ΚΕΛΣΟΣ ΑΛΗΘΗΣ ΛΟΓΟΣ (ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΑΛΗΘΟΥΣ ΛΟΓΟΥ ΚΕΛΣΟΥ του Ανωνύμου Απολογητή) ;

ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΑΛΗΘΟΥΣ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΚΕΛΣΟΥ

 (Παραινετικός διάλογος στην μετά πίστεως και προσευχής σκέψη)

του «Ανωνύμου Πιστού & Απολογητή»

Εν Νήσω Φαιάκων, Ελλάδα, Άγιο Πάσχα Ορθοδόξων Χριστιανών, Έτος 2003 μ.Χ.

(ΚΕΛΣΟΣ ΑΛΗΘΗΣ ΛΟΓΟΣ)

Αφορμή για αυτή την εργασία έδωσε στον γράφοντα η διαπίστωση ότι πολλοί νεοΕθνικοί (νεοπαγανιστές) νομίζουν εσφαλμένα ή ψεύδονται εσκεμμένα ότι ο Κέλσος ή και λίγοι άλλοι αρχαίοι Εθνικοί (παγανιστές), δεν έχουν πάρει απάντηση ήδη από τους Χριστιανικούς Πατέρες και ιερείς στις διάφορες ενστάσεις τους, όπως π.χ. ο Άγιος Κύριλλος συνέγραψε το «Κατά Ιουλιανού», ο επίσκοπος Καισαρείας Ευσέβιος κατά του Ιεροκλή και ο Ωριγένης το «Κατά Κέλσου» ή γιατί πολλές φορές χλευάζουν τους Χριστιανούς επειδή ακούν τους Μητροπολίτες ή τους Πατριάρχες τους ως υποτελείς ενώ οι ίδιοι, ως λένε, είναι οι μόνοι σκεπτόμενοι άνθρωποι, με συνέπεια οι νεοΕθνικοί σε διάφορα φόρουμ να ξεφωνίζουν ότι «ο Κέλσος πρέπει να διαβαστεί από όλη την Ελλάδα, ώστε η τελευταία να ελευθερωθεί από τα ψέματα του Χριστιανισμού». Ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου λοιπόν, έχει πάρει την απάντησή του εδώ και 18 αιώνες από τον Ωριγένη, τον οποίο παρακίνησε ο Αμβρόσιος, αν και σε βιβλία όπως το κάτωθι, ο λόγος του Ωριγένη αποκρύπτεται έστω και αν από το βιβλίο του αναφερόμενου Ωριγένη, σήμερα σώζεται ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου. Ας σκεφτεί λοιπόν ο καθείς, ότι αν ο Ωριγένης δεν είχε δύναμη στον λόγο του θα ήταν πιο «παγανιστικά» σωστό να κατατεθούν και οι ιδέες του, ώστε ο Κέλσος να φαντάζει ακόμη πιο δυνατός ως προς τα λεγόμενά του. Αν όμως αποκρύπτεται θα πρέπει ο καθένας να αναλογιστεί ότι σε κανένα δικαστήριο ο δικαστής δεν ακούει μόνο τον κατήγορο διότι αν το πράξει θα πλανηθεί, εκτός και αν του αρέσει η ιδέα να πλανιέται.. Ορθό λοιπόν είναι ο καθείς, να ακούει και τον συνήγορο αν θέλει να δικάζει δίκαια και όχι αυτάρεσκα. Παρ’ όλα αυτά που αφορούν λοιπόν τον Ωριγένη ο γράφων δεν πρόκειται να μείνει με ανοιχτό το στόμα μπροστά από τον Αληθή Λόγο του Κέλσου, ούτε κάποιου άλλου, θεωρώντας την σοφία του Θεού κατώτερη από εκείνη του ανθρώπου διότι ο γράφων πολλές φορές έχει τονίσει ότι ένας που θέλει να είναι και να λέγεται «Έλληνας», έχει την υποχρέωση να σκέφτεται διαρκώς και αν τυγχάνει και Χριστιανός θα πρέπει να ελέγχει τα ατοπήματα του δράκοντα. Έτσι λοιπόν περιζωμένος την αλήθεια και με θώρακα την δικαιοσύνη, υποδεμένος το ευαγγέλιο με περικεφαλαία την σωτηρία και την μάχαιρα του Πνεύματος και προσευχόμενος, ο δράκοντας θα σωπάσει και τα πύρινά τα βέλη του θα σβήσουν μπρος από την χριστιανική χρυσή ασπίδα της πίστεως.

 

 

ΠΡΟΣΩΠΑ «ΔΙΑΛΟΓΟΥ»

 

Κέλσος (Εθνικός) 2ος αιώνα μ.Χ.

 

Μενεκράτης (Χριστιανός) 5ος αιώνα μ.Χ.

 

 

 

 

 

 Στο κείμενο που ακολουθεί ομιλάει ένας Χριστιανός που δεν γνωρίζει τέλεια όλα τα δόγματα του Χριστιανισμού αλλά και ούτε έχει εμβαθύνει στην Θεολογία. Η ζωή αυτού του Χριστιανού τοποθετείται υποθετικά στον 5ο αιώνα μ.Χ. (έστω και αν το σύγγραμμα είναι στα νεοελληνικά) και απαντά στις ειδήσεις του Κέλσου που βρίσκονται στο εικονιζόμενο βιβλίο.

 

 

 

 

 

1.

 

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

 

2.

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

3.

 

Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑΣ ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

 

4.

 

Η ΙΟΥΔΑΪΚΉ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

 

5.

 

ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ

 

6.

 

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΔΟΓΜΑ

 

7.

 

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

 

8.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ

 

9.

 

Η ΠΑΡΑΧΑΡΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ

 

10.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

11.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

 

12.

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

 

 

 

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

 

 

 

Άγιο Ευαγγέλιο, Επιστολές Αποστόλων, Προς Εφεσίους - Προς Φιλιππησίους, Κεφ ς’ 14 - 18

 

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

 

 

Οι Χριστιανοί, αντίθετα από τις συνήθειες που επικρατούν, έχουν θεσπίσει μεταξύ τους μυστικούς κανόνες απ’ τους οποίους όσοι δεν παραβαίνουν το νόμο βγαίνουν στο φως, ενώ όσοι τελούνται κατά τρόπο που αντιβαίνει στα ήθη, μένουν κρυφοί. Η λεγόμενη αγάπη που τους ενώνει οφείλεται στον κοινό κίνδυνο που διατρέχουν, και ο κίνδυνος ωθεί στην συντροφικότητα ισχυρότερα από κάθε όρκο.

 23, 1 Οι Χριστιανοί δεν έχουν κανένα μυστικό νόμο. Αυτές είναι ψεύτικες ειδήσεις, οι οποίες αποκτούν το σκοτεινό το σχήμα όταν ο σοφός παρομοιάζει την Εκκλησία του Χριστού ως κάποια φιλοσοφική σχολή του Πυθαγόρα ή μύηση στα μυστήρια της αρχαίας Ελευσίνας· σχολές σαν του Πυθαγόρα μυστικούς είχαν κανόνες που αν τυχόν και οι συμμετέχοντες τις παράβαιναν βαριά ποινή θαρρώ πως είχαν.  Τέτοια αναφέρουν οι παραδόσεις για τον Πυθαγόρειο τον Ίππαρχο, καθότι ο κίνδυνος που διέτρεχε δεν ήταν από κανέναν εχθρό απ’ έξω, αλλά από τους ίδιους τους παλιούς του τους συντρόφους. Τώρα εσύ θα πρέπει να μας πεις, αν αυτοί οι μυστικοί κανόνες των Πυθαγόρειων ή των εν Αθήνα Ελευσίνιων, μιας και μυστικοί τυγχάνουν, αν αντιβαίνουνε τα κοινά τα ήθη, παρά οι φανεροί κανόνες των αδελφών και μαθητών μας.

Η δε αγάπη που ενώνει τους Χριστιανούς, είναι το μέγιστο αγαθό που προκύπτει από την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και ως μέγιστο αγαθό τιμάται ως γέννημα της ανθρώπινης ψυχής μας. Η αγάπη δεν εκβιάζεται αλλά πηγάζει εκ βάθους καρδιάς· διότι αλήθεια Κέλσο ποιά αγάπη είδες να πηγάζει δια της βίας και ποιά αγάπη είδες να πηγάζει από τον φόβο; Αν είδες καλά αυτά που εξιστορούμε, θα παρατήρησες ότι και οι μαθητές του Ιησού ένεκα του φόβου της εξουσίας αρνήθηκαν τον Δάσκαλό τους. Ο Πέτρος αρνήθηκε τον Ιησού ένεκα του φόβου και δεν αγάπησε έστω και πρόσκαιρα τον Χριστό, πριν ο κόκορας λαλήσει τρεις φορές. Πώς τώρα εσύ λες ότι με από την βία πηγάζει η αγάπη; Μήπως η αγάπη μπορεί να φέρει τον φόβο; Πώς άραγε το σκοτάδι φέρνει το φως και το φως φέρνει το σκοτάδι; Κι έτσι ακόμα αν ήταν, όπως τα λες Κέλσο, απαιτείται αγάπη για να κινδυνεύεις, διότι οι Χριστιανοί αν κινδύνευαν από τους εξωτερικούς εχθρούς, παρά αναμεταξύ τους, σημαίνει ότι για χάρη τού Χριστού κινδύνευαν, και Τον αγαπούσαν· μη ποτέ τολμήσεις να μας πεις ότι έχεις δει και άλλους να διακινδυνεύουν την ζωή τους για κάτι που δεν το αγαπάνε. Ποιός αλήθεια θα μπορούσε να ισχυριστεί, ότι οι τριακόσιοι του Λεωνίδα από την Σπάρτη, μπήκαν σε κινδύνους στο στενό στις Θερμοπύλες ένεκα του φόβου και όχι ένεκα της αγάπης προς την πατρίδα και την ελευθερία, που τους συνέδεε ισχυρά και τους έκανε τόσο άφοβους, που ούτε τον θάνατο λογάριασαν, αλλά ούτε τους περισσότερους χρυσοστόλιστους «αθάνατους» εχθρούς τους;

 

 Όσο για το δόγμα τους, έχει βάρβαρη προέλευση. Βέβαια, ακόμη και οι βάρβαροι είναι σε θέση να επινοούν δόγματα· μόνο που συμβαίνει, να είναι οι Έλληνες οι πιο κατάλληλοι να κρίνουν την αρετή και να επιβεβαιώνουν την αξία των όσων σκαρφίζονται οι βάρβαροι.

 23, 2 Ας ελέγξουν λοιπόν οι Έλληνες, όπως τους ονομάζεις, τα δόγματά των Χριστιανών και ας δουν αν έχουν αρετή ή όχι. Μια φορά ο συλλογισμός σου δεν αποκλείει την περίπτωση και βάρβαρο δόγμα να έχει αρετή, εφόσον λες ότι μόνο οι Έλληνες είναι ικανοί να το ελέγξουν. Σαφώς δεν υπαινίσσεσαι ότι μόνο οι Έλληνες είναι ικανοί για να φτιάχνουν δόγματα αρετής αλλά και οι βάρβαροι λοιπόν.

Μήπως και οι Έλληνες δεν έλαβαν βάρβαρα δόγματα, από προηγούμενους λαούς που στον ίδιο χώρο με αυτούς κατοικούσαν ή έστω εκεί κοντά τους; Πού είναι λοιπόν η μοναδική τους ικανότητα να ελέγχουν τα δόγματα των βαρβάρων, αν δεν είναι ικανοί μόνοι τους να ελέγξουν τα ίδια τα δόγματα που κληρονόμησαν από τους προηγούμενους;

 

 Σ’ αυτά που τους αρέσει να κάνουν και να διδάσκουν, οι Χριστιανοί επιδίδονται κρυφά, και όχι χωρίς λόγο, παρά για να αποφύγουν τη θανατική καταδίκη που κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους. Δεν υπάρχει τίποτα το καινούριο ή σπουδαίο στην ηθική τους διδασκαλία, που αν την συγκρίνει κανείς με άλλες φιλοσοφίες δεν θα την βρει διόλου πρωτότυπη. Λόγου χάρη η αποστροφή τους προς ό,τι θεωρούν ως ειδωλολατρία. Το ότι δεν είναι λογικό, αντικείμενα που έχουν φτιαχτεί από ανθρώπινα χέρια να τα θεωρεί κανείς ως θεούς μιας και πρόκειται για κατασκευάσματα φαύλων και πολλές φορές άδικων ανθρώπων, το πίστευαν κι οι Πέρσες, όπως μας ιστορεί ο Ηρόδοτος. Αλλά κι ο Ηράκλειτος λέει, «όσοι, λατρεύουν τ’ άψυχα για θεούς δεν διαφέρουν από κάποιον που πιάνει κουβέντα με τα ντουβάρια».

 23, 3 Αφού λοιπόν Κέλσο δεν είναι πρωτότυπη η Χριστιανική διδασκαλία, όπως λες, αλλά μοιάζει με άλλες φιλοσοφίες και ηθικές, τότε ποιός ο λόγος του ελέγχου για την αρετή της; Συ ο ίδιος υποστηρίζεις, ότι οι Χριστιανοί λένε ότι λέει και ο Ηράκλειτος. Δηλαδή υποστηρίζεις ότι οι βάρβαροι μπορούν και σκέφτονται ως οι σοφοί οι Έλληνες; ή ότι οι Έλληνες σκαρφίζονται πράγματα βαρβάρων; Αυτό δεν λες όταν συγκρίνεις τους Πέρσες και τους Έλληνες ως σκεπτόμενους τα ίδια για την ειδωλολατρία;

Εφόσον ως λες οι Χριστιανοί διδάσκουν τα ίδια με τους άλλους φιλοσόφους, τότε πώς τους κατηγορείς ότι δεν διδάσκουν τίποτα σπουδαίο; Και αν πρωτότυπη δεν είναι η ηθική των Χριστιανών, αυτό σημαίνει ότι γεννημένη είναι από την κοινή συνείδηση και σκέψη των σοφών λαών της γης, που σε όλες τις γενεές και σε όλους τους τόπους μίλησαν για το αγαθό.

Εξήγησε μου όμως, αφού πρωτοτυπία καμιά δεν έχουν οι Χριστιανοί, πώς απειλούνται με την θανατική την καταδίκη, ενώ οι άλλοι λαοί με τις ίδιες φιλοσοφίες και ηθικές με τον Χριστιανισμό χαίρουν τις προστασίας του δικού τους κράτους; Κάτι θα πρέπει να υποστηρίξουμε λοιπόν· ή ότι το κράτος άδικα τους κατηγορεί ή ότι η διδασκαλία τους είναι πρωτότυπη ή και τα δύο αυτά μαζί ακόμη, διότι αν αυτοί κινδύνευαν από θανατικές καταδίκες λογικό είναι να ειπωθεί ότι αυτοί που κινδυνεύουν με τέτοια βαριά ποινή, για ένα θέμα που υποστηρίζουν, κάτι το σημαντικό και νέο πρεσβεύουν για το οποίο δεν διστάζουν να δώσουν και την ίδια την ζωή τους ακόμα. Και ο πιο αφελής πολίτης του κράτους λοιπόν, δεν θέτει την ζωή του σε κινδύνους παρά μόνο για κάποιο πολύ σοβαρό λόγο που και αυτός, αν και αφελής δηλαδή, ευκόλως εννοεί, αφού νομίζω ότι και ο πιο αφελής πολίτης, αν έστω ειπωθεί ότι δεν εννοεί την διδασκαλία που πρεσβεύει, εντούτοις ευκόλως κατανοεί την σημασία και την αξία της ίδιας της ζωής του.

 

 Οι Χριστιανοί πιστεύουν ότι προφέροντας τα ονόματα δαιμόνων ή λέγοντας μαγικά ξόρκια, αποκτούν δύναμη. Ο ίδιος ο Ιησούς χρησιμοποιώντας μαγικά τεχνάσματα φάνηκε πως έκανε θαύματα, και μάλιστα πρόβλεψε ότι και άλλοι θα ’ παιρναν μαθήματα και θα ’ καναν τα ίδια, παριστάνοντας τους σπουδαίους κι ότι τα κατορθώματα τους δήθεν οφείλονται στη δύναμη του θεού· και κάτι τέτοιους τους ξαπόστελνε ο Ιησούς. (Αν είχε δίκιο να τους καταδικάζει, τότε όντας κι ο ίδιος ένοχος για τα ίδια πράγματα, ήταν τιποτένιος· και αν δεν ήταν τιποτένιος ο ίδιος τότε δεν ήσαν τιποτένιοι και όσοι πήγαν να τον μιμηθούν. (...) Οι Χριστιανοί διατηρούν απόκρυφες δοξασίες, κι έτσι προσποιούνται και καλύπτονται ως προς το τι πιστεύουν και τι όχι (...) Προσωπικά, δεν υποστηρίζω ότι θα ’ πρεπε κανείς να υποχρεώνεται να απομακρυνθεί από τις καλοπροαίρετες δοξασίες του ή να προσποιηθεί ότι απομακρύνθηκε ή ότι τις απαρνήθηκε, προκειμένου να αποφύγει κινδύνους.

 23, 4 - 25, 1 Ο Δάσκαλος μας έκανε μαγικά τεχνάσματα, ως λες, πράμα που πολλοί αμφισβητούν σήμερα έστω και αν ζουν πολλά χρόνια έπειτα από Εκείνον, μη γνωρίζοντας τα γεγονότα από πρώτο χέρι. Μάλιστα προέβλεψε ότι και άλλοι στο μέλλον θα κάνουν μαγικά, όπως λες, χρησιμοποιώντας το Όνομά Του. Δεν απορείς Κέλσο για το πώς, ο τιποτένιος όπως λες Ιησούς, γνώριζε ότι θα γίνει γνωστός ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους και μάλιστα σε όλη την Οικουμένη, εκείνη που ούτε εσύ στα χρόνια σου δεν μπορούσες άλλωστε με κανένα τρόπο να γνωρίζεις; Τί θα πρέπει να πούμε Κέλσο; μήπως ότι πολύ άνθρωποι είναι τιποτένιοι αφού δασκαλεύονται από τιποτένιους; ή μήπως ότι ο Ιησούς δεν είναι τιποτένιος, αλλά Μέγιστος μεταξύ όχι μόνο των τιποτένιων, αλλά και εκείνων των μεγίστων; Διότι μόνο οι μέγιστοι γίνονται παράδειγμα σε τόσους πολλούς άλλους ανθρώπους, ακόμη και σοφούς, παρά οι τιποτένιοι. Πες μου Κέλσο, ποιοί άλλοι σοφοί είχαν τόσους θαυμαστές; Μήπως έχεις εσύ περισσότερους, εφόσον λες ότι σαν Έλληνας είσαι ικανός να ελέγξεις τον Ιησού;

Όμως, Κέλσο, ο Ιησούς δεν έκανε μαγικά τεχνάσματα, ο Ιησούς είναι ο Θεός και όσοι κάνουν μαγικά τεχνάσματα δίχως την άδεια του Θεού Ιησού είναι τιποτένιοι και μάγοι. Ο ίδιος ο Θεός δεν ζητάει από κανέναν την άδεια για να κάνει μαγικά, όπως συ τα ονομάζεις. Κανείς μάγος ως τώρα δεν καταδίκασε άλλους μάγους για τα μαγικά τους, απλά ο καθείς υποστήριζε ότι κάνει μεγαλύτερα και σπουδαιότερα από όλους σχεδόν τους άλλους. Ο Χριστός δεν υποστήριξε ότι κάνει μεγαλύτερα, αν και μπορεί ευκόλως να το πράξει. Ο Ιησούς υποστήριξε ότι όποιος κάνει μάγια δίχως την έγκριση του Θεού, χρησιμοποιεί τα μάγια για πράματα που δεν έχουν άδεια από τον Θεό.

Έπειτα λες ότι οι Χριστιανοί έχουν απόκρυφες δοξασίες ή ό,τι τις απαρνιόνται για να αποφύγουν τους κινδύνους. Μα πώς υποστηρίζεις κάτι τέτοιο όταν οι Χριστιανοί επιθυμούν να μαρτυρήσουν για τον Θεό τους; Πώς υποστηρίζεις κάτι τέτοιο όταν οι θανατικές καταδίκες και η ρίψη στα θηρία επέρχονταν όταν κάποιος δεν αρνούνταν τον Θεό Χριστό, με μια και μόνο προφερόμενη πρόταση;

Κι αν και έστω παραδέχεσαι ότι ο Δάσκαλός μας έκανε μαγικά τεχνάσματα, με ποια απόδειξη ξεστομίζεις κάτι τέτοιο; Ότι δηλαδή για μαγικά τεχνάσματα επρόκειτο και όχι για κάτι άλλο; Διότι εμείς οι Χριστιανοί γνωρίζουμε ότι με την δύναμη του Θεού ενεργούσε και έπραττε όλα εκείνα τα αγαθά που χάριζε στους μαθητευόμενούς Του, αφού σαφώς καμιά επίδειξη δεν έκανε ο Ιησούς για να εντυπωσιάσει, παρά μόνο αγαθοεργίες για να ευεργετήσει. Τέτοιος είναι ο Θεός και κανείς δεν μπορεί να Τον διατάξει να πράξει μάγια, ως λες, τώρα ή μετά άνευ κάποιου αγαθού και καλοπροαίρετου σκοπού, που ως Θεός σοφός ορίζει. Για μάγο λοιπόν τον πέρασαν πολλές φορές ιερείς και Φαρισαίοι και όλο περισσότερα τεχνάσματα του ζητούσαν να επιτελέσει για να εντυπωσιαστούν αυτοί προσωπικά, παρά για να ευεργετηθούν κάποιοι δυστυχείς ανθρώποι από ετούτα.

 

Μέσα σε κάθε άνθρωπο υπάρχει η ψυχή που όντας ανώτερη από το γήινο στοιχείο, συγγενεύει με τον θεό1. Κι οι καλόψυχοι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται, λαχταρούν τον συγγενή τους αυτόν, και διαρκώς τον φέρνουν στο νου τους και πάντα ποθούν κάτι να μαθαίνουν γι’ αυτόν. Όμως, αν πρόκειται να ενστερνιστούν κάποιο θρησκευτικό δόγμα, πρέπει να έχουν για οδηγό τους τη λογική. Γιατί όποιος πιστεύει χωρίς πρώτα να ελέγξει λογικά ένα δόγμα, είναι βέβαιο πως θα απατηθεί. Έχουμε πολλά σημερινά παραδείγματα άλογης πίστης: τους ζητιάνους ιερείς της Κυβέλης, τους μάγους που δίνουν προφητείες παρατηρώντας ουράνια φαινόμενα, τους λάτρεις του Μίθρα και του Σαβαδία κι όσους βλέπουν φαντάσματα της Εκάτης ή κάποιας άλλης θεότητας θηλυκιάς ή αρσενικής.

 25, 2 Αν η ψυχή είναι ανώτερη από το σώμα και αυτή μονάχα συγγενεύει με τον Θεό, αυτό συ το λες και όχι οι Χριστιανοί οι οποίοι διδάσκουνε ότι το σώμα δώρο λίαν καλό στον άνθρωπο δόθηκε από τον Δημιουργό Πατέρα.

Όμως ας δούμε Κέλσο γιατί το δόγμα μας δεν είναι λογικό και σε ευχαριστώ εκ των προτέρων που υποστηρίζεις ότι μερικές από τις βάρβαρες δοξασίες που έχουν γίνει απόκτημα και των Ελλήνων, σαν των ζητιάνων της Κυβέλης, τους λάτρεις του Μίθρα και εκείνους που βλέπουν φαντάσματα της Εκάτης, είναι άλογες, και δηλαδή έγιναν απόκτημα εκείνων που εσύ θεωρείς ότι είναι οι μόνοι ικανοί να ελέγχουν την λογική ενός δόγματος σαν και του δικού μας. Αν και μοιάζει δύσκολο άνθρωποι που δέχονται βαρβαρότερα δόγματα από πολλά άλλα, να ελέγξουν ανθρώπους με δόγμα σαφώς πιο λογικό και πιο σοφό από το δικό τους.

 

 Ακριβώς όπως οι τσαρλατάνοι αυτών των λατρειών εκμεταλλεύονται την αφέλεια των εύπιστων και τους τραβούν από τη μύτη, έτσι γίνεται και με τους Χριστιανούς δασκάλους· κάποιοι από αυτούς δεν θέλουν καν να διατυπώσουν ούτε να ακούσουν ένα επιχείρημα πάνω σ’ αυτά που πιστεύουν, προτιμώντας τα «πίστευε και μη ερεύνα» και «η πίστη σου θα σε σώσει», και «η σοφία αυτού του κόσμου είναι κακό πράγμα, ενώ το να ’ σαι απλοϊκός είναι καλό». Αν κάνουν τον κόπο να μου δώσουν κάποια απάντηση, αντιμετωπίζοντας με όχι σαν κάποιον που σκίζεται να μάθει απ’ αυτούς (έτσι κι αλλιώς μου είναι γνωστά όλα αυτά), αλλά σαν κάποιον που ενδιαφέρεται εξ ίσου για το κάθε τι, τότε έχει καλώς· αν όμως δεν θελήσουν και μου πουν, καθώς το συνηθίζουν, «μη εξέταζε» και τα παρόμοια, θα πρέπει να τους διδάξω, ώστε να δουν κι οι ίδιοι, τι πραγματικά είναι και από πού πηγάζουν τα όσα υποστηρίζουν.

 25,3 Εμπρός λοιπόν θα χαρώ πολύ να μας διδάξεις, διότι το «πίστευε και μη ερεύνα» περισσότερο σε αγαθούς εις την ψυχή ταιριάζει παρά σε φιλοσόφους, έστω και αν ο φιλοσοφημένος λογικός αρχαίος Έλληνας σοφός, ο Πλάτων, στον Τίμαιο του αναγνώρισε αγαθά την παραδιδόμενη Ομηρική και Ησιόδεια θεϊκή γένεση και την σειρά τους «καίπερ άνευ τε εικότων και αναγκαίων αποδείξεων».

Ας δούμε τώρα αν αυτά που εσύ λες ότι γνωστά σου είναι, αν όντως έτσι πράγματι τυγχάνουν ή από πονηρούς και ασεβείς προς τον Θεό πηγάζουν.

 

 

Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑΣ ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΙΣΤΗ 

 

 

 

Πολλά από τα έθνη του κόσμου διατηρούν δόγματα συγγενικά, πράγμα που μας οδηγεί στην υπόθεση ότι οι διάφορες εθνικές δοξασίες και προκαταλήψεις έχουν λίγο ως πολύ κοινή καταγωγή. Πίσω απ’ αυτές βρίσκεται εξ αρχής κάποιο αρχαίο δόγμα που, όπως λέγεται, το συντήρησαν οι σοφότεροι όλων των εθνών και πόλεων (Αιγύπτιοι, Ασσύριοι, Ινδοί, Πέρσες, Σαμοθράκες, Οδρύσες και Ελευσίνιοι. Οι Γαλακτοφάγοι του Ομήρου, οι Δρυίδες των Γαλατών και οι Γέτες πίστευαν σε δόγματα παρόμοια με των Ιουδαίων και μάλιστα πριν από αυτούς). Ο Λίνος, ο Μουσαίος, ο Ορφέας, ο Φερεκύδης ο Ζωροάστρης και ο Πυθαγόρας είχαν συλλάβει τα νοήματα τους και έγραψαν τις δοξασίες τους σε βιβλία που μπορεί κανείς μέχρι και στις μέρες μας να συμβουλευτεί.

 27,1 Έτσι Κέλσο λες; ότι όλα τα δόγματα του κόσμου είναι συγγενικά ως προς ένα αρχαιότερο, το οποίο το διατήρησαν οι σοφοί του κόσμου τούτου και ότι μερικοί από αυτούς, σοφοί ως πάντοτε, είχαν και ομοιότητες και με τα δόγματα των Ιουδαίων; Πλαγίως είναι σαν να υποθέτεις, ότι και οι Ιουδαίοι έχουν τμήμα αυτής της αρχαίας μοναδικής σοφίας. Πώς γίνεται όμως να υποστηρίζεις κάτι τέτοιο και στην αρχή της πολεμικής σου πραγματείας να θέτεις τους Έλληνες ως διαφορετικούς από τους βαρβάρους, εφόσον ως όλοι οι λαοί έχουν κοινή καταγωγή δογμάτων; Έγιναν δηλαδή οι Έλληνες βάρβαροι εισάγοντας και διατηρώντας δόγματα που έχουν και διατηρούν οι βάρβαροι; Και πώς ανάμεσα σε σοφούς συγκαταλέγεις και βαρβάρους, ενώ άλλοτε ως έλεγες οι Έλληνες μόνο είναι οι σοφοί; Αληθεύει όμως και πρέπει να λεχθεί, ότι μερικοί από τους Έλληνες ανέπτυξαν διαφορετικά δόγματα από εκείνα των βαρβάρων και ακόμη από εκείνα των ίδιων των πολλών Ελλήνων και έφθασαν σε δόγματα που έχουν ομοιότητες με το δικό μας, αν και ίσως ανεξάρτητα φαίνεται πως αναπτύχθηκαν σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους. Θα πρέπει λοιπόν να δεχτούμε ότι και οι Έλληνες σοφοί είναι βάρβαροι και άμυαλοι ή ότι το δικό μας δόγμα κατέχει και Ελληνική σοφία.

 

Εκείνοι τώρα που επιχειρούν να μεταμφιέσουν ή να προσδώσουν αλληγορικό χαρακτήρα στην κοσμογονία του Μωυσή, παρ’ όλο που είναι πιο λογικοί [επιεικέστεροι είσινί (από όσους την παίρνουν τοις μετρητοίς), κάνουν μεγάλο λάθος [κατηγορών της Μωϋσέως ιστορίας αιτιάται τους τροπολογουντας και άλληγορουντας αυτήν]. Γιατί το σύμπαν ούτε αρχή έχει ούτε υπόκειται σε καμία φθορά. Μόνο όσα βρίσκονται πάνω στη γη επηρεάζονται από κατακλυσμούς και μεγάλες πυρκαϊές, και μάλιστα όχι όλα μαζί και ταυτοχρόνως. (Σύμφωνα με την παράδοση των παραπάνω εθνών) έχουν γίνει πολλές φορές κατακλυσμοί και καταστροφικές πυρκαϊές και αναστατώσεις, και πιο πρόσφατα ο κατακλυσμός επί Δευκαλίωνα και η πυρκαϊά επί Φαέθοντα.2 Ακόμα κι οι Έλληνες θεωρούσαν αυτά τα γεγονότα πανάρχαια, καθώς δεν είχαν υπ’ όψη τους στοιχεία ή διηγήσεις για ακόμα πιο παλιά τέτοια γεγονότα. Ο Μωυσής τώρα, έχοντας ακούσει με προσοχή κι έχοντας λάβει γνώση των δοξασιών αυτών που ήταν διαδεδομένες ανάμεσα στα σοφά έθνη και στους διακεκριμένους άνδρες, κατάφερε να δημιουργήσει γύρω από τον εαυτό του την φήμη ότι είχε θείες δυνάμεις. (Πολλά από όσα δίδαξε άλλωστε δεν είχαν καμία πρωτοτυπία. Η περιτομή, λόγου χάριν, προέρχεται από τους Αιγυπτίους [το περιτέμνεσΰαι τα αιδοία από Αιγυπτίων έλη-λυθέναι]). Και δίχως λογική αιτία, οι γιδοβοσκοί κι οι τσοπάνηδες, προφανώς εξαπατημένοι από τις απλοϊκές του δοξασίες, ακολούθησαν τον Μωυσή που τους δίδαξε ότι δεν υπάρχει παρά ένας θεός, που ονομάζεται Ύψιστος ή Αδωνάί ή Ουράνιος ή Σαβαώθ ή δεν ξέρω πώς, και έπαψαν να αναγνωρίζουν κάθε άλλον. Οι Ιουδαίοι δεν κατάλαβαν ότι δεν έχει καμία σημασία πώς ονομάζει κανείς τον ανώτατο θεό, αν τον λέει Δία όπως οι Έλληνες ή αν χρησιμοποιεί Ινδικό όνομα ή Αιγυπτιακό. Χώρια που, παρά την αποκλειστικότητα του ενός ύψιστου θεού, οι ίδιοι και αγγέλους λατρεύουν και σε μάγια πιστεύουν, των οποίων μάλιστα ο Μωυσής ήταν ερμηνευτής, θα ασχοληθώ με την αμάθεια των Εβραίων αργότερα· ας αναφερθώ πρώτα στο ζήτημα του Ιησού, που πρωτοδίδαξε μόλις πριν λίγα χρόνια και που θεωρείται από τους Χριστιανούς υιός του θεού, για να δείξω πώς οι Χριστιανοί έχουν εξαπατηθεί και έχουν ενστερνιστεί ένα δόγμα που καταστρέφει την ζωή των ανθρώπων. Αν και ριζωμένη στα κατώτερα στρώματα και τους αμαθείς, η θρησκεία αυτή βρίσκει ανταπόκριση και ανάμεσα σε ανθρώπους μετριοπαθείς και λογικούς και σώφρονες που τείνουν να την ερμηνεύουν αλληγορικά.

 27, 2 - 29,1 Και όμως, ενώ υποτιμάς την κοσμογονία του Μωυσή, εντούτοις δεν παρατηρείς ότι ο χρόνος πάνω στον πλανήτη γη διαιρείται καλύτερα και πιο τέλεια με την κοσμογονία των Μωυσή, παρά με εκείνη των Ελλήνων. Πιο καλύτερα διαιρείται ο χρόνος πάνω στην γη βασισμένος πάνω στις 7 ημέρες τις κοσμογονίας Μωυσή, παρά στα χρόνια από την τέλεση των Ολυμπιάδων. Διότι και αυτές οι Ολυμπιάδες δεν υπήρχαν πάντοτε αλλά κάποια δεδομένη χρονική στιγμή ξεκίνησαν έστω κι ήταν σε παλιά κι αρχαία χρόνια. Αν υποθέσουμε ότι οι Έλληνες είναι οι μόνοι ικανοί να ελέγξουν τα δόγματα των βάρβαρων, όπως λες, τότε γιατί οι Έλληνες δεν χρησιμοποίησαν ένα τόσο τέλειο σύστημα μέτρησης του χρόνου της γης; Πες μας Κέλσο, πώς γνώριζε ο Μωυσής το καλύτερο μέτρο διαίρεσης του γήινου χρόνου και δεν το γνώριζαν οι παλιότεροι και πιο σοφοί από αυτόν, εφόσον λες ότι ο Μωυσής από εκείνους πήρε την σοφία τους;

Πώς πήρε από την σοφία των Ελλήνων ο Μωυσής, όταν εκείνος υποστήριζε ότι δεν υπάρχει παρά μονάχα ένας Θεός; Ποιός άλλος σοφός από τα έθνη υποστήριζε κάτι τέτοιο; Δεν ήταν άραγε τα έθνη πιστά σε πολλούς θεούς, ιδίως κατά την εποχή του Μωυσή; Και αν ακόμη αυτός πήρε την σοφία τους, τότε γιατί θεωρείς τους γιδοβοσκούς απατημένους, εφόσον ακολούθησαν διδάγματα σοφών που άκουσε και δίδαξε ο Μωυσής; Έχουν δηλαδή οι διακεκριμένοι σοφοί άνδρες, ως λες, απλοϊκές δοξασίες για εξαπατημένους και απλούς χωρίς λογική ανθρώπους;

Και πώς θα μπορούσε να κατηγορήσει κανείς τον Μωυσή για έλλειψη σοφίας, όταν εκείνος δίδαξε αυτά που εσύ λες και υποστηρίζεις; διότι ο Μωυσής πρώτος έδειξε στους άλλους ότι όντως ο Θεός ιδιαίτερο όνομα δεν έχει και άλλο όνομα δεν του αρμόζει παρά το «Είναι» (Εβραϊκά: Γιαχβέ)· διότι Εκείνος αλήθεια Είναι, ενώ οι άλλοι θεοί διόλου και καθόλου δεν Είναι.

Όσο για αυτούς που εσύ λες ότι το όνομα δεν παίζει καμιά σημασία, διότι ο ίδιος θεός υποστηρίζεις ότι είναι, πολλές ανούσιες διηγήσεις μπορώ να σου διηγηθώ από τις κατά τόπους παραδόσεις των πιστών τους και τότε είναι που πολλές και καίριες διαφορές θα δεις αναμεταξύ αυτών και Εκείνου για του Οποίου εγώ μιλώ σε αυτή την δική μου πραγματεία.

Μάλιστα διαδίδεις ότι οι Χριστιανοί Αγγέλους λατρεύουν αλλά κάτι τέτοιο για τους Χριστιανούς καθόλου δεν ισχύει· εκείνοι μόνο τον Ύψιστο Θεό λατρεύουν και τους Αγγέλους τους τιμούν μονάχα. Αυτό δε που στα αλήθεια δεν μπορεί παρά να με εκπλήσσει, δεν είναι άλλο από το ότι τους Χριστιανούς κατηγορείς ως πιστούς εις την μαγεία, αν και εσύ ο ίδιος νωρίτερα τον Ιησού κατηγόρησες, ότι θαύματα του Θεού δεν έπραττε, αλλά απλά μάγια και τεχνάσματα ποιούσε. Αν όμως αυτή την άποψη σου την δεχτούμε, θα πρέπει να δούμε ότι και τελικά στα μάγια και στα τεχνάσματα πιστεύεις, παρά στην δύναμη του Θεού του Υψίστου. Συ είπες και συ διαλέγεις.

Ακόμη και αν όλα αυτά τα παραλείψουμε, πάλι θα σε κατηγορήσω διότι λες ότι το σύμπαν δεν έχει αρχή και ούτε υπόκειται σε καμιά φθορά. Μα πώς γίνεται Κέλσο όλοι μας να έχουμε αρχή και τέλος και φθορά και ως πολλά μικρά κομμάτια, σαν εκείνα που όριζε στην Ελλάδα ο Δημόκριτος και ο Φιλόλαος, αποτελώντας τον κόσμο να του χαρίζουμε ιδιότητες διαφορετικές από αυτές που έχουμε; Μήπως δηλαδή υποστηρίζεις ότι το γάλα αποτελείται από μικρά κομμάτια ψωμί ή το ψωμί αποτελείται από μικρά κομμάτια βότρεις;

Πώς υποστηρίζεις ότι μόνο στην γη γίνονται καταστροφές και πυρκαγιές και πλημμύρες και όχι αλλού; Έχεις βρεθεί αλλού ώστε με σιγουριά να το γνωρίζεις; και αν πράγματι κατάφερες και πήγες, πόσο χρόνια έμεινες μακριά, ώστε να μιλάς για το τι συμβαίνει εκεί, εις όλους τους αιώνες;

Όσο αφορά τον Ιησού δεν θα διαφωνήσω· δίδαξε προτού μερικά χρόνια από σε και όπως λες, αν και ρίζωσε το δόγμα του σε αμαθείς ανθρώπους, όπως άλλωστε και η σοφία θα έπραττε, ρίζωσε και σε λογικούς και σώφρονες στους οποίους η μωρία δεν θα μπορούσε να ριζώσει. Ακόμη και αν δέχτηκαν δόγμα παράλογο λοιπόν, πώς είναι σώφρονες αφού δέχτηκαν ένα δόγμα, όπως λες, που καταστρέφει την ζωή τους; ή θα πρέπει να θεωρήσω ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ λογικών και αφρόνων; Τί έγινε λοιπόν; Οι σώφρονες έχασαν τα λογικά τους ή οι άφρονες έγιναν σοφοί; Διότι πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί ότι ένα δόγμα για αμαθείς παραμέρισε πολλούς Έλληνες σοφούς και μερικοί από αυτούς κράτησαν τα δικά τους, μαζί με τα νέα Χριστιανικά ενδύματα που απόκτησαν, ενώ άλλοι αφού τα δεύτερα ενδύθηκαν πέταξαν εντελώς εκείνα τα παλιά τους;

 

 

 

Η ΙΟΥΔΑΪΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

 

 

 

 Η γέννηση του Ιησού από μια παρθένο είναι δική του επινόηση, για να συγκαλύψει την πραγματική του καταγωγή: γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Ιουδαίας από μια ντόπια, άπορη χειρώνακτα που ο άντρας της, ένας μαραγκός, την έδιωξε από το σπίτι σαν έμαθε ότι τον απατούσε μ’ έναν στρατιώτη που τον έλεγαν Πάνθηρα. Και διωγμένη και ταπεινωμένη περιπλανήθηκε και γέννησε κρυφά. Ο ίδιος επειδή ήταν φτωχός, πήγε να δουλέψει εργάτης στην Αίγυπτο όπου έμαθε μερικά από τα τεχνάσματα για τα οποία περηφανεύονται οι Αιγύπτιοι, και με τη βοήθεια αυτών των τεχνασμάτων, όταν ξαναγύρισε ανακήρυξε τον εαυτό του θεό.

 33, 1 Είναι εντελώς περίεργο αυτό που πράττεις Κέλσο· όταν άρχισες ετούτους τους σοφούς σου λόγους, μας δίδαξες ότι κανείς άλλος δεν είναι κατάλληλος να ελέγξει κάποιο δόγμα, αν έχει αρετή ή είναι βάρβαρο, παρά μόνο οι Έλληνες. Μα τώρα βάζεις Ιουδαίο να ελέγξει το δικό μας δόγμα! Υπάρχουν αλήθεια βάρβαροι πιο άξιοι από τους Έλληνες και σε αυτούς τώρα δίδεις τον πρώτο λόγο; Τι να υποθέσουμε εδώ; Ότι οι Έλληνες δεν είναι άξιοι ή αρκετοί για να ελέγξουν ένα δόγμα ή και οι βάρβαροι είναι ικανοί ως προς τούτο;

Αυτό που λίγοι εκ των Χριστιανών γνωρίζουν, είναι ότι όντως οι Έλληνες πρώτοι έλεγξαν το δόγμα μας· και μάλιστα όχι μόνο δεν το απέρριψαν, αλλά υπήρξαν οι πρώτοι και οι μοναδικοί σοφοί που το δίδαξαν, μετά τους Αποστόλους. Ας αναφέρω λοιπόν μερικούς μιας, και αν δεν κάνω λάθος είναι της ίδιας, αν όχι, υψηλότερης σοφίας από την δικιά σου …Ωριγένης, Κλήμης, Αθηναγόρας. Τούτοι δω λοιπόν είναι από εκείνους που πάνω από τα λίγα παλιά τους ρούχα, έβαλαν τα νέα που χάρισε ο Ιησούς μας, δίχως και εντελώς εκείνα τα παλιά να αποτινάξουν. Έπειτα βέβαια ακολούθησαν και άλλοι από τους Έλληνες, που τώρα πλέον κανένα παλιό και σκονισμένο ρούχο δεν τους έχει μείνει, μιας και ενδύθηκαν πλήρως τον Χριστό μας· και θαρρώ τίποτα πιο σοφό δεν υπάρχει παρά ο ίδιος ο Θεός, κατά τα λόγια του Ηρακλείτου. Και αν μπορείς σε παρακαλώ διάψευσέ με.

Ακόμη και αυτοί οι προηγούμενοι ουδέποτε να μην υπήρχαν, πάλι κανείς από τους υπόλοιπους δεν θα μπορούσε να πει Κέλσο, ότι αυτά που λες αρμόζουν στους σοφούς. Διότι ποιός άνδρας που γεννιέται ως αποτέλεσμα μοιχείας διδάσκει ότι γεννήθηκε από Παρθένα; ή έστω και νόμιμα αν γεννήθηκε, ποιός διδάσκει αυτά τα ίδια σε ανθρώπους που πολύ καλά τον γνώριζαν; Δεν θα ήταν πιο φρόνιμο να διδάξει, εφόσον ήθελε οπαδούς μαζί Του, ότι απλά ο πατέρας του ήταν εκείνος ή κάποιος άλλος που πέθανε ή χάθηκε, παρά να διδάσκει ότι τάχα γεννήθηκε από Παρθένα; Ποιος σοφός δηλαδή βάζει σπέρματα αμφισβήτησης στους μαθητές του ευθύς εξ εξαρχής, κινδυνεύοντας και ο ίδιος να μείνει μόνος και έπειτα να γελοιοποιηθεί από τους ίδιους τους μαθητές Του, πριν καν αρχίσει καλά καλά να τους δασκαλεύει;

Η δε αποπομπή της Μαρίας από το σπίτι του Ιωσήφ και το όνομα Πανθέρας, είναι πράγματα που μερικοί Ιουδαίοι διδάσκουν και όχι εμείς οι Χριστιανοί. Γιατί λοιπόν δέχεσαι διδάγματα από γιδοβοσκούς και απλούς ανθρώπους, όπως άλλοτε τους κατονόμασες, και όχι από εμάς; Θαρρείς και συ ως σοφός να δέχεσαι διδασκαλίες από αυτούς που άλλοτε περιγελούσες. Γι’ αυτό αλήθεια μασκαρεύτηκες ως Ιουδαίος και ο ήλιος που σε θωρεί ευκόλως το καταλαβαίνει.

Πες μου όμως, γιατί δεν ελέγχεις το δόγμα μας ως έχει αλλά το διδάσκεσαι από άλλους, σαν τους Ιουδαίους αλλοιωμένο; Χρειάζεται αλήθεια ένας σοφός να αλλοιώνει ένα, ήδη όπως είπες, δόγμα για αφελείς για να το ελέγξει; Αν είναι αφελές το δόγμα, γιατί να το αλλοιώσει διδασκόμενος πράματα από τρίτους που καμιά σχέση δεν έχουνε μαζί μας; Αν είσαι σοφός και εκείνο χωρίς αρετή, ας το ελέγξεις Κέλσο ως έχει. Τί έχει άραγε να φοβηθεί ένας σοφός από ένα δόγμα δίχως αρετή; Εκτός και αν υποθέσουμε ότι το δόγμα είναι όντως σοφό ή ότι ο σοφός δεν είναι σοφός. Εμείς οι Χριστιανοί πάντως, όταν ελέγχουμε τους μύθους της Αιγύπτου και τις κτηνοβασίες των θεών των Ελλήνων, δεν χρειάζεται να αλλοιώσουμε κάτι. Εσύ γιατί το πράττεις; Αλλά μιας και το θυμήθηκα. Άκουσα μερικούς να λένε ότι για το όνομα Πανθέρας σου απάντησε κάποιος Έλληνας σοφός που δίδασκε στην Αλεξάνδρεια και ανήκει σε έναν από εκείνους που ανάφερα. Νομίζω ότι ήταν ο Ωριγένης και μάλιστα κάποιοι Χριστιανοί λένε ότι έγραψε ενάντια σε αυτά που γράφω δα και ’ γω τώρα. Αυτός λοιπόν έμαθα, αν και το έργο του δεν το έχω διαβάσει και μάρτυρας μου ο Μεγαλοδύναμος Θεός, ότι το όνομα Πανθέρας που λένε οι Ιουδαίοι για τον Ιησού, από αλλού προέκυψε και φέρνει και αποδείξεις και όχι από την ιστορία που εσύ διάδωσες μαζί και οι πανούργοι Ιουδαίοι, διότι και αυτοί ως λες στα μπαγιάτικα μείνανε αφού εκεί πέρα τους βολεύει.

Για τούτη τώρα την στιγμή, ας σημειώσουμε μόνο τα λεγόμενά σου για την ικανότητά του Ιησού να κάνει τεχνάσματα διότι θα μας χρειαστούν αργότερα και ας μαρτυρήσουμε εδώ, ότι κανείς από τους Αιγυπτίους παρά τα όσα τεχνάσματα που γνώριζε δεν κατάφερε να ανακηρύξει τον εαυτό του θεό με φήμη και τιμή σαν του Ναζωραίου.

 

Κατ’ αρχήν, για να κατασκευάσουν την ιστορία της παρθενογένεσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Χριστιανοί έχουν χρησιμοποιήσει τους Ελληνικούς μύθους της Δανάης και Μελανίππης ή της Αυγής και της Αντιόπης. Τόσο ωραία ήταν η μάνα του Ιησού που η ομορφιά της τράβηξε το θεό κι ήρθε σ’ επαφή μαζί της, αυτός που δεν είναι στη φύση του να ερωτεύεται θνητά κορμιά; Ή μήπως θα ταίριαζε να ερωτευτεί ο θεός αυτήν, μια δύστυχη που τίποτε το αρχοντικό δεν είχε πάνω της και που δεν την ήξερε κανείς, ούτε καν οι γείτονες της· ο μαραγκός την είχε μισήσει και την είχε ξαποστείλει και δεν την έσωζε ούτε η θεία δύναμη ούτε οι δικαιολογίες. Όλα αυτά δεν μπορούν να έχουν καμιά σχέση με τη βασιλεία του θεού.» (Και συνεχίζουμε με τις ερωτήσεις που θέτει ο Ιουδαίος μας προς τον Ιησού:) «Όταν λουζόσουν στο ποτάμι πλάι στον Ιωάννη, φάνηκε, λες, ένα πουλί που πέταξε προς τα σένα από ψηλά. Ποιος αξιόπιστος μάρτυρας είδε αυτό το θαυμαστό γεγονός, ή ποιος άκουσε την φωνή εξ ουρανού που σε ονόμαζε υιό του θεού, πέρα από σένα κι ακόμη έναν απ’ αυτούς που τιμωρήθηκαν μαζί σου; Μα, θα μου πεις, το είπε ο προφήτης μου στα Ιεροσόλυμα, ότι θα έρθει στον κόσμο ο υιός του θεού, που θα κρίνει τους καλούς και θα τιμωρήσει τους αδίκους. Και ποιος μου λέει ότι εννοούσε εσένα και όχι τόσους και τόσους άλλους που έζησαν μετά την προφητεία; Δεν είσαι ο μόνος στον οποίο ταιριάζουν οι προφητείες που έχουν γίνει. Λες πως ο κάθε άνθρωπος χάρη στη θεία πρόνοια γίνεται υιός του θεού. Αν είναι έτσι, τότε σε τι διαφέρεις εσύ από οποιονδήποτε άλλο; Κι έπειτα, πώς, αφού όπως λες είσαι υιός του θεού, δεν σε βοήθησε στη συμφορά σου ο πατέρας σου ή δεν μπόρεσες εσύ ο ίδιος να βοηθήσεις τον εαυτό σου; Άλλωστε υπάρχουν τόσοι και τόσοι που θα ισχυριστούν ότι οι προφητείες αναφέρονται σ’ αυτούς κι όχι στον Ιησού. Λες πως όταν γεννήθηκες, ήρθαν Χαλδαίοι να σε βρουν και να σε προσκυνήσουν, νήπιο ακόμα, ως θεό, και πως το είπαν στον Ηρώδη τον Τετράρχη και κείνος έστειλε ανθρώπους του να σκοτώσουν όσα βρέφη γεννήθηκαν την ίδια χρονιά νομίζοντας πως θα βγάλει και σένα από τη μέση, για να μη βασιλεύσεις σαν θα μεγαλώσεις. Αν είναι έτσι, πώς έγινε και τώρα που μεγάλωσες εσύ ο υιός του θεού όχι μόνο δεν βασιλεύεις αλλά και τριγυρνάς πέρα δώθε σκυφτός από φόβο και ζώντας με ελεημοσύνες; Μάζεψες γύρω σου δέκα-έντεκα φυντάνια, κάτι φοροεισπράχτορες αναλφάβητους και κάτι ναυτικούς ελεεινούς και τρισάθλιους κι όλοι μαζί ξεκόψατε από τον κόσμο και το ρίξατε στην αλητεία, εξοικονομώντας τα προς το ζην με τρόπο αισχρό και ενοχλητικό. Κι αυτή πάλι η ιστορία, που όταν ήσουν νήπιο χρειάστηκε να σε φυγαδεύσουν στην Αίγυπτο για να μη σφαχτείς; Μα πώς γίνεται, να κατατρέχει τον θεό ο φόβος του θανάτου; Παρ’ όλα αυτά, κατέβηκε άγγελος από τον ουρανό, κι έδωσε εντολή στους δικούς σου να φύγετε, γιατί αν σας άφηνε στην τύχη σας θα πεθαίνατε. Και δεν μπορούσε επί τόπου να σε προστατέψει ο μέγας θεός, που ήδη είχε μπει στον κόπο να στείλει για χάρη σου δύο αγγέλους;

 33,2 & 35, 1 Πλανάσαι Κέλσο! Οι Χριστιανοί δεν έκλεψαν κανένα μύθο από κανένα λαό. Δεν έκλεψαν διότι η δική τους ιστορία δεν είναι μύθος· κανείς θεός δεν πλάγιασε με καμιά γυναίκα, μάνα του Ιησού· αυτά είναι αφέλειες των άλλων λαών, που θαρρούν ότι ο Θεός έχει σώμα και ζευγαρώνει όχι μόνο με θνητές αλλά και με θνητά και άλογα όντα, όπως οι αγελάδες και οι κύκνοι, καταπώς λέει ο μύθος της Δανάης για τον Δία στην Ελλάδα.

Και οι άλλοι μύθοι που παρουσιάζεις πού κρύβουν άραγε την περιβόητη σοφία; Μήπως σε εκείνον για την περικαλλή Αντιόππη που θυγατέρα λένε πως ήτανε του βοιωτικού ποταμού Ασωπού ή του Νυκτέα και μητέρα του Ζήθου και του Αμφίωνα, όταν πλάγιασε με τον Ζευ, που μορφή Σατύρου είχε, καθώς λένε; Ή μήπως σοφία έχει ο μύθος της Μελανίππης που γέννησε τα δίδυμα παιδιά του Ποσειδώνα και που αυτός μετά την τύφλωσε; διότι τόσο πολύ την αγαπούσε αυτή και τα παιδιά που του ’ φερε στον κόσμο, ώστε και αυτά τα δύσμοιρα τα ξαπόστειλε εγκαταλελειμμένα σε τόπο ερημικό και εκεί τα μεγάλωσε με το γάλα της μια άσχετη με την οικογένεια άλογη αγελάδα. Και δεν είναι  μόνο  αυτά τα γεγονότα, αφού και αυτά τα ίδια τα παιδιά του, τόσο υιοί θεού ήταν, που σαν μεγάλωσαν φόνευσαν τα παιδιά της Θεανούς με την βοήθεια του ξεχασμένου τους πια πατέρα· διότι τα τελευταία, εκείνα τα πρώτα για χάρη εξουσίας τα μισούσαν, ενώ η δύσμοιρη η μάνα τους έπειτα από το χαμό τους αυτοκτόνησε και ο άνδρας της ο Μεγαπόντης πλέον μόνος του έλαβε για γυναίκα του την Μελανίππη. Αυτές λοιπόν οι απόψεις είναι για εκείνους που θεωρούν ότι ο Θεός έχει ανάγκη από τις χαρές του κόσμου τούτου και τις χαρές της ύλης, και επιθυμεί με κοινές θνητές όποτε μπορεί και είναι εύκαιρο ευκόλως να πλαγιάζει.

Εσύ που παριστάνεις τον Ιουδαίο, χωρίς να είσαι, θα έπρεπε να γνωρίζεις ότι οι ίδιοι οι Ιουδαίοι προφήτες μίλησαν για την έλευση του Σωτήρα των Εθνών δια μέσω μιας Παρθένας κόρης. Έπειτα πάλι, ενώ και συ ο ίδιος ομολογείς ότι το ανώτερο που έχει ο άνθρωπος είναι η ψυχή που συγγενεύει με τον Θεό, εντούτοις εδώ ζητάς από την μητέρα του Ιησού να έχει κάτι πάνω της αρχοντικό που να το ξέρει ο καθένας, σύμφωνα με το οποίο εσύ και οι όμοιοι σου θα μπορούσατε να εννοήσετε γιατί ο Θεός επέλεξε την Μαρία για μάνα του Ιησού. Αλλά όπως σου είπα Κέλσο, ο Θεός των Χριστιανών δεν ορέγεται σαν τον Δία ή τους άλλους θεούς των Αιγυπτίων, από τις σαρκικές απολαύσεις. Αυτά περισσότερο σε άλογα αρμόζουν παρά σε θεό· διότι κι ο χρήσιμος στην φύση γαιοσκώληκας λογική και σοφία δεν έχει αλλά εντούτοις ζευγαρώνει. Ποιά η διαφορά λοιπόν του γαιοσκώληκα από τους άλλους θεούς που ζευγαρώνουν και μάλιστα με πλάσματα που δεν ανήκουν ούτε καν στο δικό τους το ζωικό το είδος; Διότι αν δεις πλάσμα στην γη που ζευγαρώνει με πλάσμα άλλου είδους πώς θα το χαρακτηρίσεις; Πώς σου φαίνεται αυτό για τους θεούς των σοφότερων λαών από τον λαό των Χριστιανών;

Έτσι λοιπόν Κέλσο το αρχοντικό που είχε επάνω της η Μαρία δεν ήταν το σώμα της ή κάτι που άλλοι θα γνώριζαν, αλλά εκείνο ήταν αυτό που συ ο ίδιος είπες ότι συγγενεύει με το Θεό, και δηλαδή η ψυχή της, όχι το σώμα της ή η ομορφιά της· διότι το σώμα και η ομορφιά ποτέ προς το αγαθό δεν οδηγούν, αν δεν τα διοικεί η αγαθή ψυχή και κάτι τέτοιο νομίζω, αν δηλαδή η ψυχή ενός ή μίας είναι άξια, σίγουρα ο Θεός το ξέρει καλύτερα, παρά οι γείτονες τους. Και σε αυτό η Παναγία διαφορετική υπήρξε από την Αύγη που ήθελε, έστω και εν άγνοιά της, τον υιό της Τήλεφο να τον φονεύσει· αν και κάτι ανάλογο θαρρώ ήθελε και ετούτος για εκείνη την πρώτη. Ευτυχώς γι’ αυτούς και για τους καλοκάγαθους σκοπούς τους, επενέβησαν ως πάντοτε οι ελληνικοί θεοί και ο ήρωας Ηρακλής και τους απάλλαξαν από τα πάθη της ψυχής τους, μαρτυρώντας τους την κρυφή και άγνωστη σ’ αυτούς οικογενειακή τους σχέση.

Έπειτα πάλι, πώς σκαρφίζεσαι αυτά που λες για το λούσιμο μέσα στο ποτάμι; Γιατί θεωρείς πως οι δικές μας μαρτυρίες είναι αναξιόπιστες και όχι αυτές που εσύ διδάσκεις, που σου παρέδωσαν άλλωστε αυτοί που καταδίκασαν τον δάσκαλό μας; Ίσως, για να μην φαίνεσαι εσύ ως ψεύτης, παρουσιάζεις δήθεν κάποιον άλλο άνθρωπο, ένα βάρβαρο Ιουδαίο για να σε ξελασπώσει· και τον βάζεις να κατονομάσει αυτά που εσύ ο ίδιος θα ντρεπόσουν να εκφέρεις ως καθαρές ανοησίες.

Το ότι κάποιοι τιμωρήθηκαν, όπως λες, μαζί με το Δάσκαλο τους, δεν αναιρεί τις μαρτυρίες τους. Η τιμωρία δεν αναιρεί την μαρτυρία· διότι αν έτσι συνέβαινε η τιμωρία του Σωκράτη θα μπορούσε να αναιρέσει τις μαρτυρίες του για την Αθήνα. Αλλά από πότε ισχύει αυτό σοφέ του κόσμου τούτου Κέλσο;

Και για την προφητεία θα σου πω. Μπορεί και άλλοι να εμφανίστηκαν εις την γη, αλλά σε κανένα δεν εμφανίστηκε κάποιο «πουλί», ούτε και κάποια φωνή βεβαίωσε ότι «ούτος είναι ο Υιός μου ο Αγαπητός»· έτσι Κέλσο, εμφανιζόμενε ως άλλος Ιουδαίος, ίσως οι προφητείες να ταιριάζουν και σε άλλους, αλλά σε αυτούς τους άλλους δεν ταιριάζει καμιά φωνή και κανένα πουλί και επιπλέον, κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι σε αυτόν ταίριαζαν οι προφητείες· διότι κανένας από αυτούς δεν ήταν ούτε υποστήριξε ότι ήταν ο Υιός του Θεού· όλοι ήξεραν ότι απλά δεν ήταν.

Φυσικά θα πρέπει να μαρτυρηθεί, ότι σε κανένα δεν ταίριαξαν με μιας τόσες δεκάδες προφητείες, όχι μόνο των Ιουδαίων αλλά και των σοφών Ελλήνων. Και πρέπει μεστά να σημειωθεί, ότι οι Έλληνες κανένα άλλον άξιο τέτοιας τιμής δεν βρήκαν παρά τον Ναζωραίο· διότι οι Έλληνες σοφοί ήσαν εκείνοι που ανάλαβαν την πίστη και την διδασκαλία Του στον κόσμο να διαδώσουν πρώτοι απ’ όλους ανάμεσα σε φιλοσόφους.

Για να υποστηρίξει λοιπόν κανείς, ότι Υιός Θεού τυγχάνει, θα πρέπει και να το αποδείξει κατά κάποιο τρόπο. Ειδάλλως και σε κάθε άλλη περίπτωση όλοι οι τριγύρω του θα τον πάρουν ή για τρελό ή για χαζό ή και για απατεώνα.

Ο Χριστός όντας Υιός του Θεού απέδειξε ότι κατέχει αυτή την ιδιότητα και στο ποτάμι αλλά και πολύ αργότερα· όπως και συ παραδέχθηκες, «τεχνάσματα» μπορούσε ο Χριστός να κάνει, έστω και αν υποστήριξες ότι τα διδάχθηκε στην Αίγυπτο· με αυτά τα «τεχνάσματα» λέγοντας και σοφά λόγια δίδασκε στην Ιουδαία. Μόνο που εμείς ξέρουμε ότι δεν επρόκειτο για απλά τεχνάσματα, αλλά σημεία με τα οποία κάποιος μπορεί να υποστηρίζει ότι Υιός του Θεού πράγματι τυγχάνει. Για φαντάσου Κέλσο κάποιον που θα υποστήριζε ότι είναι ο Υιός του Θεού και δεν θα ήταν ικανός, όχι για πουλιά και φωνές του Θεού, αλλά και ούτε για τεχνάσματα. Εσύ μπορείς να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο, έστω και αν πολλοί πιστεύουν ότι κατέχεις περίσσεια από σοφία; Ο Ιουδαίος που παρουσιάζεις σε εμάς τους Χριστιανούς; Γιατί αν το κάνεις θα πρέπει να το αποδείξεις κιόλας. Μπορείς λοιπόν;

Όσο αφορά τις «συμφορές» που βρήκαν τον Ιησού, ήταν προφητευμένες ότι θα συμβούν ως αποτέλεσμα της ελεύθερης δράσης των ανθρώπων· αν και καμιά συμφορά δεν τον βρήκε στα αλήθεια, διότι ο Θεός δεν γνωρίζει συμφορές. Οι συμφορές είναι μόνο για τους θνητούς.

Σωστά όμως Κέλσο λες ότι Ηρώδης πίστευε πως θα εξολοθρέψει κατά το σώμα τον Ιησού· μόνο που αυτό δεν θα μπορούσε πράγματι να συμβεί αν ο Ίδιος ο Θεός δεν το επέτρεπε. Γι’ αυτό και ο Ηρώδης απέτυχε, και ο Ιησούς μεγάλωσε και βασιλεύει. Συ Κέλσο, ως Ιουδαίος, λες ότι ο Χριστός δεν βασιλεύει τούτη την στιγμή αλλά παραδέχεσαι ότι ο Θεός δεν έχει σχέση με τα γήινα. Γιατί τότε περιμένεις τον Θεό να βασιλεύει τούτη την στιγμή στην θέση του Ηρώδη πάνω σε ένα βασίλειο της γης; Δεν γνωρίζεις ότι η βασιλεία του Θεού είναι ασφαλώς Ουράνια; Ή μήπως ο Θεός χωρά στον θρόνο του Ηρώδη, αφήνοντας εκτός της εξουσίας Του τους άλλους του κόσμου θρόνους;

Έπειτα πάλι μην λες ότι οι μαθητές του Ιησού είναι φιντάνια, φοροεισπράκτορες αναλφάβητοι, ναυτικοί ελεεινοί, τρισάθλιοι και αλήτες. Μα πώς είναι δυνατόν λοιπόν Κέλσο να παραδέχεσαι ότι αυτό το δόγμα που κατασκευάστηκε από τέτοιους ανθρώπους, έχει διάδοση ανάμεσα σε μορφωμένους, λογικούς και σώφρονες και αν και μερικοί από αυτούς βρίσκονται εντούτοις αναμεταξύ των σοφών Ελλήνων, καταδέχτηκαν να έχουν τέτοιους διδασκάλους;

Ακόμη όμως και έτσι να μην ήταν, γιατί θεωρείς ότι ο η φτωχική ζωή αρμόζει σε τέτοιου είδους ανθρώπους; Αν ήσουν Ιουδαίος αλήθεια θα μπορούσες να υποστηρίξεις αυτά που λες για τους προφήτες; Ποιός Ιουδαίος προφήτης ήταν μορφωμένος ή κατείχε εξουσία; Λες ο Θεός αλήθεια να χρειάζεται ανθρώπους με εξουσία επί της γης, για να διαδώσει τον Λόγο τον δικό Του; Μα αν δεν κάνω λάθος, η δύναμη του Θεού και μόνο αρκεί για να φωτίσει και να δυναμώσει αυτό τον άνθρωπο και τίποτα άλλο δεν χρειάζεται πιο πέρα και πιο πάνω. Ή μήπως μπορείς να υποστηρίξεις το ίδιο και για τους Έλληνες τους κυνικούς τους φιλοσόφους; Άκουσα ότι ένας από αυτούς, έστω και αν ήταν πένης και ζούσε στην Αθήνα από ελεημοσύνες, τόσο σοφός στην Ελλάδα θεωρούνταν, ώστε ακόμη και ο ίδιος ο Μ. Αλέξανδρος από την Μακεδονία τον επισκέφτηκε. Θαρρώ πως ένας μέγας τέτοιος στρατηλάτης έχει πολύ πιο σοβαρές έννοιες και πράγματα να πράξει, παρά να επισκέπτεται αναλφάβητους και φυντάνια ένεκα πενίας. Αν θυμάμαι καλά εκείνο τον σοφό τον έλεγαν Διογένη. Ναι, καλά το είπα· Διογένης ο Κυνικός. Μάλιστα ζούσε σε ένα πιθάρι, πράμα που ούτε οι μαθητές του Ιησού δεν έπρατταν. Αυτός ο σοφός άνδρας, Κέλσο, δεν έβρισκε κανένα εμπόδιο από την πενία, την κακοενδυμασία και την ελεημοσύνη για να είναι σοφός.

Μήπως άραγε υποστηρίζεις, ότι όποιος δεν κάνει χειρονακτική εργασία σαν τους δούλους δεν μπορεί να είναι παράλληλα και σοφός; Ή υποστηρίζεις ότι μόνο οι πλούσιοι και οι εργατικοί μπορούν και σκέφτονται ως λογικοί άνθρωποι; Ελπίζω να μην νομίζεις ότι έτσι έχουν τα πράγματα· διότι αν είναι έτσι θα περίμενε κανείς, ο πιο πλούσιος και πιο ισχυρός του κόσμου, ο πεθαμένος πια Κροίσος να ήταν ο πιο σοφός από όλους τους ανθρώπους. Αλλά οι μύθοι λένε ότι αντί να είναι σοφός, ίσα-ίσα η ίδια η έλλειψη σοφίας του, εκδηλώθηκε σε μέγιστη απληστία για τον πλούτο και με άξιο της επιλογής του τρόπο οδηγήθηκε στον δια της πείνας θάνατο, αφού ότι άγγιζε γίνονταν ευθύς ως ήθελε σε κίτρινο αλλά αφάγωτο χρυσάφι.

Ως και ο Σωκράτης, από όσο άκουσα, δίδασκε αλλά μισθό δεν είχε. Όχι λοιπόν Κέλσο.  Οι κατηγορίες σου δεν ευσταθούν, έστω και αν είσαι σοφός άνθρωπος. Σε έχει τυφλώσει το πάθος σου ενάντια στον Δάσκαλό μας, έχεις χάσει την φιλοσοφική σου ευδαιμονία, την αρχαία απάθεια, αν κρίνει κανείς από την λογική σου· θεωρείς πως ο Ιησούς και οι μαθητές του εξοικονομούσαν προς το ζην με τρόπο αισχρό και ενοχλητικό, αλλά ποιός αληθινός σοφός μπορεί να λέει ότι αισχρό και ενοχλητικό είναι η θεραπεία ασθενών, η ανάσταση νεκρών και η αγάπη των ανθρώπων; Κάτι τέτοιο ύβρη για τον Ιπποκράτη θα ‘ταν παρά μεγάλη του κεφαλιού σοφία. Όλοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο Ιησούς και οι μαθητές Του, αν και όλα τούτα έπρατταν καθόλου δεν οικονομούσαν, διότι η οικονομία των Χριστιανών στους Ουρανούς τυγχάνει και όχι σε χρυσό και ασήμι, όπως εκείνη των απανταχού φιλάργυρων καιροσκόπων.

Κατηγορείς μάλιστα τον Θεό επειδή δεν προστάτεψε τον Ιησού ως βρέφος, αφού δεν Τον προστάτεψε επί τόπου αλλά έστειλε δυο αγγέλους. Ας εξετάσουμε λοιπόν χωρίς πάθος, αλλά με την ελληνική λογική και σοφία, όπως είπες, τα λεγόμενά σου. Ο Ιησούς ως βρέφος ανθρώπινο αν πέθανε μπορούσε να ξαναναστηθεί· μα αν το έπραττε αυτό εσύ ως Κέλσος τι θα έλεγες; Θα το αποδεχόσουν ότι αναστήθηκε; Κι έπειτα, ποιά η διαφορά να προστάτευε επί τόπου ο Θεός τον Ιησού, από να Του στείλει δύο δικούς Του δύο ασώματους αγγέλους; Μήπως το αποτέλεσμα δεν θα ήτανε το ίδιο; Δεν γλίτωσε τον θάνατο το βρέφος Ιησούς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο; Δηλαδή αν ο βασιλιάς έστελνε δύο στρατιώτες του για να προστατέψουν το υιό του, αυτό θα αποδείκνυε ότι ο βασιλιάς δεν έχει εξουσία; Μα το ανάποδο νομίζω θα συνέβαινε, εφόσον όλοι ξέρουμε ότι κανένας σπουδαίος βασιλιάς δεν κάνει όλες τις δουλειές μόνος του, αλλά για αυτές έχει τους δικούς του υπηρέτες. Ελπίζω να μην σκέφτεσαι ότι ο Θεός δεν έχει και πολλούς μάλιστα. Αν ο βασιλιάς πατέρας σου έστελνε δύο στρατιώτες του για να σε προστατέψουν, θα ήταν διαφορετικό αυτό από το να σε προστατέψει αυτός ο ίδιος; Εκτός και αν ετούτοι οι στρατιώτες αποτύγχαναν· πράγμα που θα φανέρωνε την αδυναμία του βασιλιά επί των στρατιωτών του ή την αδυναμία των τελευταίων. Όμως κάτι τέτοιο ουδέποτε συνέβη, αφού στην περίπτωση του Ιησού η αποστολή τους έλαβε κάποιο αίσιο τέλος, ενώ στην Ελλάδα σαν δεις, μιας και όρισες τα ελληνικά παραδείγματα πιο σοφά, ο Διόνυσος που ήταν υιός του πατέρα όλων των θεών, του Δία και της Περσεφόνης, κατακομματιάσθηκε από τους άθλιους Τιτάνες και ο άλλος του ο υιός ο Έπαφος φαγώθηκε κι αυτός ζωντανός από τους τελευταίους. Αυτός ο Δίας λοιπόν και αν είναι αδύναμος θεός, παρά ο Πατέρας του Ιησού του Ναζωραίου, μιας και τίποτα δεν μπόρεσε να κάνει ή δεν ήθελε σε κάποιο κόπο να λάβει μέρος· διότι στα αλήθεια θα κόπιαζε αφού θεός δεν είναι.

Σωστό επίσης δεν είναι να λες ότι ο Θεός των Χριστιανών μπήκε σε κόπο στέλνοντας δυο αγγέλους. Μπαίνει στα αλήθεια ο Θεός σε κόπο; Αλλά και έτσι να γίνονταν, και δηλαδή ο Θεός αν έσωζε τον μικρό Ιησού επί τόπου, μήπως πάλι δεν θα έλεγες ότι ο Θεός μπήκε στον κόπο να Τον προστατέψει; Αφού λες ότι ο Θεός κόπιασε στέλνοντας δύο αγγέλους, δηλαδή κόπιασε στέλνοντας δυο άλλους, τι μας κάνει να πιστέψουμε ότι δεν θα υποστήριζες ότι ο Θεός θα έμπαινε στον κόπο να γλιτώσει τον Ιησού, εφόσον θα έπρεπε να πράξει κάτι αυτοπροσώπως; Πώς αλήθεια κοπιάζει ο βασιλιάς όταν τις βουλές του άλλοι εκτελούν; Αυτή είναι η σοφία σου λοιπόν και μόνο μεταξύ των αφελών πιάνει ευρύ αλήθεια τόπο.

 

Οι παλιοί μύθοι απέδιδαν θεία γέννηση στον Περσέα, τον Αμφίωνα, τον Αιακό και τον Μίνωα- ούτε κι αυτούς τους πιστεύουμε, αλλά τουλάχιστον αυτοί οι μύθοι παρουσιάζουν σαν απόδειξη τα όσα μεγάλα και θαυμαστά κατόρθωσαν εκείνοι για το καλό των ανθρώπων, ώστε να αποκτήσουν κάποια αληθοφάνεια. Εσύ τι το καλό ή θαυμάσιο, σε έργα ή σε λόγια, έχεις να παρουσιάσεις; Σε μας δεν είχες να παρουσιάσεις τίποτα, παρ’ όλο που σε προκαλούσαμε μες στο ναό, να μας δώσεις ένα χειροπιαστό σημάδι ότι ήσουν ο γιος του θεού. Ας δεχτούμε πως είναι αληθινές όλες οι τερατολογίες των μαθητών σου (οι θεραπείες, οι αναστάσεις, τα λίγα ψωμιά που έφαγαν οι πολλοί και που στο τέλος περίσσεψαν κιόλας). Σε τι διαφέρουν από τα κατορθώματα των απατεώνων θαυματοποιών κι όσων έχουν μαθητεύσει πλάι σε Αιγυπτίους; Όλοι αυτοί αναλαμβάνουν να κάνουν ακόμα πιο δύσκολα και απίθανα πράγματα και μάλιστα μπροστά σ’ όλο τον κόσμο, στην αγορά, έναντι ολίγων οβολών: και δαίμονες βγάζουν και διώχνουν μέσα από ανθρώπους, και αρρώστιες θεραπεύουν με ένα φύσημα, και πνεύματα ηρώων καλούν, και τραπέζια στρωμένα με πλούσια γεύματα και γλυκά και ψάρια, ανύπαρκτα στην πραγματικότητα, τα παρουσιάζουν κάνοντας τα να κινούνται σαν να ήταν ζωντανά ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι, απλώς δίνουν αυτήν την εντύπωση. Πρέπει δηλαδή να τους θεωρήσουμε κι αυτούς υιούς του θεού, μιας και τα κατορθώνουν όλα αυτά; Δεν θα ’ ταν πιο σωστό να πούμε ότι μια τέτοιου είδους απασχόληση ταιριάζει σε ανθρώπους ελεεινούς και δυστυχισμένους;

 35, 2 Τι εννοείς Κέλσο, δήθεν Ιουδαίε; Τι σχέση έχουν οι μύθοι με την καθαρή και ξάστερη αλήθεια; Ο Ίκαρος, λένε στην Ελλάδα, ότι κατάφερε και πέταξε μαζί με τον πατέρα του και αυτό όλοι γνωρίζουνε θαρρώ ότι είναι μύθος· αλλά αν κάποιος άνθρωπος αργότερα με ψεύτικα φτερά στον ουρανό τον μπλε καταφέρει στα αλήθεια να πετάξει, τι θα πρέπει να λεχθεί; Ότι αυτός δεν πέταξε, αλλά λέει ψέματα, επειδή κάποιοι νωρίτερα από αυτόν υποστήριξαν τα ίδια κατορθώματα, που ήσαν όμως παραμύθια; Δεν βλέπεις τα μεγάλα και τα θαυμάσια που έπραξε και είπε ο Ιησούς για το καλό όλων των ανθρώπων και που φυσικά κανείς άλλος θαυματοποιός δεν έπραξε, ούτε ουδέποτε θα μπορέσει να το πράξει; Διότι ο Ιησούς δεν παρουσίαζε γεύματα που δεν υπάρχουν σε κόσμο που υπήρχε, αλλά έθρεψε κόσμο υπαρκτό και πολύ σε αριθμό με ψωμιά και ψάρια που δεν υπήρχαν και μετά γινήκαν! Διότι κανείς δεν χορταίνει με εικόνες και πράγματα ανύπαρκτα Και εκείνοι οι άλλοι που πολλά και θαυμαστά πράξανε το πράξανε για να κερδίζουν χρήμα, όπως άλλωστε και συ το αναφέρεις και τους ονομάζεις θαρρώ και απατεώνες, διότι σε καμιά συγκέντρωση στην Αίγυπτο δεν είδα κάποιο να κάνει τεχνάσματα πολλά, σε άλλους που είχαν ανάγκη, δίχως εκείνος να κερδίζει.

Και στο ναό που αναφέρεις, δίκαια ο Θεός δεν παρουσίασε κάτι, διότι τον Θεό κανείς δεν Τον διατάζει ούτε Τον βάζει σε δοκιμασίες. Όσο για τα τεχνάσματα, πολλές φορές οι άνθρωποί των Ιουδαίων τα είδαν αλλά παρόλα αυτά δεν πείθονταν. Μήπως δηλαδή ένα τέχνασμα παραπάνω θα τους έπειθε στα αλήθεια; Και γνωρίζεις καλά ότι ο Ιησούς αρνήθηκε· αν έπραττε σημείο στο ναό δίχως λόγο θα ήταν σαν τους τσαρλατάνους της Αιγύπτου, που όλα τούτα τα κάνουν για εντυπωσιασμό παρά για να ωφελήσουν κάποιον. Όμως ο Ιησούς όλα τούτα για να ωφελήσει τα έπραξε και όχι για να εντυπωσιάσει απλώς, αφού στο ναό μόνο για χάρη εντυπωσιασμού θα τα έπραττε και όχι για καλό· και το ότι «τεχνάσματα» γνώριζε νομίζω και συ δεν το αμφιβάλεις.

Όπως σου είπα πριν, ο Ιησούς δεν υποστήριξε ότι μπορεί να κάνει πιο θαυμαστά τεχνάσματα από τους απατεώνες· περί απατεώνων πρόκειται, εφόσον δεν έχουν πάρει καμιά άδεια από τον Θεό, με συνέπεια να γητεύουν τους ανθρώπους και να τους οδηγούν σε πλάνες. Ο Ιησούς, είπε σε μας τους αδελφούς να προσέχουμε από αυτούς και να δεχόμαστε «τεχνάσματα», όπως λες, που γίνονται μόνο στο όνομα του δικού μας του Θεού, διότι Αυτός είναι και ο πραγματικός Θεός παρά οι άλλοι. Και αν θυμάσαι καλά εμείς υποστηρίζουμε ότι ένας Τριαδικός Θεός υπάρχει και από Αυτόν τον Θεό το δεύτερο πρόσωπο είναι ο Ιησούς. Δεν είναι λοιπόν λογικό ο Θεός να μας προτρέπει να φυλαγόμαστε από «τεχνάσματα» που Εκείνος δεν πράττει ή δεν εγκρίνει; Διότι καθετί που δεν προκύπτει από την άδεια του Θεού, δεν μπορεί παρά να είναι επικίνδυνο, εφόσον μόνο ο Θεός είναι σοφός και αγαθός και μόνο σε αυτόν αρμόζει για το τι είναι σωστό και τι όχι να δίνεται με θαυματουργικό και θείο τρόπο στους ανθρώπους.

Έπειτα ρωτάς τι το σπουδαίο και τι μεγάλο έπραξε ο Ιησούς ώστε να ξεχωρίζει από τους άλλους. Μα σοφέ Κέλσο, αν σου διαφεύγει θα στο θυμίσω εγώ λοιπόν έστω και αν παραβλέψουμε τις ιάσεις των ανθρώπων χωρίς καμιά αμοιβή! Αναστήθηκε ο Ιησούς και δηλαδή νίκησε τον θάνατο διδάσκοντας και προσκαλώντας τους ανθρώπους να τον ενδυθούν στην μελλοντική αφθαρσία. Να λοιπόν ένα καλό που οι άλλοι, Περσέας, Αμφίωνας, Μίνωας και Αιακός δεν δίδαξαν, την νίκη του ανθρώπου επί του θανάτου με στεφάνι την αιώνια ζωή. Και θαρρώ πως ο Ιησούς είπε ότι ο καθείς μπορεί να γίνει αθάνατος δια μέσω Αυτού. Κάτι τέτοιο κανείς μάγος από την Αίγυπτο δεν υποστήριξε και κανείς από αυτούς τους μάγους δεν πέθανε και κανείς τους δεν αναστήθηκε, διότι κανείς από αυτούς δεν είναι ο Σωτήρας του ανθρώπου. Αν μπορούσε κάποιος από αυτούς να το κατορθώσει, και δηλαδή να αναστηθεί, νομίζεις ότι δεν θα το είχε πράξει, ώστε να δοξαστεί από τους άλλους τους θνητούς και πάρα πολλά κέρματα εύκολα και χωρίς κόπο να κερδίσει; Και μάλιστα θα το έπραττε με περισσότερη ακόμη βούληση, αν και αυτόν τον είχαν στο ναό σαν τον Ιησού, φοβερίζοντάς τον ότι αν δεν πράξει κάποιο τέχνασμα μπορεί να τον σκοτώσουν ή χειρότερα με βασανιστήρια να τον εξευτελίσουν και να τον ταλαιπωρήσουν. Διότι αθάνατος κι αν ήταν, σίγουρα τα βάσανα θα είχαν τον δικό τους κόπο που μάλλον θα ήθελε σαφώς να αποφύγει.

 

Ένα σώμα σαν το δικό σου, Ιησού, δε θα μπορούσε να ’ ναι σώμα θεού· δεν θα μπορούσε να είναι θεϊκό ένα σώμα γεννημένο με το τρόπο που γεννήθηκες εσύ· ούτε τρέφεται ο θεός με τον τρόπο που τρεφόσουν εσύ· και δεν έχει ανάγκη από τα λόγια και τη φωνή σου ούτε από την πειθώ σου: αυτά ανήκαν σ’ ένα θεομίσητο και πανούργο απατεώνα.

 37, 1 Ηρέμησε Κέλσο και μην ταράζεσαι, διότι ο Δάσκαλός μας δεν γεννήθηκε όπως εσύ υποστηρίζεις. Και ναι, τώρα καταλαβαίνω γιατί υποστήριξες εκείνη την απαίσια Ιουδαϊκή ιστορία με τον στρατιώτη τον Πανθέρα για την γέννηση του Δάσκαλού μας· για να μπορείς τώρα να λες, ότι ένα σώμα που δεν γεννιέται από παρθένα δεν μπορεί να είναι του Θεού.  Διότι η γέννηση ενός Θεού ενσαρκωμένου, ναι μεν μπορεί να έχει «ανάγκη» την κοιλία μίας γυναίκας ώστε να αναπτυχθεί και να μεγαλώσει, όπως άλλωστε αναπτύσσεται και μεγαλώνει αργότερα έχοντας «ανάγκη» την τροφή, αλλά σίγουρα δεν έχει και την ανάγκη ενός θνητού άνδρα για να σπαρθεί. Τουλάχιστον από όσα είπε στην Ελλάδα ο Ιπποκράτης και η γυναίκα και ο άνδρας χρειάζεται για να γεννηθεί ένα θνητός.

Εσύ Κέλσο δεν εμμένεις στα όσα λέμε εμείς, αλλά ποιείς εκείνα για τα οποία κατηγορείς του Ιησού τους μαθητές, ονομάζοντάς τους ψεύτες. Ένας ψεύτης κατηγορείται για αυτά που λέει και όχι για αυτά που άλλοι του βάζουνε στο στόμα του να λέει· διότι αν άλλοι πράττοντας ομοίως βάζοντας στο στόμα ενός άλλου, όπως λες ψεύτη, πράματα που εκείνος ποτέ δεν είπε, τότε δεν είναι εκείνος ο ψεύτης αλλά σαφώς εκείνοι. Αλίμονο! Άραγε σε ποιο δικαστήριο της Αθήνας άκουσες να γίνεται κάτι τέτοιο; Και αν συνέβηκε κάτι τέτοιο, γνωρίζεις πολύ καλά ότι μόνο από πανούργους άνδρες, όπως λες, μπορεί να έγινε, διότι δεν αρκούνται στα όσα είπε ο κατηγορούμενος για να τον δικάσουν, παρά κατασκευάζουν και άλλες πολλές ψεύτικες κατηγορίες. Τέτοια πράματα δεν ταιριάζουν σε σοφούς άνδρες, ούτε και σε δίκαιους αλλά σε κάτι Ιουδαίους, που για την πονηριά τους έγιναν γνωστοί στον κόσμο μας, και δεν λέω άλλους από τους Φαρισαίους.

Για το πως όμως ο Θεός αποφασίζει να υπάρξει και να εμφανιστεί εις τους ανθρώπους, αυτό μόνο σε Εκείνον αρμόζει να το κρίνει παρά σε θνητούς. Αν ο Θεός των Χριστιανών δεν ήτανε Θεός, επειδή μορφή ανθρώπου έλαβε, τότε καλά ας συλλογιστεί ο κάθε σοφός τι, ο Δίας των Ελλήνων, θα ‘τανε που εμφανίζονταν ως ταύρος ή η αγελαδόμορφη η θεά Θωρ των εξαπατημένων Αιγυπτίων. Όμως ας λεχθεί δίκαια ότι, αν και για τους απατεώνες μπορεί οι άνθρωποι στα δικαστήρια και στα συμβούλια να αποφασίζουν πολλές φορές, εντούτοις για τους θεομίσητους μόνο ένας Θεός και όχι ένας θνητός μπορεί σωστά και δίκαια να αποφασίζει, μιας και η λέξη που ανάφερες κρίση του Θεού ζητάει, παρά κανενός ασεβή θνητού που τολμά και εκφράζει δικαιοσύνη και τις αποφάσεις του Υψίστου. Ο Χριστός καθαρά το τόνισε θαρρώ, ότι η απόφαση για κάτι τέτοιο μόνο στον Πατέρα αρμόζει και σε κανένα του κόσμου άλλον. Βεβαίως ούτε μένα, ούτε σένα .

