,
αντίληψη περί
θεών. Πάντως,
επειδή
υπάρχουν τόσες
απόψεις περί
των αρχαίων
θεών, κι
επειδή δεν
μπορούμε να
περιμένουμε
άλλα 2500 χρόνια
τους
Ειδωλολάτρες
να αποφασίσουν
τι στο καλό
είναι οι θεοί
τους, μπαίνουμε
στον πειρασμό
να αναφέρουμε
μία ακόμη˙
αυτήν που
αναφέρεται σε
ένα παλιό
τραγούδι των
Στρούμφ: «-Ποιοι
ήταν οι Αρχαίοι
Θεοί;/ -Το
Σάββατο κι η
Κυριακή!».
Μπορεί αυτή να ‘ναι
η σωστή.
51.
"Με τον
Μονοθεϊσμό
δημιουργήθηκε
ένας Θεός που
δημιουργεί τον
κόσμο, ενώ η
αλήθεια είναι
πως ο κόσμος
δεν
δημιουργήθηκε
ποτέ, από
κανέναν, αλλά
υπάρχει
αιωνίως, όπως
διδάσκουν τόσο
οι Έλληνες
Φιλόσοφοι (Ηράκλειτος,
Πλάτων κ.ά.) όσο
και η Ελληνική
Θρησκεία".
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Δηλαδή, επειδή
διδάσκουν κάτι
οι Φιλόσοφοι
έτσι είναι; Όχι
βέβαια! Τα
τελευταία
πορίσματα της
Επιστήμης και
της Φυσικής
λένε ακριβώς το
αντίθετο από ό,τι
λέει η
αρχαιοελληνική
θρησκεία και οι
φιλόσοφοι. Η
Επιστήμη λέει
πως ο κόσμος,
δηλαδή ο
χωροχρόνος,
είχε αρχή, πως
είναι
πεπερασμένος,
ότι
διαστέλλεται
συνεχώς και ότι
δεν πρόκεται να
συσταλεί ποτέ (οπότε
απορρίφθηκε
οριστικά η ιδέα
πως το σύμπαν
είναι
περιοδικά
συστελλόμενο
και
διαστελλόμενο
άρα και αιώνιο,
όπως λένε οι
αρχαίες και
ανατολικές
θρησκείες), και
δεν είναι
άπειρος ούτε
χρονικά ούτε
χωρικά, κι ότι
κάποτε θα
επέλθει (λόγω
μη
αντιστρεπτής
αύξησης της
εντροπίας) ο
θερμικός
θάνατός του.
Συγκεκριμένα:
Αν
το σύμπαν
υπήρχε αιώνια,
θα έπρεπε και
να είχε φτάσει
στην τελική
κατάσταση
θερμοδυναμικής
ισορροπίας
πριν από άπειρο
χρόνο. Όμως, το
σύμπαν μας
είναι
πεπερασμένο
χωρικά και
υλοενεργειακά,
έχει μετρηθεί
κι η ίδια η μάζα
του – είναι
πεπερασμένη,
δηλαδή και η
ενέργειά του
δεν είναι
άπειρη αλλά
πεπερασμένη κι
αυτή – και
συνεπώς είναι
αδύνατο, αν το (χωρικά
πεπερασμένο)
σύμπαν ήταν
απείρου
ηλικίας, να μην
έχει ήδη φτάσει
σε
θερμοδυναμική
ισορροπία (θερμικό
θάνατο). Ο
ισχυρισμός
λοιπόν, πως ένα
πεπερασμένης
υλοενέργειας
σύμπαν (το δικό
μας) είναι
απείρου
ηλικίας ή
αιώνιο ή
άφθαρτο, είναι
ενάντιος στον
Β΄
Θερμοδυναμικό
νόμο και
συνεπώς
απορρίπτεται.
Αποδεικνύεται
επίσης βάσει
του μη
αντιστρεπτού
γεγονότος της
αύξησης της
εντροπίας ότι ο
χρόνος είναι
γραμμικός κι
όχι κυκλικός,
όπως επιμένουν
οι
Νεοπαγανιστές.
«Ο
δορυφόρος ΜΑΡ,
που το 2002
εξερεύνησε τα
βάθη του
διαστήματος,
βοήθησε τη NASA να
ανακαλύψει ένα
σχηματισμό «θερμών
σημείων», που
σύμφωνα με την
αμερικανική
υπηρεσία
αποδεικνύει
ότι το Σύμπαν
επιταχύνεται.
Αυτό σημαίνει
ότι η «σκοτεινή
ενέργεια» -η
μοναδική
δύναμη που θα
μπορούσε να
προκαλέσει
αυτήν την
επιτάχυνση-
υπάρχει και ότι
το Σύμπαν
επεκτείνεται
τόσο γρήγορα
που δεν μπορεί
να καταρρεύσει
από τη δύναμη
της βαρύτητας.
Έτσι,
αποκλείεται το
ενδεχόμενο της
«Μεγάλης
Συντριβής».»
Από
την ιστοσελίδα
του
Ινστιστούτου
Αστρονομίας
και
Αστροφυσικής,
του Εθνικού
Αστεροσκοπείου
Αθηνών
(www.astro.noa.gr/journal/Periodic/journal_03plionis.htm) διαβάζουμε:
«Τα
κύρια στοιχεία
που
υποστηρίζουν
την ορθότητα
του γενικού
πλαισίου της
θεωρίας της
Μεγάλης
Έκρηξης είναι:
(α) Διαστολή
Σύμπαντος
(β) Η
ακτινοβολία
μικροκυμάτων
(γ) Η γένεση και
τα ποσοστά των
ελαφρών
χημικών
στοιχείων.
Διαστολή
Σύμπαντος
Μία
από τις
σημαντικότερες
ανακαλύψεις
που βοήθησαν
στην θεμελίωση
της σύγχρονης
κοσμολογίας
είναι η
διαστολή του
Σύμπαντος.
Πρώτος ο Hubble το 1929
με
παρατηρήσεις
δικές του αλλά
και του Shlipher από
το 1914, ανακάλυψε
ότι το φάσμα
του φωτός των
γαλαξιών είναι
μετατοπισμένο
προς το ερυθρό,
που σύμφωνα με
το φαινόμενο Doppler
σημαίνει ότι οι
γαλαξίες
απομακρύνονται
από τον
παρατηρητή και
επιπλέον ότι η
ταχύτητα
απομάκρυνσης
των γαλαξιών
είναι τόσο
μεγαλύτερη όσο
πιο μακριά
βρίσκονται οι
γαλαξίες. Η
διαπίστωση
αυτή
ονομάστηκε
νόμος του Hubble, και
η σταθερά της
αναλογίας
ονομάστηκε
σταθερά του Hubble. Ο
πρόσφατος
υπολογισμός
της σταθεράς
του Hubble, με την
χρήση
παρατηρήσεων
μακρινών
υπερκαινοφανών
αστέρων με το
διαστημικό
τηλεσκόπιο,
έδωσε τιμή γύρω
στα 14
δισεκατομμύρια
χρόνια.
Η
ακτινοβολία
μικροκυμάτων
Μία
από τις
σημαντικότερες
ανακαλύψεις
του δεύτερου
μισού του αιώνα
μας, ανακάλυψη
που ουσιαστικά
επιβεβαίωσε
την Θεωρία της
"Μεγάλης
Έκρηξης" και
έδωσε στους Penzias
και Wilson το
βραβείο Νόμπελ
το 1965, είναι η
ύπαρξη μιας
διάχυτης
ακτινοβολίας
μικροκυμάτων
που είναι
αποτέλεσμα της
υπέρπυκνης και
υπέρθερμης
κατάστασης του
πρώιμου
Σύμπαντος. Σε
αυτήν την
κατάσταση, η
ακτινοβολία
και η ύλη ήταν
συζευγμένες
λόγω των
ελεύθερων
ηλεκτρονίων
που δρούσαν σαν
ανακλαστήρες
της
ακτινοβολίας.
Όταν η
θερμοκρασία
του Σύμπαντος
έπεσε περίπου
στους 3000 βαθμούς
Kelvin (380.000 χρόνια μετά
την "Μεγάλη
Έκρηξη"), τα
ηλεκτρόνια
απορροφήθηκαν
από τους
πυρήνες και
έτσι η
ακτινοβολία
ελεύθερα
διεχύθη στο
Σύμπαν. Αυτή η
θεωρία
προβλέπει ότι
λόγω της
διαστολής του
Σύμπαντος η
θερμοκρασία
της
ακτινοβολίας
αυτής
ελαττώνεται
και πρέπει να
είναι σήμερα 2.7
βαθμοί Kelvin καθώς
και ότι το
φάσμα της
ακτινοβολίας
πρέπει να έχει
την μορφή
φάσματος
θερμικής
προέλευσης. Και
οι δύο
προβλέψεις
επιβεβαιώθηκαν
περίτρανα και
με την
μεγαλύτερη
δυνατή
ακρίβεια στις
αρχές της
δεκαετίας του ‘90
από τα
παρατηρησιακά
δεδομένα του
δορυφορικού
παρατηρητηρίου
COBE της ΝΑSΑ.
Η
γένεση και τα
ποσοστά των
ελαφρών
χημικών
στοιχείων
Στην
υπέρπυκνη και
υπέρθερμη
κατάσταση του
πρώιμου
Σύμπαντος τα
πρωτόνια και
νετρόνια, που
είναι τα
στοιχειώδη
σωμάτια από τα
οποία
αποτελούνται
οι πυρήνες των
ατόμων όλων των
στοιχείων της
φύσης, όντας μη
συζευγμένα σε
άτομα,
δημιουργούν
τους πυρήνες
των
ελαφρύτερων
στοιχείων της
ύλης (Υδρογόνου,
Ήλιου,
Δευτέριου,
Λίθιου). Οι
συγκεκριμένες
αρχικές
αναλογίες
αυτών των
στοιχείων
εξαρτώνται από
πολλούς
παράγοντες
μεταξύ των
οποίων είναι ο
ρυθμός
διαστολής του
Σύμπαντος
δηλαδή ο ρυθμός
ψύξης του, ο
λόγος
πρωτονίων
νετρονίων κ.α. Η
θεωρία του "Μεγάλης
Έκρηξης"
προβλέπει
συγκεκριμένες
αναλογίες των
ελαφρών αυτών
στοιχείων,
πρόβλεψη που
και αυτή έχει
επιβεβαιωθεί
από τις
παρατηρήσεις
(...).
Η
σημαντικότερη
άλλη
Κοσμολογική
θεωρία
διατυπώθηκε το
1948 και είναι αυτή
της Σταθεράς
Κατάστασης των Hoyle,
Bondi & Gold . Αυτή η
θεωρία
υποστηρίζει
ότι το Σύμπαν
είναι άπειρο,
παντού και
πάντοτε το ίδιο
(στατιστικά),
δηλαδή
παραμένει
αμετάβλητο στο
χρόνο, με την
μέση πυκνότητα
της ύλης να
είναι σταθερή.
Η διαστολή και
σε αυτό το
μοντέλο είναι
κατά κάποιο
τρόπο
επιβεβλημένη
επειδή σε ένα
άπειρο και
στατικό Σύμπαν
τα φυσικά
συστήματα θα
έφταναν πολύ
σύντομα σε
θερμοδυναμική
ισορροπία (κάτι
που δεν
παρατηρείται
φυσικά). Το
σημαντικότερο
πρόβλημα αυτής
της θεωρίας
είναι ότι
υποχρεώνει το
Σύμπαν να
παράγει νέα ύλη
από το μηδέν! Η
θεωρία αυτή,
πέραν της
διαστολής του
Σύμπαντος που
την δέχεται,
απέτυχε εκεί
που η θεωρία
της Μεγάλης
έκρηξης πέτυχε.
Δηλαδή, αυτή η
θεωρία
-
δεν μπορεί να
εξηγήσει την
ακτινοβολία
μικροκυμάτων
-
δεν μπορεί να
εξηγήσει την
δημιουργία
αλλά και τα
παρατηρούμενα
στο Σύμπαν ποσά
ελαφρών
στοιχείων (αφού
δεν υπήρξε σε
αυτή τη θεωρία
αρχική
υπέρθερμη
κατάσταση
απαραίτητη
προϋπόθεση για
την
πυρηνογένεση),
-
και τέλος η
γένεση ύλης εκ
του μηδενός
είναι μια
αυθαίρετη
παραδοχή που
δεν βασίζεται
σε κανένα
παρατηρησιακό
δεδομένο.
Συμπερασματικά
από τις πιό
πρόσφατες
παρατηρήσεις
του WMAP, τις
μελέτες της
κατανομής των
γαλαξιών και
των σμηνών
γαλαξιών στο
Σύμπαν και τον
υπολογισμό της
σταθεράς του Hubble,
αποδεικνύεται
ότι το Σύμπαν
είναι
Ευκλείδειο, και
έχει ηλικία 13.7
δισεκατομμυρίων
χρόνων (με
περιθώριο
σφάλματος
μόλις 1%). Η
σύσταση του
είναι
εντυπωσιακή:
μόλις το 4% της
μάζας του
αποτελείται
από βαρυόνια (δηλαδή
την ύλη από την
οποία είναι
φτιαγμένη η Γη
και εμείς οι
ίδιοι). Το 23%
αποτελείται
από σκοτεινή
ύλη (άγνωστα
μέχρι στιγμής
σωματίδια που
αλληλεπιδρούν
μόνο βαρυτικά
με την γνωστή
μας ύλη), ενώ το
υπόλοιπο 73%
σχετίζεται με
την ενέργεια
του κενού (την
λεγόμενη
Κοσμολογική
Σταθερά). Τα
παραπάνω
αποτελέσματα
σημαίνουν ότι
το Σύμπαν θα
συνεχίσει να
διαστέλλεται για
πάντα και
μάλιστα με
επιταχυνόμενο
ρυθμό.»