 

 

 

 ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ

 

 

 

(Και συνεχίζει ο Ιουδαίος:) Απευθύνομαι στους Εβραίους εκείνους που έχουν στραφεί στον Χριστιανισμό για να τους ρωτήσω: τι πάθατε, πολίτες του Ισραήλ, και παραπλανημένοι κατά τρόπο γελοίο από ‘κείνον τον Ιησού στον οποίο απευθυνόμουν προηγουμένως, έχετε απαρνηθεί την πίστη των πατέρων σας και την παράδοση και καταφύγατε σε άλλο όνομα και άλλο τρόπο ζωής; Αφού μόλις πρόσφατα, κι επειδή τιμωρήσαμε3 τον Ιησού που σας ξεγελούσε, εγκαταλείψατε τον νόμο -ή μήπως θα προτιμούσατε να υποστηρίξετε ότι το δόγμα σας εκπορεύεται μεν από τον πάτριο ιερό νόμο των Ιουδαίων αλλά στην πορεία τον εγκαταλείψατε και περιφρονείτε τις αρχές από τις οποίες σεις οι ίδιοι ξεκινάτε, τη στιγμή που δεν είστε σε θέση να ισχυριστείτε ότι η προέλευση του δόγματος σας είναι άλλη από τον εβραϊκό νόμο; Γιατί αν κάποιος έχει προφητέψει ότι ο υιός του θεού θα έρθει ανάμεσα στους ανθρώπους, αυτός ο κάποιος δικός μας προφήτης είναι και για τον δικό μας θεό μιλάει

39, 1 Είναι παράλογο Κέλσο, δήθεν Ισραηλίτη, να παροτρύνεις τους ανθρώπους του Ισραήλ να παραμείνουν στα ιερά τα δόγματα των πατέρων τους. Συ ο ίδιος θεωρείς αυτά τα δόγματα απλοϊκά και όχι λογικά, αφού όπως έλεγες γιδοβοσκοί τα ακολουθούν άνευ αντιρρήσεως. Γιατί λοιπόν προτρέπεις τους γιδοβοσκούς να ακολουθήσουν κάτι το οποίο εσύ θεωρείς ανάξιο σοφίας; Πώς εσύ άνδρας σοφός, παροτρύνεις άλλους άνδρες να πράξουν κάτι το οποίο σε εκείνους δεν αρμόζει; Δύο τινά συμβαίνουν Κέλσο. Ή εσύ δεν είσαι σοφός ή ο Μωυσής δίδασκε πράγματα που όντως θα μπορούσαν να αρμόζουν και σε σοφούς, έστω και αν όπως λες οι γιδοβοσκοί δεν τα εξέταζαν, αν κι εσύ τα εξετάζεις. Αν δεν δεχτούμε αυτά που ορίζω, τότε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι δόλια παροτρύνεις τους Ιουδαίους να προσκολληθούν στον πάτριο νόμο τους, απλά για να μην προσκολληθούν στον Ιησού τον Ναζωραίο. Τι φοβάσαι δηλαδή αν προσκολληθούν στον Ιησού, εφόσον ο νόμος του Μωυσή είναι καθώς λες απλοϊκός; Σάμπως θα έχουν τίποτα να χάσουν; Αν πάλι δίκαια τους παροτρύνεις να προσκολληθούν στο νόμο του Θεού τους, τότε σωστά λες ότι δικός τους προφήτης είναι αυτός που είπε ότι ο Θεός θα στείλει τον Υιό Του και συνεπώς για το παιδί του δικού τους Θεού μιλάει. Και αν ήσουν, όπως παριστάνεις, Ιουδαίος, θα έπρεπε να γνωρίζεις ότι ο νόμος των Ιουδαίων από τον Θεό δόθηκε και συνεπώς από τον Θεό αξίζει να καταργείται, διότι πριν δώσει ο Θεός νόμος δεν υπήρχε.

Τί θα συνέβαινε, όπως αρκετοί γνωρίζουμε ότι έγινε, αν Έλληνες σοφοί προφήτευαν τον ερχομό του Υιού του Θεού του Υψίστου; Και αυτοί λοιπόν δεν θα έλεγαν ότι δικός τους προφήτης είναι και συνεπώς για τον δικό τους Θεό μιλάει; Αλλά ως είπες ο Θεός για όλους τους ανθρώπους ο Ίδιος είναι και το αυτό λογικά ισχύει και για τον Υιό Του. Άρα λοιπόν και ο Θεός και ο Υιός είναι και για τους Ιουδαίους όπως και για τους άλλους λαούς της Οικουμένης.

 

Όμως και τα υπόλοιπα που πιστεύετε, ότι θα αναστηθούν οι νεκροί, ότι θα απονεμηθεί η θεία δίκη και ότι θα τιμηθούν οι δίκαιοι ενώ οι άδικοι θα καούν, είναι μπαγιάτικα· τίποτα το καινούριο δεν έχουν να διδαχτούν απ’ αυτά οι Χριστιανοί. Ο Ιησούς, σύμφωνα με τις γραφές σας, διατήρησε όλες τις ιουδαϊκές εορτές και τα ήθη, μέχρι και τις θυσίες ακόμα. Τι είδους υιός του θεού ήταν αυτός; Ένας αλαζόνας ήταν, ένας ψεύτης [μεγάλα ψευσάμενος] και ανόσιος. Ενώ έδειχνε να σέβεται τους εξωτερικούς τύπους της λατρείας μας (ανάλογα με την περίσταση), δεν δίσταζε να τους εγκαταλείπει· την περιτομή, [το άφιστάνειν σωματικής περιτομής] τη διάκριση ανάμεσα στο τι είναι καθαρό και τι ακάθαρτο, τις τελετές της νέα σελήνης [σωματικών νουμηνιών και καθαρών και ακαθάρτων]. Άλλωστε, κατά καιρούς έχουν εμφανιστεί και άλλοι σαν τον Ιησού, κι έχουν διδάξει σε όσους έδειχναν προθυμία να εξαπατηθούν. Και φτάσατε τώρα εσείς στο σημείο να μέμφεστε τους Ιουδαίους επειδή δεν πίστεψαν ότι ο Ιησούς ήταν θεός. Πώς είναι δυνατόν, εμείς οι Ιουδαίοι, που ποτέ δεν πάψαμε να διακηρύσσουμε σ’ όλο τον κόσμο ότι θα έρθει σταλμένος από το θεό ο τιμωρός των αδίκων, τώρα που επιτέλους ήρθε, να του δείξουμε τέτοια καταφρόνια; Γιατί να καταφρονήσουμε αυτόν του οποίου τον ερχομό εμείς οι ίδιοι έχουμε προαναγγείλει; Για να τιμωρηθούμε χειρότερα από οποιονδήποτε άλλον;4 Πώς όμως να θεωρήσουμε θεό κάποιον που δεν ήταν πρόθυμος να δημοσιοποιεί τα όσα πρέσβευε και επαγγελόταν; Κι όταν τον δικάσαμε και τον καταδικάσαμε, τον βρήκαμε να κρύβεται προσπαθώντας να αποφύγει την τιμωρία, για να προδοθεί τελικά από κάποιους που ονόμαζε μαθητές του και να συλληφθεί με τον πιο επαίσχυντο τρόπο. Αν ήταν θεός, ούτε θα κρυβόταν ούτε θα συλλαμβανόταν. Και, το κυριότερο, ένας θεός, ένας σωτήρας όπως πιστεύετε και υιός του ανώτατου θεού θα ήταν δυνατό να εγκαταλειφθεί και να προδοθεί από ανθρώπους που τον είχαν για δάσκαλο και με τους οποίους μοιράστηκε τα πάντα; Ποτέ μέχρι τώρα δεν έχει προδοθεί ένας άξιος στρατηγός κι ας έχουν οι στρατηγοί μυριάδες υπό τις διαταγές τους· ούτε καν ένας -καταξιωμένος στους ανθρώπους του- λήσταρχος, δηλαδή κάποιος που έχει υπό την αρχηγία του ανθρώπους κάκιστους. Ετούτος εδώ όμως ούτε καλός στρατηγός υπήρξε ούτε μπόρεσε, έχοντας εξαπατήσει τους μαθητές του, να τους εμπνεύσει τον σεβασμό που απολαμβάνει σε μια συμμορία ληστών ο αρχηγός της.

 39,2 & 41,1 Γιατί στηρίζεις την παράδοση των Ιουδαίων ως ιερή, όπως νωρίτερα όριζες σοφή και εκείνη των άλλων λαών, ενώ τα δόγματα της ανάστασης και την τιμωρία των αδίκων, αν και αυτά μεταφερόμενα από την ίδια ιερή παράδοση και από τους Χριστιανούς, ορίζεις υποτιμητικά εδώ ως μπαγιάτικα; Δεν θα μπορούσε να οριστεί έτσι κάθε άλλη παράδοση των άλλων λαών, ως μπαγιάτικη, παρά ιερή να είναι; Εσύ τι ελέγχεις ως σοφός Έλληνας, ψεύτικα Ιουδαίος, ως είπες στην αρχή; Αν κάτι που παραδίδεται έχει σοφία ή αν είναι μπαγιάτικο ή όχι; Καθετί μπαγιάτικο σοφό, και ανόητο κάθε τι το νέο; Ή κάθε μπαγιάτικο είναι ανόητο και κάθε σοφό είναι κάτι νέο; Μα την αλήθεια θαρρώ πως δεν ορίζεις καλά αυτά για τα οποία προσπαθείς να ομιλήσεις. Διότι κάτι τέτοιο, η εύρεση του μπαγιάτικου, δεν χρειάζεται κανένα σοφό, μα ένας απλός ιστορικός φθάνει και περισσεύει.

Εσύ ο ίδιος προτιμάς την παράδοση και πράττεις ως ιστορικός, παρά ως κάποιος σοφός, αφού όλη τούτη η πραμάτεια σου δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ωδή και ύμνος στο μπαγιάτικο και ένας θρήνος για το νέο. Γι’ αυτό λοιπόν Κέλσο, τί ενοχλείσαι αν ο Ιησούς άλλα απορρίπτει και άλλα αφήνει ως έχουν μέσα στην λατρεία, στα ήθη και στις διακρίσεις των Ιουδαίων; Μήπως θα έπρεπε να τα αφήσει ως έχουν; Τότε αλήθεια τί Υιός Θεού είναι Αυτός που δεν διδάσκει και δεν διατάζει αυτό που πρέπει αλλά αφήνει τα πράματα ως έχουν; Αυτός δεν είναι ο πιο αρμόδιος εφόσον, ότι ο Θεός όρισε, μόνο ο Θεός μπορεί να αλλάξει; Αν ήταν να μείνουν τα πράματα ως έχουν, τότε γιατί ο Πατέρας Του να Τον αποστείλει κάτω σε τούτη δω την Γη; Δεν θα ήταν σοφότερο να μείνει εκεί που ήταν, παρά όπως εσύ λες, να δικαστεί, να τιμωρηθεί, να εγκαταλειφθεί και να προδοθεί από τους ανθρώπους; Θα άρμοζε αλήθεια στο Θεό να πάθει όλα τούτα απλά και μόνο για να διατηρήσει όλα αυτά που εσύ ορίζεις για μπαγιάτικα;

Μήπως είναι σοφότερο να πει κανείς, ότι ο Θεός έστειλε τον Υιό Του διότι πρέπει κάτι να αλλάξει; Μα και ο ίδιος αυτός ο θεός που λέγανε πως ήταν, ο Καίσαρας, όταν ήθελε να αλλάξει κάτι δεν έστελνε τις οδηγίες με κάποιο υψηλόβαθμό του και ποτέ με κάποιο απλό και πιστό στρατιώτη; Αυτό σίγουρα ο Καίσαρας το έπραττε κάθε φορά που ήθελε να περάσει κάποια σημαντική εντολή του, ενώ τις άλλες τις λιγότερο σημαντικές τις όριζε σε άλλους πολύ κατώτερους του. Μήπως θες αλήθεια ο Καίσαρας να μην είναι άραγε ο πιο αρμόδιος να αλλάζει τις πρώην και παλιές του οδηγίες προς το στράτευμά του, με νέες που να ταιριάζουν στις νέες στρατηγικές του περιστάσεις; Έτσι λοιπόν και αν άλλοι εμφανίστηκαν σαν τον Ιησού, δεν μπορούσαν να είναι ως ο Ιησούς, διότι δεν είχαν εξουσία για να πράξουν κάτι τέτοιο. Κανείς εξ αυτών δεν ήταν υψηλόβαθμος, παρά υπήρξαν και έζησαν ως διάφοροι στρατιώτες. Εξάλλου κανείς από αυτούς δεν υπαινίχτηκε ότι υπήρξε υψηλόβαθμος. Και εκείνοι οι ελάχιστοι που το υπαινίχτηκαν τι πέτυχαν; Ουδέν! Και όλους τους αφάνισε και τους κατατρόπωσε η ίδια η ιστορία. Όταν όμως ο Καίσαρας θέλει να πετύχει κάτι, δεν στέλνει ως είπαμε τον ικανότερο εξ αυτών και τον πιο έμπιστό του; Ο Θεός λοιπόν ποιόν έχει ως πιο έμπιστο παρά τον Υιό Του; Και για να Τον στείλει δεν θα πρέπει κάτι να Του έχει αναθέσει; Ή μήπως ο Θεός ορίζει και διατάζει πράματα που σε τίποτα δεν χρειάζονται λες και είναι χασομέρης;

Για τους προφήτες δε ευθέως θα σου πω, μιας και ταυτίζεις ανθρώπους του Θεού μαζί με τους φονιάδες· αυτοί που Τον ανάγγειλαν, από τον Ιερεμία μέχρι και τον Ζαχαρία, τραγικό θάνατο βρήκαν από εκείνους που Τον Δάσκαλό μας σταύρωσαν λες και οι ασεβείς γνώριζαν τι επρόκειτο να γίνει και ολημερίς μοχθούσαν το Θείο σχέδιο οριστικά να πάψουν. Μόνο που οι δύσμοιροι κακώς και ανώμαλα απότυχαν και όλοι τώρα το γνωρίζουν.

Έπειτα ψεύδεσαι όταν κατηγορείς τον Ιησού ότι δεν δημοσιοποιεί όσα πρέσβευε και απαγγέλλονταν, διότι όποιος δεν δημοσιοποιεί και δεν απαγγέλλει αυτά που πρεσβεύει ποτέ δεν κατηγορείται και ποτέ δεν δικάζεται για τους λόγους του ή για τις ενέργειές του. Έχεις δει μουγκό εκ γεννητής να καταδικάζεται για κάτι που κάποτε είπε; Παράλυτο εκ γεννητής για κάτι που κάποτε έκανε; Θα έμοιαζε πιο αστείο και από κωμωδία του Αριστοφάνη αυτό στα αλήθεια δεν νομίζεις;

Πιο κωμικό δε είναι ότι επικρίνεις τον Ιησού πως κρύβονταν για να αποφύγει την τιμωρία, αν και ακατανόητη βέβαια και άδικη για μας πολύ η κατηγορία που Του απάγγειλαν. Πώς τολμάς αλήθεια να υποστηρίζεις κάτι τέτοιο, αφού όταν βρέθηκε με όλους τους μαθητές Του, στον τελευταίο δείπνο, γνώριζε πολύ καλά ότι κάποιος θα Τον προδώσει; Και όχι απλά γνώριζε ότι θα προδοθεί, αλλά γνώριζε και ποιος ήταν ο προδότης. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να θανατώσει τον προδότη αν ήθελε να αποφύγει την δική Του καταδίκη; Αφού όμως δεν τον θανάτωσε, τότε αφέθηκε να καταδικαστεί όπως άλλοτε έπραξε ο Σωκράτης στην Ελλάδα. Δεν γνώριζε εκείνος ο σοφός άραγε ότι το τέλος του πλησιάζει; Δεν τον παρότρυναν οι μαθητές του να το σκάσει; Γιατί δεν το έπραξε; Μήπως δεν ήταν σοφός, ενώ το υποστήριξαν όλοι οι Έλληνες σοφοί και αρχαιότεροι από εσένα; Κι αν δεν το έσκασε, ενώ μπορούσε, αυτό το έπραξε διότι με τον θάνατό του ήθελε να διδάξει κάτι που θα έμενε στην ιστορία για πολλούς αιώνες μετά από αυτούς που εμείς σήμερα απλοϊκά τους ζούμε. Αν λοιπόν ο Σωκράτης ήταν σοφός, θα πρέπει και οι δυο μας να παραδεχτούμε ότι και ο Ιησούς σοφός το ίδιο ήταν ή ότι κάτι είχε να διδάξει, εφόσον ναι μεν θα μπορούσε να το σκάσει, αλλά δεν το έπραξε. Διότι όποιος δεν το σκάει μπρος τον θάνατο ή τρελός είναι ή δεν φοβάται τον θάνατο. Τι λες εσύ; Ο Σωκράτης ήταν τρελός ή δεν φοβόταν τον θάνατο του; Ο Ιησούς;

Ύστερα πάλι σε ενοχλεί ότι ο Ιησούς προδόθηκε και λες ότι κανείς μεγάλος στρατηγός και καταξιωμένος από τους ανθρώπους δεν προδίδεται. Κι όμως ο μέγιστος των Ελλήνων Αλέξανδρος, ο μεγαλύτερος στρατηλάτης όλων των χρόνων, μπρος από το άγαλμα του οποίου και αυτός ο μέγας Καίσαρας ο Ιούλιος έκλαψε, μήπως δεν προδόθηκε από τους φίλους του, ίσως διότι ζητούσε πολλά περισσότερα από αυτοί μπορούσαν άλλο πια να αντέξουν; Ο Αλέξανδρος κοιτούσε πάντα μπρος τους σκοπούς του, αλλά οι άνδρες του είχαν γυναίκες και παιδιά που είχαν χρόνια να τα δουν. Τους απασχολούσαν άλλα πράγματα προσωπικά και όχι οι μεγάλες ιδέες του γνωστού Μακεδόνα στρατηλάτη. Έτσι λοιπόν έγινε ότι έγινε και οι υιοί του Παρμενίωνα, Φιλώτας και Νικάνορας, και μαζί και αυτός ο πολύ πιστός καθώς λέγεται ο Παρμενίωνας, που άλλοτε σκότωσε τον γαμβρό του που επαναστάτησε ενάντια στον Φίλιππο, κατηγορήθηκαν ως προδότες από τον Αλέξανδρο.

Άλλωστε και στον Καίσαρα, τον θαυμαστή του Αλεξάνδρου έλαχε να χαθεί από το χέρι του δικού του «τέκνου» Βρούτου. Ανάλογα με όλα αυτά, αλλά όχι και όμοια, έγινε με τους μαθητές του Ιησού. Σαφώς όμως μόνο στην αρχή των γεγονότων. Διότι δεν εννόησαν ευθύς εξ αρχής τους μεγάλους Του σκοπούς· και τότε ακόμη μόνο ένας Τον πρόδωσε ως άλλος στρατηγός τον αυτοκράτορά του. Και ο προδότης εκείνος λυπήθηκε και αυτοκτόνησε. Εσύ έχεις δει στα αλήθεια στρατηγό ή φρουρό που αφού σκοτώσει τον στρατηγό και καίσαρά του, όπως πολλές φορές άκουσα στην Ρώμη ότι έγινε από τους πραιτοριανούς, έπειτα να αυτοκτονεί επειδή λάθος κατάλαβε ότι κάτι είχε κάνει; Αν κανείς ποτέ το έπραξε, τότε δεν μπορεί παρά να υποθέσω ότι εκείνος ο προδότης άδικα θα είχε προδώσει. Έπειτα, οι μαθητές του Ιησού όχι μόνο δεν Τον πρόδωσαν άλλο πια, μετά τον όπως λες «θάνατό» Του, αλλά και θυσιάστηκαν για Εκείνον, ακόμη και όταν Εκείνος δεν υπήρχε άλλο μεταξύ τους! Τι λες Κέλσο; Έχει δει κανένα στρατηγό ή αξιωματικό να πεθαίνει για ένα Καίσαρα που δεν υπάρχει πλέον; Οι απόγονοι του Αλέξανδρου θαρρώ, που από όσα άκουσα ήταν και υιός του Δία, θαρρείς και τα ‘χασαν και αντί να συνεχίσουν το έργο του στρατηγού τους, όπως έμαθα ότι έπραξαν οι μαθητές του Ιησού μετά την ανάληψή Του, βάλθηκαν να μαλώνουν για τις κατακτήσεις του αφέντη τους και πως θα τις μοιράσουν άδικα αναμεταξύ τους. Και είδες μαζί με μας αμέσως μετά από λίγα χρόνια πως κατάντησαν. Κανείς τους δεν άντεξε στο πέρασμα του χρόνου. Θαρρείς και οι Ρωμαίοι τα σάρωσαν όλα και τους εξαφάνισαν αυτούς και τις δικές τους βασιλικές εξουσίες των ηγεμονιών τους.

 

θα μπορούσα να συνεχίσω, μιας κι έχω πολλές αλήθειες να πω σχετικά με τις υποθέσεις του Ιησού, που καθόλου δεν μοιάζουν με τα όσα λένε οι μαθητές του, όμως τα παραλείπω. Ας σταθούμε όμως στο παραμύθι ότι ο Ιησούς ρητά είχε προβλέψει τα όσα του συνέβησαν: ακριβώς επειδή οι μαθητές του δεν είχαν να στηριχτούν σε κάτι που να το είχε δει όλος ο κόσμος, επινόησαν αυτό το μύθο, ότι ο Ιησούς είχε προβλέψει τα πάντα. Είναι σαν να λέει κανείς ότι ένας άνθρωπος είναι δίκαιος και την ίδια στιγμή να τον δείχνει να διαπράττει αδίκημα· ή σα να δείχνει κάποιον που διαπράττει φόνο και την ίδια στιγμή να λέει πως ο φονιάς είναι άγιος άνθρωπος· ή σαν να μας δείχνει κάποιον πεθαμένο και να λέει πως είναι αθάνατος- και πάνω απ’ όλα, να ισχυρίζεται ότι όλα τα είχε προβλέψει. Παραδέχεστε ανοιχτά ότι ο Ιησούς υπέφερε και πέθανε -αντί να ισχυρισθείτε ότι μόνο στα μάτια των ασεβών έδειχνε να υποφέρει και ότι στην πραγματικότητα δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Και αν κάποια στιγμή πέθανε, πώς μπορεί να υπήρξε αθάνατος; Και ποιος θεός ή δαίμονας ή λογικός άνθρωπος που γνωρίζει από τα πριν τι κακό πρόκειται να του συμβεί, δεν θα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του ώστε να το αποφύγει; Αφού μάλιστα προείπε τα ονόματα και του μαθητή που θα τον πρόδιδε και του μαθητή που θα τον αρνιόταν, πώς δεν τον φοβήθηκαν σα θεό εκείνοι οι δυο ώστε και ο ένας να μην τον προδώσει και ο άλλος να μην τον αρνηθεί; Βέβαια, εκείνοι και τον πρόδωσαν και τον αρνήθηκαν χωρίς να έχουν προβληματιστεί διόλου.5 Μα εδώ, ακόμα και άνθρωπος, αν μιλήσει σε άτομα που τον επιβουλεύονται και τους πει ανοιχτά ότι γνωρίζει τις προθέσεις τους, εκείνοι κάνουν πίσω και φυλάγονται. Ό,τι συνέβη στον Ιησού, δεν συνέβη επειδή το προείπε ο ίδιος. Το αντίθετο: του συνέβησαν επειδή δεν τα είχε προβλέψει. Είναι απίθανο να πραγματοποιήθηκε μια προδοσία που ο δράστης της είχε από πριν ξεσκεπαστεί. «Όμως», θα πείτε, «όντας θεός προέβλεπε τα πάντα, και ό,τι προέβλεπε έπρεπε και να συμβεί.» Αν είναι έτσι, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι αυτός ο θεός, τους ίδιους τους μαθητές και προφήτες του -με τους οποίους έτρωγε και έπινε- τους οδήγησε σε σημείο να γίνουν ανόσιοι και ασεβείς. Μα αν ήταν θεός θα ’ πρεπε να εμπνέει το καλό σ’ όλους τους ανθρώπους, και πρώτα-πρώτα σε κείνους που ζούσαν μαζί του. Εδώ, με άνθρωπο να κάτσεις στο ίδιο τραπέζι δεν θα σκεφτείς το κακό του -και θα επιβουλευτείς ένα θεό; Αλλιώς θα πρέπει να δεχτούμε την ακόμα πιο παράλογη εκδοχή, ότι ο ίδιος ο θεός σκέφτηκε κακό για τους συντρόφους του και τους έκανε ασεβείς και προδότες.

 41, 2 & 43 Οι προβλέψεις του Ιησού ήταν μύθος; Αυτό θα μπορούσε να το εκφέρει κάποιος που ζούσε στα χρόνια Του, αλλά όχι ένας που έζησε σε εκείνα τα δικά σου, ούτε στα επόμενα από σένα Κέλσο. Αν θυμάσαι ο Ιησούς, πριν από ως λες πεθάνει, είχε προβλέψει ότι ο ναός των Ιουδαίων θα καταστρέφονταν. Και όχι μόνο κάτι τέτοιο δήλωσε απλά, αλλά είχε πει ότι δεν θα μείνει λίθος επί λίθου. Μην μου πεις τώρα ότι αυτό δεν είναι σωστή πρόβλεψη, γιατί αλήθεια ποιος το περίμενε ο ναός των Ιουδαίων να διαλυθεί εκ θεμελίων και μάλιστα μερικά χρόνια μετά τον θάνατο, όπως λες του Ναζωραίου; Δεν νομίζω κανείς σοφός μάντης στην Ελλάδα να προφήτεψε κάτι τέτοιο αλλά ούτε και για κανένα σημαντικό ναό της Ελλάδας σαν τον Παρθενώνα ή κάποιο σημαντικό κτίριο της Ρώμης όπως το Κολοσσαίο. Και γνωρίζεις γιατί; Διότι θα κινδύνευε να χαρακτηριστεί τρελός. Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψεις το τέλος τόσο μεγάλων κτιρίων και μάλιστα να λες ότι η καταστροφή τους θα είναι ολοκληρωτική δεν νομίζεις; Αν και εγώ προσέχω από τις προφητείες και τις μαντείες, εντούτοις θα πρέπει να ομολογήσω ότι αυτή η πρόβλεψη ήταν πολύ σημαντική δια να μην ληφθεί υπό όψιν των όσων ισχυρίζεσαι.

Ρωτάς πως μπορεί να πεθαίνει κάποιος και να είναι αθάνατος, θαρρείς και ο Θεός είναι άνθρωπος και συνεπώς θνητός στο σώμα. Μα ο Θεός σώμα δεν έχει και Αθάνατος είναι από την φύση Του. Μόνο που ο Υιός του Θεού και Λόγος Του ενδύθηκε την θνητή την σάρκα και αυτήν μετέτρεψε σε αθάνατη. Αν ο ίδιος δεν πέθαινε τι θα λογίζονταν οι άνθρωποι; Ότι σαφώς εκ της φύσης Του το σώμα Του που ήτανε δικό Του και όχι ανθρώπινο, ήταν από την αρχή αθάνατο και ότι των άλλων ανθρώπων δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει τέτοιο. Όμως Εκείνος θέλησε να δείξει ότι Αυτός είναι η Οδός της αφθαρσίας των ανθρώπινων φυσικών σωμάτων, και όχι εκείνων των δήθεν θεϊκών· διότι πολλοί μπορούσαν να τον εκλάβουν για κάνα Απόλλωνα ή Δία ή Ερμή. Θέλησε να διδάξει ότι όποιος δια μέσω Αυτού διέρχεται την ζωή του, καθιστά και το δικό του το ανθρώπινό το σώμα αθάνατο. Έτσι οι μαθητές Του είπαν ότι τελικά δεν πέθανε, διότι αναστήθηκε από τον τάφο Του. Εσύ αν έβλεπες την αδελφή σου να πεθαίνει, την έθαβες και μετά από μερικές μέρες έβγαινε από τον τάφο τι θα υποστήριζες; Ότι πέθανε; Και αν δεν πέθαινε θα εκλάμβανες το σώμα της ως ανθρώπινο ή θα προτιμούσες να διδάσκεις ότι ήτανε η θεά η Ήρα;

Γιατί λοιπόν να θέλει ο Ιησούς να αποφύγει το κακό που υπαινίσσεσαι; Αφού στην φύση Του Αθάνατος ήταν· μόνο το σώμα το ανθρώπινο που ήταν δικό Του έπρεπε εκείνο να πεθάνει, ώστε μετά τον ίδιο τον θάνατο να νικήσει για χάρη των ανθρώπων. Να γιατί ο Ιησούς δεν απόφυγε την σύλληψη· διότι αν και ήξερε ότι θα καταδικαστεί σε θάνατο, γνώριζε ότι δεν μπορούσε να πεθάνει. Διότι ο Ιησούς ημίθεος δεν τύγχανε, αλλά Θεάνθρωπος και δηλαδή τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, η ανθρώπινη Του φύση θνητή και η Θεϊκή αθάνατη. Γι’ αυτό και δεν έκανε ότι περνούσε από το χέρι Του για να αποφύγει την σύλληψη Του. Αυτό νομίζω θα έπραττε κάθε ανάξιος των σκοπών του. Θα μπορούσες να αντειπείς πως «και ο Σωκράτης δεν απέφυγε τον Θάνατο»· ναι αλλά κανείς δεν είδε τον Σωκράτη να Ανασταίνεται.

Έπειτα οι μαθητές Του, όπως λες, Τον αρνήθηκαν όχι επειδή Εκείνος το πρόβλεψε, και άρα αναγκαστικά θα το έπρατταν, αλλά διότι Εκείνος προείδε την αδυναμία τους. Εκπλήσσεσαι ότι το έπραξαν… λες λοιπόν ο Θεός να μην γνωρίζει τι θα έπρατταν οι μαθητές Του; Και αν δεν το έπρατταν, τότε τί πρόβλεψη άραγε θα ήταν; Και τί σόι Θεός θα ήταν Αυτός, αν δεν μπορούσε να προβλέψει; Αν δεχθούμε ότι εκείνοι θυμόταν ότι τους είχε πει ή αν τουλάχιστον Τον αγαπούσε ο προδότης όσο έπρεπε και δεν Τον απαρνιόταν, θα έπρεπε να δεχθούμε κιόλας ότι εκείνοι δεν θα είχαν ψεγάδια και φόβο ως άνθρωποι και εκείνος ως Θεός θα αποτύχαινε να προβλέψει την άρνησή τους. Αν πάλι δεν Τον αρνιόταν, τί σόι πρόβλεψη έπρεπε εκείνος να έχει δώσει; Ότι δεν θα Τον αρνιόταν; Ότι δεν θα Τον πρόδιδαν; Μα αυτό συνέβαινε σχεδόν κάθε στιγμή.

Και δεν αληθεύει ότι οι μαθητές Του δεν προβληματίστηκαν, διότι όπως σου είπα ο ένας αυτοκτόνησε και το όνομά του έμεινε γνωστό ως τις μέρες μας. Έτσι και αν οι προδότες κάποιου, μάθουν ότι εκείνος που πρόκειται να προδώσουν το γνωρίζει , φροντίζουν είτε να εξαφανιστούν, είτε να επισπεύσουν τις κινήσεις τους. Μα εξαφανίζονται μόνο αν κινδυνεύει η ζωή τους, διότι ένας προδότης που δεν φοβάται σημαίνει ότι καθόλου δεν κινδυνεύει. Πιστεύω ότι εκείνος ο μαθητής Του έπραξε το δεύτερο.

Λες ότι ως Θεός ο Ιησούς θα έπρεπε να εμπνέει το καλό. Μήπως αλήθεια δεν ενέπνεε καλό; Αφού τελικά κανείς από τους άλλους μαθητές Του δεν Τον πρόδωσε αλλά ίσα - ίσα πέθαναν για Εκείνον, αφού Τον αγαπούσαν· έστω και αν Αυτός είχε προ πολλού πεθάνει, όπως λες. Και ο ένας που Τον πρόδωσε, μήπως μετά δεν κρεμάστηκε; Εγώ Κέλσο δεν γνωρίζω κανένα που να αυτοκτόνησε επειδή πρόδωσε κάποιον ο οποίος δεν ενέπνεε καλό. Κανείς δεν λυπάται για κάποιον, ανόσιων και ασεβών πραμάτων Διδάσκαλο που στάλθηκε στην τιμωρία. Από αυτά που λες το ανάποδο ισχύει και εμείς αυτό διδάσκουμε. Ότι δηλαδή οι υπόλοιποι μαθητές Του όχι μόνο συνέχισαν τις διδασκαλίες Του, αφού Εκείνος, όπως λες είχε πεθάνει, αλλά και ο μοναδικός που Τον πρόδωσε κρέμασε εαυτόν, πολύ προτού ο Δάσκαλός του, του αποδείξει ότι είναι Θεός αληθινός με την ανάστασή Του. Για συλλογίσου λοιπόν τι λες και έλα στα συγκαλά σου.

Μήπως έπειτα η ιστορία αυτών εδώ των τόπων δε διδάσκει ότι ομοτράπεζοι πρόδωσαν αλλήλους; Ας αναφέρω λοιπόν το παράδειγμα του φιλόσοφου του Ανάξαρχου, ο οποίος τελικά όχι μόνο θανατώθηκε αργότερα από τον ομοτράπεζό του Νικοκρέοντα της Κύπρου τον σατράπη αλλά και κανείς δεν λυπήθηκε και κανείς δεν αυτοκτόνησε κατόπιν για τον χαμό του.

Και τί παγίδες και λακκούβες άραγε διδάσκεις Κέλσο, όταν λες ότι ο Θεός σκέφτηκε κακό για τους συντρόφους του κάνοντάς τους ασεβείς; Μα τι λες σοφέ Κέλσο; Ο Ιησούς όλους σε βασιλεία κάλεσε ακόμη και σε τον ίδιο, αλλά εσύ και ο Ισκαριώτης ανόσιοι γινήκατε από την κακή σας βούληση και όχι από την πρόσκληση του Ιησού.

Κι αν και τον Ύψιστο θεό που εσύ διδάσκεις εξετάσουμε, με ποιο τρόπο μπορεί να πει κανείς ότι αποτρέπει τους ασεβείς από το να είναι τέτοιοι; Αφού ποτέ δεν ήλθε στην γη και ποτέ δεν δίδαξε, κανείς δεν ξέρει τι ζητά ο Θεός και έτσι όλοι γίνονται ασεβείς ή ευσεβείς χωρίς να το γνωρίζουν. Αυτό νομίζω κανείς σοφός δεν υποστηρίζει ότι είναι δίκαιο για τον άνθρωπο, που τον Θεό αναζητά και θέλει βάση Εκείνου την ζωή του να βιώνει. Δίκαιο είναι ότι έπραξε ο Ιησούς που όρισε εκείνα που ο Θεός επιθυμεί, ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν πως να είναι ασεβείς ή ευσεβείς, ανάλογα με τους Δικούς Του νόμους.

Και αν ο Θεός σκέφτονταν αλήθεια κακό για τους συντρόφους Του και ιδίως για εκείνον τον προδότη, δεν νομίζεις ότι θα ήταν πιο εύκολο να τερματίσει την ζωή του Εκείνος; Και αν υποθέσουμε παράλογα ότι ο Ίδιος δεν μπορούσε να το πράξει, δεν θα μπορούσε να βάλει τους υπόλοιπους μαθητές το φόνο να διεκπεραιώσουν; Μόνο που ο Δάσκαλός μας ως Θεός δεν τιμώρησε κανέναν τέτοιο προδότη. Ο προδότης που λες, μόνος του έγινε ασεβής και μόνος του αφού συνειδητοποίησε τι ασέβεια έπραξε έθεσε τέλος στην ζωή του. Εσύ ο ίδιος αν έπραττες κάτι ενάντια στον Θεό, μήπως αμέσως μετά δεν θα ένιωθες παντελώς ασεβής απέναντί Του; Διάφοροι πιστοί σε κάθε είδους θρησκείες, ακόμη και σε εκείνη την Ελληνική, αν πράξουν φόνο ή κάποιο άλλο κακό αμέσως νιώθουν άσχημα και αρχίζουν τις θυσίες για να εξιλεώσουν τους θεούς έστω και αν δεν έκαναν κάτι κακό πάνω στους ίδιους τους θεούς τους. Για σκέψου τώρα εκείνος ο μαθητής του Θεού, ο Ισκαριώτης, πως ένιωσε όχι όταν έπραξε κάτι κακό ή ασεβές σε κάποιο άλλο άνθρωπο, αλλά πάνω στον ίδιο τον Θεό και Διδάσκαλό του. Δεν νομίζεις ότι θα ήθελε να ανοίξει η γη στα δυο και να τον καταπιεί μες μιας στα έγκατά της; Όμως αυτό δεν το όρισε ούτε το επιδίωξε ο Δάσκαλός μας. Μόνος του ο Ισκαριώτης αποφάσισε να θέσει τέρμα στην ζωή του και δεν την τερμάτισε σαφώς ο ίδιος ο Θεός του.

 

Και αν υποθέσουμε πως ο ίδιος ως θεός έκρινε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, και υπακούοντας τον πατέρα του δέχτηκε να υποστεί την τιμωρία, δε χωρά αμφιβολία ότι ακριβώς επειδή όλα γίνονταν με δική του θεϊκή βούληση και σκοπιμότητα, δεν θα του ήταν ούτε θλιβερά ούτε οδυνηρά. Τι δουλειά έχει να ικετεύει και να θρηνεί και να εύχεται να μπορούσε να ξεφύγει από το κακό λέγοντας «ώ πάτερ, ει δύναται το ποτήριον τούτο παρελθεϊν», ή κάτι τέτοιο; Να λοιπόν που ούτε καν με τα ψέματα δεν μπορέσατε να μεταμφιέσετε την κίβδηλη ιστορία σας. Και γνωρίζω ότι κάποιοι από τους πιστούς σας, σαν να συνέρχονται από μεθύσι, καταπιάνονται με την παραχάραξη του αρχικού ευαγγελίου και το τροποποιούν και τρεις και τέσσερις και πολλές φορές, για να μπορούν να αντιπαρέρχονται την κριτική.

 45, 1 Θλιβερά και οδυνηρά ήσαν για τον Υιό του Θεού αυτά, διότι ο Υιός Αυτός είχε ενδυθεί την δική μας φθαρτή την σάρκα, η οποία καλά το ξέρεις και σε οδυνηρές καταστάσεις σε οδηγεί ακόμη και σε θλίψεις. Αν δεν ήταν οδυνηρή και θλιβερή, ποιός θα ήταν ο λόγος ασχολίας του Ιπποκράτη με αυτή; Ποιός ο λόγος ασχολίας του Πλάτωνα με την φιλοσοφία και την διδασκαλία του για την νίκη του πνεύματος επί αυτής; Ο Θεός μας δεν διέφερε από εμάς ως προς τα σωματικά, γι’ αυτό και κυοφορήθηκε μέσα σε κοιλιά γυναικός άσπιλης και απέκτησε το ίδιο σώμα και τις ίδιες σωματικές αδυναμίες με εμάς τους θνητούς. Αν είδες παρακάτω αυτά τα βιβλία μας τι λένε και δεν παρέμενες στην προσευχή του Δασκάλου προς τον Πατέρα Του, θα έβλεπες ότι δέχτηκε τελικά να γίνει, ότι ο Πατέρας Του επιθυμεί και όχι ότι Εκείνος έπειτα από την παρότρυνση της σάρκας.

Ας δούμε έπειτα Κέλσο, αν αυτά που διδάσκουμε περί Εκείνου είναι άξια ψόγου ή είναι σοφά πράματα. Ο Θεός μας λοιπόν ενδύθηκε την δική μας φθαρτή την σάρκα για να διδάξει εμάς τους ανθρώπους, μέσα από τις ίδιες τις δικές μας σωματικές αδυναμίες. Διότι αλήθεια, τι σόι μέγας πολεμιστής δάσκαλος στρατηγικής είναι εκείνος που ενώ διδάσκει στους συμπολεμιστές του θάρρος και καταφρόνηση μπρος στις θλίψεις του πολέμου, ο ίδιος βρίσκεται υψηλά ιστάμενος και πίσω από τις πρώτες γραμμές της μάχης, καθούμενος στην ασφάλεια των πίσω παρατάξεων; Ποιός στρατηγός είναι άξιος αν δεν συμμετέχει μαζί με τους στρατιώτες του στην μάχη; Σκέψου τώρα πόσο θαρραλέος είναι ένας τέτοιος στρατηγός που δεν φορά, σαν τον Αχιλλέα, ούτε την άτρωτη ασπίδα που του χάρισαν οι θεοί, παρά μάχεται γυμνός χωρίς κανένα ίχνος προστασίας. Νομίζω ότι και ο Αλέξανδρος ως μέγιστος στρατηλάτης των Ελλήνων βρίσκονταν πάντα στην πρώτη γραμμή, γι’ αυτό και πολλές φορές τραυματίστηκε· και στο τέλος τις κέρδιζε τις μάχες, μιας και κατάφερνε να κάνει τους στρατιώτες του να αποδίδουν τα μέγιστα, αφού και εκείνος μοιράζονταν τους ίδιους κινδύνους με τους δεύτερους. Έτσι απέκτησε, όχι μόνο τόση μεγάλη φήμη μεταξύ τους αλλά και μεταξύ και εκείνων των εχθρών του.

Και ο Δάσκαλός μας λοιπόν το ίδιο έπραξε, διότι και ο λιγότερο σοφός καταλαβαίνει ότι κανείς Θεός φιλάνθρωπος ή με αρετή και σοφία, δεν ορίζει οδηγίες στους ανθρώπους μη δεχόμενος ο ίδιος να δοκιμαστεί μέσα στην ίδια κατάσταση με αυτούς και κάτω από τις ίδιες οδηγίες. Άραγε ποιος άλλος θεός από τις παραδόσεις των σοφών άλλων λαών, που εσύ υποστηρίζεις, δέχτηκε, αντί να μεθοκοπά, να ερωτροπεί και να διασκεδάζει, να εξευτελιστεί, να ταλαιπωρηθεί και να πάθει για χάρη των ανθρώπων διδάσκοντας την αρετή μαζί με την καρτερία; Διότι εκείνοι τις χαρές των ανθρώπων διάλεξαν παρά τις θλίψεις τους και δηλαδή μάλλον τα εύκολα παρά τα δύσκολα έστω και με ελάχιστες ηρώων εξαιρέσεις. Και αν κάποιος από τους αρχαίους θεούς της παράδοσης, που εσύ υποστηρίζεις, έπαθε κάτι, να ξέρεις ότι δεν το έπαθε για χάρη των ανθρώπων αλλά ένεκα περιστάσεων που δεν χρήζουν ουδεμίας σοφίας ή σχεδίου. Κανείς στρατηγός λοιπόν δεν είναι άξιος αν δεν παθαίνει κάτι για χάρη των ανδρών του, αλλά απλά όσα παθαίνει του συμβαίνουν για χάρη του κρασιού, του κεφιού, των ερωτών και των διασκεδάσεων του. Να είσαι σίγουρος λοιπόν Κέλσο ,ότι μόλις ένας νέος στρατηγός εμφανιστεί στο στράτευμα, που νοιάζεται για τους κατώτερους συμπολεμιστές του, ευθύς αμέσως και με μεγάλη ευκολία θα παραμερίσει τον παλιό στρατηγό και όλους τους άλλους υποψήφιους· κι αυτό νομίζω ο κάθε στρατιώτης το γνωρίζει πολύ καλά, διότι στην μάχη θέλει σύντροφο και όχι κάνα γλεντοκόπο ή προδότη.

Έτσι λοιπόν, ο παραμερισμός του παλιού στρατηγού ή των άλλων υποψηφίων, θα είναι επιλογή των ίδιων των ανδρών του στρατεύματος παρά κανενός άλλου, αν βέβαια αυτοί οι στρατιώτες είναι άξιοι και θέλουν να φέρουν στις μάχες ένδοξες νίκες και να σωθούν, παρά να χαθούν από άσωτους που τίποτα άλλο δεν κάνουν παρά να αγυρτεύουν εδώ και κει. Πες μας τώρα σοφέ Κέλσο, ποιοί στρατηγοί είναι οι πραγματικοί αγύρτες; Αυτοί που φροντίζουν τους συμπολεμιστές τους και εκείνους που τελούν υπό τις διαταγές τους, δοκιμαζόμενοι μαζί με αυτούς στις ίδιες τις σκληρές στερήσεις, ή εκείνοι που το έριξαν στο μεθύσι, στην διασκέδαση και στην αγυρτεία, εγκαταλείποντας το στρατόπεδο ορεγόμενοι διασκεδάσεις εδώ και εκεί, μακριά από το επίκεντρο της μάχης; Ένας στρατηγός που φροντίζει τους μαχητές του μπορεί και να τους επιτρέπει να διασκεδάζουν, αλλά άμα εκείνοι έχουν θλίψεις του κινούν περισσότερο το ενδιαφέρον. Στρατηγός όμως που μεθοκοπάει, σε τι άλλο μπορεί να συνοδεύσει τους στρατιώτες του παρά στο γλέντι; Γι’ αυτό και γλεντοκόποι θεοί ωσάν τον Διόνυσο αλλά και άλλους των Ελλήνων, από Τον δικό μας αντικαταστάθηκαν που εμπνέει εμπιστοσύνη, μιας και κανείς στρατηγός δεν αφήνει το γλέντι για να πάει ανάμεσα σε θλίψεις, εκτός κι αν τον ενδιαφέρει ο θλιμμένος.

Στρατηγοί που διασκεδάζουν, τί σοφία μπορεί να έχουν γύρω από τα προβλήματα των στρατιωτών τους, αφού το πολύ κρασί και η πολύ χαρά τους έχουν αποκουτιάνει; Να λοιπόν, που κανείς δεν προδίδει κανένα μαχητή στρατηγό που του αξίζει η αρετή και η σοφία ανάμεσα στους άνδρες του, και αν το πράξει, θα το πράξει από εσφαλμένη αντίληψη περί εκείνου και όχι από αποτυχία του στρατηγού του· διότι κανείς στρατιώτης δεν προδίδει ανάξιο στρατηγό και μετά σταματά αμέσως την ζωή του, ως έπραξε ο μαθητής που πρόδωσε τον Δάσκαλο μας. Αν ο στρατηγός είναι ανάξιος τότε ο στρατιώτης καλά και σοφά έπραξε και οι συμπολεμιστές του δεν θα τον κακολογήσουν. Αν όμως ο στρατηγός ήτανε σοφός και άξιος, τότε η ντροπή του προδότη στρατιώτη κρέμεται, όχι μόνο πάνω από το κεφάλι του και γύρω από το λαιμό του, αλλά είναι και φανερή  και στους άλλους στρατιώτες του στρατηγού του.

Αν υποθέταμε ότι εκείνος ο στρατιώτης που αυτοκτόνησε ότι είχε δίκιο, τότε είναι άξιο της προσοχής μας πως ενώ εκείνος ο στρατηγός πέθανε, όπως λες, εντούτοις άλλοι στρατιώτες, όχι μόνο συνέχιζαν το έργο του, αλλά πολλές φορές από όσα άκουσα απαρνήθηκαν και την ίδια την ζωή τους, γινόμενοι οι ίδιοι θύματα των θηρίων και της φωτιάς, που κάποιοι αφελείς τους έριξαν μέσα στα αμφιθέατρα τους. Τόσο μεγάλο θέαμα ήταν για αυτούς τους πλανεμένους η αδιαφορία των Χριστιανών για τον θάνατο, ώστε τους χρησιμοποίησαν ως προς τέρψη. Διότι μην μου πεις; Τι πιο θεαματικό από ανθρώπους που δεν φοβόνται τον θάνατο; Ναι, αλήθεια· διότι αν οι Χριστιανοί αδιαφορούσαν για τον στρατηγό και Δάσκαλό τους, θα αδιαφορούσαν και για τον θάνατο και θα επιθυμούσαν περισσότερο την ζωή τους, παρά να γίνονται θέαμα στα θέατρα των άσπλαχνων εχθρών τους. Τώρα μην πεις ότι έχεις δει και άλλο στρατηγό που ενώ πέθανε, καθοδηγούσε από τον θάνατό του και από τον τάφο του, τους στρατιώτες του. Και μάλιστα όχι μόνο εκείνους που ήδη είχε, αλλά και πολλούς άλλους που με τον καιρό εντάχθηκαν στο στράτευμά του, έστω και αν εκείνος ήταν απών, όπως λες.

Αυτή η άρνηση του Υιού του Θεού προς τον Πατέρα, τί μπορεί να διδάξει από αυτά που υποστηρίζεις; Μήπως ότι ο Πατέρας δεν έχει εξουσία; ή μήπως ότι ο Υιός δεν είναι Υπάκουος; Μάλλον τίποτα από τα δύο.  Κι αν και λίγο δίστασε, διότι η ανθρώπινή Του φύση είχε και το ανθρώπινο θέλημα της, εντούτοις δεν Τον σταμάτησε μπρος στον εξευτελισμό Του από τους αμαρτωλούς. Νομίζω ότι πολύ δύσκολα ένα παιδί του βασιλιά θα δέχονταν την διαταγή του πρώτου, γινόμενο το ίδιο βορά ανάμεσα στους απλούς τους υπηκόους. Αν όμως ο υιός του βασιλιά δεχόταν να το πράξει, τότε ο καθένας θα ’ βλεπε ότι και ο βασιλιάς είχε ισχυρό λόγο  και το ότι το παιδί είναι υπάκουο και αγαπά και τους υπηκόους, αφού δέχτηκε και από αυτούς να εξευτελιστεί και να θανατωθεί, δίχως το ίδιο να έχει τίποτα να κερδίσει, παρά μάλλον αυτοί οι ίδιοι από το μήνυμα που ήθελε να τους μεταφέρει και που ο βασιλιάς μαζί του είχε ορίσει.

 

Ακόμη, έχουν ανάγκη να καταφεύγουν στα λόγια των προφητών που στο παρελθόν είχαν προαναγγείλει την έλευση του Ιησού. Μόνο που οι προφητείες ταιριάζουν σε χιλιάδες άλλους πολύ πιο πειστικά απ’ ό,τι στον Ιησού. Οι προφήτες είχαν πει ότι θα κατέβαινε ανάμεσα στους ανθρώπους ένας μέγας άρχων, κυρίαρχος όλων των εθνών και στρατών, κυρίαρχος όλης της γης. Όμως τέτοια σημάδια (σαν αυτά που ’ χε να επιδείξει ο Ιησούς) και τέτοιες παρανοήσεις των προφητειών και τέτοιες φτηνές αποδείξεις δεν σε κάνουν θεό ή υιό του θεού. Γιατί ο υιός του θεού θα ’ πρεπε, όπως ο ήλιος, να κάνει πρώτα αισθητή την παρουσία του ρίχνοντας φως παντού. Σκαρφίστηκαν λοιπόν την ιδέα ότι ο υιός του θεού είναι ο ίδιος ο Λόγος. Κι επειδή μας λένε ότι ο Λόγος είναι υιός του θεού, θα αποδείξουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με Λόγο ξεκάθαρο και άγιο αλλά μ’ έναν άνθρωπο που τον συνέλαβαν και τον ξυλοκόπησαν με τον πιο ατιμωτικό τρόπο.

 45, 2 Όχι Κέλσο, συγχώρα με, κανείς δεν καταφεύγει στα λόγια των προφητών άνευ κάποια λογικής αιτίας και θα πρέπει να παραδεχτείς όπως σου ξαναείπα ότι κανείς μέχρι τότε δεν υποστήριξε ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού και που οι προφήτες σημείωσαν.

Κατόπιν λες πως οι προφητείες που εκείνοι όρισαν, ταιριάζουν σε χιλιάδες άλλους. Όρισε μας λοιπόν τουλάχιστον έναν, πράγμα όμως που ασφαλώς δεν πράττεις. Και αν βρεις κάποιον από αυτούς, εξήγησέ μας, γιατί ποτέ δεν έγινε γνωστός με αυτή του την ιδιότητα; Διότι αν αλήθεια ως λες ταίριαζαν οι προφητείες με αυτόν το ένα, τότε αληθώς εκείνος θα έπρεπε να ήταν ο Υιός του Θεού και όλοι θα έπρεπε να τον αναγνωρίζουν, εφόσον σύμφωνα με όσα είπες και υποστήριξες όντας εκείνος ως ήλιος θα έριχνε το άγιο φως του σε όλη την Οικουμένη. Αλλά το φως ετούτη την στιγμή ο Ιησούς ο Ναζωραίος το ρίχνει και κανείς από εμάς δεν αμφιβάλλει.

Για την αγιότητα δε θέλω να σου πω, διότι αυτήν, αρετή πολύ και θαυμαστή αγαθότητα την ξεχωρίζει από όλα τα άλλα ανθρώπινα χαρίσματα και όπως και συ γνωρίζεις πολύ καλά, κανένας ενάρετος και αγαθός άνθρωπος θαρρώ την αδικία δεν ανταποδίδει, έστω και αν βάναυσα του την προσφέρουν. Για κάτι παρόμοιο νομίζω ο Πλάτωνας μίλησε περιγράφοντας τον Έλληνα σοφό Σωκράτη και αυτό όλοι οι Έλληνες το γνωρίζουν. Κι αν δεν το γνωρίζουν, δίκαια και αδίκως τον Ιησού δεν Τον αποδέχονται.

 

Κάποιοι είχαν το θράσος να βρουν το γενεαλογικό δέντρο του Ιησού, για να ισχυριστούν ότι κατάγεται από τον γενάρχη και από τους βασιλιάδες των Ιουδαίων. Αν είναι έτσι, τότε η γυναίκα του μαραγκού σίγουρα δεν θα είχε άγνοια ότι καταγόταν από τέτοια μεγάλη και σπουδαία γενιά. Και τελοσπάντων, τι το σπουδαίο και άξιο της καταγωγής του έπραξε, και σα θεός, πότε έδειξε να μη λογαριάζει τους ανθρώπους και να το διασκεδάζει, να σπάει πλάκα με τα όσα συμβαίνουν;6 Τουλάχιστον ο Διόνυσος, στις Βάκχες του Ευριπίδη, λέει στον Πενθέα: «εμένα θα με απελευθερώσει ο δαίμων όταν εγώ θέλω».Χώρια που αυτός που καταδίκασε τον Ιησού, δεν έπαθε τίποτα παρόμοιο με το πάθημα του Πενθέα, που τρελάθηκε στο τέλος και κομματιάστηκε. Επίσης δεν έπαθαν τίποτα εκείνοι που τον περιγελούσαν και του φόρεσαν πορφυρό μανδύα και ακάνθινο στεφάνι και του ’ δωσαν να κρατά ένα καλάμι.

 47, 1. Τέτοιο είναι το γενεαλογικό Του δέντρο, μόνο που αυτό δεν είναι όπως λες εσύ μόνο της μάνας Του, αλλά και του πατέρα Του· του κατά εντολή του Θεού πατέρα Του και όχι του φυσικού Του. Διότι ο Θεός έδωσε εντολή στον Ιωσήφ να γίνει άνδρας της Μαρίας, έστω και αν αυτός ήταν σε μεγάλη ηλικία. Το διέταξε  αυτό ο Θεός για να δώσει τέτοιο βασιλικό κύρος στον Υιό Του, που να είναι αναγνωρισμένο από τους ανθρώπους στους οποίους απευθύνονταν αρχικά, δηλαδή στους Ιουδαίους για τους οποίους αξία είχε η γενεαλογική σημασία του ανδρός, παρά εκείνη της γυναίκας. Ο Ιωσήφ ήταν απλά ένας από βασιλική γενιά θετός πατέρας και όχι ο πραγματικός.  Ο πατέρας του Ιησού ως γνωστό, δεν είναι άλλος παρά ο Ουράνιος και βεβαίως κανείς Πανθέρας, σαν αυτόν που ανάφερες προηγουμένως. Ο Ιωσήφ ως θετός πατέρας, κατάγονταν από τον Δαυίδ και η Μαρία καμιά κοινωνική ανάγκη δεν είχε για βασιλική καταγωγή, αν και διέθετε. Τους λόγους δε για τους οποίους ορίστηκε ως άξια Θεοτόκος στους εξήγησα άλλοτε.

Ύστερα παρομοιάζεις τον Ιησού με τον Διόνυσο. Μα πώς σοφός άνδρας ορίζεις τέτοιες συγκρίσεις; Πώς δηλαδή διασκέδασε ο Ιησούς, όταν όπως λες μετά Του φόρεσαν κόκκινο μανδύα και αγκαθωτό στεφάνι; Έχεις δει κανένα αγύρτη ή βασιλιά να διασκεδάσει με παρόμοιο τρόπο, τρυπώντας το κεφάλι του με ακάνθινο στεφάνι, μετά να τον ξυλοκοπάνε και να τον σταυρώνουν; Οι διασκεδάσεις όπως σου ξανάπα ταιριάζουν σε αφελείς και όχι σε σοφούς. Θυμάμαι ένα σοφό στην Ελλάδα με το όνομα Πολέμων, που πριν γίνει σοφός το είχε ρίξει στις ακολασίες, στο ποτό και στις διασκεδάσεις, φορώντας συνεχώς στο κεφάλι του, το μεθυσμένο και διασκεδαστικό στεφάνι του Διονύσου. Μα θαρρώ πως, μόλις βρήκε σοφό διδάσκαλο που τον λέγανε Ξενοκράτη, αμέσως πέταξε εκείνο το στεφάνι από το κεφάλι του όταν κατάλαβε ότι δεν του άρμοζε, αφού σε κανένα σοφό δεν ταιριάζει η μέθη· και αφού λοιπόν ξεμέθυσε το ‘ριξε στην μελέτη και στα συγγράμματα.

Ξανά, δίχως να βαριέσαι, αναφέρεσαι στον Διόνυσο και λες ότι αυτός ήταν που αποφάσισε την ώρα που κάποιος άλλος, δαίμονας, θα τον ελευθερώσει. Μα πώς μπορεί να είναι σοφό κάτι τέτοιο σαν αυτό που διηγείσαι; Όταν κάποιου η ελευθερία ή η σκλαβιά ορίζεται από άλλων τις κινήσεις και τις πράξεις, που μάλιστα είναι κατώτεροι αυτού, τότε είναι αδύνατο να ορίζει ο ίδιος την ελευθερία ή την σκλαβιά του. Αν ο Διόνυσος ήταν πραγματικά θεός, και όχι όπως μερικοί εν άγνοιά τους τον παρουσιάζουν, θα ‘πρεπε μόνος του να μπορεί να ελευθερωθεί, εφόσον ανώτερος, και όχι να χρειάζεται ένα κατώτερο σαν τον δαίμονα για να το πράξει. Συμπάθα με Κέλσο, αλλά δεν έχω δει κανένα φυλακισμένο να ορίζει την ελευθερία του ως να ήταν ο ίδιος ελευθερωμένος. Ο δεσμευμένος στα δεσμά της φυλακής δεν έχει καμιά δύναμη επί των δεσμών του ή μήπως κάνω λάθος; Το λιοντάρι μέσα στο κλουβί δύναμη έχει επί της ελευθερίας του ή τον οίκτο των δεσμωτών του; Μάλιστα είναι αφελές να λέγεται, ότι ο θεός Διόνυσος περιμένει να ελευθερωθεί από ένα κατώτερό του, εφόσον ο ίδιος είναι θεός και ο δαίμονας ο άλλος ελευθερωτής του. Και αν ο Διόνυσος είχε αυτή την δύναμη να ορίζει δια μέσω άλλων τα δεσμά του, τότε ποιός ο λόγος της φυλάκισής του;

Αν στους Έλληνες αρμόζουν τα σοφά, εξήγησέ μας για ποιο σοφό λόγο ο Διόνυσος φυλακίσθηκε και μετά απελευθερώθηκε σκοτώνοντας τον Πενθέα; Από όσα έχω ακούσει από τα μυθολογούμενα εγώ, ο Πενθέας τον φυλάκισε γιατί ξεσήκωνε τον κόσμο, σαν τον Ιησού, έχοντας αρκετούς οπαδούς. Εξήγησέ ακόμη γιατί ο Διόνυσος από την φυλακή ελευθερώθηκε με την βοήθεια του δαίμονα; Μήπως δεν έπραξε κι ο Διόνυσος, ότι θα έπραττε κάποιος κοινός κατάδικος δίχως σοφία, που μόλις ελευθερώνονταν, αμέσως και ποτισμένος από το μίσος θα κομμάτιαζε τον δικαστή του; Τί σοφία δηλαδή θέλει κάποιος για να ελευθερωθεί απλά και μόνο για να σκοτώσει τον δεσμώτη του; Αυτό και απλοί φονιάδες μπορούν και το πράττουν, ενώ οι θεοί αν πρόκειται για να τιμωρήσουν τους ασεβείς το πράττουν ευθείς αμέσως, δίχως να χρειάζεται να περάσουν μέσα από τα δεσμά της φυλακής.

Ο Ιησούς αντίθετα δεν ελευθερώθηκε για να εκδικηθεί κανένα δεσμώτη Του, ως ορίζει σε κακούργους, διότι ο λόγος της καταδίκης Του είχε κάποιο σοφό σκοπό, που δεν ήταν άλλος από το να θανατωθεί από τους δεσμώτες Του για να αποδείξει την Ανάσταση του σώματός Του. Αν τους σκότωνε, όπως έπραξε ο Διόνυσος, τότε  Εκείνος θα τους έκανε ασεβείς και δολοφόνους, αφού μετά ή πριν την σταύρωσή Του, θα τους καταδίκαζε σε θάνατο, ως έπραξε ο Διόνυσος. Επειδή όμως δεν τους όρισε έτσι κι επειδή κι αυτοί έπαιρναν μέρος στο σοφό το σχέδιο Του, φυσικά και δεν τους θανάτωσε αλλά τους έδωσε την ευκαιρία να εννοήσουν το θεσμό της Χριστιανικής Αγάπης. Μόνο ο Ιούδας τότε ήταν εκείνος που εννόησε διαστρεμμένα τα σχέδιο του κυρίου Του, γι’ αυτό και αυτοκτόνησε. Αν ο Θεός ο ίδιος τον σκότωνε, θα έπρεπε ο Θεός να θανάτωνε κάποιους τους οποίους ενέπλεξε άθελά τους στο σχέδιό Του. Όμως Εκείνος συγχώρεση χάριζε μονάχα και ελευθερία από τα πάθη. Ο Διόνυσος αν και αποφυλακίσθηκε εντούτοις δέσμιος ακόμη ήταν στα προσωπικά του πάθη· και από θεό που από τα ίδια του τα πάθη δεν μπορεί να ελευθερωθεί, ποιός μπορεί να περιμένει  στην θεία του διδασκαλία λόγους ελευθερίας;

Έπειτα για ποιά διδασκαλία θα μπορούσε κανείς να μιλήσει στην περίπτωση του μεθυσμένου θεού Διονύσου; Μάλλον για καμία. Ο Χριστός όμως, δεν κατηγόρησε κανένα για όσα δεινά Του συνέβησαν εφόσον θείο σχέδιο υπήρχε. Ο Διόνυσος για ποιά σοφή χάρη απελευθερώθηκε ή φυλακίσθηκε; Απλά για να περνά την ώρα του, για να απασχολεί τον δεσμώτη του και μετά να τον κομματιάζει ή για να διατάζει τον δαίμονά του; Ας μην σκεφτεί κανείς ότι αν ο δαίμονας ήταν ανυπάκουος, μπορεί και ο ίδιος ο Διόνυσος να έμενε για πάντα φυλακή άθελά του και ο Πενθέας να είχε ζήσει χρόνους πολλούς, με ολάκερο θεό φυλακισμένο στην κατοχή του, κατόρθωμα μεγαλύτερο και από εκείνα του ίδιου του Ηρακλή.

 

Και καλά μέχρι τότε· όμως τουλάχιστον εκείνη την (τελευταία) ώρα για ποιο λόγο να μη δείξει ένα θεϊκό σημάδι για να βγάλει τον εαυτό του από κείνη την εξευτελιστική κατάσταση, παρά άφηνε τους υβριστές του δικαιωμένους; Και όταν τον κάρφωσαν πάνω σε σταυρό, τι βρήκε να πει; Και πού ήταν «ο ιχώρ που κυλά στις φλέβες των μακάριων θεών;»8 Διψασμένος ανοίγει άπληστα το στόμα να πιει (το ξύδι) μη αντέχοντας τη δίψα· εδώ τυχαίοι άνθρωποι, και πολλές φορές αντέχουν στη δίψα.

 47, 2 Λάθος πληροφορήθηκες σοφέ του κόσμου Κέλσο· διότι αυτά που λες, όχι μόνο δεν αληθεύουν αλλά ούτε και αποδεικνύουν ότι είσαι συνετός κριτής· σου είπα άλλοτε ότι υπήρχε σοβαρός λόγος που έπρεπε ο Ιησούς να καταδικαστεί και να σταυρωθεί. Κι έτσι σοφό είναι και να λεχθεί ότι αν ο Ιησούς φανέρωνε, όπως λες, θεϊκό σημάδι στους δεσμώτες Του, εκείνοι ίσως να άλλαζαν διαθέσεις και φοβούμενοι Αυτόν, να μην προσπαθούσαν να Τον θανατώσουν. Λες δηλαδή ο Θεός να μην είχε καταστρώσει σοφό σχέδιο και έπειτα στην πρώτη δυσκολία στο δεσμωτήριο να αποφασίζει ότι αυτό το σχέδιο δεν Του κάνει πλέον; Αν απελευθερώνονταν χωρίς να φέρει σε πέρας το σοφό το σχέδιο Του, πείθοντας τους άλλους για την αιώνια αφθαρσία και την νίκη Του επί του θανάτου, μήπως τότε δεν θα έμοιαζε με τον μέθυσο Διόνυσο, που αν μη τι άλλο, ότι έκανε το έκανε δίχως κανένα σκοπό, παρά για να απασχολεί και να διασκεδάζει τους θεατές του θιάσού του;

Νοιάζεσαι να δεις το Ιχώρ των θεών ή για ότι είπε ο Ιησούς στον σταυρό του μαρτυρίου; Ποιός άνδρας άραγε υποστηρίζει ότι στο σώμα του Θεού, αν μπορούμε να πούμε ότι ο Θεός έχει σώμα, εφόσον συ ο ίδιος λες ότι ο Θεός δεν έχει σχέση με τα γήινα, τρέχει Ιχώρ και δηλαδή κάποιο αίμα διαφορετικό από εκείνο των θνητών ανθρώπων; Σαφώς και είναι πιο σοφό να υποστηρίζουμε ότι ο Υιός του Θεού ενσαρκώθηκε σε ανθρώπινο σώμα ίδιο με το δικό μας, παρά να υποστηρίζουμε ότι ο Θεός έχει αιώνιο Ιχώρ και μάλιστα μέσα σε σώμα ίδιο με αυτό του ανθρώπου. Αν υποστηρίξουμε ότι το σώμα του Ιησού είχε Ιχώρ, τότε δεν θα υπήρχε λόγος Εκείνος να θανατωθεί και να σταυρωθεί· διότι θα έπρεπε να πούμε ότι δεν ενδύθηκε σώμα ανθρώπινο αλλά σώμα διαφορετικό, θεϊκό, αθάνατο. Όμως όπως άλλοτε σου είπα, Εκείνος για την Αθανασία του ανθρώπινου σώματος ήλθε να μιλήσει και όχι για εκείνου του Θεϊκού. Ο Θεός και σώμα δεν έχει και εκ της φύσης Του είναι Αθάνατος. Αν λοιπόν όντως ο Θεός είχε δικό Του σώμα, γιατί να δέχονταν να το σταυρώσει, αφού ούτως ή αλλιώς είναι αθάνατο; Σοφά λοιπόν μια τέτοια απόφαση του Θεού τίποτα δεν θα είχε να διδάξει στους ανθρώπους, αφού αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι Εκείνος είναι Αθάνατος. Εκείνο όμως που δεν ήξεραν είναι ότι και Αυτοί μπορεί να γίνουν αθάνατοι το ίδιο. Ο Υιός του Θεού ενσαρκώθηκε λοιπόν, σε ανθρώπινο σώμα, γι’ αυτό και στον σταυρό του μαρτυρίου παρέδωσε πλέον το αθάνατό Του πνεύμα στο Πατέρα. Δεν είναι άραγε αυτό πιο σοφό και αληθινό, παρά να λέμε ότι αν και ο Ιχώρ έτρεχε από τα τρυπημένα χέρια ή το στήθος του, Εκείνος πέθαινε; Βέβαια γνωστό είναι στους Έλληνες ότι ο Αλέξανδρος ο Μέγας, αν και υιός ανακηρύχθηκε του ίδιου του πατέρα των θεών τους Δία, εντούτοις κανένα ίχνος Ιχώρ δεν έρεε από τις πληγές του και για κάτι τέτοιο χλευάστηκε και από τον Ανάξαρχο τον Αβδηρίτη, εκείνον τον φιλόσοφο που τον συνόδευε στις κατά τόπους μάχες και εκστρατείες.

Και για το ξίδι νομίζω περιγράφεις πράγματα που είτε ανήκουν σε ανθρώπους που δεν έχουν γνώσεις, είτε ανήκουν σε ανθρώπους που στο δικαστήριο ονομάζονται ψευδομάρτυρες. Και ο πιο αρχαίος γιατρός γνωρίζει ότι το ξύδι δεν θα μπορούσαν να το έδιναν οι Ρωμαίοι στον σταυρό για να ξεδιψάσουν, τους μελλοθάνατους λες και ήταν δρομείς Ολυμπιάδας. Εξάλλου, τί σοφό νόημα έχει να προσπαθείς να ξεδιψάσεις ένα μελλοθάνατο όταν η ίδια η ζωή ή το αίμα φεύγουν από το σώμα του; Ως και αυτοί που λες ότι δεν αντέχουνε στην δίψα, νομίζεις ότι θα την σκέπτονταν όταν γνώριζαν ότι ο θάνατος πολύ κοντά τους είναι; Μάλλον για ελευθέρωση από τον Σταυρό θα παρακαλούσαν, παρά για μια υδρία γεμάτη με νερό. Αντί λοιπόν να προσπαθεί να μειώσει κάποιος την δίψα κατά την σταύρωση κάποιου μελλοθάνατου καταδικασμένου, καλύτερα να προσπαθεί να μειώσει την δυστυχία και την πίκρα του θανάτου· και το ξίδι λοιπόν, από όσο γνωρίζω από πλευράς ιατρικής, είναι παυσίπονο θαρρώ και οι ρωμαίοι το έδιναν για να κατευνάσουν τον πόνο των δυστυχισμένων που καταδικάζονταν σε σταυρικό θάνατο.

Αν ο Θεός μας ήταν λιγόψυχος ή του άρμοζαν οι πολλές διασκεδάσεις σαν και του Διονύσου, τότε ευχαρίστως Εκείνος θα έπινε το ξύδι για να κατευνάσει τους πόνους Του, εφόσον θα ήταν αμάθητος σε αυτούς ή επειδή θα ήθελε να τους αποφύγει. Αλλά όπως σου είπα και όπως μας διδάσκουν οι Άγιοι μας Πατέρες, ο Θεός μας αγάπησε τον άνθρωπο τόσο πολύ, ώστε δέχτηκε να περάσει και τα πιο δύσκολα από εκείνα που ο άνθρωπος περνάει. Δεν συμφωνείς ότι αν ο Θεός μας έπινε το παυσίπονο ξύδι, που αστήρικτα εσύ λες ότι ήπιε, το λιγότερο που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί είναι φυγόπονος; Αλλά πώς να είναι φυγόπονος όταν δέχεται σύμφωνα με το σχέδιο του Πατέρα Του, να σταυρωθεί για χάρη των ανθρώπων; Όλα τα Του Χριστού δεν είναι μόνο με αρετή γραμμένα αλλά και ταιριάζουν στην ανθρώπινη λογική για ένα Πραγματικό και Αληθινό Θεό που αγαπάει τους ανθρώπους σχεδιάζοντας και εκτελώντας σχέδιο θεϊκό για την σωτηρία τους. Γι’ αυτό και Εκείνος αρνήθηκε να πιει το ξύδι. Αν ποτέ δεχτεί κανείς όσα εσύ υποστηρίζεις, ότι δήθεν Εκείνος ήπιε στον σταυρό το ξύδι, συμπέρασμα σοφό και λογικό δεν γίνεται να λάβει· γι’ αυτό και μερικοί από εσάς θεώρησαν σκόπιμο αρκετές φορές τις διηγήσεις μας να παραχαράζουν, ώστε ευκολότερα αστήριχτους να απομακρύνουν από την υγιή και αληθινή διδασκαλία.

 

Κι ύστερα μας κατηγοράτε εσείς οι πιστοί που δεν τον θεωρούμε θεό και που δεν συμφωνούμε μαζί σας ότι υπέφερε για το καλό των ανθρώπων ώστε να μην έχουμε να φοβόμαστε ούτε και‘μεις την τιμωρία. Να πιστέψουμε δηλαδή σε κάποιον που όσο ζούσε δε μπόρεσε να πείσει κανένα -ούτε τους ίδιους τους μαθητές του- και κατέληξε να τιμωρηθεί στο τέλος και να τραβήξει τα όσα τράβηξε; (Άλλωστε δεν ήταν καμιά λευκή περιστερά ο Ιησούς ούτε ο βίος του ήταν άμεμπτος). Και μη μας πείτε τώρα ότι αφού δεν μπόρεσε να πείσει τους ζωντανούς, στάλθηκε επί τούτου κάτω στον Άδη για να πείσει τους πεθαμένους!9

 47, 3 Τώρα για τις συμφωνίες ή τις διαφωνίες περί του μαρτυρίου και των όσων υπέφερε ο Ιησούς σου απάντησα παραπάνω· μόνο μην υποστηρίζεις ότι ο Ιησούς δεν έπεισε κανένα ή ότι δεν έπεισε ούτε τους μαθητές Του, διότι οι μαθητές Του ήταν οι αμέσως επόμενοι που δέχτηκαν να περάσουν από δεινά, και όχι να διασκεδάζουν για χάρη του ονόματός Του. Συ όμως δεν πείθεσαι ως τώρα και απόφασή σου, εφόσον όλα όσα εμείς διδάσκουμε ηθελημένα διαστρεβλώνεις. Ωιμέ, δεν έχω ξαναδεί σοφό άνδρα που για να απορρίπτει δόγματα αφελών, όπως ο ίδιος λέει, χρειάζεται είτε να τα διαστρεβλώνει είτε να δέχεται δόγματα ακόμη πιο αφελών και ψευδολόγων. Αν δεν τα διαστρέβλωνε ή δεν δέχονταν εκείνα των αφελέστατων, ίσως να ανακάλυπτε γιατί αρκετοί από εμάς πειστήκαμε για τον Ναζωραίο και ακόμη πολύ περισσότεροι πείσθηκαν στον Άδη.

Και τις κατηγορίες που προσάπτονται στο Θεάνθρωπο διδάσκαλό μας, αν δεις, αμέσως θα καταλάβεις, ότι τέτοιες μόνο από αφελείς μπορούσαν να εκστομιστούν παρά από σοφούς άνδρες της παλιάς της εποχής μας· κατηγορίες που η κακή τους βούληση κατασκεύασε για να σπιλώσουν ένα Θεό και Άνθρωπο που ουδεμία κακία επάνω Του ουδέποτε δεν είχε.

 

Αν τελικά νομίζετε πως πραγματικά υπερασπίζεστε τις θέσεις σας επινοώντας τέτοια παράδοξα επιχειρήματα που δείχνουν το πόσο καταγέλαστα έχετε εξαπατηθεί, τότε τι θα εμπόδιζε να θεωρήσουμε τον κάθε παλιάνθρωπο που θα κατηγορηθεί και θα πεθάνει με ακόμα χειρότερο τρόπο, ως άγγελο ακόμα πιο σπουδαίο και θεϊκό; Ακόμα και για ένα ληστή και δολοφόνο που τιμωρήθηκε, θα μπορούσε κανείς το ίδιο ξεδιάντροπα να πει ότι δεν ήταν ακριβώς ληστής αλλά θεός: διότι στους συντρόφους του είχε προβλέψει από πριν ότι θα πάθαινε τα όσα έπαθε.

 49, 1 Θαρρώ πως και στον σταυρό σαν Τον κάρφωσαν, ένας ληστής Του είπε ότι Εκείνος ουδέν κακό δεν έπραξε και άδικα τιμωρήθηκε. Νομίζω λοιπόν σοφέ θνητέ της Γης μας Κέλσο, πως ένας ληστής πιο εύκολα μπορεί να δει αν είναι άξιος για να τιμωρηθεί για κάτι, διότι η ψυχή του πολύ ορθά όλα τα άδικα που έπραξε τα γνωρίζει, ενώ μαζί ξέρει να πει αν κάποιος δίπλα του είναι όντας αγαθός· διότι κανείς ληστής δεν αποτολμά την ώρα του θανάτου του εγκώμια σε άλλο παλιάνθρωπο να εκφέρει. Εκείνος όμως ο ληστής, μπορεί κακούργος να ‘ταν, αλλά αλαζόνας σαν εσέ ουδέποτε υπήρξε· και αυτό πιο σοφό στην κρίση τον έκανε και τα λάθη του τα είδε. Προς τούτο ο Δάσκαλος μας αυτόν και την αγαθή σοφία του τίμησε, ενώ για σένα αμφιβάλλω αν όντως σοφό σε είδε, απ’ όταν έγραψες όλα ετούτα εδώ τα ανούσια λόγια.

Εμείς οι Χριστιανοί περιγράφουμε τις θέσεις μας ως στα Άγια Ευαγγέλια έχουν, διότι αν τις διαστρεβλώναμε, όπως όμοιοι με σε πολλές φορές συνήθως πράττουν, δεν θα ξέραμε να τις στηρίξουμε με λογική, εφόσον πλέον δεν θα άρμοζαν σε Θεό, αλλά σε δόγματα ανθρώπων. Και φυσικά ας πούμε εδώ ότι κανείς ληστής δεν μπορεί να χαρακτηριστεί θεός επειδή απλά και μόνο προέβλεψε τα όσα θα πάθαινε. Γνωστό θαρρώ πολύ πως είναι, ότι κάθε ληστής του κόσμου μας την ζωή του πολύ την αγαπά και για εκείνη ακριβώς το έριξε στην παρανομία. Έτσι, αν κάποιος από αυτούς τους ληστές που λες, γνώριζε τι κακό έμελλε να του συμβεί θα πάσχιζε να την γλιτώσει, παρά να αφήνεται βορά στα χέρια των κυνηγών του. Ας μην υποστηρίξει άλογα κανείς ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά του Ιησού με τους ληστές, που εσύ μας παρουσιάζεις, διότι ο Ιησούς κανένα δεν λήστεψε μα ούτε και κακοπράγησε επάνω σε κανένα· γι’ αυτό και εμείς γνωρίζουμε, όπως άλλωστε και ο Ίδιος είπε, ότι ωσάν κακούργος συλλήφθηκε ενώ καμιά τέτοια ιδιότητα δεν είχε.

 

Κι έπειτα, δείτε τους μαθητές του: όσο ζούσε, άκουγαν τα λόγια του και τον είχαν για δάσκαλο, κι όταν τον είδαν να τιμωρείται και να πεθαίνει, δεν παρέμειναν μαζί του πιστοί μέχρι το θάνατο ούτε θυσίασαν τη ζωή τους για να τον υπερασπιστούν ούτε καν είχαν μάθει να αψηφούν την τιμωρία, κι επιπλέον αρνήθηκαν ότι ήταν μαθητές του. Ενώ εσείς, τώρα, πρόθυμα θυσιάζετε τη ζωή σας στο όνομα του. Όσο ζούσε, το μόνο που κατάφερε ήταν να μαζέψει γύρω του δέκα χαμένα κορμιά, δέκα ναυτικούς και τελώνες, και πάλι όχι ακριβώς όλους. Όσο ήταν ζωντανός δεν έπεισε κανένα αφότου πέθανε, έρχονται οι καλοθελητές και πείθουν ένα σωρό κόσμο. Δεν είναι τελείως παράδοξο;

 49,2 Αυτό υποστηρίζω και ‘γω Κέλσο μαζί με σένα και παράδοξο δεν είναι; Όπως σου είπα, δεν θα έπρεπε κανείς από τους μαθητές Του να προσπαθήσει να σταματήσει το σχέδιο Του και νομίζω κάτι τέτοιο ο Ίδιος τους διέταξε στο κήπο των ελαιών, όταν ένας εξ αυτών προσπάθησε να σταματήσει με το σπαθί του, ότι είχε από παλιά καθοριστεί. Έτσι όταν ο μαθητής Του επιτέθηκε κατά των δεσμωτών Του, ο Δάσκαλος όχι μόνο του απαγόρευσε κάτι τέτοιο αλλά και τον τραυματισμένο εχθρό Του ιάτρεψε. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο να λες ότι δεν έπεισε κανένα, αλλά από την ημέρα που Αυτός έφυγε να αριθμούμε όλο και περισσότερους μαθητές εμείς της Εκκλησία της Δικής Του; Πώς είναι δυνατόν όσο Αυτός ήταν εδώ να μην πείθει κανέναν, όπως λες, και όμως κάποιοι να μεταδίδουν τις διδασκαλίες Του και άλλοι να συγγράφουν για την ζωή Του πολλά χρόνια μετά από Αυτόν; Πώς έμαθαν για Εκείνον οι μετέπειτα, εφόσον όλοι όσοι ήταν μαζί Του τον πρόδωσαν καθώς λες; Δεν είναι παράδοξο όλοι οι μαθητές Του, να Τον πρόδωσαν τότε, και σήμερα να είναι πολύ περισσότεροι; Άραγε είναι σοφό αυτό που υποστηρίζεις; Δεν είναι πιο λογικό να δεχθεί κανείς, ότι ένας μόνο πρόδωσε τον Ναζωραίο, ενώ οι άλλοι ως πιστοί σε Αυτόν και στους Λόγους Του συνέχιζαν ότι Αυτός άρχισε;

Αν δεν μεταδίδονταν από κάποιους ότι Αυτός δίδαξε, εσύ δεν θα συνέγραφες ποτέ αυτήν εδώ την πραμάτεια αλλά θα συνέχιζες απερίσπαστα την ζωή σου. Μιας όμως και το έφερε η συζήτησή μας τις προάλλες άκουσα ότι τα λεγόμενα του Ναζωραίου τα διδάσκουν στην Αφρική και στην Ευρώπη και καθώς λένε αρκετοί από τους σημερινούς ακόλουθους των λόγων Του, ποιούν τεχνάσματα ωσάν Εκείνου και πολύ αμφιβάλλω αν θα βρεθεί κανείς να τους σταματήσει.

 

Εσείς με ποια λογική φτάσατε να τον θεωρείτε υιό του θεού; «Διότι ξέρουμε», θα πείτε, «ότι η σταύρωση του έγινε για να νικηθεί ο άρχοντας του κακού. Τον θεωρούμε υιό του θεού ακριβώς επειδή τιμωρήθηκε». Ε, και λοιπόν; Τόσοι και τόσοι άλλοι δεν έχουν τιμωρηθεί, και μάλιστα το ίδιο ατιμωτικά; Ή μήπως τον θεωρήσατε υιό του θεού επειδή θεράπευσε χωλούς και τυφλούς και, όπως ισχυρίζεστε, ανάστησε νεκρούς; Μα εδώ ο ίδιος με τα λόγια του -και σύμφωνα με τα όσα εσείς έχετε γράψει- προδίδει τις προθέσεις του με τη μεγαλύτερη σαφήνεια! Διότι λέει, «θα σας πλησιάσουν και άλλοι που θα χρησιμοποιούν παρόμοιες μεθόδους, μα θα ’ ναι άνθρωποι κακοί και αγύρτες». Και μάλιστα αναφέρεται σε κάποιον σατανά, που κι αυτός, λέει, θα μηχανεύεται τέτοιου είδους τεχνάσματα. Δηλαδή ούτε κι ο ίδιος το αρνείται, ότι τέτοια έργα δεν έχουν θεϊκό χαρακτήρα, παρά είναι έργα πονηρών ανθρώπων. Στριμωγμένος όπως ήταν, αναγκάστηκε κοντά στα τεχνάσματα των άλλων έμμεσα να ξεσκεπάσει και τα δικά του. Δεν είναι αθλιότητα, κρίνοντας με βάση τις ίδιες πράξεις, τον ένα να τον θεωρείς θεό και τους άλλους απατεώνες; Για ποιο λόγο θα ’ πρεπε να θεωρηθούν οι άλλοι πονηροί κι όχι αυτός; Επειδή έτσι λέει ο ίδιος; Ο ίδιος ομολόγησε ότι τέτοιες πράξεις δεν είναι θεϊκά σημάδια αλλά η απόδειξη ότι μερικοί-μερικοί είναι απατεώνες και παμπόνηροι.

  49,3 Σαφώς και πολλοί άλλοι έχουν τιμωρηθεί και μάλιστα το ίδιο ατιμωτικά αλλά η διαφορά η σημαντική είναι ότι αυτοί τιμωρήθηκαν για πράξεις και εγκλήματα, φόνους και ληστείες που δεν άρμοζαν σε ανθρώπους παρά σε κακούργους, πόσο μάλλον σε θεούς. Αλλά ο Δάσκαλός μας για πες μας Κέλσο τι το κακό έπραξε; Εκτός αν θεωρήσουμε ως κακίες και εγκλήματα τις θεραπείες των τυφλών, την ίαση των λεπρών, την αποκατάσταση των κουτσών και την ανάσταση των νεκρών ανθρώπων. Και αν θυμάσαι καλά Κέλσο, ο Δάσκαλός μας όχι μόνο θεράπευσε και βοήθησε ανθρώπους που ζήτησαν την βοήθειά Του αλλά και ανθρώπους που αρχικά Τον μίσησαν, Τον πρόδωσαν ή και Τον συνέλαβαν ακόμη. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει ότι ο Δάσκαλός μας συνελήφθηκε ως άλλος εγκληματίας αν και υπήρξε μεγάλος ευεργέτης των ανθρώπων. Αλλά και κανείς εγκληματίας δεν παραδίδεται, δεν αφήνεται στους διώκτες του, πόσο μάλλον δεν τους θεραπεύει όταν ένας από εκείνους τους αγύρτες, όπως εσύ ονομάζεις τους μαθητές Του, παρανοώντας το κήρυγμα του δασκάλου Του επιτέθηκε στους φρουρούς που Τον συνέλαβαν για να τον οδηγήσουν στο δεσμωτήριο και στον θάνατο. Μην υποστηρίξεις όμως τώρα ότι υπάρχουν κακούργοι και εγκληματίες, που όχι μόνο αφήνονται στα χέρια του νόμου αλλά και ιατρεύουν τους διώκτες τους και απαγορεύουν στους συνσυμμορίτες τους να αμυνθούν διότι και ο πιο αφελής των κακούργων που θα διαβάσει τις ιστορίες σου θα σε περιγελάσει. Θα πίστευε κανείς με τα λεγόμενα σου ότι μεγάλοι άνδρες όπως ο Ιπποκράτης θα άξιζαν τιμωρίες ίσες και ανάλογες σε ατιμωτικό θάνατο ως κακούργοι και φονιάδες όπως ανάλογα δικάστηκε και καταδικάστηκε ο Δάσκαλός μας. Έπειτα, πάλι στο ξαναείπα νομίζω για τα «τεχνάσματα» αλλά όλο κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις, διότι ο Δάσκαλός μας ουδέποτε υποστήριξε ότι θα είναι αγύρτες εκείνοι που θαύματα θα πράττουν στο όνομά Του έστω και αν ζήσουν σε γενεές μετά από Αυτόν. Ο Δάσκαλός μας ως Θεός είναι δίκαιος και αγαθός και υποστήριξε ότι και τα έργα που φαντάζουν καλά και αγαθά θα πρέπει να ελέγχονται ως προς τις διαθέσεις. Ας σου κάνω λοιπόν ένα παράδειγμα για να μην με ξαναενοχλήσεις με τέτοιες παράλογες ανοησίες. Αν ένας άγνωστος σου χάριζε 500 τάλαντα τι θα καταλάβαινες εσύ ως σοφός άνδρας; ότι εκείνος που σου χάρισε 500 τάλαντα το έπραξε οπωσδήποτε για να σε ωφελήσει; Μόνο ένας χαζός θα πίστευε ότι ο πρώτος τυχόν άγνωστος θα μπορούσε ποτέ να του χαρίσει 500 τάλαντα μόνο και μόνο επειδή έχει καλή καρδιά. Λογικά και αν είναι σοφός, θα πρέπει να συλλογισθεί και να ελέγξει γιατί του δόθηκαν τα 500 τάλαντα άνευ αντιτίμου. Αν αυτά τα τάλαντα είναι κλοπιμαία που διαρπάχτηκαν από τρίτο; Δεν θα είναι εύκολο μετά αυτός που τα έλαβε να κατηγορηθεί για ληστεία, εφόσον ο ίδιος δέχονταν χρήματα που χωρίς να το ξέρει και προτού τα λάβει άνηκαν σε τρίτον; Διότι αυτός θα νομίζονταν για κλέπτης ή για συνεργάτης κάποιου κλέπτη. Αν πάλι αυτά τα 500 τάλαντα είναι κάλπικα; Δεν θα ήταν εύκολο μετά αυτός που τα δέχτηκε δίχως να τα εξετάσει και μην γνωρίζοντας ότι τα τάλαντά του είναι κάλπικα να μπει σε μεγάλες αγορές και όταν μετά αποκαλυφθεί η πλεκτάνη να βρεθεί να χρωστάει σε πολλούς; Που θα βρει μετά 500 τάλαντα αυθεντικά; Ή θα πρέπει λοιπόν να πουληθεί σκλάβος σε εκείνους που χρωστάει ή να πάει στην φυλακή αφού δικαστεί. Μια φορά δεν θα φταίνε τα 500 κάλπικα τάλαντα γι’ αυτό που έπαθε αλλά μόνο ο δήθεν αγαθός δωρητής ή αυτός ο ίδιος και το ξερό του το κεφάλι αφού δεν μπήκε στον κόπο να εξετάσει τι έλαβε και χωρίς καμιά άλλη σκέψη βρέθηκε να γεμίζει την αγορά με κάλπικα χρήματα και να εξαπατά εν άγνοιά του και τους άλλους.