Βλέπουμε
πως η θεωρία
περί αιώνιου
και άπειρου
σύμπαντος, όπως
το δεχόταν η
αρχαία
θρησκεία, ή
περί σύμπαντος
που
διαστέλλεται
και
συστέλεται
αιωνίως,
παραβιάζει μια
ντουζίνα
θεμελιώδεις
φυσικούς
νόμους και
επιστημονικές
παρατηρήσεις
που έγιναν κατά
τον 20ο αιώνα.
Υπάρχει, βέβαια,
και η θεωρία
των πολλαπλών
συμπάντων, την
οποία
χρησιμοποιούν
οι
Νεοπαγανιστές,
προκειμένου να
αρνηθούν ότι το
σύμπαν είναι
πεπερασμένο
και ότι έχει
αρχή. Φυσικά,
αποδεχόμενοι
αυτήν τη θεωρία
έχουν ήδη κάνει
ένα βήμα πίσω,
και, αντί να
δέχονται ένα
ενιαίο άπειρο
σύμπαν που
πάντα υπήρχε,
δηλαδή αντί να
δέχονται
άπειρο χώρο και
άπειρο χρόνο,
δέχονται πολλά
πεπερασμένα
σύμπαντα. Η
θεωρία αυτή
είναι, πρώτον
αναπόδεικτη
και δεύτερον
δεν αλλάζει
τίποτε.
Έστω
ότι υπάρχουν
πολλά
πεπερασμένα
σύμπαντα. Είτε
αυτά θα
επικοινωνούν
μεταξύ τους
είτε όχι (όπως
τα δύο μέρη της
κλεψύδρας
επικοινωνούν
μέσω της λεπτής
σύραγγας, δια
της οποίας
μεταφέρεται το
υλικό από τη
μία στην άλλη).
Αν δεν
επικοινωνούν,
τότε το καθένα
είναι
απομονωμένο
και, σύμφωνα με
τον Β’ νόμο της
θερμοδυναμικής,
δεν μπορεί να
υπάρχει για
πάντα. Εάν πάλι
δύο
διαφορετικά,
μεμονωμένα
σύμπαντα
επικοινωνούν
μεταξύ τους,
τακτικώς ή
συνέχεια, τότε
στην
πραγματικότητα
είναι σαν να
αποτελούν ένα
σύμπαν με
υλοενέργεια
ίση με το
άθροισμα των
υλοενεργειών
των δύο
συμπάντων.
Οπότε είναι η
ίδια περίπτωση
με το να έχουμε
ένα
απομονωμένο
και
πεπερασμένο
σύμπαν. Όσα
σύμπαντα και να
υπάρχουν, το
καθένα από αυτά
είναι
πεπερασμένο
και έχει
αναγκαστικά
χρονική αρχή,
σύμφωνα με το Β’
θερμοδυναμικό
νόμο. Αν
επικοινωνούν
όλα, τότε πάλι
έχουμε ένα
σύμπαν.
Φυσικά, δεν
μπορεί να
αποδειχθεί αν
υπάρχουν άλλα
σύμπαντα, ώστε
το σύμπαν μας
να μπορεί να «δανείζεται»
ενέργεια από
αυτά και έτσι, η
εντροπία του να
μην αυξάνεται.
Πρέπει να
αποδείξουν
πρώτον, ότι
υπάρχουν
άπειρα (κι όχι
απλώς «πολλά»,
αν και αυτό
είναι επίσης
αδύνατον ν'
αποδειχτεί)
σύμπαντα, και
δεύτερον, ότι
αυτά
επικοινωνούν
μεταξύ τους.
Πρέπει να
αποδείξουν (με
τι
επιστημονικές
μεθόδους, άραγε;)
ότι υπάρχει
κάτι έξω από τα
όρια (!) του
σύμπαντός μας.
Εννοείται πως
κάτι τέτοιο δεν
αποδεικνύεται,
διότι, αν
βρεθεί πως
υπάρχει κάτι
στην «άκρη», κάτι
πέρα από την «άκρη»
του γνωστού σε
εμάς σύμπαντος,
αυτό
απλούστατα θα
σημαίνει ότι το
σύμπαν μας
είναι
μεγαλύτερο απ΄
ό,τι νομίζαμε
και ότι τα όριά
του είναι
διαφορετικά (μεγαλύτερα)
από αυτά που ώς
τώρα γνωρίζαμε,
κι όχι ότι
υπάρχει ένα
δεύτερο σύμπαν
έξω από το δικό
μας σύμπαν.
Φυσικά, οι
Νεοπαγανιστές
είναι απολύτως
ελεύθεροι να
προτιμούν την
άποψη περί
αιωνίων
συμπάντων αντί
του Άκτιστου
Θεού. Όμως, σ’αυτήν
την περίπτωση
η επιλογή
τους είναι
αποτέλεσμα
πίστης κι όχι
επιστημονικής
παρατήρησης. Ας
αφήσουν κατά
μέρους, λοιπόν,
την «Επιστήμη».
Τον
19ο αιώνα,
εποχή κατά την
οποία ο
αθεϊσμός έκανε
θραύση μεταξύ
των
διανοουμένων
της Δύσης, οι
επιστήμες δεν
είχαν
προοδεύσει
πολύ και το
σύμπαν
θεωρείτο
αιώνιο. Τώρα ας
ψάξουν άλλες
προφάσεις οι
Νεοπαγανιστές. Το
σύμπαν δεν
είναι αιώνιο
ούτε άπειρο. Φυσικά,
οι εθνικιστές «αρχαιολάτρες»,
με την
ψυχολογίστικη
ερμηνεία κάθε
φυσικομαθηματικής
θεωρίας που
έχουν,
αποδίδουν «εξουσιαστικές
σκοπιμότητες»
στο Μπίγκ
Μπάνγκ ή στο
Νεύτωνα ή σε
όποια
ανακάλυψη δε
συμφωνεί με τον
αρχαίο
Προκρούστη
τους (το
γουρούνι τα
βλέπει όλα
γουρουνίσια˙ ο
εξουσιαστής
βλέπει παντού
εξουσιασμούς).
Είναι προφανές:
όταν κάποιος
δεν μπορεί να
αντικρούσει τα
επιστημονικά
επιχειρήματα,
τότε
ανακαλύπτει
συνωμοσίες
αιώνων,
εξουσιασμούς,
τερατολογίες
και ο,τιδήποτε
άλλο, που δήθεν «αποδεικνύει»
λανθασμένους
τους
επιστημονικούς
συλλογισμούς.
Είναι
δύσκολο βέβαια,
κάποιος που
πιστεύει ότι
κάποιοι επί
αιώνες κάνουν
αστρονομικές
και
φυσικοχημικές
ανακαλύψεις με
σκοπό να τον
εξαπατήσουν
και να τον
εξουσιάζουν, να
αποδεχτεί την
ανακάλυψη ότι
το σύμπαν
διαστέλλεται
αιώνια και θα
διαστέλλεται
αιώνια, χωρίς
να ισχύει η
άποψη του
Ηράκλειτου
περί
διαδοχικών
διαστολών-συστολών.
Οι
Νεοπαγανιστές
από τη μία
κατηγορούν την
Εκκλησία ότι
είναι κατά της
Γνώσης, κατά
της Επιστήμης κ.λ.π.,
και από την
άλλη, όταν η
Επιστήμη
καταρρίπτει τα
κοσμολογικά
δόγματα (διότι
δόγματα ήταν,
άνευ
πειραμάτων ή
αποδείξεως
επιστημονικής)
της αρχαίας
μυθολογίας,
αυτοί να
ανακαλύπτουν
σκοτεινές
συνωμοσίες και
εξουσιασμούς
και άλλες
παρόμοιες
αστειότητες.
Όποτε τους
αρέσει, είναι
καλή η Επιστήμη
λοιπόν. Όταν
δεν τους αρέσει,
τότε πρόκειται
περί
Συνωμοσίας.
Είναι
πραγματικά
εκπληκτικό το
πώς οι
Νεοπαγανιστές
απορρίπτουν τα
πορίσματα της
Φυσικής και των
νεώτερων
επιστημών για
χάρη της κάθε
αντιεπιστημονικής
ιδέας που
ισχυριζόταν η
αρχαία
θρησκεία, και
ταυτόχρονα να
παριστάνουν
τους «ορθολογιστές».
Εννοείται
πως δεν
κατηγορούνται
οι Αρχαίοι
Έλληνες
πρόγονοί μας,
οι οποίοι είχαν
αυτές τις
εσφαλμένες
απόψεις περί
αιωνιότητας
του σύμπαντος
και
κυκλικότητας
του χρόνου. Οι
Αρχαίοι
Έλληνες ούτε
πειράματα
έκαναν ούτε και
τους νόμους της
φυσικής
γνώριζαν, ώστε
να
υποστηρίζουν
αυτά που λέει
η επιστήμη
σήμερα. Τέτοια
ήταν η εξέλιξη
της επιστήμης
τότε˙
αναμενόμενο
ήταν να
υποστηρίζουν
λανθασμένες
ερμηνείες. Αλλά
το ότι κατανοούμε
τους λόγους για
την έλλειψη
σωστών
επιστημονικών
απόψεων, δεν
σημαίνει πως
αποδεχόμαστε ό,τι
έλεγαν οι
Αρχαίοι. Άλλο
το ένα κι άλλο
το άλλο. Οι
Νεοπαγανιστές
είναι που
κατηγορούνται,
διότι
υποστηρίζουν
αρχαιοελληνικές
απόψεις οι
οποίες έχουν
αποδειχθεί
οριστικά
εσφαλμένες.
Στον 21ο αιώνα
οι
Νεοπαγανιστές
αναμασούν τις
λαθεμένες
απόψεις των
Αρχαίων
προγόνων μας.
Βέβαια, για
έναν εθνικιστή
οι Αρχαίοι δεν
είπαν τίποτε
λανθασμένο, και
με αυτή τη
λογική
υβρίζουν και
συκοφαντούν οι
Νεοπαγανιστές
σήμερα ως «ανθέλληνα»
όποιον τους
υποδεικνύει τα
λάθη της
αρχαίας
θρησκείας.
Είναι
άξιο απορίας,
πώς πιστεύουν
οι «Εθνικοί
Ελληνες» ότι το
σύμπαν είναι
Αιώνιο και
Τέλειο (τού
αποδίδουν
δηλαδή ως
σύνολο θεών-ανθρώπων-υλοενέργειας
ιδιότητες Θεού,
ήτοι
τελειότητα,
απειρότητα κ.λ.π.)
αφού κάποτε,
όπως λέει η
Επιστήμη, θα
καταλήξει σε
κατάσταση
θερμοδυναμικής
ισορροπίας, η
οποία είναι μη
αναστρέψιμη
διαδικασία,
καθώς η
ενέργεια δεν θα
είναι
διαθέσιμη. Θα
υπάρχει ακριβώς
η ίδια με
πάντοτε
συνολικά
ενέργεια, αλλά
δεν θα είναι
χρησιμοποιήσιμη.
Πού είναι
λοιπόν η
τελειότητα; Και
πού η
αιωνιότητα
ενός
συστήματος που
τείνει προς το
μηδέν; Το
σύμπαν-φύση
λοιπόν, το
οποίο οι
Νεοπαγανιστές
δέχονται ως «θεό»,
όχι δεν είναι
αγέννητο ή
τέλειο ή
άφθαρτο, ως
Ολότητα.
Να
διευκρινήσουμε
πως δεν
εννοούμε σε
καμμιά
περίπτωση ότι η
Επιστήμη
αποδεικνύει
την ύπαρξη ενός
Θεού. Η
Επιστήμη
εξηγεί το «πώς»
και η Πίστη το «γιατί»
και μεταξύ τους
αλληλοσυμπληρώνονται.
Αυτό που
αποδεικνύει η
Επιστήμη με τις
ανακαλύψεις
αυτές, είναι
ότι η – ενάντια
στην ιδέα του
ενός Άκτιστου
Θεού –
παγανιστική
μυθολογία περί
«αιώνιου, άφθαρτου
σύμπαντος» και «σύμπαντος-θεού»
είναι εντελώς
λανθασμένη.
52.
«Αν η Πρώτη
αιτία ήταν Ψυχή,
τα πάντα θα
ήταν Έμψυχα. Αν
ήταν Νους, τα
πάντα θα ήταν
Νόηση. Αν ήταν
Ύπαρξη, τα
πάντα θα ήταν
Ύπαρξη»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Οι Παγανιστές (Ο
Σαλλούστιος
που τα έγραψε
αυτά) νομίζουν
πως ο
Δημιουργός-Θεός
δημιουργεί εκ
της θεϊκής
Ουσίας του με
αποτέλεσμα να
νομίζουν ότι
και τα
δημιουργήματα
μετέχουν της
θεϊκής Ουσίας.
Γι’ αυτό λένε
πως αν η Πρώτη
Αιτία ήταν Ψυχή,
όλα θα ήταν
γεμάτα Ψυχή.
Όμως αυτό δεν
είναι
απαραίτητο: ο
Χριστιανισμός
λέει πως ο
Δημιουργός
δημιουργεί τον
κόσμο όχι εκ
της θεϊκής
ουσίας του (δεν
δίνει κομμάτι
του εαυτού του,
ούτε
αναπαραγάγει
τμήμα του
εαυτού του)
αλλά με τη θεία
ενέργεια. Η
δημιουργία εκ
του μη όντος (όντως
«όν» είναι ο Θεός˙
δηλαδή έχουμε
δημιουργία όχι
από θεϊκό τμήμα)
αποκλείει την
παραγωγή του
Κόσμου από την
ουσία του Θεού.
Αλλιώς, δεν θα
ήταν
δημιουργία εκ
του μη όντως
αλλά μια κίνηση
της ίδιας της
θείας ουσίας (μερισμός
αυτής), πράγμα
που θα σήμαινε
ότι ο Θείος
είναι ατελής,
αφού το τέλειο
δεν κινείται!