Με ποια λογική λοιπόν τον θεωρείτε υιό του θεού, αν όχι διότι πρόβλεψε ότι αφού πεθάνει θα αναστηθεί; Ας πούμε πως σας πιστεύουμε, ότι πραγματικά είπε τέτοιο πράγμα. Πόσοι άλλοι ακόμα δεν ξεστομίζουν τέτοιες παραδοξολογίες για να πείσουν τους εύπιστους και να επωφεληθούν από την απάτη; Έτσι και ο Ζάμολξις, ο δούλος του Πυθαγόρα, τα ίδια έκανε στους Σκύθες,10 αλλά κι ο ίδιος ο Πυθαγόρας στην Ιταλία και ο Ραμψίνιτος στην Αίγυπτο. Αυτός ο τελευταίος μάλιστα, στον Άδη που κατέβηκε, όπως λένε, έπαιξε και ζάρια με τη Δήμητρα και επιστρέφοντας έφερε μαζί και το δώρο της, ένα χρυσό πετσετάκι. Κι άλλοι: ο Ορφέας στους Οδρύσες, ο Πρωτεσίλαος στη Θεσσαλία, ο Ηρακλής στο Ταίναρο κι ο Θησέας. Αλλά θα πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά αν πραγματικά αναστήθηκε ποτέ το σώμα κάποιου νεκρού. Ή μήπως φαντάζεστε ότι των άλλων οι ιστορίες είναι αλλά και φαίνονται παραμύθια, ενώ εσείς για το δικό σας δράμα έχετε επινοήσει μια λύση εύσχημη και πειστική -τη φωνή πάνω στο σταυρό τη στιγμή που ξεψυχούσε, και το «σεισμό» και το σκοτάδι; Ως τη στιγμή που πέθανε δηλαδή, δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον εαυτό του· όμως πεθαμένος πια κατάφερε και αναστήθηκε, κι έδειξε και τα σημάδια του μαρτυρίου του, και τα χέρια του που ήσαν τρυπημένα -ποιος το είδε αυτό; Μια γυναίκα υστερική, όπως λέτε και, ας πούμε, ένας ακόμα, από τους παρασυρμένους- αναμφίβολα, είτε τ’ όνειρο του ήταν επηρεασμένο από την ψυχική του κατάσταση είτε η ίδια του η επιθυμία τον έκανε να φαντασιώνεται, πράγμα που μέχρι τώρα έχει συμβεί σε μυριάδες ανθρώπους -ή, το πιο πιθανό, θέλησε μ’ αυτήν την τερατολογία να κάνει τους υπόλοιπους να θαυμάσουν και να δώσει πάτημα και σ’ άλλους αγύρτες

 51, 1 & 51, 2 Πώς δέχεσαι ότι Θεός είναι Εκείνος που προβλέπει ότι θα αναστηθεί και όχι Εκείνος που ανασταίνεται στα αλήθεια; Η πρόβλεψη της ανάστασης θα πρέπει να διαχωρίζει τον Θεό ή η ίδια η ανάστασή Του; Έπειτα ποιός άλλος αλήθεια είπε ότι θα αναστηθεί πριν πεθάνει; Τόσοι σοφοί πέρασαν στην Αθήνα και κανείς δεν υποστήριξε ότι θα αναστηθεί μετά τον θάνατο του. Άλλοι είπαν ότι μετά τον θάνατο η ψυχή τους θα υπάρχει αλλά σίγουρα χωρίς σώμα. Και άλλοι είπαν ότι μετά τον θάνατο δεν υπάρχει τίποτα παρά σκουλήκια μες τον τάφο. Τώρα κάποιοι εν ζωή υποστήριξαν ότι κατέβησαν στον Άδη και μετά ξαναγύρισαν. Ακόμη και στους μύθους του σοφού Αισώπου, κανείς δεν πάει στον Άδη βόλτα χωρίς η σάρκα του να αλλοιωθεί από όσο ξέρω. Από αυτούς για τους οποίους μιλάς εσύ, κανείς δεν αναστήθηκε αλλά και κανείς δεν υποστήριξε ότι τους είδε αναστημένους. Για τον Ραμψίνιτο μόνο ο Ηρόδοτος κάτι είπε, ενώ ο Πρωτεσίλαος αφού η γυναίκα του παρακάλεσε την Δήμητρα να τον αφήσει να τον δει για 3 μόνον ώρες, εφόσον εκείνος είχε πια πεθάνει, η Δήμητρα το έπραξε· μόλις όμως οι 3 ώρες πέρασαν εκείνος πέθανε ξανά ευθύς αμέσως. Η γυναίκα του δεν το άντεξε να τον δει και πάλι πεθαμένο και αυτοκτόνησε. Κανείς μαθητής του Ιησού δεν υποστήριξε ότι ο Δάσκαλος εφόσον αναστήθηκε ξαναπέθανε και φυσικά κανείς από τους μαθητές Του δεν αυτοκτόνησε επειδή ο Δάσκαλός μας έφυγε από την ζωή οριστικά και για πάντα πεθαμένος.

Έπειτα ο Ορφέας, από όσα ξέρω, προσπάθησε να κατέβει στον Άδη για να βρει την γυναίκα του αλλά απέτυχε· γι’ αυτό και τώρα όπως λένε οι Έλληνες γυρίζει γύρω στον κόσμο και φοβάται να απαντήσει οποιαδήποτε γυναίκα. Νομίζω ότι τέτοια πράγματα δεν αρμόζουν σε λογικούς θεούς. Και ο Ηρακλής ακόμη ή ο Θησέας πότε αναστήθηκαν; Από όσο θυμάμαι και οι Αθηναίοι λένε, τα κόκαλα του Θησέα πηγαινόφερναν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας για να τις προστατεύουν, μιας και θεωρούσαν ότι αυτά τα κόκαλα ήταν απαραίτητα στους ήρωες για να βοηθούν τους συμπολίτες τους στις μάχες. Μα αναστημένο Θησέα δίχως κόκαλα δύσκολα θα βρεις στις δικές τους διηγήσεις. Και για τους άλλους που λες πολλοί διηγούνται διάφορες ιστορίες, γι’ αυτό και δεν γίνονται πιστευτοί ούτε από σένα, αλλά και ούτε από εμάς. Θες να πιστεύεις σε αυτούς, πίστευε, αλλά να ξέρεις ότι θα είσαι δέκα τουλάχιστον φορές πιο αφελής από εμάς, εφόσον γι’ αυτούς κανείς δεν προφήτεψε και κανείς δεν φώναξε ότι είναι Υιοί του Θεού. Μα και κάποιοι να το υποστήριξαν γι’ αυτούς που ‘ντοι τώρα; Δεν θα έπρεπε και αυτοί να είναι σαν και μας και να συνεχίζουν να λένε τις ίδιες ιστορίες; Γιατί αυτοί χάθηκαν στο χρόνο; Το παράδοξο είναι ότι και αυτοί που υποστηρίζουν εκείνους, όχι μόνο δεν πιστεύουν εμάς, αλλά δεν πιστεύουν ούτε εκείνους που οι ίδιοι τάχα υποστηρίζουν. Εμείς τουλάχιστον μπορεί να μην πιστεύουμε σε εκείνους, αλλά τουλάχιστον πιστεύουμε στα σίγουρα στον Δάσκαλό μας. Τι λες; Αν είμαστε πράγματι αφελείς, γιατί να μην πιστεύουμε και σε εκείνους που εσύ μας περιγράφεις; Αν εσύ δεν βλέπεις διαφορές δικαίωμά σου· μόνο πρόσεχε με τόσες ψευδείς ειδήσεις  που άλλοι διαδίδουν εναντίων μας. Εμείς όπως σου ξανάπα, ποτέ μας δεν διαδώσαμε ψευδείς ιστορίες για όλους εκείνους που αναφέρεις.

Η ιστορία δε του Ραμψίνιτου φαίνεται ότι είναι χωρίς αιτία· τί σοφία και τί νόημα μπορεί να έχει μια θεά ή ένας σαν τον Ραμψίνιτο να παίζει ζάρια κάτω εις τον Άδη; Δεν θα μπορούσε να παίζει ζάρια και εδώ που ήταν; Και αυτή η Δήμητρα ακόμη, τί σόι θεά μπορεί να είναι όταν κάθεται στον Άδη και παίζει ζάρια; Υποστηρίξαμε εμείς οι Χριστιανοί ότι ο Θεός μας παίζει ζάρια κάτω εις τον Άδη; Αυτές οι ασχολίες είναι για τυχοδιώκτες παρά για σοφό Θεό σαν και Τον δικό μας.

Κατόπιν λες ότι εμείς είμαστε που διαδίδουμε βάρβαρες ιστορίες. Μάλλον αυτοί που υποστηρίζεις είναι οι ύποπτοι· και δεν σταματούν εκεί. Αντί να παραδεχτούν την ανωτερότητα της διδασκαλίας μας μπρος σε τέτοιες βάρβαρες διηγήσεις για θεούς που παίζουν ζάρια, διότι δεν έχουν κάτι πιο σοφό να κάνουν, εντούτοις εμμένουν σε αυτή την βαρβαρότητα. Κι επειδή γνωρίζουν πολύ καλά ότι η δική μας ιστορία είναι ανώτερη, την αλλοιώνουν μπας και καταφέρουν και την οδηγήσουν σ’ επίπεδο σαν και εκείνο το δικό τους.

Ο Θεός μας, όπως λες σοφέ Κέλσο, ναι, έδειξε τα σημάδια του μαρτυρίου Του. Εσύ όμως είπες στην αρχή της πραμάτειας σου, ότι θα ήθελες να εξετάσεις ως Έλληνας αν το δόγμα μας έχει αρετή. Τί λες λοιπόν, έχει αρετή το δόγμα το δικό μας; Διότι κανείς από τους ακόλουθούς αυτών που αναφέρεις, δεν έλεγξε αν οι αναστημένοι που λες, όντως ήσαν οι ίδιοι που υπήρχαν πρωτύτερα στην ζωή. Μόνο άφησαν αυτή την εργασία στους επόμενους· λες και ίδιοι, κανείς δεν ξέρει το πως, είχαν διαπιστώσει ότι πράγματι οι ήρωες οι ή θεοί τους είχαν αναστηθεί επειδή απλά φανερώνονταν ως τέτοιοι. Κανείς δεν γνωρίζει ως αναστημένοι αν είχαν σώμα ή δεν είχαν.

Τί πιο σοφό όμως από μαθητές, που εξετάζουν πρώτοι εκείνοι τον Δάσκαλό τους στις πληγές για να δουν αν πράγματι Αυτός αναστήθηκε και δεν αφήνονται στην αμφιβολία για τον αν βλέπουν κάποια από εκείνες τις οπτασίες, που άλλοι αγύρτες όπως λες, θεωρούν και βλέπουν για πνεύματα, σαν την Έμπουσα, δίχως να τις εξετάζουν; Διότι θαρρώ ότι ο Ίδιος τους προέτρεψε να εξετάσουν τις πληγές Του, ώστε να μην τον περάσουν για κανένα πνεύμα καθώς ο Ίδιος είπε ότι τα πνεύματα δεν έχουν σάρκα και οστά. Δεν είναι λοιπόν λογικό, πριν εκείνοι αρχίζουν να διαδίδουν αληθινές ειδήσεις να τις εξετάζουν πρώτα; Διότι αν ήθελαν να διαδώσουν ψέματα, σαν τους άλλους, γιατί να μπουν στον κόπο να εξετάζουν; Ας άφηναν αυτό τον έλεγχο για τους επόμενους, τους οποίους αν ήθελαν δόλια να πλανέψουν, θα έπρεπε να απόκρυβαν όσο γίνεται περισσότερα στοιχεία παρά να τα παραδώσουν στο φως της έρευνας. Ποιό το σοφό λοιπόν; Συ είπες, συ διαλέγεις.

Ας ξεκαθαρίσουμε και κάτι για την Ανάσταση του Δασκάλου μας· τον Δάσκαλό μας δεν τον είδαν ένας και δυο, αλλά εκατοντάδες και αρκετοί από αυτούς μαζί Τον είδαν ταυτόχρονα, ώστε κανείς να μην υποστηρίζει ότι έβλεπε φαντάσματα δικά του μόνον. Εμείς δεν διαδίδουμε ότι ο Αρχηγός μας πήγε βόλτα στον Άδη και γύρισε πίσω δίχως να πεθάνει. Εμείς λέμε ότι ο Δάσκαλός πέθανε κατά την σάρκα και την ίδια σάρκα που πέθανε, την έφερε και πάλι στην ζωή. Ποιός από όλους αυτούς που αραδιάζεις έπραξε κάτι τέτοιο; Θαρρώ πως χώμα γίνηκαν τώρα όλοι τους· μα δεν θα είναι για πολύ ακόμη και αυτό θα το οφείλουν στον Θεό μας.

 

Κανονικά, αν όντως ήθελε να φανερώσει τη θεία δύναμη του ο Ιησούς, θα έπρεπε να εμφανιστεί αναστημένος σ’ εκείνους που τον περιφρόνησαν και σε κείνον που τον καταδίκασε και στους πάντες -κοντολογίς, να τον δουν όλοι. Χώρια που θα μπορούσε να μην μπει καν στον κόπο, και από το σταυρό ακόμα να ’ χει γίνει άφαντος (κι όχι μετά την ανάσταση του). Πού ακούστηκε, να κρύβεται ο απεσταλμένος του θεού, που ήρθε στη γη για να αναγγείλει το θέλημα του; Όσο ζούσε, πώς έκανε κήρυγμα παντού και σε όλους χωρίς διακρίσεις -δίχως παρ’ όλα αυτά να γίνεται πιστευτός και αντίθετα, μετά την ανάσταση του, που θα μπορούσε να δώσει στους ανθρώπους την πιο ισχυρή πίστη, δεν εμφανίζεται παρά μόνο σε μια γυναικούλα και στους οπαδούς του κι αυτό στα κρυφά; Τις μέρες που υπέφερε την τιμωρία τον έβλεπε όλος ο κόσμος· σαν αναστήθηκε τον είδε μόνο ένας -ενώ θα ’ πρεπε να συμβεί το αντίθετο· ώστε να ’ ρθει και να δώσει φώτιση στους ευσεβείς και να λυπηθεί τους αμαρτωλούς ή τους μετανοούντες. Κι αν ήθελε να περάσει απαρατήρητος, προς τι η φωνή από τον ουρανό που διακήρυττε ότι ήταν υιός του θεού; Αν πάλι δεν ήθελε να περάσει απαρατήρητος, προς τι η τιμωρία και ο θάνατος; «Με το παράδειγμα του μαρτυρίου του ήθελε να μας διδάξει να αψηφούμε το θάνατο, και αφού αναστηθεί εκ νεκρών να καλέσει ανοιχτά όλους τους ανθρώπους στο φως της μέρας για να τους εξηγήσει και να τους δώσει να καταλάβουν για ποιο λόγο κατέβηκε στη γη.»

 53, 1 Αν λοιπόν όπως λες ο Δάσκαλός μας εμφανίζονταν σε εκείνους που τον θανάτωσαν, τί λόγο θα είχε να το πράξει παρά να ικανοποιήσει προσωπικά εκείνους που ελεύθερα Τον αρνήθηκαν; Και αν αυτό το έπραττε ο Θεός, τί ανάγκη θα Τον είχε οδηγήσει σε αυτή την πράξη, που και εσύ επιθυμείς, καθώς ο Θεός όλα σοφά τα σχεδιάζει και πιο ελεύθερος από τους ανθρώπους είναι; Εσύ τί λες σοφέ Κέλσο; θα αλήθεια άλλαζε κάτι; Αφού κάτι τέτοιο θα ήταν ενάντια στην εξουσία τους και ιδιαίτερα στην εξουσία του Αυγούστου που αυτοί υποστήριζαν. Πάντως αν και είχαν την χάρη να Τον παρακολουθούν σε όλα τα «τεχνάσματα» Του, όπως εσύ τα ονομάζεις, σε θεραπείες και αναστάσεις, δεν Τον αποδέχτηκαν και αντί να Τον τιμήσουν που ευεργετούσε κιόλας, Τον δίκασαν κι από πάνω ως φερόμενο κοινό εγκληματία. Κανένα από τα προηγούμενα διαπιστευτήρια Του δεν τους έφτανε και τις προφητείες περί Αυτού τις απαρνιόνταν. Μπορεί εκείνοι, να μην είδαν ότι αναστήθηκε Αυτός, εντούτοις κάτι τέτοιο υποστήριξαν οι στρατιώτες τους. Αλλά είδες τι έπραξαν; Τους πλήρωσαν τους στρατιώτες για να πουν ψέματα ότι δήθεν οι μαθητές Του, δηλαδή μια δράκα αξιοθρήνητων ψαράδων κατ’ εσέ, μπόρεσαν και έκλεψαν το σώμα Του μέσα από τα πάνοπλα στρατιωτικά τους χέρια. Έτσι σκέφτηκαν αν και δεν Τον είδαν, ότι δηλαδή οι στρατιώτες τους δεν λένε ψέματα, διότι πάνω από τα κεφάλια τους σε περίπτωση κλοπής του σώματός Του βάραινε ποινή θανάτου, και αυτός είναι ο σοφός λόγος που θα έπρεπε ως πρώτοι να σκεφτούν ότι οι φρουροί δεν ψεύδονται, γιατί θαρρώ γνωρίζεις πολύ καλά όπως και εκείνοι, το πόσο αυστηροί ήσαν οι Ρωμαίοι σε τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι αποφάσισαν να τους πιστέψουν, μη θανατώνοντάς τους ως υπεύθυνους, αλλά αντιθέτως τους χρημάτισαν για να σωπάσουν και τους υποσχέθηκαν να τους προστατέψουν από τους διοικητές τους! Βλέπεις λοιπόν ότι η Ανάσταση του δασκάλου μας πρώτα έγινε πιστευτή σε εκείνους που Τον περιφρόνησαν, παρά στους μαθητές Του που Τον είδαν αργότερα; Όμως γιατί να αποσιωπήσουν ένα γεγονός το οποίο ουδεμία επήρεια θα μπορούσε να έχει στους συμπολίτες τους, εφόσον όλοι γνώριζαν ότι πρόκειται για έναν πανούργο απατεώνα, όπως λες;

Αν πάλι γίνονταν άφαντος από τον σταυρό, ποιά οφέλη θα είχε; Μια τέτοια χάρη Του ζήτησε και ένας από τους ληστές στον σταυρό και στην σοφία θαρρώ διαφορές με αυτόν δεν έχετε διότι και οι δύο τα ίδια λέτε. Άσε και που άφαντος έγινε αργότερα μετά την Ανάσταση την ώρα που συνέτρωγε μαζί με τους μαθητές Του. Αν εξαφανίζονταν από τον σταυρό, δεν θα υποστήριζαν πιο εύκολα οι εχθροί Του ότι δεν πέθανε αλλά κατά κάποιο τρόπο κατάφερε και ξεκάρφωσε τον εαυτό Του από εκεί, ένεκα μυϊκής Του δύναμης ή ακόμη χειρότερα ότι οι μαθητές Του τάχα τον άρπαξαν για να αποδείξουν ότι είναι Αθάνατος; Μήπως όμως δεν θα ήταν πιο σοφό για ένα Θεό που θέλει να αποδείξει ότι το σώμα Του πέθανε ώστε μετά να το αναστήσει, να το αφήσει για τρεις μέρες ώστε κανείς μετά να μην υποστηρίζει παρόμοια παραδείγματα από νεκρούς σε μάχες που μετά από λίγες ώρες γυρνούσαν σαν Αυτόν στη ζωή;

Σάμπως όμως στέκει σοφά αυτό που γράφεις, ότι τάχα έπρεπε να φανερωθεί σε μετανοημένους και σε αμαρτωλούς παρά στους μαθητές Του; Διότι και αν φανερώνονταν σε αυτούς τους πολλούς που εσύ λες και τον έβλεπαν, που όντως μερικοί Τον είδαν, τί θα πετύχαινε με αυτό ο σοφός Θεός; Πως μια γενιά θα Τον είχε δει; Μα μόλις αυτή η γενιά πέθαινε το πρόβλημα της δυσπιστίας των επόμενων γενεών που δεν Τον είδαν, σαν την πρώτη εκείνη, πάλι δεν θα υπήρχε; Άσε που μπορεί εκείνη η γενεά να ενδιαφέρονταν μόνο για τον εαυτό της και ποτέ να μην διέδιδε τις ειδήσεις για την Ανάσταση Εκείνου στις επόμενες.

Ποιός άλλος σοφός δάσκαλος δίδασκε στην Ελλάδα ελπίζοντας να συνεχίζεται η παράδοσή του, παρά και πέρα από τους μαθητές του; Δεν ήταν λοιπόν σοφό ο Ίδιος ο Θεός να στηρίξει πρώτα την πίστη των μαθητών Του, εφόσον εκείνοι ήταν φορτισμένοι με την διαδοχή και την συνέχεια της διδασκαλίας Του; Τί και αν ο Ναζωραίος εμφανίζονταν σε κάποιον που δεν Τον γνώριζε πριν εκείνος σταυρωθεί; Δεν θα μπορούσε εκείνος που δεν Τον γνώριζε να υποστηρίξει ότι είδε ένα κανονικό άνθρωπο παρά ένα νεκραναστημένο Θεό; Ή θα έπρεπε ο Ναζωραίος να ξαναρχίσει και πάλι από την αρχή ορίζοντας νέους μαθητές; Πόσες φορές δηλαδή πρέπει ένας Θεός, όπως και συ είπες, να ατιμωθεί για χάρη των ανθρώπων; Νομίζω ότι μια φορά είναι αρκετή· παραπάνω θα παρουσίαζε τον Θεό πιο αδύναμο και από τους ανθρώπους στο να πετύχει τους σκοπούς Του.

Και τους μαθητές Του αν εξετάσει θα δει κανείς, ότι και ακόμη και αυτοί δύσκολα πείσθηκαν ότι ήταν Εκείνος. Πόσο μάλλον δυσκολότερα θα ήταν να το δεχτούν οι εχθροί Του. Ας συμπληρώσω εδώ ότι ο Ιησούς, αν και άφαντος μπορεί για τους απίστους να είναι, εντούτοις για εκείνους που πρόθεση έχουνε για Αυτόν, πάντα φανερός από τον Πατέρα Του είναι· έτσι και ο Παύλος αν και εχθρός Του ήταν βασικός, είχε την πρόθεση να Τον δεχτεί για αυτό και ο Θεός του φανερώθηκε. Τέτοια νομίζω πολλά γινήκανε και άνθρωποι που Τον Ναζωραίο ουδέποτε Τον είδαν ή ουδέποτε μαζί Του ουδεμία σχέση είχαν, υποστήριξαν ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος σε αυτούς παρουσιάστηκε και με κάποιο θαυματουργικό τρόπο κατάφερε και μπήκε στην ζωή τους. Ο Θεός μας να το ξέρεις, ουδέποτε την πίστη μας εξαναγκάζει αλλά παρόλα τα θαύματα που Εκείνος πράττει για το καλό των ανθρώπων πάντοτε, στους ανθρώπους τους ίδιους παραμένει η πρόθεση για την αποδοχή Του, παρά στα θαύματα τα ίδια· διότι όταν η Δημοκρατία σε βάρβαρους πολίτες επιβάλλεται, γρήγορα θα πέσει αφού σε εκείνους δεν αξίζει και κανείς τους με την ζωή του ως πολίτης δεν τιμάει. Σοφό για τον Θεό είναι γεύση της Δημοκρατίας να δίδεται σε εκείνους που αγαθά την αναζητούν, γιατί όποιος ζητά επιθυμεί και όποιος επιθυμεί τιμάει.

 

Αυτά διαβάζει κανείς στα κείμενα σας και δεν χρειάζονται περισσότερες μαρτυρίες: τα επιχειρήματα σας αλληλοσυγκρούονται. Ω ύψιστε και επουράνιε, πού ακούστηκε, θεός να ζει ανάμεσα στους ανθρώπους και να μη γίνεται πιστευτός, και εκ των υστέρων να κάνει ξαφνικές εμφανίσεις μονάχα σε όσους τις προσδοκούν; Και πάλι, να μην μπορούν να τον αναγνωρίσουν αυτοί που κάποτε τον παραδέχονταν για θεό; Και εκτοξεύει εύκολες απειλές και ύβρεις κάθε φορά που λέει, «ουαί υμίν» και «προλέγω υμίν». Μ’ αυτά και μ’ αυτά παραδέχεται ανοιχτά ότι αδυνατεί να πείσει, πράγμα που δεν θα μπορούσε να το πάθει ένας θεός -ούτε καν ένας άνθρωπος. Ελπίζουμε βέβαια να αναστηθεί και να ζήσει αιώνια, και θα τον έχουμε για αρχηγό και θα ’ ναι για μας η απόδειξη ότι ο θεός μπορεί να αναστήσει ένα νεκρό σώμα. Πούντος λοιπόν; Για να τον δούμε και να πιστέψουμε. Αλλιώς, τι κατέβηκε στη γη; Με σκοπό να μας κάνει άπιστους; Η ίδια λοιπόν η πραγματικότητα και η λογική μας δείχνουν ότι δεν ήταν παρά ένας άνθρωπος και τίποτα περισσότερο.

 55, 1 Αυτά ορίζεις εσύ ως αλληλοσυγκρουόμενα, ιδίως όταν τα ανακατεύεις με ειδήσεις από ψευδείς και κακόβουλους μάρτυρες· διότι κανείς από τους μαθητές δεν προσδοκούσε τον Ναζωραίο μετά την Ανάστασή Του. Γι’ αυτό και δεν Τον αναγνώρισαν, έστω και αν ήλθε δίπλα τους και στάθηκε κοντά τους. Τόσο απίστευτο φάνταζε γι’ αυτούς να τον ξαναδούν, ώστε μια τέτοια πραγματικότητα είχε αποβληθεί από μέσα από το μυαλό τους. Ας μην ξεχνάς πως η εικόνα που είχαν για τον δάσκαλό τους τις τελευταίες εκείνες μέρες πριν την Ανάσταση, ήταν μια εικόνα ενός σώματος πλήρους πληγών και όχι ενός σώματος υγιούς, ως και του δικού τους ή ελπίζω του δικού μας.

Ορίζεις τον Θεό ως μη πιστευτό, ενώ ζούσε ανάμεσα στους ανθρώπους· μα και συ ο ίδιος μπορείς να δεις ότι ο Θεός μπορεί να μην είναι πιστευτός ακόμη περισσότερο και όταν δεν ζει ανάμεσα στους ανθρώπους, αφού κανείς δεν Τον βλέπει και κανείς δεν Τον ακούει. Πες μας λοιπόν σοφέ Κέλσο πότε αλήθεια ένας Θεός μπορεί ναι γίνει πιο εύκολα πιστευτός, ώστε να δούμε αν ο δρόμος που διάλεξε ο ίδιος ο Θεός είναι ο λιγότερο ή περισσότερο σοφός; Όταν ζει στα Ουράνια και κανείς δεν Τον βλέπει και κανείς δεν Τον ακούει; Ή όταν ζει, όπως λες, ανάμεσα στους θνητούς;

Λες ότι ως Θεός ο Ιησούς αδυνατεί να πείσει και ότι και άνθρωπος ακόμα αν θα ήταν, πολύ καλύτερα θα τα κατάφερνε, αφού αμέσως πιστευτός θα γινόταν και μώρα υποθέτεις ότι κανείς θνητός δεν γίνεται αιτία για απιστία· συ όμως ο ίδιος ως άνθρωπος, δεν γίνεσαι πιστευτός σε μένα περισσότερο από τον Ναζωραίο, όπως και οι θεοί των άλλων των σοφών λαών σε χειρότερη θέση βρίσκονται από την δική σου. Εξήγησέ μας λοιπόν, πώς στηρίζεις λογικά όλα τα ανούσια ετούτα που χωρίς σύνεση ξεστομίζεις λες και σε παρακολουθεί κοινό μεθυσμένο με μπόλικο κρασί και με εταίρες συμποσιασμένο;

Μα και πριν ως όρισες, πολλοί περάσανε ανάμεσα στους ανθρώπους, που έπραξαν πολλά και σπουδαία πράγματα αλλά κανείς από αυτούς δεν έχει γίνει τόσο πιστευτός ωσάν τον Ναζωραίο. Ως και ακόμη αυτοί οι σοφοί λαοί που υποστηρίζεις, αν και δίδαξαν πολλά για τους θεούς τους, εντούτοις μπρος στον Ναζωραίο αυτοί οι θεοί που παίζουν ζάρια και διασκεδάζουν με κρασιά, σώπασαν και ωχριούν μπροστά Του, ως τα λουλούδια που τα βρήκε χειμωνιά κατακαλόκαιρα. Άλλωστε τί πιο σοφό για τον Θεό, έπειτα από τόσους φτιαχτούς θεούς που υπάρχουν ανάμεσα σε τόσους λαούς, από το να αποφασίσει την αποστολή του Υιού και Λόγου Του, ώστε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα; Μήπως λες αλήθεια ότι ο Θεός αδιάφορος για τους ανθρώπους κάθεται εκεί στον ουρανό και δεν μελετά για τούτους; Σάμπως μου φαίνεται να μπέρδεψες τον Θεό, με εκείνους τους θεούς που άλλη ασχολία δεν έχουν, παρά να καλοπερνούν εδώ και εκεί ψάχνοντας για διασκεδάσεις με θνητούς και θνητές. Λοιπόν τί λες; Δεν είναι πιο εύκολο ο Θεός να γίνεται πιστευτός όταν στέλνει τον Λόγο και Υιό Του ανάμεσα στους ανθρώπους, όχι για να διασκεδάσει ή να περάσει το πολύ-πολύ την ώρα Του, αλλά για να ενδιαφερθεί για εκείνους; Ποιός είναι σοφότερος Θεός; Ο αδιάφορος που παίζει ζάρια ή εκείνος που νοιάζεται για τους ανθρώπους; Διότι Θεός που νοιάζεται για εκείνους λογικό είναι και εκείνοι στο τέλος να νοιαστούν γι’ Αυτόν. Κανονικά λοιπόν, όπως η μάνα νοιάζεται για τα παιδιά της ή σωστότερα όπως ο Πατέρας νοιάζεται για τα παιδιά Του, λογικό είναι ο Θεός να απειλεί με «Ουάι υμίν» τα παιδιά Του για να μην παραστρατήσουν, παρά να τα καλοπιάνει λες και εκείνα έχουν όλη την σοφία ώστε να τα καταφέρνουν δίχως τις συμβουλές Του. Εγώ γύρισα σε αρκετές πόλεις και χωριά και πουθενά δεν είδα γονείς να μην απειλούν τα παιδιά τους για εκείνο ή το άλλο το κακό που θα τους συμβεί αν δεν προσέξουν. Εκτός και αν αυτοί οι γονείς, είτε δεν βλέπουν κανένα κίνδυνο γύρω από τα παιδιά τους, είτε πιστεύουν ότι τα παιδιά τους είναι ικανά να ξεπερνάνε τους κινδύνους από μόνα τους, είτε τελικά είναι αδιάφοροι για τα παιδιά τους και όλα τα κακά που πιθανώς να τους συμβούν. Τώρα αλήθεια Κέλσο, δείξε μου μερικούς τέτοιους σοφούς γονείς που να αγαπάνε τα παιδιά τους και να μην τα απειλούν για το καλό τους.

Εσύ τελικά Κέλσο δεν είσαι άπιστος αλλά λιγότερο σοφός και από παιδιά, διότι νομίζεις ότι ο Θεός σε έκανε άπιστο επειδή κατέβηκε στην γη. Αλλά αν δε κατέβαινε πως θα γινόσουν ποτέ πιστός Του; Εγώ είδα αρκετούς πολιτικούς και σπουδαίους άνδρες σε διάφορες πόλεις, αλλά σε άλλες μακρινές κανείς δεν τους γνώριζε και ο καθείς εκεί νόμιζε ότι οι πολιτικοί οι δικοί του ήσαν οι σπουδαιότεροι. Αν όμως ένας πιο σπουδαίος έρχονταν μια μέρα στην πόλη την δική τους δεν θα ήταν σίγουρο ότι και αυτοί οι ίδιοι θα τον αναγνώριζαν ως σπουδαιότερο από τους δικούς τους; Όμως αν δεν έρχονταν καθόλου θα εξακολουθούσαν αφελέστατα να νομίζουν ότι οι δικοί τους πολιτικοί είναι οι πιο σπουδαίοι ανάμεσα σε όλους.

 

 

 

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΔΟΓΜΑ

 

 

 

 Εκθέτοντας τώρα την προσωπική μου άποψη, έχω να πω ότι ο καυγάς μεταξύ Ιουδαίων και Χριστιανών είναι εντελώς βλακώδης· όλη αυτή η φασαρία για το τι υπήρξε ο Χριστός, είναι περί όνου σκιάς. Πραγματικά, τίποτα το σημαντικό δεν βρίσκει κανείς στην διαμάχη Ιουδαίων και Χριστιανών: και τα δυο μέρη πιστεύουν σε θείες προφητείες, ότι θα έρθει να ζήσει ανάμεσα στους ανθρώπους ένας σωτήρας· η διαφωνία τους βρίσκεται στο αν ήδη έχει έρθει ή όχι.

 57 , 1 Επιτέλους Κέλσο, αδημονούσα να σε δω να ενδύεσαι την Ελληνική άποψη και δηλαδή τον εαυτό σου, ως λες, διότι πρόσωπα που παρουσιάζονται ως διαφορετικές προσωπικότητες είτε είναι ηθοποιοί, είτε κατάσκοποι, είτε αληθώς κρατούνε όλες αυτές τις ταυτότητες που παρουσιάζουν. Είχα κάποτε ακούσει για ένα ζώο μακρινών ηπείρων, που με σαύρα μεγάλη μοιάζει και χρώματα πολλά θαρρείς και αλλάζει. Αυτό λοιπόν το ζώο, για να παγιδέψει τα θύματά του γνωρίζεις τί πράττει; Μια γίνεται πράσινο, μια καφέ, μια κίτρινο ανάλογα με τις περιστάσεις, μέχρι που κάποιο απρόσεχτο μικρό ζώο να πέσει στην παγίδα του. Βασικά όμως, αν και το ζώο αυτό αλλάζει το χρώμα του, εντούτοις παραμένει πάντοτε το ίδιο και μαζί με αυτό ίδιοι μένουν και οι σκοποί του, που δεν είναι άλλοι παρά να χορτάσει την κοιλιά του. Αν το υποψήφιο θύμα του είναι προσεκτικό γνωρίζεις τί συμβαίνει; Το αποκαλύπτει και εκείνο είτε τρέχει να αλλάξει χρώμα είτε πηγαίνει να κρυφτεί. Φυσικά και τέτοιες μέθοδοι και τέτοια όπλα σαν αυτά που εσύ και εκείνο το ζώο χρησιμοποιείτε, ταιριάζουν μόνο σε πονηρούς, ύπουλους  ή ψεύτες, διότι κανείς φιλαλήθης δεν παρουσιάζεται ως φύλα και σκιές, ως κλαριά και πέτρες.

Αν και τίποτα σημαντικό δεν υπάρχει μεταξύ Ιουδαίων και Χριστιανών εντούτοις αυτοί τσακώνονται. Μα θα μου πεις «αφελείς είναι γι’ αυτό τσακώνονται για το τίποτα». Ωραία λοιπόν, ας υποθέσουμε ότι είναι αφελείς και τσακώνονται δίχως λόγο. Εσύ όμως που είσαι σοφός, γιατί πήρες το μέρος έστω και των Ιουδαίων; Δεν είναι πιο αφελές εκείνος που ονομάζει άλλους αφελείς για τις διαφορές τους να υποστηρίζει κάποιον από τους αφελείς; Δεν γίνεται και αυτός αφελής εφόσον ενδύεται τον ένα αφελή, όπως λες, από τους δύο; Δεν θα σου αρκούσε άραγε να κατηγορήσεις τον Ιησού και τους Χριστιανούς ως Έλληνας, εφόσον οι Έλληνες είναι οι πιο άξιοι να κρίνουν την αρετή των άλλων; Αν οι Ιουδαίοι είναι ανάξιοι λοιπόν, τί μπορεί να χρειάζονται; Αλλά κάποιοι, αντί να φυλάγονται από το ενδεχόμενο επίθεσης του ζώου που το χρώμα του αλλάζει και του επερχόμενου χαμού τους από δαύτο, στήνονται έμπροσθέν του και λησμονημένοι εντυπωσιαζόμενοι από τις αλλαγές των φαντατερών χρωμάτων του. Και εκείνοι που σκοτώνουν και εξαφανίζουν αυτά τα ζώα πολύ κακώς πράττουν, διότι είναι πιο σοφό κανείς να διδάσκεται από τους κινδύνους και να μαθαίνει παρά να τους εξαφανίζει ολότελα παραμένοντας απαίδευτος μέσα εις τον αιώνα.

 

Θαύματα υπερφυσικά συνέβαιναν παντού και πάντα (λόγου χάρη, οι ευεργεσίες που πρόσφερε ο Ασκληπιός και οι προβλέψεις του για τα μελλούμενα στις πόλεις που ήσαν αφιερωμένες στη λατρεία του, όπως η Τρίκκη, η Επίδαυρος, η Κως και η Πέργαμος, ή ακόμα, η περίπτωση του Αριστέα του Προκοννήσιου11 ή κάποιου Κλαζομένιου12 ή του Κλεομήδη13 από την Αστυπάλαια). Αλλά μόνο οι Ιουδαίοι τα αποδίδουν στον ύψιστο θεό. Πρόκειται για ένα λαό που ενώ ήταν Αιγυπτιακής καταγωγής,14 εγκατέλειψε την Αίγυπτο κι ήρθε να κατοικήσει στην Παλαιστίνη που σήμερα ονομάζεται και Ιουδαία, αφού πρώτα έσπειρε τη διχόνοια και αποστάτησε από τους υπόλοιπους Αιγυπτίους, καταφρονώντας την θρησκεία τους. Τώρα, ό,τι έκαναν οι Ιουδαίοι στους Αιγυπτίους, τα τραβούν οι ίδιοι από αυτούς που πιστεύουν στον Ιησού ως Χριστό. Και στις δυο περιπτώσεις, αίτιο υπήρξε η ρήξη με την κοινωνία. Ενώ δηλαδή παλαιότερα οι Ιουδαίοι συγκροτήθηκαν με βάση τη διαφορά τους προς τους υπόλοιπους, αργότερα συνέβη το ίδιο με τους Χριστιανούς.

 57,2. Κανείς δεν αμφιβάλει ότι και άλλοι έκαναν θαύματα υπερφυσικά, εκτός από τον Θεό των Χριστιανών που τυγχάνει και Θεός των Ιουδαίων, αλλά οι τελευταίοι ως γνωστό διαφωνούν, όπως είπες, στο αν Εκείνος έστειλε τον Υιό του ως Ιησού Χριστό. Εμείς οι Χριστιανοί ποτέ δεν απαρνηθήκαμε τα θαύματα των άλλων. Απλά είπαμε ότι όλα τα θαύματα δεν είναι δυνατό να προέρχονται από τον Θεό. Διότι εμείς καθώς είμαστε μονοθεϊστές, δεν θα ήταν σοφό να υποστηρίζουμε ότι και ο Ασκληπιός κάνει θαύματα και ο Αριστέας ή ο Κλαζομένιος ως θεοί. Πάντως από αυτούς κανείς δεν καταδικάστηκε άδικα ως εγκληματίας ως ο Ιησούς Χριστός.

Έπειτα πώς θα μπορούσαμε άραγε να υποστηρίζουμε ότι ο δικός μας ο Θεός, αν και είναι ο μοναδικός Θεός, εντούτοις κάνει θαύματα και δια μέσω άλλων θεών αφήνοντας κάποιους ανθρώπους να πιστεύουν σε εκείνους παρά σε Αυτόν; Αν υποστηρίζαμε κάτι τέτοιο θα ήμασταν τρελοί και το καλύτερο που θα είχαμε να κάνουμε θα ήταν να είμαστε πολυθεϊστές· σε άλλη περίπτωση θα γινόμασταν περίγελοι των Εθνών για τις άστοχες μας σκέψεις και θεωρίες. Η πολυθεΐα εξάλλου δεν αρμόζει σε σοφούς ανθρώπους και δεν αμφιβάλλω ότι θα έχεις δει πως μεγάλοι σοφοί άνδρες της Ελλάδας, μιας και συ όπως λες τυγχάνεις Έλληνας, που είναι γένος σοφό, υποστήριξαν με τις απόψεις τους θεωρίες για ένα Ύψιστο Θεό παρά για πολλούς άλλους. Τώρα πώς είναι δυνατόν βάρβαροι να συμφωνούν με τους σοφούς Έλληνες, μόνο Ένας Θεός το ξέρει.

Αν υπήρχαν πολλοί θεοί με τις ίδιες και πολλές ιδιότητες, όπως βλέπουμε εις τις μυθολογίες, τότε τί τον ήθελαν σαν αρχηγό τον Δία; Σάμπως και εκείνος ήταν πιο σοφός από τους υπολοίπους; Μα αν αυτός ήταν πιο σοφός από τους άλλους, τότε τί σόι θεοί ήσαν εκείνοι που ήσαν κατώτεροι έστω και ενός; Και αν δηλαδή δεχτούμε ότι ένας από τους θεούς τους είναι ανώτερος και οι άλλοι κατώτεροι, τί σε κάνει να πιστεύεις λοιπόν ότι κατά τον ίδιο τρόπο ο Θεός των Ιουδαίων ή των Χριστιανών δεν είναι ανώτερος, αν όχι τουλάχιστον από τους άλλους κατώτερους του Δία, ακόμη και από αυτόν τον μέγιστο, υποτίθεται, τον Δία;

Αν οι Ιουδαίοι δίκαια ή άδικα καταφρόνησαν την θρησκεία των Αιγυπτίων θα το δούμε παρακάτω. Το ότι όμως οι Χριστιανοί δίκαια πιστεύω εγκατέλειψαν εκείνη των Ιουδαίων, στο περίγραψα όταν ενδύθηκες το Ιουδαϊκό δέρμα του ζώου εκείνου, που την στολή του γνωρίζει να αλλάζει με μεγάλη ευκολία. Ας πω επίσης εδώ ότι κι ούτε οι Εβραίοι κατάγονται από τους Αιγυπτίους, αλλά μέρος μεταναστών ήταν που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο λόγω της μεγάλης πείνας.

 

(Υποψιάζομαι όμως ότι) αν όλοι οι άνθρωποι θελήσουν κάποτε να γίνουν Χριστιανοί, οι τελευταίοι δεν θα τους δεχτούν με προθυμία. Στο ξεκίνημα τους ήσαν ολιγάριθμοι κι είχαν ενιαία πίστη· στη συνέχεια πλήθυναν και εξαπλώθηκαν και από τότε διασπώνται σε διάφορες αιρέσεις κι η κάθε μία εννοεί να έχει τις φατρίες της. Από την αρχή άλλωστε, τέτοια τραβούσε η ψυχή τους. Κι όπως έχουν πληθύνει οι διάφορες παρατάξεις τους, έφτασαν να αλληλοκατηγορούνται· και αν υπάρχει ακόμα κάτι το κοινό μεταξύ τους, αυτό είναι μονάχα το όνομα. Όμως αυτό ντρέπονται να το εγκαταλείψουν κατά τα άλλα, βρίσκονται μεταξύ τους σε διαρκή διαμάχη. Πραγματικά, θα ήταν απορίας άξιο αν εύρισκε κανείς σημεία στα οποία να συμφωνούν μεταξύ τους, αφού δεν υπάρχει κάποια σοβαρή θεωρητική βάση που να θεμελιώνει το πιστεύω τους· εκτός αν σοβαρή βάση θεωρηθεί η απόσχιση και ο φατριασμός και ο φόβος προς ό,τι τους είναι ξένο -γιατί αυτά είναι που σταθεροποιούν την πίστη τους.

 57,3 Οι σοφοί άνθρωποι δεν αναιρούνται από τα ίδια τους τα λόγια. Κανείς σοφός δεν μπορεί να λέει ότι μια ομάδα ανθρώπων δεν δέχεται άλλους ανθρώπους στον κύκλο της με προθυμία και μερικές στιγμές αργότερα να υποστηρίζει ότι αυτή η ομάδα ανθρώπων πληθαίνει, χωρίς μάλιστα να περάσουν κάποιες γενεές. Τώρα εγώ δεν μπορώ να εννοήσω πως μια ομάδα ανθρώπων πληθαίνει χωρίς να δέχεται άλλους στους κύκλους της με προθυμία. Και αν υποθέσουμε ακόμη ότι αυτή η ομάδα ανθρώπων γεννά παιδιά και τα εντάσσει στην ομάδα της, δεν θα πρέπει λοιπόν να παραδεχτούμε ότι η ίδια η ομάδα δέχεται καινούργιους μες τους κύκλους της; Τι και αν είναι παιδιά της; Αλλά μια ομάδα ανθρώπων που δεν αποδέχεται νέους ανθρώπους πρόθυμα στον κύκλο της είναι καταδικασμένη σε θάνατο και σε εξαφάνιση δεν νομίζεις; Επίσης είναι ακόμη πιο παράδοξο αυτό που λες, διότι οι Χριστιανοί αν και δεν δέχονται άλλους ανθρώπους πρόθυμα στον κύκλο τους και παρά τους φόνους που διαπράττονται εναντίων τους, εντούτοις όπως και συ λες, εξαπλώνονται. Λες και η εξαφάνιση η ίδια θαρρείς και δεν τους αγγίζει.

Μια φορά είναι δίκαιο αυτό που λες, για το ότι οι Χριστιανοί διασπάστηκαν και γίνηκαν φατρίες· όμως απ’ όλες τις αιρέσεις καθηγητών που διέσπειραν κακόβουλα διαδόσεις και ειδήσεις που δεν άρμοζαν στον Δάσκαλό μας, όπως άλλωστε και συ έπραξες, το πρόσωπο του Δάσκαλου θα δεις ότι δεν απουσιάζει. Και αυτές οι αιρέσεις επόμενες είναι, σύμφωνα με το δόγμα των Χριστιανών για την ύπαρξη ενός απατεώνα, του μαύρου του Διαβόλου· διότι αυτός, όσο ο Χριστός στην γη δεν είχε κατέβει, πλανούσε όλη την Οικουμένη με διάφορες πιθανότητες γύρω από το θείο. Κι από όταν ο Δάσκαλος των Χριστιανών αναστήθηκε, ο Διάβολος ευθύς κατάλαβε ότι οι άλλες  πιθανότητες τα είχαν βρει πλέον σκούρα και ενέπεσε, ως πονηρός, ενάντια στην υγιή διδασκαλία, μιας και αυτή ήταν πλέον η μόνη ισχυρή σε ολάκερη την Οικουμένη· ως παμπόνηρος που είναι άρχισε να μας χωρίζει σε φατρίες, διαδίδοντας κακόβουλες και πλείστες για τον Θεό μας εσφαλμένες θεωρίες.

Πολλές άλλωστε φατρίες νομίζω εμφανίστηκαν και στην Ελλάδα, όπου πολλοί φιλόσοφοι εμφανίστηκαν και ο καθείς με τα δόγματά τα δικά του. Αλλά τί είναι σωστό; Να λέει κανείς ότι ουδείς εξ αυτών κάτι πέτυχε ή ότι τουλάχιστον κανείς εξ αυτών δεν έφτασε να αποκαλύπτει αλήθειες και αρετές; Μήπως και εκείνοι δεν κατηγόρησαν πολλές φορές αλλήλους; Τί να υποθέσουμε; Ότι ουδείς εξ αυτών πέτυχε κάτι πάνω στην γενική σοφία;

Ας σου θυμίσω και κάτι σημαντικό, επειδή πιστεύεις ότι ο Θεός των Χριστιανών δεν έχει αρετή. Αν λοιπόν οι Χριστιανοί κακώς σε φατρίες είναι χωρισμένοι, εντούτοις ο Θεός είναι ενωμένος και πάντα είναι αυτός ο Ένας. Ενώ οι Έλληνες και οι άλλοι οι λαοί, αν δεις τις σοφές τους διηγήσεις, δεν θα βρεις τίποτα άλλο σ’ αυτές παρά τους θεούς να είναι εκείνοι χωρισμένοι σε φατρίες, λες και είναι άνθρωποι, και να μαλώνουν μεταξύ τους, λες και ο Ουρανός είναι γεφύρι για το οποίο τσακώνονται οι γίδες.

Λες ακόμη ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν καμιά σοβαρή θεωρητική βάση. Κακώς το λες αυτό, αν εσύ δεν την διακρίνεις. Είναι λογικό για τον τυφλό να μην βλέπει τη διαφορά ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι· αν δεν ξεχωρίζεις τους Χριστιανούς από όσους κίβδηλα ζητούν να φέρουν το όνομα τού Χριστού, μόνο τυφλός μπορείς να είσαι. Κι αν δεν ήσουν τυφλός, θα ξεχώριζες τον Χριστό, ότι είναι φως αληθινό του κόσμου που σε περιβάλλει. Κι αν το φως το ίδιο δεν βλέπεις, θαρρώ πως είναι αδύνατο να διακρίνεις το σκοτάδι.

Οι Χριστιανοί δεν έχουν καμιά τόσο σοβαρή θεωρητική βάση· παρά έχουν εκείνη την πολύ μεγάλη πρακτική τους βάση, πάνω στην οποία βασίζονται οι μετέπειτα αρξάμενες θεωρητικές. Και αυτή Την Πρακτική την βάση όλοι οι Χριστιανοί την γνωρίζουν. Είναι ο Λόγος Του Θεού, ο Ιησούς Χριστός και Αυτός σταθεροποιεί την πίστη τους. Κανείς Χριστιανός δεν τριγύριζε λέγοντας σοφίες και κανείς δεν έφτιαχνε ως λες σε φατρίες, πριν υπάρξει ο Ιησούς. Αυτός ο Ιησούς Χριστός λοιπόν, δεν θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως σημείο συμφωνίας των Χριστιανών; Πώς λες άραγε ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν κανένα σημείο συμφωνίας; Εφόσον οι Χριστιανοί έχουν Ένα, και ας το τονίσω αυτό, πρακτικό σημείο συμφωνίας, δεν είναι πιο σοφοί από τους άλλους λαούς που έχουν μόνο θεωρητικά; διότι τα θεωρητικά μόνοι τους οι άλλοι λαοί τα φαντάστηκαν. Μάλιστα ας σου θυμίσω εδώ, ότι Εκείνο το τόσο σημαντικό κοινό σημείο των Χριστιανών, τους Το έστειλε ο ίδιος ο Θεός και όχι κάποιος σοφός έστω άνθρωπος, κλέφτης ή απατεώνας. Θα μπορούσε κανείς να κατηγορήσει τον Θεό ότι δεν έδειξε το πιο σοφό σημάδι στους ανθρώπους; Μήπως κάποιος θνητός μπορεί να το υποστηρίξει αυτό; Αλίμονο.

Έπειτα σε ενοχλεί ότι οι Χριστιανοί ενοχλούνται με την σειρά τους από το ξένο. Μα εσύ θεωρείς παράξενους τους Χριστιανούς επειδή δεν αποδέχονται το ξένο, χωρίς να εξετάζεις αν έχουν λόγους που το κάνουν αυτό. Σε όποιο λαό και αν κοιτάξεις, θα δεις ότι κανείς δεν αποδέχεται κάτι ξένο αν δεν είναι τουλάχιστον ίσο, αν μη τι όχι καλύτερο από εκείνο που ήδη κατέχει. Για τους Χριστιανούς δεν υπάρχει ξένο και δικό τους, υπάρχει το καλό, το καλύτερο και το άριστο. Νομίζω ότι κανείς δεν αλλάζει διαμάντια με τις πέτρες και χρυσάφι με τον άμμο. Αν το έπραττε, τότε όχι μόνο σοφός δεν θα ήταν στον λαό του, αλλά θα ήταν και καταδικασμένος αιώνια να πεινάει, εφόσον όλα εκείνα που πριν τον έκαναν πλούσιο τα χάρισε για χώμα και για σκόνη.

 

Ούτε αυτοί ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος δεν θα ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει την ιδέα της τιμωρίας των αδίκων και της ανταμοιβής των δικαίων. Ετούτοι όμως, επινοώντας κάθε λογής φόβητρα προσελκύουν κόσμο στις γραμμές τους τρομοκρατώντας τον με την ιδέα της θείας τιμωρίας ["περί κολάσεως λόγος"]. Και κάθε έξυπνο άνθρωπο τον απομακρύνουν από την διδασκαλία της πίστης τους, ενώ καλοδέχονται τους ανόητους και τους δουλοπρεπείς. Και διαστρεβλώνοντας τις παλιές παραδόσεις, πριν από τις τελετές τους υποβάλλουν και διεγείρουν το ακροατήριο παίζοντας μουσική με αυλούς, όπως συνηθίζεται στα ιερά της Κυβέλης.

 59, 1 Μιλάς για την δικαιοσύνη λες και την φοβάσαι. Εγώ δεν έχω δει κανένα δίκαιο να φοβάται την δικαιοσύνη και λογικά κανένα δίκαιο να φοβάται τις απειλές και τις φοβέρες. Όμως ας εξετάσουμε για λίγο τις μεγάλες πόλεις του κόσμου τούτου, την Ρώμη και την Αθήνα, την Σπάρτη και την Πέλλα, την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη.

Για πες μου Κέλσο. Έχεις δει καμιά χώρα που να μπορεί να οργανώνεται πολιτισμένα δίχως νόμους και απειλές για τιμωρία; Κράτος δίχως νόμους και δίχως τιμωρία δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Σε τέτοια κατάσταση ζουν φυλές που ο καθείς πράττει ότι θέλει, γι’ αυτό και δεν προκόβουν. Σε τέτοιες πόλεις χωρίς νόμους δεν υπάρχει κοινό συμφέρον αλλά ισχύει το νόμος του πιο δυνατού και του πιο βίαιου, μα ποτέ του πιο δίκαιου, δεν συμφωνείς;

Για πες μου ακόμη, στις πολιτισμένες πόλεις πότε τιμωρείται ένας πολίτης; Δεν τιμωρείται όταν και μόνον όταν, αυτός ο πολίτης παραβεί τους νόμους; Ποιός πολίτης νομοταγής μπορεί να φοβηθεί τους νόμους της πόλης του, παρά μόνο ο παραβάτης; Και αν κάποιος είναι παραβάτης δεν είναι και άξιος τιμωρίας; Φυσικά και είναι άξιος τιμωρίας, αλλά για να είναι άξιος τιμωρίας θα πρέπει και οι νόμοι να είναι δίκαιοι και ίσοι προς όλους τους πολίτες. Νομίζω ότι η καταδίκη του Σωκράτη όπως και άλλων φιλοσόφων στην Ελλάδα ήταν άδικες.

Και στην Ρώμη πολλές δίκες καταδίκασαν δίκαιους και σοφούς ανθρώπους, ενώ άλλους ισχυρούς και πλούσιους, τους αθώωσαν έστω και αν έπραξαν αδικήματα. Κάτι τέτοιο αν και είναι εφαρμογή του νόμου εντούτοις απέχει από το να χαρακτηριστεί δικαιοσύνη. Θα μου πεις «και τί θες να γίνει;». Μάλλον τίποτα δεν μπορεί να γίνει, αφού ο άνθρωπος αν και ίσως πάντοτε γνώριζε τι καλό και τι κακό, τι άδικο και τι δίκαιο, τι λάθος και τι σωστό, ουδέποτε έπραττε πάντοτε το καλό, το δίκαιο και το σωστό. Αρκετές φορές, και μάλιστα τις περισσότερες, έπραττε το κακό, το άδικο και το λάθος και επιπλέον έμενε ατιμώρητος. Ίσως να υποθέσεις ότι ήταν έξυπνος ένεκεν τούτου και ακόμη περισσότερο εφόσον γλίτωνε και την τιμωρία. Δεν θα αντιδικήσω σε κάτι τέτοιο. Άλλες είναι οι σκέψεις μου, τις οποίες θα σου εκθέσω χωρίς περισπασμό. Αν λοιπόν είσαι σοφός και πάνω από όλα διακατέχεσαι από αρετή, δεν θα πρέπει να σκεφτείς ότι εφόσον κάποιος κακός, άδικος και λανθασμένος έμεινε ατιμώρητος για τα κακά, άδικα και λανθασμένα που έπραξε, εκείνα τα κακά, άδικα και λανθασμένα που έπραξε, έπληξαν κάποιον ο οποίος, αν και δεν ήταν ολοκληρωτικά καλός, δίκαιος και σωστός , ήταν τουλάχιστον περισσότερο καλός ή δίκαιος ή σωστότερος από τον πρώτο; Τί θα πρέπει να σκεφτεί κανείς, ότι οι νόμοι του κράτους δεν είναι δίκαιοι ή ότι οι δικαστές ως άνθρωποι δεν είναι δίκαιοι; Εγώ θα πω ότι και τα δύο αυτά συμβαίνουν, διότι ορθά ομιλώντας κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο σοφός και δίκαιος όσο ο Θεός, εκπονώντας νόμους και δικάζοντας όπως Εκείνος. Αυτό λοιπόν διδάσκουν οι Χριστιανοί, ότι ο Θεός και πιο σοφός είναι για τους νόμους και πιο ακριβοδίκαιος δικαστής είναι, αν και φυσικά κανείς δεν διδάσκει την κατάργηση των νόμων των πόλεών μας. Κανείς δεν θέλει να περάσει από το κακό στο χειρότερο, ούτε από το άδικο στην μεγαλύτερη αδικία.

Θα σου πω και μια ακόμη διαφορά των Χριστιανών. Οι πόλεις, όπως γνωρίζεις, τους παραβάτες τους δικάζουν και τους τιμωρούν μια και έξω. Κανένας νόμος τους δε συγχωράει την παρανομία. Παρανόμησε κάποιος; Είναι άξιος τιμωρίας. Ο Θεός των Χριστιανών αντίθετα, όταν κάποιος έχει αδικήσει και μετανοήσει γι’ αυτήν του την αδικία, δηλαδή λυπηθεί και δεν το ξανακάνει, συγχωρείται από την δικαιοσύνη του Θεού και δεν τιμωρείται, εφόσον ο Θεός είναι σαν τον Πατέρα μας και μπορεί και να μας συγχωρεί. Ο Θεός δεν είναι σαν τους νόμους και τους δικαστές που τιμωρούν ακόμη και εκείνους που έπεσαν σε παράβαση ένεκα της αφέλειάς τους ή καμιά φορά και αθώους. Ο Θεός ξέρει και ποιος είναι αθώος και ποιος είναι πράγματι ένοχος, ποιος καλός και ποιος κακός, ποιος αγαθός και ποιος πονηρός. Οι άνθρωποι, από την άλλη την μεριά, έχουν αποδείξει ότι κάτι τέτοιο δεν το γνωρίζουν απόλυτα.

Καλά θα κάνεις έπειτα να μην επιθυμείς ο Θεός των Χριστιανών να μην προειδοποιεί για τις τιμωρίες των πονηρών και των αδίκων. Συμπάθα με Κέλσο αλλά κανένας νόμος κανενός κράτους δεν είναι κρυφός· διότι κανείς τότε δεν θα γνώριζε τις τιμωρίες που αναλογούν σε κάθε παράβαση, με συνέπεια σχεδόν οι περισσότεροι πολίτες να πηγαίνουν στο δεσμωτήριο. Θαρρώ πως ένα τέτοιο κράτος θα αδιαφορούσε για τους πολίτες του και θα επιθυμούσε όλοι να βασανίζονται ή να μαστιγώνονται. Αυτά τα πράγματα ταιριάζουν στις τυραννίες και όχι σε δίκαιες πόλεις. Οι δίκαιες επιθυμούν την ευημερία και την ευτυχία των πολιτών τους, παρά την διαστρεμμένη χαρά του μαρτυρίου των καταδικασμένων, όπως γίνονταν στο μεγάλο αμφιθέατρο της Ρώμης.

Κανείς νόμος δεν ορίζει «αδίκησε και θα αμειφθείς, πράξε το κακό και θα δοξαστείς», παρά ορίζει «αδίκησε και θα φυλακισθείς, πράξε το κακό και θα τιμωρηθείς» Μάλιστα όσο πιο βαρύ το αδίκημα τόσο και πιο βαριά η τιμωρία. Και μην μου πεις τώρα, ότι ο φταίει ο νόμος που τιμωρεί σκληρά και όχι ο παραβάτης, που αν και γνώριζε τον νόμο, εντούτοις έπραξε ότι έπραξε. Διότι κάτι τέτοιο και τα μυρμήγκια το γνωρίζουν αν είναι σωστό ή λάθος. Ναι, σαφώς αυτό και τα μυρμήγκια το γνωρίζουν, αλλά εσύ ως άνθρωπος μελετημένος γνωρίζεις ακόμη κάτι περισσότερο, ότι άνθρωποι που δεν θέλουν νόμους για ευημερία και ομόνοια μεταξύ τους, μόνο λωποδύτες, άδικοι, πονηροί και μοχθηροί μπορεί να είναι, γι’ αυτό και κάτι τέτοιοι και άλλοι παρόμοιοι συντάσσονται σε συμμορίες και ζουν σε χώρους έξω από τις πόλεις, αλητεύοντας και κλέβοντας τους αδύνατους, μονάχους και απληροφόρητους περαστικούς. Και όταν καμιά φορά περνά και κάνας ήρωας σαν και τον Θησέα τότε αλίμονο τους.

Με την μουσική δεν θα ασχοληθώ διότι πιστεύω ότι εκείνος που δεν έχει σοβαρότερα πράγματα για να κατηγορήσει κάποιους, ασχολείται με το πως οι άλλοι τάχα ντύνονται και με τον καλλωπισμό τους· μα κι ο ίδιος καθρέφτη αν θα βρει, θα δει ότι τα ίδια πράττει. Ας αλλάξει ρούχα λοιπόν πριν αρχίσει να κατηγορεί ή ας κατηγορήσει λοιπόν τον εαυτό του. Πιο σοφός θα είναι έτσι και σίγουρα ακόμη πιο πολύ δίκαιος.

 

Στην Αίγυπτο, όταν κάποιος πλησιάζει ένα τέμενος εντυπωσιάζεται από τη λαμπρότητα του, από τους ιερούς του κήπους, την μεγάλη είσοδο και την ομορφιά του, περιτριγυρισμένο καθώς είναι με επιβλητικές σκηνές, κι επίσης από τις γεμάτες δεισιδαιμονία ιεροτελεστίες που έχουν χαρακτήρα μυστηρίων σαν μπει όμως παραμέσα, στα ενδότερα, βλέπει να προσκυνούν μια γάτα ή ένα πίθηκο ή ένα κροκόδειλο ή σκύλο ή τράγο. Η σκοπιμότητα είναι να νομίσει ο μυούμενος ότι πίσω από αυτά κάποιο σπουδαίο νόημα. Και μπορεί μεν οι Χριστιανοί να κοροϊδεύουν τους Αιγυπτίους, (που στο κάτω κάτω μας εξηγούν ότι τα ζώα τα λατρεύουν ως σύμβολα αοράτων, αιώνιων ιδεών και όχι -όπως νομίζει ο πολύς κόσμος- ως ζώα καθαυτά), οι ίδιοι όμως δεν έχουν την ευφυΐα, μέσα από τις ιστορίες τους για τον Ιησού να μας παρουσιάσουν κάτι πιο αξιόλογο από τους τράγους και τα σκυλιά των Αιγυπτίων.

 59,2 . Επιτέλους Κέλσο, αποφάσισες να πεις και μια αλήθεια, διότι ορθά λες ότι όλα τούτα που κάνουν οι Αιγύπτιοι, περισσότερο γίνονται για να νομίσει κάποιος ότι κάτι σοβαρό γίνεται παρά για να διδάξουν κάποιο σπουδαίο νόημα. Τί το θες το εξωτερικό κάλλος, όταν από μέσα σου είσαι ανόητος; Διότι γνωρίζεις ότι κανείς όμορφος δεν μπορεί να γοητεύσει την ψυχή του άλλου. Μπορεί το κάλλος να φαντάζει όμορφο αλλά ποιά είναι η σπουδαία του ουσία; Μήπως όμορφα δεν είναι και τα βασιλικά μαχαίρια εκείνα τα ομορφοσκαλισμένα που στην λαβή επάνω τους τι χρυσάφι, τι ασήμι και τι σμαράγδια έχουν; Αλλά η λεπίδα τους πάντοτε κοφτερή, γυαλιστερή και κρύα και ο σκοπός τους πάντοτε ο ίδιος. Ο γρήγορος και αδυσώπητος θάνατος. Ένα μαχαίρι όσο και ωραίο να είναι δεν παύει να είναι μαχαίρι. Και τι ανόητο για εκείνους που δεν ξέρουν ποιος ο σκοπός του και παραβλέποντας τον κίνδυνο φυλάσσουν μέσ’ στο σπίτι τους ένα τέτοιο φονικό μεγάλο όπλο. Δεν κινδυνεύουν μόνο αυτοί, αλλά οι επισκέπτες τους ακόμη και τα ίδια τα παιδιά τους. Η αφέλεια του ματιού δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία άλλη. Αλίμονο σε ‘κείνον που στο μάτι περιορίζεται και όχι στην άνω σκέψη. Καλύτερα να μην έβλεπε κανείς, παρά να μην σκεπτόταν. Διότι το μαχαίρι και το μάτι βγάζει αλλά τερματίζει και την σκέψη όταν είναι να πάρει μια ζωή. Τέτοια μαχαίρια όμορφα παραδίδεις και συ Κέλσο στους ανθρώπους. Όμορφα λόγια αλλά άστοχα για εκείνους τους φιλοσοφημένους. Διότι λες, ποια η ανωτερότητα των Χριστιανών εμπρός στους Αιγυπτίους; Μα οι Χριστιανοί ούτε γάτους προσκυνούν, ούτε κροκοδείλους, ούτε αλίμονο πιθήκους, έστω και αν αυτά όπως λες συμβολίζουν αιώνιες ανώτερες ιδέες. Μα τί αιώνιες ιδέες είναι αυτές με την μορφή γάτων, κροκοδείλων και πιθήκων; Λες οι ίδιες οι γάτες, οι κροκόδειλοι και οι πίθηκοι να μην τις γνωρίζουν εφόσον και τις μορφές του κάθε τους είδους έχουν. Και αν δεν το ξέρουν οι γάτες, οι κροκόδειλοι και οι πίθηκοι άραγε πώς το βρήκαν οι άνθρωποι; Διότι τα ζώα όχι μόνο ζώα δεν προσκυνούν αλλά ούτε και τους ανθρώπους αφέντες τους. Σκέψου τι σοφία έχουν δηλαδή οι Αιγύπτιοι που όχι μόνο προσκυνούν ανθρώπους αλλά και αυτά τα ζώα ως ανώτερες ιδέες. Άραγε δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο σοφό με το οποίο να μπορούν να παρουσιάσουν τις ιδέες τους; Νομίζω ότι καμιά ανώτερη ιδέα δεν παρουσιάζεται με την μορφή ενός ζώου ή ενός άλογου όντος. Πώς συγκρίνεις Χριστιανούς λοιπόν και τράγους;

Οι Χριστιανοί μόνο ένα Θεό λατρεύουν και συ Κέλσο πολύ καλά το γνωρίζεις, αφού πριν ο ίδιος το ανάφερες. Ένα Θεό έχουν που ο Υιός Του ενδύθηκε σώμα ανθρώπινο για να τους κηρύξει. Αν είχε ενδυθεί την σάρκα γάτας, πίθηκου ή κροκόδειλου όχι μόνο δεν θα μπορούσε να τους κηρύξει όσα ο πατέρας Του όρισε, αλλά το πιθανότερο είναι, ότι αν τύγχανε να ενδύονταν σάρκα κροκόδειλου, όχι μόνο δεν θα μπορούσε να κηρύξει και να γίνει αποδεκτός από τους ανθρώπους, εφόσον άλογος, αλλά θα ήταν και επικίνδυνος για τους περαστικούς με συνέπεια να ‘βρισκε τον θάνατο από κάποιους κυνηγούς που θα του ‘στηναν καμιά φοβερή παγίδα. Τώρα εγώ κανένα σοφό Θεό δεν θα μπορούσα να εννοήσω, που αφήνοντας την Ουράνια σοφία Του έμενε άλαλος μέσα στην σάρκα ενός πιθήκου. Σοφότεροι είναι οι Χριστιανοί, όχι μόνο από τους Αιγυπτίους, αλλά και από εκείνους τους τάχα μου σοφούς, που λατρεύουν στην Ελλάδα ζωόμορφους θεούς και ψάχνουν και στα σπλάχνα των θυσιασμένων ζώων ή στο πέταγμα των πτηνών του ουρανού, να βρούνε τα μελλούμενα εκ του Θείου.

 

Τους Διόσκουρους, τον Ηρακλή, τον Ασκληπιό και το Διόνυσο, για τους οποίους οι Έλληνες πίστεψαν ότι από άνθρωποι έγιναν θεοί, οι Χριστιανοί δεν τους δέχονται ως θεούς -παρ’ όλα τα καλά που πρόσφεραν στην ανθρωπότητα- διότι, λέει, αρχικά υπήρξαν άνθρωποι. Μα και τον Ιησού, σαν πέθανε δεν τον ξαναείδε κανείς -μόνο τα μέλη της παρέας του επιμένουν πως τον είδαν, ενώ το πολύ - πολύ να είδαν κανένα φάντασμα.

 Τον Ασκληπιό πλήθος άνθρωποι, και Έλληνες και βάρβαροι, παραδέχονται ότι τον έχουν δει πολλές φορές, κι ότι εξακολουθούν και στις μέρες μας να τον βλέπουν, και μάλιστα όχι το φάντασμα του αλλά τον ίδιο, να θεραπεύει και να ευεργετεί και να προλέγει τα μελλούμενα. Ή ας πάρουμε την περίπτωση του Αριστέα του Προκοννήσιου, που εξαφανίστηκε με τρόπο θαυμαστό μπροστά από τα μάτια των ανθρώπων κι ύστερα ξαναεμφανίστηκε, και βρέθηκε σε πολλά μέρη του κόσμου. Τέτοια ήταν τα κατορθώματα του που, όπως λένε, ο Απόλλωνας έδωσε εντολή στους Μεταποντίνους να τον λατρεύουν σα θεό. Κι όμως, κανείς δεν πιστεύει πια ότι ο Αριστέας είναι θεός. Όπως κανείς δεν θεωρεί θεό τον Αβαρη τον Υπερβόρειο15 που σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είχε τέτοια δύναμη που πετούσε απ’ άκρη σ’ άκρη της γης πάνω στο βέλος του. Ή μήπως δεν λένε για την ψυχή του Κλαζομένιου, που πολλές φορές εγκατέλειπε το σώμα και περιπλανιόταν μονάχη; Ούτε και τούτον θεώρησαν θεό οι άνθρωποι. Και ο Κλεομήδης από την Αστυπάλεα: κλείστηκε μέσα σε μια κασέλα και όταν την έσπασαν οι διώκτες του για να τον συλλάβουν δεν τον βρήκαν μέσα· έγινε άφαντος, σαν από θεϊκό θαύμα.

  61, 1 & 61, 2 Μα πού είναι η έλλειψη της αρετής μας το λοιπόν; Διότι σωστά λες ότι οι Διόσκουροι και ο Ηρακλής και ο Διόνυσος άνθρωποι ήσαν, οι οποίοι δεν αμφιβάλλουμε μπορεί και να ήτανε σπουδαίοι. Αλλά άνθρωποι ήσαν και άνθρωποι παρέμειναν. Ποιός σοφός δέχεται ποτέ ότι ένας άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός; Μπορεί ένας κατώτερος από την φύση του να γίνει ανώτερος, χωρίς ο Ύψιστος στα αλήθεια να το θέλει; Οι Χριστιανοί λένε ότι ο Θεός έστειλε τον Υιό Του, δηλαδή ο Ιησούς, Θεός ήταν πριν γίνει άνθρωπος. Δεν είναι σοφότερο δηλαδή να υποστηρίζει κάποιος ότι ο Θεός μπόρεσε και ενδύθηκε την σάρκα του κατώτερου ανθρώπου, εφόσον ο Θεός είναι και Ανώτερος και Παντοδύναμος σε σχέση με τον άνθρωπο; Δεν φαντάζει χαζό να υποστηρίζει κανείς ότι ο άνθρωπος έγινε Θεός; Και δεν είναι ακόμη πιο χαζό ένας θεός, όπως ο Απόλλωνας, να διατάζει άλλους ανθρώπους να λατρεύουν ένα άλλο άνθρωπο ως θεό; Και αυτός ο θεός τι σόι θεός είναι, που δέχεται για σοφία ανθρώπους να γίνονται θεοί; Νομίζω ότι με κάτι τέτοια άλογα και αυτός ο Αριστοτέλης θα γελούσε, αφού γέλασε και με τον ίδιο τον Απόλλωνα. Κάτι παρόμοια αναλογούν και στον υιό του Απόλλωνα τον Ασκληπιό, που συ είπες ότι ήταν άνθρωπος.

Θα σου πω και κάτι ακόμα για τον ευεργέτη τον Ασκληπιό, μιας και νομίζω ότι δεν τα γνωρίζεις όλα γύρω από αυτόν, όπως πρέπει και αναλογεί σε ένα σοφό. Ο καλός Ασκληπιός λοιπόν, όπως λένε οι πιστοί του, είναι ακριβώς εκείνος που στέλνει τις αρρώστιες πάνω τους και μετά αφού εκείνοι τον καλέσουν, το σκέφτεται λίγο ή πολύ για να τους θεραπεύσει. Ο Ιησούς δεν είναι απατεώνας σαν τον Ασκληπιό, που αφού πρώτα έπαιρνε το φως από τους ανθρώπους και τους έκανε τυφλούς, έπειτα τους ξαναγύριζε πίσω εκείνο που τους ανήκε μια και εξαρχής. Κάτι τέτοιες πράξεις σαν του Ασκληπιού μοιάζουν με εκείνες που κάτι ληστές εφαρμόζουν, ως δήθεν ευεργέτες· αφού αρπάξουν το βιος των αφελών, μετά τους πετάν πάλι πίσω εκείνα που τους έκλεψαν και μόνο σαν εκείνοι τους παρακαλέσουν. Ναι, κάτι τέτοιοι λαοπλάνοι και θεομπαίχτες βρίσκουν ένα σωρό αφελείς που τους τιμούν για ευεργέτες, αντί να τους καταδικάζουν ως κλέφτες. Ο Χριστός όχι μόνο θεράπευσε τις αρρώστιες που ο Ίδιος δεν έδωσε, αλλά θεράπευε και από κάτι θεούς σαν τον Ασκληπιό που παρίσταναν τους σωτήρες των ανθρώπων.

Όμοιες αλογίες αποθεώσεως ανθρώπων υποστηρίζουν και οι Καίσαρες της Ρώμης. Μα και αυτοί μόνοι τους αποθεώθηκαν, χωρίς κανείς να τους το αποδώσει, έστω και αν στην Αθήνα όπως έμαθα κάποιοι αθεόφοβοι τους αποδέχτηκαν και τους έφτιαξαν ναούς και έχρισαν και ιερείς στην υπηρεσία τους. Πρώτη φορά βλέπω Κέλσο άνθρωπο να αποδέχεται άλλο άνθρωπο ως θεό, χωρίς καν αυτός ο άνθρωπος να παρουσιάζει κανένα είδος σοφίας, ούτε δύναμης. Αντίθετα απ’ όσα άκουσα ο Νέρωνας αν και θεός και χαζός και μωρός ήταν και παντρεύτηκε και με ένα αγόρι, που αφού το ευνούχισε, το γυρόφερνε επιδεικνύοντας το ως νόμιμο σύζυγό του.

Έπειτα Κέλσο μην περιμένεις να πιστέψουν οι Χριστιανοί, αυτά που εσύ και άλλοι δεν πιστεύετε. Μην περιμένεις τους Χριστιανούς να πιστέψουν αυτά που οι Αιγύπτιοι και άλλοι της δικής σου σοφίας διδάσκετε και δηλαδή ανθρώπους θεούς καίσαρες και φακίρηδες μάγους τσαρλατάνους. Τι και αν αυτοί όπως λες εξαφανίζονταν ή πετούσαν πάνω στα γρήγορα τα βέλη. Ποιός είναι άραγε αυτός ο σκοπός όλων τούτων των κατορθωμάτων; Σάμπως δεν φαίνονται όλα άσκοπα και για χάρη εντυπωσιασμού; Τέτοια δεν κάνουν οι κάθε λογής ψευτομάγοι, που όπως είπες τριγυρίζουν εδώ και εκεί και κοροϊδεύουν τους περαστικούς για να τους πάρουνε τα αργύρια που δεν είναι ούτε καν παραπάνω από τριάντα;

 

Από τέτοιες ιστορίες άλλο τίποτα. Κοντολογίς, αυτό που θέλω να πω είναι ότι κατά τον ίδιο τρόπο που οι Γέτες λατρεύουν τον Ζάμολξη και οι Κίλικες τον Μόψο κι οι Ακαρνάνες τον Αμφίλοχο κι οι Θηβαίοι τον Αμφιάρεω κι οι Λεβαδίτες τον Τροφώνιο, έτσι λατρεύουν κι οι Χριστιανοί έναν άνθρωπο που κυνηγήθηκε και πιάστηκε και έχασε τελικά τη ζωή του. Οι τιμές που του αποδίδουν δεν διαφέρουν από κείνες που αποδίδονται στον Αντίνοο, τον αγαπημένο του Αδριανού. Κι όμως δεν ανέχονται καμία σύγκριση ανάμεσα στον Ιησού και τον Απόλλωνα ή τον Δία· τόσο πολύ έχει θολώσει την κρίση τους η πίστη. Και τονίζουν ότι το σώμα του ήταν θνητό -σα να λέμε δηλαδή ότι η σάρκα του ήταν πιο φθαρτή από το ασήμι ή το χρυσάφι ή την πέτρα, κι ότι μοιραζόταν κι αυτός τις αδυναμίες του κορμιού- κι ότι ο ίδιος μέσα από ένα ανθρώπινο κορμί ενεργούσε ως θεός. Όμως, μας λένε, βάζοντας κατά μέρος τη φθαρτή του σάρκα, αποθεώθηκε. Τότε, τι λιγότερο έχουν ο Ασκληπιός και ο Διόνυσος και ο Ηρακλής; Περιγελούν οι Χριστιανοί όσους λατρεύουν το Δία, αφού στην Κρήτη υπάρχει ο τάφος του, που τον επιδεικνύουν οι Κρήτες στους περιηγητές· και δεν καταλαβαίνουν ότι κι οι ίδιοι δεν κάνουν τίποτα λιγότερο από τους Κρήτες.

  61, 3 Μα κανείς Χριστιανός δεν αμφιβάλλει ότι όλοι οι άνθρωποι λατρεύουν με περίπου τις ίδιες τιμές και τον ίδιο τρόπο τους θεούς τους. Ποιος Χριστιανός υποστήριξε κάτι τέτοιο; Οι Χριστιανοί θαρρώ δεν διδάχτηκαν την λατρεία από τους προηγούμενούς τους, την θρησκεία των οποίων απέρριψαν; Ίδιες τιμές δε αποδίδουν στον Ναζωραίο με αυτές που κάποιοι άλλοι αποδίδουν στον Αντίνοο; Αλλά τι πιο λογικό να υποστηρίζει κανείς; Ότι το μέγεθος των τιμών κάνει την διαφορά μεταξύ των θεών; Αφού και αυτοί οι Έλληνες πολύ περισσότερο τιμούσαν τον Απόλλωνα παρά τον αρχηγό εκείνων, τον Δία τι θα πρέπει να συμπεράνει κανείς για την θρησκεία τους; Ότι ο Δίας ήταν κατώτερος του Απόλλωνα; Βεβαίως και όχι. Αλλά μήπως μπορεί κανείς να συγκρίνει τον Αντίνοο με τον Ιησού; Και τι έπραξε ο Αντίνοος, που ήταν άνθρωπος, για να γίνει θεός; Επειδή ήταν ωραίος εις την όψη; Μα και μια αγελάδα μπορεί να είναι ωραία στην όψη. Χιλιάδες άλλοι άνθρωποι και μυριάδες ζώα είναι ωραία στην όψη. Ή μήπως έγινε θεός για εκείνο που κάποιοι διαδίδουν; Ότι εκείνος είναι εραστής του Αύγουστου Αδριανού; Αν ήταν ο έρωτας να διαχωρίζει θεούς και ανθρώπους θαρρώ ότι όλος ο κόσμος θα γέμιζε θεούς, λογικούς και άλογους, ωραίους και άσχημους, δίκαιους και άδικους, κακούς και καλούς… Συ είπες στην αρχή τη πραγματείας σου ότι θα ελέγξεις την αρετή του Χριστιανικού δόγματος αλλά αντί αυτού, ελέγχεις συνεχώς πράματα που δεν αρμόζουν σε αυτήν που εσύ ορίζεις ως μέσο διαχωρισμού. Αλλά για την αδυναμία της σάρκας και γιατί ο Ιησούς την ενδύθηκε σου είπα άλλοτε όπως πριν σου μίλησα για τον Απόλλωνα. Αλλά και γι’ αυτά και τα άλλα ανούσια που λες για τον Δία και τον τάφο του στην Κρήτη δεν έχω παρά να σου δηλώσω ότι δεν είναι μόνο οι Κρήτες που είπαν για τον Δία για γεγονότα σε σχέση με την Κρήτη. Και άλλοι τόποι και άλλοι λαοί υποστήριξαν τα ίδια. Τι συμβαίνει λοιπόν; Ισχύουν όλα τούτα; Αλλά και ο τάφος του Δία θαρρώ, από κανέναν δεν εμφανίστηκε ως άδειος αλλά έτσι έμεινε και κανείς στρατιώτης δεν τον φρουρούσε μην αδειάσει Αλλά για τον Ιησού όλοι οι Χριστιανοί συμφωνούν στο που γεννήθηκε, που έζησε, που δίδαξε, που σταυρώθηκε και που αναστήθηκε και κανείς δεν λέει ότι πήγε εδώ και κει, έγινε εραστής σε κείνη ή στην άλλη την γυναίκα, πέρασε από δω και έφυγε από κει, πέταξε προς τα κάτω και μετά προς τα πάνω και μια σειρά από άλλες διηγήσεις που και ο Αίσωπος ο ίδιος που ξέρει την πραγματικότητα και τα παραμύθια, δεν θα τις έντασσε στην σφαίρα της λογικής, της αλήθειας και της αρετής. Και ας μην ξεχνάς ότι ο Ιησούς καμιά φθαρτή σάρκα δεν έβαλε κατά μέρος για να αποθεωθεί διότι Θεός εξάλλου ήταν πάντα μα την σάρκα μάλλον αποθέωσε εν μελλοντική του κόσμου αφθαρσία.

Ακόμη, οι πιο συνετοί των Χριστιανών επιβάλλουν να μη ζυγώνει στις κοινότητες τους κανένας μορφωμένος, κανένας σοφός, κανένας λογικός· τέτοιες ιδιότητες τις θεωρούν κακές. Ενώ όποιος είναι αμαθής, βλάκας, αμόρφωτος ή νήπιος, μπορεί να πλησιάσει άφοβα. Ομολογώντας ότι τέτοιου επιπέδου άνθρωποι είναι άξιοι του θεού τους, δείχνουν ότι επιδιώκουν -και μπορούν- να πείθουν μόνο τους ηλίθιους, τους τιποτένιους, τις γυναικούλες, τους δούλους και τα παιδάκια. Κι όμως, τι το κακό υπάρχει στο να μορφώνεται κανείς και να μελετάει τα λόγια των μεγάλων διανοητών, και να αποκτά σύνεση και σωφροσύνη; σε τι εμποδίζουν αυτά τη γνώση του θεού; Δεν είναι αυτά οι προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει κανείς να φτάσει στην αλήθεια;

 63,1 Αυτό δεν ευσταθεί και μάλλον το αντίθετο συνέβη, μερικά χρόνια αφότου εσύ έφυγες από την ζωή. Το Χριστιανικό δόγμα όχι μόνο έγινε αποδεκτό από πλειάδα σοφών Ελλήνων, που αν μη τι άλλο συνδύασαν με τον Ιησού ότι άλλο είχαν διδαχτεί, και όχι μόνο· στο δόγμα που προέκυψε από τις διδαχές Του και από την ζωή Του, βρήκαν πράγματα ανώτερα από όλα όσα είχαν πει πολλοί σοφοί της Αθήνας. Μάλιστα κάποιοι από αυτούς τους Χριστιανούς, πήγαν και σε σχολές αργότερα στην Αθήνα και αντί να είναι οι Χριστιανοί που απαγόρευαν σε μορφωμένους να τους πλησιάσουν, αντιθέτως οι δήθεν μορφωμένοι σαν του λόγου σου, δεν τους άφηναν να μορφωθούν. Άραγε εφόσον η μόρφωση θα τους απόπαιρνε από την ανόσια διδασκαλία του Ιησού, που όπως λες έκανε για γυναικούλες, ηλίθιους και τιποτένιους, δούλους και παιδάκια, τότε ποιός πραγματικά ανόσιος τους απαγόρευσε να μορφώνονται θαρρείς και ενίσχυε την ηλιθιότητά τους; Αν δεν υπάρχει κακό στην μόρφωση και οι Χριστιανοί θέλοντας να μορφωθούν πράττοντας το καλό προσπαθώντας να αποβάλλουν το κακό, μορφώνονταν, τότε γιατί σοφοί σαν και σένα με την βοήθεια κάποιου αποστάτη αυτοκράτορα προσπάθησαν να τους αποτρέψουν; Τί έχουν αλήθεια να φοβηθούν, οι σοφοί και οι μορφωμένοι από δόγματα ηλίθιων, παιδιών και τιποτένιων; Εκτός και αν υποθέσουμε ότι οι πραγματικοί τιποτένιοι, οι ηλίθιοι και τα μικρότερα παιδιά δεν βρίσκονται ανάμεσά στους τελευταίους, παρά σαφώς και σίγουρα ανάμεσα στους πρώτους.

Και για την αλήθεια μπορώ και θα σου πω. Όλοι οι σοφοί λαοί του κόσμου, τόσα χρόνια πριν και πολύ πριν έρθει ο Ιησούς, σάμπως και δεν μελέτησαν, μορφώθηκαν και δεν παιδεύτηκαν; Την βρήκαν την αλήθεια; Μα το λοιπόν, πού ‘ντη; Διότι η αλήθεια για τον Θεό δεν μπορεί παρά να είναι μόνο μία, εκτός και αν υποθέσουμε ότι υπάρχουν πολλοί θεοί, πράγμα για το οποίο νομίζω σου μίλησα.

Ούτε μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Θεός την μια είναι έτσι και την άλλη αλλιώς, την μια όπως λένε οι Χαλδαίοι, την άλλη όπως οι Φοίνικες, την μια όπως οι Αιγύπτιοι και την άλλη όπως οι Υπερβόρειοι, την μια όπως οι Ινδοί και την άλλη όπως οι Έλληνες. Ως και αυτοί οι τελευταίοι μεταξύ τους είχαν πολλές εκδοχές. Άλλοι λένε ότι είναι η φύση, άλλοι ότι δεν υπάρχει, άλλοι ότι είναι ένας, άλλοι ότι είναι μεν ένας αλλά υπάρχουν και άλλοι. Μα τί ισχύει λοιπόν ανάμεσα σε τόσα; Είναι όλα τούτα σοφά και δίκαια; Όλα αυτά είναι αλήθεια ή της τρέλας παραμύθια; Αν διαβάσεις γεωγράφους για κάποια χώρα μακρινή, την οποία δεν γνωρίζεις, θα δεις ότι μερικοί από αυτούς έχουν κοινά σημεία. Αυτά συνήθως και το πιθανότερο θα είναι να είναι αλήθειες· αν δεν πας όμως ο ίδιος να δεις από κοντά, καλό είναι να προσέχεις, διότι αρκετοί χάρτες για θάλασσες φτιάχτηκαν αλλά οι καπετάνιοι που δεν πρόσεχαν βούλιαξαν μαζί με τα καράβια τους και μαζί με αυτούς και το πλήρωμά τους. Όταν λοιπόν κάθε γεωγράφος λέει τα δικά του, καλό είναι να προσέχουμε. Οι Χριστιανοί ως γεωγράφοι για την περίπτωση του Ιησού γνωρίζεις νομίζω τι λένε, γι’ αυτό και από τις θέσεις τους δεν μετακινούνται, μιας και τον χάρτη τους ο Θεός τον έδωσε παρά κανένας πειρατής απατεώνας.

 

Αλλά τους βλέπουμε και στις αγορές όπου συγκεντρώνουν ακροατήριο μέσα από τον απλό λαό και λένε τα πιο ακατονόμαστα πράγματα, ενώ δεν τολμούν να παρουσιαστούν και να μιλήσουν ή να εκφράσουν το πιστεύω τους σε μια συνάθροιση μορφωμένων ανθρώπων. Αντίθετα, όπου δει κανείς καμιά παρέα ηλιθίων ή τίποτε παιδάκια ή υπηρέτες, εκεί θα βρει και τους Χριστιανούς να καμαρώνουν και να πουλάν εξυπνάδες. Αλλά και μέσα σε σπίτια ακόμη, βλέπεις κάτι τύπους εντελώς αμόρφωτους και ακαλλιέργητους, κάτι τσαγκάρηδες, εριουργούς και βαφείς, που δε θα τολμούσαν ν’ ανοίξουν το στόμα τους να μιλήσουν μπροστά σε ανώτερους τους. Όποτε όμως βρουν ευκαιρία να ξεμοναχιάσουν τα παιδιά του σπιτιού ή τίποτε ευκολόπιστες γυναικούλες, θα τους ακούσεις να λένε ένα σωρό παράδοξα πράγματα, και μάλιστα διεξοδικότατα: πως δεν πρέπει να δίνουν σημασία στον πατέρα και στο δάσκαλο, αλλά απλώς να υπακούνε· πως οι μεγάλοι λένε μπούρδες και το μυαλό τους είναι παράλυτο και τίποτα το καλό δεν ξέρουν και δεν μπορούν να κάνουν, γιατί είναι παρασυρμένοι από κούφιες ανοησίες· πως μόνο αυτοί (σαν Χριστιανοί) ξέρουν πώς πρέπει να ζει κανείς, και αν τα παιδιά τους πιστέψουν θα βρουν την ευτυχία -και αυτά και το ίδιο το σπιτικό τους. Κι αν τύχει, καθώς δασκαλεύουν το παιδί, να δουν τον πραγματικό δάσκαλο να πλησιάζει ή κάποιον σοβαρό άνθρωπο ή τον ίδιο τον πατέρα του παιδιού, τρέπονται σε φυγή -τουλάχιστον οι πιο διακριτικοί· οι πιο αναιδείς σπρώχνουν το παιδί στην εξέγερση· του εξηγούν χαμηλόφωνα ότι μπροστά στον πατέρα ή το δάσκαλο δεν μπορούν και δεν θέλουν να μιλήσουν, για να αποφύγουν την ανοησία και τη σκαιότητα των μεγάλων, κι αυτό για το καλό των παιδιών, για να μη τιμωρηθούν αυτά· και ότι καλό θα ήταν να παρατήσουν γονείς και δασκάλους και ν’ ακολουθήσουν τους συνομηλίκους τους και τις γυναίκες στο τσαγκαράδικο ή στο βαφείο ή στο πλυσταριό, για να τελειοποιήσουν τις γνώσεις τους. Και λέγοντας τέτοια, πείθουν.

 63 , 2 Συ λες αυτά που είναι ειδήσεις όμοιες με εκείνες που ακούει κανείς στην αγορά, έπειτα από λοιμούς, θλίψεις, πείνες, πολέμους και δυστυχίες μεταξύ των απελπισμένων. Αλλά γνωρίζεις πολύ καλά γιατί έγιναν όλα αυτά που λες, γιατί οι Χριστιανοί κρυφά μιλούσαν, νομίζω οι κατακόμβες κάτι έχουν να διδάξουν αλλά πολύ αμφιβάλλω αν στα χρόνια σου ετούτα ήτανε γνωστά καθώς ο φόβος υπήρχε ακόμα μεγάλος και οι καταδότες στα σίγουρα δεν έλειπαν από τις γωνιές της κάθε πόλης.

Ας μη θεωρηθεί ότι τους κατηγορώ πιο αυστηρά απ’ ό,τι επιβάλλει η ίδια η αλήθεια. Και θα φανεί αυτό από τα παρακάτω: οι ιερείς των διαφόρων θρησκειών προσκαλούν στις τελετές τους, «όποιον έχει χέρια καθαρά, και γλώσσα συνετή», και άλλοι, «όποιον είναι απαλλαγμένος από κάθε λογής βρωμιά, κι η ψυχή του δεν συμμερίζεται το κακό, και όποιον έχει ζήσει όμορφα και δίκαια» -ώστε η υπόσχεση του εξαγνισμού από την αμαρτία κατά κάποιο τρόπο να εκπληρώνεται από την καθαρότητα των ίδιων των μελών. Ας ακούσουμε ποιους καλούν κοντά τους οι Χριστιανοί- όποιος, λένε, είναι αμαρτωλός, όποιος είναι ανόητος, όποιος είναι νήπιος, όποιος είναι δαιμονισμένος, αυτός θα κερδίσει τη βασιλεία του θεού. Κι ακόμη καλύτερα ίσως αν είναι και άδικος και κλέφτης και διαρρήκτης και δηλητηριαστής και βλάσφημος και τυμβωρύχος. Ούτε προσκλητήριο να ήταν, για σύσταση συμμορίας ληστών. Μα, θα πούνε, ο θεός στάλθηκε στη γη για χάρη των αμαρτωλών (θαρρείς κι είναι κανένας γιατρός που τον έστειλε στην πόλη ο φιλάνθρωπος βασιλιάς, να γιατρέψει τους αρρώστους). Καλώς- και με τους αναμάρτητους τι γίνεται;16 Αυτοί δεν είναι άξιοι της χάρης του; Μήπως τελικά είναι κακό να ’ σαι αναμάρτητος; Μήπως θέλουν να μας πούνε πως τον άδικο άνθρωπο θα τον δεχτεί, βέβαια, αφού πρώτα ο άδικος πέσει στα γόνατα και σκόπιμα αυτοταπεινωθεί, ενώ τον δίκαιο δεν θα τον δεχτεί, ακόμα κι αν αυτός τιμά τον θεό με τρόπο ενάρετο;

 65, 1 Ωραία λοιπόν. Εσύ και οι ομοϊδεάτες σου ορίζεται ότι ο καθείς αμαρτωλός εξαγνίζεται και καθαρίζεται με το νερό ενώ είναι πολύ πιο ορθό να ορίζει κανείς ότι για να καθαριστεί κάποιος θα πρέπει να πλυθεί με τον Λόγο του Θεού και όχι να εξαγνίζεται με τα λουτρά και τα πολλά νερά, διότι τότε και τα άλογα που πλένονται και καθαρίζονται πράττουν όσα και άνθρωποι αλλά εκείνα φυσικά δεν χρίζουν ιερέων. Αλλά και από αυτά τα άλογα μερικά, όπως οι γνωστοί σε όλους χοίροι, θαρρώ ότι νομίζουν πως καθαρίζονται αλλά αντί αυτού κυλιόνται μες τα κόπρανα και στις βρώμικες τις λάσπες. Αλλά βέβαια αυτό δεν είναι οφθαλμοφανές σε αυτούς παρά μόνο σε λογικούς ανθρώπους. Μάλιστα κάποιοι ιερείς και πιστοί από τους άλλους τους σοφούς, ως όρισες λαούς, με το αίμα των θυσιών διαρκώς καθαρίζονται και νομίζουν ότι εξαγνίζονται αλλά σε αυτό τους χλεύασε και ο σοφός Έλληνας Ηράκλειτος που τους ξεκαθάρισε ότι με τέτοιες θρησκευτικές συνήθειες κανείς δεν εξαγνίζεται, ούτε καθαρίζεται από κάτι παρά μόνο πράγματι λερώνεται όχι μόνο στο σώμα αλλά και στην ψυχή αφού στα αλήθεια διόλου δεν την εξαγνίζει με το αίμα που ξεπλένει το δέρμα του και γι’ αυτό θαρρώ τους χαρακτήρισε ανόητους. Τέτοια και άλλα όμοια απίθανα με αυτά θαρρώ και ο ίδιος ο Απόλλωνας δίδασκε στους ανθρώπους και εξαγνίστηκε, λες και ακάθαρτος ήτανε θεός, από μια ιερή φαίνεται Δάφνη και έκτοτε στα Πύθια όλοι έπρατταν το ίδιο και η δάφνη λένε ότι μετάδιδε την ιερή ιδιότητά της στους στεφανωμένους. Ακόμη λες ότι Χριστιανοί καλούν τους αμαρτωλούς ενώ οι ιερείς των άλλων θρησκειών καλούν τους καθαρούς στα χέρια, την ψυχή, όποιον ζει όμορφα και δίκαια. Μα ποιος το κρίνει αυτό; Οι ιερείς ή οι καθαροί μόνοι τους; Αν μόνοι τους είναι ικανοί να κρίνουν κάτι τέτοιο τότε τι τους θέλουν τους ιερείς; Αν πάλι τους κρίνουν οι ιερείς τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι οι άνθρωποι, έστω και αν ιερείς έγιναν πιο σοφοί και από τον Θεό και άρχισαν αλήθεια να αποδίδουν την τέλεια δικαιοσύνη. Μα γι’ αυτό νομίζω ήδη σου μίλησα και οι απόψεις των Χριστιανών είναι ότι κανείς δεν είναι δίκαιος όπως ο Θεός μας διότι και στους μύθους των Ελλήνων θα δεις ότι ούτε οι ίδιοι οι ιερείς δεν είναι αναμάρτητοι για να μπορούν και όλους τους άλλους δίκαια να κρίνουν, μιας και η Αθηνά ξαπόστειλε τον οπλισμένο Τυδέα την ιέρεια Ισμήνη να σφαγιάσει που τόλμησε να εισέλθει σε ερωτικά παιχνίδια στο ιερό της μαζί με τον Περικλυμένο. Γι’ αυτό λοιπόν ο Θεός μας είναι ο Μόνος Ανώτερος δικαστής και Ιατρός και όχι εμείς οι θνητοί και κάτι τέτοιο σαφώς ο Θεός μας το είπε όταν όρισε ότι κανείς εξ ημών δεν μπορεί να τον ελέγξει περί της αμαρτίας. Αλλά και πάλι, αφού λοιπόν όλοι τούτοι είναι δίκαιοι και καθαροί, γιατί προστρέχουν να εξαγνιστούν; Εγώ δεν έχω δει κανένα υγιή να τρέχει σε γιατρό, διότι αν όντως τρέχει στον γιατρό τότε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι είτε είναι άρρωστος, είτε ότι του σάλεψε, είτε ότι δεν έχει γνώση της υγείας του, δηλαδή είναι κατά την σκέψη άρρωστος, είτε ότι προστρέχει στον ιατρό για να περάσει την ώρα του. Δεν νομίζω όμως κανείς να πήγαινε στα Ασκληπιεία για να παίξει ζάρια Αλλά ως γνωρίζεις υπάρχουν άρρωστοι οι οποίοι έχουν διαφορετικές αρρώστιες μεταξύ τους. Άλλοι τους πονά το πόδι, άλλους το κεφάλι, άλλους το χέρι, άλλους το νύχι και άλλοι μετά από μάχη είναι ετοιμοθάνατοι. Δεν είναι πιο λογικό λοιπόν, ένας ιατρός να προστρέξει πρώτα στους ετοιμοθάνατους παρά σε εκείνους που τους πονά το νύχι; Διότι ο ετοιμοθάνατος από στιγμή σε στιγμή μπορεί να ξεψυχήσει ενώ εκείνος που τον πονά τον νύχι μπορεί να περιμένει θαρρώ. Όχι όμως γιατί εκείνος που τον πονά τον νύχι δεν είναι άρρωστος αλλά διότι η κατάστασή του δεν χρήζει άμεσης επέμβασης και φυσικά μπορεί να ζήσει έστω και αν το νύχι του τον πονάει. Ένας όμως που του καρφώθηκε ένα δόρυ στο πόδι του, πόσο μπορεί να αντέξει; Ένας ιατρός λοιπόν που δεν φροντίζει τους βαριά άρρωστος, τι σόι ιατρός μπορεί να είναι; Θυμίζει άνθρωπο που καταπιάνεται με τα εύκολα και αποφεύγει τα δύσκολα είτε γιατί δεν τον ενδιαφέρει για τους αρρώστους είτε γιατί δεν είναι ικανός να τους γιατρέψει, γι’ αυτό και τους αφήνει στην μαύρη και άτυχή τους μοίρα. Γι αυτό λοιπόν και οι Χριστιανοί πρώτα από τους πιο βαριά αρρώστους ξεκινάνε τις θεραπείες της ψυχής. Αλλά έπειτα ενδιαφέρεσαι για τους αναμάρτητους. Για τους Χριστιανούς τέτοιοι θνητοί δεν υπάρχουν. Μόνο ο Θεός χρήζει τέτοιων ιδιοτήτων. Εγώ όσους ανθρώπους παρατήρησα από την γέννα τους μέχρι τον θάνατό τους, λίγο πολύ σε κάποια αρρώστια κύλησαν και ουδείς εξ’ αυτών υπήρξε υγιείς από όταν γεννήθηκε μέχρι να πεθάνει και αυτό ισχύει και για τους ιατρούς, δεν νομίζεις;

Οι σωστοί δικαστές, όταν βλέπουν στο δικαστήριο κάποιον να κλαίγεται και να χτυπιέται για να βρει το δίκιο του, του λένε να πάψει να γίνεται αξιολύπητος ώστε να κριθεί με γνώμονα την αλήθεια και όχι προκαλώντας τον οίκτο· οι Χριστιανοί όμως θέλουν να μας πείσουν ότι ο θεός τους κρίνει επηρεασμένος από τις κολακείες μας και όχι με γνώμονα την αλήθεια. Και αν δεχτούμε ότι από τη φύση του το ανθρώπινο είδος κλίνει κατά κάποιο τρόπο προς την αμαρτία, θα ’ πρεπε τότε στους πάντες να απευθύνεται το μήνυμα· προς τι αυτή η προτίμηση στους αμαρτωλούς ειδικά; Ο λόγος είναι ότι για τους πραγματικά καλούς και δίκαιους ανθρώπους το μήνυμα τους δεν έχει νόημα· αυτούς λοιπόν δεν μπορούν να τους τραβήξουν με το μέρος τους οι Χριστιανοί, γι’ αυτό και προτιμούν ν’ απευθύνονται στους μιαρούς και τους διεφθαρμένους. Ο καθένας βέβαια ξέρει ότι τον κακό άνθρωπο -που είναι τέτοιος είτε από τη φύση του είτε γιατί έτσι έμαθε μεγαλώνοντας- δεν τον μεταμορφώνεις σε καλό ούτε με την τιμωρία ούτε με την συμπόνια- είναι εξαιρετικά δύσκολο να μεταβάλεις εντελώς την ιδιοσυγκρασία κάποιου. Παρ’ όλα αυτά ο θεός τους προφανώς επηρεάζεται από τα αισθήματα οίκτου και συμπόνιας που του προκαλούν οι πιστοί του κι απαλλάσσει όσους υπήρξαν κακοί, ενώ έναν ενάρετο που δεν συμπεριφέρεται έτσι, τον απορρίπτει -πράγμα εντελώς άδικο.

 67,1 Αλήθεια στα δικαστήρια συμβαίνουν και γεγονότα σαν αυτά που περιγράφεις αλλά οι δικαστές εκείνοι είναι άνθρωποι και όπως λες επηρεάζονται από τις κολακείες των κατηγορουμένων. Δεν νομίζω ότι είναι σοφό να υποστηρίζουμε ότι ο Θεός δεν γνωρίζει τι συμβαίνει στην καρδιά και στην σκέψη των ανθρώπων· ούτε είναι λογικό να δεχόμαστε ότι ο Θεός επηρεάζεται από τα λόγια και τις κολακείες τους, λες και είναι κανείς από αυτούς τους αφελείς βασιλιάδες. Όπως και συ θα ξέρεις πολλοί στην Ελλάδα στον δικό τους θεό προσεύχονται και άλλοι από αυτούς φωνάζουν, παριστάνοντας τους σωστούς ρήτορες, αναγιγνώσκοντας ένα σωρό κατεβατά και προσευχές μπροστά από τα πολλά τα πλήθη, λες και ο Θεός έχει ανάγκη από ποίηση και όχι από ουσία. Άλλοι που δεν έτυχαν μόρφωσης λένε μόνο πέντε και έξι φράσεις. Τί να σκεφτούμε λοιπόν σοφέ μας Κέλσο; Ότι ο πιο δεινός ρήτορας εισακούγεται από τον Θεό και εκείνος ο λιγότερο καθόλου και όχι; Θα ήταν σοφό λοιπόν να υποθέσουμε, ότι ο Θεός παραπλανάται από τα λόγια μας και δεν ξέρει την σκέψη μας και τι πραγματικά νιώθουμε στο εσωτερικό μας; Αν είναι έτσι, πες μας εσύ τότε τί θα πρέπει να σκεφτούμε για εκείνους τους σοφούς, ενάρετους και ευλαβείς, που αντί να απαγγέλλουν τις προσευχές τους αντίθετα τις σκέφτονται δίχως να προφέρουν λέξη. Τί θα  υποθέσουμε γι’ αυτούς; Ότι ο Θεός δεν μπορεί να τους ακούσει; Μα μήπως το λοιπόν υποστηρίζεις ότι ο Θεός έχει αυτιά; Αλίμονο τότε, διότι με τις σκέψεις σου σε λίγο θα πρόκειται να πούμε ότι οι μουγγοί προσευχή δεν έχουν ή δεν είναι άνθρωποι και μάλιστα καλύτεροι από μένα και από σένα.

Μάλιστα υποστηρίζεις ότι ένας άνθρωπος είναι από την φύση του κακός και δεν μεταμορφώνεται μήτε με την συμπόνια, μήτε με την τιμωρία, είτε είναι μικρός, εφόσον από την φύση λες είναι κακός, είτε είναι μεγάλος. Όμως όλοι ξέρουν ότι η Σπάρτη στα παλιά τα χρόνια έβγαζε τους πιο σκληραγωγημένους πολεμιστές και θυμάμαι ότι οι Πέρσες πήρανε μια γεύση. Όλη αυτή η πολεμική τους η σκληράδα δεν οφείλεται στο ότι διδάχτηκαν έτσι από μικροί ή μήπως αλήθεια γεννιόνταν έτσι; Αν γεννιόνταν όμως θαρραλέοι και σκληροί πολεμιστές, γιατί δεν είναι πλέον τώρα; Δεν φταίει σε αυτό στο ότι άλλαξαν οι συνθήκες μέσα στις οποίες μεγάλωσαν; Και οι Ρωμαίοι κάποτε ήταν γνωστοί για τις πολεμικές τους αρετές. Μετά όμως έγιναν μαλθακοί και όλοι ξέρουμε ότι ο στρατός τους αποτελούνταν αργότερα από Γαλάτες και Γερμανούς, φύλα βάρβαρα και πολεμοχαρή, από ότι οι άλλοι που τα σπαθιά τους γνώρισαν μας λένε. Κανείς λοιπόν δεν γεννιέται άξιος πολεμιστής αλλά διδάσκεται σε αυτό. Και οι ενηλικιωμένοι ακόμη έχουν περιθώρια διδαχής και δεν νομίζω ότι αυτό που λες για αυτούς να στέκει, διότι οι ίδιοι αυτοί οι Γερμανοί και οι Γαλάτες άκουσα ότι άρχισαν να αλλάζουν και να επιθυμούν αντί της βαρβαρότητας, να γεύονται τις απολαύσεις και τις μαλθακότητες που άλλαξαν τους ίδιους τους σκληροτράχηλους Ρωμαίους.

Σε ενοχλεί ότι οι Χριστιανοί καλούν τους αμαρτωλούς και όχι τους καθαρούς. Μα τί μώρα πράγματα είναι αυτά που λες της απίθανης σοφίας Κέλσο; Μήπως δεν είπαμε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί, παρά καθαροί σαν του Ουρανού τον Ύψιστο Πατέρα; Και αφού όλοι αμαρτωλοί τυγχάνουν σαφώς και όλοι χρήζουν κάποιας θεραπείας· ή θαρρείς ο Ιπποκράτης και οι άλλοι του κόσμου ιατροί να υπήρχανε, αν όντως όλοι τα είχανε πάντοτε καλά με την υγεία; Και η διαφορά με τον Θεό είναι πως και οι ιατροί αρρώσταιναν, παρά τις σοφές τους γνώσεις, παρέα με τους άλλους.

Ας τελειώσω μια φορά και με τα δικαστήρια που λες, διότι αναρωτιέμαι τί να ’ ναι αυτό που ενδιαφέρει ένα δικαστήριο που με τον Θεό λες και μοιάζει; Η μετάνοια του κατηγορούμενου ή ανταπόδοση της αδικίας; Ο δικαστής μόνο την ανταπόδοση ζητεί και δεν θέλει να δημιουργήσει ο φταίχτης λύπηση για τον εαυτό του. Μα ο Θεός που δεν γελιέται με το κλάμα, γνωρίζει ποιος μετάνιωσε για να τον συγχωρήσει. Έτσι είναι που οι άνθρωποι αλλάζουν και εδώ η σοφία σου γελιέται.

 

Οι διδάσκαλοι τους πάλι, λένε: «οι σοφοί αδιαφορούν πλήρως για τη Χριστιανική μας διδασκαλία, γιατί η ίδια τους η σοφία τους παραπλανά και τους βάζει τρικλοποδιά» -πρόκειται για επιχειρήματα που σε κάθε τους λεπτομέρεια προκαλούν το γέλιο. Ακριβώς επειδή δεν μπορούν να πείσουν κάποιον μυαλωμένο, ψάχνουν ανάμεσα στους χαζούς. Εγώ θα παρομοίαζα τον Χριστιανό δάσκαλο με τσαρλατάνο που ενώ υπόσχεται να αποκαταστήσει την υγεία κάποιου, τον αποτρέπει με κάθε τρόπο από το να πάει να κοιταχτεί σ’ έναν έμπειρο γιατρό, από φόβο μήπως τον εκθέσει η επιστημονική κατάρτιση του τελευταίου. (Άλλωστε, συμβαίνει αυτό και στην πραγματικότητα:) Τρέχει σε κάτι νήπιους και ηλίθιους χωριάτες και τους λέει, «μη πηγαίνετε σε γιατρούς, όποιον υπόσχονται να θεραπεύσουν, τον καταστρέφουν», και, «προσοχή, κανείς σας να μην αγγίξει την γνώση, γιατί η γνώση είναι επικίνδυνο πράγμα, η γνώση είναι αρρώστια της ψυχής, η σοφία ισοδυναμεί με καταστροφή. Εμένα ν’ ακούτε, μόνο εγώ θα σας σώσω». Μου θυμίζει μεθυσμένο που κουβεντιάζει παρέα με άλλους μεθυσμένους και κατηγοράει τους ανθρώπους που δεν πίνουν ως μέθυσους. Ή μύωπα που κάνει κήρυγμα σε μύωπες, ότι οι άνθρωποι με δυνατή όραση έχουν πάθηση στα μάτια. Αυτά τους καταλογίζω, για να μην αναφερθώ σε όλα· γνώμη μου είναι ότι πέφτουν σε βαρύ σφάλμα γιατί η στάση τους είναι εξευτελιστική για το θεό και σκοπός τους είναι να προσφέρουν εύκολες ελπίδες στους μικρόψυχους, να τους κάνουν να βλέπουν υπεροπτικά τους καλύτερους τους και, δήθεν για το καλό τους, να τους αποφεύγουν.

 69,1 Πράγματι Κέλσο, δεν υπάρχει μεγαλύτερη τρικλοποδιά στον Χριστιανισμό από την ίδια την σοφία, αλλά όχι για τους λόγους που εσύ μας περιγράφεις. Και διάφοροι μυαλωμένοι χωρίς κανείς να τους εξαναγκάσει ή να τους εκβιάσει ενέσκηψαν στον δόγμα μας και βρήκαν αρετές σε αυτό που εσύ παραμερίζεις. Ας σου διηγηθώ ορισμένα πράγματα για την σοφία και πως αυτή βάζει τρικλοποδιά μόνο σε μερικούς, που κάθε άλλο παρά σοφοί είναι, ώστε να μην λες ότι δεν έχεις λόγους να πιστεύεις τα όσα ισχυρίζομαι.

Όλοι λοιπόν γνώριζαν τον Σωκράτη στην Αθήνα και όλοι είχαν πει ότι είναι ο πιο σοφός των σοφών. Ο ίδιος ο Σωκράτης είχε αποδεχτεί ότι η σοφία του όλη περικλείονταν στην γνώση της άγνοιάς του. Εκείνος ήταν όντως λοιπόν σοφός, εφόσον υποστήριζε ότι δεν είναι σοφό και ούτε λογικό, ανθρώπινη σκέψη να μπορεί να περιλάβει όλη την γνώση του κόσμου τούτου. Κάτι τέτοιο είναι πράγματι αδύνατο διότι απλός γεωγράφος να είναι κάποιος, για να υποστηρίξει ότι γνωρίζει όλη την γεωγραφία θα πρέπει να γυρίσει όλη την φύση από άκρη σε άκρη, πράγμα αδύνατο. Και αν καταφέρει ποτέ του να το πράξει εδώ στην γη, μήπως θα προλάβει να το πράξει και για όλα τα άστρα του ουρανού, που ο Θαλής τα όρισε γεώδη; Πολλές φορές πιο αδύνατο θαρρώ. Ανάλογο ακριβώς πράγμα διδάσκουν και οι Χριστιανοί. Διδάσκουν δηλαδή, ότι όποιος θεωρεί ότι γνωρίζει περισσότερα από τον ίδιο τον Θεό γίνεται αλαζόνας και σύντομα η αλαζονεία του θα τον φάει σαν το σκουλήκι που κατατρώγει τις σάρκες ενός πτώματος, κάποια άγνωστη σε μας ημέρα.

Και οι Έλληνες θαρρώ πως ίδια και ανάλογα είπαν με τα παραπάνω, καταπώς ο Απόλλωνας σκότωσε τα δώδεκα παιδιά της Νιόβης, όταν εκείνη περηφανεύθηκε ότι γέννησε περισσότερα παιδιά από την Λυτώ, θέλοντας να τιμωρήσει της δική της αλαζονεία. Έστω λοιπόν και αν ο Απόλλωνας άδικα θανάτωσε τους δώδεκα τους παίδες για να τιμωρηθεί η μητέρα τους η αλαζόνα, εντούτοις ας μείνουμε στο πρόβλημα της ανθρώπινης αλαζονείας· οι αλαζόνες δεν έχουν δυνατή όραση αλλά πιστεύουν μόνο σε αυτά που βλέπουν αυτοί και όχι μόνο δεν αναλύουν αυτά που άλλοι είδαν ως υγιείς ή έστω ως μύωπες, όπως λες, αλλά αν τυχόν τυφλός γι’ αυτούς, γυρίσει να τους διδάξει κάτι, νομίζουν ότι ο τυφλός μιας και δεν έχει μάτια είναι ανίκανος για σκέψη. Κάτι τέτοιοι αλαζόνες λοιπόν, με μερικές απλές ματιές διαβάζουν τα κείμενα των Χριστιανών και ένεκα αυτής τους της αλαζονείας, πιστεύουν ότι κακώς η δική τους η σοφία ασχολείται με τέτοια απλά πράματα, θεωρώντας ότι όλα εκείνα είναι για πέταμα και άξια των θηρίων. Έτσι απαξιώνουν τα ευαγγέλια και δεν ρίχνουν μια βαθύτερη ματιά ή έστω δεν ζητούν την συμβουλή των άλλων, διότι για να πράξουν κάτι τέτοιο θα έπρεπε πρώτα να απαλλαχτούν από ένα κομμάτι της αλαζονείας τους, και δηλαδή ένα κομμάτι από τον εαυτό τους, για να δεχτούν την Θεία Σοφία· δηλαδή μιαν ανώτερη σοφία από την δική τους, που θα έρθει επ’ αυτών, και η οποία, όχι μόνο θα τους διδάξει αλλά και θα τους μάθει πράγματα που κανένα ανθρώπινο βιβλίο δεν αναφέρει. Αλλά βλέπεις εκείνοι είναι τόσο αλαζόνες που πιστεύουν ότι και ο Θεός είναι λιγότερο σοφός από αυτούς, πράμα αλήθεια πολύ παράξενο για ανθρώπους σαν και σε, που πιστεύουν σε ένα Ύψιστο Θεό. Αυτό νομίζω είναι το πιο εξευτελιστικό για τον Θεό, να τον καταλογίζουν στην σοφία μικρότερο τους οι άνθρωποι έστω και σοφοί, πράγμα που και ο Πλάτωνας δεν υποστηρίζει.

Μιας λοιπόν και αυτός ο λόγος σου ελέγχει το δόγμα μας από την πλευρά των Ελλήνων ως προς την αρετή του, έχω να σου συμπληρώσω και το εξής το οποίο από ακριβώς αυτήν την πλευρά μας δίνει περισσότερη αρετή από όλα όσα εσύ καυχιέσαι. Ο Σωκράτης όντας διαλαλητής της σοφίας του δια μέσω της άγνοιας του, αφού όπως έλεγε «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», υποστήριζε ότι την σοφία του αυτή της άγνοιας, την όφειλε ακολουθώντας το δαιμόνιό του, έτσι ονόμαζε εκείνος τον Θεό θαρρώ, και ονομάστηκε από τους ίδιους τους Έλληνες ως ο πιο σοφός μεταξύ τους, έστω και αν υποστήριζε ότι έχει άγνοια. Τί θα σκεφτούμε για τους Έλληνες λοιπόν; Ότι λαθεμένα αναγνώρισαν τον Σωκράτη ως τον πιο σοφό ή ότι ο Σωκράτης ήταν πράγματι ο σοφότερος εκείνων; Κανείς στην Ελλάδα που καυχιόνταν για την σοφία του δεν ονομάστηκε ως ο πιο σοφός των Ελλήνων. Οι Χριστιανοί λοιπόν τα ίδια και ανάλογα υποστηρίζουν, μόνο που το δικό τους το δαιμόνιο, το ορίζουν ως Θεό τον Ναζωραίο και μπρος στην Σοφία Εκείνου, διδάσκουν την άγνοιά τους, διότι μόλις την αναγνωρίσουν, Εκείνος αμέσως πλούσια την φωτίζει διαλύοντας πολλά από τα σκοτεινά τα τμήματα της.

 

 

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

 

 

 

 Σχετικά με το επιχείρημα των Ιουδαίων και μερικών Χριστιανών ότι -όπως λένε οι πρώτοι- θα κατεβεί στη γη ή -όπως λένε οι δεύτεροι- έχει ήδη κατέβει στη γη κάποιος θεός ή γιος θεού για να απονείμει δικαιοσύνη: πρόκειται για ιδέα επονείδιστη που δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Οι μεν Ιουδαίοι -όχι μερικοί αλλά όλοι τους- πιστεύουν ότι πρόκειται κάποιος να κατεβεί στη γη, οι δε Χριστιανοί -μερικοί τουλάχιστον- ισχυρίζονται ότι ήδη έχει κατέβει. Αναρωτιέμαι, τι σκοπό μπορεί να έχει ο θεός για να αποφασίσει μια τέτοια κάθοδο, θέλει να μάθει τι συμβαίνει ανάμεσα στους ανθρώπους; Δηλαδή δεν είναι παντογνώστης; Ή μήπως τα γνωρίζει μεν όλα αλλά δεν διορθώνει τα στραβά, και ούτε έχει τη θεία δύναμη να το κάνει, εκτός αν στείλει κάτω κάποιον ειδήμονα, και μάλιστα σε μιαν ορισμένη γωνιά της οικουμένης, αποφασισμένος να φροντίσει μονάχα όσους ζουν εκεί; Δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν και λένε ότι ο ίδιος ο θεός θα κατέβει στη γη εγκαταλείποντας την έδρα του, όταν εδώ, και το παραμικρό να μεταβληθεί, ανατρέπεται κάθε ισορροπία και χάνονται τα πάντα.

 71, 1 Κέλσο, πάλι παραβλέπεις την σοφία των Χριστιανών. Λες και η αλαζονεία σε έχει τυφλώσει τόσο πολύ, ώστε δεν βλέπεις εκείνα που και ο πιο απλός Χριστιανός χωρίς καμιά δική του σοφία, ευθύς αμέσως αναγνωρίζει τόσο εύκολα όσο διακρίνεται η νύχτα από τη μέρα. Βεβαίως και ο Θεός είναι ο μόνος Παντογνώστης· μόνο που εφόσον ο Θεός είναι ο μοναδικός και μόνος Παντογνώστης, λογικό είναι να σκεφτεί κανείς ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι. Διότι αν ήταν, τότε τί του απαγόρευε Θεός να γίνει και να είναι; Άρα λοιπόν, αφού Θεός δεν μπορεί να είναι ο άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι ούτε παντογνώστης· δεν γνωρίζει καλά εκείνα που συμβαίνουν στον Ουρανό και αφορούν τον Θεό, και σε αυτό θα συμφωνήσει μαζί μου ο Εμπειρικός ο Σέξτος, που είπε ότι «Κανείς άνθρωπος δεν ξέρει, ούτε θα μάθει ποτέ την αλήθεια για τους θεούς και για τα όσα λέω, γιατί ακόμα κι αν κατά τύχη κάποιος είπε πλήρη την αλήθεια, δεν το ξέρει. Για όλα τα πράγματα υπάρχουν μόνο γνώμες». Όμως ο Θεός ως παντογνώστης σίγουρα γνωρίζει τι γίνεται μεταξύ των ανθρώπων. Γι’ αυτό και ‘γω σου λέω, κοίτα γύρω σου και πες μου, ξέρει ο άνθρωπος τί συμβαίνει στον μεγάλο Ουρανό; Αν ήξερε δεν θα έπρεπε όλοι οι λαοί να λένε τα ίδια για Εκείνον; Γιατί όμως αντίθετα κάθε λαός λέει σχεδόν διαφορετικά πράγματα για τον Θεό; Ο Μέγας Θεός γνωρίζοντας τις τόσες διαφορές των ανθρώπων και τις τόσες θεωρίες τους για Εκείνον, αποφάσισε να θέσει ένα τέρμα σε όλη αυτή την Βαβυλώνα των ιδεών· και σάρκα ανθρώπινη έλαβε, ώστε να την ενώσει με το Θεό και έτσι να την αγιάσει. Πλέον η Σάρκα η ανθρώπινη νίκησε την αμαρτία και αυτόν τον θάνατο τον ίδιο και φορεμένη από τον Υιό του Θεού δόθηκε ως νίκη παντοτινή σε κάθε Του πιστό.

Συ πάλι αμφισβητείς την Σοφία του Θεού και λες ότι δεν είναι σοφό να στείλει ένα ειδήμονα σε μια μόνο περιοχή της οικουμένης. Μα λοιπόν, δεν βλέπεις ότι αυτά που Εκείνος έκανε μόνο σε μια μεριά της Οικουμένης, γρήγορα εξαπλώνονται σαν φωτιά, και αμφιβάλω αν βρεθεί κάποιος να την σβήσει, αφού Θεία φλόγα είναι αυτή και αδύνατο να σταματήσει; Και αν ακόμη υποθέσουμε ότι έστελνε πάνω από ένα ειδήμονες, τότε θα πρέπει να δεχτούμε; ότι ο Θεός δεν είναι σοφός; Διότι αν όντως έτσι έπραττε αλίμονο μας. Δεν βλέπεις πως μόνο τον Ναζωραίο έστειλε, δεν Τον πίστεψαν όλοι και μάλιστα, όπως είπες, οι άνθρωποι διασπάστηκαν σε φατρίες. Για σκέψου να Τον είχε στείλει και αλλού τι θα γινόταν. Ο ένας άνθρωπος δεν θα πίστευε τον άλλον, και όχι μόνο αυτό, αλλά και ο Ιησούς θα ήταν πολλά πρόσωπα, πράγμα που θα δημιουργούσε ακόμη περισσότερα προβλήματα. Διότι εκτός των φατριών, ο καθείς θα είχε και τον δικό του Ιησού, αποτέλεσμα που ο Θεός δεν θα το ήθελε καθώς Λόγος Του δεν μπορεί παρά να είναι μόνο Ένας. Από τούτο συλλογίσου ότι και από τις φατρίες κάποιες λένε ψέματα γι’ Αυτόν, έστω και αν σε Αυτόν πιστεύουν. Έπειτα πέρα από αυτά, ποιός μπορεί και παραβλέψει πως προέβλεψε ο Ναζωραίος, ότι οι λόγοι Του θα διαδίδονταν σε όλη την Οικουμένη, έστω και αν ήταν μόνο Ένας; Πιστεύω κανείς σοφός δεν θα έπραττε κάτι τέτοιο.

Μην απορείς για την έδρα του Θεού σαν λες πως έμεινε μονάχη. Αφού Κέλσο άλλοτε σε άκουσα να λες, ότι ο Ναζωραίος δεν είναι μόνο Θεός αλλά και ο Υιός Του. Οι Χριστιανοί λένε ότι Εκείνος λοιπόν είναι και Λόγος Του Θεού και ο Θεός ουδέποτε εγκατέλειψε την έδρα Του, επειδή Εκείνος που τον χρόνο έκτισε, χρόνο σαν και τον δικό μας δεν κατέχει και έτσι ουδείς χρόνος για Εκείνον δεν υπάρχει κατά τον οποίο Εκείνος έτυχε να λείπει. Όμως αυτό η σοφία σου δεν το εννοεί· έτσι αυτά που υποστηρίζεις πιάνουν τόπο μόνο μεταξύ ανημέρωτων και φαντασμένων, που πιστεύουν ότι ο Θεός έχει κάποια έδρα, λες και είναι κανένας κακομοίρης και δεν μπορεί να διοικεί από αλλού και μακριά από αυτήν. Αλλά και ακόμη, αν αυτό συνέβαινε, θα πρέπει να γνωρίζεις ότι ο κόσμος έχει από τον Θεό δικούς του νόμους και σύμφωνα με αυτούς λειτουργεί· αν λοιπόν έστω και λανθασμένα υποθέσουμε ότι ο Θεός κάπου πήγαινε, λες και είναι κανένας πωλητής, ο κόσμος δεν θα έχανε την ισορροπία του. Αν δεν δεχτείς αυτά που λέγω, τότε ευθύς θα πρέπει να δεχτούμε ότι ανάλογα και κάποιος κτίστης, άμα χτίσει ένα σπίτι και το εγκαταλείψει πρόσκαιρα, αυτό θα καταρρεύσει. Κάτι τέτοιο ίσως και να συμβαίνει με τους ανθρώπους, αλλά ποιός σοφός υποστηρίζει ότι το σπίτι που έκτισε ο Θεός, δεν κτίστηκε με κάποιους τέλειους και απαράβατους κανόνες; Τις χολές αυτές ιδέες σου, ούτε ο Επίκουρος δεν ασπάζεται θαρρώ και όποιος όρεξη να κοπιάσει έχει, ας τον μελετήσει.

 

Έπειτα, αν έκρινε ο θεός ότι οι άνθρωποι τον αγνοούν και τον έχουν υποτιμημένο, λέτε να είναι τέτοιος από τη φύση του ώστε να επιβάλει την αναγνώριση του βάζοντας σε δοκιμασία και δελεάζοντας με ανταμοιβές πιστούς και άπιστους, σαν τους νεόπλουτους που δελεάζουν τους άλλους επιδεικνύοντας τα πλούτη τους; Σαν πολύ ανθρώπινη μου φαίνεται αυτή η ζηλοτυπία του θεού τους. Κανονικά, θα ’ πρεπε να υποστηρίξουν ότι ο θεός δεν θέλει να γίνει γνωστός για λογαριασμό του, αλλά για χάρη της σωτηρίας των ανθρώπων ώστε όσοι δεχτούν αυτήν την γνώση να γίνουν καλοί και να σωθούν ενώ όσοι την απορρίψουν να τιμωρηθούν αφού θα ’ χει αποδειχθεί πόσο άθλιοι είναι. Απορώ όμως: ύστερα από τόσους και τόσους αιώνες, τώρα θυμήθηκε ο θεός να κρίνει τη ζωή των ανθρώπων; τόσο καιρό τι έκανε, έμενε άπραγος και τους παραμελούσε; Είναι ολοφάνερο ότι τη φλυαρία τους περί θεού δεν τη χαρακτηρίζει ούτε η ευσέβεια ούτε η αγνότητα. Σκοπός τους είναι να προκαλέσουν δέος στους αφελείς με ψεύτικες φοβέρες, για τιμωρίες που περιμένουν τους αμαρτωλούς. Κι έτσι δε διαφέρουν σε τίποτα από τους Βάκχειους, που δεν κουράζονται να μιλάνε από την πρώτη στιγμή για φαντάσματα και για άλλα τρομαχτικά πράγματα.

 71, 2 Ας σου θυμίσω κάτι Κέλσο διότι νομίζω πως το ξέχασες. Ο Θεός των Χριστιανών δεν επέβαλλε σε κανέναν την αναγνώρισή Του, διότι αν την είχε επιβάλει όπως λες, τότε θα έπρεπε να μην είχε σταυρωθεί και να μην είχε εξευτελιστεί, όπως αλλού είπες, φαντάζοντας ως άλλος κοινός κατάδικος μεταξύ των ανθρώπων. Θεοί που επιβάλλουν την αναγνώρισή τους μοιάζουν με τους χαζούς θεούς εκείνων που προσκυνούν τον ήλιο. Διότι ποιά διαφορετική επιβολή του Θεού στον άνθρωπο από εκείνη κατά την οποία ο Θεός στέκεται διαρκώς πάνω από το κεφάλι του, ως κάποιος κοινός τύραννος; ή δεν γνωρίζεις πως μόνο τύραννοι τριγυρίζουν ως πολιτικοί διαρκώς μέσα στις πόλεις, λαμβάνοντας μέρος σε συμπόσια και επισκέψεις, δίδοντας λόγους και συμμετέχοντας σ’ εορτές και σ’ άλλες πολλές τέτοιες εκδηλώσεις, ώστε διαρκώς να βρίσκονται κάτω από την κοινή παρατήρηση. Όμως κάτι τέτοιοι τύραννοι, δεν τριγυρίζουν μόνοι τους, παρά συνοδευμένοι από πάνοπλους φρουρούς, οι οποίοι ευθύς μόλις κάποιος τολμήσει να τους προσβάλει ή να τους αντιμιλήσει, τον θανατώνουν ώστε να επιβληθεί η εξουσία και η δύναμή τους επί των άλλων. Και αυτή την τυραννία πολλοί στην Ελλάδα την είδανε, όταν ο Διόνυσος δεν άρεσε ως νέος θεός εις τους Αθηναίους· έτσι ως άδικος θεός επάνω τους για να επιβληθεί αυτός και η λατρεία του, ως κάποιος άλλος από αυτούς τους άπληστους τυράννους, με αρρώστια έπληξε με μιας τα αιδοία των ανδρών αυτής της μεγάλης πολιτείας, ώσπου αυτοί εξαναγκασμένοι να τον αποδεχτούν για μέγα λυτρωτή τους. Μα βασανιστής τους ήτανε θαρρώ, από την πρώτη που τον γνώρισαν στιγμή τους. Τέτοιοι λοιπόν άρχοντες θέλουν να γίνουν γνωστοί για λογαριασμό τους, άρχοντες που δεν ενδιαφέρονται για το καλό των πολιτών τους, μα που επιζητούν διαρκώς να τιμωρούν όσους τους αμφισβητούν, επιδιώκοντας διαρκώς την δόξα ως ζηλότυποι εχθροί τους. Κάτι τέτοια αρμόζουν σε δαίμονες και όχι στον Θεό.

Πώς ύστερα γίνεται να χαρακτηρίσεις ζηλότυπο ένα Θεό, που έδωσε στον άνθρωπο την ευκαιρία να Τον αμφισβητεί διαρκώς, τιμώντας την ελευθερία εκείνη που από την αρχή του χάρισε; Σοφά σκέφτεσαι ότι ένας Θεός δίκαιος σαν των Χριστιανών, δεν θα έπρεπε με κανένα τρόπο να γίνει γνωστός για λογαριασμό Του, αλλά για χάρη των ανθρώπων. Και αυτή η χάρη ελεύθερα επιλέγεται, διότι καθετί που δεν επιλέγεται ελεύθερα, δεν μπορεί να είναι χάρη παρά σκλαβιά βαριά. Διότι αλήθεια, γνωστοί για την δική τους μόνο χάρη, γίνονται όσοι επιζητούν τη δόξα και το χρήμα, τη φήμη και τις τυμπανοκρουσίες και που περήφανα ανεβαίνοντας πάνω σε χρυσοστόλιστα άλογα και άρματα τριγυρίζουν δω και κει, μην προσφέροντας τίποτα άλλο, παρά κενές και ανούσιες υποσχέσεις, πλανώντας τον κόσμο με εορτές και μπόλικο θόρυβο· μάλιστα όσο περισσότερος ο θόρυβος, τόση περισσότερη δόξα και περηφάνια γι’ αυτούς. Ο Θεός των Χριστιανών, από όσο όλοι ξέρουμε τ’ απέφευγε αυτά, τις τυμπανοκρουσίες, τις γιορτές και τους θορύβους· και ακόμη και αυτά τα άλογα και τα άρματα τα με περίσσεια τέχνη καλλωπισμένα, που τα πεζεύουν άρχοντες περήφανοι και πολυδοξασμένοι. Εκείνος πάνω σε γάιδαρο ανέβηκε, διότι σαν Θεός που ήταν, δεν χρειάζονταν καμιά δόξα για τον εαυτό Του. Αλήθεια, ποιός πραγματικός Θεός δεν έχει δόξα εν Εαυτώ; Σάμπως οι μεγάλοι θόρυβοι και το χρυσάφι ανάγουν τους ανθρώπους σε θεούς;

Ενοχλείσαι δε που ο Θεός των Χριστιανών κατήλθε τώρα και ενσαρκώθηκε στην γη. Μα τί σοφία χαλεπή διδάσκεις; Αν δηλαδή κατέβαινε νωρίτερα ή αργότερα ποιά η διαφορά; Μήπως η ευκαιρία της σωτηρίας δεν δίνεται το ίδιο; Αφού οι Χριστιανοί λένε ότι ο Θεός τους ακόμη και στον Άδη πήγε και επομένως και οι πεθαμένοι είχαν την ευκαιρία της σωτηρίας και όλοι τους σώθηκαν στον παρόντα τον αιώνα. Μα και αυτοί οι παρόντες που δεν Τον γνωρίζουν και αυτοί την έχουν αυτήν την ευκαιρία· διότι η σωτηρία τους από τα ήθη και την αρετή τους εξαρτώνται, κάτι που νομίζω και συ υποστηρίζεις. Για την στιγμή δε που ο Θεός επέλεξε, έχω να προσθέσω ότι Εκείνος θαρρώ πως διάλεξε την καταλληλότερη, εφόσον Θεός είναι και σοφά σκέπτεται, και τα υπέρ και τα κατά γνωρίζει, και έτσι ετούτη η στιγμή πριν το Ιουδαϊκό έθνος διαλυθεί στα πολλά σημεία του ορίζοντα ήταν και η πιο σωστή και η καταλληλότερη ανάμεσα σ’ άλλες. Δεν είναι δυνατόν περαστικός σαν και σένα να αμφισβητεί τον πρωτομάστορα Θεό, γύρω από το πότε το σπίτι του θα χτίσει και πότε θα το ανακατασκευάσει. Κάλιο να πάρεις τον δρόμο σου και να αφήσεις τον Θεό να μας βοηθήσει, τώρα που Τον έχουμε περισσότερο ανάγκη. Τώρα τα μυαλά μας σοφία από τους Έλληνες δέχθηκαν και μπορούν και σκέφτονται καλύτερα από τους περασμένους.

Όμως, για πες μας ως σοφός που λες ότι είσαι. Ποιος από τους άλλους θεούς του κόσμου τούτου ενδιαφέρθηκε για τους ανθρώπους; εσύ δεν αναφέρθηκες και στις Βακχείες; Μήπως ενδιαφέρθηκε ο Διόνυσος, που το ‘ριξε στα γλέντια, στο μεθύσι και στη χαζομάρα; Διότι το μεθύσι μόνο για εκείνους που δεν έχουν τίποτα πιο σοφό αρμόζει. Ή μήπως ο Δίας, που όλη μέρα ερωτροπούσε ακόμη και με άλογα όντα, συναγωνιζόμενος τον Ποσειδώνα που έπνιγε τους ναυτικούς ως άλλους συντρόφους του Οδυσσέα; Σάμπως ο Άρης, που έβαζε τους ανθρώπους να πολεμούν και να καταστρέφονται μεταξύ τους; ο Απόλλωνας; η Ήρα ή η Εστία; Έπειτα λες ότι οι φλυαρία των Χριστιανών για τον Θεό τους δεν έχει ούτε αρετή ούτε ευσέβεια ούτε και αγνότητα. Μα κοίτα τους άλλους θεούς και βρες μου λοιπόν λίγο έστω από τα παραπάνω στο καθένα. Γιατί εσύ είπες, ότι δεν αρμόζει στον Θεό να είναι ανθρωποειδείς· τέτοιοι όμως είναι οι θεοί των άλλων των λαών, ακόμη και των σοφών Ελλήνων, και δηλαδή χειρότεροι και από τους ίδιους τους ανθρώπους. Και αν ο Θεός είναι όπως εσύ νομίζεις τότε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ο δικός σου ο θεός είναι ακόμα πιο αδιάφορος από εκείνον των Χριστιανών, μιας και ο δικός σου ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για τους ανθρώπους. Ο Θεός των Χριστιανών είναι λοιπόν πιο Φιλάνθρωπος και τον απασχολούν πολύ οι άνθρωποι εν αντιθέσει με τις δικές σου κούφιες φλυαρίες.

 

Δεν είναι παράδοξα ούτε για πρώτη φορά ακούγονται τα περί κατακλυσμών και καταστροφικών πυρκαγιών πήρε τ’ αυτί τους τις σχετικές δοξασίες Ελλήνων και βαρβάρων, ότι δηλαδή όταν κλείνει ο κύκλος του χρόνου, και λόγω των επανόδων και συνόδων ορισμένων άστρων σημειώνονται κατακλυσμοί και πυρκαγιές· και ότι μετά τον τελευταίο κατακλυσμό της εποχής του Δευκαλίωνα κλείνει τώρα πάλι ο κύκλος και απαιτεί, σύμφωνα με αλληλοδιαδοχή των πάντων, εκτεταμένες πυρκαγιές. Αυτά ακούσανε, και νομίζουν τώρα πως ο θεός θα κατέβει στη γη κουβαλώντας μαζί του το πυρ, θαρρείς κι είναι κανένας ανακριτής.

 73, 1 Συ δεν ήσουν που φοβήθηκες, ότι άμα ο Θεός εγκαταλείψει την έδρα του μπορεί να ανατραπούν ισορροπίες; Οι Χριστιανοί δεν λένε αυτά ακριβώς, αλλά υποστηρίζουν ότι ο Θεός που έκτισε τον κόσμο και ως γνώστης και τις παραμικρής του λεπτομέρειας, μπορεί άριστα να ανατρέπει τις ισορροπίες που σε αυτόν βρίσκονται, έστω και αν αυτές οι ισορροπίες ανατρέπονται κατά τακτά διαστήματα μόνες τους. Διότι και ο Ηρακλής κατάφερε και άλλαξε το ρου του ποταμού για να καθαρίσει τον στάβλο του Ατρέα, έστω και αν ο ίδιος δεν έφτιαξε ούτε το ποτάμι, μήτε και τους στάβλους. Μην μου πεις λοιπόν ότι είναι σοφό να λέμε ότι ο Ηρακλής μπορεί έστω και με την μυϊκή του δύναμη να ανατρέπει ισορροπίες και όχι ο Ύψιστος Θεός!

Μην ανησυχείς κατόπιν για τον Θεό· καμιά φωτιά δεν κουβαλάει παρά φωτιά Αυτός ο Ίδιος είναι μόνο για εκείνους που αντίθετοι είναι με Αυτόν τον Ίδιο.

 

Ας θυμηθούμε τώρα κάποιες ιδέες που έχουν διατυπωθεί από παλιά· εγώ ο ίδιος δεν προσθέτω εδώ τίποτε το καινούριο. Σύμφωνα μ’ αυτές λοιπόν, ο θεός είναι καλός και αγαθός και μακάριος καθώς ζει σε μιαν αυθύπαρκτη κατάσταση τελειότητας και υπεροχής. Αν ποτέ συμβεί να κατεβεί και ν’ αναμιχθεί με τους ανθρώπους, αναγκαστικά θα υποστεί μια μεταβολή από το καλό στο κακό· από το ωραίο στο άσχημο· από την μακαριότητα στη μιζέρια· από την τελειότητα στην πονηριά. Ποιος θεός θα επέλεγε μια τέτοια μεταβολή; Είναι βέβαια στη φύση των θνητών το να υφίστανται μεταβολές· όμως ένα αθάνατο ον παραμένει αμετάλλαχτο. Τέτοιες μεταβολές δεν θα τις καταδεχόταν. Συνεπώς: είτε μεταβάλλεται, όπως λένε οι Χριστιανοί, ο θεός σε θνητό (πράγμα που όπως είπαμε είναι αδύνατο), είτε δεν μεταβάλλεται μεν αλλά κάνει όσους τον βλέπουν να τον περνούν για θνητό, οπότε παραπλανά και ψεύδεται. Αλλά η απάτη και το ψέμα, όπως και να ’ χει, είναι κακά -εκτός από την περίπτώση που θα τα χρησιμοποιούσε κανείς σαν φάρμακο, δηλαδή για χάρη της θεραπείας ενός φίλου που ’ χει χάσει τα λογικά του· ή την περίπτωση όπου πάει κάποιος να ξεφύγει από εχθρούς για να γλιτώσει από τον κίνδυνο. Αλλά δε νομίζω να ’ χει ο θεός άρρωστους και τρελούς φίλους ούτε και να φοβάται κανέναν ώστε να κοιτάξει πώς να παραπλανήσει για να ξεφύγει.

 73, 2 Πριν αρχίσω λοιπόν, ας πω ότι ο Θεός δεν κατέβηκε στην Γη απλά ως Θεός, αλλά ως Θεάνθρωπος, κι ας εξετάσουμε αυτά που λες με μπόλικη σοφία και αρκετή σύνεση· είσαι της άποψης ότι ο Θεός δεν αναμιγνύεται με την ύλη· όπως λες, η ύλη θα φέρει το κακό και την πονηριά επί του Θεού. Ορίζεις έτσι όμως την ύλη ως ανώτερη του Θεού, λες και ο Θεός δεν είναι πιο ισχυρός από αυτήν, εφόσον η ύλη Τον νικά και Τον διαστρέφει. Πριν όμως όριζες, ότι άνθρωποι απλοί ως αναμάρτητοι στον υλικό κόσμο μας υπάρχουν, ενώ τώρα λες ότι ο Θεός ως άνθρωπος πονηρός και κακός γίνεται μες την ύλη και κάτι τέτοιο μόνο η δική σου η φτηνή σοφία γνωρίζει το πως συμβαίνει.

Ας μην ξεχάσουμε ότι όμοια και ανόητα σκέφτονται εκείνοι οι ιερείς που εξαγνίζουν τους πιστούς με τα λουτρά, λες και τα νερά είναι ανώτερα από τον Θεό ή λες και το ένα πράγμα ακάθαρτο να καθαρίζει το άλλο. Μα τί σοφά λόγια ξεστομίζεις ώ μακάριε Κέλσο! Εγώ πάλι δεν έχω δει κανένα κομμάτι σίδερο να γίνεται μαχαίρι και ν’ αρχίζει να αρπάζει τις ζωές από μόνο του· το δε χρυσάφι ακόμα από μόνο του, δεν γίνεται κόσμημα για να στολίζει τις χαρούμενες τις κόρες. Ο άνθρωπος λοιπόν έχει εξουσία επί της ύλης και άλλοτε την πλάθει για να αρμόζει σε αγαθούς σκοπούς και άλλοτε σε πονηρούς και αισχρούς. Τώρα αν ο άνθρωπος μπορεί και έχει εξουσία επί της αρετής της ύλης, εφόσον αυτή τίποτα τέτοιο δεν έχει, πώς είναι δυνατόν ο Θεός που είναι πολύ πιο δυνατός από τον άνθρωπο να μην την εξουσιάζει;

Ο άνθρωπος επομένως, εφόσον εξουσιάζει την ύλη, άλλοτε της δίνει εξουσία κακή και πονηρή και άλλοτε αγαθή και ωραία. Και αν λοιπόν όπως σοφά λες ο Θεός είναι αγαθός και μακάριος, μήπως δεν πρέπει να ισχυριστούμε λογικά ότι η παρουσία του Θεού μέσα σε αυτήν την καθαγιάζει; Διότι αν Αυτός δεν την καθαγιάζει, τότε θα πρέπει να υποστηρίξουμε ότι είναι Αδύναμος. Αν πάλι την εξουσιάζει και αυτή γίνεται πονηρή, εφόσον ούτε πονηρή ούτε είναι αγαθή είναι, τότε θα πρέπει να υποστηρίζουμε ότι ο ίδιος ο Θεός είναι μοχθηρός και πονηρός. Είναι; Συνεπώς λοιπόν ο Θεός, όχι μόνο μένει αμετάλλακτος, αλλά η παρουσία Του επιφέρει αγαθή μεταβολή επί του υλικού κόσμου τούτου· και πάνω από όλα, εφόσον ο Θεός ήλθε εν σαρκί ανθρώπινο, καθαγιάζεται ο άνθρωπος και όχι οι πίθηκοι και οι κροκόδειλοι, όπως πιστεύουν οι ιερείς της Αιγύπτου ή οι Έλληνες που νόμιζαν ότι ο Δίας έγινε ταύρος. Αυτά είναι παραμύθια για παιδιά, που τίποτα δεν διδάσκουν αλλά είναι φτιαγμένα για να εντυπωσιάζουν αφελείς και δήθεν παντογνώστες.

Όσο αφορά αυτό που λες για τον Θεό των Χριστιανών, ότι γίνεται θνητός, κάτι τέτοιο δεν στέκει· κανείς Χριστιανός δεν υποστήριξε ότι ο Θεός του πέθανε. Όλοι υποστηρίζουν ότι Εκείνος αναστήθηκε. Όπως όλοι ξέρουμε, ο Θεός είναι Αθάνατος. Εξάλλου οι Χριστιανοί δεν λένε ότι μεταβάλλεται ο Θεός σε θνητό, γιατί ακόμα και όταν θα έρθει ως άνθρωπος να ζήσει ανάμεσά μας, θα είναι πάλι Αθάνατος και Άφθαρτος κι αν πέθανε την πρώτη φορά, το έκανε επειδή Εκείνος ήθελε, για να νικήσει με την ανάστασή Του τον θάνατο, χάριν των ανθρώπων. Και σαν τέτοιος Αθάνατος Θεός κατάφερε να επηρεάσει και την ύλη την οποία της έδωσε αυτή την χάρη της αθανασίας. Γι’ αυτό και η Ανάσταση του Θεού των Χριστιανών, έγινε εν σώματι ανθρώπινο, που και από τους μαθητές του εξετάστηκε έπειτα από αμφιβολίες και όχι ωσάν κάποιο φάντασμα που δεν πιάνεται, όπως εσύ αλλού διδάσκεις, της Κυβέλης.

Φυσικά ο Θεός των Χριστιανών δεν ψεύδεται, γιατί πήρε μέσα στο χρόνο την ανθρώπινη την φύση χωρίς ποτέ όμως να πάψει να είναι Θεός έξω από το χρόνο. Και ήταν πράγματι άνθρωπος, και δεν ψευδόταν όπως έκανε λόγου χάρη ο Δίας, που μια φορά σε φίδι μεταμορφώθηκε, για να ζευγαρώσει με τη ίδια την μητέρα του και με αυτή του την ενέργεια κανένα δεν θεράπευσε. Αλλά αν πιστέψεις αυτά τα κατορθώματα εκείνων των θεών, τότε είναι να χάνεις τα λογικά σου.

Και αν εσύ μεν νομίζεις ότι ο Θεός δεν έχει αρρώστους φίλους τότε πρόβλημά δικό σου, διότι εγώ σου λέω ότι έχει εκείνους τους άρρωστους ανθρώπους· κανείς άνθρωπος δεν υπάρχει που να μην πάσχει από την αρρώστια των γερατειών ή του θανάτου. Πες μας τώρα Κέλσο πού είναι τα ψέματα των Χριστιανών και που οι πραγματικές και πονηρές απάτες;

 

Οι Ιουδαίοι ισχυρίζονται ότι όπως είναι η ζωή κατάσπαρτη από κάθε κακό, είναι απαραίτητο να στείλει κάτω ο θεός κάποιον για να τιμωρηθούν οι άδικοι και τα πάντα να εξαγνιστούν, όπως συνέβη με τον πρώτο κατακλυσμό. Οι Χριστιανοί σ’ όλα αυτά προσθέτουν και τα δικά τους (...) ο ίδιος θεός γκρέμισε και τον πύργο της Βαβέλ για να καθαρίσει τη γη από την ανυπακοή (άλλη ιστορία κι αυτή, που την σκάρωσε ο Μωυσής παραχαράσσοντας το μύθο των Αλωάδων, όπως από το μύθο του Φαέθοντα επινόησε και κείνη την ιστορία με τα Σόδομα και Γόμορα που αφανίστηκαν στο πυρ για να πληρώσουν τις αμαρτίες τους). Σ’ όλα αυτά λοιπόν τα ιουδαϊκά, προσθέτουν οι Χριστιανοί το ότι εξ αιτίας των αμαρτιών των Ιουδαίων στάλθηκε στη γη ο γιος του θεού Ιησούς, και επειδή οι Ιουδαίοι τον τιμώρησαν και τον πότισαν χολή, έπεσε στα κεφάλια τους η χολή του θεού.

 75, 1 Ο Ιησούς που στάλθηκε από τον Θεό, δεν στάλθηκε για να τιμωρηθούν οι άδικοι, μα κάθε άλλο· αν ο Θεός ήθελε κάτι τέτοιο, δηλαδή να τιμωρήσει τους άδικους, θα το έπραττε όπως το έπραξε στο παρελθόν ως λες, στα Σόδομα και στα Γόμορρα, χωρίς να βάζει σε κόπους και δοκιμασίες τον μονάκριβο Υιό Του. Ο Θεός των Χριστιανών, έστειλε τον Υιό Του, που έγινε Λόγος ακριβώς επειδή μετάδωσε τα του Θεού στην Γη, επειδή ήθελε να σωθούν εκείνοι που θέλουν ή προσπαθούν να είναι δίκαιοι ανάμεσα στους άλλους.

Και αυτά για τους μύθους των Αλωάδω,ν καμιά σχέση δεν μπορεί να έχουν με τον πύργο της Βαβέλ· οι Αλωάδες Γίγαντες, Ώτος και Εφιάλτης, που γέννησε η Ιφιμέδεια όταν συνήλθε με τον θεό τον Ποσειδώνα, κάθε χρόνος που περνούσε μεγάλωναν κατά πλάτος μια πήχη και κατ’ ύψος μια οργιά και όταν έγιναν εννιά οργιές θέλησαν να ανέβουν στον ουρανό, τοποθετώντας την Όσσα επί του Ολύμπου και επί της Όσσης το Πήλιο για να πολεμήσουν τον Δία, λες και ο Θεός είναι κάποιος που ο οποιοσδήποτε μπορεί να τον πολεμήσει ή με το χέρι ή τα πόδια να τον φτάσει. Από ότι λέγεται όμως φονεύθηκαν από τα τόξα του Απόλλωνα ή από τον ίδιο τον Δία.

Άλλοι μύθοι, ακόμη πιο παράλογοι λένε, ότι αυτοί οι δύο γίγαντες τιμωρήθηκαν από τους θεούς διότι θέλησαν να παραχώσουν την θάλασσα με τα όρη ή επειδή θέλησαν να επιβουλευτούν την τιμή της Ήρας και της Άρτεμης, θαρρείς και οι θεοί έχουν σώματα ανθρώπινα πάνω στον Ουρανό. Μάλιστα κάποιος άλλος μύθος αναφέρει ότι η Άρτεμης θανάτωσε τους Αλωάδες, όταν αυτοί αλληλοτοξεύτηκαν καθώς εκείνη περνούσε ανάμεσά τους με την μορφή ελαφιού, επειδή θέλησε να τιμωρήσει τον ανόσιο έρωτά τους. Ένας άλλος που ο Όμηρος περιγράφει, αναφέρει ότι οι Αλωάδες είχαν τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε συνέλαβαν και αυτόν τον θεό του πολέμου τον Άρη και τον έκλεισαν μέσα σε χάλκινο πιθάρι, ως άλλο Διογένη, κρατώντας τον δέσμιο για δεκατρείς μήνες, ώσπου τον έκλεψε από εκεί ελευθερώνοντας τον ο ίδιος, ο άλλος ο θεός, ο Ερμής. Αυτοί λοιπόν και αν είναι σοφοί μύθοι για τους θεούς από τους οποίους μπορεί κανείς να φτιάξει διηγήσεις σαν αυτές με την Βαβέλ, τα Σόδομα και τα Γόμορρα.

Ο όμορφος νέος ξανθός Φαέθοντας που αρπάχθηκε από την θεά Αφροδίτη για να είναι φύλακας του ναού της, υιός του ήλιου και της Ωκεανίδας Κλυμένης παρακούοντας τον πατέρα του θέλησε να οδηγήσει για μια μέρα το άρμα του πατέρα του, του θεού του Ηλίου· εξέκλινε της πορείας του και η γη ξηράθηκε όταν εκείνο την πλησίασε και καλύφθηκε από πάγους όταν το άρμα απομακρύνθηκε. Και ο Ζευς θέλοντας να αποκαταστήσει την αταξία αυτή, κατακεραύνωσε τον Φαέθοντα ο οποίος έπεσε κοντά στον ποταμό Ηριδανό, όπου και θάφτηκε από τις αδελφές του τις Ηλιάδες. Νομίζω λοιπόν εδώ, πως ο θεός ο Δίας δεν έστειλε κάποια τιμωρία στους ανθρώπους, σαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα, μα το ανάποδο συνέβη, τους γλίτωσε από τα βάσανα και τις αταξίες του παιδιού, ως λένε, Ηλίου. Ο δε σοφός ο  Πλάτωνας εξήγησε πως κανείς θεός δεν επενέβηκε αφού ο ήλιος άρμα δεν έχει και σε αυτό θα συμφωνούσε μαζί του ο άλλος σοφός, ο Αναξαγόρας.

Εσύ υποστηρίζεις, ότι από αυτούς τους μύθους οι Ιουδαίοι κατασκεύασαν τις δικές τους ιστορίες χωρίς όμως να έχεις και καμιά απόδειξη περί αυτού. Το ακριβώς ανάποδο μπορώ να υποστηρίξω εγώ ομοίως. Και αν και αυτό δεν ισχύει, εντούτοις κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει τις ομοιότητες αυτού του Ελληνικού του μύθου με εκείνου του κατακευρανωμένου Ιξίονα ή του Κουσνά της βεδικής ποιήσεως.

Γνώριζε επίσης Κέλσο, πως οι Ιουδαίοι δεν τιμωρήθηκαν από την χολή του Θεού, επειδή ο ίδιος το αποφάσισε Μόνος Του, αλλά κυρίως επειδή οι ίδιοι επικαλέστηκαν αυτή την τιμωρία τους από τον Θεό παραβλέποντας και χλευάζοντας το θείο σχέδιο Του για την δική τους σωτηρία και των άλλων.

 

Τέτοιου είδους ανθρώπους, σαν τους Εβραίους και τους Χριστιανούς, μπορώ να τους συγκρίνω μόνο με νυχτερίδες ή μυρμήγκια που ξεπροβάλλουν από την τρύπα ή με βατράχια που συνεδριάζουν γύρω από ένα βάλτο ή με σκουλήκια μαζεμένα πάνω σε κοπριές, να μαλώνουν όλα μεταξύ τους για το ποιοι απ’ όλους είναι οι πιο αμαρτωλοί και να λένε: "ο θεός πρώτα σ’ εμάς όλα τα φανερώνει, ειδικά σ’ εμάς, και όλα μας τα προαναγγέλλει. Παρατάει τους πάντες και τα πάντα και ασχολείται μόνο μαζί μας και μόνο σ’ εμάς στέλνει κήρυκες, και μάλιστα αδιάκοπα, φροντίζοντας ώστε εμείς και μόνο εμείς να βρεθούμε για πάντα στο πλευρό του". Αυτά τα σκουλήκια λοιπόν λένε, "αμέσως μετά τον θεό ερχόμαστε εμείς που μας έφτιαξε κατ’ εικόνα του, κι ύστερα έρχονται όλα τα υπόλοιπα, που είναι υποδεέστερα από μας -η γη, το νερό, τα άστρα· όλα για χάρη μας δημιουργήθηκαν, όλα έχουν ταχθεί στην υπηρεσία μας. Και τώρα", συνεχίζουν τα σκουλήκια, "επειδή κάποιοι ανάμεσα μας αποτελούν παραφωνία, θα έρθει ο θεός ή θα στείλει τον υιό του να ρίξει φωτιά να κάψει τους άδικους ώστε οι υπόλοιποι που θα σωθούμε να κερδίσουμε μαζί του την αιώνια ζωή." Τέτοια πράγματα πιο εύκολα θα τα ανεχόμασταν αν όντως προέρχονταν από σκουλήκια και βατράχια παρά τώρα, που αποτελούν μόνιμο θέμα αντεγκλήσεων Εβραίων και Χριστιανών.

 75, 2 Χλευάζεις τους Χριστιανούς και τους Ιουδαίους, επειδή τους έπλασε ο Θεός κατ’ εικόνα και ομοίωση και ανώτερους από την γη, το νερό και τα άστρα· έπειτα αλαζονικά τους παρομοιάζεις με βατράχια, νυχτερίδες και σκουλήκια, λες και συ ο ίδιος παραδέχεσαι ότι οι άνθρωποι, όπως λένε οι Χριστιανοί, είναι ανώτεροι από όλα τούτα. Διότι κανείς νομίζω δεν εξέλαβε τους λόγους σου ως επαινετικούς. Αυτοί σου οι σοφοί, γεμάτοι κακία λόγοι, μαρτυρούν ότι τα ζώα είναι υποδεέστερα από τους ανθρώπους, και ότι συ είσαι ανώτερος από τους Χριστιανούς και τους Εβραίους. Έτσι όμως γίνεσαι ωσάν αυτούς που κατηγορείς, ως νυχτερίδες και μυρμήγκια, βάτραχους και σκουλήκια.

Ας περάσουμε στην γνώμη σου ότι ο Θεός μόνο στους Ιουδαίους και τους Χριστιανούς τα φανέρωσε και όχι εις τους άλλους. Οι Χριστιανοί μια φορά δεν υποστηρίζουν ότι όλα φανερώθηκαν σε αυτούς, αλλά και σε άλλους λαούς· στους Έλληνες, στους Ρωμαίους, στους Αιγυπτίους και αλλού· διότι οι Χριστιανοί δέχονται σαφώς ότι οι Έλληνες στωικοί δίδαξαν για τον Σπερματικό τον Λόγο, εκτός και αν υποθέτεις το λοιπόν, ότι και εκείνοι αντίθετα ήτανε τα δικά σου ονομαζόμενα σκουλήκια. Και αν και οι Χριστιανοί, σύμφωνα με όσα λες ήτανε πράγματι σκουλήκια, εντούτοις ποτέ δεν λάτρεψαν, σαν άλλους ανθρώπους, τις πέτρες που πατούσαν, πράγμα που έπραξαν λαοί που ως σοφούς τους αναφέρεις.

Εν τέλει, αυτά που αναφέρεις Κέλσο δημιουργήματα της άθλιας φαντασίας σου είναι· ο Χριστός στην γη κατέβηκε και δεν παρέμεινε στο ουρανό με τα άστρα. Ο καθείς έχει τώρα και στο εξής την ευκαιρία να γνωρίσει τον Ύψιστο και όχι οι Ιουδαίοι ή οι Χριστιανοί μονάχα. Κι όλοι γνωρίζουν πολύ καλά πως οι Χριστιανοί δεν ήσαν Χριστιανοί πριν γνωρίσουν τον Ιησού.

 

Οι Ιουδαίοι είναι κάτι δραπέτες από την Αίγυπτο, που δεν έχουν δημιουργήσει ποτέ τίποτα το αξιόλογο, καθώς ποτέ δεν ασχολήθηκαν ούτε με την παιδεία ούτε καν με την αριθμητική. Τίποτα από την όλη ιστορία τους δεν έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των Ελλήνων. Χωρίς ίχνος ντροπής, επιχείρησαν να βρουν τις ρίζες του γενεαλογικού τους δέντρου στην πρώτη φουρνιά απατεώνων και μάγων, επικαλούμενοι ασαφείς και αμφίβολες μαρτυρίες, βγαλμένες μέσα από τα σκοτάδια του παρελθόντος -πράγματα που παρερμηνεύονται* από τους αμαθείς και τους αφελείς. Και ενώ μέχρι τώρα, επί αιώνες, από κανένα δεν αμφισβητούνταν η ιουδαϊκή γενεαλογία, τώρα ακούει κανείς να την αμφισβητούν οι ίδιοι οι Ιουδαίοι.

 77, 1 Δεν είναι σοφό να λες ότι το ενδιαφέρον του ενός λαού προς έναν άλλον, μπορεί να δίνει σε εκείνο τον τελευταίο κύρος, διότι με τούτη την σοφία που ξεστομίζεις θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι και οι Ιουδαίοι δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για την ιστορία των Ελλήνων· άρα οι Έλληνες θα ήταν ανάξιοι αναφοράς, σύμφωνα με τη γνώμη τη δική σου. Και οι Έλληνες ομοίως δεν ενδιαφέρθηκαν για την ιστορία των Ρωμαίων, αν και δυστυχώς γι’ αυτούς βρέθηκαν κάτω από τις διαταγές ενός Λατίνου. Σίγουρα δε μετά, οι Ρωμαίοι ήσαν εκείνοι που ήταν άξιοι αναφοράς, έστω και αν και αυτοί δεν είχαν προκόψει στα γράμματα, στην παιδεία και στην αριθμητική όπως οι Έλληνες, αλλά μόνο στην πολεμική την τέχνη. Παρ’ όλη λοιπόν την αμορφωσιά εκείνων των Λατίνων, εντούτοις οι Έλληνες και αγάλματα τους φτιάξανε και τους λατρέψανε ως θεούς τους διότι τότε ήταν κυρίαρχοί τους. Το αυτό πάθανε και οι Αιγύπτιοι και κάποιοι Ιουδαίοι. Όμως μόνο οι τελευταίοι πολέμησαν για τον Ύψιστο Θεό τους, έστω και αν τελικά ως είδες μεγάλη συμφορά τους βρήκε.

Όλα τούτα που αραδιάζεις κακώς λέγονται διότι δεν έχουν καμιά σοφία, παρά μέσα τους δεν διακρίνεις τίποτα άλλο παρά μίσος, σκοτεινιά και κρύο. Λες και όλα αυτά που λες για τους Έλληνες ή τους Ιουδαίους έχουν σχέση με τις ιδιότητες του Θεού. Δεν νομίζω ότι κάποιος λαός αντανακλά τις ιδιότητες του Θεού, εφόσον άλλο οι άνθρωποι και άλλο ο Θεός. Εσύ όμως αυτό θεωρείς γι’ αυτό και περιγελάς τους Ιουδαίους, που όπως λες τίποτα δεν πράξανε μήτε από παιδεία και από αριθμητική, λες και αυτές οι ιδιότητες θα αντανακλαστούν στον Θεό των Ιουδαίων ή των Χριστιανών. Αν η σοφία και η λογική λοιπόν έχουν όπως εσύ αραδιάζεις, τότε αλίμονο στον Θεό. Διότι και αυτοί οι Έλληνες που λες που πρόκοψαν πολύ στα γράμματα και στην αριθμητική, λατρεύουν τους θεούς των Φοινίκων, των Φρυγών, των Χαλδαίων και των Αιγυπτίων, λαών που φαντάζουν βάρβαροι μπρος τους Έλληνες. Και αυτοί οι τελευταίοι παρ’ όλη την προκοπή τους με την σειρά τους λατρεύουν τους θεούς των Ελλήνων, των Χαλδαίων και των Περσών. Τί να υποθέσει λοιπόν κανείς; Ότι οι θεοί των Ελλήνων πήραν τις ιδιότητες των Αιγυπτίων θνητών ή εκείνοι των Αιγυπτίων πήραν τις ιδιότητες εκείνες των Ελλήνων, των Χαλδαίων και των Περσών; Και αν έστω δεχτεί κανείς ότι οι Χριστιανοί ή και οι Ιουδαίοι καθόλου δεν πρόκοψαν στην αριθμητική και τις επιστήμες, κανείς θαρρώ δεν μπορεί στα σίγουρα να πει ότι δεν θα το πράξουν σε κάποια μελλοντική στιγμή, κάνοντας την σοφία των Ελλήνων να φαίνεται μωρία, αν ποτέ στα άστρα ανεβούν με άρματα πετούμενα, εκεί που οι Έλληνες τα παλάτια ψεύτικα τοποθετούν του εραστή του μέγα Δία.

 

Στο παρελθόν, λαοί όπως οι Αθηναίοι, οι Αιγύπτιοι, οι Αρκάδες κι οι Φρύγες έχουν ισχυριστεί ότι κάποιοι από τους προγόνους τους γεννήθηκαν μέσα από το χώμα, και μάλιστα πρόβαλαν και αποδείξεις. Οι Εβραίοι τώρα -σκυφτοί κάπου σε μια γωνιά της Παλαιστίνης, εντελώς αμόρφωτοι και μη ξέροντας ότι τα παλιά χρόνια αυτοί οι μύθοι τραγουδήθηκαν από τον Ησίοδο και αμέτρητους άλλους θεόπνευστους ανθρώπους- σκάρωσαν για λογαριασμό τους την πιο άτεχνη και απίστευτη ιστορία: κάποιον άνθρωπο τον έπλασε, λέει, ο ίδιος ο θεός με τα χέρια του και φύσηξε μέσα του ζωή, κι ύστερα από το πλευρό του έφτιαξε μια γυναίκα, και μετά τους έδινε παραγγέλματα κι ήρθε ένα φίδι και του ’ κανε αντίπραξη, και τελικά υπερίσχυσε το φίδι κι όχι τα παραγγέλματα του. Αυτόν τον ανόσιο μύθο διηγούνται -θαρρείς και απευθύνονται σε τίποτε γριές- που παρουσιάζει ένα θεό αδύναμο από την πρώτη στιγμή: ένα θεό που δεν στάθηκε ικανός να πείσει ούτε τον ένα και μοναδικό άνθρωπο που ο ίδιος έπλασε. Κατόπιν μιλούν για κάποιον κατακλυσμό και μιαν ασυνήθιστη κιβωτό που περιείχε τα πάντα, και για ένα περιστέρι και μια κουρούνα που ήταν οι αγγελιοφόροι -άτεχνες και αβασάνιστες παραχαράξεις του μύθου του Δευκαλίωνα· κι αυτό, είμαι βέβαιος, δεν περίμεναν πως θα έβγαινε κάποτε στο φως, παρά συνέχιζαν να σκαρώνουν άτεχνους μύθους, κατάλληλους μόνο για νήπια: τι απίθανες τεκνοποιίες από γονείς σε βαθιά γεράματα... τι επιβουλές ανάμεσα σε αδέρφια... τι προδοσίες μανάδων... σ’ όλα αυτά, από κοντά κι ο θεός, ν’ ανακατεύεται παντού, να συμμετέχει... να δωρίζει γαϊδούρια και πρόβατα και καμήλες... μέχρι και πηγάδια ν’ ανοίγει για τους δίκαιους... κι οι δίκαιοι να συνουσιάζονται με τις νύφες και με τις υπηρέτριες τους. Ανηθικότητες που μπροστά τους ωχριούν τα θυέστια... κόρες να μεθούν τον πατέρα για να τεκνοποιήσουν μαζί του... αδερφός να πουλάει τον αδερφό για δούλο και να εξαπατά τον πατέρα... κι ο πουλημένος τελικά απελευθερώνεται και με συνοδεία πομπής πορεύεται στον τάφο του πατέρα του... και στις μέρες του το λαμπρό και θεσπέσιο γένος των Ιουδαίων που στο μεγαλύτερο μέρος του ζούσε διασκορπισμένο στην Αίγυπτο, δέχτηκε την εντολή να πάει να κατοικήσει και να βοσκήσει τα κοπάδια του αλλού.

 77, 2 Θεωρείς τους Ιουδαίους ως σκυφτούς και αμόρφωτους· όμως αυτά που λες δεν στέκουν, διότι αν και χλευάζεις τους Ιουδαίους αποδιώχνοντας τα λόγια τους, εντούτοις αποδέχεσαι πράγματα και ψεύτικα γεγονότα για τον Δευκαλίωνα, που όχι μόνο αποδείξεις δεν επιδέχονται αλλά που ούτε και σοφία δεν έχουν. Υποστηρίζεις δηλαδή την ύπαρξη ανθρώπων που έγιναν από πέτρες και χώμα μόνοι τους δίχως καμιά αιτία. Μα εξήγησε μας σοφέ του κόσμου τούτου! Γιατί το χώμα σταμάτησε να πλάθει ανθρώπους; Μήπως δεν πλάθει άλλο χορτάρι ή λουλούδια; Πουθενά κανείς γεωργός στην σημερινή εποχή, αλλά ούτε και σε κείνη την πιο γνωστή σε μας δεν είδε κανένα άνθρωπο να ξεπροβάλει μέσα από το χώμα. Κάτι τέτοιες διηγήσεις νομίζω ότι παραλληλίζουν τις συκιές με τους ανθρώπους, λες και αν πάρει κανείς κάποιο σώμα ανθρώπου πεθαμένου, αλλά ακόμη και ζωντανό αν είναι, και το φυτέψει σε κάνα χωράφι, θα φυτρώσει δεύτερος και τρίτος ίδιος ή μπορεί και αλλιώτικος από τον πρώτο. Μα πού στην ευχή αντίκρισες χωράφι να γεννά θνητούς και γεωργό να καλλιεργεί ανθρώπους; Τέτοια πράγματα είναι τόσο αστεία που αρμόζουν σε μεγάλες κωμωδίες. 

Αδικούν τα λόγια σου και την σοφή την ιστορική την γνώση, εφόσον ο Δευκαλίωνας λοιπόν, αφού αντί να γεννήσει τους άλλους ομοίους του, όπως όλοι οι άνθρωποι και τα ζώα στην φύση κάνουν, άρχισε και πετούσε πέτρες πίσω του μέσα σε ένα χωράφι και από εκείνες τις πέτρες ξεφύτρωναν άνθρωποι. Αν όλα τούτα είναι σοβαρά και λογικά, τότε η Ελλάδα θα ‘πρεπε να είχε κατακτήσει τον κόσμο όλο, διότι τί πιο εύκολο από το να φτιάχνεις πολυάριθμο στρατό πετώντας πίσω σου πολλά και διάφορα πετραδάκια πλάθοντας πολεμιστές ανθρώπους;

Και αυτός ο Δευκαλίωνας δεν έφτιαξε πλεούμενο για σωθεί αυτός και η γυναίκα του μετά από κάποια συμβουλή του Θεού· μάλλον ο Τιτάνας Προμηθέας τον προειδοποίησε για την επερχόμενη καταστροφή. Αντίθετα ο Ζευς θέλησε να αφανίσει το μοχθηρό γένος των ανθρώπων της Χάλκινης εποχής εξ ολοκλήρου. Εκείνος ο θεός δεν ειδοποίησε κανένα. Πόσο μάλλον τον Δευκαλίωνα, έτσι αδιάφορος που ήταν για τους ανθρώπους.

Έπειτα λες ότι ο Θεός των Ιουδαίων έφτιαξε τους πρώτους ανθρώπους με χέρια Του, λες και είναι κάνας Ήφαιστος που εργάζεται στο εργαστήρι του καπνούς γεμάτος πάνω κάτω. Κανείς Ιουδαίος δεν υποστηρίζει ότι ο Θεός τους, έφτιαξε τον άνθρωπο με τα χέρια του. Αυτά ανήκουν σε παρερμηνείες ανθρώπων που έμαθαν για χρόνια ολάκερα να ακούν από τον παιδοτρίβη τους παραμύθια για θεούς που έχουν σώματα ανθρώπων. Κάτι τέτοια άκουγε και ο Ηράκλειτος και κατσάδιαζε τους Έλληνες, παρά τους Ιουδαίους.

Αμφιβάλεις επίσης ότι Εκείνος ο Θεός έπλασε και την γυναίκα. Τότε για πες μας πάνσοφε, η γυναίκα πώς εμφανίστηκε επάνω σε αυτό το χώμα που πατάς; Μήπως και αυτή καλλιεργήθηκε από κάποιο γεωργό; Και αν αυτό συνέβηκε, τον γεωργό ποιός τον καλλιέργησε, ποιός τον όργωσε και ποιός τον πότισε; Το άροτρο και τα βόδια μοναχά τους; Ή μήπως να πιστέψουμε τους Έλληνες, που λένε ότι ο άνδρας και η γυναίκα βρίσκονταν στο ίδιο σώμα, όπως εκείνο του θεού Ερμαφρόδιτου; Αλλά τότε πώς και γιατί χώρισε ο άνδρας από την γυναίκα κατάπως λένε οι μύθοι, από το αρχικό και ένα σώμα; Δεν ήταν καλύτερα έτσι, εφόσον ο άνθρωπος εξυπηρετούσε τις ανάγκες του μόνος του, εφόσον ταυτόχρονα ήταν άνδρας και γυναίκα;

Ας σου πω και για το φίδι που αντίπραξε ενάντια στον Θεό, και για τους ανθρώπους που αντιπράξανε και αυτοί με την σειρά τους ενάντια Του. Όλοι οι σοφοί του κόσμου ξέρουνε ότι ακόμη και κάτω από τους πιο αυστηρούς νόμους που τιμωρούν με θάνατο τους παραβάτες υπάρχουν και ανυπάκουοι άνθρωποι. Τί θα πρέπει άραγε να σκεφτούμε; Ότι οι νόμοι δεν έχουν εξουσία; Ή ότι οι στασιαστές δεν αγαπάνε την ζωή τους και δεν φοβούνται τους νόμους; Μάλλον σε αυτά φταίει η θέληση του ανθρώπου να γνωρίζει τα πάντα και έτσι και αυτοί οι δύο έμαθαν για το καλό και το κακό και πέθαναν. Τώρα και ο πιο χαμηλά από τους σοφούς θα σου πει ότι μόνοι οι άνθρωποι διαχωρίζουν το κακό από το καλό και όχι κανένα ζώο.