Η δημιουργία
του ανθρώπου
και του κόσμου
έγινε με τη
θεία ενέργεια,
δηλαδή ως θεία
βούληση. Κι
αυτή (η θεία
ενέργεια) ήταν
η Πρώτη Αιτία,
όχι η θεία
ουσία η οποία
παρέμεινε
ακίνητη και
αναλλοίωτη. Ο
Θεός στον
Χριστιανισμό,
ακριβώς επειδή
είναι τέλειος,
παντοδύναμος
και
ανεξάρτητος
από κάθε τι,
ακόμα και από
την ίδια τη
φύση του,
βούλεται και
δρα ελεύθερα
από την φύση
του, κι όχι
αναγκαστικά
σύμφωνα με
αυτήν. Ετσι τα
κτιστά
πλάσματα και η
κτιστή
πραγματικότητα,
πάντοτε κατά τη
δεκτικότητα,
μετέχει μόνο
στην άκτιστη
θεία ενέργεια
κι όχι στην
θεία ουσία. Και
ο Θεός είναι
πανταχού παρών
στον κόσμο μόνο
με την ενέργεια.
Εξαίρεση
αποτελεί η
σάρκωση του
Λόγου.
Όσο για την
πανθεϊστική
αντίληψη, η
οποία θεωρεί
ότι ο Κόσμος
είναι Θεός, ο
Μέγας
Αθανάσιος
γράφει (Κατά
Ειδώλων, 28): «Πώς
λοιόν αυτά [τα
ουράνια σώματα
και οι φυσικές
δυνάμεις] θα
ηδύναντο να
είναι θεοί,
αφού έχουν
ανάγκην της
βοηθείας άλλων;
Και πώς αρμόζει
να ζητούμεν
κάτι από αυτά,
αφού και αυτά
ζητούν το ένα
από το άλλο ό,τι
τους
χρειάζεται;
Διότι, εφόσον
λέγεται περί
του Θεού, ότι
δεν έχει
ανάγκην
κανενός, αλλ’
είναι αυτάρκης
και
ολοκληρωμένος
και τα πάντα
υπάρχουν εντός
αυτού, και
μάλλον αυτός
βοηθεί τα πάντα,
πώς αξίζει να
ονομάζωνται
θεοί ο ήλιος
και η σελήνη
και τα άλλα
μέρη της
κτίσεως, τα
οποία είναι
ελλιπή και
έχουν ανάγκη
της βοήθειας
των άλλων;
Αλλ’ ίσως και
αυτοί θα
συμφωνήσουν ό,τι,
όταν αυτά
χωρίζονται και
λαμβάνονται
χωριστά, είνε
ελλιπή, διότι η
απόδειξις
είναι
ολοφάνερος˙ θα
ισχυρισθούν
όμως ότι Θεός
είναι το
σύνολον, όταν
δηλαδή
συνενωθούν όλα
μαζί και
αποτελέσουν
ένα μέγα σώμα.
Όταν
σχηματισθεί το
σύνολον, δεν
χρειάζεται
πλέον άλλον˙
αλλά το σύνολον
από μόνον του
είναι ικανόν
και αυτάρκες δι’
όλα˙ αυτά θα
μας πουν οι
δοκησίσοφοι,
δια να
ελεγχθούν και
από αυτά. Αυτό
που θα ειπώ
τώρα θα
αποδείξη όχι
ολιγώτερον από
τα προηγούμενα,
αλλά και πολύν
περισσότερο
ότι η ασέβειά
των
συνοδεύεται
από μεγάλην
αμάθειαν. Διότι
εάν τα επί
μέρους,
συνενούμενα
αναπληρούν το
σύνολον, και το
σύνολο
συνίσταται εκ
των επί μέρους,
άρα το σύνολον
έχει
σχηματισθή από
μέρη που το
καθένα
τυγχάνει μέρος
του συνόλου.
Αλλ’ αυτό
ευρίσκεται
πολύ μακράν των
αντιλήψεων
περί Θεού.
Διότι ο Θεός
είναι ενιαίος
και όχι από
κομμάτια και
δεν έχει
σχηματισθή από
διάφορα
πράγματα, αλλ’
αυτός
εδημιούργησε
τα πάντα.
Πρόσεχε λοιπόν
πόσην ασέβεια
επισυνάπτουν
εις τον Θεόν
λέγοντας αυτά.
Διότι εάν έχει
σχηματισθή από
μέρη θα φανή
οπωσδήποτε ότι
είναι ανόμοιος
προς τον εαυτό
του και ότι
αποτελείται
από ανόμοια.
Διότι εάν είναι
ήλιος, δεν
είναι σελήνη˙
και εάν είναι
σελήνη, δεν
είναι γη˙ και
εάν είναι γη,
δεν θα είναι
θάλασσα.
Παίρνοντας
έτσι κανείς ένα-ένα
τα πάντα, θα
εύρη τον
παραλογισμόν
αυτής της
θεωρίας.
Θα ηδύνατο
κανείς να τους
καταδικάσει δι’
αυτό, από την
εξέτασιν του
ανθρωπίνου
σώματος. Το
μάτι δεν είναι
αυτί, ούτε το
αυτί είναι χέρι,
ούτε η κοιλιά
είναι στέρνον,
ούτε ο λαιμός
είναι πόδι,
αλλά το καθένα
έχει
ιδιαίτεραν
ενέργειαν˙ και
ενώ αυτά είναι
διαφορετικά,
συνιστούν ένα
σώμα, του
οποίου τα μέρη
είναι μεν
ενωμένα όπως
απαιτεί η
λειτουργία των,
διαλύονται
όμως με την
παρέλευσιν του
χρόνου, όταν τα
διαλύση η φύσις
που τα συνένωσε,
κατά το θέλημα
του Θεού. Έτσι
αν αυτοί
συναρμολογούν
τα μέρη της
Κτίσεως εις ένα
σώμα και τα
αναγορεύουν
Θεόν, κατ’
ανάγκη αυτός
μεν καθεαυτόν
θα είναι
ανόμοιος προς
τον εαυτό του,
καθώς
απεδείχθη, θα
διαλύεται δε,
διότι η φύσις
των μερών έχει
το
χαρακτηριστικόν
να μερίζεται».
Το σύμπαν
υποκείμενο στη
φθορά, την
αύξηση της
εντροπίας,
τείνει στη
διάλυση. Τι
είδους «θεός»
είναι λοιπόν;
53.
«Αυτός ο ίδιος
κόσμος πρέπει
κατανάγκη να
είναι άφθαρτος
και αγέννητος.
Άφθαρτος
επειδή, αν
τυχόν
καταστραφεί,
πρέπει ή
καλλίτερος, ή
χειρότερος, ή ο
ίδιος με αυτόν,
ή χάος να
δημιουργηθεί.
Αν είναι
καλλίτερος, ο
δημιουργός που
δεν έφτιαξε εξ
αρχής το
καλλίτερο
πρέπει να είναι
ατελής. Αν
είναι ο ίδιος,
μάταια
δημιουργήθηκε.
Αν είναι ο Χάος....είναι
ασέβεια και να
λέγονται
τέτοια
πράγματα. Οσα
είπαμε για να
αποδείξουμε
ότι ο Κόσμος
είναι
αδημιούργητος.
Διότι αν δεν
καταστρέφεται,
τότε δεν
δημιουργείται.
Διότι κάθε τι
δημιουργούμενο
καταστρέφεται».
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Κατ’ αρχήν,
εφόσον, σύμφωνα
με το Β΄ θερμοδυναμικό
αξίωμα, ο
κόσμος είναι
φθαρτός, έχει
δημιουργηθεί,
συνεπάγεται
πως δεν είναι
αιώνιος,
και κάθε
ισχυρισμός
περί του
αντιθέτου
βασισμένος σε
συλλογισμούς
δίχως τη
βοήθεια της
Επιστήμης
είναι
αναπόδεικτος
και δεν
ευσταθεί.
Επιπλέον
δεν είναι
απαραίτητο να
υπάρχει
αντιστοιχία
μεταξύ κόσμου
και δημιουργού.
Ένας τέλειος
Δημιουργός
μπορεί να
φτιάξει έναν
τέλειο κόσμο,
αλλά, αν θέλει,
μπορεί να
φτιάξει και
έναν ατελή
κόσμο, να μην
τον φτιάξει
τέλειο δηλαδή.
Ο Δημιουργός
όντας πλήρως
ελεύθερος,
μπορεί να
διαλέξει τι
είδους κόσμο θα
δημιουργήσει.
Αυτό, πρώτον
είναι δυνατόν
και δεύτερον
δεν
συνεπάγεται
ατέλεια ή κακία
του δημιουργού.
Είναι
δυνατόν να
συμβαίνει,
διότι ο κόσμος
και τα (έλλογα ή
άλογα) όντα εντός
του δεν
μετέχουν της
θεϊκής Ουσίας
του Δημιουργού,
αλλά έχουν –επειδή
έτσι το θέλησε
ο Δημιουργός –
δική τους ουσία
και βούληση, η
οποία είναι
ανεξάρτητη από
τη βούληση και
ουσία του
Δημιουργού.
Συνεπώς ο
παραλληλισμός
«ατελής Κόσμος,
ατελής
Δημιουργός»,
μόνο στην
περίπτωση του
Πανθεϊσμού,
όταν κόσμος και
Θεός έχουν την
ίδια ουσία,
είναι αληθής.
Στην περίπτωση
όμως ενός
Άκτιστου Θεού,
είναι όχι μόνο
δυνατόν, αλλά
και
αιτιολογημένο
να διαφέρει η
ουσία του
κόσμου από την
ουσία του Θεού.
Δεν
συνεπάγεται
κακό ή ατελή
Δημιουργό η
δημιουργία
ενός ατελούς
κόσμου από έναν
τέλειο Θεό,
τόσο διότι όπως
δείξαμε δεν
υπάρχει
αντιστοιχία
στην ουσία Θεού
και κόσμου, όσο
και διότι ο
Θεός είχε
συγκεκριμένο
σκοπό, για τον
οποίο
δημιούργησε
τον κόσμο ατελή,
«λίαν καλό», αλλά
όχι τέλειο. Ο
Δημιουργός
δίνει την
δυνατότητα στα
έλλογα όντα του
κόσμου που
αυτός έπλασε,
ελεύθερα να συν-διαμορφώσουν
την πορεία του
κόσμου: είτε
προς το μηδέν
και την
καταστροφή
είτε προς την
τελείωση. Ο
Δημιουργός δεν
θα ήθελε να
φτιάξει έλλογα
όντα, τα οποία
αναγκαστικά,
δηλαδή εκ της
φύσεώς τους –
άρα δίχως δική
τους ελεύθερη
επιλογή και
προσπάθεια – θα
ήταν τέλεια, σε
έναν εξ αρχής
και εκ φύσεως
τέλειο Κόσμο.
Δίνοντάς τους ο
Θεός το
δικαίωμα να
διαλέξουν,
μεταξύ
τελειότητας
και
εκμηδενισμού/φθοράς,
τους δίνει και
την ελευθερία.
Την ελευθερία
να γίνουν θεοί,
αν το θέλουν,
ώστε ο «πολύ
καλός» κόσμος,
τον οποίο
εκπροσωπούν
και του οποίου
ηγούνται, να
γίνει κι αυτός
τέλειος. Γιατί
μόνο με την
ελευθερία έχει
νόημα η αρετή
και η
τελειότητα.
Φυσικά και θα
μπορούσε να
φτιάξει ο Θεός
ένα τέλειο
κόσμο εξ αρχής.
Αλλά τότε δε θα
έδινε στον
άνθρωπο την
δυνατότητα να
απορρίψει το
Δημιουργό του.
Θα ήταν εκ
φύσεως/κατ’
ανάγκη τέλειος
(όπως οι
άνθρωποι είναι
εκ φύσεως
όμορφοι ή
άσχημοι ή
έξυπνοι ή
κοντοί, δίχως
να μπορούν να
το αλλάξουν) κι
όχι επειδή το
θέλησε.
54. «Κάθε
«πρόσωπο», είναι
αξιωματικώς
μικρότερο του
όντως Όντος και
υποχρεωτικώς «δρα»,
αντί απλώς να «είναι»,
εγγυώμενο λ.χ.
στην περίπτωση
των Θεών, την
συνοχή και
ευταξία ενός
συστήματος που
εδράζει στην
ύπαρξή τους.
Επιπροσθέτως, η
ύπαρξη «ωπός» (όψεος)
προϋποθέτει «όριο»
(εξωτερικό
δηλαδή «φλοιό»
ασχέτως βαθμού
υλικότητος)
ενός
υποχρεωτικός
επιμέρους
όντος, καθώς
και αλλότριο
εξωτερικό χώρο
για τη στάση
άλλων
εξωτερικών του
επιμέρους
όντων και τη
θέαση του ως «Όψη»,
πράγμα βεβαίως
άτοπο, αφού
καθιστά τον Θεό
μη άπειρο και
μη πανταχού
παρόντα. Ενώ οι
αντιφατικοί
θεολόγοι των
ιουδαιογενών
Θρησκειών
υποχρεώνονται
να θέσουν
παραλόγως τον
τάχα προσωπικό
«Θεό» τους εκτός
του
εκδηλωθέντος
Κόσμου, σε εμάς
τους Εθνικούς,
εξαιτίας αυτού
του σαφούς
απροσώπου τους,
οι Θεοί μπορούν
και διαχέονται
στο όλον του
όντως Όντος» (Β.
Ρασσιάς, Διιπετές
τ. 55, σ. 11).
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Έχουμε
να
παρατηρήσυμε
τα εξής:
1)
η εξεπίτηδες
προσθήκη «αξιωματικώς»
στο «κάθε «πρόσωπο»
είναι
μικρότερο του
όντως Όντος»,
δεν
προκαθορίζει
τίποτε, εφόσον
μιλάμε για το
Θεό κι όχι για
θνητούς. Οι
Νεοδωδεκαθεϊστές,
θεωρούν πως το «Όντως
Ον» είναι ο
κόσμος, το
σύμπαν. Όμως το
σύμπαν δεν
μπορεί να είναι
το «Όντως Ον»,
διότι είναι
φθαρτό κι έχει
χρονική αρχή,
όπως έχει
αποδειχθεί.