Αν ύστερα χλευάζεις τις τεκνοποιίες, το μεθύσι, τις ανηθικότητες και τις πωλήσεις μεταξύ των Ιουδαίων, εντούτοις παραβλέπεις ότι αυτά τα πράττανε άνθρωποι και όχι ο Θεός τους· στην Ελλάδα την σοφή τέτοια και άλλα χειρότερα πράττανε οι θεοί της! Και για θυέστια δείπνα πολλές φορές τους Χριστιανούς οι ειδωλολάτρες κατηγορήσανε και κάτι τέτοιο βλέπω και σε σένα προσφιλές να είναι, μιας και οι ψεύτες όλοι μαζί τα ίδια ψέματα επαναλαμβάνουν. Ο Ατρέας τον αδελφό του υποδεχόμενος στις Μυκήνες με δόλο του παρέθεσε για φαγητό, χωρίς εκείνος να το γνωρίζει, τις σάρκες των υιών του Θιέστη, Τάνταλου και του Πλεισθένη. Όμως οι Χριστιανοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ψωμί και οίνο μοιράζονται μεταξύ τους εν μνήμη σαρκός και αίματος του Δάσκαλού τους και όχι σάρκες και αίμα αντί ψωμιού και οίνου κάποιων πεθαμένων εν άγνοιά τους·  όπως ο Τηριάς έφαγε τον κομματιασμένο υιό του Ίτυ, που τον σκότωσαν οι δυο αδελφές, η σύζυγός του Πρόκνη και η Φιλομήλα και ακόμη και αυτός ο μέγιστος τάχα Δίας, που αν και θεός ο ίδιος, δεν γνώριζε ότι έτρωγε τον Πέλοπα, τον υιό εκείνον του Ταντάλου.

 

Οι πιο λογικοί ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους Χριστιανούς, μες στην αμηχανία τους, προσπαθούν να αποδώσουν σ’ όλα αυτά αλληγορική σημασία· όμως οι ιστορίες καθαυτές δεν είναι τέτοιες που να επιδέχονται κάποια αλληγορική ερμηνεία, κάθε άλλο· μιλάμε για απύθμενες βλακείες. Όσο για τις αλληγορίες που τους έχουν αποδοθεί, είναι πιο κακοήθεις και ανάρμοστες από τους ίδιους τους μύθους, και μόνο με τη βοήθεια μιας εντυπωσιακής και ολωσδιόλου αναίσθητης βλακείας, καταφέρνουν να ταιριάξουν τα αταίριαστα. Τυχαίνει να έχω και‘γω υπ’ όψη μου μια τέτοια αλληγορικής σημασίας ιστορία, τη λογομαχία ανάμεσα σε κάποιον Παπίσκο και τον Ιάσονα.18 Δε μπορείς ούτε να γελάσεις μ’ αυτό το διάλογο, τόσο αξιοθρήνητος είναι και τέτοια απέχθεια προκαλεί. Ας τ’ αφήσω όμως αυτά· είναι ανώφελο να ασκώ κριτική πάνω σε πράγματα ολοφάνερα στον καθένα που θα ’ χει την υπομονή και την αντοχή να διαβάσει και να υποστεί αυτά τα συγγράμματα. Προτιμότερο να ασχοληθούμε με τη διδασκαλία περί φύσεως -και συγκεκριμένα με την θέση ότι ο θεός δεν έχει δημιουργήσει κανένα θνητό πλάσμα. Αντιθέτως, έργα του θεού είναι τα αιώνια και αθάνατα. Και έργα αυτών είναι τα θνητά όντα." Και η μεν ψυχή είναι έργο του θεού, η φύση του σώματος όμως είναι άλλη. Κι η φύση δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στα σώματα των νυχτερίδων και των σκουληκιών και των βατράχων και των ανθρώπων. Όλα από την ίδια ύλη είναι φτιαγμένα και κατά τον ίδιο τρόπο είναι όλα φθαρτά. Η φύση τους είναι κοινή: περνά και ξαναπερνά μέσα από διαφοροποιήσεις για να επιστρέψει στην αρχική της κατάσταση. Κανένα δε προϊόν της ύλης δεν είναι αθάνατο. Αλλά πάνω σ’ αυτά δεν χρειάζεται να επεκταθούμε περισσότερο. Όποιος είναι σε θέση να τα μελετήσει και να ερευνήσει με μεγαλύτερη πληρότητα, θα τα μάθει.

 79,1 Κάποια από αυτά που διηγείσαι από την ιστορία των Εβραίων να χρήζουν ίσως κάποιας αλληγορίας, όμως οι μύθοι των Ελλήνων δύσκολα χρήζουν κάποιας αληθινής ιστορίας. Και νομίζω αυτό το είπανε σοφοί αναμεταξύ τους και όχι κάποιοι έξω από αυτούς. Ακόμη και ο Πλάτωνας θαρρώ πολλά λέει για τον Όμηρο και τους μύθους τους θεϊκούς, στην δική του Πολιτεία. Διότι ποιά αληθινή ιστορία πρεσβεύει ο μύθος του Ησιόδου κατά τον οποίο ο Ουρανός εμπόδισε να βγουν στο φως τα παιδιά που του γέννησε η Γαία; και με προτροπή της Ρέας ευνουχίστηκε αυτός από τον Κρόνο και ύστερα αναθεμάτισε τους δράστες ως Τιτάνες, οι οποίοι τέλος γνώρισαν την τιμωρία; Ενώ και τα παιδιά τα δικά του πάντοτε στον μύθο ήταν μισητά από εκείνον; Ή μήπως είναι αληθινή ιστορία ότι η Εστία, η Δήμητρα ο Άδης και ο Ποσειδώνας έγιναν τροφή του πατέρα τους, αφού ο Κρόνος προειδοποιήθηκε από την Γαία και τον Ουρανό, ότι θα εκθρονιστεί με την σειρά του από απόγονό του; και έτσι και ο Δίας για να αποφύγει τον διάδοχο τρώει την ίδια την πρώην σύζυγό του; Μάλιστα οι Έλληνες παρόμοιες μυθικές διηγήσεις δεν σταμάτησαν να τις κάνουν ποτέ και ακόμα και στα χρόνια του Αλέξανδρου του Μέγα, κάποιοι λέγανε απίθανα και φανταστικά όμορφα παραμύθια. Αλίμονο όμως δεν θέλω σαν σε να τους συμπαρασύρω όλους.

Όπως και συ λες, ας αφήσουμε τους μύθους και ας καταπιαστούμε με την θεωρία τις φύσεως. Λες λοιπόν ότι ο Θεός δεν έφτιαξε την φύση αλλά έργα Αυτού είναι τα αιώνια και αθάνατα και ότι αυτά τα αιώνια φτιάξανε όλα τα φθαρτά, η δε ψυχή εφόσον έργο του Θεού είναι αθάνατη και αιώνια, επειδή όπως λες διαφορετική από το σώμα είναι. Μα τότε εξήγησέ μου λοιπόν, πώς προηγουμένως υπέθεσες ότι ο Θεός των Χριστιανών δεν γίνεται να μπει σε ένα θνητό της γης μας σώμα, διότι αν τολμήσει κάτι τέτοιο έστω και προς στιγμή, αμέσως θα γίνει και αυτός θνητός; Γιατί αν δεν γίνεται θνητός, όπως οι Χριστιανοί είπαν για τον Ιησού, τότε θα πρέπει να παραδεχτείς ότι τα όσα λένε για Αυτόν αληθεύουν. Μα αν ο Θεός, που είναι ο πιο ισχυρός από όλους, γίνεται θνητός επειδή μπήκε σε ένα σώμα, τότε εξήγησέ μου το λοιπόν, πώς η ψυχή που συνεχώς μέσα σε σώμα βρίσκεται αντίθετα παραμένει αθάνατη; Ποιός σοφός αλήθεια Κέλσο λέει το μαύρο άσπρο και το άσπρο μαύρο; Όλα αυτά που λες είναι για αφελείς ακροατές των θιάσων του Διονύσου, που έπειτα από μπόλικο κρασί το ρίχνουνε στο νυσταγμένο χαζολόγημα και αδιαφορούν, όντας μισοκοιμισμένοι, για τι έγινε στην αρχή, τι στην μέση και τι στο τέλος, και έτσι μέσα στην αμνησία τους χειροκροτούν άλογα και δίχως κρίση ότι συμβαίνει, θαρρείς και ο θόρυβος από τις φωνές τους καλύπτει και εξαφανίζει τις παλιές ανοησίες.

Και αν θες να μάθεις και τούτο, ο Θεός των Χριστιανών αθάνατους έπλασε τους ανθρώπους αλλά εκείνοι ένεκα της ανυπακοής τους πέθαναν γνωρίζοντας το καλό και το κακό. Ο Ιησούς όμως για αυτό στάλθηκε στην γη, για να ξαναδώσει στον άνθρωπο την αθανασία. Κι αν ακόμη ο Θεός όπως λες πλάθει μόνο τέλεια έργα, γιατί υπάρχουν άνθρωποι κακόψυχοι; Ή μήπως ούτε και την ψυχή την έπλασε ο Θεός; Και τι είναι το σώμα; Μπορεί να αμαρτήσει χωρίς την ψυχή; Κι αν αμαρτάνει μαζί με την ψυχή, και στην πραγματικότητα, κάτω από τις εντολές της ψυχής, ποιός φταίει περισσότερο; Το σώμα που είναι ύλη και ανακυκλώνεται σε χώμα και σε άλλα σώματα, ή η ψυχή που έχει βούληση και κάθε αμαρτία είναι δική της; Είναι λοιπόν το σώμα που φταίει για τις κακές βουλήσεις της ψυχής ή η ψυχή η ίδια; Φταίει αλήθεια ο Θεός που έφτιαξε την ψυχή, αν η ψυχή αμαρτάνει εκούσια και ελεύθερα; Αν ο Θεός δεν φταίει για την ψυχή, ούτε για το σώμα λοιπόν δεν φταίει. Αν το σώμα δεν είναι κακό, τότε κι αυτό ο Θεός μπορεί να το έφτιαξε. Κι αν το σώμα και η ψυχή δεν είναι τέλεια, γι’ αυτό ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να τα θεραπεύσει και να τα τελειοποιήσει. Γιατί όπως κι εσύ είπες, ο Θεός μόνο τέλεια δημιουργεί. Κι εσύ ως φαίνεται δεν αποδέχεσαι την τελική φάση της δημιουργίας, την επιστροφή και τελειοποίηση της κτίσης.

 

(Ως προς το ζήτημα του κακού, έχω να πω ότι) στον κόσμο μας, το κακό δεν θα μπορούσε ούτε να μειωθεί ούτε να αυξηθεί -ούτε στο παρελθόν ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον. Όπως συμβαίνει να είναι ίδια η υλική φύση των πάντων, έτσι συμβαίνει και η πηγή των κακών να είναι η ίδια. Τα κακά ούτε πληθαίνουν ούτε λιγοστεύουν είναι περίπου οριοθετημένα. Την προέλευση των κακών δεν είναι εύκολο να την γνωρίζει ένας μη φιλοσοφημένος άνθρωπος, γι’ αυτό, για τον πολύ τον κόσμο είναι αρκετό το να πει κανείς ότι δεν προέρχονται από τον θεό τα κακά,20 αλλά ότι αποτελούν κι αυτά ένα μέρος του υλικού κόσμου και της ανθρώπινης κοινωνίας· ότι ο κύκλος ζωής των θνητών είναι απαράλλαχτος από την αρχή ως το τέλος, και καθώς τα πράγματα ολοκληρώνουν τον κύκλο τους, είναι αναπόφευκτο, αυτά που συμβαίνουν τώρα να ξανασυμβούν, όπως άλλωστε και έχουν ξανασυμβεί. Και επιπλέον, ας μη νομίζουμε πως ο ορατός κόσμος, έχει διευθετηθεί προς χάρη του ανθρώπου: το κάθε τι γεννιέται και πεθαίνει για χάρη της διαφύλαξης του όλου -σύμφωνα με την αέναη διαδικασία αλλαγής που προανέφερα, όπου το κάθε τι μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Τα καλά και τα κακά ούτε πληθαίνουν ούτε λιγοστεύουν, και ο θεός δεν χρειάζεται να διορθώσει τον κόσμο -δηλαδή να του προσθέσει βελτιώσεις, θαρρείς κι είναι άνθρωπος που σκάρωσε από την αρχή ένα κακότεχνο έργο και τώρα πάει να το επιδιορθώσει- εξαγνίζοντας τον με το πυρ ή με κατακλυσμούς. Όσο για το τι είναι κακό και τι όχι, ας μην είμαστε και τόσο σίγουροι. Κι αν ακόμα κάτι σου φαίνεται κακό, δεν είναι ξεκάθαρο αν είναι όντως κακό· δεν μπορείς πάντα να ξέρεις αν πραγματικά είναι ή όχι προς όφελος είτε δικό σου είτε κάποιου άλλου είτε του συνόλου.

 81, 1 Ας δούμε αν έχεις αρετή, διότι νομίζω τα έχεις μπερδεμένα, αφού λες το κακό είναι οροθετημένο και αποτελεί μέρος της ύλης και πως δεν προέρχεται αυτό από τον Θεό. Μα αν κατώτεροι θεοί έφτιαξαν το κακό και το οριοθέτησαν στον κόσμο μέσα, τότε θα συνέβαινε κάτι για το οποίο άλλες φορές πολέμησες· ότι δηλαδή δεν υπάρχουν θεοί ή θεός που να αντιπαλεύονται τον Ύψιστο θεό. Κι όμως, αν αυτός είναι αγαθότητα, πώς είναι δυνατόν οι κατώτεροι θεοί να κατασκευάζουν, ως άλλοτε μας είπες, ένα κόσμο χείριστο; Αλλά αυτή σου η θεωρία έρχεται σε σύγκρουση με άλλες απόψεις των Ελλήνων, γιατί αν διάφοροι θεοί μέσα σε ένα κόσμο αναγκαστικά κακό κατοικούν, θα μπορούσαν και αυτοί αναγκαστικά κακοί να γίνουν.

Έπειτα πάλι παράλογο φαντάζει θεοί να κατασκευάζουν ένα κόσμο που μέσα του το κακό είναι αναγκαίο, λες και αυτοί οι θεοί αναγκαστικά πρέπει να κατασκευάζουν το κακό όντας μη ελεύθεροι και κατώτεροι από τους ελεύθερους ανθρώπους. Τέτοιοι θεοί είναι πιο ανάξιοι από τους θνητούς και δεν αξίζουν καμιά θυσία, γιατί αν τέτοιοι θεοί τις άξιζαν, θα έπρεπε να τις αξίζουν και οι κακούργοι, αφού και το κακό πλέον ως κατασκευή θα είχε κάποια θεία προέλευση. Κι εδώ μπορώ τώρα να σου πω ότι το κακό για τους Χριστιανούς, μακράν απέχει από το να είναι αναγκαίο· για τον άνθρωπο είναι επιτρεπτό να μετανοεί και μέσα από την μετάνοια τέτοιες αναγκαιότητες ψεύτικων θεών καταλύονται από την δική του τη θνητή τη βούληση. Σύμφωνα λοιπόν με τους Χριστιανούς, το κακό δεν είναι αναγκαίο αλλά είναι η έλλειψη του καλού και η έλλειψη του ίδιου του Θεού, και δηλαδή του μη Οντος, το οποίο σαφώς και πάντοτε θα μειώνεται, ως την πλήρη εξαφάνισή του κατά την βούληση των όντων του κόσμου. Έτσι λοιπόν ας λεχθεί, ότι ο κόσμος ημιτελής ακόμη είναι και προς τελειοποίηση οδεύει και όταν τούτη δω συμβεί, τότε το κακό θα εξαφανιστεί και δεν θα ταλαιπωρεί αναγκαστικά, ως λες, τα όντα. Τέτοιο έργο τέλειο λοιπόν αρμόζει σε Θεό και στην τέλεια αγαθότητά Του.

Όσα επίσης λες, δεν συμβαδίζουν με τα της ψυχής, που όπως είπες, προέρχεται από τον Θεό και τίποτα που προέρχεται από τον Αυτόν δεν είναι κακό παρά αγαθό και αιώνιο. Θα περίμενε κανείς όλες οι ψυχές των θνητών να είναι καλές και αγαθές, πράγμα όμως που δεν συμβαίνει. Διότι άλλοι είναι αγαθοί και άλλοι εγκληματίες. Τί να σκεφτεί κανείς; Ότι ο Θεός γεννά τις ψυχές ως κακές και πονηρές; Ότι μαζί με τις καλές ψυχές ο Θεός γεννά και άλλες χειρότερες που κάνουν μόνο για εγκληματίες; Ή ότι η ψυχή μόλις βρεθεί μες την ύλη αλλοιώνεται και γίνεται κακή και πονηρή; Σαφώς λοιπόν υπαινίσσεσαι το δεύτερο, που δεν μπορεί σοφά να στέκει, διότι κανείς δεν είδε κανένα σκύλο ληστή μήτε και εγκληματία, κανένα όρνιο κακόβουλο μήτε και ποτισμένο φιλαργυρία. Τίποτα στα ζώα δεν δείχνει ότι ανάμεσα σ’ εκείνα άλλα είναι ενάρετα και άλλα γεμάτα μίσος ποτισμένα, αν και όπως είπες από την ίδια ύλη με τον άνθρωπο αποτελούνται· κανείς δεν είδε λέοντες να στήνουνε απάτες, μήτε κανείς πουλιά να στήνουνε μύριες πονηρίες. Ακόμα και αν κάποιος υποθέσει ότι όντως  πράττουν έτσι, σίγουρα θα πρέπει να ψάξει πολύ για να βρει λέαινα να κλαίει για τον χαμό βοδιού και λύκο για κατσίκας. Αν λοιπόν στους σκύλους και στους πίθηκους, στα ελάφια και στα φίδια τίποτα δεν είναι κακό, πώς είναι στους ανθρώπους; Μήπως εκείνοι φτιάχνονται από ύλη άλλης ουσίας; Μα συ λες ότι η φύση των πάντων είναι η ίδια, πώς λοιπόν ανέχεται η σοφία σου τούτη την δυσαρμονία;

Και αυτός ο κόσμος, ως σ’ αρέσει να υποθέτεις, δεν έγινε για τον άνθρωπο αλλά για χάρη της διαφύλαξης του συνόλου και λες ότι κάθε τι μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Αν ήταν έτσι λοιπόν, εμείς οι άνθρωποι θα έπρεπε να είχαμε γίνει όλοι βάτραχοι, οι βάτραχοι σκυλιά και τα σκυλιά με την σειρά τους τράγοι, οι τράγοι να γίνουν δάφνες και οι δάφνες να γίνουν πέτρες και οι πέτρες άνθρωποι. Μα και αν κάποιος είδε άνθρωπο αφού πεθάνει να γίνεται σαν χώμα, τότε για πες μου σε παρακαλώ, ποιός είδε πέτρα να γίνεται άνθρωπος; Εγώ αν και γύρισα και στην Ιωνία και στην Σικελία και στην Β. Αφρική ουδέποτε απάντησα κάτι τέτοιο. Ακόμη κι αν ο άνθρωπος γίνεται πέτρα, τότε η ψυχή του πού πηγαίνει; Τέτοια δόγματα δήθεν αρετής προέρχονται από μύθους σαν εκείνους του Δευκαλίωνα που φύτευε τις πέτρες και έβγαζε ανθρώπους. Αυτές οι διηγήσεις και αν ξεπερνούν εκείνες του Αισώπου! Τουλάχιστον από εκείνα του Αισώπου, τα αληθινά για τους παίδες παραμύθια, πολλά κανείς έχει να διδαχτεί, έστω και αν οι παιδαγωγοί στην παλιά την Ελλάδα δεν κατείχαν κάποια θέση που να αρμόζει άξια μες την πολιτεία, γι’ αυτό και δούλοι ήσαν σαν τον Αίσωπο. Όμως αυτά τα παραμύθια του Δευκαλίωνα που τα διδάσκεις, λες και είναι ιστορικές αλήθειες, τί έχουν πράγματι να μας διδάξουν ή να εξιστορήσουν πέρα από την απόρριψη της λογικής και της ίδιας της σοφίας;

Σίγουρα για το κακό έχεις δίκιο· κάποιοι το κακό το θεωρούν καλό και το καλό κακό. Όμως οι Χριστιανοί πιστεύουν ότι εφόσον μόνο ο Θεός είναι δίκαιος και αγαθός, ένεκα της τέλειας δικαιοσύνης Του, είναι και ο μόνος ικανός να διαχωρίζει το κακό από το καλό, γι’ αυτό και απέχουν από το να κρίνουν τους άλλους ολοκληρωτικά και εξ άπαντος.

Κι όλα αυτά για τους αναγκαστικά επαναλαμβανόμενους κύκλους των θνητών, είναι πολύ πιο αστήριχτα από όλα τα άλλα που ξεστομίζεις· θαρρώ κάποια στιγμή και τον Πυθαγόρα τον ίδιο ύβρισες για παραδοξολογίες, αν και τώρα παρόμοιες παραδοξολογίες θεωρείς ως φοβερές αλήθειες. Μόνο πες μου στ’ αλήθεια ποιος Αθηναίος πολέμησε τρεις και τέσσερις φορές στον Μαραθώνα; Ποιός Σπαρτιάτης πέθανε πέντε και έξι φορές στις Θερμοπύλες; Αλλά βλέπεις κάτι σοφοί σαν και σένα υποστηρίζουν ότι όλοι αυτοί οι κύκλοι των θνητών συμβαίνουν κάθε δέκα ή και περισσότερες χιλιάδες χρόνια, ώστε να είναι σίγουροι ότι όλες οι ανοησίες τους θα έχουν ξεχαστεί ως τότε και κανείς πλέον δεν θα τους θυμάται, ούτε και ο ίδιος τους ο εαυτός. Γιατί αν ακόμα υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί οι κύκλοι συμβαίνουν για το καλό του συνόλου, τότε τί τους απαγορεύει να συμβαίνουν πιο συχνά; Αλλά αν συνέβαιναν τόσο πολύ συχνά, εσύ ακόμη μπορεί να ήσουν συνέχεια και για πάντα στην πρώτη μόλις λέξη των όσων εντελώς αστήριχτα υποστηρίζεις.

 

Βλέποντας λοιπόν κανείς τους Χριστιανούς να προσδίδουν στο θεό αισθήματα οργισμένου ανθρώπου, δεν μπορεί παρά να γελάει: εδώ ένας άνθρωπος που κάποτε οργίστηκε με τους Ιουδαίους, τους εξολόθρευσε όλους, τους ισοπέδωσε· ενώ πριν απ’ αυτόν, ολόκληρος θεός, ο μέγιστος θεός όπως λένε, που ’ χε γίνει πυρ και μανία μαζί τους και εξαπέλυε απειλές, το μόνο που ’ κανε τελικά ήταν να στείλει κάτω τον υιό του, που ’ παθε τα όσα έπαθε21... Επειδή όμως δεν μιλάμε τώρα μόνο για τους Ιουδαίους αλλά για την φύση γενικά, ας ξεκαθαρίσω τι εννοώ με τα παραπάνω. Ισχυρίζονται ότι τα πάντα δημιουργήθηκαν από το θεό για χάρη του ανθρώπου, ενώ εμείς υποστηρίζουμε ότι δεν έγιναν και δεν γίνονται, ούτε για χάρη των ανθρώπων ούτε για χάρη των ζώων. Και ούτε είναι έργα θεού οι βροντές κι οι αστραπές κι οι βροχές.22 Ακόμα κι αν δεχόταν κανείς ότι αυτά τα φαινόμενα είναι έργο του θεού, γιατί θα ’ πρεπε να βρέχει για χάρη του ανθρώπου (για να μπορεί δηλαδή ο άνθρωπος να έχει τροφή), κι όχι για χάρη των δέντρων ή των αγκαθιών ή των χόρτων. Κι αν πεις ότι κι αυτά μόνο για χάρη του ανθρώπου φυτρώνουν, τότε γιατί όχι μόνο για χάρη των άγριων ζώων; Στο κάτω κάτω εμείς, με τόσους κόπους και επίμονη δουλειά, μόλις που καταφέρνουμε να τρεφόμαστε, ενώ αυτά ούτε να οργώνουν χρειάζεται ούτε να σπέρνουν. Και σ’ όποιον θα μου θύμιζε τη φράση του Ευριπίδη, κι ο ήλιος κι η νύχτα τους θνητούς υπηρετούν13 θα ρωτούσα, γιατί ντε και καλά εμάς κι όχι τα μυρμήγκια και τις μύγες; Αφού και γι’ αυτά, η νύχτα είναι για ν’ αναπαύονται κι η μέρα για να βλέπουν και να κάνουν. Και σ’ όποιον πει ότι είμαστε άρχοντες των ζώων, μιας και τα κυνηγούμε και μετά τα καταβροχθίζουμε, θα ρωτήσω: τι αποκλείει, εμείς να έχουμε γίνει για χάρη αυτών, αφού κι εκείνα μας κυνηγάνε και μας τρώνε; και μάλιστα, εμείς για να τα πιάνουμε χρειαζόμαστε όπλα και δίχτυα και σκυλιά, χώρια που πρέπει να μαζευόμαστε πολλοί. Ενώ εκείνα τα προίκισε η φύση με δικά τους όπλα, κι έτσι ως προς αυτό είμαστε εμείς υποδεέστεροι, θα μου πείτε, ο θεός μας έδωσε μυαλό, ώστε να μπορούμε να πιάνουμε και να κακομεταχειριζόμαστε τα άγρια θηρία· εδώ θα απαντήσω ότι επί τόσα χρόνια, προτού εμφανιστούν οι πόλεις κι οι τέχνες κι οι επικοινωνίες και τα όπλα και τα δίχτυα, οι άνθρωποι αρπάζονταν και καταβροχθίζονταν από τ’ άγρια θηρία· σπανιότατα συνέβαινε το αντίστροφο. Άρα εδώ θα λέγαμε πως ο θεός τους ανθρώπους τους είχε μάλλον υποταγμένους στα άγρια ζώα. Μα, θα μου πείτε, οι άνθρωποι είναι ανώτεροι από τα ζώα, διότι ζούνε σε πόλεις και έχουν κράτη και αξιώματα και εξουσίες. Ε, λοιπόν, σιγά το πράμα. Και τα μυρμήγκια κι οι μέλισσες το ίδιο. Οι μέλισσες -τουλάχιστον αυτές- έχουν αρχηγό, διαβαθμίσεις, περίθαλψη, κάνουν πολέμους, εξοντώνουν τους ηττημένους, χτίζουν πόλεις, ακόμα και προάστια, αλλάζουν βάρδιες στη δουλειά, τιμωρούν τους τεμπέληδες -τους κηφήνες τουλάχιστον, που τους απελαύνουν. Τα μυρμήγκια από τους αποθηκευμένους σπόρους κόβουν τα φύτρα για να μη βλαστήσουν, έτσι ώστε να τους μείνουν για ένα χρόνο. Επίσης, τα νεκρά μυρμήγκια τα αποθέτουν σε έναν τόπο που έχουν ξεχωρίσει ειδικά για αυτό το σκοπό· κι ο τόπος αυτός είναι για αυτά κάτι ανάλογο με τα δικά μας πάτρια μνήματα. Επίσης όταν συναντιούνται, έχουν τρόπο να συνεννοούνται μεταξύ τους και να μη χάνουν το δρόμο τους· χρησιμοποιούν φυσικά δική τους γλώσσα, έχουν δική τους κοινή λογική και νοήματα και συλλογικούς σκοπούς και σημαινόμενα.

 83, 1 & 85 Οι Χριστιανοί σαφώς και δεν προσδίδουν στον Θεό αισθήματα οργισμένου ανθρώπου αλλά οι ενέργειες του Θεού ερμηνεύονται από τους ανθρώπους με τέτοια αισθήματα, διότι σε αυτές τις πράξεις καταλήγουν οι ίδιοι μόνο, λόγω της οργής τους άλογα, χωρίς κρίση για τις συνέπειες των πράξεών τους. Έτσι λοιπόν από την ανθρώπινη μεριά μιλάει η Γραφή των Ιουδαίων, όταν αυτοί εδώ ως δούλοι ένιωθαν και φοβόταν τον Κύριό τους, βλέποντάς τον ως Αυστηρό Κριτή τους. Μετά όμως την αποστολή του Υιού Του, ο Θεός για όλους φανερώθηκε σε όλα τα έθνη επί της γης, ως Αυτός που πραγματικά είναι για τους ανθρώπους, ένας Πατέρας δηλαδή αγαπητός για τα παιδιά Του. Ο Θεός δεν οργίζεται, αλλά οι πράξεις Του έχουν σχέδιο και πρόνοια για τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και άλλοτε ο Θεός τιμωρεί και άλλοτε αποφασίζει να στείλει εδώ τον Υιό Του. Οι πράξεις του Θεού έχουν τελικό σκοπό και πρόνοια για το σύνολο και δεν γίνονται οργισμένα, άνευ σχεδίου και πρόνοιας, όπως εκείνες των ανθρώπων. Αν ο Θεός των Χριστιανών έπραττε οργισμένα, τότε αλήθεια όπως λες, ποτέ δεν θα έστελνε τον Υιό Του αλλά και τον άνθρωπο και την Γη ολάκερη θα είχε καταστρέψει, εξαφανίζοντας τους όλους μια και καλή για πάντα.

Σωστά υποστηρίζεις πως οι βροντές και οι αστραπές δεν είναι έργα του Θεού· νομίζω ότι κάτι αυτό το είπε πρώτος ο Επίκουρος στους Έλληνες, μα εκείνοι τον θεώρησαν άθεο, από όσο θυμάμαι για αυτή του την θεωρία. Και οι Χριστιανοί ουδέποτε πίστεψαν και ούτε ποτέ υποστήριξαν δογματίζοντας, ότι τις βροντές και τις αστραπές τις ρίχνει ο Θεός Τους· ούτε και οι Ιουδαίοι, αν και όπως είπες εκείνοι είναι βάρβαροι και αμόρφωτοι, παρότι υποστήριξαν ορισμένα θέματα πριν από τον ίδιο τον Επίκουρο. Αυτά τώρα όμως δεν έχουν σημασία.

Οι Χριστιανοί λένε λοιπόν, ότι ο Θεός κατασκεύασε τον κόσμο δίνοντάς του μηχανισμούς αυτοτέλειας και ο Ίδιος, μιας και είναι ο Κατασκευαστής του σύμπαντος, πάντοτε έχει την ικανότητα να επεμβαίνει αν χρειαστεί. Ακόμη λένε ότι οι άνθρωποι μονάχα έχουνε ψυχές, γι’ αυτό και είναι διαφορετικοί σε κάτι από τα ζώα της φύσης, αν και στην σάρκα ίδιοι είναι με αυτά. Όσο για το κακό και το καλό στα ζώα και στον άνθρωπο, σου είπα νομίζω, και αυτό για τους Χριστιανούς είναι μια σημαντική βάση για να πιστεύουν τα όσα λένε, όσο αφορά τα της ψυχής του ανθρώπου.

Επίσης κανένα ζώο δεν αγαπά την τέχνη σαν τον άνθρωπο, μήτε την μουσική και το τραγούδι, διότι τα ζώα αν φωνάζουν ή κελαηδούν, το κάνουν για κάποιο λόγο αλλά ο άνθρωπος το κάνει και για να διασκεδάζει και γιατί αγαπά την τέχνη. Ο άνθρωπος έχει επίσης ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που οι Έλληνες πολλές φορές το τίμησαν με τις θυσίες και τους αγώνες τους. Αυτό το αγαθό λέγεται ελευθερία και έτσι και στον άνθρωπο αν χαλκά του βάλεις και στα σίδερα τον ρίξεις, έστω και αν λίγο υποταχθεί, πάντα θα σκέφτεται πως να απελευθερωθεί. Και μην σοφά μας πεις, ότι είδες κανένα βόδι το άροτρο να ρίχνει κάτω και μαζί με τους συντρόφους του να πράττει καμιά εξέγερση ή καμιά στάση σαν κείνη του Μιθριδάτη ενάντια στους Ρωμαίους! Διότι και αν τα βόδια δυνατότερα είναι από τον άνθρωπο εντούτοις από τον αδύνατο άνθρωπο διατάζονται στο χωράφι. Νομίζω ότι αυτή είναι η δύναμη του ανθρώπου που τα ζώα δεν έχουν.

Συ Κέλσο κι οι σοφοί λαοί που αναφέρεις, που δεν βρίσκετε καμία διαφορά μεταξύ ανθρώπων και ζώων, δηλαδή ανάμεσα από άλογα και λογικά, είσαστε άξιοι της τύχης των θεών σας που συνουσιάζονται με αυτά. Οι δε Αιγύπτιοι προσκυνούν τ’ άλογα, και αν θυμάμαι τους χλεύασες γι’ αυτή τους την συνήθεια, αν και τώρα τον άνθρωπο βάζεις όμοια με τα ζώα, έστω και αν ποτέ ζώο δεν φάνηκε ανθρώπους να προσκυνά για χάρη των θεών ή του θεού του. Όμως ας μην νομίζει κανείς ότι οι Χριστιανοί δεν σέβονται τ’ άλογα τα όντα, διότι αυτά δώρο είναι του Θεού στους ανθρώπους μαζί με ολάκερη την φύση. Και αν έστω υποστηρίξει κανείς ότι όντως τα φυτά είναι για τα ζώα μόνο, τότε λάθος μεγάλο πράττει, διότι δεν βλέπει ότι το χόρτο το τρώει το πρόβατο και το γάλα του ο άνθρωπος. Και αυτή η επίμονη δουλειά που δίκαια αναγνωρίζεις, θυμίζει τους Ιουδαίους που τέτοια λένε στα βιβλία τους ως τιμωρία των ανθρώπων.

Πάντως καλά κάνεις και λες ότι οι άνθρωποι διαφέρουν από τα ζώα, αφού δεν έχουν από την φύση τους όπλα σαν τα δεύτερα για να κυνηγούν· μα παρόλα αυτά, όπως ανάφερες, ο άνθρωπος έχει μυαλό και μόνος του τα φτιάχνει, έστω και αν δεν τα έχει από την φύση του. Γι’ αυτό λοιπόν τα ζώα εξοπλίστηκαν από τον Θεό με όπλα διότι μόνα τους δεν είναι δυνατά εις το να τα κατασκευάζουν. Ποιός ο λόγος λοιπόν ο άνθρωπος να γεννιέται δίχως όπλα και τα ζώα δίχως άρματα και όπλα όπως ο άνθρωπος;

Και όσα λες για τα μυρμήγκια και τις μέλισσες είναι πολύ θαυμαστά και αληθινά και σε τιμούν ως προς την γνώση, έστω και αν ζώο ποτέ δεν θα δεις να γνωρίζει οτιδήποτε για άλλο ζώο. Όμως γι’ αυτό θα σου μιλήσω αργότερα.

Επέτρεψέ μου τώρα, να σου εξηγήσω Χριστιανικά, πως φαίνεται ότι ο άνθρωπος σαφώς και είναι ανώτερος από τα ζώα κι όλα γι’ αυτόν έγιναν παρά για ‘κείνα ή για κανέναν από τους δύο, ως είπες. Διότι κατά τους Χριστιανούς, ο Θεός σώμα ανθρώπινο ενδύθηκε και όχι ενός πιθήκου. Και αν δίκαια εσύ ομιλείς, τότε η σοφία των μυρμηγκιών ανώτερη είναι από την δική σου, πράγμα που κι άδικο αν έχεις, λάθος να το πει κανείς δεν θα είναι.

 

Για πείτε μου τώρα, αν κάποιος από ψηλά από τον ουρανό ρίξει μια ματιά στη γη, ποιες μεγάλες διαφορές νομίζετε ότι θα βρει ανάμεσα στα δρώμενα τα δικά μας και των μελισσών και των μυρμηγκιών, Ίσως μοναχά τ’ ότι οι άνθρωποι καταγίνονται με τη μαγεία και τη βασκανία· μόνο που σ’ αυτά μας έχουν αφήσει πίσω τα φίδια κι οι αετοί: από αντίδοτα τουλάχιστον κι από τρόπους να προλαβαίνουν και να απομακρύνουν το κακό, γνωρίζουν ουκ ολίγα -μέχρι και πέτρες χρησιμοποιούν για να σώζουν τα μικρά τους· και ξέρουν μυστικά που αν τύχει ποτέ να τα μάθει άνθρωπος, θα νομίζει πως κατέχει θαυμαστές γνώσεις, θα μου απαντήσουν, ότι ο άνθρωπος έχει συλλάβει την έννοια του θείου, κι αυτό τον κάνει ανώτερο από τα άλλα ζώα. Ας ξέρουν λοιπόν όσοι το ισχυρίζονται αυτό, ότι αυτή την ιδιότητα πολλά άλλα ζώα θα την διεκδικήσουν, και μ’ όλο τους το δίκιο. Γιατί, τι πιο θεϊκό από το να προβλέπει κανείς τα μελλούμενα και να τα φανερώνει; Αυτά λοιπόν οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να τα μαθαίνουν από τα άλλα ζώα και κυρίως από τα πουλιά. Κι όσοι καταλαβαίνουν τα σημάδια τους, υποτίθεται πως έχουν προφητικές ικανότητες. Επομένως, τα πουλιά και όσα άλλα ζώα είναι προικισμένα από το θεό με προφητικές ιδιότητες και μας γνωστοποιούν με σημάδια τα μελλούμενα, φαίνεται πως από τη φύση τους είναι πιο κοντά στο θεό, πιο σοφά και πιο αγαπητά σ’ αυτόν. Υπάρχουν μάλιστα άνθρωποι μυαλωμένοι που ισχυρίζονται ότι τα πουλιά έχουν δικό τους τρόπο επικοινωνίας φανερά ανώτερο από τους δικούς μας, και ότι αυτοί είναι σε θέση να καταλαβαίνουν τα λεγόμενα τους και να το αποδεικνύουν έμπρακτα- προλέγουν φερ’ ειπείν ότι συμφωνά με τα λεγόμενα τους τα πουλιά θα αναχωρήσουν προς ένα ορισμένο σημείο και εκεί θα κάνουν κάτι συγκεκριμένο και τα όσα προλέγουν επαληθεύονται. Επίσης για τους ελέφαντες λένε πως τηρούν τους όρκους τους κι είναι πιο πιστοί από οποιοδήποτε άλλο ζώο, έχοντας επίγνωση της ύπαρξης του θεού. Οι δε πελαργοί είναι πιο ευσεβείς από τους ανθρώπους- ανταποδίδουν την αγάπη και τη φροντίδα των γονιών τους και τους πηγαίνουν τροφές. Ένα πουλί της Αραβίας, ο Φοίνικας, κουβαλά στην Αίγυπτο τον νεκρό πατέρα του τυλιγμένο σε σμύρνα (βαλσαμόδεντρο)24 και τον αποθέτει στο τέμενος του ήλιου.

 87, 1 Εκτός αυτών που αναφέρεις για τους ανθρώπους, υπάρχει ακόμη ένα στοιχείο που νομίζω ότι κάποιος από ψηλά εύκολα θα μπορεί να δει και που στα ζώα δεν το βρίσκει. Αυτό το στοιχείο είναι η διαφορά που εσύ ο ίδιος παρουσίασες, όταν χλεύασες τους Ιουδαίους και τους Χριστιανούς· τους πρώτους τους είπες αμόρφωτους και τους δεύτερους χαζούς και άνευ ήθους, διδάσκοντας ότι μόνο οι Έλληνες είναι ικανοί για πράγματα, ενώ οι άλλοι λαοί σαφώς όχι. Μάλιστα παρομοίασες Χριστιανούς και Ιουδαίους με σκουλήκια και βατράχους, που κάθονται πάνω σε κόπρανα και σε βάλτους. Σωστό είναι λοιπόν να παρατηρήσεις ότι αυτό είναι ένα από τα σημαντικά στοιχεία του ανθρώπου απέναντι απ’ τα ζώα, που εκείνα δεν το έχουν. Αυτό το στοιχείο ή διαφορά λοιπόν, καλείται αλαζονεία και μην μου πεις ότι είδες κανένα μυρμήγκι ή κανένα σκουλήκι να παινεύεται το πιο έξυπνο από τα άλλα. Διότι κανένα σκουλήκι και κανένα μυρμήγκι δεν είναι αλαζονικό και δεν νομίζει ότι είναι ανώτερο. Σίγουρα ποτέ ένα σκουλήκι δεν θα χλεύαζε ένα άλλο. Και αν ποτέ σε μια κοινωνία καλά οργανωμένη μυρμηγκιών, όπως αξιοθαύμαστα περιέγραψες, εμφανιστεί κάποιο αλαζονικό, πράμα που αμφιβάλω, όλα τα μερμήγκια θα το έδιωχναν ως εξόριστο, μόνο που δεν θα το χλεύαζαν αλλά θα του δίδασκαν ότι η τιμωρία του θα είναι να ζήσει μαζί με τους ανθρώπους. Διότι η αλαζονεία τους θα το δασκάλευε ίσως τάχιστα να την παρατήσει, καθώς εκείνη ευθύνεται για όλα τα κακά του ανθρώπου. Γι’ αυτό καλά να σημειώσεις ότι οι Χριστιανοί ταπεινοφροσύνη διδάσκουνε και όλοι θαρρώ πως ξέρουνε ότι η αλαζονεία είναι το μέγιστο κακό. Και στους Έλληνες να κοιτάξεις αλλά και στους Χριστιανούς, τα ίδια λένε για την αλαζονεία. Οι πρώτοι για τον Ίκαρο λένε πως δεν άκουσε τον σοφό και λογικό Δαίδαλο και συνεχώς ανέβαινε μέχρι που έπεσε και πνίγηκε στο βάθος του ωκεανού· ενώ στους δεύτερους ο Σατανάς το ίδιο έπραξε σαν τον Ίκαρο, θαρρείς και ο Θεός είναι κάτι που μπορείς να φτάσεις· λες και δεν είναι Ύψιστος!

Ότι δε τα πουλιά και τα πτηνά και όλα τα άλλα ζώα είναι προικισμένα με γνώσεις προφητικές και μαντικές, ότι οι ελέφαντες τηρούν τους όρκους τους, ότι οι πελαργοί αγαπούν τους γονείς τους, ότι ο Φοίνικας κουβαλά τον πατέρα του και τον αποθέτει στον ναό του ήλιου, δεν σημαίνει ασφαλώς πως τα ζώα είναι κοντύτερα στον θεό από τους ανθρώπους  κι  ότι οι άνθρωποι είναι που έγιναν για κάποια χάρη των πρώτων. Διότι κανένα άνθρωπο δεν θα δεις ως άλογο ον, υπήκοο των ζώων ή σε μια διπλή σχέση ανθρώπου - ζώου αυτός να έχει την θέση της υποτελείας.

Από την άλλη τη μεριά, ο Θεός ουδέποτε τον άνθρωπο υπέταξε, ως λες, στα ζώα. Συ ο ίδιος είπες ότι μυαλό του έδωσε, ώστε μια μέρα οριστικά να κυριαρχήσει παρά να υποταχθεί σε αυτά. Και αν ακόμη κανείς δεν αμφιβάλλει για όσα λες από την άλλη μεριά δεν μπορεί να παραβλέψει ότι κάθε ζώο έχει μέσα του μια χάρη, ως του ανθρώπου, αλλά μόνο ο άνθρωπος έχει μαζί όλες αυτές τις χάρες, γι’ αυτό και οι Χριστιανοί αποδέχονται τον άνθρωπο ως κορωνίδα της δημιουργίας. Σε αυτό περίπου πιστεύω θα συμφωνούσαν δυο σοφοί από την Ελλάδα, ο Πρωταγόρας και ο Αντιφώντας.

Βέβαια δεν θα παύσω εδώ. Θα συνεχίσω, μιας και λες ότι τίποτα πιο θεϊκό δεν υπάρχει από το να προβλέπει κανείς τα μελλούμενα και να τα φανερώνει. Μα εσύ πολλές φορές θαρρώ τις προφητείες ανθρώπων χλεύασες και ακόμη εκείνες του Ιησού τις παραβλέπεις, θέλοντας με αυτή την πονηρή την τακτική, την θεϊκή Του ιδιότητα να αποβάλλεις, αν και κάτι τέτοιο δεν εξαρτάται, ούτε είναι δυνατό από εσέ αλλά και ούτε από άλλο θνητό κανέναν.

Και δεν αρκείσαι σε αυτά Κέλσο, αλλά υποστηρίζεις ότι το Θεό γνωρίζουν και τα ζώα, διότι λες ο άνθρωπος υποχρεωμένος είναι από αυτά να μαθαίνει τις προφητείες και με αυτά σου τα σοφά τα λόγια καθόλου από τους Αιγυπτίους δεν διαφέρεις. Διότι θεωρείς με τούτα σου τα λόγια, ούτε λίγο ούτε πολύ, και τα πουλιά ανώτερα κι από τον ίδιο τον εαυτό σου και αποδέχεσαι σαφώς και τους ελεφάντινους τους όρκους· ενώ τις αφηγήσεις του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού ανάξιες τις έχεις για αναφορά του λόγου. Μα αν και κάτι τέτοιο ευσταθεί, ότι δηλαδή τα ζώα γνώση έχουν του Θεού, όπως ο ελέφαντας που ανάφερες ως πιστό στους όρκους, πες μας λοιπόν γιατί κανένα από αυτά ποτέ του τον Θεό δεν τον λάτρεψε, γιατί κι αν μέλισσες και μυρμήγκια κι άλλοι τόσοι των ζώων ικανοί κατασκευαστές κτισμάτων, ουδέποτε έκτισαν ναό για τον Θεό και ουδέποτε δημιούργησαν θρησκείες;

Όσο για τα πουλιά πως είπες ότι καλύτερο τρόπο επικοινωνίας έχουν από τους ανθρώπους, θα πρέπει να γνωρίζεις πως και αυτά, αν κι ίσως με λογική καμιά φορά τραγουδούν, εντούτοις ουδεμία παράδοση σοφή ή θεολογική μέσα σ’ αυτά δεν σώζεται δια μέσω των αιώνων. Πουθενά δεν θα δεις κανένα ζώο να φιλοσοφεί και τον Θεό να ψάχνει, όπως συμβαίνει για παράδειγμα εις τους Έλληνες ανθρώπους. Λοιπόν παράλογο στα σίγουρα φαντάζει ο Θεός να κατασκεύασε τον κόσμο για τα ζώα και γενικά για τα άλλα, εκτός του ανθρώπου, όντα και κανένα από αυτά να μην στρέφεται προς Αυτόν και κανένα να μην μπορεί να Τον εκτιμήσει· έτσι εσύ σκεπτόμενος παρουσιάζεις ένα Θεό που ματαιοπονεί και αξιολύπητος τυγχάνει, επειδή κατασκεύασε τον κόσμο για όντα που δεν μπορούν Τον δημιουργό τους βαθιά να εκτιμήσουν. Περισσότερο δε, παρουσιάζεις ένα θεό που δεν βρίσκεται σε σχέση αγάπης με τα πλάσματά του, αφού τουλάχιστον η μια πλευρά δεν ενδιαφέρεται για εκείνη την θεϊκή την άλλη. Πραγματικά λοιπόν άγνωστο μου είναι σε ποιο Θεό ορκίζεται, και αν πράγματι το πράττει, ο ελέφαντας και παράλογο φαντάζει ότι ο Φοίνικας αποθέτει τον νεκρό πατέρα του στο ναό του Ήλιου· λες κι ο Φοίνικας αναγνώρισε ως θεό τον ήλιο και προστρέχει στο ναό του, ενώ κανείς πριν υπάρξει ο ναός δεν γνώριζε που τον απόθετε τον νεκρό ο πρώτος. Σαν κι ο Φοίνικας να περίμενε τους άσχετους με τον Θεό, ως λες, ανθρώπους να κατασκευάσουνε ναό, ώστε ο πρώτος, που ποτέ του δεν έλαβε καμιά συμμετοχή σε κάποιου είδους θρησκεία, και πιο σχετικός πλέον κι από τους δεύτερους που το ιερό κατασκεύασαν για τον θεό τους, πιστός στην ηλιολατρία να φαντάζει.

 

Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν δημιουργήθηκαν τα πάντα για χάρη του ανθρώπου, όπως δεν δημιουργήθηκαν για χάρη του λιονταριού ή του αετού ή του δελφινιού: ο κόσμος δημιουργήθηκε από το θεό κατά τρόπο ώστε όλα τα μέρη του να συμβάλλουν στην ολοκλήρωση και την τελειότητα του. Τα πάντα έχουν υπολογιστεί ώστε να εξυπηρετούν, όχι το ένα το άλλο, αλλά το όλον και ο θεός για αυτό ενδιαφέρεται, κι έτσι το όλον δεν το εγκαταλείπει η πρόνοια και δεν εξελίσσεται προς το χειρότερο, ούτε ο θεός αποφασίζει ύστερα από κάποια χρονική περίοδο απραξίας να το στρέψει προς στον εαυτό του, ούτε και εξοργίζεται με τους ανθρώπους, όπως δεν εξοργίζεται με τους πιθήκους ή τα ποντίκια. Ούτε απειλές εκτοξεύει εναντίον τους· γιατί το κάθε τι στον κόσμο κατέχει τη θέση που του αναλογεί.

 89,1 Παράξενο είναι ένας σοφός να φανερώνει τον κόσμο ως τέλειο και ολοκληρωμένο δημιούργημα του Θεού, ενώ πριν από αυτό, το κακό να δέχεται ο σοφός περιορισμένο· αναγκαστικά δηλαδή κλεισμένο μέσα σε μια ανακυκλωμένη και μη ολοκληρωμένη δημιουργία. Θα συμφωνήσω ως προς την δημιουργία και θα διαφωνήσω ως προς την εξυπηρέτηση.

Δεν είναι δυνατό, λες Κέλσο, το ένα να εξυπηρετεί κάποιο άλλο, αλλά αντίθετα καθετί εξυπηρετεί το όλο. Ας παρατηρήσουμε λοιπόν τον άνθρωπο που έχει χέρια και ποδάρια. Ο άνθρωπος στον κόσμο, έχει τέτοια δύναμη εξουσίας, σαν εκείνη που έχει το κεφάλι εις το σώμα του ανθρώπου. Τα ζώα και τα φυτά όπως ανάλογα τα χέρια και τα πόδια, που ασφαλώς δεν έχουν. Ο άνθρωπος με το κεφάλι του και την λογική του, διατάζει τα χέρια και τα πόδια να πράξουν τέτοια πράγματα, που αν έχουν σοφία μετακινούν το όλο· τον άνθρωπο προς το καλύτερο και ο άνθρωπος με την σειρά του, ως σύνολο, προς το καλύτερο οδεύει. Όμως, αν το κεφάλι δεν σκέφτεται ώριμα και δεν φροντίζει για την ευ ζην των χεριών και των ποδιών του σώματός του, είτε τα χρησιμοποιεί παράλογα και άπληστα, απαιτώντας διαρκώς περισσότερα από όσα εκείνα μπορούν να καταφέρουν, τότε αυτά αρρωσταίνουν και χάνουν την υγεία και τη δύναμή τους. Και τέτοια πράγματα έβλεπε κανείς να συμβαίνουν σε διάφορα λατομεία, που δούλοι εργάζονταν από το πρωί μέχρι το βράδυ χωρίς ανάσα.

Ο άνθρωπος λοιπόν ως κεφάλι έχει την σοφία, ενώ η φύση ως χέρια και ως πόδια μάλλον δύναμη. Στην σοφία του ανθρώπου λοιπόν έγκειται, το αν θα καταφέρει να ζει ο ίδιος σε αρμονία και υγεία με αυτά τα φυσικά τα άκρα, χρησιμοποιώντας τα με σύνεση, παρά στα ίδια αυτά τα τελευταία. Κι εδώ θα ήθελα να σου ξαναθυμίσω την ταπεινότητα που διδάσκουν οι Χριστιανοί, χάρη με την οποία ο άνθρωπος, αν και κορωνίδα της Δημιουργίας, θα πρέπει να σταθεί σε αυτό το όλον που αναφέρεις με σεβασμό, μη θωρώντας τον εαυτό του ανώτερο, παντοδύναμο και πάνσοφο· αυτές οι ιδιότητες μόνο στον Θεό ανήκουν και όποιος νομίζει ότι Θεός μπορεί να γίνει εκλαμβάνοντας τα δώρα ως δικά του δημιουργήματα, τότε κακό μεγάλο θα ‘βρει. Μόνο ο χτίστης ενός παλατιού γνωρίζει καλά τα σχέδια και μπορεί να κάνει ότι μετατροπές θελήσει όχι ο ένοικος. Κι ο βασιλιάς άνθρωπος, αν και άρχοντας είναι του παλατιού της φύσης και τα περισσότερα ορίζει, αν τυχόν και ανακατευτεί με αυτές τις μεταβολές, μάλλον το οικοδόμημα του παλατιού κινδυνεύει να ρίξει, παρά να προσθέσει κάτι που θα το κάνει να φαντάζει καλύτερο.

Αυτοί είναι λοιπόν οι λόγοι που ο Θεός ασχολείται με τον άνθρωπο παρά με πιθήκους ή ποντίκια.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ

 

 

 

Σας λέω λοιπόν, Ιουδαίοι και Χριστιανοί, ότι θεός και παιδί θεού, ούτε κατέβηκε ούτε μπορεί ποτέ να κατεβεί στη γη. Κι αν εννοείτε κάποιους αγγέλους, τι λέτε πως είναι αυτοί, θεοί ή άλλο γένος; Γιατί, φυσικά, άλλο πράγμα ο θεός και άλλο οι δαίμονες.*

 91, 1 Οι Χριστιανοί λένε ότι ο Υιός του Θεού ήλθε και κατέβηκε στην γη και μπορεί να το ξαναπράξει οποιαδήποτε στιγμή το ξαναθελήσει, ως Παντοδύναμος. Κανείς σοφός συλλογισμός δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι ο όντως Παντοδύναμος και Πάνσοφος δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να ενανθρωπίσει, λες και αδύναμος παρά δυνατός να είναι. Όσο αφορά την γνώμη σου για τους αγγέλους, τους δαίμονες και τον Θεό νομίζω ότι συμφωνούμε.

 

Με τους Ιουδαίους τώρα, είναι κανείς να απορεί που από τη μια λατρεύουν τον ουρανό και τους αγγέλους κι από την άλλη αδιαφορούν για τα πιο μεγαλοπρεπή και ισχυρά μέρη του, τον ήλιο και τη σελήνη και τους άλλους αστέρες, και τους πλανήτες και τους απλανείς, θαρρείς και είναι δυνατόν, το μεν όλον να είναι θεός τα δε μέρη του να μην είναι θεϊκά· ή πάλι, λατρεύουν απόλυτα εκείνα τα όντα που, καθώς λένε, ενσκήπτουν σε ανθρώπους τυφλωμένους από τα σκοτάδια της μαγείας ή σε ανθρώπους που βλέπουν στον ύπνο τους φαντάσματα. Ενώ τους άλλους που τόσο ξεκάθαρα και διάφανα προλέγουν τα μελλούμενα, και που χάρη σ’ αυτούς εκμεταλλεύονται και διαχειρίζονται οι άνθρωποι τις βροχές και τη ζέστη του ήλιου και τα σύννεφα και τις βροντές -τις οποίες οι Ιουδαίοι προσκυνούν- τους καρπούς και όλα τα γεννήματα, και μέσω αυτών φανερώνεται ο θεός, τους επιφανέστερους κήρυκες των επουρανίων, τους πραγματικούς αγγέλους του ουρανού -αυτούς τους νομίζουν τιποτένιους.

 91, 2 Ας διευκρινιστεί λοιπόν ότι οι Ιουδαίοι δεν είπαν τα κτίσματα ως μέρη του Θεού ότι είναι. Λάθος γνώμη είναι αυτή που ετούτους θέλει και άλλα όντα εκτός του πραγματικού Θεού να λατρεύουν.

Κι αν είναι το όλον θεός, τότε γιατί να μην είναι και το επί μέρους; δηλαδή ο άνθρωπος, οι νυχτερίδες, οι βάτραχοι και τα σκουλήκια; Μήπως και αυτά δεν είναι όλον, αφού και αυτά όταν πεθαίνουν χώμα και γη δεν γίνονται; Μόνο που τότε ή θα πρέπει να πιστέψουμε τους Αιγυπτίους και την λατρεία πιθήκων και κροκοδείλων ή θα πρέπει να υποθέσουμε ότι και το σώμα το ανθρώπινο είναι θεϊκό. Εσύ όμως Κέλσο διαχώρισες θνητά από αθάνατα από όσο θυμάμαι.

Μέσα από τους καρπούς και από τα γεννήματα υποστηρίζεις ότι φανερώνεται ο θεός, αλλά άλλοτε είπες ότι ο θεός δεν μπορεί να έχει σχέση με τα θνητά σώματα καθότι εκείνος μόνο με τα αθάνατα είπες ότι έχει, όπως η ψυχή, καθώς όρισες ότι η ύλη που αποτελεί τα θνητά έχει άλλες ιδιότητες. Τελικά τί από όλα αυτά συμβαίνει; Οι Χριστιανοί λένε ότι από αυτά δεν φανερώνεται ο Θεός, αλλά από αυτά ο άνθρωπος καταλαβαίνει τον Πλάστη που τα Δημιούργησε. Ίσως να νομίσεις ότι λέω τα ίδια με σε αλλά θα σε διαψεύσω, διότι δεν μπορεί να λες ότι το παλάτι είναι θεϊκό επειδή ο κτίστης είναι ο Θεός ή να λες ότι το παλάτι είναι ο Θεός, επειδή ο Θεός κατοικεί μέσα σε αυτό.

 

Ακόμη, είναι ανόητο να πιστεύουν ότι όταν ο θεός θα ρίξει φωτιά -θαρρείς κι είναι κανένας μάγειρας- τότε όλο το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος θα κατακαεί και μόνο αυτοί θα απομείνουν, όχι μόνο οι ζωντανοί αλλά κι οι πεθαμένοι από καιρό που θα έχουν βγει από τη γη με κείνες τις ίδιες τους τις σάρκες -μια ελπίδα που πραγματικά ταιριάζει σε σκουλήκια. Γιατί ποια ανθρώπινη ψυχή θα μπορούσε ακόμα να ποθεί ένα σώμα σαπισμένο-, Αφού ακόμα κι από σας κάποιοι και από τους Χριστιανούς μερικοί, δεν ασπάζονται τούτο το δόγμα, χώρια που τους είναι αδύνατο αλλά και αηδιαστικό να επιχειρηματολογούν και να δικαιολογούν την απίστευτη αυτή χυδαιότητα. Ποιο σώμα, αλλοιωμένο εντελώς, μπορεί να επανέλθει στην αρχική του φυσική κατάσταση και στην ίδια εκείνη σύσταση; Μη μπορώντας να απαντήσουν τίποτα, καταφεύγουν στην πιο παράλογη υπεκφυγή, λέγοντας ότι ο θεός όλα τα μπορεί. Όμως ο θεός τα επονείδιστα δεν τα μπορεί και αυτά που αντιβαίνουν στη φύση δεν τα θέλει. Κι αν εσύ επιθυμήσεις κάτι το αηδιαστικό επειδή είσαι φαύλος, δεν πρέπει να πιστεύεις ότι ο θεός θα το μπορέσει κιόλας και ότι θα γίνει αμέσως. Γιατί ο θεός είναι το πρώτο αίτιο της ορθότητας και δικαιοσύνης των νόμων της φύσης κι όχι αρχηγέτης της ελαττωματικής επιθυμίας ούτε της πλανημένης αταξίας. Και βέβαια θα μπορούσε να παράσχει την αιώνια ζωή της ψυχής· «ενώ οι νεκροί», λέει ο Ηράκλειτος, «είναι πιο απεχθείς κι από τα περιττώματα.» Το να ανακηρύξει -παράλογα- αιώνια τη σάρκα -που ’ ναι γεμάτη πράγματα που ούτε να τα λες δεν είναι ωραίο- ούτε θα το θελήσει ο θεός ούτε θα το μπορέσει. Γιατί αυτός είναι ο Λόγος, που ορίζει όλα τα όντα· τίποτα λοιπόν παράλογο δεν μπορεί να πράξει· και τίποτα ενάντια στον εαυτό του.

91, 3. Ο Θεός καμιά φωτιά δεν ρίχνει διότι αλήθεια μάγειρας δεν είναι, μα πυρ καταναλίσκον και δηλαδή ο ίδιος είναι η φωτιά για εκείνους τους εχθρούς Του. Μην αμφιβάλλεις για τις σάρκες και την ανάσταση πιστών και απίστων, γιατί αυτές οι σάρκες οι αναστημένες καθόλου δεν θα είναι σαπισμένες. Όπως σου είπα ο Θεός από όταν ενδύθηκε τη σάρκα, την ευλόγησε και την έκανε αθάνατη. Εξάλλου στην αρχή κατά τους Χριστιανούς η σάρκα αθάνατη ήταν, αλλά ο άνθρωπος πέθανε λόγω της αρχικής του αμαρτίας, μόλις έλαβε την γνώση του καλού και του κακού. Η ψυχή λοιπόν δεν θα ποθεί σάρκα σαπισμένη, αλλά θα ενδυθεί σάρκα νέα αθάνατη, σαν εκείνη που ενδύθηκε ο Χριστός μας.

Εσύ αμφιβάλεις για την ανάσταση, λέγοντας ότι κανένα σώμα δεν μπορεί να έρθει στην προηγούμενη κατάσταση του, αφού χάνει την σύστασή του· επιπλέον αμφισβητείς ότι ο Θεός μπορεί να πράξει τα πάντα, παρόλο ότι πολλές φορές υποστήριξες ότι οι θνητοί ζούνε σε κύκλους κατά τους οποίους τα πάντα επαναλαμβάνονται, λες και η φύση κατ’ εσέ είναι πιο δυνατή από τον Θεό κι εκείνη μπορεί κι επαναλαμβάνει κύκλους, ενώ ο Θεός δεν μπορεί και μάλιστα καλύτερους. Όμως ξεχνάς πως εσύ εξετάζεις την φύση αυτήν που βλέπεις τώρα και ίσως να σκέφτεσαι ορθά, αλλά οι Χριστιανοί λένε ότι πριν αυτή τη φύση υπήρχε και μια άλλη φύση, άφθαρτη, η οποία από όταν πέθανε ο άνθρωπος άρχισε να φθείρεται. Μάλιστα αυτή τη φθορά ο ίδιος ο Θεός την διέταξε κατ’ αυτούς, οπότε δίκαια λες ότι ο Θεός δεν αντιβαίνει την ορθότητά της, αφού Εκείνος ήταν που διέταξε τα πράγματα να συμβαίνουν έτσι. Όμως αφού Εκείνος όρισε τα πράγματα να συμβαίνουν έτσι, δεν είναι σωστό να υποθέσουμε ότι μπορεί να τα διατάξει να συμβαίνουν αλλιώς και δηλαδή όπως συνεβαίνανε πιο πρώτα; Αν δεν μπορεί να το πράξει αυτός ο Θεός, τότε είναι πιο αδύναμος από την ύλη και αυτή η τελευταία κάνει ότι θέλει έχοντας νόμους που ούτε ο Θεός ο ίδιος δεν μπορεί να αλλάξει. Όμως οι Χριστιανοί θεωρούν τον Θεό ως τον Κτίστη της φύσης και δεν νομίζω να υπάρχει κτίσης που να μην μπορεί να αλλάξει το σχέδιο ενός ανακτόρου, ειδάλλως θα πρέπει να δεχθούμε ότι το ανάκτορο είναι αμετάβλητο και δεν πράττει εκείνα που ο κτίστης θέλει.

Έπειτα πάλι και στους Έλληνες τα πτώματα δεν ήταν τόσο απεχθή, όσο εσύ ορίζεις. Εκείνοι έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στα πτώματα και τα λείψανα των ηρώων τους· τόσο πολύ, ώστε νόμιζαν ότι δίχως τα κόκαλα τους οι ήρωες αν και πεθαμένοι πια, δεν είχαν δύναμη να τους βοηθήσουν κατά τις σκληρές τους μάχες. Ο Ηράκλειτος μπορεί μάλιστα να είπε ότι οι νεκροί είναι πιο απεχθείς από τα περιττώματα, αλλά οι Χριστιανοί δεν μιλάνε για νεκρούς χωρίς ψυχή, σαν αυτούς που ανάφερε ο Ηράκλειτος. Κατά την δική μας Ανάσταση σωμάτων θα υπάρξουν σαφώς και νεκροί αυτού του είδους. Αυτοί θα είναι τα περιττώματα, όχι όμως κι οι ζωντανοί της· διότι αν υιοθετήσουν οι Χριστιανοί την γνώμη του Ηράκλειτου, τότε θα πρέπει να δεχθούν ανάλογα και πως το αναστημένο σώμα του Ιησού ήταν πτώμα· μα αποδείχτηκε σαφώς κάθε άλλο.

Ο Θεός μας, όπως χάρισε αιώνια ζωή στην σάρκα που ενδύθηκε ο Χριστός που είναι ο Λόγος Του, ομοίως θα δώσει και στους άλλους ανθρώπους. Και τίποτα δεν θα έχει πράξει ούτε ενάντια στον Λόγο, αλλά και ούτε ενάντια στον εαυτό Του, και σίγουρα τίποτα που να είναι παράλογο. Αυτή σου η απέχθεια για το σώμα σοφή δεν είναι, μιας και άλλοτε ανάφερες ότι ο θεός κατασκεύασε τον κόσμο, ενώ η σάρκα που μέρος του κόσμου είναι, μοιάζει τώρα από τους λόγους σου σε άλλο κόσμο να ανήκει, λες κι άλλος θεός την κατασκεύασε ερήμην του Ύψιστου μας. Και ενώ όλα μέρος του Θεού είναι, όπως μας είπες, εντούτοις τις σάρκες μιαρές τις βαπτίζεις. Αν αλήθεια όλα μέρος του Θεού τυγχάνουν, τότε και τη σάρκα των νεκρών, έστω και σαπισμένη, θεία θα πρέπει να κατονομάζεις και να τη λατρεύεις ως θεό σύμφωνα με τα λεγόμενά σου. Ίσως με αυτόν τον τρόπο οι Έλληνες, που οι μόνοι άξιοι είναι όπως λες για να τα κρίνουν όλα, να αποφάσισαν κατά τις Ολυμπιάδες το συκώτι, και δηλαδή την νεκρή και βδελυρή την σάρκα, να τρώνε οι νικητές, εκείνων των δύστυχων νεκρών που ηττήθηκαν κατά τους αγώνες του Παγκρατίου.

 

Οι Ιουδαίοι λοιπόν αφού έγιναν ιδιαίτερο έθνος, θεσπίζοντας νόμους σύμφωνα με τα έθιμα τους -τους οποίους ακόμα και σήμερα διατηρούν- και υπερασπιζόμενοι την όποια θρησκεία τους -πατρογονική πάντως- λειτουργούν όπως κι οι άλλοι άνθρωποι, γιατί όλοι φροντίζουν με σεβασμό τα πατροπαράδοτα, όποια κι αν είναι αυτά. Άλλωστε φαίνεται πως έτσι αρμόζει· όχι μόνο επειδή ο κάθε λαός έχει σκεφτεί κι έχει νομοθετήσει κατά το δικό του ιδιαίτερο τρόπο ή επειδή πρέπει να τηρούνται όσα από κοινού καθιερώθηκαν, αλλά και επειδή όπως είναι λογικό, τα μέρη της γης από παλιά είναι διαιρεμένα σε επικράτειες κι έχει η κάθε μία τους τοποτηρητές της, και κυβερνούνται σύμφωνα με αυτή τη διαίρεση. Επομένως, σε κάθε τόπο τα πράγματα είναι καλώς καμωμένα, εφ’ όσον γίνονται καταπώς επιθυμούν οι άνθρωποι εκεί· από την άλλη, δεν είναι νόμιμο να καταλύονται αυτά που από παλιά έχουν κατά τόπους θεσπιστεί, θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει ως μάρτυρα τον Ηρόδοτο, που λέει τα εξής: «Διότι βέβαια, οι κάτοικοι των πόλεων Μάρεα και Απις, αφού εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο, στα σύνορα με τη Λιβύη, πιστεύοντας ότι είναι Λίβυοι και όχι Αιγύπτιοι, και επειδή δυσφορούσαν με τη θρησκεία των ιερών και δεν ήθελαν να απέχουν από τις αγελάδες, έστειλαν πρέσβεις στον Άμμωνα και δήλωσαν ότι τίποτα το κοινό δεν έχουν με τους Αιγυπτίους· γιατί κατοικούν έξω από το Δέλτα και δεν έχουν κοινά έθιμα μ’ αυτούς και θέλουν να μπορούν να γεύονται τα πάντα. Ο θεός όμως δεν τους το επέτρεψε αυτό, καθώς αποφάνθηκε ότι Αίγυπτος είναι η χώρα που την ποτίζει ο Νείλος και Αιγύπτιοι είναι όσοι κατοικούν κάτω από την πόλη Ελεφαντίνη και πίνουν από αυτόν τον ποταμό.»25 Ο Ηρόδοτος από την πλευρά του αυτά έχει εξιστορήσει. Από την άλλη, ο Άμμων, όταν διαμηνύει τις θεομηνίες, δεν είναι χειρότερος από τους αγγέλους των Ιουδαίων επομένως δεν είναι αδίκημα ο καθένας να έχει τη θρησκεία του με βάση αυτά που έχουν θεσπιστεί. Φυσικά, θα βρούμε μεγάλες διαφορές ανάμεσα στους λαούς, κι ωστόσο ο κάθε λαός πιστεύει ότι έχει τα καλύτερα έθιμα: από τους Αιθίοπες, όσοι κατοικούν στην Μερόη λατρεύουν «μόνο το Δία και το Διόνυσο» ενώ οι Αράβιοι την Ουρανία και τον Διόνυσο, και όλοι οι Αιγύπτιοι τον Όσιρι και την Ίσιδα, ενώ οι Σάτες την Αθηνά και οι Ναυκρατιτες, σχετικά πρόσφατα, αναγνώρισαν τον Σάραπη -κι οι υπόλοιποι, κατά επαρχίες, όπως καθένας συνηθίζει. Και άλλοι απέχουν από τα πρόβατα επειδή τα θεωρούν ιερά, άλλοι από τις κατσίκες, άλλοι από τους κροκόδειλους κι άλλοι, από σιχαμάρα, δεν τρώνε γουρούνια και αγελάδες. Οι Σκύθες πάλι, θεωρούν καλό να τρώνε και ανθρώπους· ενώ ανάμεσα στους Ινδούς υπάρχουν κι εκείνοι που πιστεύουν ότι ο θείος νόμος τους επιτρέπει να τρώνε ακόμα και τους γονείς τους. Κάπου το λέει και ο ίδιος ο Ηρόδοτος· θα χρησιμοποιήσω τα ίδια του τα λόγια "για του λόγου το αληθές":26 «Αν κάποιος καλούσε όλους τους ανθρώπους και τους έβαζε να διαλέξουν ανάμεσα σ’ όλους τους νόμους τους καλύτερους, όλοι, αφού θα εξέταζαν το ζήτημα, θα προτιμούσαν τους δικούς τους· σε τέτοιο βαθμό πιστεύουν όλοι ότι οι δικοί τους νόμοι είναι οι καλύτεροι. Επομένως, δεν μπορεί κανείς να γελάει μ’ όλα αυτά, εκτός κι αν είναι τρελός. Κι υπάρχουν ακόμα πολλές αποδείξεις για το πόσο όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν στους δικούς τους νόμους. Μεταξύ άλλων και το εξής γεγονός: όταν βασίλευε ο Δαρείος, κάλεσε τους Έλληνες που βρίσκονταν κοντά του και τους ρώτησε με πόσα χρήματα θα δέχονταν να φάνε τους γονείς τους’ όταν αυτοί θα πέθαιναν. Κι οι Έλληνες του είπαν ότι με τίποτα δεν θα το έκαναν αυτό. Ύστερα ο Δαρείος κάλεσε κάποιους Ινδούς, τους επονομαζόμενους Καλατίες, που τρώνε τους γονείς τους. Μπροστά στους Έλληνες που παρακολουθούσαν το διάλογο μέσω διερμηνέα, τους ρώτησε με πόσα χρήματα θα δέχονταν να κάψουν στην πυρά τους νεκρούς γονείς τους· κι εκείνοι έβαλαν τις φωνές και τον παρακάλεσαν να σωπάσει. Τόσο πολύ πίστευαν οι άνθρωποι σ’ αυτά, και μου φαίνεται είχε δίκιο ο Πίνδαρος που είπε ότι ο νόμος είναι ο βασιλιάς όλων.» Πρέπει λοιπόν όλοι οι άνθρωποι να ζουν σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα, χωρίς να μπορεί κανένας να τους κατηγορεί γι’ αυτό· αντίθετα τους Χριστιανούς θα μπορούσαμε να τους κατηγορήσουμε που εγκατέλειψαν τα πάτρια για να υπερασπιστούν τη διδασκαλία του Ιησού, χωρίς να αποτελούν ένα έθνος όπως οι Ιουδαίοι. Τους Ιουδαίους δεν μπορεί να τους επικρίνει κανείς που προστατεύουν τα έθιμα τους· μπορεί όμως να επικρίνει εκείνους που εγκατέλειψαν τα δικά τους για να ιδιοποιηθούν των Ιουδαίων. Κι αν (οι Ιουδαίοι) επειδή τάχα ξέρουν περισσότερα, περηφανεύονται και αποφεύγουν την επικοινωνία με τους άλλους, που υποτίθεται δεν είναι το ίδιο αγνοί μ’ αυτούς, ας μάθουν ότι ούτε καν η ιδέα του "Ουρανού" δεν τους ανήκει· και για να μην αναφερθώ σε τίποτα άλλο, περιορίζομαι στους Πέρσες που, όπως επισημαίνει ο Ηρόδοτος, από παλιά είχαν εκφράσει την ίδια αντίληψη. «Γιατί πιστεύουν», λέει, «ότι για να τελέσουν θυσία στον Δία πρέπει ν’ ανέβουν στα ψηλότερα βουνά, καθώς ολόκληρο τον ουράνιο κύκλο τον αποκαλούν Δία.» Και δε νομίζω πως διαφέρει σε τίποτα, το να αποκαλείς τον Δία Ύψιστο ή Ζήνα ή Αδωναίο ή Σαβαώθ ή Αμούν, όπως οι Αιγύπτιοι, ή Παπαίο, όπως οι Σκύθες. Κι ούτε θα ’ πρεπε οι Ιουδαίοι να πιστεύουν πως είναι αγνότεροι από τους άλλους ανθρώπους επειδή κάνουν περιτομή -οι Αιγύπτιοι κι οι Κόλχες έχουν προηγηθεί σ’ αυτό. Ούτε επειδή απέχουν από το χοιρινό -κι οι Αιγύπτιοι απέχουν αυτοί μάλιστα δεν τρώνε ούτε κατσίκες ούτε πρόβατα ούτε βόδια ούτε και ψάρια· κι ο Πυθαγόρας κι οι μαθητές του δεν έτρωγαν κουκιά ούτε κρέας. Και ούτε φαίνεται ότι απολαμβάνουν οι Ιουδαίοι την εκτίμηση και την αγάπη του θεού περισσότερο απ’ ό,τι οι άλλοι, κι ότι ο θεός στέλνει αγγέλους αποκλειστικά σ’ αυτούς, θαρρείς και τους έχει κληρωθεί η γη της ευδαιμονίας· γιατί βλέπουμε πώς προκόψανε, και οι ίδιοι και η χώρα τους.

 93, 1 & 95 & 97 Θαρρείς και κανείς ξεχάστηκε, λες και είναι μεθυσμένος, και άρχισες πάλι τις ωδές για το μπαγιάτικο και τους θρήνους για το νέο. Νομίζω για αυτό σου μίλησα, μα θα προσθέσω ορισμένα παραπάνω. Συ λοιπόν, παρά τις τιμές και τους ψαλμούς για το μπαγιάτικο, έχεις υιοθετήσεις απόψεις νέες και έστω και αν λες ότι είσαι Έλληνας, εντούτοις σε ένα θεό πιστεύεις και τους άλλους τους κατονομάζεις αγγέλους κι άλλους δαίμονες. Πολλές φορές ξεστόμισες απόψεις Επικούρειες, Πλατωνικές και Πυθαγόρειες, μαζί με άλλες του Ηράκλειτου, μα αν κανείς προσέξει καλά τα δήθεν σοφά σου λόγια, θα πεισθεί ευθύς αμέσως ότι υιοθετείς νέες ιδέες και όχι εκείνες της παράδοσης· διότι νομίζω, αν και τη σάρκα την Ελληνική ενδύθηκες, εντούτοις κάθε άλλο παρά το πατροπαράδοτο υμνείς. Διαφορετικά πράγματα είχαν οι Έλληνες ως πατροπαράδοτα και άλλα εσύ διαλέγεις.

Συ λοιπόν δεν είσαι άξιος να μιλάς για παραδόσεις, διότι αν και υμνείς το μπαγιάτικο εντούτοις έχεις ενδυθείς το νέο. Έτσι στην αρχή κατηγόρησες τους Χριστιανούς ότι τίποτα νέο δεν έχουν να παρουσιάσουν και πως όλα στις διδασκαλίες τους είναι μπαγιάτικα. Μα τότε πώς τολμάς και κατονομάζεις αυτά που λες παριστάνοντας τον κόρακα που όλο αλλάζει θέσεις; Αν και υμνείς την παράδοση, με τις μπαγιάτικές της τις ιδέες, εσύ δεν έχεις μπαγιάτικες απόψεις, αντίθετα τις έχουν οι Χριστιανοί, όπως άλλοτε είπες, κατηγορώντας τους.

Νομίζω δηλαδή, ότι άρχισε και πάλι ο θίασος του Διονύσου και το μπόλικο κρασί. Τέτοιους μεγάλους στα αλήθεια δεν ξανάδα! Διότι αν και πριν υποστήριξες ότι ο κόσμος μεταβάλλεται, εντούτοις τώρα καμιά μεταβολή δεν αποδέχεσαι και όλα παλαιά τα θέλεις. Και αν καλώς πράττουν εκείνοι που τις παραδόσεις τους στον τόπο τους κρατούν, γιατί καλώς δεν πράττουν κι οι Αιγύπτιοι; Σοφός νομίζω πως δεν μπορεί να είναι ο ορισμός της φιλοσοφίας, σαν εξαρτάται από διαφορετικούς και αλλάζοντες όρους γεωγραφίας. Έτσι, κι αν κατηγορείς τους Χριστιανούς ότι αφήσανε τις παραδόσεις, μπορώ στα αλήθεια να σου πω, ότι σε αυτή την κατηγορία τίποτα το σοφό δεν υπάρχει, διότι οι άνθρωποι από τα παλιά χρόνια προκόβουνε στα νέα και κάθε παλαιό πράμα πετιέται κι αντικαθίσταται με κάτι νέο. Εξάλλου και τη φύση να κοιτάξεις, θα δεις τα φίδια που το μπαγιάτικο δέρμα ρίχνουνε και βάζουνε το νέο. Εσύ τί διδάσκεις όμως, ότι θα πρέπει να πετάξουμε κάθε τι νέο και να ενδυθούμε τα παλιά; Γιατί λοιπόν; Μήπως και κατηγορηθεί κανείς ότι δεν ανήκει κάπου;

Και για τους Ιουδαίους θα σου πω, διότι πολλές φορές τους κατηγόρησες για τις ανήθικες και τις αφελείς τους παραδόσεις, δηλαδή δέχεσαι ότι κάποιο πράγμα μπαγιάτικο μπορεί να είναι και αχρείο. Τότε λοιπόν δεν είναι σοφό, αν κάτι είναι αχρείο και μπαγιάτικο, όπως λες, να πετιέται και να δημιουργεί κανείς το νέο; Στην αρχή της πραμάτειας σου δεν κατηγόρησες το μπαγιάτικο ή μήπως δεν είναι έτσι; Άρα λοιπόν, αν το μπαγιάτικο είναι αχρείο, ή κάποιο μέρος τουλάχιστον από αυτό, είναι σοφότερο να φτιάχνει κανείς το νέο.

Το παράδειγμα δε που φέρνεις με το Δαρείο, δεν μπορεί να στηρίξει τίποτα από όσα λες· διότι πέρα του ύμνου προς το μπαγιάτικο που αποτελεί, δεν δείχνει σε κανέναν σοφό, αν τελικά είναι σωστό κανείς να τρώει τους γονείς του ή να τους καίει. Τα ζώα στη φύση δεν αλλάζουν τις παραδόσεις τους αλλά μένουν συνεχώς στα ίδια. Κι όμως δεν είναι πιο σοφά από τον άνθρωπο. Οι δε Έλληνες θαρρώ, διδάξανε ότι οι σοφοί είναι ελεύθεροι να αποφασίζουν εκείνα που τους αρμόζουν και δεν έχουν καμιά ανάγκη χαρακτηρισμού μπαγιάτικων ή νέων.

Υποστήριξες από ‘ξαρχής ότι την αρετή των Χριστιανών θα ελέγξεις, εντούτοις δεν κάνεις τίποτα άλλο παρά να φέρνεις τον εαυτό σου στην δύσκολη τη θέση· κι αν οι Ιουδαίοι προκόψανε ή όχι αυτό το χρωστάνε, ως κανείς μπορεί να πει, στις μπαγιάτικες ιδέες που εσύ συνεχώς υμνείς, ενώ οι χριστιανοί, αν κι ως λες δέχτηκαν το νέο προκόψανε και θα το κάνουν ακόμα. Και αν υποθέσει κανείς ότι το μπαγιάτικο και το παλαιό είναι η σωστή παράδοση, τότε οι Χριστιανοί δεν μπορούν να κατηγορηθούν γι’ αυτό, διότι εκείνοι ισχυρίζονται ότι η παράδοση τους είναι ο πιο αρχαίος Θεός του κόσμου. Νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να κατηγορηθεί για μια τέτοια παράδοση.

 

Αυτός λοιπόν ο θίασος ας λογοδοτήσει για την αλαζονεία του κι ας μας αφήσει ήσυχους, αφού δεν έχει ιδέα για τον μεγάλο θεό και έχει εξαπατηθεί από τον Μωυσή -και μάλιστα δίχως να ’ χει μαθητεύσει στην απάτη αυτή με σκοπό το καλό.

 99,1. Ας λογοδοτήσει λοιπόν μεταξύ μας εκείνος που είναι αλήθεια ο πιο αλαζόνας.

 

Και τώρα, "ας περάσει ο δεύτερος": έχω να τους ρωτήσω (τους Χριστιανούς) από πού έχουν έρθει ή ποιόν έχουν αρχηγέτη των πατρογονικών νόμων. "Κανέναν", θα πουν, ενώ φυσικά κι αυτοί από εκεί (από τον Ιουδαϊσμό) ξεκίνησαν και ο Δάσκαλος τους και προεξάρχων του χορού δεν προέρχεται από πουθενά αλλού· μόνο που αυτοί απομακρύνθηκαν από τους Ιουδαίους.

 99, 2. Οι Χριστιανοί δεν θα πουν κανέναν ως αρχηγέτη, αλλά Τον σπουδαιότερο και αρχαιότερο Έναν! Τί ποιο σπουδαίο να έχει κανείς για αρχηγέτη τον Θεό παρά κάποιο θνητό; Και αν κανείς είναι άξιος κατηγορίας, επειδή απομακρύνθηκε από τους Ιουδαίους, που εσύ εφόσον κάθε άλλο παρά εγκώμιο τους αποδίδεις, εντούτοις κανείς δεν μπορεί να κατηγορηθεί επειδή προσκολλήθηκε στον Μοναδικό και Πανάρχαιο Θεό, γι’ αυτό και το εγκώμιο στους Χριστιανούς πρέπει να το αποδώσεις.

 

Ας παραλείψουμε λοιπόν όλες τις διαψεύσεις σχετικά με τον δάσκαλο τους και ας θεωρήσουμε ότι ήταν στ’ αλήθεια ένας άγγελος. Όμως τι από τα δυο συνέβη, ήρθε πρώτος και μόνος ή υπήρξαν και άλλοι πριν απ’ αυτόν, Αν υποστηρίξουν το πρώτο, θα τους κατηγορήσουμε ότι λένε ψέματα και αντιφάσκουν. Γιατί οι ίδιοι λένε πως πολλές φορές έχουν έρθει κι άλλοι, και μάλιστα μαζεμένοι, καμιά εξηνταριά ή εβδομήντα. Κι ότι αυτοί έγιναν κακοί και τιμωρήθηκαν να είναι σιδηροδέσμιοι μες στη γη, κι ότι οι θερμές πηγές είναι τα δάκρυα τους. Λένε μάλιστα ότι και στον τάφο του ήρθε ένας άγγελος· άλλοι μιλούν για έναν, άλλοι για δύο αγγέλους -αυτούς που αποκρίθηκαν στις γυναίκες ότι αναστήθηκε. (Καταπώς φαίνεται, ο υιός του θεού δε μπορούσε να ανοίξει τον τάφο αλλά χρειάστηκε άλλον για να μετακινήσει την πέτρα). Και ακόμη, για χάρη της Μαρίας που ήταν έγκυος ήρθε και μίλησε στον μαραγκό ένας άγγελος, και άλλος ένας για να τους πει να αρπάξουν το βρέφος και να τραπούν σε φυγή. Είναι ανάγκη τώρα να απαριθμήσουμε με ακρίβεια όλους όσους στάλθηκαν στο Μωυσή και σ’ άλλους δικούς τους; Αν στάλθηκαν και άλλοι, είναι φανερό ότι κι ετούτος (ο Ιησούς) στάλθηκε από τον ίδιο θεό. Κι ας δεχτούμε πως αυτός είχε να αναγγείλει κάτι σπουδαιότερο, που ’ χε να κάνει με τους Ιουδαίους που έσφαλαν ή φαλκίδευαν την ευσέβεια ή έκαναν πράγματα που δεν ήσαν σύμφωνα με το θείο νόμο· γιατί αυτά υπαινίσσονται. Δεν αναφέρεται λοιπόν ως ο μοναδικός που έχει έρθει ανάμεσα στους ανθρώπους· όπως ισχυρίζονται ακόμη κι οι ίδιοι -που με το πρόσχημα της διδασκαλίας του, αφού αποστάτησαν από το δημιουργό επειδή τον θεώρησαν κατώτερο θεό, πίστεψαν σε κάποιον καλύτερο, υποτίθεται, θεό και πατέρα εκείνου που ήρθε ανάμεσα στους ανθρώπους-, και πριν από‘κείνον ήρθαν και κάποιοι άλλοι σταλμένοι από το δημιουργό.

 99,3 Εκείνοι που κατηγορούν τους άλλους για πράγματα που δεν είπαν, δεν είναι μόνο ψεύτες ενώπιον των ανθρώπων αλλά και ενώπιον του Θεού, διότι κανείς Χριστιανός δεν υποστήριξε ότι ο Ιησούς ήταν άγγελος· αν συνέβαινε έτσι όπως λες, ή θα έπρεπε οι Ιουδαίοι να είναι Χριστιανοί πριν τους Χριστιανούς, ή οι Χριστιανοί θα έπρεπε να μην υπάρχουν.

Και για τον τάφο του Ιησού, όπως και για την πέτρα, καθόλου σοφά δεν συλλογίζεσαι, λέγοντας ότι ο Ιησούς δεν μπόρεσε να την ανοίξει, ενώ αντίθετα υποστήριξες ότι ο Διόνυσος διέταξε τον δαίμονά του. Μα ποιά η διαφορά λοιπόν σε αυτά που υποστηρίζεις; Ακόμη και τα μερμήγκια σε τέτοιες περιπτώσεις θα βρουν την απάντηση, έστω και αν λόγο στο μυαλό δεν έχουν.

Ο Ιησούς μέχρι να σταυρωθεί δεν ήταν Θεός, αλλά Θεάνθρωπος διατεταγμένος υπό του Πατρός Του και προορισμένος να εξευτελιστεί, όπως και συ προανέφερες. Από την ημέρα όμως της αναστάσεώς Του, έγινε ξανά Θεός, διότι ο προορισμός Του ως θύμα των ανθρώπων είχε λάβει ένα τέλος. Έτσι λοιπόν ως Θεός Υιός που θα γυρνούσε στον Πατέρα, έπρεπε και πάλι να δοξαστεί. Τώρα νομίζω, ότι αν σε κάποιο βασίλειο κάποιος άδικα τιμωρηθεί, εξευτελιστεί ή και εξοριστεί από το βασιλέα, ο βασιλέας στέλνει σπίτι του τους υπηρέτες Του για να τον προσκαλέσουν στο παλάτι. Πόσο μάλλον αν αυτός ο τιμωρημένος είναι ο Υιός του Βασιλέα. Έτσι λοιπόν και στον τάφο του Ιησού, οι άγγελοι δεν ήσαν δυνατότεροι Αυτού, αλλά ήταν πλέον οι Άγγελοι Υπηρέτες Του. Και από τη στιγμή εκείνη, Τον μαρτύρησαν ως βασιλέα έμπροσθεν των ανθρώπων ανοίγοντάς Του την ακίνητη μεγάλη πέτρα, δεχόμενοι Αυτόν με τιμές στο βασίλειο του Πατέρα. Διότι τί πιο λογικό; Όπως ο Πατέρας άλλοτε έστειλε άγγελο υπηρέτη για να προστατέψει το παιδί Του ειδοποιώντας Το να φύγει για την Αίγυπτο, έτσι και τώρα ο Πατέρας έστειλε τους υπηρέτες Του για να προσκαλέσουν το Παιδί Του στο βασίλειό Του. Και ας σημειώσουμε εδώ, ότι ο Πατέρας δεν χρειάστηκε να πάει σε κάποια φυλακή ως βασιλέας που ήταν, αλλά έλεγχε την κατάσταση. Αντίθετα ο Διόνυσος, ως ο ίδιος είπες, από μέσα από την φυλακή που ήταν θα διάταζε τον δαίμονα.

Εξάλλου, νομίζω ότι είναι σοφό να υποθέσουμε ότι, αφού ο Πατέρας έστειλε τον Ιησού σε αυτή Του την αποστολή, έστω και σε συνεννόηση και συμφωνία με τον Ιησού, ο Πατέρας και πάλι θα αποφάσιζε την στιγμή που αυτή η αποστολή θα έφτανε στο τέλος. Γι’ αυτό και η στιγμή της μετακίνησης της πέτρας από τον Πατέρα εξαρτιόταν. Πάντως και οι Χριστιανοί λένε ότι όλοι αυτοί οι Άγγελοι από Τον ίδιο Θεό στάλθηκαν, καθώς και ο Υιός του Θεού Ιησούς. Και αν εκείνος στάλθηκε, σαφώς και δεν στάλθηκε για να τους πει ότι δεν ακολούθησαν τον θείο νόμο, αλλά στάλθηκε για να τους πει ότι ο νόμος αυτός άλλαζε και Αυτός ήταν ο Διδάσκαλος του νέου της Αγάπης. Εξάλλου σε τί μπορεί να σ’ ενοχλεί αυτό; Αν δηλαδή ο Θεός άλλαζε τον Θείο νόμο, όπως λες, δεν θα έπρεπε και να τον γνωστοποιήσει; Ή θα ήταν καλύτερο να τον κρατά για τον εαυτό Του;

Γι’ τούτο όμως τα μιλήσαμε, όταν είπαμε ότι ο Θεός είναι Παντογνώστης, ενώ ο άνθρωπος δεν είναι και έχει ανάγκη να μαθαίνει τι συμβαίνει στον Ουρανό, γι’ αυτό και οι πολλοί άγγελοι και τα μηνύματα· διότι βασιλιάς που αποφασίζει κάτι για τον λαό του και κρατά τους νόμους του δίχως ανακοίνωση, μάλλον βασιλιάς χωρίς αποφάσεις και χωρίς υπηρέτες μοιάζει. Εκτός και αν εσύ έχεις δει κάπου βασιλιά που να μην αποφασίζει, ή βασιλιά χωρίς υπηρέτες.

 

Οι Ιουδαίοι λοιπόν κι ετούτοι εδώ έχουν τον ίδιο θεό. Και βέβαια, η μεγάλη εκκλησία το παραδέχεται ανοιχτά και δέχεται ως αληθινή την υποτιθέμενη κοσμογονία των Ιουδαίων, με τις έξι ημέρες και την έβδομη, κατά την οποία ο θεός "σταμάτησε" "από τα έργα του" και αναχώρησε για το παρατηρητήριο του να ξεκουραστεί. Και φυσικά, ως πρώτο άνθρωπο θεωρούν τον ίδιο που πιστεύουν οι Ιουδαίοι, και όσον αφορά στους απογόνους του ισχύει και για τους Χριστιανούς η ίδια γενεαλογία. Εξιστορούν κι αυτοί τις ίδιες εχθροπραξίες μεταξύ αδελφών, την αποδημία στην Αίγυπτο και την φυγή από εκεί.

 101 ,1 Αν και άλλοτε όρισες ότι είναι πιο λογικό να αλληγορείς για την Δημιουργία των Ιουδαίων, όπως πολλές φορές έκανες για διάφορους μύθους που εκφώνησες, εντούτοις τώρα προτιμάς να προδώσεις το πιο λογικό και φρόνιμο και ασχολείσαι διαφωνώντας με το πιο χαζό και ψεύτικο, ώστε σοφά να φαίνονται τα λόγια τα δικά σου και χαζές εκείνες οι διηγήσεις των Ιουδαίων. Όμως κάτι τέτοιο δεν αρμόζει στους πιο σοφούς άνδρες. Ετούτοι πάντα με τα πιο δύσκολα ανακατεύονται κατορθώματα, σαν τον Ηρακλή, παρά με τα ανούσια, που και τα σκουλήκια καταλαβαίνουν. Ας έχει λοιπόν, μόνο ας ξεκαθαριστεί μεταξύ των αληθινών ανδρών, ότι κανείς Χριστιανός δεν υποστηρίζει ότι ο Θεός ξεκουράστηκε από τα έργα Του, αλλά αναπαύτηκε από αυτά και δηλαδή χάρηκε όταν τα είδε, διότι τα έργα Του Θεού προκάλεσαν χαρά και αγαλλίαση σε Αυτόν, όπως ανάλογα κάποιος γεωργός ή κτίστης δεν ξεκουράζεται από τα έργα του, αλλά μάλλον «ξεκουράζεται», και δηλαδή αναπαύεται ψυχικά και ευχαριστιέται από αυτά. Τα έργα του Θεού λοιπόν, περισσότερο προκαλούν σε μας χαρά, και σε αυτό κανείς δεν αμφιβάλει. Εμείς είμαστε που καθημερινά τα γευόμαστε. Και αν κανείς τον Θεό ψάχνει κοιτώντας την φύση και τον κόσμο ολάκερο, ευθύς Εκείνον αντικρίζει, όπως ανάλογα παλιά στην Αθήνα κανείς δεν μπορούσε να μην ήταν ικανός να διαχωρίσει τα έργα του Φειδία, ανάμεσα σε τόσα άλλα. Και όποιος εκείνα έβλεπε ψάχνοντας τον καλλιτέχνη, αμέσως τον Φειδία έβλεπε και την ικανότητά του, παρά την ύλη και την στάση του αγάλματος, αν και αυτή δύσκολα παραβλέπεται. Φυσικά υπήρχαν και πολλοί που δεν έβλεπαν τον Φειδία, αλλά όπως ανάφερες και είπε κι ο Ηράκλειτος, ούτε και τον θεό που απεικόνιζε το άγαλμα δεν αντιλαμβάνονταν, με συνέπεια να νομίζει ότι το άγαλμα έχει μαγικές ιδιότητες ένεκα της όμορφής του όψης.

Οι εχθροπραξίες που διηγούνται οι Χριστιανοί δεν είναι άξιες ψόγου, διότι όποια παράδοση λαών και αν δεις, αμέσως τα ίδια και χειρότερα θα αντιμετωπίσεις. Θαρρώ, και στο ξαναείπα, πως στους υπόλοιπους λαούς όλα αυτά θα τα βρεις στις σχέσεις των θεών τους, παρά μόνο στους ανθρώπους, λες κι οι θεοί άλλη ασχολία δεν έχουνε, παρά να μαλώνουν μεταξύ τους και να στήνουν παγίδες ο ένας εις τον άλλον. Νομίζω πολλά από αυτά περιγράφει ο Όμηρος για τους θεούς εκείνων των σοφών Ελλήνων για τους οποίους δεν χρειάζεται να αναφερθούμε εκτεταμένα, αφού και συ ο ίδιος δύσκολα τα δέχεσαι όλα αυτά.

 

Μη νομίσει κανείς πως αγνοώ το ότι μερικοί απ’ αυτούς θα συμφωνήσουν ότι έχουν τον ίδιο θεό με τους Ιουδαίους ενώ μερικοί θα πουν πως πιστεύουν σε άλλον, αντίπαλο του πρώτου, και ότι από τον δικό τους προέρχεται ο υιός. Υπάρχει όμως και μια τρίτη κατηγορία που μιλάει για κάποιους άλλους, ψυχικούς και πνευματικούς, και κάποιοι άλλοι που επαγγέλλονται ότι είναι Γνωστικοί· κάποιοι άλλοι που παρ’ όλο που πιστεύουν στον Ιησού θέλουν να ζουν σύμφωνα με το νόμο των Ιουδαίων, όπως ο Ιουδαϊκός λαός· υπάρχουν ακόμη και κάποιοι Συβιλλιστές. Ξέρω και κάποιους Σιμωνιανούς που επειδή τιμούν την Ελένη ως δάσκαλο Έλενο, ονομάζονται Ελενιανοί. Γνωρίζω και τους Μαρκελιανούς που πήραν τ’ όνομα από την Μαρκελίνα, τους Αρποκρατιανούς από τη Σαλώμη, κάτι άλλους από την Μαριάμμη και τη Μάρθα και κάποιους Μαρκιωνιστές που έχουν αρχηγό τους το Μαρκίωνα. Καθένας έχει και το δικό του δάσκαλο και θεό, κι όλοι τους περιπλανιούνται και κυλιούνται μες στο βαθύ σκοτάδι, πολύ πιο χυδαία από τους θιασώτες του Αντίνου στην Αίγυπτο· κι ακόμα, βρίζονται μεταξύ τους με το χειρότερο τρόπο, και στα κρυφά και στα φανερά· και δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν την παραμικρή υποχώρηση για χάρη της ομόνοιας, γιατί μισούν απόλυτα ο ένας τον άλλο. Είναι και κάποιες που λέγονται Σειρήνες, που αποχωρούν χορεύοντας και πλανεύουν τον κόσμο, κι υποχρεώνουν όσους τις ακολουθούν, στη θέση των κεφαλιών τους να βάλουν κεφάλια γουρουνιών.27

 101, 2. Αυτά είναι όντως λυπηρά για τους Χριστιανούς, μα κι οι άλλοι σοφοί λαοί δεν νομίζω να πήγαν πίσω στις μάχες μεταξύ τους, αν και αυτοί επιπλέον είχαν σ’ αυτές ανακατεμένους και τους θεούς τους, όπως άλλωστε πολλές φορές στο είπα.

 

Απ’ όλους όμως αυτούς, που τους χωρίζουν τέτοιες διαφωνίες και στους μεταξύ τους καυγάδες βρίζονται με τον πιο αισχρό τρόπο, ακούω να προφέρεται το "για μένα σταυρώθηκε ο κόσμος και εγώ για τον κόσμο". Πώς γίνεται να λένε οι Χριστιανοί, που με τα λόγια διέσχισαν τη θάλασσα, ότι ξέρουν περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι οι Ιουδαίοι-, Ας είναι· παρ’ όλο που δεν έχουν καμιά δικαιοδοσία στο δόγμα, θα εξετάσουμε τα λεγόμενα τους· πρώτα όμως θα πρέπει να μιλήσουμε για τις ιδέες εκείνες που χωρίς να τις έχουν αφομοιώσει, μες στην άγνοια τους τις πλαστογραφούν, μιλώντας παράτολμα και χωρίς καμιά λεπτότητα για πράγματα που δεν γνωρίζουν. Γιατί αν συγκρίνουμε τα όσα καλά έχουν πει κατά καιρούς οι Χριστιανοί με τα λόγια των φιλοσόφων, θα δούμε ότι οι φιλόσοφοι τα έχουν πει καλύτερα και με μεγαλύτερη καθαρότητα.

 101, 2 & 4 Αν και τους Χριστιανούς υποτιμάς, νομίζοντας ότι δεν μπορούν να γνωρίζουν τίποτα περισσότερο από τους Ιουδαίους, εντούτοις εσύ πολλές φορές υποστήριξες με τις απόψεις σου, όχι μόνο ότι γνωρίζεις περισσότερα από τους Ιουδαίους, αλλά ακόμη και από αυτούς τους Χριστιανούς. Κάτι τέτοιο δεν νομίζω ότι αληθεύει, αφού τουλάχιστον μέχρι τώρα δεν το απέδειξες με τρόπο αναμφισβήτητο. Το μόνο που εμφάνισες, κι αυτή είναι η σκληρή αλήθεια, είναι ότι γνωρίζεις παραπάνω από εκείνα που εσύ ο ίδιος με ψέματα γνωρίζεις με επιμέλεια να πλάθεις!  Ή ψεύτης είσαι το λοιπόν ή άνθρωπος που γνωρίζει πράγματα παραπάνω από τον εαυτό του. Ναι αυτό μπορείς να το υποστηρίξεις! Αλλά ας μιλήσουμε για τους φιλόσοφους και τους Χριστιανούς.

 

 

 

Η ΠΑΡΑΧΑΡΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ

 

 

 

 Οι Έλληνες, χωρίς εντάσεις και φωνές, χωρίς να επαγγέλλονται ότι κηρύττουν το λόγο του θεού ή του υιού του, έχουν μιλήσει γι’ αυτά καλύτερα. Αρχαίοι λοιπόν άνδρες και σοφοί φανέρωσαν κάποια πράγματα για όσους είναι ικανοί να τα καταλάβουν μάλιστα, ακόμα και ο Πλάτων του Αρίστωνα, σε κάποια επιστολή του28 εξηγούσε τα σχετικά με το Πρώτο Αγαθό- έλεγε ότι το Πρώτο Αγαθό "δεν γίνεται να εκφραστεί με λόγια" αλλά γεννιέται "με την πολλή συναναστροφή", και "ξαφνικά, σαν φωτιά που φουντώνει απότομα, ανάβει φως μες στην ψυχή". Λέει ακόμη: "Και αν μου φαινόταν ότι μπορούν να εκφραστούν με λόγια και να γραφούν με επάρκεια προς χρήση των πολλών, τι καλύτερο θα μπορούσαμε να κάνουμε στη ζωή μας από το να τα γράψουμε και να φέρουμε τη φύση (του Πρώτου Αγαθού) στο φως, προς μεγάλο όφελος των ανθρώπων;" Άλλοι πλατωνικοί λόγοι αποκαλύπτουν ότι "λίγοι άνθρωποι" έχουν γνώση του Αγαθού, διότι οι πολλοί, γεμάτοι "άδικη περιφρόνηση" και "αλαζονική και νωθρή ελπίδα", επειδή τάχα κατέχουν "κάποια σπουδαία πράγματα" τα θεωρούν αληθινά. Όμως ο Πλάτωνας, που τα έχει πει αυτά από παλιά, δεν το ρίχνει στις τερατολογίες ούτε βουλώνει το στόμα όποιου θέλει να έχει άποψη πάνω στα όσα τελοσπάντων κηρύσσει ο ίδιος, ούτε μας προστάζει να πιστέψουμε ότι τέτοιος είναι ο θεός και τέτοιο γιο έχει και ότι ο γιος "κατέβηκε στη γη και μου μίλησε".

 105, 1 Ο καθείς καταλαβαίνει σοφέ Κέλσο, ότι η αντιπάθειά σου ενάντια στους Χριστιανούς, δεν σε αφήνει να δεις πράματα καθαρά που, όπως είπες άλλοτε, και οι γυναικούλες και τα παιδιά κατανοούν. Κατά το λόγο σου τον αληθή, εκείνοι οι σοφοί άνδρες φανέρωσαν κάποια πράγματα για όσους είναι ικανοί να τα καταλάβουν, αλλά που δυστυχώς άλλοι άνθρωποι ανίκανοι δεν τα κατάφεραν. Τί κι αν λοιπόν οι Χριστιανοί, κατά τα λεγόμενα σου, χρησιμοποιώντας φωνές και εντάσεις διακηρύσσουν τα όσα οι Έλληνες δίδαξαν; Αν αυτά που οι Έλληνες δίδαξαν περιέκλειαν σοφία, τότε πώς μπορείς να κατηγορείς τους Χριστιανούς ότι κηρύσσουν διαρκώς ανοησίες; Μήπως θα πρέπει να ειπωθεί ότι κι οι αρχαίοι λοιπόν σοφοί άνδρες, διακήρυσσαν ίδιες τερατολογίες; Τί επικρατεί; Είτε το ένα είτε το άλλο θα πρέπει. Και τα δύο αδύνατο θαρρώ πως είναι. Κι αν ακόμη πει κανείς ότι αυτά τα λόγια των σοφών, οι Χριστιανοί τα βάζουν στο στόμα του Θεού τους, τότε πού βρίσκεται η έλλειψη της αρετής τους; Μήπως οι άλλοι λαοί έπραξαν το ίδιο; Κι οι Χριστιανοί, αν όντως έπραξαν ως λες, τοποθετώντας τα λόγια των σοφών στο στόμα του Θεού Τους, έδωσαν έμφαση και βάρος στα λόγια των σοφών, διότι κακό είναι να λέει κανείς ψέματα. Τα λόγια των σοφών, όπως είπες, είναι μόνο για τους ικανούς αν κι αλλού μαρτύρησες ότι πολλές φορές οι Χριστιανοί διδάσκουν πράματα σε γυναικούλες, σε παιδιά και αμόρφωτους. Και πού βρίσκεται δηλαδή το κακό και το μη έχων την αρετή στο μέρος τους; Ή θα πρέπει να πιστέψουμε αντίθετα ότι, σοφοί και δίκαιοι είναι οι Αιγύπτιοι και οι άλλοι όμοιοι με αυτούς που διδάσκουν το προσκύνημα των ζώων;

Δεν θα ξεχάσω δε και για το Πρώτο Αγαθό θα σου πω, διότι κατά τους Χριστιανούς το πρώτο αγαθό είναι ο Ιησούς και συνεπώς η συνεχής τους συναναστροφή με Αυτόν, ανάβει αλήθεια φωτιά μέσα στην καρδιά τους και μάλιστα θεία και άσβεστη. Με άλλα λόγια, καμιά σοφία δεν χρειάζεται εκείνοι να πλησιάσουν για να φωτιστούν, διότι κατά τους Χριστιανούς, ο Ιησούς είναι το Θείο Φως. Όποιος κοντά Του έρχεται και Τον συναναστρέφεται φωτίζεται, έστω και αν του λείπει η σοφία. Τώρα μην ξεστομίσεις ότι δεν είναι δίκαιο θαρρώ να φωτίζονται και οι απαίδευτοι; Ποιός θεός αλήθεια θα επιθυμούσε κάτι τέτοιο, παρά εκείνος ο θεός που πάντα θα επιθυμεί το σκότος των ανθρώπων; Μήπως το ίδιο δεν λέει ο Πλάτωνας; Και δηλαδή να φέρουμε το Φως προς τους ανθρώπους; Κάτι τέτοιο ύμνος είναι για τους Χριστιανούς, παρά κατηγορία και ψόγος. Ακόμη κι η γνώση του Αγαθού, που όπως λέει ο Πλάτων λίγοι την κατέχουν, πάει πέρασε και αυτή και τώρα όλοι μπορούν να τη λατρέψουν, καθώς οι Χριστιανοί ουδέ περιφρόνηση ουδέ αλαζόνες είναι, μάλλον τα αντίθετα διδάσκουνε, ταπεινοί να είναι και ανοιχτοί σε όλους, καθώς υποχρέωση έχουν στο Ανώτερο Αγαθό και σε όλους τους ανθρώπους. Αντίθετα οι λίγοι εκείνοι του Πλάτωνα άνθρωποι που έχουν γνώση του Αγαθού, τώρα έγιναν πολλοί και λίγοι έγιναν εκείνοι, που γεμάτοι άδικη περιφρόνηση και αλαζονική νωθρή ελπίδα, επειδή τάχα κατέχουν κάποια σπουδαία πράγματα που τα θεωρούν αληθινά, απορρίπτουν τον Ιησού.

Για όλα αυτά που οι Έλληνες σοφοί μίλησαν είπε και ο Ξενοφάνης, όταν ανάφερε ότι «Οι θεοί δεν τα φανέρωσαν όλα εξαρχής στους ανθρώπους, αλλά ψάχνοντας οι άνθρωποι βρίσκουν με τον καιρό το καλύτερο.» Έτσι λοιπόν κι ο Πλάτωνας, κατά την γνώμη σου, βρήκε το καλύτερο, αλλά εντούτοις δεν βρήκε και το πιο καλό, διότι το πιο καλό δεν μπορεί να είναι άλλο παρά το αληθινό το ίδιο. Το δε το αληθινό, μόνο ο ίδιος ο Θεός το κατέχει, γι’ αυτό και δίκαια αποφάσισε στους ανθρώπους να το φανερώσει δια μέσω του Λόγου του Ιησού. Συνετά λοιπόν ο Πλάτωνας δεν υποστηρίζει ότι όλα τα γνωρίζει, διότι κι ο ίδιος αν και τον Ύψιστο θεό ύμνησε, εντούτοις άνθρωπος ήταν και όχι θεός, μήτε Υιός θεού ο ίδιος. Αν κάτι τέτοιο ο Πλάτωνας έπραττε δεν θα έχριζε στα σίγουρα σοφίας.

Η άποψη σου δε για τον Πλάτωνα, ότι δεν βούλωσε το στόμα κανενός, είναι στα αλήθεια λανθασμένη, διότι κι ο Πλάτωνας, όπως άλλωστε κι άλλοι αρχαίοι σοφοί άνδρες της Ελλάδας, θαρρώ διόλου σύμφωνος δεν ήταν με εκείνους τους θεούς που παρέδωσε στους Έλληνες, ο ποιητής που αποθεώθηκε, ο τρανός ο Όμηρος. Και στην Πολιτεία του ο Πλάτωνας σαφώς και βούλωσε το στόμα του τελευταίου, σαν είχε να κάνει ο πρώτος με τους νέους.

Ας τελειώσουμε εδώ, λέγοντας ότι οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί, μπορεί σε ένα τέτοιο ζήτημα ασφαλώς να κατείχαν την σοφία· έτσι κανείς τους παράλογα ή αστήριχτα δεν υποστήριξε ότι είχε την άμεση αποκάλυψη του ίδιου του Ύψιστου Θεού. Όπως κανείς τους δεν τόλμησε να πει ότι την κατέχει, διότι διόλου φρόνιμο δεν είναι να λέει κανείς πως έχει γνώση του Θεού, αν στα αλήθεια δεν την έχει, ούτε να λέει πως δεν την έχει κανείς όταν την αποκτάει. Κι οι Χριστιανοί την αλήθεια λένε· διότι την απέκτησαν. Μα και για τους σοφούς αυτούς, ο Άγιος Μάρτυς Ιουστίνος έγραψε πως οι «μετα λόγου βιώσαντες Χριστιανοί εισί καν άθεοι ενομίσθησαν, οίον εν έλλησι μεν Σωκράτης και Ηράκλειτος και όμοιοι με αυτούς». Κι αν ακόμη υποθέσουμε ότι ζούσαν στην εποχή των Χριστιανών αυτοί οι παλιοί σοφοί, θαρρώ πως εσύ δεν θα ήσουν ο κατάλληλος για να πεις τι γνώμη θα είχαν τούτοι δω για την θεόσταλτη γνώση των Χριστιανών. Αν όμως κατά την γνώμη σου αυτοί, αισχρή τη θεωρούσαν, εγώ το ίδιο και ακόμη πιο σωστά μπορώ να υποστηρίξω, ότι αυτοί πιο σοφά και λογικά από εσέ θα την ασπάζονταν, αφού σε αυστηρή εξέταση την έθεταν αναμεταξύ τους. Με αυτό τον όμοιο τρόπο οι Χριστιανοί την ασπάστηκαν και τώρα δεν μπορούν να κάνουν πίσω, διότι την αλήθεια θα έπρεπε να απαρνηθούν μαζί με τη σοφία.

 

Λέει: "Κι ακόμα περισσότερα μου ’ ρθε στο νου να πω γι’ αυτά, και λέγοντας τα, ίσως κάτι από αυτά για τα οποία μιλάω θα μπορούσε να γίνει πιο ξεκάθαρο. Γιατί υπάρχει κάποιος αληθής λόγος που στέκεται αντίκρυ σ’ αυτόν που τολμά να γράψει γι αυτά, και που τον έχω αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά φαίνεται πως και τώρα θα πρέπει να τον πω για άλλη μια φορά. Σε καθένα από τα όντα υπάρχουν τρία πράγματα που κάνουν την γνώση του εφικτή· η δε γνώση του (η επιστήμη) είναι το τέταρτο· και ως πέμπτο πρέπει να θέσουμε αυτό που είναι πράγματι γνωστό και αληθές. Το ένα είναι βέβαια το όνομα, το δεύτερο ο λόγος, το τρίτο η μορφή, το τέταρτο η επιστήμη."29 Βλέπετε λοιπόν ότι ο Πλάτωνας, ναι μεν διαβεβαιώνει ότι ο θεός δεν είναι "ρητός", για να μη φτάσει όμως σε θέσεις που δεν θα μπορεί κανείς να ελέγξει, υποστηρίζει αυτή τη δυσχέρεια με επιχειρήματα. Γιατί θα μπορούσε, ακόμα και το μηδέν να είναι "ρητό". Ο Πλάτων δεν κομπάζει ούτε ψεύδεται, ότι δήθεν βρήκε κάτι καινούριο ή ότι κατέβηκε από τον ουρανό για να κηρύξει, αλλά ομολογεί από πού προέρχονται αυτά που λέει. Ενώ οι Χριστιανοί λένε σ’ όποιον τους πλησιάζει, "πρώτα πίστεψε ότι αυτός που σου παρουσιάζω είναι γιος του θεού, κι ας είναι δεμένος με τον πιο ατιμωτικό τρόπο ή τιμωρημένος τόσο επονείδιστα, κι ας κυλιόταν μέχρι χτες και προχτές μπροστά στα μάτια όλων σε σημείο να γίνει ρεζίλι των σκυλιών."

 105, 2 Ας μιλήσουμε λοιπόν για τον Αληθή λόγο των Χριστιανών και την ανατροπή του δικού σου Ψευδούς Λόγου κι ας δούμε τα τρία αυτά πράγματα από την μεριά των Χριστιανών, που όπως λες κάνουν τη γνώση ενός όντος εφικτή. Ας μιλήσουμε λοιπόν για το Θείο Ον των Χριστιανών κι αν μπορεί να γίνει Αυτό γνωστό. Το όνομά Του είναι ο Ον (ο Υπάρχων Θεός), ο Λόγος Του είναι ο Ιησούς Χριστός και η μορφή Του είναι η ενσάρκωσή του Λόγου. Έτσι κι οι Χριστιανοί ποτέ δεν έφτασαν σε θέσεις που κανείς δεν μπορεί να ελέγξει, αλλά που ο καθείς αν το θέλει μπορεί κάλλιστα να το πράξει. Ο Πλάτωνας δε σοφά έπραξε και δεν υποστήριξε ότι κατέβηκε από τον Ουρανό για να κηρύξει· διότι πολύ απλά κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε. Όμως ο Χριστός κατέβηκε κι οι Χριστιανοί δεν μπορούν να διδάξουν ότι δεν το έπραξε, διότι πρώτα πρώτα θα ήταν ασεβείς, έπειτα θα ήταν ψεύτες και τέλος θα ήταν ανεπαίσχυντοι προδότες του Θεού. Νομίζω ότι κανείς από αυτούς δεν θα ήθελε κάτι τέτοιο.

Έπειτα για όλα όσα ξανά κατηγορείς τον Θεό των Χριστιανών, ήδη σου μίλησα· έτσι είναι αυτά τα πράματα. Πιο εύκολα κανείς αγνοεί παρά εννοεί, διότι για να εννοήσει κάτι θα πρέπει να ’χει γνώση κι η γνώση μόνο μέσα από την μελέτη επέρχεται, εκτός από την Γνώση του Θεού που Εκείνος παρουσιάζει και που με αυτή και εκείνος που δεν μελετά γνωρίζει.

Λες Κέλσο ότι οι Χριστιανοί πρώτα ζητάνε από τους άλλους να πιστέψουν στον Ιησού και μετά τους εξηγούν. Και αυτό το θεωρείς επαίσχυντο· μα κι αυτοί οι θείοι άνδρες που εσύ κατονομάζεις, δεν ξεφεύγουν εντούτοις καλά από αυτές τις κατηγορίες που προσάπτεις εις τους Χριστιανούς· διότι ακόμη κι ο Πλάτωνας κάποτε θαρρώ δέχτηκε την γένεση του Ησίοδου και του Ομήρου, χωρίς καμία απόδειξη όπως ο ίδιος είπε στον Τίμαιο, ενώ ο Ηράκλειτος θεωρούσε ότι οι άνθρωποι εξαπατούνται στη γνώση των φανερών πραγμάτων, όπως σχετικά με τον Όμηρο που έγινε ο σοφότερος απ’ όλους τους Έλληνες. Γιατί κι εκείνον τον εξαπάτησαν κάποια παιδιά που σκότωναν ψείρες, λέγοντας του: «όσα είδαμε και πιάσαμε, εγκαταλείπουμε, μα όσα δεν είδαμε κι ούτε πιάσαμε, τα φέρνουμε πάνω μας». Τί θα πρέπει να πιστέψουμε για τον Πλάτωνα λοιπόν, αφού δεν ομολογεί από που προέρχεται αυτό που δέχεται για τον Ησίοδο και τον Όμηρο;

Γενικόλογα για τις επιστήμες στην Ελλάδα θα σου πω, ότι πολλοί Έλληνες σοφοί που οι περισσότεροι ανάμεσα στους κυνικούς κατατάσσονται, δεν θεώρησαν αυτές απαραίτητες για την ζωή, παρά μόνο εκεί που αυτές είχαν κάποια σχέση με τον πρακτικό τον βίο. Μα για αυτούς δεν παραξενεύεσαι.

Λες ακόμη ότι ο Ιησούς έγινε ρεζίλι των σκυλιών, διότι οι ασεβείς που Τον δίκασαν μόνο σκυλιά μπορεί να ήσαν, αφού αν και τίποτα κακό δεν έπραξε εντούτοις εκείνοι ως εγκληματία Τον δικάσανε. Όταν όμως Εκείνος αναστήθηκε θα μπορούσαν από σκυλιά που ήσαν σε ανθρώπους σοφούς να γίνουν αποδεχόμενοι Αυτόν. Κι όμως εκείνοι επέλεξαν ξανά σαν τα αδέσποτα σκυλιά να την περνούν, κι αποφάσισαν δίχως κύριο να ζήσουν και κατάντησαν να τριγυρνούν εδώ και εκεί ψάχνοντας για πλαστούς αφέντες και βρώμικα πολλές φορές σκουπίδια.

 

Άμα είναι έτσι, ετούτοι να μας παρουσιάζουν αυτόν και άλλοι κάποιον άλλον, κι όλοι τους να λένε με το πρώτο, "πίστεψε αν θέλεις να σωθείς, αλλιώς δίνε του", τότε ένας που θέλει πραγματικά να σωθεί, τι πρέπει να κάνει; Να ρίξει ζάρια για να βρει προς τα πού θα στραφεί και με τίνος το μέρος θα πάει;

 107, 1 Ένας που έμαθε να ρίχνει ζάρια θα συνεχίζει να τα ρίχνει κι ο άλλος που θέλει να σωθεί, ας σκεφτεί όσα ομολόγησα κι ας πράξει όσα η σοφία του επιβάλλει· ας μη πιστέψει ή ας πιστέψει. Αν δεν θέλει ας του δίνει ελεύθερα λοιπόν, αφού σε αυτά που συ λες περισσότερη σοφία βρίσκει, κανείς θαρρώ δεν τον δεσμεύει για να μείνει. Μα αν ποτέ τιμωρηθεί για πράξεις ενάντια στον Θεό, ας μην κατηγορήσει τον Τελευταίο και Πρώτο, διότι κανείς άλλος δεν του έφταιξε παρά η κακή η βούλησή του μαζί με την νοθευμένη του σοφία.

 

Ισχυρίζονται ότι η σοφία των ανθρώπων είναι αφροσύνη για τον θεό. Την αιτία γι’ αυτό την είπαμε και προηγουμένως -επιδιώκουν με τον τρόπο αυτό να προσελκύσουν μόνο τους αμόρφωτους και τους ηλίθιους. Αλλά ακόμα και αυτή την ιδέα την πήραν από τους Έλληνες σοφούς και τη διαμόρφωσαν όπως ήθελαν. Γιατί οι Έλληνες είπαν ότι άλλη είναι η ανθρώπινη σοφία και άλλη η θεία. Και παραθέτω τα λεγόμενα του Ηράκλειτου: "οι τρόποι των ανθρώπων δεν ορίζονται από τη λογική κρίση, σε αντίθεση με τους τρόπους των θεών"· και: "ο ανόητος άνθρωπος άκουσε το θεό, όπως ακούει το παιδί τον άντρα". Και από την απολογία του Σωκράτη, γραμμένη από τον Πλάτωνα, παραθέτω τα εξής: "Η αιτία που έβγαλα τέτοια φήμη, ω Αθηναίοι, δεν ήταν άλλη από την σοφία. Ποια σοφία όμως; Αυτήν που είναι ίσως ανθρώπινη σοφία. Γιατί πραγματικά κινδυνεύω, με τέτοια σοφία να είμαι σοφός." Είναι λοιπόν ολωσδιόλου αστοιχείωτοι και δουλοπρεπείς και αμαθείς όσοι δεν έχουν μορφωθεί με τις διδασκαλίες των Ελλήνων -κι οι Χριστιανοί δεν είναι παρά απατεώνες που παίρνουν δρόμο όταν έχουν να κάνουν με ανθρώπους ευφυείς που δύσκολα εξαπατώνται, ενώ καταπιάνονται με ζήλο με τους αμόρφωτους.

 107, 2 Αν οι Χριστιανοί είπαν ότι η σοφία του ανθρώπου είναι παραφροσύνη μπροστά σε κείνη του Θεού κι αυτοί το έπραξαν διότι θέλουν, ως λες, να προσελκύσουν τους αμόρφωτους, τότε τί μας κάνει να μην πιστέψουμε ότι κι οι Έλληνες σοφοί δεν το έπραξαν για κάτι ανάλογο ομοίως; Διότι λες πως ο Ηράκλειτος αναφέρει ότι οι θεοί έχουν λογική κρίση κι οι άνθρωποι όχι· δηλαδή με άλλα λόγια, οι θεοί είναι λογικοί κι οι άνθρωποι άφρονες. Και πού είναι η διαφορά με τους Χριστιανούς δηλαδή; Μήπως το νόημα δεν είναι σαφώς το ίδιο; Αλλά σίγουρα οι άνθρωποι είναι παράφρονες όταν δέχονται να έχουν για θεούς εκείνους που με τα ζώα συνουσιάζονται, κάτι που ούτε τα ζώα δεν συνηθίζουν μεταξύ τους στις διαφορετικές ομάδες, ενώ έπειτα και σαν τους Αιγυπτίους αυτά προσκυνούν ως ανώτερες ιδέες. Και παιδιά ακόμη μπορεί κάλλιστα να περιγελάσουν τέτοιες θεϊκές συνήθειες που συχνά τιμώνται από μεγάλους άνδρες.

Όσο για τους ανθρώπους που δεν εξαπατώνται, ας σου πω ότι η ευφυΐα δεν μπορεί να εξαπατήσει κανένα για το δόγμα των Χριστιανών, γι’ αυτό και ο Ιησούς μακάρισε τους πτωχούς στο πνεύμα, διότι σαφώς είχες δύο λόγους· πρώτο λοιπόν γιατί από την σοφία των ανθρώπων δεν κινδύνευαν να χαρακτηριστούν σοφοί σαν τον Σωκράτη κι έπειτα δεύτερο, γιατί εκείνο που εξαπατά τους ανθρώπους, δεν είναι η ευφυΐα, αλλά η αλαζονεία, που από την ευφυΐα την ανθρώπινη προκύπτει, εφόσον σε αλαζονικούς η ανθρώπινη σοφία τους μεταβάλλει. Αυτοί ανθρώπινη σοφία κατέχουν και σοφοί ονομάζονται ανάμεσα τους. Λάθος λοιπόν πιστεύουνε ότι μεγάλοι άνδρες είναι, μιας και στην ηλικία ακόμη παιδιά μείνανε· ας συμπληρώσουμε εδώ ότι, κι ο Ηράκλειτος ανάφερε πως ο άνθρωπος δεν είναι λογικό όν αλλά μόνο αυτό που τον περιβάλλει έχει νόηση, ενώ η νόηση αυτή δεν είναι άλλη από την νόηση του Δημιουργού που αντανακλάται από τη φύση. Έτσι λοιπόν κανείς Χριστιανός δρόμο δεν παίρνει μπροστά από κάποιο ευφυή και μεγάλο άνδρα, αλλά ο ίδιος ο άνδρας αυτός με την ανθρώπινη του την σοφία εξαπατά τον εαυτό του ικανοποιώντας τις διαθέσεις του. Και αν νωρίτερα έλεγες ότι οι Χριστιανοί υποτιμούν την σοφία αυτού του κόσμου, εδώ τίποτα το διαφορετικό δεν υποστηρίζεις για την γνώμη των Ελλήνων. Αν λοιπόν δίκαιος μέσα στην καρδιά και μέσα στην ψυχή σου ήσουν, σε συμπέρασμα δίκαιο θα έφτανες λέγοντας ότι αν κάτι τέτοιο οι Χριστιανοί κακώς το λένε, κακώς το λένε επίσης και οι Έλληνες σοφοί· αν δε οι Έλληνες σοφοί καλώς το λένε, καλώς λοιπόν το λένε και οι Χριστιανοί και καμιά ψεύτικη και πονηρή διαφορά δεν έχουν μεταξύ τους.

 

Ακόμη, πιστεύω ότι η ταπεινοφροσύνη είναι παρανόηση των λόγων του Πλάτωνα, που λέει κάπου στους Νόμους:30 "Πάντως ο θεός, όπως λέει και η παράδοση, ελέγχει την αρχή τη μέση και το τέλος όλων των όντων, και προχωρεί σε ευθεία, σύμφωνα με τη φύση. Και πάντα τον ακολουθεί η δικαιοσύνη που τιμωρεί αυτούς που στερούνται τον θείο νόμο- και τη δικαιοσύνη την ακολουθεί από κοντά, ταπεινός και κόσμιος, αυτός που θα κερδίσει την ευτυχία". Ενώ αυτός που σκέφτεται με τρόπο ταπεινό, εξευτελίζεται άσχημα και ντροπιαστικά, ριγμένος στα γόνατα και με το μούτρο κατεβασμένο, ντυμένος με ρούχο ζητιανιάς και γεμίζοντας σκόνη.

 109, 1 Νομίζω Κέλσο ότι η αλαζονεία υπερβολικά σε έχει τυφλώσει και σε αυτό φταίει κι η μερική σου γνώση. Κακολογείς τους Χριστιανούς ότι δήθεν συνεχώς παρανοούν τα λόγια άλλων σοφών κι όχι ότι διδάσκουν τα λόγια του Θεού τους. Αν είναι έτσι όπως εσύ τα λες, θα έπρεπε κανείς να υποστηρίξει ότι οι Χριστιανοί είναι πολυδιαβασμένοι αφού παρανοούν τον Πλάτωνα, τον Ηράκλειτο και άλλους που εσύ μας παρουσιάζεις· λες κι οι Χριστιανοί που πολλές φορές τους παρομοίασες με τσαγκάρηδες, ακαλλιέργητους, διαρρήκτες, κλέπτες, αμόρφωτους, παιδάκια κι υπηρέτες πρόλαβαν και διάβασαν όλους τους σοφούς ετούτους. Μα κάτι τέτοιο θα έμοιαζε απίθανο αφού και τον Ιησού και τους μαθητές του πολλές φορές όρισες ως αγύρτες, ψεύτες και ανούσιους.

Λες ακόμη ξεδιάντροπα ότι οι Χριστιανοί παρανόησαν τον Πλάτωνα· μα ένας από τους επτά σοφούς της Ελλάδας που κατάγονταν από την αρχαία Σπάρτη και που ήταν γνωστός με το όνομα Χείλων, μαρτύρησε ότι τα μεν υψηλά ταπεινώνουν ενώ τα δε ταπεινά υψώνουν. Τί θα έπρεπε δηλαδή να σκεφτούμε; Ότι ο Πλάτωνας παρανόησε τον Χείλων και γι’ αυτό και μπορεί να χαρακτηρισθεί ότι απαίδευτος τυγχάνει; Ή ότι είναι αχρείος, επειδή υποστήριξε κάτι το οποίο πρώτος ο Χείλων είπε; Ή μήπως κι ο Χείλων που συμφωνεί με τους Χριστιανούς, παρανόησε κι αυτός τους λόγους του Πλάτωνα, αν και έζησε πριν από εκείνον; Όλα αυτά που λες είναι τερατολογίες και δεν έχουν καμιά λογική ή σοφία.

Η ταπεινότητα στους Χριστιανούς πηγάζει από νόηση και λογική και όχι από λόγια αστήριχτα· διότι ο Θεός των Χριστιανών και Θεός του κόσμου όλου, δέχτηκε να εξευτελιστεί και να βασανισθεί από τους ανθρώπους. Όταν λοιπόν ο Ανώτερος όλων δέχεται τέτοιους εξευτελισμούς για χάρη της Αγάπης, δίκαιο είναι να υποστηρίξει κανείς ότι οι κατώτεροι μεταξύ τους θα πρέπει να είναι ταπεινοί και όχι υπερήφανοι ή ελεεινοί, διότι όποιος όρισε ή ορίζει τέτοιες συμπεριφορές αστήριχτα και από κανένα άλλο θεό μαρτυρημένες, μόνο από τον Θεό μπορεί να τις έχει λάβει, έστω και εν άγνοιά του· διότι μόνο ο Θεός υπήρξε εκείνος που ως θεάνθρωπος έζησε αργότερα από αυτούς και τις στήριξε με το παράδειγμα Του και βεβαίως καλό θα είναι να διακρίνεις, ότι δεν υπάρχει στήριγμα μεγαλύτερο στα όσα λένε οι Χριστιανοί, μιας και αυτό το στήριγμα είναι του Θεού, παρά έστω των θνητών σοφών ανθρώπων.

 

Η εναντίον των πλουσίων κρίση του Ιησού, που είπε, "πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από τρύπα βελόνας παρά πλούσιος στη βασιλεία του θεού", ειπώθηκε ακριβώς από τον Πλάτωνα. Ο Ιησούς παρέφθειρε τα λόγια του Πλάτωνα, που είπε, "είναι αδύνατο να είναι κανείς εξαιρετικά αγαθός και εξαιρετικά πλούσιος".31 (Λέει ακόμη ο Πλάτων:)32 ότι "όλα γυρίζουν γύρω από το βασιλέα των πάντων και όλα υπάρχουν γι’ αυτόν, και κείνος είναι η αιτία όλων των ωραίων πραγμάτων και είναι δεύτερος για τα δεύτερα (δευτερεύοντα) και τρίτος για τα τριτεύοντα. Η ανθρώπινη ψυχή λοιπόν επιθυμεί να μάθει τι είναι όλα αυτά και στρέφεται να κοιτάξει τα πράγματα με τα οποία συγγενεύει και από τα οποία κανένα δεν είναι τέλειο. Ενώ τίποτα από αυτά που έχουν να κάνουν με τον βασιλιά, για τα οποία και μίλησα, δεν είναι ατελές."

 109,2 Κέλσο αυτά λες κι υποστηρίζεις τη σοφία του Πλάτωνα, ενώ κίβδηλη παρουσιάζεις τη σοφία του Ιησού, έστω και αν αυτή μοιάζει με εκείνη εκεί του πρώτου. Πιστεύω όμως ότι κανείς Χριστιανός δεν είπε ότι ο Πλάτωνας δεν ήτανε σοφός, έστω κι αν ο Ιησούς, όχι μόνο μίλησε σοφά, αλλά και Υιός του Θεού είναι για τους Χριστιανούς και δηλαδή Ανώτερος του Πλάτωνος. Κι έτσι, και δηλαδή αν ακόμη κάποιος από τους αρχαίους σοφούς και τους απλούς άνδρες υποστήριξε την σοφία του Πλάτωνα, εντούτοις κανείς δεν υποστήριξε ότι ο Πλάτωνας ήταν ο Θεός ή ο Υιός Θεού, αλλά ούτε κι ο Πλάτωνας ο ίδιος δεν είπε ποτέ κάτι τέτοιο.

Οι Έλληνες εκείνοι οι σοφοί, που μίλησαν για τον Ιησού και Τον δέχτηκαν ως Υιό του Θεού, αντί σαν τους Ιουδαίους που Τον καταδίκασαν, θαρρώ τον Πλάτωνα είχανε διαβάσει και μέσα στα λόγια του Ιησού κατάλαβαν την εκπλήρωση αρκετών από τους λόγους αυτού του αρχαίου άνδρα. Νομίζω ότι κανείς από εκείνους τους σοφούς Έλληνες σαν τον Κλήμη και τον Ωριγένη, αν διάβαζε μια παραφθορά του Πλάτωνα θα προτιμούσε αυτή, παρά αυτόν τον ίδιο. Τώρα μην πεις ως σοφός που είσαι ότι αυτό δεν είναι τιμή για τον Πλάτωνα παρά παραφθορά του. Διότι παραφθορά θα ήταν, κάποιος να πολεμά τις σοφίες και τη σκέψη του Πλάτωνα, παρά να συμφωνεί μαζί του, έστω και αν όπως λες, διαφορετικά εκφράζει μερικές από τις ίδιες τις ιδέες του. Κι ασφαλώς ο Πλάτωνας, σοφός άνδρας ήταν και μαζί με αυτόν σοφά και τα λόγια του λοιπόν. Και ως είπαμε η σοφία του Θεού είναι πολύ μεγάλη, αλλά αυτό δεν απαγορεύει στους ανθρώπους πολλές φορές να την πλησιάζουν· διότι στη σοφία του Θεού όλοι έχουν πρόσβαση, αρκεί να μην είναι αλαζόνες σαν εσένα, διότι όμοιοι σου πολλοί ασχολούνται με άλλα πράγματα παρά με την ουσία.

Τί και αν λοιπόν το ξύλο υπάρχει ως δέντρο; Μήπως οι Έλληνες με την τεχνική τους δεν τα μετέτρεψαν σε τάχιστες πλεούμενες πολεμικές τριήρης; Ή μήπως και αυτές θα πρέπει να χαρακτηρισθούν παραφθορές του ξύλου; Ή μήπως θα είναι σωστό λοιπόν να τις μετατρέψουμε σε ξύλα πάλι και να μην τις χρησιμοποιούμε, για να μην χαρακτηριστούμε ως παραφθορείς του ξύλου; Αλλά στην δική μας την περίπτωση έχουμε ακόμη μια διαφορά. Ότι το ξύλο ως δέντρο φυτρώνει πάνω στην γη κι ο άνθρωπος το ξύλο το χειρίζεται μετατρέποντάς το σε διάφορα εργαλεία. Όμως χωρίς την αρχαία και αιώνια γη, τίποτα από αυτά τα δύο δεν μπορεί να συμβεί. Κι όπως η γη έτσι ο Θεός· όπως και συ είπες η ψύχη από τον Θεό έρχεται ως αγαθή κι οι αγαθές της σκέψεις από Αυτόν πηγάζουν. Μόνο που Εκείνος τις κατέχει όλες μαζί, γι’ αυτό και συ για να συγκρίνεις τα λόγια του Ενός, πανούργου ως λες Ιησού, σε πολλούς σοφούς άνδρες έπρεπε να προστρέξεις.

Θα πρέπει όμως να ειπωθεί ότι το κάθε ξύλο δεν μπορεί να ζητά πρωτοκαθεδρία επειδή φύτρωσε πρώτο ή επειδή φύτρωσε κι έκανε πολλούς καρπούς· διότι αν έστω κι αυτό τον διαχωρισμό τελέσουμε, θα πρέπει να δούμε σοφά ότι δίχως το χώμα της γης, τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε και δεν θα μπορούσε κανείς διαχωρισμός να γίνει με βάση την σοφία, μιας κι η σοφία είναι προορισμένη να χαθεί, αφού και συ ο ίδιος λες ότι η ψυχή με τον Θεό ενώνεται και σύμφωνα με αυτά μόνο η αρετή της μένει. Σοφά λοιπόν θα πρέπει να δούμε αν ο Ιησούς κι οι άλλοι έχουν αρετή στους λόγους τους, παρά για το αν έχουν όμοια, παρεμφερή, ανάλογη ή διάφορη σοφία· αφού σοφοί είναι και εκείνοι που είναι πονηροί, μα και σε αυτούς η σοφία θα χαθεί και το μόνο που θα μείνει θα είναι η κακία.

 

Κάποιοι Χριστιανοί, έχοντας παρανοήσει τους λόγους του Πλάτωνα, καυχώνται για τον υπερουράνιο θεό και τον τοποθετούν πάνω από τον ουρανό των Ιουδαίων. Ο Πλάτων όμως λέει: "Τον υπερουράνιο τόπο δεν τον ύμνησε ποτέ μέχρι τώρα κάποιος ποιητής ούτε πρόκειται να τον υμνήσει όπως του αξίζει", και "η δίχως χρώμα και σχήμα ουσία, που είναι αδύνατο να ψηλαφηθεί, είναι ορατή μόνο στο νου, τον κυβερνήτη της ψυχής, κι εκεί κατοικεί, στον τόπο εκείνο που τον περιβάλλει το αληθινό γένος της επιστήμης."33

 111, 1 Λίαν καλά αυτά που ο Πλάτωνας διδάσκει· διότι όλα τούτα αρμόζουν σε θνητούς ποιητές σαν τον Όμηρο, που αν και πολλές φορές τους θεούς και τους ουρανούς που εκείνος κι άλλοι πίστευαν περίγραψε, εντούτοις πολύ μακριά από το αληθινό γένος της επιστήμης βρέθηκε. Ο Πλάτωνας ορίζει ότι κανένας ποιητής ουδέποτε θα μπορέσει να το πράξει, μιας και ουδείς ποιητής Υιός Θεού δεν ήτανε για να γνωρίζει τη δίχως χρώμα και σχήμα ουσία, που αδύνατο είναι να ψηλαφηθεί από το χέρι του ανθρώπου, παρά μόνο από το νου. Γι’ αυτό λοιπόν σοφά κι ορθά ο Πατέρας του Ιησού τον Λόγο Του ενσάρκωσε ώστε, όχι μόνο ο νους αλλά και το χέρι του ανθρώπου να μπορεί να Τον ψηλαφίσει. Κι ο κυβερνήτης της ψυχής έφτιαξε αυτόν τον κόσμο που εμείς εδώ μέσα κατοικούμε και που με περίσσεια γνώση επιστήμης κανείς μπορεί να μελετήσει.

Ο Υιός Ιησούς έπειτα, δεν ύμνησε κανένα υπερουράνιο Θεό πέρα από τον ουρανό των Ιουδαίων· διότι ο Ιησούς είναι Αυτός ο υπερουράνιος Θεός πέρα από τον ουρανό των Ιουδαίων κι όλων των άλλων σοφών λαών της γης. Μόνο σε Εκείνον που μένει στο παλάτι αρμόζει να διηγείται τα του παλατιού, παρά σε κείνους που απ’ έξω κάθονται και προσπαθούν να μαντέψουν τι γίνεται μέσα στο παλάτι, παρατηρώντας τα πτηνά και τα άλλα φαινόμενα του ουρανού. Και καλό θα είναι και τον Ηράκλειτο να μην ξεχνάμε που ομολόγησε, ότι παιδικά παιχνίδια είναι οι ανθρώπινες δοξασίες, ενώ εκείνες του Ιησού, Λόγος Θεϊκός επί της Γης γνωρίζουμε ότι είναι.

Περισσότερο λογικό είναι να ακούς το βασιλιά και τους κήρυκες του παλατιού, παρά τους απλούς πολίτες για τα ζητήματα του πρώτου και τις δικές του επιθυμίες, διότι μερικοί από το λαό το βασιλιά επιβουλεύονται αφού η δικαιοσύνη του, τις ατιμίες τους θα τιμωρήσει· αυτοί δε φοβούμενοι τη δικαιοσύνη του προσπαθούν να εξεγείρουν τον λαό ενάντιά του, διαδίδοντας ότι εκείνος το κακό των πολιτών ζητάει, και ότι κάθε άλλο παρά δίκαιος είναι. Ή ακόμη πιο αισχρά μερικές φορές υποστηρίζουνε, ότι για μακρινό ταξίδι έχει αναχωρήσει, ενώ μαζί του πήρε και όλο τον πλούτο της πόλης τους και τους εξαπάτησε και δεν πρόκειται ξανά να επιστρέψει. Αλλά αλίμονο, δεν γνωρίζουν ότι ο βασιλιάς γνωρίζει τις κινήσεις τους και θα έρθει η ώρα της σύλληψής τους, καθώς αυτός θα αναγγείλει κάποτε τη δημιουργία του νέου του ωραίου βασιλείου μέσα στο οποίο οι πονηροί δεν θα έχουν καμιά άξια αναφοράς του κόσμου θέση.

 

Οι Χριστιανοί ελπίζουν ότι ύστερα από τα επίγεια βάσανα [μετά τους ενταύθα πόνους και τους αγώνας ελπίζουσιν προς άκροις γενέσθαι τοις ούρανοϊς] θα φτάσουν στα πέρατα των ουρανών, πιστεύοντας ότι υπάρχουν επτά ουρανοί [...] Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η ψυχή ακολουθεί το δρόμο των πλανητών. Αυτά υπαινίσσονται και οι λόγοι των Περσών και η τελετή του Μίθρα που γίνεται στη χώρα τους. Γιατί υπάρχει σ’ αυτήν το σύμβολο των δύο κύκλων του ουρανού -του κύκλου των απλανών και του κύκλου των πλανητών αλλά κι ένα διάγραμμα της διάβασης της ψυχής μέσα από αυτούς: μια κλίμακα με επτά πύλες και πάνω απ’ αυτήν υπάρχει μια όγδοη πύλη. Η πρώτη πύλη είναι από μόλυβδο, η δεύτερη από κασσίτερο, η τρίτη χάλκινη, η τέταρτη σιδερένια, η πέμπτη από κράμα μετάλλων, η έκτη από άργυρο και η έβδομη είναι χρυσή. Η πρώτη είναι, λένε, του Κρόνου, δικαιολογώντας με το μόλυβδο τη βραδύτητα του άστρου· η δεύτερη της Αφροδίτης, παραβάλλοντας τη λάμψη και την ευκαμψία του κασσίτερου με τη θεά· η τρίτη που ’ ναι στερεή και δουλεμένη με χαλκό, του Δία- η τέταρτη του Ερμή που ’ ναι καρτερικός σ’ όλες τις δουλειές και καταγίνεται με τα χρήματα (και επειδή το σίδερο θέλει πολλή δουλειά και κατεργασία)· η πέμπτη του Άρη, επειδή φτιαγμένη καθώς είναι από κράμα, είναι περίπλοκη και χωρίς ομαλότητα· η έκτη, η αργυρή, της Σελήνης, κι η έβδομη, η χρυσή, του Ήλιου -οι δυο τελευταίες παίρνουν από τα χρώματα της Σελήνης και του Ήλιου. θα μπορούσε κανείς, αν ήθελε, να βάλει πλάι-πλάι τα περσικά και τα Χριστιανικά και να βρει τις διαφορές. Έχω δει ένα (Χριστιανικό)34 διάγραμμα, με δέκα κύκλους ξεχωριστούς, που συνδέονταν από ένα μεγαλύτερο κύκλο που, όπως έγραφε, ήταν η ψυχή των όλων και ονομαζόταν «Λεβιαθάν». Το διάγραμμα χωριζόταν στη μέση από μια παχιά μαύρη γραμμή, κι αυτή ήταν, λέει, η Γέενα ή αλλιώς Τάρταρος. Μιλούν και για μια σφραγίδα, την οποία έθεσε ο επονομαζόμενος πατέρας, ενώ αυτός που σφραγίστηκε ονομάζεται υιός και αποκρίνεται: "χρίστηκα με χρίσμα λευκό από το ξύλο της ζωής". Τα ίδια λόγια προφέρουν και οι επτά άγγελοι που παραδίδουν την σφραγίδα και στέκονται κι από τις δυο πλευρές της ψυχής που εγκαταλείπει το σώμα όταν κάποιος πεθαίνει· και οι μεν ονομάζονται άγγελοι του φωτός ενώ οι άλλοι ονομάζονται αρχοντικοί. Ο αρχηγός των "αρχοντικών" αποκαλείται καταραμένος θεός. Κι υπάρχουν κάποιοι που "καταραμένο θεό" λένε το θεό των Ιουδαίων που ρίχνει βροχή και βροντές κι είναι ο δημιουργός αυτού του κόσμου -δηλαδή ο θεός της κατά Μωυσή κοσμογονίας. Κι είναι, λένε, άξιος κατάρας ετούτος ο θεός, επειδή κι αυτός είχε καταραστεί το φίδι που φανέρωσε στους πρώτους ανθρώπους τη γνώση του καλού και του κακού!

 111, 2 Θα σου θυμίσω αυτό που είπε ο Ηράκλειτος, ότι δηλαδή τους ανθρώπους όταν πεθάνουν τους περιμένουν πράγματα που δεν τα ελπίζουν και δεν τα υποθέτουν. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ηράκλειτο, οι Χριστιανοί δεν ελπίζουν ούτε υποθέτουν σε κάτι σαν όλους τους προηγούμενους ή σαν αυτούς τους παραστρατημένους Χριστιανούς που παρουσιάζεις· διότι στους Χριστιανούς το Θείο σχέδιο αποκαλύφθηκε κι δεν αποτελεί ούτε ελπίδα, ούτε υπόθεση κάποιου ανθρώπου, αλλά αυτό είναι σχέδιο του Θεού των Χριστιανών και Θεού του κόσμου όλου, για της γης τους δίκαιους κι τους ταλαιπωρημένους. Έτσι κανείς Χριστιανός που το Πρώτο Αγαθό πλησίασε δεν υποθέτει όλα τα στραβά ετούτα που εσύ μας παρουσιάζεις. Κι ακριβώς, περί υποθέσεων πρόκειται, αφού δεν ταιριάζουν σε ότι ο Δάσκαλός μάς είπε. Αυτά λοιπόν σε άλλους ανήκουνε που εξακολουθούν κι επιζητούν σε υποθέσεις να ελπίζουν, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα του Ηρακλείτου. Εσύ δε, για πολλοστή φορά φανερώνεις ότι λίγες από τις αλήθειες των Χριστιανών κατέχεις κι ίσως κανείς γι’ αυτό δεν μπορεί να σε κατηγορήσει στα σίγουρα, διότι τα χρόνια τα δικά σου πολλοί αρχηγοί πλάνοι εμφανίστηκαν σαν λύκοι μες σε πρόβατα που ήτανε κοπάδι. Όσο όμως κι αν τομάρια αρνίσια από πάνω τους έβαλαν, σαν κάτι μύθους του Αισώπου με τους λύκους, εντούτοις εύκολο είναι για την Μεγάλη Εκκλησία να ξεχωρίσει τα κοφτερά τους δόντια. Αλίμονο λοιπόν σε εκείνα τα αθώα ζωντανά που μακριά παρασύρονται από τον Πραγματικό Ποιμένα κι αρνιά λύκεια αναζητούν για συντροφιά σαν έρθει η νύχτα και το μαύρο της σκοτάδι.

 

Τι πιο ηλίθιο ή πιο παράφορο από αυτήν την αναίσθητη σοφία! Πού ακριβώς έσφαλε δηλαδή ο νομοθέτης των Εβραίων, Και πώς δέχεσαι τότε την κοσμογονία του ως αλληγορία που τα περικλείει όλα;35 Επαινείς χωρίς να το πιστεύεις, ω ασεβέστατε, τον δημιουργό του κόσμου, αυτόν που υπόσχεται στους Εβραίους τα πάντα, που ανήγγειλε ότι θα απλώσει το γένος τους μέχρι τα πέρατα της γης και θ’ αναστήσει τους νεκρούς με την ίδια τους τη σάρκα και το αίμα, αυτόν που εμπνέει τους προφήτες -κι από την άλλη πας και τον κακολογείς; Βέβαια, όταν σε ζορίζουν οι Εβραίοι, ομολογείς ότι λατρεύεις τον ίδιο θεό μ’ αυτούς. Και όταν βλέπεις ότι ο δάσκαλος σου ο Ιησούς και ο δάσκαλος των Ιουδαίων ο Μωυσής θέτουν αντιμαχόμενους νόμους, ψάχνεις να ’ βρεις άλλο θεό στη θέση του πατέρα.

 113, 1 Τίποτα το παράφορο, μήτε αναίσθητο σε όσα εσύ μας παρουσιάζεις. Κανείς σοφός νομοθέτης δεν έσφαλε όταν εξάγγειλε τους νόμους, αλλά ως και εσύ θα ξέρεις κανένας νόμος δεν είναι αιώνιος για τους θνητούς ανθρώπους. Ο νομοθέτης θα έσφαλε, αν τους νόμους άφηνε απαράλλαχτους και δεν τους προσάρμοζε στην πρόοδο των πολιτών του βασίλειού του. Όπως κι ο Κλήμης κάποτε έλεγε, ο Θεός στους Ιουδαίους έδωσε τον νόμο ενώ στους Έλληνες τη φιλοσοφία. Κι οι δύο λαοί έφτασαν σε κάποια αποτελέσματα ο καθένας διαφορετικό δρόμο ακολουθώντας. Ο Θεός λοιπόν ως δίκαιος, και πάνω από όλους τους άλλους δίκαιους του κόσμου, αφού οι νόμοι Του στους Ιουδαίους και η φιλοσοφία στους Έλληνες πέτυχαν ότι μέγιστο είχαν να επιτύχουν, όρισε ότι νέοι νόμοι έπρεπε να δοθούν στο γένος των θνητών, επειδή οι άνθρωποι τώρα ήσαν ώριμοι και μπορούσαν να τους δεχτούν. Θαρρώ ότι και μερικοί από αυτούς τους άνδρες, που πολλές φορές τους παρουσίασες ως σοφούς στην Ελλάδα, διακρίνανε στους ανθρώπους περασμένες εποχές χρυσές ή σιδερένιες, και σε κάθε εποχή οι άνθρωποι διαφορετικοί ήσαν και διαφορετικούς νόμους θέσπιζαν αναμεταξύ τους. Δεν είναι σοφό λοιπόν να υποστηρίξουμε ότι ο Θεός, αφού πιο Σοφός από όλους είναι, θεσπίζει κι Αυτός διαφορετικούς νόμους για τις διαφορετικές εποχές των ίδιων των ανθρώπων;

Έτσι, αυτά που εσύ υποστηρίζεις όντως σε αμόρφωτους κι απαίδευτους ταιριάζουν που νομίζουν ότι ο Θεός έχει την ίδια πάντα γνώμη και κανόνες για τους ανθρώπους. Μα αυτό κανείς σοφός στα αλήθεια δεν το υποστηρίζει. Όχι, γιατί ο Θεός αλλάζει συνεχώς την γνώμη Του θαρρείς και μοιάζει με τους ρήτορες στις διάφορες πολιτικές τις περιστάσεις, αλλά διότι οι άνθρωποι αλλάζουν και προκόβουν και έχουν ανάγκη από νέους νομικούς κανόνες.

Νομίζω ότι ακόμη και στα ανώριμα παιδιά κανείς διαφορετικές συμβουλές δίνει από εκείνους τους εφήβους ή τους ενηλίκους. Τα πρώτα είναι ανώριμα και μόνο το πολεμικό παιχνίδι τα ενδιαφέρει, ενώ οι έφηβοι έχουν διαφορές· τα παιχνίδια τους πλέον επαράτησαν και σκέφτονται πιο σοφά, από ότι όταν παιδιά ήταν οι ίδιοι, ενώ μέσα στην παιδική τους αφέλειά, όλα ωραία και χαρούμενα τα έβλεπαν, δίχως όμως να αντικρίζουν ορθά την πραγματικότητα. Οι ενήλικες πάλι, έχουν αντικαταστήσει την αγάπη για τη σοφία εκείνων των εφήβων, με τον φόβο για το μέλλον και την αγάπη για το παρελθόν· διότι στο μέλλον ο θάνατος τους περιμένει και μιας και πολύ ετούτος φόβο προκαλεί προσπαθούν, έστω και αν κατέχουν ήδη τη σοφία, να διατηρούν πράματα από τα παλιά, νομίζοντας εσφαλμένα ότι σε αυτά που πιστεύουν δίνεται νεανική παράταση ζωής. Κι ο Σωκράτης νομίζω στους έφηβους ομιλούσε, που τότε πια ήταν έτοιμοι να τον ακούσουν αφού διψούσαν για μια νέα σοφία, παρά στα παιδιά που δεν θα τον άκουγαν καν· εκείνα με τα παιχνίδια ασχολούνται και όρεξη δεν έχουνε για άλλα, έστω κι αν αυτά τα άλλα είναι πιο σοφά από τα δικά τους. Εκείνοι που δίκασαν τον Σωκράτη ενήλικες ήταν και τον δίκασαν όχι γιατί αυτά που ο Σωκράτης έλεγε δεν ήτανε σοφά, αλλά γιατί φοβήθηκαν την αναταραχή του μπαγιάτικου που εκείνος επέφερε με σθένος εις τους νέους.

Όμοια ο Θεός λοιπόν, διαφορετικά πράγματα ορίζει για την κάθε ηλικία· η ηλικία του ανθρώπου πλέον ως έφηβου εις την εποχή σου καθόριζε ότι νέες διδασκαλίες έπρεπε να του ανακοινωθούν. Όμως παρά την ηλικία του ανθρώπου, υπάρχουν και κάποιοι που μείνανε παιδιά έστω και ηθελημένα, όπως και ενήλικες άλλοι έμειναν σαν τους Ιουδαίους και σένα Κέλσο. Για όλα αυτά λοιπόν και τις νέες διδασκαλίες δεν φταίει ο Θεός αλλά ο άνθρωπος που αλλάζει και ο Θεός σοφά σαν το Σωκράτη πιστεύει ότι ήρθε η ώρα για την καινούργια διδαχή. Όμως ως είπαμε και παιδιά και ενήλικες υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Ο καθείς λοιπόν ας διαλέξει την ηλικία που του αρμόζει στην καρδιά και στις επιθυμίες, αλλά ας μην καυχιέται ότι σκέφτεται σοφά και ότι γνωρίζει καλύτερα από τους άλλους.

Ο Θεός, όταν το γένος Του όριζε, δεν εννοούσε απλά εκείνους τους ανθρώπους τους Εβραίους, αλλά τους πιστούς Του ακόλουθους, διότι οι Εβραίοι τώρα εκτός αυτού του γένους είναι, αν και θα ξαναεπιστρέψουν, αφού πλανηθούν πρώτα από τις αλαζονικές και μπαγιάτικές τους δοξασίες, που ο ίδιος ο Θεός κατάργησε με το δικό Του το διάγγελμα το νέο. Αυτοί λοιπόν που άλλο Θεό στην θέση του Πατέρα ψάχνουν, σε λάθος δρόμο βρίσκονται κι άλλο νομοθέτη αναζητούν. Χαζά και μώρα αποφάσισαν, ότι ο ίδιος νομοθέτης δεν μπορεί να γράψει διαφορετικούς νόμους για μια πολιτεία που μεταβάλλεται και στην οποία νέοι πολίτες έρχονται και μπαίνουν. Αυτά όλοι τα γνωρίζουμε για την λογική τους από την ανθρώπινη εμπειρία· άλλους νόμους είχαν οι Σπαρτιάτες, άλλους οι Αθηναίοι κι άλλους οι Ρωμαίοι καθ’ όλη την διάρκεια της εξουσίας της δικής τους. Γι’ αυτό μην υποστηρίξεις Κέλσο ότι είναι πιο σοφό για ένα βασίλειο να μην αλλάζει νόμους, έστω κι από το χέρι του ίδιου νομοθέτη, καθώς οι χρόνοι του κυλούν και τα σύνορα του αλλάζουν· ειδάλλως θα υποθέσουμε ότι ο νομοθέτης είναι ηλίθιος και δεν βλέπει μήτε αναγνωρίζει τις διαφορές ή ότι αδιάφορος ως είναι, εγκατέλειψε την θέση του και άφησε τους άλλους στα προβλήματά που οι παλιοί νόμοι επέφεραν μετά την εξέλιξή εκείνη τη δική τους.

 

Για να επανέλθουμε τώρα στους επτά άρχοντες αγγέλους: ο πρώτος παριστάνεται με τη μορφή λιονταριού, ο δεύτερος είναι ταύρος, ο τρίτος κάποιο φρικιαστικό αμφίβιο που σφυρίζει, ο τέταρτος έχει μορφή αετού, ο πέμπτος πρόσωπο αρκούδας, ο έκτος κεφάλι σκύλου, κι ο έβδομος γαϊδάρου και ονομάζεται θαφαβαώθ ή Ονοήλ. Οι Χριστιανοί προσθέτουν κι άλλα, μιλούν για λόγια προφητών και για κύκλους επί κύκλων, και για εκπόρευση της επίγειας εκκλησίας και της περιτομής και για δύναμη που ρέει από κάποια Προυνική παρθένο και για ζώσα ψυχή και έναν ουρανό που σφάζεται για να ζήσει και μια γη που σφάζεται με μαχαίρι και για πολλούς που σφάζονται κι αυτοί για να ζήσουν, και για το θάνατο που θα πάψει να υπάρχει στον κόσμο όταν πεθάνει η αμαρτία του κόσμου, και για μια κάθοδο δύσκολη και για πύλες που ανοίγουν αυτόματα.

Και σ’ όλα αυτά, παντού ανακατεύουν και το ξύλο της ζωής και την ανάσταση της σάρκας από το ξύλο -φαντάζομαι γιατί ο δάσκαλος τους καρφώθηκε πάνω σε σταυρό και γιατί ήταν μαραγκός στο επάγγελμα. Αν τύχαινε δηλαδή να τον είχαν ρίξει από κανένα γκρεμό ή να τον είχαν σπρώξει σε βάραθρο ή να τον είχαν πνίξει στην κρεμάλα, κι αν τύχαινε ακόμα να ήταν δερματάς ή σιδεράς ή λιθοξόος στο επάγγελμα, τότε θα υπήρχε πάνω από τα ουράνια ο γκρεμός της ζωής ή το βάραθρο της ανάστασης ή το σχοινί της αθανασίας ή ο λίθος της ευτυχίας ή το σίδερο της αγάπης ή το άγιο δέρμα. Ποια γριά δεν θα ντρεπόταν να ψιθυρίσει τέτοια πράγματα για να νανουρίσει με παραμύθια ένα παιδί·,

Και δεν είναι λιγότερο παράδοξο το παρακάτω: κάποια πράγματα είναι, λένε αναγεγραμμένα ανάμεσα στους δύο ανώτερους υπερουράνιους κύκλους, μεταξύ των οποίων και το ότι ο μεγαλύτερος και ο μικρότερος κύκλος είναι "του υιού και του πατέρα".

Όπως οι αγύρτες που χρησιμοποιούν μαγικά τεχνάσματα και απάτες και φωνάζουν βαρβαρικά ονόματα θεών -και σαν εκείνους που ξεφουρνίζουν τερατολογίες σε όσους έχουν την τάση να υποκύπτουν σ’ αυτές-, έτσι κι οι Χριστιανοί: τα ίδια κάνουν στους ανθρώπους που δεν ξέρουν ότι άλλα ονόματα έχουν πάρει οι θεοί από τους Έλληνες και άλλα, λόγου χάρη, από τους Σκύθες, που όπως λέει κι ο Ηρόδοτος, τον Απόλλωνα τον λένε Γογγόσυρο, τον Ποσειδώνα θαγιμάσαδα, την Αφροδίτη Αργμπασα και την Εστία Ταβιτί.

 115, 1 & 2 - 117,1 & 2 Πολλά ψέματα και λίγες αλήθειες τούτα δω τα αληθινά σου λόγια, με μπόλικη φαντασία μας μαρτυρούν ότι, η γριά η ξεδιάντροπη άλλη δεν είναι παρά η δική σου η ψευδομαρτυρία, που εκείνους που δεν εισήλθαν ακόμη στην εφηβεία ξέρει να πλανά ή τους έφηβους οδηγεί ξανά στην παιδική ηλικία.

 Όλα αυτά που ανάφερες μάλλον σε βάρβαρους ανήκουν ή αξίζουν, ωσάν τους Αιγυπτίους ιερείς, που με ακριβείς ονομασίες και φωνές πιστεύουν ότι υποτάσσουν τους θεούς τους κάτω από την δική τους αδύναμη ανθρώπινη τους φύση, παρά σε Χριστιανούς· διότι την εποχή που εσύ γνώρισες τους Χριστιανούς, αυτοί δεν είχαν προλάβει να γνωρίσουν καλά τον Ναζωραίο και το Θείο σχέδιο Του, και έτσι ο κάθε βάρβαρος κι ελεεινός ενέπεσε επί Αυτού κι άρπαξε ως ληστής εκείνα που του αρμόζανε και τον ευχαριστούσαν περισσότερο από τα άλλα.

Όλα τούτα δηλαδή, μου θυμίζουν εντολές του βασιλιά, που οι κάθε λογής τοποτηρητές τις διασκευάζουν και τις εξηγούν όπως ο καθείς νομίζει, ώστε όλα να εκτελούνται προς ίδιο όφελος παρά προς όφελος του βασιλιά και των υπηκόων του βασίλειού του. Αυτοί οι τοποτηρητές είναι αφελείς και πονηροί πολύ και δεν έχουν σχέση με τους απλούς παραβάτες του πολιτικού του νόμου. Οι μεν παραβάτες παρανομούν, είτε από άγνοια είτε και από τις δυσκολίες που έχουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, ενώ οι τοποτηρητές που διαστρεβλώνουν τους νόμους δεν ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες παρανόμων, ως είπα. Τούτοι είναι οι χειρότεροι όλων, διότι υψώνουν βασίλεια μέσα σε βασίλειο που δικό τους δεν είναι κι αμφισβητούν την εξουσία του μέγα βασιλέα, ενώ αφελέστατα νομίζουν ότι ο βασιλέας τίποτα δεν γνωρίζει ή ότι επειδή δεν επεμβαίνει θα τους ανέχεται για πάντα. Έτσι πιστεύουν και τα ζιζάνια ότι θα μεγαλώνουν συνεχώς, όπως ακριβώς συνεχώς μεγαλώνουν ακόμη τώρα, μα η ώρα του θερισμού θα έρθει κι εκείνη την ώρα ο θεριστής, με την σοφία και τη δική του γνώση θα ορίσει, παρά εκείνα.

 

Είναι ανάγκη τώρα να αναφερθώ λεπτομερειακά σ’ όλους όσους έχουν να μας παρουσιάσουν εξαγνισμούς ή λυτρωτικά άσματα ή ξόρκια ή κρότους ή δαιμονικά σχήματα και κάθε είδους αντίδοτα είτε από αριθμούς είτε από λίθους ή εσθήτες ή φυτά ή ρίζες; Έχω δει πάντως Χριστιανούς ιερείς να κρατούν βιβλία βαρβαρικά, γεμάτα ονομασίες δαιμόνων και μαγγανείες. Όλα τούτα είναι για κακό· τίποτα το ωφέλιμο δεν υπόσχονται οι άνθρωποι αυτοί. Ένας Αιγύπτιος μουσικός ονόματι Διόνυσος, μια εποχή που κάναμε παρέα, μιλώντας για τη μαγεία, μου είπε ότι αυτή μπορεί να έχει επίδραση πάνω στους αμόρφωτους και τους ηθικά διεφθαρμένους, ενώ τους φιλοσοφημένους ανθρώπους δεν έχει τη δύναμη να τους αγγίξει γιατί φροντίζουν ώστε ο τρόπος ζωής τους να είναι πνευματικά υγιής.36 Οι Χριστιανοί, κολυμπώντας μέσα σε μέγιστη αμάθεια και μη μπορώντας να συλλάβουν τα θεία αινίγματα, κοντά στα άλλα είχαν την ασέβεια να κατασκευάσουν κάποιον αντίπαλο του θεού, που τον ονομάζουν Διάβολο ή Σατανά στα εβραϊκά. Είναι βέβαια λογική ολωσδιόλου ανθρώπινη και θνητή και καθόλου συγχωρητέα, το να ισχυρίζεσαι ότι ο μέγιστος θεός, παρ’ όλο που θέλει σε κάτι να ωφελήσει τους ανθρώπους, δεν μπορεί επειδή του κάνει αντίπραξη ο αντίπαλος. Και ως εκ τούτου ο γιος του θεού νικιέται από το διάβολο κι υποφέροντας από δαύτον, διδάσκει και εμάς να περιφρονούμε τα μαρτύρια που μας προκαλεί ο διάβολος, και επί πλέον μας προειδοποιεί ότι ο Σατανάς εμφανιζόμενος κι αυτός με τον ίδιο τρόπο θα παρουσιάσει μεγάλα και θαυμαστά έργα, σφετεριζόμενος τη δόξα του θεού. Τα έργα αυτά δεν θα πρέπει, λέει, να παραπλανήσουν όσους έχουν την προδιάθεση να παρασυρθούν, παρά θα πρέπει μόνο σ’ εκείνον να πιστεύουν και σε κανέναν άλλον. Αυτά, ολοφάνερα, είναι λόγια ανθρώπου απατεώνα που εργάζεται για το προσωπικό του όφελος και παίρνει τα μέτρα του ενάντια στους διαφωνούντες και σ’ αυτούς που πάνε να του φάνε τη δουλειά.

 117, 3 Όλοι αυτοί οι Χριστιανοί που λες ότι κάποτε είδες, μάλλον μαγγανάρηδες ήσαν παρά μαθητές του Ναζωραίου, αφού οι μαθητές οι πραγματικοί του Ιησού μήτε με λίθους, αισθητές, δαιμόνια, σχήματα, φυτά και ρίζες έχουν καμία σχέση· εκείνος που έχει χρυσό, δεν μπορεί να έχει ανάγκη καμία από το χαλκό. Διότι ο χαλκός στην λάμψη και στην αξία είναι πολύ κατώτερος από το χρυσό, ενώ ανάλογα οι δαίμονες όχι μόνο χάλκινοι δεν είναι, αλλά περισσότερο με καμένο ξύλο μοιάζουν, που έτσι και το ακουμπήσεις και συ ο ίδιος λερώνεσαι από τη γανιά τους. Όποιος λοιπόν τον Ύψιστο Ιησού έχει ως χρυσό εκείνης της καρδιάς του, καμιά ανάγκη από όλα τούτα που ανάφερες δεν έχει.

Και για την κατασκευή ως λες του αντίπαλου του Θεού ας μιλήσουμε, κι ας πούμε εδώ πως κάθε σοφός γνωρίζει ότι ο Θεός αγαθός σαφώς κι είναι. Και ο Πλάτωνας ως είπες, όρισε ως Πρώτο Αγαθό τον Θεό τον ίδιο. Ο Θεός λοιπόν είναι το πρώτο Αγαθό κι οι άνθρωποι άλλοτε Του μοιάζουν, αφού με αρετή πράττουνε και άλλοτε καθόλου, σαν με δόλο και πονηρία τις πράξεις τους συντάσσουν. Με λογική λοιπόν και με σοφία συνάμα αν σκεφτεί κανείς, θα δει ότι ο κάθε ενάρετος άνθρωπος πράττει πάντοτε πράματα που αρέσουν και είναι σύμφωνα με την αγαθή θέληση του Θεού, ενώ ο δόλιος και πονηρός πράττει πράγματα που δεν μπορούν να είναι ούτε σύμφωνα ούτε να τα επιθυμεί ο Θεός, εφόσον αυτά είναι αντίθετα με την ίδια την φύση την δική Του. Σοφό είναι λοιπόν να πει κανείς ότι, ο άνθρωπος ως θνητός και πράγματα σύμφωνα με τον Θεό πράττει αλλά και πράγματα ενάντια Του, έστω κι αν ο Ύψιστος, όπως εσύ τον όρισες, υπάρχει.

Με λίγα λόγια δηλαδή, ο άνθρωπος, ένας απατηλός θνητός που έχει μια αθάνατη ψυχή, ελεύθερα και σύμφωνα προς τον Θεό μπορεί να ζει, όπως πάλι ελεύθερα μπορεί ξανά, μα αντίθετα να ζει από Εκείνον. Κι όταν ο ίδιος ο θνητός κι απατηλός άνθρωπος ελεύθερα μπορεί και ζει και πράττει ενάντια εις τον ίδιο τον Θεό, τότε μπορούν κι οι αθάνατοι δαίμονες. Μήπως λοιπόν αυτοί είναι όλοι υπηρέτες του Θεού; Και αν αυτοί είναι, τότε γιατί δεν είναι ο άνθρωπος που είναι θνητός; Αν αντίθετα εκείνοι είναι όλοι υποταγμένοι στο Θεό, τότε δεν είναι ελεύθεροι. Όμως πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι ενώπιον του Θεού κι ας έχουνε και σάρκα που συ όρισες ως δεσμωτήριο, και να μην είναι οι δαίμονες που σάρκα δεν έχουν; Εκτός και αν όλοι τους είναι αγαθοί! Μα είναι; Μάλλον όχι· διότι άλλωστε ελεύθερος δεν είναι απαραίτητα ο αγαθός· κι οι άνθρωποι ελεύθεροι γεννήθηκαν, κι όμως δεν είναι όλοι τους αγαθοί.

 Ο Θεός λοιπόν ο Ύψιστος που εσύ πιστεύεις, ανέχεται όλα τούτα και τίποτα δεν πράττει για να πάψει τους ενάντια στην φύση του, εφόσον αγαθός και αιώνιος είναι ως είπες. Κι ενώ αυτό το αποδέχεσαι από την ίδια την σοφία σου περιορίζεσαι και σκέφτεσαι ότι ο Θεός των Χριστιανών ποταπός τυγχάνει, επειδή ανέχεται τους αντιπραγούντες, αν κι εντούτοις γνωρίζεις ότι κάποια στιγμή που Αυτός θα αποφασίσει θα τους τιμωρήσει. Πόσο περισσότερο σοφό είναι να αποδέχεσαι Κέλσο το ότι ο δικός σου ο Ύψιστος ουδέποτε κάτι θα πράξει ενάντια στους πονηρούς, και να απορρίπτεις ως ποταπό αντίθετα, ότι ο Θεός των Χριστιανών θα τιμωρήσει κάποτε μια και καλή τους άδικους και πονηρούς; Έπειτα ο δικός σου ο θεός άραγε, πώς θα μπορούσε να τιμωρήσει τους αντιπραγούντες, αφού ποτέ δεν όρισε τους νόμους σύμφωνα με τους οποίους εκείνοι μπορούν να χαρακτηριστούν ως τέτοιοι; Κι αν ποτέ το έπραττε άδικο θα ήταν, αφού ποτέ δεν μπήκε στον κόπο να τους εξηγήσει τί ο Ύψιστος επιζητάει από εκείνους· κι όλοι ξέρουμε ότι ο Θεός μόνο άδικος δεν μπορεί να είναι.

Ο Θεός των Χριστιανών αντίθετα με τον δικό σου, και κανόνες έδωσε, και τους παραβάτες θα τιμωρήσει, και στα στάχυα έδωσε εντολή να προσέχουν από τα παράσιτα, ενώ στο θερισμό τα παράσιτα, αφού θεριστούν θα πεταχτούνε, ενώ τα στάχια τα γερά σε Θεϊκό αλέτρι θα συνταχθούν και όλα μαζί σε θείο αιώνιο ψωμί θα μεταμορφωθούνε. Κι όσο αφορά την ειδοποίηση του Θεού προς τα στάχια, θαρρώ σου μίλησα, όταν σου ανάφερα για τους γονείς που τα παιδιά τους προσέχουνε παρά τα παραμελούνε.

 

Οι αρχαίοι μίλησαν αινιγματικά για κάποιον θεϊκό πόλεμο, ο Ηράκλειτος μάλιστα είπε τα εξής: «Πρέπει να ξέρουμε ότι ο πόλεμος μας συνέχει όλους, ότι η δικαιοσύνη είναι έριδα, και ότι όλα με την έριδα γεννιούνται και χάνονται.» Και ο Φερεκύδης που ήταν πολύ παλιότερος από τον Ηράκλειτο, κατασκεύασε ένα μύθο όπου αντιπαρατάχθηκαν δυο αντίπαλες στρατιές, και στη μία έβαλε αρχηγό τον Κρόνο ενώ στην άλλη τον Οφιονέα και εξιστόρησε τις προκλήσεις και τις συμπλοκές τους, καθώς και τ’ ότι έκαναν τη συμφωνία, όποια από τις δυο έπεφτε μέσα στον Ωγηνό θα ήταν η ηττημένη ενώ η άλλη, η νικήτρια θα κέρδιζε τον ουρανό. Έτσι θέλει ο μύθος και τα σχετικά με τις μυστικές ιστορίες των Τιτάνων και των Γιγάντων που μάχονταν ενάντια στους θεούς, αλλά και των Αιγυπτίων η μυθολογία που μιλάει για τον Τυφώνα, τον Ώρο και τον Όσιρι. Όλα αυτά όμως δεν μοιάζουν με την υπόθεση του διαβολικού θεού ή (πράγμα αληθοφανέστερο) του απατεώνα ανθρώπου που έχει αντίθετη γνώμη. Κι ο Όμηρος37 ακόμα, λίγο πολύ τα ίδια υπαινίσσεται με τον Ηράκλειτο και τον Φερεκύδη και όσους μιλούν για Τιτάνες και Γίγαντες, όταν βάζει τον Ήφαιστο να λέει στην Ήρα:

 

Και την άλλη φορά που πήγα να πάρω το μέρος σου

μ’ έπιασε από το πόδι και με πέταξε από την θεϊκή κατοικία

 

και τον Δία να λέει στην Ήρα τα παρακάτω:

 

 αλήθεια δεν θυμάσαι, που κρεμόσουνα από ψηλά κι είχες

στα πόδια δυο αμόνια και γύρω από τα χέρια δεσμά χρυσά που ’ ταν αδύνατο να σπάσεις;

και κρεμόσουν στον αιθέρα και στα σύννεφα.

Τι κι αν σε λυπήθηκαν οι θεοί μακριά από τον Όλυμπο,

να σε λύσουν δεν μπόρεσαν σαν ήρθαν κοντά σου·

και τον άρπαζα και τον πέταξα από το κατώφλι

 κι έπεσε αδύναμος πάνω στη γη.