Επιπλέον, ο
προσωπικός
Θεός του
Χριστιανισμού,
άφθαρτος,
άχρονος και
δημιουργός του
σύμπαντος,
είναι ο μόνος
Όντως Ων. (Όντως
Ων, με την
έννοια ότι
είναι
αυθύπαρκτος,
επειδή το θέλει
– κι όχι λ.χ. ότι ο
υλικός κόσμος
δεν είναι
πραγματικός,
αλλά
φανταστικός.)
2)
Ο προσωπικός
Θεός δεν δρα (όντας
πρόσωπο) «υποχρεωτικώς»,
αλλά μόνον
ηθελημένα κι
ελεύθερα, για
τον απλό λόγο,
ότι όντας ο
Όντως Ων, δεν
υποχρεούται
ούτε εξαρτάται
από τίποτε – με
άλλα λόγια δεν
του είναι
τίποτε
υποχρεωτικό,
ακριβώς επειδή
είναι Θεός˙
ούτε να δρα
ούτε να είναι.
Θέλει και δρα˙
θέλει να είναι,
και γι’ αυτό
είναι. Αλλιώς,
δε θα ήταν
Όντως Ων,
δηλαδή
ανεξάρτητος.
Άλλωστε, και οι «θεοί»
δρουν, όπως
δείχνει η
μυθολογία,
παρόλο που –
σύμφωνα με τους
Νεοδωδεκαθεϊστές
– δεν είναι «πρόσωπα».
3)
Για να μπορούν
οι «θεοί» να
εγγυώνται την
συνοχή και την
ευταξία του
σύμπαντος,
πρέπει να είναι
ανώτεροι από
αυτό – με άλλα
λόγια, να μην
εξαρτώνται από
αυτό. Οι «θεοί»,
όμως, έχοντας
γεννηθεί από το
σύμπαν, είναι
ολοφάνερο ότι
εξαρτώνται από
αυτό. Δεν
μπορεί το
κατώτερο
δημιούργημα να
συντηρεί το
ανώτερο. Αφού
για τους
Νεοδωδεκαθεϊστές
το «Όντως Ον»
είναι το σύμπαν,
τότε
συνεπάγεται,
ότι οι «θεοί» –
επειδή είναι
τμήμα του
Σύμαντος,
δηλαδή
κατώτεροι του «όντως
Όντος»
Σύμπαντος, το
οποίο «σε
κάποια
δεδομένη
στιγμή το
έβαλαν απλώς
κάτω από τον
έλεγχό τους» –
εξαρτώνται από
αυτό κι όχι
αυτό από αυτούς.
4)
Η φιλοσοφική
ανεπάρκεια των
Νεοδωδεκαθεϊστών
δεν έχει όρια
και τους οδηγεί
σε λάθος
εκτιμήσεις για
την έννοια του «προσωπικού»
Θεού του
Χριστιανισμού.
Τι κάνουν αυτοί,
όταν μιλάνε για
το «πρόσωπο» και
την «όψη»;
Παίρνουν μια
λέξη, η οποία
για τους
Χριστιανούς
σημαίνει πάνω-κάτω
«προσωπικότητα»,
χρησιμοποιούν
την
αρχαιοελληνική
σημασία της («πρόσωπο»=μάσκα),
αυτά όλα τα
μπερδεύουν
έπειτα με την
σημερινή
σημασία της («μούρη»)
και ύστερα,
αυτό το δικό
τους μπέρδεμα,
το ποιος
ισχυρίζεται τι,
το
καταλογίζουν
στον
Χριστιανισμό
και στην άποψή
του περί «προσώπου».
Είναι, προφανώς,
γελοίο, να
καθορίζαμε τις
θεολογικές
έννοιες από την
αρχική
ετυμολογία
τους.
5)
Η ύπαρξη
περισσότερων
προσώπων εκτός
από αυτό του
Θεού δεν
καθιστά το
χριστιανικό
Θεό «ατελή», μη
πανταχού
παρόντα και μη «άπειρο».
Η διαφορά
μεταξύ Θεού και
κόσμου
συμπεριλαμβανομένων
και των άλλων
προσώπων (ανθρώπων,
αγγέλων κλπ)
είναι διαφορά
ουσίας. Εκεί
έγκειται η «απειρότητα»
(κι όχι στην «ποσότητα»
και το... «μέγεθος»
του Θεού) και η
τελειότητά του.
Αλλιώς, θα
καταλήγαμε στο
παράλογο, ότι
για να είναι
τέλειος ο Θεός,
δεν θα έπρεπε
να υπάρχει
κανένα άλλο
πρόσωπο που να
τον «περιορίζει»,
του μειώνει το «άπειρο
μέγεθος» και
την ιδιότητά
του ως «πανταχού
παρών». Ως (το
μόνο
πραγματικά)
Πνεύμα, ως
υπερούσιος του
κόσμου, ο
προσωπικός
Άκτιστος Θεός
είναι έτσι κι
αλλιώς
πανταχού παρών,
ακόμη και αν
υπάρχουν άλλες
(πολλές ή
άπειρες)
προσωπικότητες
(αναγκαστικά)
κατώτερης (αφού
είναι Κτιστά
όντα) ουσίας
από τον ίδιο. Οι
Νεοπαγανιστές
εκλαμβάνουν
την «απειρία» ως
ζήτημα «(υλικού)
χώρου, τον
οποίον
καταλαμβάνουν
τα υπόλοιπα
όντα». Όμως, ο
προσωπικός
Θεός, ως
παντοδύναμος
και υπερούσιος
δεν νοιώθει «στενάχωρα»
που υπάρχουν κι
άλλα όντα. Αυτό
θα συνέβαινε,
αν υποθέταμε
ότι υπάρχουν
δύο Θεοί,
ολόιδιοι
μεταξύ τους.
Δεν τίθεται
ζήτημα «μεγέθους
προσωπικότητας»
ή «υλικού/πνευματικού
χώρου, στον
οποίο υπάρχουν
οι
προσωπικότητες»
(ώστε, μόλις
υπάρξει
δεύτερη
προσωπικότητα
έτερη του Θεού,
αυτομάτως ο
Θεός να χάσει
την απειροσύνη
του), όπως
πιστεύουν οι
Παγανιστές. Και
να
επαναλάβουμε,
ότι το
Υπερούσιο δεν
έχει να κάνει
με κάποια «εξωκοσμικότητα»,
ότι υπάρχει
ένας χώρος
εκτός
Σύμπαντος, από
τον οποίο το
παρατηρεί ο
Θεός – ο οποίος
γι’ αυτόν τον
λόγο
αποκαλείται «εξωκοσμικός
Θεός». Αυτά
είναι
υλιστικές,
παχυλές
πολυθεϊστικές
αντιλήψεις,
δημιουργήματα
της ανθρώπινης
διάνοιας, που
αδυνατεί να
συλλάβει την
Ουσία του Θεού
και θέτει το
ζήτημα του
υλικού τόπου
ύπαρξής του.
6)
Αντιθέτως,
πρέπει να
τονίσουμε ότι
οι «θεοί» του
πολυθεϊσμού
κατά πρώτον δεν
μπορούν να
φροντίζουν για
την συνοχή και
ευταξία του
Σύμπαντος,
διότι ούτε
είναι
συναιώνιοι με
αυτό ούτε
δημιουργοί/γνώστες
των νόμων που
το διέπουν, και,
κατά συνέπεια
των δύο
προηγουμένων,
ούτε ισο-δύναμοι
με αυτό, ώστε να
το συντηρούν˙
κατά δεύτερον,
αλλάζοντας
μορφές
μεταβάλλονται,
πράγμα άτοπο
για το Θείον, το
οποίο είναι
αμετάβλητο κι
απαθές, όπως
λέει ακόμη κι ο
Πλάτωνας. Διότι,
πηγαίνοντας
από τη μία
μορφή στην άλλη,
οι θεοί είτε
γίνονται
καλύτεροι είτε
χειρότεροι.
Αλλά αν
γίνονται
χειρότεροι,
τότε δεν είναι
θεοί, ενώ αν
γίνονται
καλύτεροι, τότε
δεν είναι
αρκούντως
καλοί ώστε να
αποκαλούνται
θεοί. Ο Πλάτων
λέει, εις
πείσμα των
Νεοπαγανιστών:
«κανείς λοιπόν
ποιητής να μην
τολμήση να μας
λέγη, πως ξένη
οι θεοί
παίρνουν μορφή,
σαν τάχα
ξωμερίτες κι
αλλιώτικοι,
λογής κοπής,
γυρνούν στις
πολιτείες (Οδύσσειας
ρ 485-486). Μήτε να μας
ψευδολογά για
τις
μεταμορφώσεις
του Πρωτέως και
της Θέτιδος,
μηδέ να μας
παρουσιάζη
στις τραγωδίες
και σ’ άλλα
ποιήματα την
Ήρα
μεταλλαγμένη
σε ιέρεια να
μαζεύη ελέη για
τα μακάρια τα
παιδιά του
ποταμού του
Ινάχου (Αισχύλου,
Ξάντρειαι)
και άλλα πολλά
τέτοια
ψευτολογήματα
να μας
αραδιάζουν. Κι
ας προσέξουν
ακόμα κι οι
μητέρες να μην
τρομάζουν με
τέτοια κακά
παραμύθια τα
παιδιά των, πως
τάχα οι θεοί
παίρνουν
διάφορες ξένες
μορφές και
τριγυρνούν τις
νύχτες» (Πολιτεία,
381 d-e).
Με ειρωνία ο
Πλάτων ρωτά
τους
πολυθεϊστές
της εποχής του –
τα ίδια θα
ρώταγε και τους
Νεοπαγανιστές
που
υποστηρίζουν
ότι οι θεοί
αλλάζουν μορφή
και «διαχέονται»
– : «πιστεύεις
τάχα πως ο θεός
είναι κανένας
μάγος, ώστε
όπως του
καταβαίνη στη
φαντασία να
παρουσιάζεται
σε πολλές και
διάφορες
μορφές και
άλλοτε να
γίνεται άλλο
και να
μεταβάλλη το
είδος του σε
διάφορα
σχήματα, άλλοτε
πάλι ν’ απατά
τις αισθήσεις
μας και να μας
φαίνεται
τέτοιος ή
τέτοιος;» (Πολιτεία,
380d).
Άλλα λένε οι
Παγανιστές,
άλλα ο Πλάτων (ότι
οι θεοί δεν «διαχέονται»
ούτε αλλάζουν
μορφή). (Νεοπαγανιστικό)
συμπέρασμα: ο
Πλάτωνας είναι
ανθέλληνας,
αφού
απορρίπτει την
(ΜΙΑ και
ΜΟΝΑΔΙΚΗ!)
αρχαιοελληνική
θεολογία της
ΜΙΑΣ, ενιαίας
παντοτινά,
αρχαίας
θρησκείας.
7)
Τέλος, να
σημειώσουμε
ότι, εφόσον κι
οι ίδιοι οι
κακώς
αυτοαποκαλούμενοι
«Εθνικοί»
παραδέχονται
ως ιδιότητα του
Θεού την
απειροσύνη και
το «πανταχού
είναι» (να είναι
πανταχού παρών),
οι
πολυθεϊστικοί
«θεοί» δεν είναι
θεοί, αφού ούτε
πανταχού
παρόντες ούτε
άπειροι είναι ο
καθένας.
8)
Η όλη αντίληψη
περί «απρόσωπων
θεών»
αντιτίθεται
στην επιμονή,
με την οποία οι «Εθνικοί»
θεωρούν τη
λατρεία προς
αυτούς (με
θυσίες κ.λπ) ως
τρόπο «επικοινωνίας»
μαζί τους.
Εφόσον ο
άνθρωπος είναι
πρόσωπο,
επικοινωνία
νοείται μόνο με
ένα άλλο
πρόσωπο,
άνθρωπο ή άλλο
όν. Δεν λέμε π.χ.
ότι «ο άνθρωπος
επικοινωνεί με
την καρέκλα».
Αφού είναι
απρόσωπες οι
θεότητες, τι
είδους
επικοινωνία
μαζί τους
νοείται; Αφού
είναι
απρόσωποι οι
θεοί, πώς
αντιλαμβάνονται
τη λατρεία των
ανθρώπων προς
αυτούς; Με ποιο
τρόπο μυρίζουν
το λιβάνι οι
απρόσωποι θεοί;
Και πώς ξέρουν
ποιος το
προσφέρει και
ποιος δεν το
προσφέρει ώστε
να τιμήσουν ή
να τιμωρήσουν
αναλόγως; Και
πώς μπορούν να
τιμωρήσουν ή να
ευεργετήσουν
κάποιον – απλώς
επειδή
προσέφερε
λιβάνι ή θυσία
σ’ αυτές – αφού
υπόκεινται
στους φυσικούς
νόμους, οι
οποίοι δεν
αλλάζουν ούτε (σύμφωνα
με τους «Εθνικούς»)
επηρεάζονται
από προσευχές
και λιβάνια;
Είναι
αδιανόητο μια
απρόσωπη
δύναμη να
αντιλαμβάνεται
πότε κάποιος
προσεύχεται σ’
αυτήν, πότε
θυσιάζει σ’
αυτήν. Εξάλλου,
τι θα χάσει ο
άνθρωπος, αν
δεν λατρέψει
τέτοιες
φυσικές,
απρόσωπες
δυνάμεις, αφού
αυτές δεν
μπορούν να τον
ακούσουν, να
τον
αντιληφθούν
εάν δεν τις
λατρεύει,
εφόσον είναι
απρόσωπες;
Τίποτα,
απλούστατα. Οι
δυνάμεις της
φύσης είναι
απρόσωπες,
άψυχες,
αδιάφορες για
τον άνθρωπο,
είτε αυτός
προσφέρει
θυσία σε αυτές
είτε όχι. Γι’
αυτό και
συμβαίνουν τα
φυσικά
καταστρεπτικά
φαινόμενα: όσες
προσευχές και
να γίνουν προς
αυτά, η
καταστρεπτική
μανία τους δεν
θα κοπάσει. Και
γιατί να
λατρέψει
κανείς στο
πρόσωπο του Δία
τον κεραυνό;
Λατρεύει
κανείς ένα
τούβλο και του
προσφέρει
λιβάνι
λέγοντας «σε
λατρεύω τούβλο,
γιατί εσύ
κτίζεις τα
σπίτια»; Αφού οι
φυσικές
δυνάμεις είναι
απρόσωπες και
δεν
αισθάνονται
τίποτα, ό,τι
έκαναν το
έκαναν
ασυνείδητα
δίχως καλή
προαίρεση να
βοηθήσουν π.χ
τον άνθρωπο.
Γιατί, αν είχαν «καλή
προαίρεση»,
ΑΠΛΟΥΣΤΑΤΑ δεν
θα ήταν «απρόσωπες»!
Όμως, αποτελεί
ύψιστη ανοησία
να τιμάς, να
λατρεύεις
κάποιον για μία
πράξη του, την
οποία αυτός
έκανε
αναγκαστικά (οι
φυσικές
δυνάμεις
υπακούν
αναγκαστικά
στους φυσικούς
νόμους) κι όχι
ηθελημένα.
Είναι σαν να
έπραξαν ό,τι
έπραξαν οι «φυσικές
απρόσωπες
δυνάμεις»
αδιαφορώντας
αν το πράττουν
για χάρη ημών
των ανθρώπων.
Επειδή, όμως,
αυτό
συνεπάγεται
ότι δεκάρα δεν
δίνουν οι «απρόσωπες
οντότητες», αν
εμείς
υπάρχουμε (διότι,
αν έδιναν
δεκάρα, δεν θα
ήταν «απρόσωπες»
οντότητες) ή
δεν υπάρχουμε,
και αυτές απλώς
λειτουργούν
αναγκαζόμενες (δλδ
«δούλοι θεοί»),
είναι ανόητο οι
Νεοπαγανιστές
να τις
ευγνωμονούν.
Όχι μόνο διότι
αυτές δεν
πράττουν ό,τι
πράττουν με
σκοπό να μας
ευεργετήσουν,
αλλά διότι δεν
γνωρίζουν ούτε
αντιλαμβάνονται,
αν, πότε και
ποιος τις «λατρεύει».
Δεν τους αξίζει
η ευγνωμοσύνη
μας κι ούτε την
αντιλαμβάνονται.
Για να
τελειώνουμε με
τα πρόχειρα
συρραμένα
ιδεολογήματα
των
Νεοπαγανιστών,
για δείξουμε
πόσο ανόητη
είναι η λατρεία
άψυχων και
ασυνείδητων μη
όντων,
στοιχειων της
φύσης, φέρνουμε
ως παράδειγμα
τη φωτιά: αυτή
θα κάψει ό,τι
βρεί μπροστά
της είτε
θυσιάσουμε σ’
αυτήν (τη θεά
Εστία ή τον θεό
Ήφαιστό) είτε
όχι, γιατί
απλούστατα η
φωτιά είναι
άψυχη «δύναμη»
και όχι πρόσωπο,
ώστε να
λατρεύεται, να
επηρεάζεται
από προσφορές ή
θυσίες, και
αναλόγως να
καίει ή να μην
καίει ό,τι
βρίσκει
μπροστά της.
Αντίθετα, η
επικοινωνία με
έναν προσωπικό
Θεό έχει νόημα,
γιατί δεν
πρόκειται για
στοιχεία της
φύσης, αλλά για
δημιουργό της
φύσης, έλλογο
και συνειδητό
όν.
Οδηγώντας
τη θρησκευτική
αντίληψη και τη
θεολογία σε
τόσο χαμηλά
επίπεδα, οι
Νεοπαγανιστές,
αγνοώντας τη
διαφορά
ανάμεσα σε
έμψυχα «όντα»
και σε άψυχα «πράγματα»,
μας πάνε πίσω
στους
ανθρώπους των
σπηλαίων. Ίσως
αυτοί ανήκουν
εκεί.
55.
«Βασικά το
πρόβλημα του
χριστιανισμού
σε σχέση με την
Ελληνική
Θρησκεία,
φαίνεται να
είναι στις
διαστάσεις του
ειδώλου. Εμείς
απεικονίζουμε
τούς Θεούς μας
σε 3 διαστάσεις
στα αγάλματα(ύψος,
βάθος, πλάτος)
ενώ οι
χριστιανοί σε 2
διαστάσεις
στις εικόνες
τους (πλάτος,
ύψος). Περιττό
να προσθέσουμε
ότι εμείς δεν
πιστεύουμε ότι
τα αγάλματα
είναι θεοί,
όπως μας
κατηγορεί ο
χριστιανισμός,
αλλά θέλουμε τα
αγάλματα για να
έχουμε μία
απεικόνιση των
Θεών μας όπως
έχουν οι
χριστιανοί την
εικόνα του
ραββίνου
Τζεσουά. Δεν
πιστεύουν ότι η
εικόνα είναι ο
θεός και φυσικά
ούτε οι
πρόγονοί μας
επίστευαν ότι
τα αγάλματα
είναι θεοί.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Αφού οι
Παγανιστές του
5ου αι. π.Χ. δεν
πίστευαν πως τα
αγάλματα είναι
θεοί, τότε
γιατί ο Στίλπων
ο Μεγαρεύς προσήχθη
σε δίκη τον 5ο
π.Χ. αιώνα με την
κατηγορία περί
«ασέβειας»
επειδή είπε ότι
«το άγαλμα της
Αθηνάς
Παλλάδας του
Φειδία δεν
είναι θεός»;
Αυτή η
κατηγορία
είναι τόσο
ξεκάθαρη που
είναι αδύνατο
να συμπεράνεις
ότι οι Αρχαίοι
Παγανιστές δεν
πίστευαν ότι τα
αγάλματα είναι
θεοί.
«Η
τιμή της
εικόνας περνά
προς το
πρωτότυπο».
Ποιο είναι όμως
το «πρωτότυπο»;
Για την
ειδωλολατρία
δεν υπάρχει
ανθρωπόμορφο
πρωτότυπο, αφού
οι θεοί είναι «ιδέες»
και «ενέργειες»
όπως οι ίδιοι
οι
Νεοπαγανιστές
ισχυρίζονται.
Για το
Χριστιανισμό
όμως υπάρχει η
όντως-ενανθρώπιση
του Θεού (δηλαδή
ο
Χριστιανισμός
πιστεύει πως ο
Θεός δεν πήρε
απλώς «μορφή»
ανθρώπινη –
δηλαδή
φαινομενικά
και ψεύτικα,
όπως οι αρχαίοι
θεοί – , αλλά κατ’
ουσία και
αληθινά
ένανθρωπίστηκε
) στην Καινή
Διαθήκη. Γι’
αυτό και κατά
τη διάρκεια της
Π.Δ. όταν δεν
είχε ακόμα
ενανθρωπιστεί
ο Θεός
απαγορευόταν η
απεικόνισή του,
ενώ μετά το
Χριστό η
ενανθρωπισμένη
θεότητα
απεικονίζεται,
όπως
απεικονίζονται
οι
χριστιανικοί
άγιοι, η
Παναγία κλπ,
διότι ήταν
άνθρωποι. Ο
Χριστιανισμός
δεν
απεικονίζει ό,τι
δεν είναι
δυνατόν να
δούμε, δηλαδή
τη θεϊκή φύση
του Χριστού ή
την ουσία του
Θεού, αλλά ό,τι
έχει
εμφανιστεί στη
γη. Υπάρχει
τεράστια
διαφορά μεταξύ
του
Α΄)
να
απεικονίζεις
κάτι το
αφανέρωτο
επειδή απλώς
δεν αντέχεις να
φαντάζεσαι το
άυλο ή επειδή
θες να έχεις
μια κάποια ιδέα
για το θείον –
όπως έκαναν οι
παγανιστές
στην
αρχαιότητα –
και του
Β΄)
να εικονίζεις
κάτι που έχει
φανερωθεί με
μορφή, επειδή
αυτό έχει
φανερωθεί με
υλική,
ανθρώπινη
μορφή. Στην
πρώτη
περίπτωση
είσαι απλώς
φαντασιόπληκτος
που «ειδωλοποιείς»
δηλαδή
μορφοποιείς
τον θεό για να
τον βλέπεις,
φτιάχνεις ένα
ανύπαρκτο «είδωλο
θεού». Στη
δεύτερη
περίπτωση τον
παριστάνεις
διότι
ενανθρωπίστηκε
αληθινά και
πραγματικά, κι
όχι επειδή «έχεις
ψυχολογική
ανάγκη» να
ανθρωποποιήσεις
το θείο.
Τι
θα μας αντιπούν
τώρα οι
Νεοπαγανιστές;
Ότι και οι θεοί
τους εμφανίστηκαν
στους
ανθρώπους και
κατέβηκαν στον
κόσμο ως
άνθρωποι, άρα
κι αυτοί, για
τον ίδιο λόγο
με τους
Χριστιανούς,
έφτιαχναν
ομοιωματα των
θεών τους; Αφού
αυτά είναι
μύθοι,
συμβολικά
πράγματα και
δεν έλαβαν ποτέ
χώρα. Αφού οι
Νεοπαγανιστές
δικαιολογούν
τους μύθους ως
συμβολικούς κι
όχι ως ιστορικά
γεγονότα. Όποτε
τους συμφέρει,
ισχυρίζονται (π.χ.
ο Ιουλιανός)
ότι οι μύθοι
είναι
συμβολικοί, ενώ
τώρα θα
ισχυριστούν
ότι οι μύθοι
είναι
πραγματικά
γεγονότα; Οι
Χριστιανοί δεν
θεωρούν την
ενσάρκωση του
Θεού «μύθο» ή
συμβολική, αλλά
ιστορικά
πραγματωμένη.
Δεν γίνεται οι
μύθοι να είναι
εξιστόρηση
γεγονότων, όπως
είναι η –
σύμφωνα με τους
Χριστιανούς –
πραγματική και
ουσιαστική και
ιστορική
ενανθρώπιση
του Θεού. Εκτός
κι αν όντως
υπάρχει
κάποιος
Άτλαντας, ο
οποίος σηκώνει
το βάρος της
Γης, και οι
αστροφυσικοί
μάς το
αποκρύβουν! Μη
ιστορικό
γεγονός η «ενανθρώπιση»
των θεών και οι
όταν
εμφανίστηκαν –
αν έγινε αυτό
αληθινά – δεν
ενανθρωπίστηκαν
«κατ' ουσία», αλλά
μόνο
φαινομενικά,
ιστορικό
γεγονός και «ουσιαστική»
η ενανθρώπιση
του Λόγου, άρα
δεν ισχύει το
επιχείρημα «κι
οι δικοί μας
θεοί
ενανθρωπίστηκαν,
άρα τους
δείχνουμε μ'
ανθρώπινη
μορφή».
Για
να
επιστρέψουμε
στις εικόνες,
απαιτείται
προσοχή, ώστε
να μην
παρερμηνευτούν
οι απόψεις της
Εκκλησίας. Η
εικόνα
αγιάζεται, αλλά
αυτό δεν
συνιστά
ειδωλολατρία,
λατρεία της
ύλης. Διότι,
κάθε τι υλικό (οι
εικόνες, το
δέντρο της Ζωής
στον Παράδεισο,
τα λείψανα των
αγίων) δεν
αντλεί την
αγιότητα/την
δύναμή του από
τον εαυτό του,
αλλά από το Θεό.
Αυτή είναι η
διαφορά. Η
εικόνα
αγιάζεται,
γίνεται
θαυματουργή κ.λπ.,
αλλά αυτό
οφείλεται
αποκλειστικά
στο Θεό. Όχι σε
κάποια υλική
ιδιότητά της.
Δεν είναι κάτι
το μαγικό, που
μετατρέπει ένα
κομμάτι ξύλο σε
θαυματουργό.
Είναι η
επενέργεια της
άκτιστης Χάρης
του Θεού. Μόνο
αυτή. Αλλιώς θα
είχαμε
ειδωλολατρία,
πίστη ότι με
διάφορα ξόρκια
μπορούμε να
μετατρέψουμε
αυτομάτως ένα
υλικό
αντικείμενο σε
πηγή
υπερφυσικής
δύναμης, αυτό
δηλαδή που
χαρακτηρίζει
τον πολυθεϊσμό,
όπου
προφέροντας
ασυνάρτητες-ακατανότητες
φράσεις έκαναν
μάγια. Αυτή η
ειδωλολατρία
είναι το
αντίθετο της
άποψης των
Χριστιανών πως
ο Θεός είναι
Άκτιστος. Από
την άγνοια/απόρριψη
της
χριστιανικής
αυτής θέσης
πηγάζει.
Θα
ισχυριστούν οι
Νεοπαγανιστές
και οι
εθνικιστές «Αρχαιολάτρες»
ότι και στον
Χριστιανισμό
υπάρχει
ειδωλολατρία,
ότι οι άνθρωποι
έξυναν τη
μπογιά των
εικόνων και την
έπιναν κ.λ.π. Η
απάντηση είναι
σαφής: αυτά τα
φαινόμενα δεν
τα προστάζουν
τα δόγματα της
Εκκλησίας, αλλά
είναι
παγανιστικό
κατάλοιπο, όπως
είναι
παγανιστικά κατάλοιπα
οι
αστρολογικές
προλήψεις, οι
δεισιδαιμονίες
περί στοιχειών
κλπ. Το αν
κάποιοι (ευσεβείς)
Χριστιανοί
ασυνείδητα
συνεχίζουν
ειδωλολατρικές
πρακτικές, αυτό
δεν είναι αιτία
να κατηγορηθεί
ο
Χριστιανισμός
και το
χριστιανικό
δόγμα: ο
Χριστιανισμός
απαγορεύει
τέτοιες
ανοησίες. Με
άλλα λόγια,
επειδή στον
Χριστιανισμό
υπάρχει δόγμα,
ξέρει κανείς τι
απαγορεύεται και
τί θεωρείται
σωστό.