 

Οι λόγοι του Δία προς την Ήρα είναι λόγοι του θεού προς την ύλη. Κι οι λόγοι προς την ύλη μας αφήνουν να καταλάβουμε ότι ο θεός, θεωρώντας ότι προηγουμένως η ύλη βρισκόταν σε αταξία, την ένωσε και την προίκισε με κάποιες συμμετρίες. Και τις θεότητες που την περιτριγύριζαν, όσες ήταν θρασείς, τις πέταξε μακριά τιμωρώντας τες με τον τρόπο αυτό. Έτσι αντιλαμβανόμενος τα Ομηρικά έπη ο Φερεκύδης είπε: «Κάτω από κείνη την περιοχή είναι η περιοχή του Ταρτάρου. Την φυλάγουν οι θυγατέρες του Βορέα, οι Άρπυιες κι η θύελλα, και εκεί ξαποστέλνει ο Δίας όποιον θεό αποθρασυνθεί.». Οι ίδιες ιδέες εκφράζονται και με τον πέπλο που τυλίγει την Αθηνά και που όλοι τον βλέπουν όταν γίνεται η πομπή των Παναθηναίων. Συμβολίζει το ότι κάποια αγνή θεά που δεν γεννήθηκε από μητέρα επιβάλλει την ισχύ της πάνω στους αυτόχθονες θεούς που αποθρασύνθηκαν. Τέτοια νοήματα έχουν οι μύθοι των Ελλήνων ενώ οι Χριστιανικοί, που μας λένε ότι ο γιος του θεού τιμωρείται από τον διάβολο και μας δασκαλεύουν να είμαστε καρτερικοί όταν μας συμβαίνει το ίδιο, είναι ολωσδιόλου για γέλια. Εγώ νομίζω πως ο γιος του θεού θα ’ πρεπε τον διάβολο να τιμωρήσει κι όχι να φοβερίζει τους ανθρώπους που έπεσαν θύματα της απάτης του διαβόλου.

 119, 1. Σε τέτοια σοφιστική κατάντια πέφτεις Κέλσο, όταν ως σοφές διηγήσεις δέχεσαι για θεούς, αμόνια, καυγάδες κι αμήτορες παρθένες που φοράνε πέπλα· πέπλα που χλεύασε κι ο αρχαίος Ξενοφάνης, όταν όρισε ότι οι θνητοί νομίζουν πως οι θεοί γεννιούνται· πως έχουν φορέματα και φωνή και σώμα σαν το δικό μας· διηγήσεις αυτές, που και στους πιο κακόφημους και στενούς δρόμους της Ρώμης μπορούσες στα χρόνια του Καίσαρα να ακούσεις, ειπωμένους από μεθυσμένους που δίχως κανένα στόχο στην ζωή περιφέρονται ανάμεσα από κάθε πόση του κρασιού που τους προσφέρουν. Και τα δικά σου τα λόγια δεν νομίζω σε μεθύσι να πηγαίνουν πίσω· διότι άλλοτε το κακό το όρισες ως αναγκαίο κι αιώνιο συστατικό του κόσμου τούτου πως είναι· μα τώρα Χριστιανικά επιθυμείς άμεση τιμωρία του Διαβόλου. Σε αυτό οι Χριστιανοί θα σε νικήσουνε· ο Θεός άχρονος θαρρώ από τους Χριστιανούς πολίτες θωρείται και ο χρόνος που εμείς ως μεγάλο βλέπουμε, ανύπαρκτος για τον Ύψιστο πρέπει να λεχθεί πως είναι.

Κι αν ακόμη σοφά λόγια του Ηράκλειτου επαναλαμβάνεις και συμφωνείς ότι η δικαιοσύνη έριδα είναι, αντίθετα για το Θεό των Χριστιανών που θέλει δικαιοσύνη να δώσει επί τους ανθρώπους, αμφισβητείς ότι σε έριδα βρίσκεται με κάποιον Διάβολο, και ότι από αυτή την έριδα ο νέος δίκαιος κόσμος θα γεννηθεί κι ο παλιός άδικος θα χαθεί για πάντα. Αν λοιπόν όλα δίκαια θα πρέπει να γίνουν, μέσα από την έριδα θα πρέπει να περάσουν, αυτή που τώρα όλοι έχουμε, όπου άλλο ο άδικος επιζητεί και άλλο ο δίκαιος. Ενώ αν τώρα όλοι σε δικαιοσύνη ζούσαμε καμιά έριδα δεν θα έπρεπε να υπάρχει.

Ας είναι σοφέ Κέλσο ως ορίζεις, μιας και τους σοφούς ελληνικούς μύθους εξυψώνεις και τις Χριστιανικές διηγήσεις ευτελίζεις. Ο Τυφώνας λοιπόν σαν με τον Δία πάλεψε, του έκοψε των χεριών και των ποδιών τα νεύρα και ο μέγιστος των Ελλήνων θεός βρέθηκε ανήμπορος να κινηθεί φυλακισμένος στο Κωρύκειον άνδρο στην Κιλικία· τέτοιος μεγάλος πατέρας θεός ήτανε λοιπόν του λόγου του, που κατάντησε φυλακισμένος κι ανήμπορος να κινηθεί· κι αν ο Υιός του Θεού μόνο πειράζεται από τον διάβολο αλλά στο τέλος τον νικάει, ο αρχηγός του Ολύμπου και των άλλων των θεών ο Δίας, χάνει τόσο εύκολα, λες κι ο πρώτος τυχόντας ήτανε, από τον δαίμονα Τυφώνα. Και όχι μόνο τον Τυφώνα δεν μπορεί να τον νικήσει, τους θνητούς ανθρώπους προστατεύοντας ταυτόχρονα από τις καταστροφές του, αλλά ούτε τον θείο εαυτό του δεν μπορεί από την δύσκολη κατάσταση να βγάλει. Τυχερός είναι πάλι που τον έσωσαν κάποιοι άλλοι.

Ο δε Όσιρις, από όσα με περίσσεια αφέλεια οι Αιγύπτιοι μας είπαν, αφιερωμένος σε τράγο ήταν με τον όνομα του Μένδη, κι εκείνος ο τράγος ως λένε ενείχε την ψυχή εκείνη του θεού του μέγιστου υποτίθεται Οσίρη. Και αυτός λοιπόν του λόγου του, πίσω του Δία δεν πήγαινε, που καταδέχτηκε η θεϊκή ψυχή του μέσα σε τράγο να κατοικεί με άγνωστο σκοπό και λόγους. Αλλά μη τους Αιγυπτίους για όλα τους κατηγορούμε, διότι ίσως σοφά η τραγόμορφη όψη του Μένδη επιλέχθηκε ώστε την αρετή του θεού εκείνου ευκρινώς να παρουσιάζει. Αυτές λοιπόν κι αν είναι διηγήσεις θεών για παιδιά παρά για εφήβους ή σοφούς. Και συ ο ίδιος άλλωστε όλα τούτα τα θεωρείς μάλλον μύθους· σίγουρα όχι πως έχουν καμιά σχέση με αληθινές και θεϊκές ιστορίες.

Ας δούμε ακόμη πως, οι σοφοί άνδρες Έλληνες, ως οι σοφότεροι όλων κι ικανότεροι των υπολοίπων για να κρίνουν τις αρετές των άλλων, όρισαν τα πράγματα των θεών σχετικά με τον Όμηρο. Ο Ξενοφάνης λοιπόν είναι της γνώμης ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος απέδωσαν στους θεούς, όλα όσα είναι επαίσχυντα και αξιοκατάκριτα στους ανθρώπους («ἄξια ὀνείδους καὶ ψόγου») την κλοπή, τη μοιχεία και την απάτη μεταξύ τους· νομίζω ότι ούτε ο μεγάλος Πλάτωνας είχε καλύτερη γνώμη για εκείνους. Θα μπορούσε κανείς να βρει πολλούς σοφούς που θα γελούσαν πολύ περισσότερο με τους θεούς του Ομήρου, παρά με τον Θεό των Χριστιανών. Δεν ενοχλούμαι όμως. Μόνον ας ερωτήσει κανείς τον εαυτό του, για το τι πρέπει κανείς λογικά να πράξει. Να διαφωνήσει με τον Όμηρο; με τον Ξενοφάνη; ή τον Πλάτωνα; Αν συμφωνήσει κανείς με τον Όμηρο, τότε ας συνταχθεί με το μπαγιάτικο κι ας αφήσει και τους άλλους θείους Έλληνες άνδρες που κατονομάζεις, κι ας δεχτεί ότι όλα όσα εκείνοι οι τελευταίοι Έλληνες σοφοί είπαν δεν είναι όλα αλήθεια, παρά μερικές φορές κι αντιμαχόμενα αναμεταξύ τους. Και όποιος άλλος, αντίθετα, συμφωνήσει με το Ξενοφάνη ή τον Πλάτωνα, ας αφήσει το μπαγιάτικο, ας ενδυθεί το νέο, κι ας πάψει να φωνάζει ότι οι αρχαίοι άνδρες ως μπαγιάτικοι πιο σοφοί ήτανε από όλους αυτούς εδώ τους νέους.

Βέβαια Κέλσο, εσύ τις διηγήσεις των Χριστιανών εις γέλωτα καθόρισες, αν και παραμελείς να αναφέρεις ότι οι διηγήσεις του Φερεκύδη, μύθοι κατασκευασμένοι ήσαν που προσαρμόστηκαν σε ιδέες ανθρώπων, έστω κι αν ενείχαν και σοφία. Πάντως μια φορά ιδέες του Θεού δεν ήσαν· και πώς μπορεί να ήταν; Ο Δίας λες ότι τιμωρεί με τις Άρπυιες και τη θύελλα στέλνοντας τους στα Τάρταρα τους παραστρατημένους θεούς . Μα τέτοιοι αδύναμοι θεοί που είναι, τέτοια τιμωρία τους αξίζει· μην ξεχνάς πως το γένος των ανθρώπων, κι ειδικά εκείνων των Ελλήνων ετούτους κοροϊδεύει· τις Άρπυιες αυτές, που ετούτοι οι θεοί αδύναμοι μπροστά τους ήσαν, από τους θνητούς αργοναύτες Ζήτη και Κάλαϊ νικήθηκαν και θανατώθηκαν με κοφτερά μαχαίρια. Αν λοιπόν οι θεοί οι ίδιοι δεν έχουν δύναμη να αντιταχθούν στους αντιπάλους των θνητών, κι αντίθετα οι τελευταίοι με τα φθαρτά τα χέρια τους τελευταίους ευτελίζουν, τότε ας μη λέγονται θεοί οι πρώτοι, αλλά ας ονομάζονται ως κάτι άλλο· ας μη ορίσω εγώ το πως, μόνο βάλε τη δική σου φαντασία να δουλέψει.

Έπειτα Κέλσο, σε μας τους Χριστιανούς σοφά δήθεν ορίζεις, ότι ο Δίας δεν θέλησε η ύλη να έχει αταξία, παρά μονάχα τάξη· μα όλοι πολύ καλά τις ξέρουμε τις διηγήσεις για τον Δία και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί, γιατί και πως ο Δίας αποφάσισε και ασχολήθηκε με την αυτή εδώ την ύλη, για την οποία είπες ότι ήταν και είναι η ίδια η θεά του Ολύμπου Ήρα· κι ακόμη πιο παράξενη γίνεται αυτή του Δία η ασχολία, όταν θυμηθεί κανείς πως τόνιζες πολλές φορές, πως ο Ύψιστος θεός καμιά επαφή με την ύλη δεν κατέχει, την στιγμή που ο Δίας με την Ήρα όλοι καλά γνωρίζουμε πως ήταν παντρεμένος· κι ακόμη κατά την εποχή του Χριστού έλεγαν ότι ακόμη είναι, παρόλες τις παράδοξες τις δικές του απιστίες έναντι της άμοιρης της γυναικός του.

 

Όσο για το πώς τους ήρθε στο μυαλό να ονομάσουν κάποιον γιο του θεού, το ξεκαθαρίζω κι αυτό. Κάποιοι αρχαίοι, θεωρώντας ότι τον κόσμο αυτόν τον έπλασε ο θεός, ονόμασαν τον κόσμο παιδί του θεού και "παληκάρι" του. Είναι λοιπόν ένα και το αυτό ο κόσμος με το "παιδί" εκείνο του θεού. Φυσικά η (Χριστιανική) κοσμογονία κι η αφήγηση για τη γέννηση του ανθρώπου που πλάστηκε "κατ’ εικόνα του θεού", είναι ό,τι πιο ανόητο. Και δεν καταλαβαίνω ούτε τον "παράδεισο" που φύτεψε ο θεός ούτε την προηγούμενη ζωή του ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν ούτε το πώς άλλαξε η ζωή όταν ο άνθρωπος εξορίστηκε εξαιτίας της αμαρτίας κι έζησε μακριά από τον "παράδεισο της τρυφής". Χωρίς να έχει καταλάβει τίποτα ο Μωυσής έκατσε και τα ’ γραψε όλα αυτά, με τον ίδιο τρόπο που οι αρχαίοι κωμωδοί έγραφαν για την πλάκα τους, «ο Προίτος παντρεύτηκε τον Βελερεφόντη ενώ ο Πήγασος ήταν από την Αρκαδία». Οι προφήτες που μας άφησαν συγγράμματα και ο Μωυσής, μη έχοντας ιδέα για τη φύση του ανθρώπου και του σύμπαντος, συνέθεσαν ένα απύθμενο παραμιλητό: μας μιλούν για "ημέρες" -που διαδέχονταν η μία την άλλη πριν ακόμα υπάρξει φως και ουρανός, ήλιος, σελήνη και άστρα. Μήπως ο δημιουργός χρειάστηκε εκεί πάνω το φως, όπως ο άνθρωπος που ανάβει το λυχνάρι του παίρνοντας από του γείτονα; Και αν όλα αυτά ήσαν έργα του καταραμένου θεού που ’ ναι αντίπαλος του μεγάλου θεού, κι έγιναν παρά τη θέληση του τελευταίου, τότε γιατί αυτός να του δανείσει το φως;

 121, 2. Καλύτερα να σου ξεκαθαρίσω εγώ λοιπόν, πως οι Χριστιανοί είπαν για τον Υιό του Θεού κι υιό του ανθρώπου ότι αλήθεια Υιός Θεού είναι και όχι πλαστό κτίσμα σαν τον κόσμο, ως είπαν οι αρχαίοι. Διότι ο Υιός του Θεού πολύ πριν ο κόσμος μας φτιαχτεί υπήρχε ήδη· μαζί με τον Πατέρα. Ενώ ενωμένοι τον ίδιο Θεό μαζί αποτελούν συν Αγίο Πνεύμα.

Μόνο χαζή δεν είναι η Χριστιανική κοσμογονία. Η δημιουργία του ανθρώπου ως «κατ’ εικόνα του Θεού» δεν είναι ανόητη· μα χωρίς σοφία πραγματικά είναι εκείνοι που την θεωρούν ως τέτοια, επειδή δεν έχουν τη σοφία της απλότητας να την εννοήσουν. Ο άνθρωπος, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει, ότι κατ’ εικόνα του Θεού τυγχάνει, εφόσον ο Θεός μπόρεσε κι ενσαρκώθηκε ως άνθρωπος και σε τίποτα από την σοφία Του, ή την δύναμή Του, ή την αγιότητά Του δεν περιορίστηκε από τούτη την απόφαση Του. Ο άνθρωπος λοιπόν, που και ψυχή ασώματη κατέχει, μπορεί και στο Θεό να μοιάσει· διότι το σώμα του το «κατ’ εικόνα και ομοίωση», σε τίποτα δεν μπορεί να τον περιορίσει, αν εκείνος πράγματι θελήσει, όπως δεν περιόρισε τον ίδιον τον Θεό. Αν ο Θεός αντίθετα βόδι ήταν, ή δεν περιορίζονταν ενσαρκωμένος ως τέτοιος, τότε το βόδι κατ’ εικόνα και ομοίωση θα ήταν του Θεού πλασμένο, παρά ο άνθρωπος. Ο Θεός δε, θα δίδασκε σε αυτά ακριβώς τα βοδινά, παρά εις τους ανθρώπους. Η πραγματικότητα όμως είναι, πως κανένα άλογο ον δεν είναι ικανό για τη σοφία του Θεού· κι ο Θεός, αν ποτέ ενδυόταν την σάρκα αυτών που λόγο δεν κατέχουν, ίσως άλαλος θα έμενε σαν λίθος στο φαράγγι· σαν τον δημιουργό θεό που οι Αιγύπτιοι κάποτε εδίδαξαν, πως γεννήθηκε δήθεν από μια πέτρα με το όνομα Μπεν Μπεν· ή σαν τον Δία των Ελλήνων, που έλεγαν πως πέφτει από τον ουρανό εις τη γη, ως ανόητη κι αμέτοχη εις τα κοινά μουγκή για αιώνες πέτρα. Ειδάλλως, αν ποτέ και έκανε το ατόπημα ο θεός ως άλογο ον να διδάξει τους ανθρώπους, κανείς δεν θα εκλάβανε τα λόγια του στα σοβαρά, παρά θα τον χλεύαζε, όπως έπραξες άλλωστε και συ κάποτε σαν μίλαγες υποτιμητικά για σκουλήκια, νυχτερίδες και βατράχους.

Όσο αφορά τις ημέρες, είναι δίκαια αυτά που γράφεις· σε άλλες εποχές από εμένα έζησες και δεν μπορούσες να γνωρίζεις όσα άλλοι πολύ σοφά συνέγραψαν για εκείνες τις «ημέρες», όπως τις κατονομάζεις. Ευτυχείς λοιπόν εκείνοι, που Μέγα Βασίλειο ανέγνωσαν, αφού όλα αυτά που εσύ με θράσος ξεστομίζεις, με πολύ σοφία και λογική ευκόλως εκ βάθρων εκείνος τα γκρεμίζει. Αν ποτέ σου δεν κατάλαβες ότι διηγήσεις για θεούς με αμόνια, φτερά και κεραυνούς, ασπίδες, πανοπλίες, είναι μύθοι που μέσα τους έχουν και ανθρώπινες ανοησίες, πώς είναι δυνατόν μέρες που ως περίοδοι λογίζονται να εννοήσεις; Διότι οι περίοδοι ανάγκη το φως δεν έχουν.

Όλα δε εκείνα για μεγάλους και καταραμένους θεούς, ανήκουν σε ανθρώπους με στόματα που βαθιούς βάλτους καταπίνουν· από το βάθος δε του λάρυγγά τους μόνο λάσπες καταφέρνουν να ξερνούν, σαν η δική τους λογική μόνο τέτοια πράγματα δύνανται ευκόλως από το στόμα γλυκά να καταπίνει.

 

Εγώ αυτή τη στιγμή δεν πρόκειται να κάνω λόγο για τη γένεση του κόσμου και τη φθορά του, ούτε για το αν δεν έχει αρχή κι είναι άφθαρτος ή έχει μεν αρχή αλλά πάλι είναι άφθαρτος ή το αντίστροφο. Δεν δέχομαι όμως ότι το πνεύμα του θεού (μετά τη δημιουργία) κατέβηκε, όπως ισχυρίζονται, στη γη κι ήταν σα να βρέθηκε σε εχθρικό περιβάλλον. Και ότι επειδή ο άλλος θεός, ο δημιουργός, με την ανοχή του μεγάλου θεού κατασκεύασε άσχημα κάποια πράγματα και ενάντια στο πνεύμα του τελευταίου, πρέπει αυτά να καταστραφούν. Κάπου άκουσαν ότι ο μέγας θεός, ενώ είχε δώσει το πνεύμα του στον άλλο, στο δημιουργό, τώρα το ζητάει πίσω. Ποιος θεός δίνει κάτι για να ζητήσει να του επιστραφεί; Ζητάει μόνο όποιος έχει ανάγκη· ο θεός όμως δεν έχει ανάγκη από τίποτα. Κι όταν δάνειζε, δεν ήξερε ότι δανείζει σε κάποιον που ήταν κακός; Γιατί ανέχεται να του κάνει αντίπραξη κάποιος φαύλος δημιουργός; Γιατί στέλνει κρυφά και καταστρέφει τα δημιουργήματα του; Γιατί επιβάλλεται κρυφίως και παραπλανά και εξαπατά; Και γιατί τους καταδικασμένους ή καταραμένους, όπως λέτε, τους καλεί να ανέβουν από τον Άδη και τους απαγάγει, θαρρείς κι είναι κανένας δουλέμπορος; Γιατί τους δασκαλεύει να δραπετεύσουν από τον κύριο τους; Γιατί να φύγουν από τον πατέρα, και αφού ο πατέρας δεν τους συγχωρεί γιατί τους υιοθετεί αυτός; Γιατί επαγγέλλεται πως είναι πατέρας ξένων παιδιών; Σπουδαίος θεός, αλήθεια, που θέλει να είναι πατέρας αμαρτωλών που άλλος τους καταδίκασε, πατέρας ακλήρων και σκυβάλων όπως λεν κι οι ίδιοι· ένας θεός που αδυνατεί να πιάσει και να τιμωρήσει αυτόν που ο ίδιος ξαπόστειλε. Αν όμως όλα αυτά είναι δικά του έργα, πώς γίνεται ο θεός να έφτιαξε κακά πράγματα; Και πώς γίνεται να μην έχει τη δύναμη να πείθει και να νουθετεί; Πώς γίνεται να μετανοεί γι’ αυτούς που έγιναν αχάριστοι και φαύλοι και να μέμφεται την ίδια του την τέχνη και να μισεί και να απειλεί και να καταστρέφει τα ίδια του τα παιδιά; Κι όταν τα αποβάλλει από τον κόσμο τούτο που τον έφτιαξε ο ίδιος, πού τα πηγαίνει;

 123, 1. Θαρρώ πως αυτά που λες για τους δύο τους θεούς, την γη και το πνεύμα του θεού πιότερο σε Μανιχαίους ταιριάζουν παρά σε Χριστιανούς. Γι’ αυτό, αν λόγο αληθή κατά των Χριστιανών θα ήθελες να διατυπώσεις, κάλλιο αυτά να τα παρατούσες και με την σοφία του Αληθινού Θεού να ασχολιόσουν παρά με σιχαμερές παραποιήσεις. Έτσι, μόνο για τον Άδη θα σου πω, ότι ο Θεός εκκάλεσε όλους εκεί τους μετανοημένους. Όλοι δικά Του κτίσματα είναι, κι άλλοι από αυτούς το δίκαιο αγαπούν, κι άλλοι σαφώς στο άδικο προστρέχουν. Ο Θεός ανθρώπους πείσμονες του παραλογισμού τους, δεν θέλει ασφαλώς να νουθετήσει, εφόσον οι ίδιοι ελεύθερα επέλεξαν έτσι το βίο τους να ζουν· ο Θεός σέβεται αυτή τους την ελευθερία, μιας κι ο Ίδιος τους έπλασε ελεύθερους ως ορίζει άλλωστε η Αγάπη.

 

Εκείνη πάλι η διαίρεση της κοσμογονίας σε ημέρες προτού ακόμα υπάρξουν ημέρες είναι άκρως ηλίθια. Χωρίς να ’ χει δημιουργηθεί ουρανός, χωρίς να έχει στερεωθεί η γη, χωρίς ακόμη να την έχει επισκεφτεί ο ήλιος, πώς υπήρχαν ημέρες; Κι ακόμη, με βάση τα προηγούμενα ας σκεφτούμε σοβαρά: δεν θα ήταν παράλογο, ο πρώτος και μέγιστος θεός να δίνει διαταγές να γίνει ετούτο, να γίνει εκείνο, να γίνει τ’ άλλο, και τη μια μέρα τόσα να χτίζει και τη δεύτερη άλλα τόσα όπως και την τρίτη, την τέταρτη, την πέμπτη και την έκτη; Κι ύστερα απ’ αυτά, να εμφανίζεται σαν ταλαίπωρος χειρώνακτας που απόκαμε κι έχει ανάγκη από ανάπαυση. Όμως δεν είναι σωστό, ο πρώτος θεός να κουράζεται ούτε να εργάζεται ούτε να δίνει προσταγές. Ούτε στόμα έχει ούτε μιλιά. Άλλα γνωρίσματα έχει ο θεός, διαφορετικά από οτιδήποτε έχουμε υπ’ όψη μας εμείς οι άνθρωποι. Και ούτε δημιούργησε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα του· διότι δεν είναι έτσι ο θεός κι ούτε μοιάζει με κανέναν στην όψη. Δεν έχει σχήμα ο θεός ούτε χρώμα. Δεν μετέχει στην ύλη ο θεός -μάλλον μετέχεται παρά μετέχει. Κι ούτε μπορούμε να τον πλησιάσουμε με τον Λόγο διότι δεν του συμβαίνει τίποτα που να μπορούμε να το κατανοήσουμε κατονομάζοντας το· τέλος, ο θεός βρίσκεται μακριά από κάθε ανθρώπινο πάθος.

 125, 1. Άτυχος ήσουν στην εποχή σου Κέλσο· αν κι είχες το χάρισμα της ανθρώπινης σοφίας, εντούτοις πολύ θαρρώ σου έλειπε εκείνο εκεί της Θείας, που οι Χριστιανοί διδάσκουν. Αν ταπεινά ζούσες τον βίο σου, πιστεύοντας σε όλα όσα σου είπα για τον Ιησού και Εκείνου Τού ζητούσες, τέτοια ζητήματα με μιας ευθύς θα ξεπερνούσες. Ας παραθέσω λοιπόν για χάρη των μετέπειτα από ‘σε ανθρώπων, όσα ο Μ. Βασίλειος αναφέρει, ώστε να συγχωρεθείς εσύ για τούτη την άγνοιά σου γύρω από τον κόσμο, τους χρόνους, τους καιρούς και τους πλανήτες:

«Η δε γή ήν αόρατος και ακατασκεύαστος, λέγει. Αφού και τα δύο, ουρανός και γη, έγιναν ομότιμα, πώς ο μεν ουρανός αποπερατώθηκε, η δε γη είναι ακόμη ατελής και μισοφτιαγμένη; Ή γενικά, ποιο πράγμα της γης ήταν ακατασκεύαστο; Και για ποια αιτία η γη ήταν αόρατη;... Επειδή τότε δεν υπήρχε ακόμη τίποτε από αυτά που επρόκειτο να φυτρώσουν ύστερα από λίγο με το πρόσταγμα του Θεού, εύστοχα η διήγηση ονομάζει τη γη ακατασκεύαστη... Αποκάλεσε δε τη γη αόρατη για δύο λόγους: ή διότι δεν υπήρχε ακόμη ο άνθρωπος για να τη βλέπει ή γιατί ήταν κάτω από την επιφάνεια του ύδατος που την σκέπαζε και δεν ήταν δυνατό να τη βλέπει κανείς. Τα νερά δεν είχαν συγκεντρωθεί ακόμη στις συγκεντρώσεις τους, που έκανε ο Θεός αργότερα και τις ονόμασε θάλασσες. Τι σημαίνει λοιπόν αόρατος; Πρώτα, αυτό που εκ φύσεως δεν μπορούν να το δουν τα μάτια μας τα σωματικά. Έπειτα δε, αυτό που είναι μεν εκ φύσεως ορατό, αλλά δεν φαίνεται γιατί το σκεπάζει ένα άλλο σώμα, όπως το σίδερο που είναι στο βυθό. Μ΄ αυτήν ακριβώς τη σημασία, νομίζω, λέγεται εδώ η γη αόρατη. Επειδή σκεπαζόταν από το νερό. Έπειτα, βέβαια, αφού δεν είχε γίνει ακόμη φως επάνω στην επιφάνεια της γης, δεν είναι καθόλου παράξενο αυτή που είναι ακόμη στο σκοτάδι, επειδή ο αέρας που είναι επάνω της είναι ακόμη αφώτιστος, να ονομάζεται αόρατη από την Γραφή και γι’ αυτό... ... Επειδή, λοιπόν, δεν λέει για το νερό ότι το «εποίησεν ο Θεός», λέγει όμως ότι η «γή ήν αόρατος», σκέψου εσύ μόνος σου με ποιο παραπέτασμα ήταν σκεπασμένη και δεν φαινόταν. Ασφαλώς η φωτιά δεν ήταν δυνατόν να τη σκεπάζει γιατί το πυρ είναι φωτιστικό και διαφανές και επιτρέπει να φαίνονται όσα καλύπτει και δεν τα σκοτίζει. Ούτε βέβαια και ο αέρας ήταν τότε αδιαφανής, γιατί ο αέρας από τη φύση του είναι αραιός και διαφανής μέσα του κολυμπούν όλα τα είδη των ορατών και αυτός τα δείχνει στα μάτια αυτών που κοιτάζουν. Αυτό που μένει, λοιπόν, είναι να καταλάβουμε ότι το νερό σκέπαζε την επιφάνεια της γης, γιατί το υγρό στοιχείο δεν είχε ακόμη περιορισθεί στη θέση που του δόθηκε για να παραμείνει. Γι’ αυτό και η γη δεν ήταν μόνο «αόρατος», αλλά και «ακατασκεύαστος». Γιατί, όταν το υγρό στοιχείο σκεπάζει τη γη την εμποδίζει να καρποφορεί. Η ίδια λοιπόν αιτία ήταν που έκανε τη γη και να μην φαίνεται και να είναι ακατασκεύαστη». Συνεχίζει ο άγιος: «Αλλά τι σημαίνει και η φράση: «Και σκότος επάνω της αβύσσου»; (Γεν. α΄ 2) Να, πάλι, άλλες αφορμές για μύθους και άλλες αρχές δυσεβειών ανθρώπων που διαστρέφουν τα λόγια της Γραφής σύμφωνα με τις δικές τους φαντασίες. Γιατί, δεν εξηγούν το σκοτάδι σαν αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή αέρας που δεν φωτίζεται, ή κάποιον τόπο που σκιάζεται ή εν πάσει περιπτώσει τόπο στερημένον από το φως για οποιαδήποτε αιτία, αλλά το εξηγούν σαν δύναμη κακή, ή μάλλον, σαν αυτό το ίδιο το κακό, που έχει την αρχή αφ’ εαυτού του, αντίθετο και εχθρικό πρός την αγαθότητα του Θεού... Άνθρωπε, γιατί φεύγεις μακρυά από την αλήθεια, επινοώντας πράγματα που θα σε οδηγήσουν στην απώλεια; Ο λόγος είναι απλός και κατανοητός σε όλους. Η γη ήταν αόρατη, λέγει. Ποια η αιτία; Επειδή την σκέπαζε η άβυσσος. Και τι σημαίνει άβυσσος; Νερό πολύ, με αμέτρητο βάθος...Τρία πράγματα πρέπει να συνυπάρξουν για να γίνει σκιά: το φως, ένα σώμα και ο αφώτιστος τόπος. Το σκοτάδι, λοιπόν, που σκέπαζε τον κόσμο οφείλονταν στη σκιά του νερού που αιωρούνταν στον ουρανό. Προσπάθησε να καταλάβεις αυτό που λέγω με το εξής απλό παράδειγμα: Στήσε μέσα στο καταμεσήμερο μια σκηνή υφασμένη από στεγανό και πυκνό υλικό, και κλείσου μέσα στον αυτοσχέδιο σκοτεινό χώρο της. Τέτοιο να φανταστείς και το σκοτάδι εκείνο που σκέπαζε τον κόσμο... Τότε τα πάντα τα σκέπαζε το νερό. Γι’ αυτό, αναγκαστικά, σκοτάδι υπήρχε πάνω από την άβυσσο»….

 Αυτά λοιπόν ορίζει ο σοφός κι Άγιος Βασίλειος ο Μέγας. Κι αν και τις διαταγές του Θεού προς την ύλη κοροϊδεύεις, εντούτοις άλλοτε ισχυρίστηκες ότι σοφά λόγια ήταν εκείνα του Δία προς την ύλη που την φωνάζανε στον Όλυμπο ως  Ήρα.

Εδώ άλλωστε δεν φαίνεται να ξεχωρίζεις πως, όσα η Γένεση διηγείται πήραν χρόνο και δεν έγιναν από την μια στιγμή στην άλλη, γι’ αυτό και κάθε «μέρα» κάτι διαφορετικό συνέβαινε και γίνονταν στο πλήρωμα του χρόνου· ο Δίας αντίθετα ως δια μαγείας την Ήρα ευθύς διάταξε κι εκείνη, ως λες, αμέσως από το χάος σε απόλυτη τάξη μετατράπηκε, καταπατώντας όλα όσα η φύση για τον χρόνο μας διδάσκει.

Καθόλου δεν κατανοείς ότι, «Με τον Λόγο του Θεού έγιναν οι Ουρανοί και με το Πνεύμα Του»· διότι τί θα μπορούσε να σημαίνει το «και είπεν» παρά τον Λόγο Του Θεού; Έτσι λοιπόν Εκείνον που εσύ πολλές φορές είπες ότι είναι απατεώνας, οι Έλληνες φιλόσοφοι όρισαν ως Λόγο του κόσμου όλου. Βέβαια εδώ σοφά μας λες ότι ο Θεός δεν έχει στόμα και δεν μιλά· μας όταν μας εξηγούσες για τις ικεσίες και τις προσευχές των Χριστιανών προς τον Θεό τους, μάλλον τον Θεό τον ίδιο όρισες ως άλλοτε είπα, αυτιά σαν τα δικά μας να ‘χει.

Ας μιλήσουμε για την εργασία, ως είπες, του Θεού, όπου βεβαίως κάνεις πολύ μεγάλο λάθος· διότι ότι ο Θεός δημιούργησε εσύ το βλέπεις ως εργασία και επηρεάζεσαι από τις ανθρώπινες συνήθειες σαν του θεού Ηφαίστου, που ολημερίς σφυροκοπάει στα αμόνια του το χαλκό και το σίδερο δουλεύοντας τα καλογυμνασμένα δικά του μπράτσα. Ο Θεός σωστά λες, δεν έχει σχήμα και μορφή και φυσικά δεν έχει γυμνασμένα χέρια· διότι κι αυτά κάποια στιγμή κουράζονται όσο και καλογυμνασμένα αν είναι. Η θέλησή όμως του Θεού τα πάντα μπορεί να πράξει άνευ κόπωσης κι άνευ ανθρώπινης του κάμπου εργασίας. Ας συμπληρώσω εδώ λοιπόν, ότι η «εικόνα και ομοίωση» δεν ομιλεί για όψη και για σχήμα, μα δυνατότητα θαρρώ, να γίνουν όμοιοι με τον Θεό όλοι οι άνθρωποι. Για την ξεκούραση του Θεού και για την ύλη σου μίλησα και δεν είναι σοφό να τα επαναλάβω, αν κι αυτά με τους διπλούς θεούς αρμόζουν μόνο σε παιδιά, παρά σε εφήβους.

Για δε τον λόγο του Θεού, κι αν αυτός μπορεί να γίνει κατανοητός θα συμφωνήσουμε· ο Θεός επειδή πρόβλεψε ότι δύσκολο με τον λόγο του ανθρώπου αυτός μπορεί να γίνει κατανοητός, έστειλε τον δικό Του Λόγο, τον Χριστό, για να βοηθήσει τους ανθρώπους Εκείνον τον Πατέρα να πλησιάσουν. Βέβαια ο Χριστός ως άνθρωπος κανένα πάθος δεν είχε· γι’ αυτό κι ο Έλληνας ο Ωριγένης για Θεάνθρωπο σωστά εμίλησε, παρά για κάποιο θνητό κοινό άνθρωπο του κόσμου τούτου.

 

«Πώς λοιπόν θα γνωρίσω το θεό;» θα ρωτήσουν. «Πώς θα βρω το δρόμο που οδηγεί σ’ αυτόν, Γιατί τώρα μπροστά στα μάτια μου ρίχνεις σκοτάδι και δε βλέπω τίποτα καθαρά.» Φυσικά. Αν τους πάρεις από το σκοτάδι και τους βγάλεις στο φως, η όραση τους δεν αντέχει στη λάμψη και θα νομίζουν ότι έπαθαν βλάβη τα μάτια τους. Πώς νομίζουν οι Χριστιανοί ότι γνωρίζουν το θεό και πώς πιστεύουν ότι κοντά του θα σωθούν, Να τι απαντούν: επειδή ο θεός είναι μεγάλος και δυσθεώρητος, βάζοντας το πνεύμα του μέσα σ’ ένα σώμα όμοιο με τα δικά μας το έστειλε στη γη για να μπορέσουμε απ’ αυτό το σώμα να ακούσουμε και να μάθουμε. Λέγοντας οι Χριστιανοί ότι ο θεός είναι "πνεύμα", δεν διαφέρουν ως προς αυτό από τους Στωικούς των Ελλήνων, που ισχυρίζονται ότι ο θεός είναι πνεύμα που έχει διαπεράσει τα πάντα και εμπεριέχει τα πάντα. Όμως δεν μπορεί ο γιος του θεού που γεννήθηκε μέσα σε ανθρώπινο σώμα να είναι αθάνατος ως πνεύμα που εκπορεύεται από τον θεό. Και μια που οι Χριστιανοί λένε ότι ο θεός είναι "πυρ κατανάλισκαν", έχω να πω ότι δεν είναι η φύση της φωτιάς τέτοια ώστε να διαρκεί για πάντα. (...) Είναι, λένε, αναγκαίο να εμφυσήσει και πάλι ο θεός το πνεύμα του. Δεν έπεται όμως ότι μπορεί εν σώματι να αναστηθεί ο Ιησούς. Διότι το πνεύμα που έδωσε ο θεός δεν θα το δεχόταν πίσω καταμολυσμένο από τη φύση του σώματος. Κι αν ήθελε να στείλει το δικό του πνεύμα στη γη, ήταν ανάγκη να φυσήξει38 μέσα σε κοιλιά γυναίκας; Αφού ήδη μπορούσε να φτιάχνει ανθρώπους, κι ήξερε πώς να πλάσει ένα σώμα στο οποίο να μπορεί να κατοικήσει και να μη ρίξει το πνεύμα του μέσα σε τόσο μίασμα· χώρια που έτσι δεν θα αντιμετωπιζόταν με δυσπιστία.

 127, 1. Οι Χριστιανοί δεν είναι εκείνοι που γνώρισαν το Θεό. Αντίθετα ο Θεός είναι Εκείνος που έγινε γνωστός εις τους ανθρώπους. Όποιος τον Θεό θέλει να γνωρίσει, προς τον Ιησού έρχεται παρά παρέρχεται, διότι αν παρέρχεται, τότε μοιάζει με παιδί που αρνείται να γίνει έφηβος, αφού η παιδική αφέλεια του αρέσει και ευχάριστη του είναι, ενώ φοβάται να αντικρίσει την αληθινή σοφία που αρμόζει σε εφήβους.

Κι αν τους Χριστιανούς κακολόγησες πολλές φορές ως βάρβαρους, να που τώρα με στωικές ελληνικές αλήθειες τους στολίζεις, εξακολουθώντας να τραγουδάς ασυναρτησίες, που ο θίασος του Διονύσου και οι μεθυσμένοι του οπαδοί δεν έχουν ικανότητα να τις ξεπεράσουν. Ως άλλοτε σου είπα, όποιος σε σώμα έρχεται δεν γίνεται θνητός, διότι αν αυτό συνέβαινε τότε κι η ψυχή του ανθρώπου θνητή θα ήταν. Κι εσύ τη ψυχή του ανθρώπου την όρισες αθάνατη, αφού πηγάζει από τον Θεό ή μετέχει αυτού, ως προηγουμένως υποστήριξες. Κανείς σοφός λοιπόν δεν μπορεί να ορίζει τον Θεό πιο αδύναμο από την ανθρώπινη ψυχή.

Όμως κι άλλες ανοησίες διδάσκεις για τον Θεό· άλλοτε λες ότι είναι Μέγιστος, μα τώρα τον παρουσιάζεις πιο ακάθαρτο κι από τον άνθρωπο, εφόσον κατά την σοφή σου γνώμη εκείνος λερώνεται από την ύλη, ενώ ο άνθρωπος που είναι υποδεέστερος με την βοήθεια κάποιων ιερέων και καθαρμούς από νερά καταφέρνει κι εξαγνίζει τη ψυχή του.

Για την αθανασία του σώματος σου ξαναείπα· ας μιλήσουμε τώρα για τη γυναίκα στην οποία, ως λες, ο Θεός δε χρειάζονταν να εμφυσήσει το Πνεύμα Του. Εγώ έχω να σου πω ότι ο Υιός του Θεού άνδρας ήταν, γι’ αυτό κι ευλογήθηκε αυτός ο τελευταίος. Σοφό λοιπόν ήταν ο Θεός να ευλογήσει και τη γυναίκα ομοίως, δίνοντας της δηλαδή την τιμή να κυοφορήσει το σαρκίο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Όχι ότι ο Θεός έχει ανάγκη από τους ανθρώπους, καθότι Θεός που την ανάσταση σωμάτων πράττει, δεν έχει ανάγκη από κοιλία ανθρώπινη· μα για να τιμήσει τα δημιουργήματά Του ο Θεός κατά ίσα και δίκαια μέρη, εφόσον Δίκαιος είναι ο Θεός των Χριστιανών, έπραξε έτσι ως είπα. Αν αντίθετα κάτι τέτοιο δεν το έπραττε πολλοί θα έλεγαν ότι ο Θεός των Χριστιανών δεν τίμησε όλες τις γυναίκες.

Έπειτα ξανά και χωρίς καμιά σοφία λες, ότι ο Θεός θα μπορούσε να κατασκευάσει ένα άλλο σώμα για τον Ιησού, ώστε να μην μιανθεί. Μάλλον η σκέψη σου μιάνθηκε παρά ο Θεός ο ίδιος! Εφόσον ο Θεός κατασκεύασε, κατά τους Χριστιανούς, τα σώματα των ανθρώπων, ποιά λοιπόν η διαφορά να κατασκευάσει νέα ή διαφορετικά σώματα, από το να χρησιμοποιήσει εκείνα των ανθρώπων, αφού όλα από τον ίδιο Δημιουργό θα προέρχονταν ούτως ή άλλως, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο; Ή λες ότι, όταν έπλασε τον άνθρωπο ο Θεός τον μίανε; Ου μη γένοιτο λοιπόν! Και τα τελευταία δικά Του δημιουργήματα είναι γι’ αυτό το ίδιο αγιασμένα!

Φυσικά εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, ακόμη πιο απίστευτη ιστορία θα ήταν, παρά της Παρθένας η γέννηση, η γέννηση από το πουθενά. Εξάλλου μια γέννηση από τον πουθενά την αμφισβήτηση προς το πρόσωπο του Ιησού θα έφερνε, διότι κανένα πρόγονο δεν θα είχε ως άνθρωπος· όμως ο Θεός, ως ξέρουμε καλά, μια σειρά ανθρώπων πιστών σε Εκείνων τίμησε στη Γη επάνω, ξεκινώντας από τα πολύ παλιά τα χρόνια. Από αυτή τη σειρά ανθρώπων ο Μεσσίας θα έρχονταν, διότι αν δεν έρχονταν μέσα από αυτή τη γενεαλογική σειρά θα φάνταζε στα μάτια των σοφών, σαν Θεός που δεν ήθελε άλλο τους αρχικούς δίκαιους ανθρώπους που είχε διαλέξει πλέον να τιμήσει. Αυτό πιστεύω είναι σημαντικό για να κατανοήσεις ότι, άλλοτε εσφαλμένα υποστήριξες πως ο Ιησούς κι ο Θεός των Ιουδαίων διαφορετικοί θεοί είναι παρά ο Ίδιος Ένας.

Ακόμη Κέλσο θα σου πω, ότι αν και μπορούσε ο Θεός να κατασκευάσει διαφορετικά σώματα για να ενανθρωπίσει, εντούτοις εκείνα των ανθρώπων χρησιμοποίησε γιατί κατά το σχέδιο Του, εκείνα έπρεπε να γίνουν αθάνατα, παρά κάποια άλλα· διότι όπως πολλές φορές σου εξήγησα, ο Θεός των Χριστιανών έχει σχέδιο και δεν πράττει ότι αστήριχτα εσύ νομίζεις κι επιθυμείς για να πιστέψεις· διότι το σώμα άγιο μπορεί σαν την ψυχή να γίνει, όταν κι αυτό σαν την ψυχή σύμφωνα με την θέληση του Ύψιστου Θεού βαδίσει.

Ο δικός μας ο Θεός δεν είναι δυνατόν να είναι πυρ καταλίσκον· χωρίς καμιά σοφία λες, πως δεν αρμόζει στη φωτιά να καίει ακατάπαυστα για πάντα. Συμπάθα Κέλσο του Θεού τέκνο ανάρμοστο, αλλά καμιά φωτιά μόνη της, σε αυτόν τον κόσμο να καίει δεν είδα, παρά πάντοτε κάτι έπρεπε να καίγεται, είτε αυτό ξύλο, χορτάρι ή κερί εύφλεκτο υλικό να ήταν. Έτσι, όλες οι φωτιές σβήνουν όταν το υλικό που καίγεται στο τέλος του καταφτάσει και δεν υπάρχει πλέον τίποτα άλλο να καεί ακόμη. Ο Θεός, πολύ καλά γνωρίζεις ότι, όχι μόνο Αθάνατος είναι αλλά και τελειωμό δεν έχει· κι ο Θαλής σοφά το είπε ότι το θείον μήτε αρχή έχει μήτε και κάποιο τέλος. Σίγουρα κανείς Χριστιανός για υλική φωτιά δεν ομιλεί κι εσύ, ενώ άλλες φορές για πράματα θεϊκά κι ανέκφραστα μίλησες, τώρα σε αληθινές κοπροφαγίες πέφτεις έναντι του Θεού· αλλά κοπροφαγία που ουδεμία σχέση δεν έχει με το στόμα, μα με την κατάσταση της ανθρώπινης σοφίας· κανείς δεν διαφωνεί πως ξεκάθαρη σκατοφαγία τυγχάνει για την σκέψη, η άποψη ότι ο Θεός υλική, παρά πνευματική φωτιά, πως είναι.

 

Σύμφωνα με τον Μαρκίωνα υπάρχουν δυο γιοί θεών: ένας ο γιος του (κακού) δημιουργού και ένας άλλος του κατά Μαρκίωνα (μεγάλου) θεού. Οι μονομαχίες των δύο γιων θυμίζουν μονομαχίες ορτυκιών αλλά και τις θεομαχίες των προγόνων, όπως είχαν αχρηστευτεί από τα γηρατειά κι οι φλυαρίες τους δεν τους βοηθούσαν να λύσουν καμιά διαφορά, άφηναν τα παιδιά τους να μαλώνουν.

 129, 1. Ο Μαρκίωνας θαρρώ είχε την δική του σχολή και δεν ανήκει στην Μεγάλη Εκκλησία· γι’ αυτό για εκείνον δεν θα πω, καθώς εκείνος δεν μιλεί για την σοφία της μεγάλης Εκκλησίας, παρά για εκείνη τη δική του.

Για βασιλιάδες τέτοιους που σφετερίζονται το βασίλειο του Θεού, νομίζω ότι άλλοτε σου μίλησα. Ας μην επαναλλάβω.

 

Ένα σώμα, πάντως, μες στο οποίο κατοικούσε θείο πνεύμα θα έπρεπε κάπου να διαφέρει από τα υπόλοιπα· είτε στο παράστημα είτε στην ομορφιά είτε στη ρώμη είτε στη φωνή είτε στο θάμβος που θα προκαλούσε είτε στην ικανότητα της πειθούς. Γιατί θα ήταν ανεξήγητο, να μη διαφέρει σε τίποτα από τα άλλα ένα σώμα που περιείχε κάτι το θεϊκό. Ετούτο όμως δεν διέφερε από τ’ άλλα, παρά ήταν, όπως λένε, μικρό και άσχημο και ταπεινό. Κι ακόμα, αν ήθελε ο θεός -σαν το Δία στην κωμωδία, που σηκώθηκε απ’ τον ύπνο το μακρύ- να σώσει το ανθρώπινο γένος από τα δεινά, γιατί τάχα να στείλει μοναχά σε μια γωνιά της γης αυτό το πνεύμα για το οποίο μιλάτε; θα ’ πρεπε με τον ίδιο τρόπο σε πολλά σώματα να εμφυσήσει πνεύμα και να τα στείλει σ’ όλη την οικουμένη. Ο κωμωδιογράφος, προκαλώντας γέλιο μες στο θέατρο, έγραψε ότι ο Ζευς με το που ξύπνησε έστειλε τον Ερμή στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες· κι έχεις την εντύπωση ότι αυτό που ’ κανες εσύ, να στείλεις το γιο του θεού στους Ιουδαίους, δεν είναι λιγότερο καταγέλαστο; Κι ο θεός σου που όλα τα γνωρίζει, δεν το ’ ξερε ότι στέλνει το γιο του σε ανθρώπους κακούς και άδικους που θα τον τιμωρήσουν;

 129, 2. Μα τί φαρμάκι σε κατέλαβε και το συλλογισμό σου τον σκοτίζει; Ο Ιησούς ήταν Θεός και το σώμα Του ανθρώπινο· τί παραπάνω περιμένεις για διαφορά από τους άλλους; Θαρρείς κι ο Θεός ο Ύψιστος έχει ανάγκη από μεγαλειώδες σώμα. Ο Θεός έκρινε σοφά ότι όλα αυτά που έδειξε και δίδαξε αρκούσαν για τους συνετούς και με το παραπάνω, διότι εκείνοι που δεν αρκούνται σε αυτά ζητούν πάντοτε περισσότερα και όλο και πιο πάνω. Έτσι και αν λοιπόν σε μεγαλύτερο και δυνατότερο σώμα ή σε ομορφότερο και ρωμαλέο στην φωνή είχε ενσαρκωθεί, εκείνοι που δεν είναι συνετοί πάλι κάτι άλλο παραπάνω θα ζητούσαν, μιας κι η απληστία τους τυφλώνει· σίγουρα θα ρωτούσαν «γιατί να πάρει αυτό το τόσο όμορφο το σώμα ο Θεός; Για να καταισχύνει τους ταπεινούς ή για να κοροϊδεύει τους άσημους; Ή μήπως για να επιδειχθεί στους ασθενείς»; Λες κι ο Θεός, που κατά την σοφία σου δεν έχει καμιά σχέση με την ύλη, αφού η επαφή του με αυτή θα τον μόλυνε ως είπες, θα έπρεπε να ενσαρκωθεί σε σώμα γίγαντα, όντας αλήθεια άνθρωπος που έχει ανάγκη επίδειξης ανάμεσα στους θνητούς, και δύναμης που θα Του άρμοζε περήφανα ανάμεσά τους. Μα αν έτσι έπραττε ο σοφός Θεός, ευθύς αμέσως θα ήταν σαν να δίδασκε, ότι μόνο όσοι έχουν σώμα σαν και το δικό Του, γιγάντιο, θα μπορούσαν να Αναστηθούν και να πράξουν κι όσα γενναία έπραξε Εκείνος, κι όχι αντίθετα όσοι έχουν δυνατή ψυχή, όπως η δική Του. Σίγουρα τελευταίος μεταξύ των αφελών θα φάνταζε ο Θεός πράττοντας όσα εσύ διδάσκεις, παρά στα αλήθεια ο Πρώτος· διότι, ο πραγματικός Πρώτος ανάγκη επίδειξης δεν έχει, μιας και όχι μόνο γνωρίζει ότι Πρώτος αλήθεια είναι ανάμεσα σ’ όλους, αλλά κι από την φύση Του είναι πραγματικά ο Αληθινός ο Πρώτος. Άλλωστε, και συ πολλές φορές το διακήρυξες, η ψυχή είναι εκείνη που μοιάζει στον Θεό, παρά το σώμα. Ο Θεός λοιπόν ο πάνσοφος δίκαιο σώμα διάλεξε, ώστε να μπορεί να φέρει χωρίς πρόβλημα σε πέρας την αποστολή Του· κι οι δίκαιοι να Τον κοιτούν και να λένε ότι, Αυτός είναι ο ωραιότερος από τους υιούς του ανθρώπου, ενώ οι κακοπροαίρετοι να λένε ότι Εκείνος μικρός, άσχημος κι ταπεινός στο σώμα ήταν. Συ γνωρίζουμε αλήθεια τώρα σε ποια ομάδα εκ των δυο ανήκεις.

Όλα επίσης αυτά που λες, δεν είναι παρά σοφιστείες κενές κι αισχρά κακόδοξες, κι αφορούν ανθρώπους που φαντάζονται τους θεούς να μοιάζουν του Ηρακλή, με δυνατά χέρια και πόδια δηλαδή· όμως οι άθλοι των ανθρώπων που αγαπούν τον Θεό, δεν έχουν να κάνουν μόνο με άθλους της γυμναστικής, μα και με της ψυχής της ίδιας. Όλοι δε στην Ελλάδα γνωρίζουνε πολύ καλά ότι, η ψυχή διατάζει το φθαρτό το σώμα· αν το ανάποδο συνέβαινε, τότε οι τριακόσιοι του Λεωνίδα δεν θα έμεναν να πέσουν για την πατρίδα τους στο στενό των Θερμοπύλων.

Αν ο Θεός διάλεξε κακό και άσχημο σώμα, αυτό κι αν έχει την σοφία του λοιπόν, διότι η διδασκαλία του Ιησού διδάσκει πως η ψυχή μήτε σώμα λογαριάζει, μήτε φωτιές και λιοντάρια ή θηρία. Συ υποστήριξες μια φορά ότι, τα ζώα είναι πιο προικισμένα από τους ανθρώπους· έλεγες πως οπλισμένα είναι από την φύση. Μα και ο άνθρωπος είναι οπλισμένος από την φύση, αν και το όπλο του είναι διαφορετικό, ουδόλως πιο αδύνατο ή αμελητέο όμως. Κι ο Θεός των Χριστιανών πιστεύω ανάλογα γι’ αυτό το όπλο δυνατό δίδαξε, ενώ αν έπραττε ως λες, τότε θα έπρεπε να διδάξει ανάμεσα στα λιοντάρια ή στους ελέφαντες τις σοφές του Κέλσου τις συκοφαντίες.

Για το ότι ο Θεός δεν έστειλε πολλούς σαν τον Ιησού στον κόσμο ήδη σου μίλησα, αλλά ας στο ξαναθυμίσω μιας κι οι επαναλήψεις σου αρέσουν. Ως είδες ο Ιησούς σε ένα σώμα ενσαρκώθηκε κι είδες πόσοι κακόδοξοι εμφανίστηκαν και που συ ο ίδιος αναφέρεις. Τέτοιοι είναι εκείνοι και ονομάζονται Γνωστικοί, Συβιλλιστές, Σιμωνιανοί, Ελενιανοί, Μαρκελιανοί, Αρποκρατιανοί Μαρκιωνιστές κι άλλοι. Για συλλογίσου σοφά λοιπόν και δες, πόσοι ακόμα τέτοιοι θα υπήρχαν, αν στην γη εμφανίζονταν παραπάνω από ένας Υιοί του Θεού με την θεία δύναμη εκείνη του Ιησού μας; Και ακόμη, αν συνέβαινε αυτό που θες, ο καθείς των Χριστιανών θα υποστήριζε ότι λατρεύει τον πραγματικό Ιησού, έστω και αν Εκείνος ήταν Λατίνος, Αιγύπτιος, Έλληνας ή Γαλάτης ταυτόχρονα· έτσι μάλλον σε πολυθεϊσμό θα κατέληγε ο κόσμος αν σκεφτεί κανείς σοβαρά τις σοφίες σου, παρά στην αγαστή μονοθεΐα.  Και θα ήταν σαν αλήθεια ο Θεός να έβαζε διχασμό στους ανθρώπους για το Λόγο Του, ενώ τώρα οι άνθρωποι είναι εκείνοι που από τα λάθη της σοφίας τους βάζουν διχόνοια αναμεταξύ τους. Όχι, ο Θεός δεν μπορεί να σκέφτεται ανόητα και συ σοφά, και τα πράγματα αυτό δείχνουν· για το πνεύμα του Θεού τα λόγια σου δεν διαφέρουν από τα πραγματικά τα γεγονότα. Αυτός το Πνεύμα Του το Άγιο το έβαλε σε πολλές μυριάδες των ανθρώπων σε όλη την γνωστή και άγνωστη την οικουμένη· σώμα τους έκανε του θαυμαστού Υιού Του, του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου και τους έστειλε εδώ και κει για να διδάξουν, να συγγράψουν και να θαυματοποιήσουν σε όλους τους λαούς του κόσμου. Όλοι αυτοί Χριστιανούς οι άλλοι τους ονομάζουν κι αυτό από την σκέψη σου ας μη διαφεύγει.

Θα έπρεπε να γελά κανείς, όχι με τις κωμωδίες του θεάτρου, μα με τα λόγια σου σαν λες ότι ο Ιησούς δεν έπρεπε να σταλεί στους Ιουδαίους για να μην τραβήξει όσα τράβηξε! Λες κι ο Θεός ως άλλος Ορφέας περιφέρεται ανόητα πάνω στην γη δίχως λόγο. Μα δεν βλέπεις ότι ο Ιησούς στην γη κατέβηκε, ώστε τη σάρκα την ανθρώπινη να ενδυθεί, να θανατωθεί και να την αναστήσει, ώστε οι άνθρωποι να δουν ότι Ούτος εστί ο Υιός του Θεού ο Αγαπητός, παρά κανένας του Διονύσου μεθυσμένος; Αν λοιπόν με όσα λες ο Ιησούς δεν θανατώνονταν, πώς θα αποδείκνυε την αθανασία της νέας Σάρκας εν Χριστώ; Αν δεν θανατώνονταν από τους κατώτερους ανθρώπους, πώς θα δίδασκε αγάπη, συμπόνια και ταπεινότητα για τους θνητούς ανθρώπους; Ή μήπως θα έπρεπε να θανατώσει Εαυτόν, ως άλλος Ισκαριώτης, παραδίδοντας παράδειγμα χαλεπό σαν του Έλληνα φιλόσοφου του Ηγησία, που δίδασκε ότι το καλό είναι ανέφικτο, η ευδαιμονία κάτι το φανταστικό, το οποίο διαφεύγει εκ των προσπαθειών μας; ενώ, συνέχιζε, πως τα κακά υπερτερούν των αγαθών και μόνο ο παράφρονας θεωρεί την ζωή αγαθό, ο δε σώφρων αισθάνεται αδιάφορα προς αυτήν και επιθυμεί τον θάνατο να λάβει;

Γνώριζε ο Ιησούς ότι θα σταυρωθεί, διότι αν δεν τον γνώριζε προσευχή δεν θα ύψωνε προς τον Πατέρα, μέσα στων Ελαιών τον κήπο. Ενώ βέβαια ακόμη πιο πολύ γνώριζε ότι, μετά την Ανάστασή Του πολλοί σε Εκείνον θα πιστέψουν· κι όπως πολύ καλά το βλέπεις δεν έπεσε ούτε στο ελάχιστο έξω. Και στο μέλλον, κατά τους Χριστιανούς, θα επιβεβαιωθεί ακόμη περισσότερο ο Ιησούς, διότι σύμφωνα με τα δικά Του Άγια Λόγια τα Ευαγγέλια σε όλη την γη θα διαδοθούν, πριν ο θερισμός και ο Δίκαιος ο Θεριστής να έρθουν.

 

Ας δούμε πώς θα βρουν δικαιολογία. Εκείνοι που μας προτείνουν δεύτερο θεό δε θα βρουν καμία· ενώ αυτοί που επιμένουν στον ίδιο θεό θα επαναλάβουν γι’ άλλη μια φορά το σοφό εκείνο, ότι "έτσι έπρεπε να γίνουν τα πράγματα"· και σαν απόδειξη θα μας φέρουν το ότι αυτά είχαν προφητευτεί από πριν. Αυτά που προφητεύει η Πυθία ή οι Δωδωνίδες ή ο Κλάριος ή οι ιερείς των Βραγχίδων και του Άμμωνα και μυριάδες άλλοι που ’ χουν κατακλύσει τον κόσμο, αυτά δεν τα υπολογίζουν καθόλου. Ενώ τα όσα ειπώθηκαν ή δεν ειπώθηκαν από τους προφήτες της Ιουδαίας και όσα εξακολουθούν να λέγονται στην Φοινίκη και την Παλαιστίνη, τα θεωρούν θαυμάσια πράγματα που δεν σηκώνουν καμία τροποποίηση.

 129, 3. Οι Χριστιανοί λοιπόν δεν χρειάζονται καμιά δικαιολογία για την αλήθεια αλλά άλλοι που την αλήθεια εχθρεύονται σκαρφίζονται πολλές διαβολές και ψόγους αλλά και αυτές όμως διαλύονται όπως η λεπτή σκόνη κάτω από τον δυνατό άνεμο. Αλλά εκτός από τους μάντεις που λες να σου μιλήσω για τον Φινέα, τον υιό του Αγήνορα ή κατ’ άλλους του Ποσειδώνα, που τόσο καλός στην μαντική, από ότι λένε ήταν, ώστε οι θεοί της Ελλάδος τον τύφλωσαν για να μην λέει στους ανθρώπους τα μελλούμενα. Τόσο πολύ αγαπούσαν οι θεοί αυτοί τον κόσμο που τους προφήτες τους, τους ίδιους, στην όραση ανίκανους τους μετέτρεπαν, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι ουδεμία σχέση με τους Χριστιανικούς προφήτες μπορεί να έχουν διότι οι τελευταίοι από τον ίδιο τον Θεό τα μελλούμενα λαμβάνουν παρά μονάχοι ώστε από θεούς που σαν κακοί δαίμονες τους τιμωρούν λες και δεν θέλουν να τους αφήσουν να μιλήσουν. Αλλά και για τις προφητείες θα σου πω διότι ως είπες οι προφήτες της Ιουδαίας για Εκείνον μίλησαν και αυτά ήτανε γνωστά αλλά ο Υιός ακόμη δεν είχε έλθει μέχρι ο Ιησούς να εμφανιστεί και τον κόσμο να ιατρέψει. Έτσι λοιπόν οι Ιουδαίοι είναι ανόσιοι και αισχροί που Τον αρνήθηκαν γιατί οι προφήτες ήτανε δικοί τους. Μα σαν αυτούς είναι και άλλοι λαοί που κατέχουν τέτοια μαντεία διότι ο Θεός έδωσε σε μερικούς από αυτούς την ικανότητα για τον Υιό Του να μιλήσουν διότι ο Θεός θαυμαστός πολύ είναι και δείχνει το μέλλον σε όποιον θέλει και κανείς θνητός και αθάνατος δεν μπορεί να Τον εμποδίσει και έτσι λοιπόν και αυτοί που τους άκουσαν σαν τους Ιουδαίους ήσαν, διότι ωδές για το μπαγιάτικο τραγουδούσαν και έτσι τα αυτιά τους απόστρεψαν και για τα παλιά πράγματα μιλούσαν. Οι Χριστιανοί, ως είπα, Γενάρχη έχουν τον Ιησού και έτσι καμιά δυσκολία δεν είχαν, είτε προφητείες Ιουδαίων και των άλλων λαών να μελετήσουν φτάνει αυτές οι προφητείες την μόνη Αλήθεια να μαρτυρούσαν που επιβεβαιώθηκε από τον Ιησού τον Ναζωραίο. Έτσι λοιπόν οι Χριστιανοί καμιά ασέβεια δεν έχουν διότι η ιστορία τους νέα είναι και όλα από τον Δάσκαλό τους ξεκίνησαν και στον Δάσκαλό τους επιβεβαιώθηκαν οι προφητείες των Ιουδαίων αλλά και μερικών άλλων λαών, διότι κανείς δοξασίες δεν κατασκευάζει με μαντείες και προφητείες που ποτέ δεν λάβανε χώρο, όμως οι άλλοι λαοί όπως οι Ιουδαίοι και οι λοιποί Εθνικοί είναι ασεβείς δυο φορές, και γιατί την Αλήθεια δεν ακούν και γιατί τους μάντεις τους παραμέλησαν, και αν λοιπόν υποθέσουμε ότι οι Χριστιανοί άξιοι κατηγορίας είναι επειδή δεν ακούν τους μάντεις των άλλων των λαών, οι πιστοί των τελευταίων που δεν ακούν τους δικούς τους μάντεις είναι πιο άξιοι κατηγορίας από τους Χριστιανούς και εξαιρετικά ανάξιοι της θρησκείας τους και των ιερέων τους ενώ ας φανταστεί κανείς πόσο ανάξιοι μετατρέπουν εαυτούς έναντι του Θείου Όντος που τους φανέρωσε αλήθειες. Μα και οι άλλοι οι θεοί στους μάντεις τους δεν μπορεί να φανέρωσαν κάτι το σημαντικό μιας και ο Δίας ο πάτηρ όλων ή κατά άλλους ο Άμμων για να μπορεί να προφητεύει οικειοποιήθηκε το κλαδί της προφητικής ιεράς Δρυός ενώ ο Απόλλωνας το κλαδί της προφητικής της Δάφνης στους Δελφούς με την Πυθία. Τώρα τι σόι σοφές διηγήσεις περί θεών και τι θεοί είναι τούτοι που ανάγκη έχουνε τα ξύλα ώστε τα μελλούμενα να προφητέψουν; Λες και τα κλαριά από τα δέντρα ανώτερα είναι και από τους ίδιους τους θεούς γι’ αυτό θαρρώ και η Πυθία κατάντησε πάνω από καπνούς πολλούς φύλλα Δάφνης να μασά ως καμιά κατσίκα εκφέροντας πολλές φορές ψεύτικες ανοησίες και σε αυτό μαζί μου θα συμφωνήσουν Έλληνες ως ο Ηρόδοτος, ο Αριστόδημος και ο Δημοσθένης.

Και τώρα θα αναφερθώ στις μεθόδους των μαντείων της Φοινίκης και της Παλαιστίνης γιατί άκουσα και έμαθα πολλά. Υπάρχουν πολλά είδη προφητειών (...) Οι προφήτες που ζουν σε κείνη την περιοχή έχουν την εξής ειδικότητα: πολλοί και ανώνυμοι καθώς είναι, με μεγάλη ευκολία και με την παραμικρή αφορμή, και μέσα σε ιερά και έξω απ’ αυτά -μερικοί ακόμα και ζητιανεύοντας-, σε πόλεις και σε στρατόπεδα, συμπεριφέρονται σαν να χρησμοδοτούν πραγματικά. Κι ο καθένας τους λέει με το πρώτο: "εγώ είμαι ο θεός" ή "ο υιός του θεού" ή "το πνεύμα το θεϊκό. Και ήρθα· γιατί ο κόσμος χάνεται και σεις, ω άνθρωποι, αφανίζεστε πληρώνοντας τις αδικίες σας. Εγώ όμως θέλω να σας σώσω· και θα με δείτε πάλι να επιστρέφω με τη δύναμη των ουρανών. Μακάριος αυτός που θα με λατρέψει ως θεό. Σ’ όλους τους άλλους θα ρίξω το αιώνιο πυρ, και μέσα στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Κι όσοι τώρα δεν καταλαβαίνουν τι τιμωρία τους περιμένει, μάταια θα μετανοήσουν, μάταια θ’ αναστενάξουν. Ενώ όσους πιστέψουν σε μένα θα τους διατηρήσω αιώνιους." Μετά προσθέτουν από πάνω και κάτι άγνωστα λόγια, διάφορα παρανοϊκά και ακαταλαβίστικα, που ακούγοντας τα ένας λογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να βγάλει νόημα- γιατί είναι μπερδεμένα και στην ουσία δεν λένε τίποτα, όμως στον κάθε ανόητο ή στον κάθε απατεώνα δίνουν λαβή να τα χρησιμοποιήσει καταπώς τον βολεύει.

 Αυτοί οι δήθεν προφήτες που τους άκουσα με τα ίδια μου τα αυτιά, όταν τους άρχισα στις ερωτήσεις, μου ομολόγησαν από τι πράγμα είχαν ανάγκη και ότι προσποιούνταν όταν μιλούσαν αλλοπρόσαλλα.

 131, 1 & 2. Κανείς δεν αντιλέγει σε όσα καταγγέλλεις, μιας και για μάντεις εκτός των Χριστιανών μιλάς· γι’ αυτούς ο Έλληνας σοφός Αντιφών όταν ρωτήθηκε τί είναι η μαντική, απάντησε ότι είναι ο εικασμός του φρόνιμου άνθρωπου. Μόνο που αυτοί που εσύ μας παρουσίασες, ούτε σοφοί φαίνονται και διόλου φρόνιμοι δεν είναι. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να είναι φρόνιμοι, όταν μόνοι τους μαρτυρούν σαν τους ρωτάς, ότι προσποιούνται και μιλούν αλλοπρόσαλλα, κοροϊδεύοντας τους περαστικούς έξω από τα ιερά της Αιγύπτου, της Φοινίκης και της μακρινής της Παλαιστίνης; Θαρρώ δε, πως κανείς από τους Χριστιανούς προφήτες δεν παραδέχεται για τον εαυτό του κάτι τέτοιο εφόσον, ούτε άγνωστα λόγια λέει, μήτε παρανοϊκά και ακαταλαβίστικα μιλάει, ούτε υποστηρίζει ότι είναι Θεός ή υιός του Θεού ή το πνεύμα το θεϊκό, ούτε ζητά να λατρευτεί ως Θεός· διότι ο Θεός των Χριστιανών Ένας είναι, και κανείς Χριστιανός, μήτε πάνω μήτε όμοια με Αυτόν δεν υποστηρίζει ότι βρίσκεται. Αυτοί που πολύ πονηρά λοιπόν μας παρουσιάζεις, όχι μόνο σε Χριστιανούς δεν ανήκουν, αλλά ούτε και σε αυτούς που ο Αντιφών ορίζει ως φρόνιμους ανθρώπους. Τέτοιοι είναι οι τσαρλατάνοι κι οι αγύρτες και καλό θα είναι ο καθείς μακριά από αυτούς να στέκει. Συ το έπραξες θαρρώ και καλό θα είναι να το πράξουν κι άλλοι.

 

Όμως κι εκείνοι που υπερασπίζονται τα λόγια των προφητών σχετικά με τον Χριστό, τίποτα αξιόλογο δεν μπορούν να πουν για τις περιπτώσεις όπου ολοφάνερα έχει ειπωθεί κάτι φαύλο ή αισχρό ή βρώμικο ή βέβηλο σε βάρος του θεού. Κοντά στα άλλα είχε προφητευτεί ότι ο θεός θα προσφερόταν στο κακό, ότι θα έκανε αισχρά πράγματα ή θα έπεφτε θύμα των πιο αισχρών πράξεων. Γιατί τι άλλο θα ήταν για το θεό το να τρώει σάρκες προβάτων ή να πίνει χολή και ξύδι, αν όχι σκατοφαγία·, Ας πούμε πως οι προφήτες προλέγουν ότι ο μέγας θεός θα γίνει -για να μη πω τίποτα πιο βαρύ- δούλος ή θα αρρωστήσει ή θα πεθάνει· θα πρέπει δηλαδή να τα τινάξει ο θεός ή να γίνει δούλος ή ν’ αρρωστήσει, επειδή έτσι προφητεύτηκε, ώστε σαν πεθάνει να γίνει πιστευτό ότι ήτανε θεός; Δεν θα μπορούσαν όμως να προφητεύσουν τέτοιο πράγμα οι προφήτες, γιατί είναι άθλιο και ανίερο. Δε μετράει λοιπόν το αν πρόβλεψαν ή δεν πρόβλεψαν. Αυτό που πρέπει να δούμε είναι αν τα έργα για τα οποία μιλούν είναι έργα αντάξια του θεού. Τα αισχρά και τα άθλια δεν πρέπει να τα πιστέψουμε, κι ας παν’ να τα φωνάζουν με μανία και να τα προφητεύουν όλοι οι άνθρωποι μαζί. Λοιπόν, από πού κι ως πού είναι ευσέβεια, αυτά που συνέβησαν στον Ιησού να πιστεύουμε πως συνέβησαν στο θεό;

 133, 1. Η σάρκα του Θεού ήταν εκείνη η ανθρώπινη, και όχι η θεϊκή. Σίγουρα το Πνεύμα του δεν ήταν· διότι και τα σκουλήκια του βάλτου ξέρουνε ότι κανένα πνεύμα ή ψυχή δεν τρώει πρόβατα, μήτε χολή και ξύδι. Αν η ψυχή έπραττε αυτά δεν θα ήταν αθάνατη, αλλά θα επιζητούσε διαρκώς σε σώμα να βρίσκεται τρώγοντας για να διατηρείται. Όμως, ως αλλού εσύ μας τόνισες, η ψυχή είναι του Ύψιστου Θεού και σε Αυτόν τον Ίδιο καταλήγει, εφόσον είπες ως αθάνατη δεν μπορεί παρά να είναι έργο ολόδικό του. Μα τί λες λοιπόν αντίθετα εδώ, πως η ψυχή κουβαλά μαζί της στον Θεό την χολή μαζί και με το ξύδι; Και τα παιδιά να ρωτήσει κανείς, όχι θα του πούνε, ετούτο σίγουρα διόλου δεν συμβαίνει. Ο Θεός, έστω κι αν μπήκε σε σώμα ανθρώπινο, ποτέ το πνεύμα Του δεν έφαγε μήτε ξύδι, μήτε πρόβατο· τί ανάγκη άλλωστε θα είχε; Μόνο το ανθρώπινο το σώμα Του ανάγκη είχε να τραφεί και να ζήσει σαν το σώμα το δικό σου· διότι σώμα σαν το δικό σου ο Ιησούς ήρθε να ευλογήσει.

Να σε ρωτήσω κάτι όμως. Πού την είδες την άθλια και ανίερη προφητεία; Εκτός κι αν υποθέσουμε ότι όντως είναι ανίερο και άθλιο πράγμα η σωτηρία των ανθρώπων μαζί με την αιώνια την ζωή, κάτι που και ο πιο μικρός στο νου άνθρωπος σφόδρα επιθυμεί. Ας ξεκαθαρίσουμε κιόλας ότι, ο Θεός των Χριστιανών ποτέ Του χολή δεν ήπιε μα ούτε και διόλου ξύδι· κι αν ακόμη έπινε, πού στα αλήθεια βρίσκεται το ανίερο; ή μήπως στο ότι έφαγε και λίγο των ζώων κρέας;

Μάθε πως για τους Χριστιανούς ο ίδιος ο Θεός έπλασε το σώμα και το στομάχι και το κρέας και ο ίδιος ο Θεός που τα έπλασε, ο Ίδιος όταν αποφασίσει ότι το πλήρωμα του χρόνου ήλθε θα τα καταργήσει. Όμως, ως άλλοτε είπαμε, ο κάθε νόμος στον καιρό του, ενώ ας σου θυμίσω λοιπόν εδώ, τον υπερφίαλο εγωισμό σου· τους Χριστιανούς ψευδώς κατηγόρησες ότι δεν λογαριάζουν τους προφήτες των εθνών, ενώ εσύ δεν φαίνεται καθόλου να λογαριάζεις τις προφητείες των Ιουδαίων. Ότι πουν οι προφήτες βεβαίως και ο Θεός δεν θα το πράξει, εκτός αν Εκείνος τους έχει παλιά και πριν μιλήσει. Ενώ έπειτα θα πρέπει κανείς να δει, αν στα αλήθεια κάτι από όλα όσα εκείνοι είπαν Εκείνος πράξει. Θα πρέπει δηλαδή πρώτα να δούμε αν όντως όσα είπαν οι προφήτες έγιναν στα αλήθεια και μετά να δούμε αν αξίζουν. Και νομίζω όσα για τον Ιησού είπαν δεν χρήζουν καμίας αμφισβήτησης. Εξάλλου είδες οι Ισραηλίτες τι έπαθαν. Όλα δε αυτά που αναφέρεις είναι αστεία πράματα που υψώνει ο αλαζονικός ο λογισμός σου και στο βάθρο του Άδη ανήκουν· τόση ζωντανή σοφία έχουν να επιδείξουν. Διότι αν ο Θεός έπραξε πράγματα αντάξια Του ή όχι, σου εξήγησα πολλές φορές νομίζω ως τώρα. Μόνο ας προσθέσω εδώ και την εμφάνιση της παράλογής σοφίας της δικής σου, η οποία διόλου δεν εξετάζει αν η προφητεία επιβεβαιώθηκε, αλλά αν η προφητεία αξίζει. Για το δεύτερο σου μίλησα λίγο παραπάνω· και με το πρώτο μαζί δείχνουνε σαφώς ότι, ο Ιησούς έπαθε, όχι επειδή άλλοι το είπαν, αλλά διότι ο Θεός πάντα γνωρίζει στο χρόνο μέσα τι συμβαίνει, εφόσον άχρονος είναι και παρελθόν, παρόν και μέλλον δεν γνωρίζει. Άλλωστε και εγώ αν πω για σένα κάτι, σίγουρα ποτέ δεν θα το πάθεις, πόσο μάλλον ο Θεός, εκτός κι αν ο ίδιος εσύ μου το έχεις πει ότι σχεδιάζεις να το πράξεις έτσι.

 

Εκείνο πάλι δεν θα το συλλογιστούν ποτέ; Αν οι Ιουδαίοι προφήτες είπαν πως ετούτος θα ’ ταν παιδί του θεού, πώς είναι δυνατό, από τη μια ο θεός μέσω του Μωυσή να ορίζει δια νόμου να πλουτίζουν οι Ιουδαίοι και να εξουσιάζουν και να γεμίσουν ασφυκτικά τη γη και να κατακρεουργούν όλους τους εχθρούς και να κάνουν γενοκτονίες όπως κάνει κι ο ίδιος μπροστά στα μάτια των Ιουδαίων, που λέει κι ο Μωυσής, και αν δεν υπακούσουν τους απειλεί ρητά ότι θα τους κάνει τα ίδια· κι από την άλλη ο γιος του, ο "Ναζωραίος", να νομοθετεί τα αντίθετα: ότι δεν υπάρχει οδός προς τον πατέρα για όποιον είναι πλούσιος ή για όποιον αγαπάει την εξουσία ή για όποιον κυνηγάει την σοφία και τη δόξα, και ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να εφοδιάζονται και να αποταμιεύουν περισσότερο απ’ ό,τι "οι κόρακες" και ότι δεν πρέπει να φροντίζουν για την ενδυμασία τους περισσότερο απ’ ό,τι "τα κρίνα", και σ’ αυτόν που τους βάρεσε μια φορά να δίνουν την ευκαιρία να τους βαρέσει άλλη μία; Ποιος από τους δυο λέει ψέματα, ο Μωυσής ή ο Ιησούς; Ή μήπως ξέχασε ο θεός τι είχε διατάξει τον Μωυσή, όταν έστελνε στη γη τον Ιησού; Ή μήπως καταδίκασε τους ίδιους τους νόμους του και μετανιωμένος έστειλε τον άγγελο να διαμηνύσει τα αντίθετα;

 133, 2 Ο Ηράκλειτος θαρρώ υποστήριξε ότι για τον θεό καλά τα πάντα και αγαθά και δίκαια· οι άνθρωποι άλλα άδικα τα νομίζουν και άλλα δίκαια. Ο Θεός όμως, δεν είναι Εκείνος που χάρισε το δώρο της ζωής σε όλους; Ή μήπως δεν είναι Αυτός που αν θέλει, μπορεί κάθε στιγμή πλουσιοπάροχα αυτή να συντηρήσει; Αν λοιπόν η ίδια η ζωή Θείο είναι δώρο, στην εξουσία του Θεού δεν πρέπει και να ανήκει η απόφαση απόδοσης αυτής σ’ εκείνον ή σε εκείνους, αν Αυτός αλήθεια το θελήσει; Και αν ένας λαός λοιπόν ασεβής τυγχάνει, στην εξουσία του ίδιου του Θεού δεν είναι να αποφασίσει να την ξεριζώσει, αφού δικαιωματικά Του ανήκει; ή δεν είναι ο Ίδιος εξ αρχής που την έχει αυτή χαρίσει;

Αν λοιπόν κι ο Ισραήλ ψυχικά αρρώστησε πολύ και δεν υπάκουσε στις δικές Του αποφάσεις, στην εξουσία του Θεού δεν ήταν κι αυτόν να τιμωρήσει; Ή μήπως εσύ θα Του το απαγορεύσεις, κάνοντάς Του διαβολική αντίπραξη, αν και από δική Του ζεις την ίδια χάρη; Κι ο Θεός νομίζω, όλα τα μπορεί· κι όταν ζητούσε ο Ίδιος ασεβείς εδώ στη γη να τιμωρήσει, καμιά σημασία ή διαφορά δεν είχε αν το έπραττε με Άγγελο, άνθρωπο ή θανατική αρρώστια. Ως είπαμε όμως τώρα, οι νόμοι του Θεού για τους ανθρώπους άλλαξαν πολύ, και έγιναν άπλετη Αγάπη. Όσοι λοιπόν τότε διαπαιδαγωγήθηκαν από το μαχαίρι, από τον κρύο Άδη έφυγαν, όταν ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός εισήλθε ως δάσκαλος εκεί για να τους συναντήσει. Κι αφού όλους τους συνάντησε, τους αντάμειψε με δόξα και ζωή με την Ανάστασή Του· δεν στέρησε λοιπόν μόνο σε εκείνους την ζωή προσωρινά, αλλά κι ο ίδιος υπέστη ως άνθρωπος με σάρκα ακριβώς τα ίδια ή χειρότερα με το βασανισμό και τη σταύρωσή Του. Έτσι ακόμη και εκείνοι που χάθηκαν παλιά για τις δικές τους τις κακές τις αμαρτίες, στο τέλος κι αυτούς τους σήκωσε υγιείς στον Παράδεισο ο δικός μας ο Θεός, μα ως δοξασμένους πλέον.

 

Αν ρωτήσω τώρα τους Χριστιανούς, «πού θα πάτε μετά θάνατον; σε τι ελπίζετε;», θα μου αποκριθούν, «σε άλλη γη, καλύτερη από αυτή.» Ως προς αυτό, έχω να πω ότι στο παρελθόν κάποιοι θαυμαστοί άνθρωποι έχουν πει ότι η ευτυχισμένη ζωή είναι για τις ψυχές εκείνων που έχουν τους θεούς με το μέρος τους. Κι άλλοι μίλησαν για τα Νησιά των Μακάρων, άλλοι για το "Ηλύσιο πεδίο" σαν έρθει η λύτρωση από τα δεινά που υπάρχουν εδώ. Όπως λέει και ο Όμηρος:

 

Σε Ηλύσιο πεδίο και στα πέρατα της γης

θα σε στείλουν οι αθάνατοι,

εκεί που ’ ναι εύκολη πολύ η ζωή!

 

Ο Πλάτων όμως, που πιστεύει ότι η ψυχή είναι αθάνατη, τον τόπο όπου στέλνεται, την "γη" για την ακρίβεια, την περιέγραψε ως εξής: «ο κόσμος είναι πάρα πολύ μεγάλος»,40 είπε, «και εμείς που κατοικούμε από την Φάσι41 μέχρι τις Ηράκλειες στήλες, βρισκόμαστε σ’ ένα ελάχιστο μέρος του, μαζεμένοι γύρω από τη θάλασσα, όπως ακριβώς τα μυρμήγκια ή τα βατράχια γύρω από ένα τέλμα, και άλλοι πολλοί κατοικούν σε πολλούς τέτοιους τόπους. Γιατί υπάρχουν παντού γύρω στη γη πολλές κοιλότητες κάθε είδους και ως προς τις μορφές και ως προς τα μεγέθη, στις οποίες συρρέουν και το νερό και η ομίχλη και ο αέρας. Ενώ αυτή η γη απλώνεται καθαρή στον καθαρό ουρανό.» Το τι ακριβώς παρουσιάζει με όλα αυτά ο Πλάτων, δεν είναι εύκολο να το γνωρίζει ο καθένας. Δεν μπορεί ο καθένας να καταλάβει τι εννοεί όταν λέει: «εξ αιτίας της αδυναμίας και της βραδύτητας δεν μπορούμε να διασχίσουμε τον αέρα μέχρι τα ανώτατα στρώματα» και «αν η ανθρώπινη φύση άντεχε να κοιτάξει, θα μάθαινε ότι εκείνος είναι ο αληθινός ουρανός και το αληθινό φως.»

 135, 1 & 2 Αν και για ψυχές μιλάς, ας ξεχωρίσουμε εδώ ότι καμιά ψυχή στα Ηλύσια ή στους Μακάρους δεν πηγαίνει· διότι αυτός ο τόπος δεν βρίσκεται στον Άδη αλλά στην επιφάνεια της Γης και το σώμα το ανθρώπινο ολόκληρο σε αυτά τα νησιά, κατά τους αρχαίους μεταβαίνει, και όλα καλά και όμορφά εκεί επειδή ο καιρός ωραίος, μήτε χιόνι, ψύχος, μήτε θύελλες, βροχές, σεισμός, μήτε καταιγίδες. Και από όσα οι αρχαιότεροι διηγούνται, μόνο οι προστατευμένοι των θεών είναι για κει, οι υιοί τους κι οι ήρωες, που με αυτές τις ιδιότητες γεννήθηκαν και που κανείς δεν μπορεί να τις αλλάξει αφού κληρονομούνται. Κανείς επίσης δεν μπορεί να αλλάξει ούτε ακριβώς την τύχη του την άδικη με προορισμό τον σκοτεινό τον Άδη, ούτε κανείς από τους άλλους δεν δύναται αυτή να μετατρέψει· η μοίρα η αρχαία έλαχε σε αυτούς να είναι προδιαγραμμένη και κανείς πρόξενος δεν δύναται να παζαρέψει.

Έπειτα βλέπεις Κέλσο, κάποιοι σοφοί ιερείς και άρχοντες εις την Ελλάδα, γρήγορα είδαν ότι όλα αυτά της θρησκείας των Ελλήνων δίκαια δεν είναι και προσπάθησαν κι άλλους λοιπόν, πέρα των ηρώων κι ημιθέων, στα Ηλύσια και στους Μακάρους να ξαποστέλνουν· σκαρφίστηκαν τότε αυτήν εδώ την ιστορία, ότι όποιος τάχα στα Ελευσίνια μυστήρια μέρος λάμβανε, θα γνώριζε δίχως πρόβλημα στους Μακάρους ή στα Ηλύσια να πηγαίνει. Βέβαια οι λοιποί οι δύσμοιροι, από όλο τον υπόλοιπο σε εμέ και σένα κόσμο, που την Αθήνα ουδέποτε μπορούσαν να επισκεφτούνε ή καν να δούνε, θαρρείς και στο Βόρβορο ή στα Τάρταρα σίγουρα κακό και μαύρο τέλος τα κορμιά τους για πάντα θε να βρούνε.

Τί το ‘θελαν κατόπιν εκείνο τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο, όποιος τη μύηση αποκάλυπτε άξιος ασεβείας και σκληρού θανάτου ήταν; λες κι οι αρχαίοι ιερείς προστάτευαν τα κέρδη από τη μυστική αυτή γνώση της Αθήνας, που κι ο σοφός Διογένης χλεύασε· καθώς εκείνος είπε, είναι άδικο ληστές στα Ηλύσια να πηγαίνουν, επειδή στα μυστήρια έλαβαν μέρος, ενώ αγαθοί και δίκαιοι στον Βόρβορο να κείτονται, επειδή ποτέ δεν άκουσαν τον δρόμο για τους Μακάρους ή τον Άδη. Αυτά τα σοφά και δίκαια λοιπόν είναι οι κανόνες των αρχαίων για την ευδαιμονία των σωμάτων ή έστω των ψυχών, που με παιδικά και ατελή παιχνίδια μοιάζουν μπροστά στους κανόνες για την ευδαιμονία της ψυχής εις τον Παράδεισο των Χριστιανών. Και αν ακόμη και αυτός ο Πλάτωνας ακαταλαβίστικα, ως είπες ομιλεί, κανένα ψόγο δεν του δίνεις, αν και για «ακαταλαβίστικα» επίσης πολλές φορές κατηγόρησες Χριστιανούς παρέα με Ιουδαίους, Φοίνικες ή ανθρώπους της γνωστής της Παλαιστίνης. Πρέπει επίσης να ειπωθεί, ότι σωστό σαφώς είναι οι σοφοί άνδρες απλά πάντα να ομιλούν ενδιαφερόμενοι και για τους αγράμματους τους άνδρες ή τους αδαείς, εφόσον αυτοί ανίκανοι είναι πολλά πράγματα να εξηγήσουν μοναχοί τους σ’ άλλους.