Στον Παγανισμό
όμως όλες
αυτές οι
δεισιδαιμονίες
και προλήψεις,
ακριβώς επειδή
δεν υπάρχει
δόγμα και
συνεπώς
θρησκεία=ό,τι
πιστεύει ο λαός,
είναι τμήμα του.
56. «1)
κάθε θεότητα
έχει
συγκεκριμένο
ρόλο στον Κόσμο
και εφορεύει
ένα μέρος του
Κόσμου ώστε να
υπάρχει
αρμονία και
πολλαπλότητα. 2)
Οι Θεοί είναι
άπειροι,
καταλαμβάνουν
όλο τον χώρο
και
εμπεριέχουν
όλο τον χώρο,
ποτέ το
αντίστροφο. 3) Οι
Θεοί δεν
κείτονται έξω,
αλλά ούτε μέσα
στο Σύμπαν και
στους Κόσμους.
Οι Θεοί πληρούν
το Σύμπαν και
τους Κόσμους.
Οι Θεοί δεν
είναι δυνατόν
να κείτωνται
έξω του
Σύμπαντος και
των Κόσμων
διότι
απλούστατα δεν
υπάρχει τίποτε
έξω από το
Σύμπαν. Το
Σύμπαν είναι
χωρίς αρχή και
χωρίς τέλος. Το
Σύμπαν δεν
πρέπει να
θεωρείται ως
μία σφαίρα έξω
από την οποία
μπορεί να
σταθεί κάτι.
Ούτε οι Θεοί
κείτονται μέσα
στο Σύμπαν,
διότι δεν είναι
μικρότεροι από
το Δημιούργημά
Τους. Εφάπτεται
χωρίς να
ταυτίζεται ο
Δημιουργός με
την Δημιουργία.
4) Η ουσία-ύλη από
την οποία
αποτελούνται
οι Θεοί δεν
είναι δυνατόν
να είναι γνωστή
σε ανθρώπους. (...)
δεν πρόκειται
για άϋλα Όντα
με την έννοια
της ανυπαρξίας
ή του απολύτου
κενού.» ενώ
αλλού λέnε
«Οι Θεοί δεν
αποτελούνται
από υλικά
στοιχεία». 5) Το
Κακό υπήρχε,
υπάρχει και θα
υπάρχει, και
μάλιστα ως
θεοποιημένη
οντότητα
κατωτέρα
βεβαίως από
τους Αθανάτους
Θεούς. Αυτό
αναγνωρίζεται
από την
δογματική της
Ελληνικής
Θρησκείας παρά
τις ανοησίες
που διαδίδουν
ωρισμένοι
σύγχρονοι
αιρετικοί. 6) Οι
Θεοί είναι
Παντοδύναμοι.
Οι Θεοί μπορούν
να κάνουν τα
πάντα. Δεν
υπάρχει τίποτε
πάνω από Αυτούς,
ή κάτι που να
μπορεί να τους
εμποδίσει. Οι
Θεοί μπορούν να
φέρουν τον
χρόνο πίσω ή
μπροστά. 7) Οι
Θεοί δεν έχουν
αρσενική ή
θηλυκή μορφή.
Οι αρσενικές
και οι θηλυκές
μορφές των Θεών
υπάρχουν μόνον
για να
αντιλαμβάνεται
ο άνθρωπος
ευκολώτερα τις
πλευρές του
θείου. 8) Το Θαύμα
δεν αντίκειται
ούτε
ταυτίζεται με
τους φυσικούς
νόμους. Τα
Θαύματα είναι
αποκαλύψεις
της Δύναμης των
Θεών και δεν
αμφισβητούν
την Φύση, όπως
και η Φύση δεν
αμφισβητεί
τους Θεούς. 9) Οι
Θεοί είναι
Αιώνιοι. Οι
Θεοί δεν
γεννήθηκαν
ούτε θα
πεθάνουν ποτέ.
Η Ιερά Παράδοση
όταν αναφέρει
γεννήσεις Θεών,
καταγράφει τις
Επιφάνειες και
τις
Ενσαρκώσεις
Των και όχι την
αρχή ή το τέλος
Των. 10) Η
ανυπαρξία των
Θεών είναι
αδύνατον να
αποδειχθεί. Οι
Θεοί είναι
ανεξάρτητοι
από τους
ανθρώπους, από
τον χώρο, από
τον χρόνο και
από τον Κόσμο.
Οι Θεοί δεν
έχουν την αιτία
υπάρξεώς Των
έξω εαυτών ούτε
υπέρ εαυτών,
αλλά απολύτως
και μόνον εν
εαυτοίς.
Υπάρχουν διότι
υπάρχουν και
είναι αδύνατον
να μην υπάρχουν.
11) Δεν υπάρχουν
άλλοι Θεοί από
τους Πατρώους.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
1) Αφού οι θεοί
είναι τέλειοι,
πώς έχουν
διαφορές
μεταξύ τους; Κι
αν δεν έχουν
διαφορές, ως
τέλειοι, γιατί
είναι πολλοί;
Κι αν είναι
τέλειοι ο
καθένας στην
περιοχή που του
μοιράστηκε, πώς
καθορίστηκε η
μοιρασιά του
Κόσμου; Με
ζαριές μήπως,
όπως αναφέρει η
θρησκεία τους;
2)
Καταλαμβάνουν
όλο το χώρο,
δηλαδή
στριμώχνονται
μεταξύ τους,
σαν τις
σαρδέλες σε
κονσέρβα; Και
για να κινηθεί
ο ένας,
κινούνται κι
όλοι οι άλλοι; Ή
γλιστρά
ανάμεσά τους
και πάει εκεί
που θέλει;
Είναι σαν τα
ρευστά φυσικά
σώματα (αέρια,
υγρά), που
καταλαμβάνουν
όλο το χώρο που
βρίσκουν κενό;
3)
Κακοδιάβασαν
τη χριστιανική
θεολογία οι
Νεοπαγανιστές,
και πάνε να την
επαναλάβουνε,
και κηρύττουν
ότι οι «θεοί»
τους
εφάπτονται με
τα χωρικά όρια
του κόσμου. Θα 'πρεπε
να
ξαναδιαβάσουν
την Πατρολογία.
Εκεί θα
διαπιστώσουν
ότι ο Θεός δεν
απέχει «τόπω» –
άρα ούτε και «χρόνω»
– από τον κόσμο,
αλλά «φύσει» (Άγιος
Ιωάννης ο
Δαμασκηνός, Έκδοσις
ακριβής της
ορθοδόξου
πίστεως 1, 13 PG 94, 853C: πάντα
ἀπέχει Θεοῦ, οὐ
τόπῳ, ἀλλὰ
φύσει).
Δεν τίθεται
δηλαδή θέμα
υλικής
απόστασης
μεταξύ Θεού και
κόσμου: Η
διαφορά
έγκειται στην
φύση του
άκτιστου Θεού
και του κτιστού
κόσμου, όχι σε
υλική ή
ποσοτική
απόσταση.
«Δεν
υπάρχει τίποτα
έξω από το
Σύμπαν»,
συμπεριλαμβανομένων
και των «θεών»,
λένε. Επειδή οι
Νεοπαγανιστές
είναι
νεοεποχίτες,
κατανοούν το «πνεύμα»
ως κάτι
παρόμοιο της
ενέργειας,
δηλαδή υλικό,
και γι' αυτό
φοβούνται
μήπως μερικοί
ανόητοι πιστοί
τους
πιστεύσουν ότι
ο θεός είναι
κανένα
φάντασμα που
μπαινοβγαίνει
από το «κενό» στο
Σύμπαν.
Πράγματι,
ο όρος «εξωκοσμικός
Θεός» ή «εξωσυμπαντικός
Θεός» είναι
νεοεποχίτικος,
αφού ο Ένας
Χριστιανικός
Θεός δεν
υπάρχει «μέσα» ή
«έξω» από τα όρια
του υλικού
σύμπαντος. Και
η ανόητη
αντίληψη των
Νεοπαγανιστών,
ότι ο
Χριστιανικός
Θεός ίσταται σε
κάποιον «τόπο»
έξω από τα όρια
του σύμπαντος
κοιτώντας το ή
μπαινοβγαίνοντας
(σα να ήταν
υλικός) σε αυτό,
δείχνει την
άγνοιά τους και
την
χοντροκομμένη
πολυθεϊστική
αντίληψη τους
περί θεού.
Επειδή
νομίζουν, ότι ο
Χριστιανισμός
πιστεύει σε Θεό
που βρίσκεται «κάπου»,
«σε τόπο εκτός
του υλικού
κόσμου», «πέρα
από τα όρια του
υλικού κόσμου»,
θεωρούν ανόητη
την
χριστιανική
αντίληψη.
Ανόητη είναι,
φυσικά, η δική
τους κατανόηση
κι ερμηνεία της
χριστιανικής
αντίληψης, κι
όχι καθεαυτή η
χριστιανική
αντίληψη περί
Άκτιστου Θεού
που δεν
ταυτίζεται με
τη φύση. Ούτε
και το «αφύσικος»
είναι σωστός
νεοπαγανιστικός
όρος, αφού ούτε
οι αρχαίοι θεοί
ταυτίζονταν με
τη φύση, ούτε
θεοί της φύσης
ήταν, απλώς
κατοικούσαν
στη φύση δίχως
να την έχουν
δημιουργήσει.
Κι,
αλήθεια, πώς
γίνεται να
αποκαλούν το
Σύμπαν «Δημιουργία»
των «θεών»-«Δημιουργών»,
αφού το Σύμπαν
είναι αιώνιο
στην
αρχαιοελληνική
σκέψη; Δεν
αντιτίθονται
στην
αρχαιοελληνική
μυθολογία, αλλά
και στον
Ηράκλειτο, ο
οποίος δίδασκε
ότι το Σύμπαν
δεν το έφτιαξε
κανένας θεός; Ή
μήπως θα
υβρίσουν, όπως
τους
επικούρειους,
τον Ηράκλειτο
ως ηλίθιο,
επειδή
διαφωνεί μαζί
τους; Αν τόσο οι «θεοί»
όσο και το «Σύμπαν»
είναι αιώνια,
και οι Ν/Π
αποκαλούν τους
«θεούς» και το
σύμπαν «Δημιουργό»
και «Δημιουργία»
αντίστοιχα,
τότε εξισώνουν
τη δημιουργία
και τον
δημιουργό, και
παύει να έχει
νόημα η
διάκριση και η
ονομασία «δημιουργός»
ή «δημιουργία»,
αφού και τα δύο
είναι ίσα και
συνυπάρχουν.
Διότι, ως
γνωστόν, «δημιουργία»
νοείται μόνο
όταν κάποιος – ο
δημιουγός –
προηγείται του
πράγματος που
δημιουργεί
4)
Εδώ μάλλον
μπερδεύουν την
ύλη με την
ουσία. Άλλο η
ύλη, άλλο η
ουσία, εως
έννοιες. Και το «άυλο»
δεν είναι
έννοια
ταυτόσημη με το
«ανύπαρκτο» ή το
«απόλυτο κενό».
Τελικά, θα μας
πούνε οι «ιερείς»
της
Παγανιστικής
Θρησκείας της «Ελληνικής
Θρησκείας», τι
από τα δύο που
ισχυρίζονται
ισχύει;
Αποτελούνται
οι θεοί τους
απο ύλη ή δεν
αποτελούνται;
5)
Ευτυχώς
που υπάρχει ως
οντότητα το
κακό. Παραλίγο
να πιστέψουμε
τις κατηγορίες
όλων των
εθνικιστών
αρχαιολατρών
ότι ο Σατανάς
είναι
χριστιανική
και ιουδαϊκή κι
όχι ελληνική
εφεύρεση. Να
που οι
Νεοπαγανιστές
έρχονται στα
λόγια των
Χριστιανών.
Αλλού
βέβαια (είναι
χαρακτηριστικό
της ρηχής, «στο
πόδι»
θεολογίας τους)
οι ίδιοι
Νεοπαγανιστές
γράφουν για την
ύπαρξη του
Σατανά: «οι
χριστιανοί
προπαγανδιστές
κατασκεύασαν
ένα σύμβολο ...
Φόρτωσαν πάνω
σε αυτό το
σύμβολο όλα τα
κακά του κόσμου.
... δημιούργησαν
μία ψύχωση στην
μάζα. Κατάφεραν
να την πείσουν
ότι αυτό το
φανταστικό
κατασκεύασμα
υπάρχει». Δεν
πρέπει να
εκπλήσσεται
κανείς με τις
αντιφάσεις των
Νεοπαγανιστών.
Άνθρωποι
νεοεποχίτες,
που
δημιούργησαν
με ξένες
επιρροές εδώ
και 10 χρονάκια
μια συρραφή
δοξασιών,
φυσικό είναι να
μην θυμούνται..
τι πιστεύουν,
και αλλού να
γράφουν ότι το
Κακό έχει
υπόσταση, ενώ
αλλού ότι δεν
έχει.
6)
Οι «θεοί» της
αρχαιοελληνικής
θρησκείας δεν
είναι
παντοδύναμοι,
αυτό το ξέρει
κι ένας
πρωτοετής
φοιτητής
αρχαίας
ελληνικής
φιλολογίας: οι «θεοί»
υπακούν στις
Μοίρες και την
Ειμαρμένη και
δεν μπορούν να
κάνουν τίποτα
που δεν το
έχουν ορίσει
αυτές (είναι
προφανές ότι οι
Μοίρες κι η
Ειμαρμένη δεν
είναι θεότητες).
Ο Δίας π.χ. ο
ύπατος των «θεών»
είναι αδύναμος
μπροστά στις
Μοίρες, όπως
λέει ο Όμηρος,
ομολογεί ότι
δεν μπορεί να
σώσει ούτε τον
Αχιλλέα ούτε
τον γιο του
Σαρπηδώνα.
Οντότητες
που δεν
δημιούργησαν
τον Κόσμο δεν
είναι ούτε θεοί,
ούτε
Παντοδύναμοι.
Υπόκεινται στο
Νόμο του Κόσμου,
τον οποίον δεν
δημιούργησαν.
Είναι
οντότητες που
κοροϊδεύουν
όσους ανόητους
αποδίδουν σ’αυτές
το όνομα «Θεός».
7)
Η
θεά Σελήνη τότε
πώς
συνευρισκόταν
με τον άνθρωπο
Ενδυμίωνα; Ο
Δίας με τις
θνητές; Ο
Γανυμίδης τι
ήταν, ώστε να
τον θέλει ο
Δίας; Γιατί
υπάρχουν θεοί
σύζυγοι θεών;
Μήπως είναι...
συμβολικά; Μα
αφού πριν, στο
ζήτημα των
εικόνων,
αναγκάζονται
να πουν ότι
είναι
πραγματικά. Ό,τι
θέλουν, λένε.
8)
Αφού δεν
ταυτίζεται,
δηλαδή δεν
συμφωνεί με
τους φυσικούς
νόμους, είναι
ενάντια σε
αυτούς,
αντίκειται.
Αφού
ταυτίζεται με
τους φυσικούς
νόμους, δεν
αντίκειται σ’
αυτούς. Ούτε τη
στοιχειώδη
λογική των
προγόνων μας
δεν έχουν.
Οι
«θεοί» της
αρχαιοελληνικής
μυθολογίας,
όπως προείπαμε,
δεν είναι
παντοδύναμοι,
όπως είναι ο
χριστιανικός
Θεός, δεν έχουν
δηλαδή εξουσία
επί του Κόσμου
και των
Κοσμικών νόμων,
ώστε να μπορούν
να τους
υπερβούν ή να
τους
βελτιώσουν (θαύμα).
9)
Αυτά
τα λένε όσοι δε
γνωρίζουν
τίποτα από
αρχαία
μυθολογία.
Δηλαδή η Αθηνά
υπήρχε προτού
ξεπηδήσει απ’
το κεφάλι του
Δία; (Και βέβαια
δεν τίθεται
θέμα
επιφάνειας
πόσο μάλλον
ενσάρκωσης). Ο
Δίας υπήρχε
πριν τον Κρόνο
ή γεννήθηκε (και
βέβαια δεν
τίθεται θέμα
μήπως η γέννησή
του αυτή ήταν
ενσάρκωση);
10)
Με την άποψή
τους αυτοί οι
Νεοπαγανιστές
αφήνουν τους
πάντες άφωνους.
Δηλαδή, δεν
είναι αυτοί που
υποχρεούνται
να πείσουν ότι
οι θεοί τους
υπάρχουν, αλλά
οι υπόλοιποι
άνθρωποι, που
πρέπει ν’
αποδείξουν την
ανυπαρξία τους.
Ελληνική
λογική το λένε
αυτό.
11)
Δηλαδή οι θεοί
των άλλων λαών
είναι
ανύπαρκτοι; Η
δικαιοδοσία
της ξένης
ελληνοποιημένης
Αστάρτης και
του ξένου
εξελληνισμένου
Βάκχου είναι σ’
όλη τη γή; Και οι
θεοί των
ιθαγενών του
Αμαζονίου
είναι οι
Πατρώοι, απλώς
με άλλο όνομα;
Και των Ζουλού
παρομοίως; Αν
είναι έτσι, ας
φτιάξουν
αμέσως τον
κατάλογο
αντιστοίχισης
μεταξύ των
αρχαιοελληνικών
θεών και πασών
των θεών του
υπολοίπου
κόσμου, ώστε να
αποτύχουν, να
ντροπιαστούν
και να
αποδειχθεί
πόσο επηρμένοι
είναι. Εδώ δεν
ξέρουν καλά-καλά
τον αριθμό των
θεών τους, θα
κάνουν και την
αυθαίρετη
αντιστοίχιση;
57.
«Θεοί
που έχουν
πλασθεί από
ανοήτους
επικουρείους
και
ευημεριστές,
είναι
πεπλασμένοι
κατά το μέτρο
της δικής τους
ανθρώπινης
μικρότητος. (..) Το
μόνο που
καταφέρνουν να
αμφισβητούν οι
σκεπτικιστές
είναι η ίδια η
ύπαρξή τους.»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:
Μα καλά, αφού οι
Νεοπαγανιστές
λένε ότι ο
Ελληνικός
Πολιτισμός και
η Φιλοσοφία
είναι
αποτέλεσμα της
Ελληνικής
Θρησκείας,
γιατί τώρα
βρίζουν τους
επικούρειους
και τους
σκεπτικούς και
τους κυνικούς
και τις γνώμες
των; Δεν είναι
αυτοί και οι
φιλοσοφία τους
προϊόν της
θρησκείας των
Νεοπαγανιστών;
Αντιφάσκουν
για μια ακόμη
φορά: από τη μια
τους θεωρούν
δικούς τους,
από την άλλη
τους θεωρούν «ανόητους»;
Είναι
πραγματικά
γελοίο.
Γι’
αυτό, οι
Νεοπαγανιστές
«Μύστες» και «Ιεροφάντες»,
ας μην
καπηλεύονται
τους Κυνικούς,
τους
Επικούρειους,
τους
Σκεπτικούς, τον
Πλάτωνα και τον
Αριστοτέλη,
διότι όλοι
αυτοί είπαν
διάφορα
πράγματα που
αντιτίθενται
στις
θρησκευτικές
απόψεις τους
και στην
αβάσιμη άποψή
τους ότι οι
αρχαίοι
φιλόσοφοι και η
ελληνική σκέψη
είναι προϊόν
της θρησκείας
τους.
Οι
Χριστιανοί
ευθύς εξαρχής
τόνισαν ότι δεν
εγκρίνουν παρά
μόνο ό,τι καλό
έχουν πει οι
φιλόσοφοι και
με τα υπόλοιπα
δόγματά τους
δεν
σχετίζονται. Οι
Νεοπαγανιστές
τούς
καπηλεύονται,
παρουσιάζοντάς
τους ως δικούς
τους, ενώ ταυτόχρονα
τους βρίζουν,
όταν δεν
συμφωνούν μαζί
τους. Αυτή η
στάση τους
είναι παράλογη
κι εν τέλει
ανθελληνική,
αφού, ενώ
παριστάνουν
τους ultra
αυθεντικούς
Έλληνες,
βρίζουν
όποιους
Έλληνες
φιλοσόφους δεν
έχουν τις
απόψεις τους.
Αντί
όλων αυτών των
άπειρων
ανόητων
δογμάτων που οι
νεοεμφανιζόμενοι
το 1991
Νεοπαγανιστές
σερβίρουν ως
αυθεντικά
αρχαία
ελληνικά
θρησκευτικά
δόγματα,
είμαστε
υποχρεωμένοι
να δείξουμε ότι
οι αρχαίοι
Ειδωλολάτρες
της Κλασσικής
Αρχαιότητας
ούτε είχαν
θεολογικά
δόγματα και
γνώμες ούτε
έψαχναν στα
έργα των
αρχαϊκών
ποιητών ή στους
μύθους για
μεταφυσικές
δοξασίες, οι
οποίες
ουδέποτε
έγιναν σύστημα
αρχών ή
πεποίθηση
συνειδητή και
θεολογική, αλλά
η θρησκεία τους
ήταν ένα
ασυνάρτητο
σύνολο από
μαγικές
τελετές,
τελούμενες με
απόλυτη
ακρίβεια,
επειδή – όντας
ειδωλολάτρες –
πίστευαν ότι ο
θεός είναι
κάποιο αδύναμο
όν που μπορεί
να
εξουσιάζεται,
αν η θυσία και η
τελετή γίνει με
συγκεκριμένο
τρόπο. Ούτε καν
η θέρμη της
καρδιάς είχε
σημασία˙
σημασία
περισσότερη
είχε το τυπικό.
Η αρχαία
θρησκεία ήταν
κενή
μεταφυσικού
νοήματος. Όσο
κι αν κλέβουν
τις ιδέες των
φιλοσόφων,
προκειμένου να
τις
παρουσιάσουν
ως «αρχαία
αυθεντικά
παγανιστικά
δόγματα» (δείγμα
πως είναι
νεοεποχίτες),
οι Ν/Π δεν
αποδεικνύουν
τίποτε. Οι
φιλόσοφοι
διατύπωναν
μεταφυσικές
δοξασίες. Η
αρχαία
θρησκεία, κάθε
πόλεως και
ξεχωριστά,
ουδέποτε
νοιάστηκε για
μεταφυσικές ή
θεολογικές
γνώμες.
Ο
F. De Coulanges γράφει για
τη σημασία της
θρησκείας στην
Κλασσική
Αρχαιότητα, τι
εννοούσαν με τη
θρησκεία: «Ο
χαρακτήρας της
θρησκείας των
Αρχαίων δεν
είχε το χάρισμα
να εξυψωνει την
ανθρώπινη
νοημοσύνη ώς τη
σύλληψη του
απολύτου, να
ανοίξει λαμπρό
δρόμο στο
άπληστο πνεύμα
και να το
οδηγήσει στην
αντίληψη του
θείου. Αυτή η
θρησκεία ήταν
ένα
κακοσυναρμολογημένο
σύνολο από
μικροδοξασίες,
από
μικροσυνήθειες,
από λεπτομερή
προσήλωση στις
τελετουργίες.
Δε χρειαζόταν
να αναζητήσει
κανείς την
έννοια˙ δε
χρειαζόταν να
σκεφθεί, να
εννοήσει. Η
λέξη θρησκεία
δε σήμαινε αυτό
που σημαίνει
για εμάς˙ με
αυτήν τη λέξη
εμείς εννοούμε
ένα σύνολο
δογμάτων, μια
θεωρία για το
θεό, ένα
σύμβολο πίστης
πάνω στα
μυστήρια που
βρίσκονται
μέσα μας και
ολόγυρά μας˙
αυτή η ίδια
λέξη, στους
Αρχαίους,
σήμαινε
τελετουργίες,
τελετές,
πράξεις μιας εξωτερικής
λατρείας. Η
θεωρία δε
σήμαινε πολλά˙
αυτό που είχε
σημασία ήταν οι
πράξεις˙ αυτές
ήταν
υποχρεωτικές
και
επιβεβλημένες.
Η θρησκεία ήταν
ένας υλικός
δεσμός, μια
αλυσίδα που
κρατούσε
σκλάβο τον
άνθρωπο. Ο
άνθρωπος την
είχε επινοήσει
και εκείνη τον
κυβερνούσε. Τη
φοβόταν και δεν
τολμούσε ούτε
να λογικευτεί
ούτε να
συζητήσει ούτε
να την κοιτάξει
κατά πρόσωπο.
Οι θεοί, οι
ήρωες, οι
νεκροί,
ζητούσαν από
αυτόν μια υλική
λατρεία˙ και
τους πλήρωνε
την οφειλή του,
για να γίνουν
φίλοι του, και
πιο πολύ, για να
μη γίνουν
εχθροί του (....)»
(Fustel
De Coulanges, Η
αρχαία
Πόλη,
εκδ.
Ειρμός,
σ.
259).
«Η
πιο μεγάλη του
έννοια ήταν
μήπως
προκαλέσει το
θυμό αυτών των
αόρατων όντων.
Πώς όμως να
τους
ευχαριστήσει;
Και ειδικά, πώς
να βεβαιωθεί
ότι τους
ευχαριστούσε
και ότι τους
είχε κερδίσει;
Πίστεψαν ότι το
βρήκαν,
χρησιμοποιώντας
ορισμένες
συνταγές. Μια
ορισμένη
προσευχή,
αποτελούμενη
από ορισμένα
λόγια, είχε
φέρει το
ποθούμενο
αποτέλεσμα˙
χωρίς λοιπόν
αμφιβολία είχε
εισακουστεί
από το θεό, τον
είχε επηρεάσει,
είχε
αποδειχθεί
ισχυρή, πιο
ισχυρή από το
θεό, εφόσον δεν
είχε μπορέσει
να της
αντισταθεί.
Διατήρησαν
λοιπόν τα
μυστηριώδη και
ιερά λόγια
αυτής της
προσευχής.
Πέρασαν από
πατέρα σε γιο.
Μόλις έμαθαν τη
γραφή, τα
έγραψαν. Κάθε
οικογένεια
απέκτησε
βιβλίο, όπου
ήταν γραμμένες
οι συνταγές που
είχαν
χρησιμοποιήσει
οι πρόγονοι και
στις οποίες
είχαν
υποχωρήσει οι
θεοί. Δεν
έπρεπε να
αλλάξουν ούτε
μια λέξη ούτε
μια συλλαβή
ούτε προπαντός
το ρυθμό,
σύμφωνα με τον
οποίο έπρεπε να
απαγγελθεί.
Γιατί τότε η
προσευχή θα
έχανε τη δύναμή
της και οι θεοί
θα έμεναν
ελεύθεροι» (Fustel
De
Coulanges,
Η αρχαία Πόλη,
εκδ. Ειρμός, σ. 260).
Ομοίως:
«Αλλά η συνταγή
της προσευχής
δεν αρκούσε.
Υπήρχαν ακόμη
οι εξωτερικές
πράξεις, των
οποίων οι
λεπτομέρειες
ήταν
καθορισμένες
με ακρίβεια και
αμετάβλητες.
Και η παραμικρή
κίνηση του θύτη
και η παραμικρή
λεπτομέρεια
της αμφίεσής
του ήταν
προκαθορισμένες.
Απευθυνόμενοι
σ’ έναν θεό
έπρεπε να έχουν
καλυμμένο το
κεφάλι˙ σε
άλλον, ακάλυπτο
το κεφάλι˙ σε
έναν τρίτο, την
άκρη της
τηβέννου,
ριγμένη στον
ώμο. Σε
ορισμένες
τελετές έπρεπε
να είναι
ξυπόλητοι.
Υπήρχαν
προσευχές που,
για να έχουν
αποτέλεσμα, ο
άνθρωπος που
τις έλεγε,
έπρεπε ευθύς
αμέσως να
στριφογυρίσει
από τα αριστερά
προς τα δεξιά. Η
πιο θερμή
προσευχή, η πιο
ευλαβική
επίκληση της
πιο θερμής
καρδιάς δεν
είχε καμμιά
αξία, αν είχε
παραλειφθεί
έστω και μια
από τις
αναρίθμητες
τελετουργίες
της θυσίας˙ η
θυσία τότε
πήγαινε χαμένη.
Η παραμικρή
παράλειψη
μετέτρεπε μια
ιερή πράξη σε
πράξη ασέβειας»
(Fustel
De
Coulanges,
Η αρχαία Πόλη,
εκδ. Ειρμός, σ. 260-261).
Οι
Νεοπαγανιστές
που θα
αναφέρουν τα
λόγια του
Ιάμβλιχου, ότι
ο θεός δεν
δεσμεύεται
αλλά ελεύθερα
συγκαταβαίνει
να δώσει τη
χάρη του,
αφενός
αντιγράφουν τα
χριστιανικά
πρότυπα που κι
οι ίδιοι οι
Νεοπλατωνικοί
αντέγραφαν,
αφετέρου
επαναλαμβάνουν
το εσκεμμένο
λάθος να
ταυτίζουν την
προσωπική
άποψη ενός ή
μερικών
φιλοσόφων με
την μόνη
πραγματική
αρχαιοελληνική
θρησκεία, τη
λαϊκή. Εξάλλου,
όπως είπαμε, οι
χριστιανικές
ευχές προς τον
Υπερούσιο,
Άκτιστο Θεό,
είναι δοσμένες
από το Θεό και
δεν συνιστούν
μαγεία – διότι
τίποτε δεν
μπορεί, άνευ
της
συγκατάβασης
του ιδίου, να
αναγκάσει έναν
Άκτιστο,
Υπερούσιο,
Παντοδύναμο
Θεό˙ αντίθετα,
τα
πολυθεϊστικά
μάγια είναι: α’)
ασυνάρτητες-ακατανόητες
φράσεις β’)
βασίζονται
ακριβώς στο ότι
ο θεός/θεοί δεν
είναι
Παντοδύναμοι,
οπότε μια
μυστική ευχή
τούς
εξαναγκάζει να
πράξουν ό,τι
ζητά ο άνθρωπος.
Φυσιολογικά
όλα αυτά˙ γιατί
οι Παγανιστές
είναι
τυπολάτρεις: η
θερμή προσευχή
και η θερμή
καρδιά δεν
ενδιαφέρουν το
θεό. Όλα είναι
μαγικά και
τελούνται έτσι,
ώστε τάχα ο "θεός"
να νικηθεί από
τα μαγικά λόγια.
Ο ΦΟΒΟΣ ήταν το
κυριότερο
χαρακτηριστικό
της αρχαίας
ειδωλολατρίας
και οι
ειδωλολάτρες
προσπαθούσαν
να
εξευμενίσουν
με μαγικά λόγια
– λες και είναι
κανένα
αυτόματο
μηχάνημα – τους «θεούς».
Ο De Coulanges
λέει το
αυτονόητο: η
αρχαία
θρησκεία δεν
είχε θεολογικά
δόγματα, σαν κι
αυτά που
αναλύθηκαν
στις παραπάνω
παραγράφους.
Ήταν ένα σκέτο
τελετουργικό,
προκειμένου να
εξευμενιστεί
με μαγικά λόγια
και φράσεις
ειπωμένες με
συγκεκριμένο
ρυθμό, η
θεότητα. Οι
απόψεις, τις
οποίες οι
Παγανιστές
παρουσιάζουν
ως θεολογία της
«αρχαίας
ελληνικής
θρησκείας»
είναι ο,τιδήποτε
άλλο εκτός από
απόψεις της
αρχαίας
ελληνικής
θρησκείας.
Είναι απλώς
απόψεις
διάφορων
φιλοσόφων, οι
οποίοι
δογμάτιζαν (αυθαίρετα,
βάσει, ο καθένας,
του δικού του «αυτονόητου»),
όταν η αρχαία
ελληνική
θρησκεία
άρχισε να μην
επαρκεί για τις
πνευματικές
ανάγκες των
Ελλήνων.
Αυτό
κι αν δεν είναι
παράδοξο. Οι
Νεοπαγανιστές
αποκαλούν
κλοπή τη χρήση
απ’ τους
Χριστιανούς
των
φιλοσοφικών
εννοιών, ενώ οι
ίδιοι – για να
παρουσιάσουν
ως θρησκεία με
πνευματικό
βάθος τον
παγανισμό –
κατακλέβουν
όχι απλώς τις
φιλοσοφικές
έννοιες, αλλά
τις
φιλοσοφικές
απόψεις των
δύστυχων
φιλοσόφων, οι
οποίοι σίγουρα
δε φαντάζονταν
πως θα
κατέληγαν στα
κάτεργα του
Δωδεκάθεου. Η
ανεπάρκεια
τέτοιας
θρησκείας
φαίνεται όχι
απλώς από την
απουσία
θεολογικών
δογμάτων/απόψεων
και σε μια ξερή
τυπολατρεία,
αλλά στην
ειδωλολατρική
πεποίθηση ότι ο
θεός είναι
αδύναμος και
συνεπώς μπορεί
να υποχωρήσει
στο άκουσμα
συγκεκριμένων
φράσεων και
τύπων. Είναι
σκέτη
ειδωλολατρία.
Αντίθετα ο
Χριστιανισμός
δεν έχει ιδέα
περί ατελούς
θεού που
υποχωρεί
αδυνατώντας να
αντισταθεί
στην
τελετουργία
και στα λόγια
των ιερέων˙ ο
χριστιανικός
θεός
συγκαταβαίνει.
Είναι
κοινότοπο στις
μέρες μας να
εξυμνείται,
ακόμη κι από μη
Νεοπαγανιστές,
η
ελευθεριότητα
του
πολυθεϊσμού, η «απουσία
οποιουδήποτε
αισθήματος
ενοχής ή τύψης», «η
ανυπαρξία
αμαρτίας» κ.ο.κ.,
σε αντίθεση με
τα διδάγματα
του
μονοθεϊσμού.
Έτσι, αυτοί οι
άνθρωποι
πλάθουν μια
φανταστική
αρχαία
θρησκευτικότητα,
σύμφωνα με τα
μέτρα της
εποχής μας και
σύμφωνα με τα
προσωπικά τους
γούστα και
καπρίτσια, κι
έπειτα με ένα
κωμικό ύφος
κατήγορου του
Χριστιανισμού,
του αποδίδουν
τη δημιουργία
κάθε είδους
θρησκευτικού
κόμπλεξ.
Ο
Πλάτων, όμως,
μας δίνει μια
εντελώς
διαφορετική
και διόλου
ειδυλλιακή
εικόνα της
θρησκευτικότητας
των Αρχαίων,
αναφορικά με
την ύπαρξη
αμαρτίας,
ενοχών, τύψεων
και φόβου. Να τι
αναφέρει ο
Πλάτων, για το
πώς οι
σύγχρονοί του
Πολυθεϊστές
σκεπτόντουσαν:
«Γνώριζε,
Σωκράτη, πως
όταν κανείς
βρίσκεται
κοντά στο τέλος
της ζωής του,
τον πιάνει ένας
φόβος και μια
συλλογή για τα
πράγματα, που
ούτε τάβαζε
πριν στο νου
του˙ γιατί όλα
εκείνα που
διηγούνται για
τον Άδη και για
τις τιμωρίες
που περιμένουν
εκεί κάτω όσους
έκαμαν αδικίες
σ’ αυτόν τον
κόσμο, ενώ ώς
τώρα τα
περιέπαιζε,
τότε δα
αρχίζουν και
ανησυχούν την
ψυχή του, μήπως
τάχα είναι
αληθινά (..).
Ανησυχία και
τρόμος
γεμίζουν την
ψυχή του και
αρχίζει να
εξετάζη και ν’
αναθεωρή τις
πράξεις του
μήπως έκαμε
καμιά αδικία˙
και κείνος που
βρίσκει στη ζωή
του πολλά
αδικήματα, ο
ΦΟΒΟΣ [δική μας
η έμφαση] τον
κάνει και μέσα
στον ύπνο του
να πηδά επάνω,
σαν τα παιδιά,
και να ζη πάντα
σε απελπισία» (Πολιτεία
330d-e).
Για
να γλιτώσουν
από τη φρίκη
των
βασανιστηρίων
του Άδη οι
Αρχαίοι
Πολυθεϊστές,
που σύμφωνα με
τους
μεταμοντέρνους
ελευθερόφρονες
ζούσαν σε μια
Αρχαιότητα
δίχως τύψεις
και φόβο,
έκαναν τα πάντα:
«Αγύρτες και
μάντεις
μπαινοβγαίνουν
από τα σπίτια
των πλουσίων
και τους
πείθουν, πως
έχουν από θεία
παραχώρηση τη
δύναμη, αν
έπεσαν σε
κανένα
αμάρτημα,
ή οι ίδιοι ή
κανείς από τους
προγόνους των,
να το
εξιλεώνουν με
χαρές και
πανηγύρια» (Πολιτεία
364b).
Κι όχι μόνο
αυτά, αλλά κι
αυτά: «Κ’ ένα
σωρό ακόμη
βιβλία
παρουσιάζουν
του Μουσαίου
και του Ορφέως,
που κατάγονται,
λέγουν, από τη
Σελήνη και τις
Μούσες, και που
περιέχουν τις
ιεροτελεστίες
αυτών των
θυσιών, και
πείθουν όχι
μόνο τους
ιδιώτες, αλλά
και ολόκληρες
πόλεις ακόμη,
πως με τις
θυσίες των και
με κάτι τέτοια
ξεφαντώματα
μπορούν να
επιτύχουν και
για ζωντανούς
και για
πεθαμένους τον
εξαγνισμό και
την άφεση των
αμαρτιών τους˙
και ονομάζουν
τελετές όλα
αυτά τα μέσα,
που μας
λυτρώνουν από
τα
βασανιστήρια
του κάτω κόσμου,
που δε θα
ξεφύγουν όσοι
τις παραμελούν»
(Πολιτεία 364e).
Βασανιστήρια,
τύψεις, αμαρτία,
άφεση αμαρτιών....
«Για όλα φταίει
ο
Χριστιανισμός».
Φυσικά,
έναν τέτοιον
Άδη τον τρέμαν
ακόμη κι οι
θεοί – τρομερή
αίσθηση «ελευθερίας
από κάθε
εξουσία»: Και
φανή του Άδη η
κατοικία σε
θνητούς κι
αθανάτους, η
μουχλιασμένη
κι άραχλη που
ώς κι οι θεοί
την τρέμουν (Ιλιάδας
Υ 64-65)˙ ενώ τις
ανθρώπινες
ψυχές τις
περιμένει μια
πολύ καλή
πολυθεϊστική
μοίρα: «[οι ψυχές
ακολουθούν τον
Ερμή] σαν
νυχτερίδες, που
πετούν μες στης
σπηλιάς τα βάθη
τρίζοντας, αν
απ’ το σωρό
καμμιά τους
ξεκολλήση και
πέση καταγής,
κι η μια
κρατιέται από
την άλλη, έτσι
και κείνες
τρίζοντας όλες
μαζί πετούσαν»
(Οδύσσειας ω 6-9).
Τέλος,
να πούμε ότι οι
Νεοδωδεκαθεϊστές
πιστεύουν, ότι «όπως
δεν μπορούμε να
λάβουμε στα
σοβαρά έναν
μωαμεθανό που
μιλάει για τον
Χριστιανισμό,
έτσι και δεν
μπορούμε να
λάβουμε στα
σοβαρά έναν μη
Εθνικό που
μιλάει για την
Εθνική
Ελληνική
Θρησκεία και
την ερμηνεύει
αναλόγως».
Βέβαια, ούτε
εμείς μπορούμε
να πάρουμε στα
σοβαρά
αξιώσεις
ανθρώπων που
ξαφνικά έγιναν
Εθνικοί και
αναβιώνουν
κατά το γούστο
τους, δηλαδή
εντελώς
αυθαίρετα, κάτι
από αιώνες
νεκρό,
βασισμένοι σε
αγγεία και
αποσπάσματα
κειμένων. Μόνο
εάν μας κρύβουν
οι «Εθνικοί»
κάποιο μυστικό,
θα μπορούσαν να
ισχυριστούν
κάτι τέτοιο.
Όμως, ό,τι ανα-μασάνε
είναι ορισμένα
αρχαία κείμενα
προσβάσιμα σε
όλους (εκτός κι
αν μπήκαν στο
κεφάλι του
Ησίοδου, του
Ομήρου, του
Πλάτωνα κ.ά.,
οπότε τους
ερμηνεύουν
σωστά) καθώς
και
νεοεποχίτικες
ιδέες. Εάν
αληθεύει η
αξίωσή τους,
είναι
αντιστοίχως
γελοίο, οι
ίδιοι να (παρ)ερμηνεύουν
τη Χριστιανική
Ορθόδοξη πίστη
της Εκκλησίας,
για τον απλό
λόγο ότι, αφού
δεν είναι
Χριστιανοί, δεν
πρέπει να
μιλούν για
Χριστιανισμό.
ΠΡΟΧΩΡΗΣΕ ΣΤΟ ΙΒ' ΜΕΡΟΣ (Αρχαίοι θεοί και μύθοι)