 

Ακόμη, έχοντας παρεξηγήσει τα λεγόμενα του Πλάτωνα περί μετενσάρκωσης, μιλούν για ανάσταση. Κι όταν απωθούνται από παντού κι οι ιδέες τους αναιρούνται, πάλι σα να μην άκουσαν τίποτα επανέρχονται στο ίδιο ερώτημα: "πώς λοιπόν θα γνωρίσουμε και θα δούμε τον θεό; πώς θα φτάσουμε στο θεό;" Περιμένουν να δουν το θεό με τα ίδια τους τα μάτια, και με τα αυτιά του σώματος τους ν’ ακούσουν τη φωνή του και με τα χέρια να τον ψαύσουν. Αν αναζητούν το θεό με τέτοιο τρόπο, τότε θα πρέπει να πάνε στα ιερά του Τροφώνιου ή του Αμφιάρεω ή του Μόψου -εκεί να δεις θεούς με όψη ανθρώπινη, και μάλιστα να τα λένε σταράτα κι όχι ψεύτικα. Και θα τους δεις ανά πάσα στιγμή να μιλούν στους ενδιαφερόμενους, κι όχι να εμφανίζονται φευγαλέα μια φορά σαν τον άλλον που τους εξαπάτησε, θα πουν και πάλι: πώς θα γνωρίσουν τον θεό δίχως να αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις τους; τι είναι δυνατό να μάθει κανείς χωρίς την αίσθηση; Η φωνή αυτή όμως είναι φωνή της σάρκας-ούτε του ανθρώπου ούτε της ψυχής. Αλλά ας ακούσουν, αν βέβαια μπορούν να καταλάβουν κάτι, έτσι δειλοί και φιλοσώματοι που είναι: έτσι μονό θα δείτε το θεό· εάν κοιτάξτε προς τα πάνω με το νου έχοντας αποκλείσει την αίσθηση και αν ξυπνήστε τα μάτια της ψυχής και τα αποστρέψετε από τη σάρκα. Και αν ψάχνετε για οδηγό να σας δείξει το δρόμο, να αποφύγετε τους πλάνους, τους απατεώνες κι αυτούς που σας συμβουλεύουν να λατρεύετε είδωλα·42 για να μη γελάει μαζί σας όλος ο κόσμος, που από τη μια συκοφαντείτε ως είδωλα τους άλλους, τους γνωστούς θεούς, κι από την άλλη λατρεύετε αυτόν που είναι αθλιότερος κι από τα ίδια τα είδωλα -ένας πεθαμένος που ούτε καν είδωλο δεν είναι- και επιπλέον αναζητάτε έναν πατέρα όμοιο μ’ αυτόν. Για την τόση απάτη και για τους θαυμαστούς εκείνους συμβούλους και τα θεία λόγια που απευθύνονται στο λέοντα, στον αμφίβιο, στον άγγελο με τη μορφή γαϊδάρου και στους υπόλοιπους, και για τους θεϊκούς θυρωρούς που με τόσο κόπο, κακομοίρηδες, μαθαίνετε τα ονόματα τους -γι’ αυτά σας προορίζει η κακοδαιμονία σας και γι’ αυτά σταυρώνεστε. Για να βγείτε από αυτό το αδιέξοδο, ακολουθήστε τους πρωτοπόρους και τους άγιους άνδρες της αρχαιότητας. Στραφείτε στους θεόπνευστους ποιητές και σοφούς και φιλοσόφους, από τους οποίους έχετε να ακούσετε πολλά και θεία πράγματα. Ως προς τα θεολογικά ζητήματα, ικανότερος δάσκαλος είναι ο Πλάτωνας, ο οποίος στο έργο του Τίμαιος γράφει τα εξής: "Τον δημιουργό και πατέρα αυτού του κόσμου είναι δύσκολο να τον βρει κανείς, και αφού τον βρει, είναι αδύνατο να τον φανερώσει σε όλους." Βλέπετε πώς ιχνηλατούν οι θείοι άνδρες την οδό της αλήθειας και πως ο Πλάτων ήξερε ότι είναι "αδύνατο" να την βαδίσουν όλοι. Κι οι σοφοί βρήκαν την οδό αυτή ακριβώς για να πάρουμε μιαν ιδέα για τον Ακατονόμαστο43 και Πρώτο, για να έχουμε μιαν άποψη γι’ αυτόν είτε στη σύνθεση του με άλλα πράγματα είτε απομονωμένο είτε κατ’ αναλογία με αυτά· θέλοντας όμως τώρα να εξηγήσω αυτό που δεν μπορεί με κανέναν άλλο τρόπο να ειπωθεί, θα εντυπωσιαζόμουν πολύ αν μπορούσατε να με παρακολουθήσετε, έτσι όπως είστε σφιχτοδεμένοι με τη σάρκα και δεν βλέπετε τίποτα καθαρά.

 137, 1. Ουδέποτε κάτι τέτοιο συνέβη· αν πράγματι οι Χριστιανοί από τη μετενσάρκωση του Πλάτωνα όριζαν την Ανάσταση σωμάτων, παρά από την Ανάσταση του Διδασκάλου τους, τότε τί απαγόρευε στους Χριστιανούς να οργανωθούν πριν ακόμη την έλευση του Ιησού Χριστού, ακολουθώντας τον Πλάτωνα για διδάσκαλο τους; Κι ο Πλάτωνας όμως από άλλους αυτά τα άκουσε, κι εκείνος, απλώς τα επανέλαβε αφού τα παρέλαβε θαρρώ από τους Ορφικούς. Βέβαια κι αυτοί για όλα τούτα καμιά απόδειξη δεν έχουν, γι’ αυτό και περιγράφουν τα ταξίδια της ψυχής από πλανήτες και απλανείς, λες κι η ψυχή είναι καταραμένος ταξιδιώτης που ησυχία δεν έχει μες τον κόσμο. Κι αντί η ψυχή να ταξιδεύει από θνητό σε διαφορετικό θνητό, εντούτοις πάντα μες στα άλαλα ντουβάρια κατοικεί γι’ αυτούς. Μάλιστα υποθέτουν ότι, η ψυχή μέχρι να εξαγνιστεί από την πτώση της, θα πρέπει συνεχώς να μετεμψυχώνεται· όμως κανείς από αυτούς δεν εξηγεί γιατί και πως η ψυχή έκπεσε· απλώς επαναλαμβάνει ο καθείς ότι αρχαίοι άνδρες δίχως καμιά απόδειξη μουρμούριζαν αναμεταξύ τους. Βεβαίως όμως η μετενσάρκωση καμιά σχέση δεν έχει με την Ανάσταση· σ’ αυτή την τελευταία ανασταίνεται το σώμα, έστω και θα έχει διαφορετική σύσταση από ότι το σημερινό, και θα μετέχει της Αφθαρσίας, που απέδειξε ο Ιησούς με το σώμα το δικό Του. Διότι, όχιη γη, αλλά καινή Γη θα κληρονομηθεί παρέα με καινό και νέο σώμα.

Η μετεμψύχωση να ’σαι σίγουρος πως καμιά σοφία δεν έχει· σε κάθε γενιά που περνά περισσότερες ψυχές γεννώνται· κι  οι νέες αυτές ψυχές, που εσύ λες ότι ως αθάνατες από τον θεό προέρχονται, θα έπρεπε να εξακολουθούν πάντα να πέφτουνε, μέσα σε νέο γεννημένο εις τη γη, υλικό βεβαίως σώμα. Έτσι συμβαίνοντας, ο θεός ή οι θεοί θα εξαναγκάζονταν από τους αδύναμους ανθρώπους σε γέννηση ψυχών, που ναι πάντα μολυσμένες κατ’ εσέ, ειδάλλως δεν θα ήταν έτοιμες για πτώση· διαφορετικά θα ’ μεναν διαρκώς μαζί με τον Ύψιστο ψηλά. Ή λες να παθιάζεται η ψυχή όντως εκεί πάνω, μόλις ακριβώς γεννιέται, κι όταν οι άνθρωποι πολλαπλασιάζονται στη γη, εκείνη αιχμαλωτίζεται από το νεογεννημένο το σώμα;

Αλλού υποστήριξες ότι ο θεός αν μπει στην σάρκα μας μολύνεται, άρα και για την ψυχή μας το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και ακόμη περισσότερο αφού δεν είμαστε εμείς θεοί· διότι ειδάλλως είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς πως μια ψυχή, που συνεχώς μολυσμένη όντας από την ύλη, θα φτάσει στον Υπερουράνιο Θεό επειδή μετεμψυχώνεται. Θαρρώ ότι, όποιος συχνά με την βρωμιά, όπως το σώμα λες, συναναστρέφεται, ουδέποτε θα γίνει άξιος και καθαρός σαν τον Θεό. Έπειτα πάλι κανείς σε αυτόν τον κόσμο δεν θα έπρεπε να είναι αγαθός, αφού όλοι οι αγνοί ως ψυχές με τον θεό ενώνονται, παρά με τα σώματα μέσα στα οποία οι πιο βρώμικες ψυχές κατοικούν, μα κάτι τέτοιο βεβαίως δεν συμβαίνει. Ας πω όμως κι αυτό. Τί θα συμβεί όταν η τελευταία ανθρώπινη ψυχή μόνη στον κόσμο μείνει, εφόσον όλες οι άλλες όντας αγαθές με το θεό θα έχουν ενωθεί; Σε ποιό σώμα θα μετεμψυχωθεί αυτή, εφόσον πριν μετεμψυχωθεί, ένα σώμα ανθρώπινο θα έχει μείνει κι αυτό δεν θα μπορεί να αναπαραχθεί, αφού θα είναι μοναχό του; Άραγε αυτή η ψυχή δεν θα προλάβει να γίνει αγαθή; κι αν δεν προλάβει τί θα απογίνει; Ή μήπως σε πέτρα θα μεταμορφωθεί; Διότι αν πέτρα γίνει, τότε πολύ αμφίβολο είναι το πότε θα πεθάνει ή το πως αγαθή θα γίνει, μιας κι  η πέτρα ακίνητη πάντοτε είναι και τίποτα δεν πράττει. Σάμπως θα ενωθεί με τον Θεό; Πράγμα αδύνατο, αφού δεν θα είναι αγαθή όπως είπαμε, όντας από ύλη.

Όμως έτσι είναι. Η ιδέα της μετενσάρκωσης είναι ατελής· υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ψυχή συνεχώς εξελίσσεται και μαθαίνει από τα λάθη της. Μα ποιά λάθη σοφέ Κέλσο; Αφού κανείς δεν θυμάται να έχει κάνει κάποιο λάθος σε άλλη του ζωή. Καμιά φορά μάλιστα ο άνθρωπος δεν θυμάται, ή δεν αναγνωρίζει καν, τα λάθη αυτής ετούτης της ζωής. Πώς λοιπόν θυμάται κι αναγνωρίζει τα λάθη από τις προηγούμενες εκείνες; Αυτά τα πράγματα είναι αστεία κι ανάξια αναφοράς και κάτι τέτοια υποστηρίζουν αυτοί που όπως λες βλέπουνε στον ύπνο τους φαντάσματα και περασμένες ζωές· λες κι ο ύπνος τους θυμάται κι αυτοί όχι. Μα αφού ο ύπνος, ούτε τί πέρασαν στην παιδική τους ζωή δεν θυμάται, πώς είναι σοφό κανείς να υποστηρίζει ότι θυμάται τις παλιές ζωές; Κι αν κανείς δεν τις θυμάται τις προηγούμενες ζωές όταν είναι ξύπνιος, πώς τότε θα καλυτερεύσει; Σαχλά κι ανούσια όλα αυτά· όλοι οι άνθρωποι μαθαίνουμε από τα λάθη μας, αλλά αν τα λάθη μας δεν τα θυμόμαστε τότε τίποτα δεν μαθαίνουμε κι αυτό για την ψυχή ισχύει ακόμη περισσότερο. Διότι αν δεν θυμάται έστω κι ένα γεγονός από τα πολλά, της μιας έστω ζωής από τις πολλές, ποιό το όφελος της; Κι αν κανείς δεν θυμάται σε τούτη την ζωή τι έκανε σε εκείνες τις περασμένες, πώς θα θυμηθεί εκείνα που διδάχθηκε σε τούτη την ζωή στα Ελευσίνια μυστήρια και σε άλλα, που οδηγίες άκουσα να δίνουν στους θνητούς για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν για να σωθούν σε εκείνη την επόμενη τους; Κάτι τέτοια όμως  διηγούνται στους αμαθείς κι εκείνοι που θέλουν να τους μετατρέψουν σε άπληστους και στυγερούς ληστές, κι αδιαφορούν για τις ψυχές τους, λέγοντας ότι όποιο κακό κι αν πράξουνε δεν πρόκειται από τον Θεό να την πληρώσουν, αφού κάποτε η ψυχή τους θα πάρει τον δρόμο της αρετής, ούτως ή άλλως. Γι’ αυτό λοιπόν διδάσκουνε ότι κανείς δεν πρέπει να ανησυχεί ότι αισχρό κι αν πράξει σε τούτη τη ζωή.

Εσύ Κέλσο τόλμησες να ελέγξεις ως λες την αρετή της Χριστιανικής θρησκείας, που προσπαθεί να μετατρέψει τον άνθρωπο σε οίκημα αγάπης, ενώ αυτά που εσύ διδάσκεις κανέναν δεν υποχρεώνουν να είναι αγαθός, αφού έτσι κι αλλιώς αυτό κάποτε θα συμβεί στα σίγουρα από τις πολλές μετεμψυχώσεις· άραγε λοιπόν, ποιός ο λόγος να προσπαθεί κανείς να γίνει αγαθός αρχίζοντας από τώρα;

Για τους Χριστιανούς σου φαίνεται αποκρουστικό, ότι άκουσαν κι είδαν τον Ιησού με τα ίδια τα αυτιά τους και τα μάτια τα δικά τους, ενώ για όλα όσα εσύ υποστηρίζεις κανείς δεν είδε, ούτε άκουσε τίποτα· κι όλα αυτά μέσα από τις παραισθήσεις τους τα βγάζουν κι οράματα αμφίβολης προέλευσης· διότι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν αυτά τα προκαλεί ο Θεός ο Ύψιστος ή οι δαίμονες. Όλοι γνωρίζουμε ότι, αν στην αγορά κάποιος καλέσει βοήθεια, άνθρωποι με αρετή θα τρέξουν να βοηθήσουν αλλά και άλλοι πιο πανούργοι, που όλο και κάποιο κακό θα σκαρφίζονται μέσα στο σκοτεινό μυαλό τους. Τον Ιησού όμως κανένας δεν Τον φώναξε, παρά Μονάχος ήλθε· Εκείνος καλά κατάλαβε ότι από τις πολλές φωνές, πολλοί πανούργοι δαίμονες απόστρεψαν τους ανθρώπους, από την μία και μοναδική αλήθεια.

Όσο αφορά εκείνα που ο Πλάτωνας λέει σοφά για τον Δημιουργό, δεκτά ας είναι, μόνο κανείς να μη ξεχνά ότι στην εποχή του ο Ιησούς στην σάρκα ακόμη δεν μετείχε. Και γι’ αυτό αρκετοί από εκείνους τους άνδρες ιχνηλάτες ήσαν· μόνο που το δρόμο του Θεού, μόνο ο Ίδιος ο Θεός γνωρίζει. Ας μη ξεχνάς τους δαίμονες και τα πονηρά τα ίχνη, διότι αν όλοι τα ίδια ίχνη ακολουθούσαν, τότε πάντα όλοι την ίδια ιστορία θα ομολογούσαν· όμως οι ιστορίες τους πολλές και διάφορες μεταξύ τους είναι, ενώ από την άλλη ο Ιησούς ιχνηλάτης σαφώς δεν μοιάζει, παρά φως της αληθείας άπλετο είναι για τον Δημιουργό Πατέρα.

Νομίζεις Κέλσο ότι, όποιος είναι σφιχτοδεμένος με τη σάρκα του εσένα δεν μπορεί να παρακολουθήσει. Τίποτα δεν βλέπει καθαρά, αν και χωρίς καμιά απόδειξη αρχαίοι άνδρες, κατ’ εσέ, όλα σοφά τα είδαν κάποτε· κι όμως κανείς θαρρώ από τους άλλους συμπολίτες τους δεν τους είδε χωρίς το σώμα τους στην αγορά να περπατούν ή τους μαθητές τους πλέον να δασκαλεύουν. Άγνωστο λοιπόν πως κατ’ εσέ, μπόρεσαν τον Θεό τον Ύψιστο να βρουν, αν και πάντα ήσαν με τη σάρκα τους παρέα, ενώ  αντίθετα  οι Χριστιανοί χαμένοι είναι λες, σίγουρα από χέρι, έστω κι αν καμιά διαφορά κατά φύση δεν έχουν από τους πρώτους.

 

Υπάρχει το Είναι και το Γίγνεσθαι, το νοητό και το ορατό· στο είναι αντιστοιχεί η αλήθεια ενώ στο γίγνεσθαι η πλάνη. Με την αλήθεια λοιπόν έχει να κάνει η επιστήμη ενώ με την πλάνη η γνώμη· και για το νοητό βέβαια υπάρχει η νόηση ενώ για το ορατό η όραση· και το νοητό το γνωρίζει ο νους ενώ το ορατό τα μάτια. Τώρα, ό,τι είναι για τα ορατά ο ήλιος -δηλαδή ούτε μάτι ούτε όραση αλλά αιτία για να βλέπει το μάτι και μέσω αυτού να συντελείται η όραση και να γίνονται αντιληπτά τα ορατά και να υφίστανται όλα τα αισθητά και μάλιστα για να τον βλέπουν και τον ίδιο- το ίδιο είναι για τα νοητά εκείνος: δεν είναι ούτε νους ούτε σκέψη ούτε επιστήμη αλλά αιτία για να αντιλαμβάνεται η νόηση και να υπάρχει η σκέψη και να γνωρίζει η επιστήμη, αιτία για όλα τα νοητά και για την ίδια την αλήθεια και για την ίδια την ύπαρξη του είναι· όντας πέρα από όλα, νοητός με τη βοήθεια κάποιας άρρητης δύναμης.

Τα παραπάνω ειπώθηκαν για ανθρώπους νοήμονες· αν καταλαβαίνετε και σεις κάτι απ’ αυτά, τόσο το καλύτερο για σας. Και αν πιστεύετε ότι κατέβηκε κάποιο πνεύμα από τον θεό για να προαναγγείλει τις θείες αλήθειες, να ξέρετε πως τέτοιο πνεύμα θα ’ ταν μονάχα εκείνο που θα κήρυσσε τα παραπάνω λόγια και που γεμάτοι απ’ αυτό οι αρχαίοι ανήγγειλαν πολλά και καλά· που αν δεν μπορείτε να τα καταλάβετε καλύτερα να σωπαίνετε και να σκεπάζετε καλά την άγνοια σας και να μη λέτε τυφλούς αυτούς που βλέπουν και ανάπηρους αυτούς που τρέχουν, εσείς που είστε ολωσδιόλου ανάπηροι στην ψυχή και ακρωτηριασμένοι και ζείτε για ένα σώμα προορισμένο να πεθάνει.

 139, 1 & 141, 1. Ως καλά θα ξέρεις το σώμα των Χριστιανών δεν πρόκειται να πεθάνει· οι Χριστιανοί στο θάνατο το σωματικό δεν πιστεύουνε και νομίζω αυτό το απόδειξε ο Δάσκαλός τους. Η Ανάστασή του γίγνεσθαι ήταν ορατή στους μαθητές Του αλλά και στους φύλακες του τάφου το δικού Του. Όλα τούτα δεν έμειναν μόνο στο γίγνεσθαι αλλά και στο Είναι, διότι Εκείνος αποτελεί το Είναι· κι αν κανείς τους μαθητές Του δει, θα παρατηρήσει ότι αν κι Αυτός έφυγε εντούτοις πάντοτε με πολύ σοφία κι ικανότητα τους φώτιζε, όπως και με απαράμιλλο θάρρος και καρτερία για τον θάνατο τους δώριζε. Αν και το γίγνεσθαι Εκείνου τελείωσε γι’ εκείνους και για μερικούς επόμενους τους, εντούτοις τη νόηση τους την δυνάμωσε, όπως συ λες, σαν Αιτία του νου και της σκέψης τους, το δικό Του είναι. Έτσι λοιπόν Εκείνος, αυτό που τα μάτια βλέπουν τ’ έδωσε για εκείνους που στηρίζονται στο γίγνεσθαι, αλλά μαζί με αυτήν καθόλου δεν εμπόδισε, παρά βοήθησε το φωτισμό της σκέψης και της επιστήμης να Τον δεχτεί· διότι Εκείνος ως άλλοτε είπαμε σε αμφισβήτηση ανοιχτή όλα τ’ άφησε και συ αποτελείς τρανή απόδειξη ετούτου· ενώ κι οι λόγοι μου από ‘ξαρχής θαρρώ αιτία Εκείνον έχουν, ώστε η νόησή μου, όλο το γίγνεσθαι και το Είναι μαζί να αντιλαμβάνεται, να γεννιέται η σκέψη και να γνωρίζει η επιστήμη σαν εκείνη του Βασιλείου του Μέγα. Γι’ αυτό λοιπόν κοντολογίς μη θαρρείς πως αγύρτες ή παιδάκια δασκάλεψαν το γίγνεσθαι του Ιησού· το δικό Του γίγνεσθαι δεν απέχει διόλου από το Είναι, διότι ο Ιησούς είναι Αυτός που Είναι αλλά και το γίγνεσθαι Εκείνος πρώτος το ξεκίνησε, ως άρχων του κόσμου όλου. Από αυτό το γίγνεσθαι της φύσης λοιπόν οι Χριστιανοί, το Είναι που τη δημιούργησε πολύ καλά αντιλαμβάνονται και σίγουρο είναι να πει κανείς, ότι αν Εκείνος δεν επενέβαινε στο γίγνεσθαι, όπως και θα το πράξει πάλι, οι άνθρωποι μόνο το Είναι θα ‘χαν· πράγμα δύσκολο για την αντίληψη των πολλών, που αν κι εντούτοις σημαντικό και σοβαρό τυγχάνει, δεν τους βοήθησε ως θα έπρεπε στην γνώση της αλήθειας.

 

Πόσο καλύτερα θα ήταν -μιας και θελήσατε να καινοτομήσετε σε κάτι- να ασχοληθείτε σοβαρά με κάποιον άλλον, με κάποιον από κείνους που πέθαναν γενναία και που γύρω από το πρόσωπο τους θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας θείος μύθος; Αν δεν σας άρεσε ο Ηρακλής και ο Ασκληπιός και οι δοξασμένοι της αρχαιότητας, είχατε τον Ορφέα, έναν άνθρωπο ομολογουμένως ευσεβή που βρήκε βίαιο θάνατο. Αλλά αυτόν ίσως πρόλαβαν και τον πήραν άλλοι. Τον Ανάξαρχο τουλάχιστον, που όταν τον έβαλαν πάνω σε κύλινδρο και ενώ τον συνέτριβαν ολωσδιόλου άδικα, περιφρονούσε την τιμωρία με τον καλύτερο τρόπο λέγοντας, «Κοπάνισε, κοπάνισε το τσουβάλι του Ανάξαρχου, γιατί τον ίδιο δεν μπορείς να τον κοπανίσεις». Στ’ αλήθεια, η φωνή εκείνη ερχόταν από κάποιο θείο πνεύμα. Αλλά κι αυτόν πρόλαβαν και τον ακολούθησαν κάποιοι φυσικοί φιλόσοφοι. Τον Επίκτητο όμως; Αυτόν που, όταν ο κύριος του, του έστριβε με βία το πόδι, έλεγε χαμογελώντας ατάραχα, «Το σπας», και όταν του το έσπασε, «δε σου το ’ λεγα», είπε, «ότι το έσπαγες;» Τι παρόμοιο είπε ο δικός σας θεός όταν τον τιμωρούσαν; Ακόμα και τη Σίβυλλα να διαλέγατε -που κάποιοι από σας τη χρησιμοποιούν- πιο εύλογο θα ήταν να την ανακηρύξετε παιδί του θεού· τώρα όμως από τη μια παρεμβάλλετε στα λεγόμενα της ένα σωρό συκοφαντικά πράγματα δίχως λόγο, κι από την άλλη κάνετε θεό κάποιον που είχε διαβόητο βίο και ελεεινότατο θάνατο. Πόσο καλύτερα θα σας ταίριαζε ένας Ιωνάς "κλεισμένος στην κολοκύθα" ή ο Δανιήλ που γλίτωσε από τα θηρία -ή κι άλλοι, ακόμα πιο αφύσικοι από δαύτους;

 142, 1. Ο Ιησούς όμως δεν ήταν άνθρωπος, αλλά Θεάνθρωπος· γι’ αυτό εκείνα που είπε, όταν κατ’ εσένα πέθαινε, ήταν ακόμη σπουδαιότερα από εκείνα που κι ο Ανάξαρχος ή ο Επίκτητος είπαν ως άνθρωποι θνητοί αναμεταξύ μας. Ο ο Ιησούς δεν θα έλεγε ποτέ σε εκείνους που Τον σταύρωναν «σταύρωσε, σταύρωσε τον Ιησού γιατί Τον ίδιο δεν μπορείς να Τον σταυρώσεις». Άλλωστε το γνώριζε πολύ καλά. Ούτε θα μπορούσε να πει «με σταυρώνετε δεν βλέπετε;» κι όταν τα καρφιά Του έμπηγαν τη σάρκα «δεν σας το έλεγα;». Ο Ιησούς αντίθετα ζήτησε από τον Πατέρα Του να τους συγχωρήσει, και δικαιολογημένα το έπραξε, διότι εκείνοι δεν γνώριζαν τι έπρατταν όταν τον Υιό του Θεού στο Γολγοθά προσπαθούσαν καίρια να θανατώσουν. Αν το γνώριζαν στα αλήθεια, ευθύς θα σταματούσαν. Όμως κάτι τέτοιο δε συνέβαινε, γι’ αυτό κι ο Θεός τους συγχώρησε.

Ούτε λοιπόν ο Ανάξαρχος, ούτε ο Επίκτητος θα μπορούσαν να πουν «Θεέ μου συγχώρησέ τους, διότι δεν γνωρίζουν τι κάνουν» αφού κι οι δύο γνώριζαν ότι οι βασανιστές τους ήξεραν πολύ καλά τι έπρατταν. Ο μεν Νικοκρέοντας τιμώρησε τον Ανάξαρχο για τις τολμηρές παλιές τις απειλές του κατά της ζωής του πρώτου, κι ο αφέντης του δύστυχου του Επίκτητου τον τιμώρησε σύμφωνα με όσα αρκετοί αφέντες έπρατταν στους δούλους τους δικούς τους. Κανείς λοιπόν από τους βασανιστές τους δεν είχε παρανοήσει την θέση και το είδος που ο καθείς τους κατείχε. Στην περίπτωση όμως του Ιησού, λίγοι μόνο γνώριζαν, κι αυτοί ακόμη αμφέβαλλαν, για την πραγματική Του θέση, ως Υιού του Ύψιστου Θεού τους. Η συγχώρεση του Θεού προς τα πλάσματά Του, που δικαιολογημένα ίσως δεν γνώριζαν τι έπρατταν, θαρρώ πως φτάνει και περισσεύει σε όλα τούτα που εξακοντίζεις, χωρίς καμιά, έστω και ανθρώπινη σοφία.

Μα και για την μάντισσα την Σίβυλλα θα σου πω, που θες ως παιδί του Θεού οι Χριστιανοί να την ανακηρύξουν, παρά τον Ιησού τον Ναζωραίο. Λάβε υπ’ όψιν σου λοιπόν, ότι για να γίνει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε ο Ιησούς να ήταν ένας απλός στην ζωή του μάντης και να προφήτευε για εκείνη την Σίβυλλα, πως κόρη Θεού θα είναι και πως βασίλισσα όλων των ανθρώπων κάποτε θα γίνει, νικώντας τον Θάνατο και το Διάβολο παρέα. Μα όμως τα πράγματα ανάποδα από ότι θες συνέβησαν· ο Ηράκλειτος δε που τόσο καλά γνωρίζεις είχε κάποτε δηλώσει: «Η Σίβυλλα με μανιασμένο στόμα φθέγγεται αγέλαστα, ακαλλώπιστα και αρωμάτιστα, προφητεύουσα για χίλια χρόνια δια μέσω του Θεού»· αυτό μάθημα ας γίνει σε σένα και κάποιους άλλους, που λες κι η λογική σας παράτησε και το έβαλε στα πόδια κ,αι όνειρα ανούσια κάνετε για ψεύτικα κ,αι ευχάριστα υποθετικά γεγονότα του αιώνα.

 

Έχουν και ένα ηθικό παράγγελμα που λέει να μην αποκρούομε αυτόν που μας κάνει κακό: «αν σου χτυπάει την μία παρειά, εσύ να προσφέρεις και την άλλη». Παλιό κι αυτό· κι ενώ είχε προηγουμένως ειπωθεί με πολύ καλύτερο τρόπο, ετούτοι το επανέλαβαν πιο χοντροκομμένα. Γιατί και ο Πλάτωνας βάζει το Σωκράτη με τον Κρίτωνα να λένε τα εξής:

-Με κανένα τρόπο επομένως δεν πρέπει να είμαστε άδικοι.

-Με κανένα, βέβαια.

-Συνεπώς, ούτε όταν κάποιος αδικείται πρέπει να ανταποδίδει την αδικία, όπως σκέπτονται οι πολλοί, αφού δεν πρέπει να αδικούμε με κανένα τρόπο.

-Είναι φανερό πως όχι.

-Τι λες λοιπόν, Κρίτωνα, πρέπει κανείς να κάνει κακό ή όχι;

-Και βέβαια δεν πρέπει, Σωκράτη.

-Τότε; Είναι δίκαιο, όπως λένε οι πολλοί, να ανταποδίδει το κακό αυτός που κακοποιείται ή δεν είναι δίκαιο;

-Σε καμία περίπτωση.

-Διότι το να κάνεις κακό στους ανθρώπους δεν διαφέρει σε τίποτα από το να τους αδικείς.

-Σωστά μιλάς.

-Επομένως, ούτε να ανταποδίδεις την αδικία πρέπει ούτε να κάνεις κακό σε κανέναν άνθρωπο, ακόμα κι αν σ’ έχει βλάψει.

Αυτά λέει ο Πλάτωνας, και συνεχίζει με τα παρακάτω: «Σκέψου λοιπόν και συ καλά και αποφάσισε, ποιο από τα δυο· συμφωνείς μαζί μου και τούτα σου φαίνονται σωστά και ξεκινάμε από το σημείο αυτό, ότι ποτέ δεν είναι σωστό ούτε να αδικείς ούτε να ανταποδίδεις την αδικία ούτε να αμύνεσαι όταν σου κάνουν κακό ανταποδίδοντας το· ή έχεις άλλη γνώμη και δεν συμφωνείς με αυτή την αρχή; Εγώ πάντως και παλιότερα και τώρα ακόμα αυτής της γνώμης είμαι.» Τον Πλάτωνα λοιπόν αυτά τον ικανοποιούσαν, και τα ίδια πίστευαν, από πιο παλιά ακόμα, οι θείοι άνδρες. Αλλά αρκετά είπαμε γι’ αυτά και για τα όσα άλλα παραφθείρουν οι Χριστιανοί· όποιος θα ’ χει την ευχαρίστηση να το ψάξει λίγο παραπάνω, έχει να μάθει περισσότερα.

 143, 1 Δεν θα σε κατηγορήσω πάλι Κέλσο, απλά και μόνο για γλώσσα του φιδιού, που είναι εκείνη η διχαλίδα. Διότι καθώς είπες άλλοτε, την αρετή των Χριστιανών ήρθες να ελέγξεις· εντούτοις τώρα δα, τα λεγόμενά τους όμοια με θείους Έλληνες άνδρες τα ορίζεις, έστω κι αν λες ότι παραποιημένα σαφώς τυγχάνουν. Ενώ άλλοτε διχαλωτά ανάφερες ότι, οι Χριστιανοί δε γνωρίζουν τι είπαν οι αρχαίοι άνδρες, μιας και δεν τους καταλαβαίνουν, πώς τώρα υποστηρίζεις κάτι τέτοιο;

 Όμως κι αν εντούτοις κράτησαν από αυτούς τους Έλληνες που λες, όσα ορθά υπάρχουν, γιατί αλήθεια παραπονιέσαι; Εσύ δεν ήσουν αυτός που άλλοτε ομολογούσε ότι έτσι πρέπει να γίνεται και να διδάσκονται από δαύτους; Θαρρώ πως έχασες τα λογικά σου· αν κανείς τα λόγια σου βαθιά τα μελετήσει, θα σου πει ότι όχι μόνο την πίστη των Χριστιανών δεν προσπάθησες ποτέ να εννοήσεις, αλλά μήτε και την σοφία των φιλοσόφων.

Θα σε κατηγορήσω δε, πως διαθέτεις γλώσσα πονηρή, που άλλοτε λαλεί κι εκείνα που επιθυμεί σαφώς τα παρουσιάζει, ενώ άλλοτε μουγκή, που δηλαδή σωπαίνοντας τα ανεπιθύμητα αποκρύπτει· με άλλες λέξεις, αυτά που αναφέρεις θυμίζουν κύλικες που γέμισαν νερό μέχρι την μέση· ο καθένας θαρρώ ευκόλως τους σηκώνει ή τους ανατρέπει. Αντίθετα τα ασκιά των Χριστιανών γέμισαν οίνο της ζωής μέχρι ψηλά επάνω κι εκτός αυτών που εσύ τολμάς με μπόλικη φειδώ να παραθέτεις, άλλα πολλά προστέθηκαν στους νόμους των Χριστιανών· ο κανόνας του Ιησού δε φτάνει μέχρι την μέση του ασκιού, ορίζοντας μονάχα την άλλη παρειά σου στον αδικούντα να προσφέρεις, αλλά συμπληρώνει ότι, κι αν ακόμη κανείς τον χιτώνα σου αρπάξει να δώσεις και το ιμάτιο σου επιπλέον· διότι ο Θεός ο Μέγιστος, ορίζει ο Ιησούς, βρέχει επί αδίκων και δικαίων και τον ήλιο ανατέλλει υπέρ όλων σαφώς ετούτων· έτσι ομοίως πρέπει ο απλός άνθρωπος, αν θέλει στον αγαθό τον Ύψιστο να μοιάσει, αν αδικία εναντίων του διαπράττεται, όχι μόνο να μην την επιστρέφει, μη πράττοντας το άδικο, μα αντίθετα και καλό στον αδικούντα να προσφέρει.  Οι λόγοι σου, ή αφελείς είναι ή φαρμακεροί λοιπόν και πονηρά μελετημένοι, διότι οι λόγοι του Ιησού, ημιτελείς, παραποιημένοι στον καθένα παρουσιάζονται και συ γνωρίζεις νομίζω το λόγο καλύτερα από μένα.

 

Ας σταθούμε και σ’ ένα άλλο σημείο: δεν μπορούν να βλέπουν ναούς και βωμούς και αγάλματα. Ούτε κι οι Σκύθες το μπορούν αυτό ούτε Νομάδες Λίβυοι ούτε οι Κινέζοι44 οι άθεοι ούτε και άλλα έθνη ασεβέστατα και αγριότατα. Αλλά και το ότι κι οι Πέρσες την ίδια νοοτροπία έχουν, το αφηγείται ο Ηρόδοτος:

«Γνωρίζω καλά ότι οι Πέρσες έχουν νόμους που απαγορεύουν να κατασκευάζονται αγάλματα, βωμοί και ναοί, αλλά και όσους τα κατασκευάζουν τους κατηγορούν ότι είναι τρελοί· μου φαίνεται πως αυτό συμβαίνει επειδή δεν πίστεψαν, όπως οι Έλληνες, ότι οι θεοί έχουν ανθρώπινη φύση.» Κι ο Ηράκλειτος ακόμα, μια κάπως παρόμοια γνώμη εκφράζει: «Και προσεύχονται σ’ αυτά τα αγάλματα, πράγμα που δεν διαφέρει από το να κουβεντιάζει κανείς με τα ντουβάρια, μη γνωρίζοντας τι είναι οι θεοί και τι οι ήρωες.» Τι σοφότερο από τα λεγόμενα του Ηράκλειτου μας διδάσκουν οι Χριστιανοί; Ο Ηράκλειτος, χωρίς βέβαια να το εκφράζει άμεσα, αφήνει να εννοηθεί ότι είναι ηλίθιο το να προσεύχεσαι "στα αγάλματα", αν δεν έχεις ιδέα "τι είναι οι θεοί και τι οι ήρωες". Μ’ αυτόν τον τρόπο εκφράζεται ο Ηράκλειτος· ετούτοι όμως καταφρονούν ανοιχτά τα αγάλματα. Αν πιστεύουν ότι δεν θα μπορούσε να είναι θεός η πέτρα ή το ξύλο ή ο χαλκός ή ο χρυσός τον οποίο δούλεψε ο τάδε ή ο δείνα, η σοφία τους είναι αστεία. Γιατί ποιος άλλος - αν βέβαια δεν είναι τελείως βλάκας- νομίζει ότι αυτά είναι θεοί και όχι αφιερώματα στους θεούς και αναθήματα με τη μορφή τους; Αν όμως πιστεύουν ότι δεν μπορούμε να συλλάβουμε την εικόνα του θεού επειδή ο θεός έχει άλλη (μη ανθρώπινη) μορφή, όπως πιστεύουν κι οι Πέρσες, τους διαφεύγει ότι αντιφάσκουν όταν λένε ότι "ο θεός δημιούργησε τον άνθρωπο" ως "εικόνα" του και ως προς τη μορφή τον έπλασε όμοιο με τον εαυτό του. θα το παραδεχτούν βέβαια ότι τα αγάλματα υπάρχουν για να τιμούνται κάποιοι -είτε όμοιοι είτε διαφορετικοί στην όψη- αλλά, θα πουν, δεν είναι θεοί αυτοί στους οποίους αφιερώνονται τα αγάλματα, παρά δαίμονες. Κι όποιος λατρεύει το θεό δεν πρέπει να τιμά τους δαίμονες.

 145, 1. Οι Χριστιανοί δεν είναι μόνο ενάντιοι σε όσους περιγράφει ο Ηράκλειτος, που προσκυνούν τα αγάλματα ως να ήτανε ντουβάρια επειδή δεν γνωρίζουν τι αυτά αντιπροσωπεύουν, αλλά είναι κι αντίθετοι ακόμη στο τι αυτά τα αγάλματα πρεσβεύουν· κατά τους Χριστιανούς ο Θεός αποκαλύφτηκε κι ήρωες σαφώς και δεν υπάρχουν· Ένας είναι ο Θεός· ημίθεοι ή θεοί όπου κι αν ψάξεις πλέον δεν αληθεύουνν. Ντουβάρια λοιπόν δεν είναι μόνο τα αγάλματα ή τα αναθήματα επειδή από ύλη είναι φτιαγμένα, αλλά ντουβάρια είναι οι ίδιοι οι ήρωες κι οι θεοί, διότι τίποτα από τον αληθινό Θεό μες τον κόσμο δεν πρεσβεύουν.

Κι εκείνοι που τη φύση θεοποίησαν, δυο φορές τα ντουβάρια προσκυνούν· γιατί τα αγάλματα είναι ντουβάρια από μόνα τους, δεν χρειάζονται ανθρώπους για να γίνουν κι ακόμη επειδή τα αγάλματα τα ντουβάρια της φύσης αντιπροσωπεύουν. Ποιά δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στο ντουβάρι το ασκάλιστο από το σκαλισμένο; Μήπως ντουβάρι κι αυτό δεν παραμένει έστω κι αν είναι πιο αρεστό στην όψη; Ποιά η διαφορά από το ντουβάρι του αγάλματος του Απόλλωνα από το ντουβάρι του γαιώδους, κατά τον Έλληνα σοφό Θαλή, ηλίου; Ντουβάρια λοιπόν και τα δυο και άλλο τόσο εκείνοι που τα προσκυνούν· διότι ντουβάρι να προσκυνά άνθρωπο μπορεί δεκτό να γίνει αλλά άνθρωπος να προσκυνά ντουβάρι δοξάζοντας το, είναι απαράδεκτο.

Πρέπει εν τέλει να παραδεχτώ ότι είσαι και σοφός λιγάκι· αν και ερωτήσεις πολλές φορές τοποθετείς γνωρίζεις επίσης και τις απαντήσεις, ιδίως σαν μιλάς για δαίμονες. Κι υπάρχουν αρκετοί σοφοί που μαζί σου θα συμφωνήσουν, όπως ο Μάξιμος από την Τύρο, ο Πρόκλος ο Λύκιος αλλά ακόμη κι εκείνος ο ξακουστός αντίχριστος φιλόσοφος, με το όνομα Πορφύριος ή κατά το πρώην ίσως Ιουδαϊκό του, Μάλχος. Μάλιστα μερικοί απ’ αυτούς, σαν τον σοφό Ιάμβλιχο, υποστήριξαν ότι τέτοιοι δαίμονες λοιπόν μέσα στα αγάλματα κατοικούν και τα εμψυχώνουν· σ’ αυτό διέπρεψαν αρχαιότερα και κάποιοι Πέρσες ιερείς, όσο κι αν φαντάζει αυτό παράξενο στα αυτιά μας. Γι’ αυτό και μερικοί Χριστιανοί, άλλα από αυτά τα έσπασαν και σ’ άλλα χάραξαν επάνω τους σταυρούς, ώστε τους δαίμονες να διώξουν από κει μέσα. Ίσως κάποιοι από αυτούς, που τους Χριστιανούς αντιπαλεύονται, να μη δέχονται ότι μες στα αγάλματα κατοικούν οι δαίμονες. Όμως κάποιες ιστορίες από τα παλιά είναι γνωστές σ’ αυτούς· ιστορίες που μιλάνε για αγάλματα από την Ελλάδα που μεταφέρθηκαν στην Ρώμη και με κάποιο υπερφυσικό τρόπο αντιστάθηκαν· στην Ολυμπία επίσης διάφορα παράξενα λέγονταν για το άγαλμα του Δία. Τώρα άγνωστο είναι πως κατορθώνει η άψυχη η ύλη και συμπεριφέρεται με τρόπο παράξενο, μόνο όταν την μορφή κάποιου θεού της έχουν δώσει, παρά πριν την αποσπάσουν από την φυσική της θέση. Πρέπει να πει κανείς λοιπόν, ότι κάτι αξιοπερίεργο συμβαίνει όταν εκείνης κάποια μορφή των θεών της δίδεται και της αποδίδεται συ τοις άλλοις και λατρεία, παρά σαν μένει ως ασκάλιστη έχει.

Ακόμη παράξενο θαρρώ πως είναι, ότι συμφώνησες Κέλσο με τον Πλάτωνα για το θεό τον άφαντο, που δεν γίνεται κανείς να περιγράψει, ενώ εδώ βλέπω να σε ενοχλούν οι κατηγορίες των Χριστιανών για αγάλματα ανθρωπόμορφων θεών, που κανείς δεν πρέπει να μπερδεύει με ασώματους ενσαρκωμένους, σαν δηλαδή τον Ιησού τον Ναζωραίο. Διόλου δεν σε ενοχλεί, ότι εκείνοι οι ανθρωπόμορφοι θεοί, όχι μόνο ανθρωπόμορφα αγάλματα κατέχουν, αλλά και κατά ολάκερη τη φύση τους είναι σαν άνθρωποι και κατά τις πιο αστείες ή θεοπλάνες συνήθειές τους. Όμως, ας μην ξεχνάμε ότι για τους ανθρωπόμορφους θεούς, λίγους Έλληνες σοφούς θα βρεις να τους υποστηρίζουν, ενώ διαφορετική γνώμη θα δεις σε άλλους από εκείνους τους γνωστούς, ως ο Ξενοφάνης, ο Εμπεδοκλής, ο Αριστοτέλης ή ο Πρωταγόρας. Αυτοί λοιπόν θα διαψεύσουνε οικτρά, τις δικές σου τις απατηλές τις γνώμες για τούτους τους ανθρωπόμορφους θεούς, για τα αγάλματά τους, ακόμη και για τους ναούς τους· διότι αν χαζό είναι κανείς να προσκυνά ετούτους τους θεούς ντουβάρια, ακόμη πιο χαζό νομίζω πως είναι να προσκυνά τα ειδώλιά τους· ανόητο είναι ακόμη και ιερά, έστω και όμορφα, να κατασκευάζει για να διατηρεί αυτά τα ειδώλια για πάντα μέσα.

 

Πρώτα πρώτα" θα ρωτήσω, γιατί δεν πρέπει να τιμούμε τους δαίμονες; Δεν διευθύνονται όλα σύμφωνα με την κρίση του θεού; Δεν προέρχεται από αυτόν κάθε πρόνοια; Και οτιδήποτε υπάρχει μες στον κόσμο, είτε είναι έργο θεού είτε αγγέλων είτε άλλων θεοτήτων είτε ηρώων, δεν υπόκειται στους νόμους του μέγιστου θεού; Και πάνω από το κάθε τι δεν έχει ταχθεί κάποιος που επειδή θεωρήθηκε άξιος του κληρώθηκε η δύναμη για το συγκεκριμένο έργο; Αυτόν λοιπόν που του ’ λαχε η εξουσία από τον θεό, δεν θα ’ ναι δίκαιο να τον τιμήσει όποιος λατρεύει τον ίδιο το θεό; Είναι που δεν γίνεται, λέει, ο ίδιος άνθρωπος να "υπηρετεί" πολλούς "κυρίους".

 147, 1. Αν λοιπόν κι εδώ ορίζεις ότι καθετί μες τον κόσμο είναι έργο του Θεού και των Αγγέλων, εντούτοις πολλές φορές απέπεμψες τον Ιησού, τους μαθητές Του κι όλες τις διηγήσεις για τους Αγγέλους που Αυτόν βοήθησαν σε πλείστες περιστάσεις. Κάτι θα πρέπει να ειπωθεί λοιπόν! Είτε ότι ο Ιησούς θεόσταλτός είναι, παρά θεομίσητος ως όρισες εσύ ο ίδιος, ή ότι στη γη συμβαίνουν πράγματα που υπό την διεύθυνση του Θεού καθόλου δεν θα έπρεπε εντούτοις να συμβαίνουν. Όποια περίπτωση κι αν εμείς δεχτούμε, θα καταλήξουμε στο ίδιο λογικό συμπέρασμα· πως το άδικο βρίσκεται σε εκείνη τη σκοτεινή μεριά σου, όχι στη δική μου. Μη ξεχνάς πως ο Ιησούς ο Ίδιος όρισε, ως Θεόσταλτος λέγοντας ότι είναι, πως συμβαίνουν και πράγματα στη γη, που ο Θεός ο Ίδιος διόλου δεν επιθυμεί και καθόλου δεν τα θέλει.

Οι Χριστιανοί μόνο τον Ύψιστο λατρεύουν και τους υπηρέτες Του τιμούν· άλλο λατρεία κι άλλο τιμή θαρρώ πως είναι. Αυτοί, μόνο τιμητικά προσκυνούν εκείνους που ως άνθρωποι ή άγγελοι πράττουν κατά το θέλημα του μοναδικού Θεού τους. Αντίθετα διάφοροι θεοί των άλλων σοφών λαών, όπως λόγου χάρη εκείνος ο περπατημένος Δίας, αντίθετοι υπήρξαν εξ’ αρχής ή ακόμη και μισάνθρωποι. Αυτό εύκολα κι ένα παιδί το αντικρίζει, σαν ακούσει την διήγηση για την τιμωρία του Προμηθέα, που καλό στον άνθρωπο τόλμησε να κάνει κι οι ανθρωπόμορφοι θεοί τον τιμώρησαν, για τα καλά νομίζω.

Άλογη είναι κι η γνώμη σου, σύμφωνα με την οποία οφείλουμε να τιμούμε όλα τα κτίσματα του Θεού· έτσι αν πράξουμε, όπως εσύ ορίζεις, θα τιμήσουμε αναγκαστικά κλέφτες και φονιάδες και κάθε μορφή άθεης διαστροφής. Ισχύ πολύ επίσης δίνεις με αυτά που λες, στα ζώα εκείνα κει των Αιγυπτίων, διότι κι αυτά βρίσκονται κάτω από την διεύθυνση του θεού, για την οποία νωρίτερα μας είπες. Αλλά συλλογίσου το λοιπόν, τέτοια διεύθυνση σε τί θεό αρμόζει; κι αν ποτέ σου δεις ότι μάλλον δαίμονας, παρά θεός τυγχάνει αυτός, τότε θα μπορέσεις να διακρίνεις έργα που γίνονται κατά αγαθή πρόθεση και βουλή του ενός Θεού μας, παρά από κακή πλάνη ανθρώπων ή δαιμόνων, που φυσικά τους θεωρούμε απόλυτα ελευθέρους. Διότι ελεύθεροι δεν μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι όλοι τούτοι, όταν τα έργα τους υπό θεία διεύθυνση ή βούληση προέρχονται, δίχως αυτοί καθόλου να μπορούν σε τούτα να συμπράξουν. Κάτι τέτοιο προσβολή μεγάλη θαρρώ πως είναι, όχι μόνο προς τον άνθρωπο και το γένος των Ελλήνων, αλλά κι ενάντια προς το Θεό, που αντί να κατασκευάζει πλάσματα ελεύθερα κατ’ εικόνα κι ομοίωση Του, έφτιαξε κι όρισε ως άλλος άνθρωπος πολιτικός, σκλάβους δίχως καμία βούληση, δούλους που καταλαβαίνουν ή κινούνται κάτω από μαστίγιο ή από  βαριά αλυσίδα.

Κι αν ακόμη δεχτούμε ότι ο Ιησούς δεν είναι θεόσταλτος, αλλά θεομίσητος, όπως άλλοτε μας είπες, και δηλαδή θεοπλάνος, θα πρέπει επίσης ν’ αποδεχτούμε ότι στην γη συμβαίνουν πράγματα, πέρα και εκτός της διεύθυνσης θεών κι ηρώων ή ακόμη και του Ίδιου του Υψίστου· εφόσον μετά ακόμη και από τον Ίδιο τον Ιησού, πολλοί Χριστιανοί ενάντια στους άλλους θεούς και δαίμονες κινούνται. Εσύ είσαι που πρέπει να απομακρυνθείς από τις θέσεις που κατέχεις, μιας και τον Ιησού ως αποτέλεσμα ενάντια στον δικό σου τον θεό, φαίνεται πως βλέπεις. Συ είπες συ διαλέγεις. Η διαλογή όμως είναι προβλέψιμη κι οδηγεί τον κάθε λογικό στο συμπέρασμα πως όντως εδώ στη γη δε συμβαίνουν όλα με την διεύθυνση του Θεού. Και αν συμβαίνουν, ως είπαμε, πράγματα ενάντια ή μη σύμφωνα με τον Θεό, τότε επίσης και κάποιες από αυτές τις δυνάμεις που λες ότι κληρώθηκαν για συγκεκριμένα έργα, τα ίδια αντίθετα ή μη σύμφωνα με τις βουλήσεις του Θεού εντούτοις πράττουν· κι αυτές είναι που επιβλέπουν ή ενθαρρύνουν, τα όσα ενάντια ή μη σύμφωνα με τον Ύψιστο συμβαίνουν.

Τώρα φαντάζει εντελώς παράλογο, σύμφωνα με όσα είπα, ν’ αποδεχτούμε ή να ορίσουμε ποιες είναι οι θεότητες κι ποιοι οι ήρωες του Θεού του Υψίστου· αφού δίχως να το γνωρίζουμε, ίσως ενάντια στον Ύψιστο δύνανται ετούτοι να κινούνται. Παράλογο θα είναι, όλες αυτές τις δυνάμεις αδιακρίτως να τιμήσουμε ή και να λατρέψουμε ακόμη· μη ξεχνάς πως δύσκολα κανείς θνητός μπορεί αυτά τα πράγματα καθάρια να  χωρίσει, το ποιος δηλαδή θεός ή δαίμονας κινείται σύμφωνα με το Θεό, μιας και τη βούληση του Ίδιου του Θεού πρέπει ετούτος να γνωρίζει. Οι Χριστιανοί μια φορά κανόνες γι’ αυτά τα ζητήματα κατέχουν· οι άλλοι λαοί αμφισβητώ και λέω όχι.

Εσύ Κέλσο κι οι όμοιοι σου, λέγοντας ετούτα για τους δαίμονες ή για τη διεύθυνση του Ύψιστου Θεού, μοιάζουν με κάτι ανθρώπους που γυροφέρνουν στις αγορές και κάθε φορά συντάσσονται με την όποια εξουσία, μην τυχόν κανένα μερίδιο από τα κέρδη τους και χάσουν. Ως άλλοτε σου παρέθεσα για τους ανθρώπους και τους δαίμονες, άλλοι σύμφωνα με το Θεό διατάσσονται σαν σε μάχη κι άλλοι είναι αντίθετοί Του. Συ ας διαλέξεις αυτά που θες κι οι Χριστιανοί εκείνα που νομίζουν· μόνο ας μην πιστεύεις ότι κατέχεις την πιο λογική του σοφού εκείνη θέση.

 

Αυτό όμως δεν είναι παρά η γλώσσα της εξέγερσης εκείνων που υψώνουν γύρω τους τείχος και αποκόβονται από τους υπόλοιπους ανθρώπους, αποδίδοντας τα δικά τους πάθη στον ίδιο το θεό. Ναι μεν ανάμεσα στους ανθρώπους είναι εύλογο όταν υπηρετείς κάποιον να μην "υπηρετείς" και κάποιον άλλον, καθώς ο πρώτος ζημιώνεται από την υπηρεσία στον άλλο· ούτε και μπορείς, έχοντας ορκιστεί συμμαχία με έναν, να πας να συμμαχήσεις και με κάποιον άλλο, και μ’ αυτή την ίδια λογική ίσως δεν υπηρετείς ταυτόχρονα διαφορετικούς ήρωες και ανάλογες μικρές θεότητες. Όμως σε ό,τι αφορά στο θεό, που δεν τον αγγίζει ούτε βλάβη ούτε οδύνη, είναι παράλογο να προφυλάγεται κανείς και να μη λατρεύει περισσότερους θεούς, όπως θα έκανε με ανθρώπους και ήρωες και μικρές θεότητες.

 147, 2. Κακώς ομολογείς ανενόχλητος αυτές τις δικές σου τις ανοησίες· κανείς Χριστιανός τείχος δεν ύψωσε ενάντια εις τους άλλους, χωρίς οι τελευταίοι ως πρώτοι τείχος να υψώσουν γύρω από τον Ύψιστο τους. Αυτοί λοιπόν πρώτοι εξεγέρθηκαν κι αποκόπηκαν από Εκείνον με τις πολλές τους τις θεοσοφίες· ο δε Ιησούς τα τείχη αυτά θέλησε να σπάσει, ώστε όλοι να εισέλθουν στα τείχη του βασιλείου του δικού Του. Οι Χριστιανοί θαρρώ, μέσα στο βασίλειο του Θεού στα σίγουρα εμπήκαν, ενώ άλλοι πλανεμένοι απ’ έξω ιστάμενοι, νομίζοντας ότι τα τείχη των Χριστιανών αντικρίζουν, αλοίμονο δε λογίζονται ότι τα δικά τους τείχη είναι εκείνα που Χριστιανικά ορίζουν. 

Όσοι λατρεύουν περισσότερους θεούς, κλέφτες είναι κι απατεώνες, ίσως εν άγνοιά τους, διότι αυτό που ανήκει μόνο στον Ίδιο το Θεό και τον Πατέρα όλων, το αποδίδουν κάλπικα σε μικρές ανάξιες σκοτεινές υπάρξεις· κι οι δαίμονες αυτοί οι πολυλατρεμένοι, μη ξεχνάς πως έχουν τις ίδιες αυτές κατηγορίες μέσα στα άυλα κόκκαλα τους, αφού με υπερηφάνεια μπόλικη δέχονται όσα ανήκουν δικαιωματικά σε Άλλον· αν δε άνθρωποι τους κατασκεύασαν μέσα στα βαθιά τα όνειρά τους, τότε ετούτοι δεν υπάρχουν κι ούτε δαίμονες ή θεοί δεν μπορεί αλήθεια να ’ ναι· λατρεία ή τιμή καμιά δεν θα πρέπει διόλου να τους αποδίδεται, όπως δεν πρέπει να αποδίδεται φαγητό σε άνθρωπο που είναι πεθαμένος.

 

Αυτός που τιμά περισσότερους θεούς, τιμώντας κάτι από αυτά που ανήκουν στο μεγάλο θεό, κάνει θεάρεστη πράξη. Και δεν είναι δυνατό αυτός που τιμάται να μην έχει αξιωθεί γι’ αυτό από τον θεό. Διότι τιμώντας και λατρεύοντας όλους όσους ανήκουν στο θεό δεν τον δυσαρεστείς, αφού όλοι δικοί του είναι.

 147, 3 Γίνεται φανερό λοιπόν γιατί πολλές φορές, αν κι άλλους ήρωες και θεούς ως θεογέννητους όρισες, εντούτοις για τον Ιησού άλλες απόψεις είχες· ίσως φοβήθηκες μη τυχόν και τον Ιησού συμπεριλάβεις, μέσα σ’ όλους εκείνους που λες ότι από το Θεό αξιώθηκαν ή που σ’ Αυτόν ανήκουν.

Ομοίως για τους προφήτες, τους μαθητές και τους ακόλουθούς Του άλλοτε διακήρυξες· πως μερικοί από αυτούς, δεν θα ήταν δυνατόν από κάποιους «θεούς» ή τουλάχιστον κάποιο Θεό, ειδήσεις σημαντικές για τον Ιησού να είχαν ποτέ τους παραλάβει. Αν αυτό παραδεχόσουν τότε, σε πολλές και μεγάλες δυσκολίες θα ’ ρχόσουν τώρα. Μα γι’ αυτά σου μίλησα θαρρώ και παραπάνω και δεν μου είναι αρεστό να τα επαναλάβω· ότι μία φορά δεν φαίνεται να αρκεί, δεν αρκεί μήτε δύο.

 

 Και πραγματικά, όποιος ισχυρίζεται ότι μόνον ένας μπορεί να λέγεται "κύριος", μιλώντας για το θεό, διαπράττει ασέβεια καθώς διαιρεί την βασιλεία του θεού και σχηματίζει φατρία θαρρείς και γίνεται εκλογική αναμέτρηση κι υπάρχει κάποιος πολιτικός αντίπαλος του θεού.

 149, 1 Μάλλον εκείνος που θεωρεί ότι κι άλλοι θεοί υπάρχουν πέρα από τον ανώτατο Θεό, που Κύριος είναι για τους ανθρώπους και τους δαίμονες, διαιρεί την βασιλεία του Θεού σε πολλές άχρηστες φατρίες. Και ως άλλοτε είπες, εκείνος είναι που επιθυμεί να λατρεύει τους πολιτικούς Του αντίπαλους ή τους δούλους Του, παρά τον Μέγιστο Θεό.

Θα ήθελα να σταματήσω ακόμη μια φορά όμως, για να περιτριγυρίσω τις αφέλειές σου για τους πολλούς ή τον Ένα Κύριο. Αν λοιπόν ένα μόνο παλάτι κοιτάξουμε που έχει πολλούς άρχοντες κι όλοι ορίζουν τα ίδια ακριβώς πράγματα, εξήγησέ μας σοφά, τί μπορεί να χρειάζονται όλοι τούτοι δω οι κύριοι, αφού τις ίδιες αποφάσεις παίρνουν; Αν στα αλήθεια τόσοι κύριοι χρειάζονται, τότε ο καθένας τα δικά του θα πρέπει διαφορετικά πράγματα να πράττει, ενώ κάθε φατρία μέσα στο παλάτι τις δικές της γνώμες θα πρέπει να υποστηρίζει αντιμαχόμενη την άλλη. Δεν θα πρέπει να κοιτάμε δηλαδή με όσα λες παλάτι ή βασιλέα, αλλά μάλλον κάτι διαφορετικό, που δεν γνωρίζω ακριβώς τι μπορεί να είναι τόσο όμοιο με τη φαυλοκρατία.

Χαζά λοιπόν υποθέτεις Κέλσο ότι, ο Θεός ανάγκη έχει από θεούς· κανένα βασίλειο δεν έχει βασιλιάδες ή κυρίους ως επιστάτες· τέτοιες αποστολές μόνο σε κατώτερους αγγέλους ταιριάζουν παρά στον Θεό τον Ίδιο. Αν σε κάποιο παλάτι μπεις και τιμήσεις όμοια τον δούλο και τον βασιλιά ή ακόμη χειρότερα περιφρονήσεις τον τελευταίο τιμώντας ακόμη περισσότερο τον δούλο ή τους λοιπούς ενοίκους, ασέβεια θα πράξεις· και ο βασιλιάς μάλλον θα σε καταδικάσει ή θα σε αγνοήσει, παρά θα σε τιμήσει, για τούτη σου την αναιδέστατη και μεγάλη προσβολή απέναντί του και εδώ δεν διαφωνώ με όσα αναφέρεις αργότερα για τον Σατράπη.

Με όλα αυτά που γράφεις Κέλσο, τίποτα διαφορετικό δεν μας διδάσκεις, παρά ότι ο Θεός κατώτερος ακόμη και από τους θνητούς βασιλιάδες της γης τυγχάνει! Δεν μένει λοιπόν θαρρώ τίποτα άλλο, παρά στον καθένα να επιλέξει τη φατρία του· άλλοι ας είναι με τον Κύριό τους κι άλλοι με τον μαμωνά τους.

 

Βέβαια, αν οι Χριστιανοί δεν τιμούσαν κανέναν άλλον πέρα από τον ένα θεό, θα μπορούσαν ίσως να αντιτάξουν κάποιον ισχυρό λόγο. Τώρα όμως λατρεύουν υπερβολικά κάποιον που εμφανίστηκε μόλις πρόσφατα· κι όμως δεν νομίζουν ότι σφάλλουν απέναντι στο θεό παρ’ όλο που λατρεύουν κάποιον υπηρέτη του. Ακόμα και αν τους εξηγούσες ότι δεν είναι υιός του θεού ειδικά αυτός αλλά ότι ο θεός είναι πατέρας των πάντων και ότι μόνο αυτόν θα ’ πρεπε πραγματικά να τιμά κανείς, ετούτοι δεν θα ήθελαν παρά να τιμούν και αυτόν, που είναι ο πρώτος ηγέτης της φατρίας τους. Και τον ονόμασαν υιό του θεού όχι επειδή τιμούν υπερβολικά το θεό αλλά επειδή έτσι εξυψώνουν υπερβολικά αυτόν. Και για να αποδείξω ότι δεν είμαι προκατειλημμένος, θα χρησιμοποιήσω τα ίδια τους λόγια. Κάπου μέσα στον Ουράνιο Διάλογο λένε τα εξής: «Αν ο υιός είναι ισχυρότερος από τον θεό και κύριος του είναι ο υιός του ανθρώπου (ποιος άλλος θα γίνει κύριος του κυρίαρχου θεού;) πώς και στέκονται πολλοί γύρω από το πηγάδι και κανείς δεν πίνει από το πηγάδι; Γιατί, μολονότι έκανες τόσο δρόμο, είσαι άτολμος; Σου διαφεύγει ότι και θάρρος έχω και μαχαίρι.»45 Έτσι, το προκείμενο γι’ αυτούς δεν είναι να τιμήσουν τον υπερουράνιο θεό αλλά αυτόν που έχουν εκλάβει ως πατέρα εκείνου γύρω από τον οποίο συγκεντρώθηκαν, ώστε με το πρόσχημα του μεγάλου θεού να λατρεύουν μόνο αυτόν που τοποθετούν επικεφαλής, τον υιό του ανθρώπου, που τον ανακηρύσσουν ισχυρότερο και κύριο του "κυρίαρχου θεού". Εξ ου και κείνη η επιταγή τους, το να μη "υπηρετούν" δύο "κυρίους", προκειμένου η φατρία να διατηρείται γύρω απ’ αυτόν τον ένα.

 149, 2. Εσφαλμένες διηγήσεις φαίνεται ότι κατέχεις και λαθεμένα αναγνωρίζεις κάποιον υπηρέτη του Θεού· οι Χριστιανοί πολύ καλά γνωρίζουν ότι ο ίδιος ο Θεός σε σάρκα Ενδεδυμένος είναι. Κάτι τέτοιο καθόλου δύσκολο δεν είναι νομίζω για τον Παντοδύναμο, ως άλλοτε σου είπα.

Έπειτα εύκολα φανερώνεται το μίσος σου ενάντια στο Ναζωραίο, όταν αναφέρεσαι ειδικά σε Εκείνον, προσπαθώντας πολύ να Τον μειώσεις, λέγοντας πως Αυτός μόνο ηγέτης φατρίας τυγχάνει, ενώ ο Θεός είναι πατέρας των πάντων και των όλων. Αλήθεια Κέλσο, γιατί πατέρας του Ιησού δεν μπορεί να είναι ο Θεός, αν είναι πατέρας των πάντων; Στα αλήθεια το λοιπόν Πατέρας του Ιησού ο Ύψιστος τυγχάνει κι ο Υιός Του ο πολυαγαπητός εκ της ίδιας ουσίας χρήζει, εκείνης του Πατέρα, ενώ οι άνθρωποι ως κτίσματα μόνο υιοθετημένοι είμαστε Υιοί του Κτίστη.

Συνεπώς οι Χριστιανοί αντί για δύο Κυρίους Ένα και Μοναδικό γνωρίζουν, που τρία πρόσωπα διαθέτει· κάτι τέτοιο ένας σοφός σαν και σένα να καταλάβει πρόβλημα δεν έχει, αφού νομίζω ότι στη γνώση του κρατεί καλά τον θεό τον Ιανό, εκείνο των Ρωμαίων, παρότι εκείνος προσωπεία είχε κι όχι ασφαλώς πρόσωπα, σαν τον Τριαδικό Θεό των αδελφών μας.

Αν τιμούν και λατρεύουν υπερβολικά τον Ιησού, σε σφάλμα οι Χριστιανοί δεν πέφτουν, διότι ο Ιησούς όρισε ότι κανείς δεν αντικρίζει τον Ύψιστο αν δεν αντικρίσει πρώτα Εκείνον. Νομίζω δηλαδή πως κανείς τον ήλιο δεν αντιλαμβάνεται, αν δεν δει πρώτα το φως που εκείνος εκπέμπει.

Κι αν κανείς τα λεγόμενά σου εξετάσει, σαν επιτάσσεις ο καθείς να μην κατέχει περισσότερους από έναν Κυρίους, πάλι χωρίς αρετή και γνώση θα τα βρει, διότι ο Υιός του ανθρώπου δεν μιλά για Κυρίους θεούς αλλά για Έναν Κύριο Θεό και Κύριο της ύλης· και μέσα από τις διδαχές Του, τους μαθητές Του συμβουλεύει περισσότερο τον Ύψιστο να υπηρετούν, παρά τα του κόσμου τούτου· σαν τον Ύψιστο εκείνοι ακολουθούν, Αυτός θα τους παρέχει πλούσια εκείνο το χρήσιμο που μοιάζει να τους λείπει.

 

Αποφεύγουν οι Χριστιανοί να στήνουν αγάλματα και βωμούς και να ανεγείρουν ναούς, επειδή κοινός τόπος τους είναι η ασφάλεια που προσφέρει η σκοτεινή και μυστική κοινότητα. Όμως ο θεός είναι κοινός για όλους και αγαθός, δεν έχει ανάγκες κι είναι απρόσβλητος από κάθε φθόνο. Τι τους εμποδίζει λοιπόν, αυτούς που του είναι τόσο αφοσιωμένοι, να συμμετέχουν στις δημόσιες γιορτές; Και αν τα είδωλα στην πραγματικότητα είναι ένα τίποτα, γιατί είναι φοβερό να συμμετέχει κανείς στα κοινά συμπόσια·, Αν όμως υπάρχουν κάποιες θεότητες, είναι φανερό ότι κι αυτές του θεού είναι, και θα πρέπει και να πιστεύουμε και να θυσιάζουμε σύμφωνα με τα έθιμα και να προσευχόμαστε σ’ , αυτές, για να κερδίζουμε την ευμένειά τους.

 149, 3. Είσαι αλήθεια πονηρός κι αρετή δεν έχεις ενώ οι λόγοι σου είναι φοβερά κενοί και δίχως καλοσυνάτη σκέψη. Αν κι εντούτοις τους Χριστιανούς κακολογείς σε τούτη την πραμάτεια μηδέποτε να θέλεις ο ίδιος Χριστιανός να γίνεις, εντούτοις επιθυμείς από τους Χριστιανούς, όχι μόνο τον δικό σου Ύψιστο να λατρεύουν αλλά κι όλους τους άλλους τους θεούς, που ακόμη και βάρβαρη καταγωγή κατέχουν. Γιατί λοιπόν επιθυμείς εκείνο που εσύ ο ίδιος δεν το πράττεις να το πράττουμε εμείς οι Χριστιανοί; Αφού εσύ κι οι άλλοι στις εορτές για τον Ιησού καθόλου δεν μετέχετε, γιατί οι Χριστιανοί στις εορτές των άλλων θεών θα πρέπει να μετέχουν;

Και για τα συμπόσια κάτι θα σου πω· κάποτε είπες πως ο Ηράκλειτος ανάφερε ότι όποιος τα είδωλα προσκυνεί χωρίς να ξέρει τι πρεσβεύουν, ντουβάρι προσκυνεί. Κι όποιος λοιπόν από ειδωλόθυτα σε συμπόσιο τρώει χωρίς τίποτα το θεϊκό να τους αναγνωρίζει, ντουβάρια αλεσμένα κι αυτός επιθυμεί και γη και χώμα τρώει. Κι αν ακόμη χειρότερα τα είδωλα δαίμονες αναπαριστούν, παρά τον Θεό τον Ίδιο, τότε καλύτερα και δυο φορές ακόμη παραπάνω για τους Χριστιανούς τα ειδωλόθυτα να μην τα έχουν για τη δική τους βρώση.

Οι Χριστιανοί λοιπόν καμιά ευμένεια από ντουβάρια και δαίμονες δεν επιθυμούν, παρά μόνο του Υψίστου. Γι’ αυτή τους την επιλογή είναι γνωστό ότι πολλά κακά και δεινά χρεώθηκαν κι έτσι κατάντησαν, ως λες, σε σκοτεινές και μυστικές κοινότητες να στέκουν. Συ ο ίδιος κάποτε τους κακολόγησες για αυτή τους την επιλογή, επειδή την ασφάλειά τους προσπαθούσαν ορθά να επιτύχουν. Σωστά έπραξαν λοιπόν, μιας και τέτοιες θεότητες σαν εκείνες που ορίζεις, φαίνεται πως οργάνωσαν το κυνήγημα τους, αφού οι Χριστιανοί δεν θυσιάζανε μήτε προσεύχονταν σ’ αυτές για να κερδίσουν την ευμένειά τους. Αλήθεια, τί θεοί μισάνθρωποι παρά φιλάνθρωποι, είναι αυτοί, που για να συμπεριφέρνονται καλά εις τους ανθρώπους απαιτούν με το ζόρι την λατρεία;

Αντίθετα ο Χριστός των μαθητών, όχι μόνο δεν απαίτησε τίποτα με την καταραμένη βία, μιας και ελεύθερα γνώριζε πως είναι τα πλάσματά Του, αλλά δέχτηκε ακόμη και κακομεταχείρισης να τύχει αναμεταξύ τους. Αυτός λοιπόν κι αν είναι αληθινός Θεός, παρά κανένας πανούργος και πονηρός δυνάστης των ανθρώπων.

Θα πρέπει επίσης να ειπωθεί, ότι όλες αυτές οι θεότητες που επιθυμούσαν των Χριστιανών το τέλος, οικτρά ηττήθηκαν από μια σειρά μικρών εις τις σελίδες τους βιβλίων, που όλα τα ανούσια σάρωσαν εις το πέρασμά τους. Οι Χριστιανοί, αν και κάποτε σπόροι ήσαν θαμμένοι μες το χώμα και στις κρύπτες, τώρα βλαστούς κι άνθη πέταξαν και πάνω στην επιφάνεια της Γης περίλαμπρους ναούς έχουν παντού τριγύρω κτίσει. Ο δε Διάβολος θαρρώ, ίσως πάλι κάποτε μαθητές μας θα πλανέψει και κάποιες από αυτές τις θεότητες  θα πάρουν ξανά το πάνω χέρι. Μα ας μην κανείς ξεγελαστεί, διότι γραφτό είναι αυτόν τον πόλεμο ενάντια στο καλό κάποια μέρα να τον χάσει ο άτιμος· διότι Ένας είναι ο Παντοδύναμος και κανείς δεν μπορεί να Τον νικήσει, όσες ελπίδες φρούδες κι αν κατέχει. Το μόνο κρίμα είναι πως πάντα η μάχη και ο πόλεμος φέρνουν τον θάνατο ή την αιχμαλωσία για τους ηττημένους. Γι’ αυτό λοιπόν ο καθείς προσεχτικά ας ψάξει και με μεγάλη προσοχή ας διαλέξει το στρατόπεδό του· ποτέ μην παραπονεθεί ότι δεν μπόρεσε Τον Παντοδύναμο ευθέως ή πλαγίως να νικήσει· περίγελος θα γίνει, όχι μόνο των θνητών, αλλά και του πονηρού και μοχθηρού Διαβόλου.

 

Αν αποφεύγουν να τρώνε από το κρέας θυσιασμένων ζώων επειδή έτσι το επιβάλλει κάποια παράδοση, θα πρέπει τότε να αποφεύγουν να τρώνε ζώα σε κάθε περίπτωση -όπως ακριβώς πιστεύει και ο Πυθαγόρας, από σεβασμό στη ζωή και τα όργανα της. Αν όμως, όπως ισχυρίζονται, το κάνουν για να μη συν-διασκεδάζουν με θεότητες, τους μακαρίζω για τη σοφία τους -που σιγά σιγά το καταλαβαίνουν, ότι πάντοτε είναι ομοτράπεζοι με θεότητες· βέβαια αυτοί τότε μόνο παίρνουν τα μέτρα τους, όταν βλέπουν να γίνεται μια θυσία. Μα όταν τρώνε ψωμί και πίνουν κρασί και δοκιμάζουν φρούτα και πίνουν το ίδιο το νερό και αναπνέουν τον ίδιο αέρα, δεν τα παίρνουν τάχα από κάποιες θεότητες που τους έχει ανατεθεί η φροντίδα για το καθένα από τα παραπάνω; Ή πρέπει να μη ζούμε πουθενά και με κανένα τρόπο ή, όσοι ερχόμαστε σ’ αυτή τη ζωή κάτω από αυτές τις συνθήκες, πρέπει να είμαστε ευγνώμονες στις θεότητες που έχουν την επιστασία των επιγείων και όσο ζούμε να τους απευθύνουμε θυσίες και προσευχές, για να αγαπούν τους ανθρώπους. Εδώ ο σατράπης του βασιλιά των Περσών ή των Ρωμαίων, ή ο ύπαρχος ή κάποιος στρατηγός ή επίτροπος, ακόμα κι εκείνοι που έχουν μικρότερες εξουσίες ή αρμοδιότητες, αν τους περιφρονήσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλο κακό -πόσο μάλλον οι εναέριοι και επίγειοι σατράπες και υπηρέτες, αν τους προσβάλεις. Όμως κι οι Χριστιανοί δεν κάνουν τίποτα διαφορετικό· μόνο που οι δικές τους θεότητες αποκτούν ισχύ μόνο αν τις αποκαλεί κανείς με βαρβαρικά ονόματα, ενώ τα Ελληνικά ή Ρωμαϊκά δεν φέρνουν τέτοιο αποτέλεσμα.

 151, 1. Κι αν  ακόμη στην Ελλάδα ο Θεόφραστος ζήτησε οι ανόητες θυσίες των ζώων ευθύς να πάψουν, όπως αργότερα εκείνος ο Απολλώνιος ο Τυανέας ζήτησε να τερματιστούν κι εκείνες των ανθρώπων, εντούτοις δεν εισακούσθηκαν. καμιά παράδοση για το κρέας των θυσιασμένων ζώων δεν υπάρχει αλλά πράξη ανδρείας των Χριστιανών θαρρώ πολύ πως είναι αυτή η συμπεριφορά τους, έπειτα από τα λόγια και τις συμβουλές του Απόστολου του Παύλου, που για τη συνείδηση των άλλων όρισε κανείς Χριστιανός τα ειδωλόθυτα ποτέ του να μην δεχτεί να φάει, ώστε κανείς των άλλων θρησκειών να μην κατηγορήσει ότι το ειδωλόθυτο το κρέας, οι μαθητές κι οι αδελφοί το τρώνε από κάποιο συμφέρον ασφαλείας· διότι ασφάλεια οι Χριστιανοί μόνο από τον Παντοδύναμο δέχονται, παρά από κάποιες άλλες δυνάμεις· και συ Κέλσο κάποτε όρισες ότι κανείς δεν πρέπει να απομακρυνθεί ή να απαρνηθεί τις δοξασίες του, προκειμένου να αποφύγει τους κινδύνους.

Όσοι μπορούν τα λόγια του Πυθαγόρα, αυτά που λες, να τα δεχτούν, παρά την ασθένεια της σάρκας, ευλογημένοι να είναι, είτε στους Χριστιανούς ανήκουνε είτε σε κάποια άλλη θρησκευτική ομάδα. Μα επίσης πολύ καλά γνωρίζεις θαρρώ, ότι κάθε θυσιασμένο ζώο σε θεό είναι αφιερωμένο κι όποιος σε τέτοιο τραπέζι από το θυσιασμένο ζώο τρώει, ομοτράπεζος με εκείνο τον θεό ευθύς αμέσως γίνεται· κι αν εκείνος ο θεός διόλου δεν υπάρχει, τότε οι ομοτράπεζοι τιμώντας τον παραμελούν του κόσμου τον Ύψιστο Θεό που πραγματικά Θεός είναι του κόσμου τούτου και του επόμενου.

Εσύ Κέλσο κι οι όμοιοι σου, αυτά κι άλλα ακόμη πονηρά υποστηρίζετε· λες με αφέλεια ότι κάθε φορά που κανείς κρασί, ψωμί και φρούτα τρώει, είναι μαζί και ομοτράπεζος με άλλες θεότητες. Μα νομίζω ότι οι Χριστιανοί άλλο Θεό μακάριο στον τραπέζι τους καλούνε κι όλοι οι άλλοι μπορούν στο καλό· να πάνε στους Χριστιανούς σε τίποτα δεν χρειάζονται ετούτοι οι θεοί που αναφέρεις.

Ως άλλοτε σου είπα, ο αέρας και τα δώρα της φύσης, δώρα του Ύψιστου στον άνθρωπο είναι παρά επιστασίες άλλων θεοτήτων. Οι Χριστιανοί πιο σοφοί από τους λοιπούς πιστούς τυγχάνουν, διότι κανείς από αυτούς τους Σατράπηδες που αναφέρεις κακό κανένα δεν μπορεί να σου κάνει, αν ποτέ σου δεν περιφρονείς τον Ύψιστο κι έχεις επιπλέον καλές κι αγαθές σχέσεις μαζί Του· διότι αυτοί οι σατράπες, αν όντως υποθέσουμε ότι υπάρχουν, είναι ανίσχυροι μπροστά στον βασιλέα κι ουδέποτε ο καθείς τους πράττει κάτι που ο βασιλέας ο ίδιος δεν έχει διατάξει, εκτός κι αν δεχτούμε την δική σου άποψη· ότι δηλαδή κάποιοι από αυτούς τους Σατράπηδες ενεργούν δίχως την άδεια του βασιλέα, αντιπράττοντας πολλές φορές και πέρα από τη θέλησή του. Μα θαρρώ πως αν δεχτούμε ότι επίγειοι κι εναέριοι σατράπες αντιπράττουν στον Ύψιστο Θεό, θα πρέπει ακόμη να δεχτούμε όσα οι Χριστιανοί δέχονται για τον Διάβολο και την αντίπραξή του. Και ας μη ξεχνάς λοιπόν ότι όλα αυτά τόσο χειρότερα συμβαίνουν, όταν κανείς ούτε τον ίδιο τον βασιλιά δεν τιμά. Τότε αλίμονο· σαφώς οι Σατράπες μπορούν να του κάνουν κακό αφού καμιά προστασία από τον Ύψιστο δεν θα ’ χει.

Εδώ βέβαια καλό θα ’ ναι να δεις, ο Χριστός ως βασιλιάς πόσο καλός και δίκαιος με τους υπηκόους Του είναι, εφόσον αν και συ πολλές φορές Τον βλασφήμησες, εντούτοις Αυτός τον κόσμο όλο έφτιαξε και τον αέρα και μαζί με το νερό σου τα προσφέρει φιλανθρώπως· κι όχι μόνο κανένα κακό δικό σου δεν ζήτησε ποτέ, αλλά τη σωτηρία και τη γιατρειά σου πρόσφερε πάνω στον Σταυρό, ενώ στους αδελφούς όρισε να σου δίνουν και το ιμάτιο τους, αν τυχόν και το χιτώνα τους αρπάξεις ή ληστέψεις.

 

Ο Χριστιανός λέει: Ορίστε, στάθηκα μπροστά στο άγαλμα τον Δία ή τον Απόλλωνα ή οποιονδήποτε θεού και το βλασφημώ και το βαράω και δε μου κάνει τίποτα. Μα δεν βλέπεις, καλέ μου άνθρωπε, ότι και τη δική σου θεότητα τη στήνει κάποιος απέναντι του και όχι μόνο την προσβάλλει αλλά και την εξορίζει πέρα από στεριά και θάλασσα και σένα τον ίδιο, που σαν ανάθημα είσαι αφιερωμένος σ’ αυτήν, σε συλλαμβάνει και σε ανασκολοπίζει· και η θεότητα ή -όπως λες εσύ- ο γιος του θεού ούτε που τον τιμωρεί καθόλου. Ένας ιερέας του Απόλλωνα ή του Δία θα αποκρινόταν, «αργοπορημένα αλέθουν οι μύλοι των θεών», και «στα παιδιά των παιδιών που γεννιούνται τελευταία». Εσύ βέβαια βρίζεις και κοροϊδεύεις τα αγάλματα τους, γιατί αν είχες μπροστά σου κι έβριζες τον ίδιο το Διόνυσο ή τον Ηρακλή δεν θα απομακρυνόσουν έτσι χαρούμενος· το δικό σου το θεό όμως τον είχαν ζωντανό μπροστά τους και τον τιμωρούσαν κι οι δράστες δεν έπαθαν το παραμικρό, όχι μόνο εκείνη την ώρα αλλά και στην υπόλοιπη ζωή τους. Τι το παράδοξο έκανε εκείνος ώστε να γίνει πιστευτό ότι δεν ήταν αγύρτης αλλά γιος του θεού; Και αυτός που έστειλε το γιο του για να μας φέρει κάποιο μήνυμα, καθόταν και παρακολουθούσε την τόσο σκληρή τιμωρία του γιου που εξ αιτίας της χάθηκε και το μήνυμα, κι ύστερα από τόσο καιρό εξακολουθεί να μη δίνει σημασία; Ποιος πατέρας μπορεί να ’ ναι τόσο ανόσιος; Ο Ιησούς ήθελε ο ίδιος, όπως λες, και γι’ αυτό άφηνε να του φέρονται υβριστικά. Αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ίδιο ισχύει και γι’ αυτούς που προσβάλλεις εσύ, και γι’ αυτό ανέχονται τις προσβολές. Καλύτερα να συγκρίνουμε τα όμοια με τα όμοια, βλέπεις, μόνο που ετούτοι (οι άλλοι θεοί) τιμωρούν αυστηρά αυτόν που τους προσβάλλει και ο τελευταίος είτε τρέπεται σε φυγή και κρύβεται είτε συλλαμβάνεται και σκοτώνεται.

 153, 1 Αυτά τα παραδείγματα των Χριστιανών που αναφέρεις, νομίζω ότι ακραία πολύ πως είναι· ο ορθός και δίκαιος Χριστιανός μάλλον με τη ζωή και τη διδαχή του φανερώνει το ποιόν του, παρά με επισφαλής κομπορρημοσύνες σαν τους φιλοσόφους.

Πράγματι, πολλοί μπορούν και βρίζουν τις θεότητες και τα αγάλματά τους ενώ κανείς τους δεν πεθαίνει, διότι ανάλογα κι όμοια με το προσκύνημα των ντουβαριών, εκείνων του Ηρακλείτου, υπάρχει κι η ύβρις προς τα ίδια τα ντουβάρια. Οι Χριστιανοί λοιπόν για χάρη του Θεού τους θάνατο και καταδίκες δεν φοβούνται και νομίζω πολλοί το απέδειξαν με τη θέλησή τους. Για τα ντουβάρια νομίζω κανείς δεν επιθυμεί, αλλά ούτε κι αξίζει να χάσει την πολύτιμη ζωή του.

Ο δε Θεός των Χριστιανών, που έστειλε τον Υιό Του για να μας φέρει κάποιο μήνυμα, κι ας πούμε ότι αυτό το μήνυμα της Αναστάσεως ήταν, όχι μόνο παρακολουθούσε την, καθώς λες, τιμωρία του Υιού Του, αλλά ήταν κι Εκείνος που βασικά τη σχεδίασε με την ανέχειά Του· διότι σύμφωνα με όσα κι εσύ προηγουμένως υποστήριξες, όταν ο Υιός διστακτικά σε Εκείνον προσευχήθηκε, Εκείνος με το θέλημά Του ισχυροποίησε τον μονάκριβο Υιό Του, ώστε να διέλθει την οδό του μαρτυρίου. Και βεβαίως Κέλσο να ’ σαι σίγουρος ότι το μήνυμα διόλου δε χάθηκε, αλλά σαν την φωτιά διαδόθηκε και θα εξακολουθεί να διαδίδεται ακόμη. Αν αντιθέτως ο Θεός επενέβαινε ενάντια στο δικό Του σχέδιο, τότε Αυτός ο Θεός δεν θα ήτανε σοφός κι η σοφία Του δεν θα ήταν μεγαλύτερη από εκείνη τη δική σου ή του ενός ληστή, που στο σταυρό κρεμάστηκε και το Δάσκαλό μας προκάλεσε με την αναίδειά του.

Ας μη βιάζεσαι Κέλσο τον Ουράνιο Θεό Πατέρα να κακοχαρακτηρίσεις ως γονέα, παραβλέποντας πονηρά ότι ο Πατέρας δεν έχει μόνο έναν Υιό, αλλά πολλούς ακόμα, που αν και θεοί αυτοί δεν τυγχάνουνε, εντούτοις στην ίδια θεία οικογένεια ανήκουν· διότι όποιος στην οικογένεια του Θεού ανήκει, μόνο θείος μπορεί να είναι και τίποτα άλλο.

Καλά λες έπειτα ότι ο Ιησούς ανέχονταν όλες τις προσβολές. Το σχέδιο Του μόνο μέσα από τέτοιες ανθρώπινες θλίψεις μπορούσε να εκπληρωθεί· κάτι τέτοιο δεν νομίζω να ισχύει για το θεό τον Διόνυσο ή τον ήρωα Ηρακλή. Εσύ ο ίδιος άλλωστε νωρίτερα ομολόγησες ότι αν τολμούσε κάποιος να τους προσβάλει, ενόσω ακόμη ζούσαν, δεν θα απομακρυνόταν τόσο χαρούμενα. Και αυτό συγκεκριμένα στο Διόνυσο συνέβηκε ως είδαμε, όταν φυλακίστηκε ο θεός κι ο Δαίμονας τον ελευθέρωσε κι ευθύς ο πρώτος την εκδίκησή του αμέσως πήρε. Τώρα θαρρώ πως βασιλιάς ή στρατηγός που με το σπαθί στο χέρι επιβάλλει το σεβασμό και την τιμή ανάμεσά στους άνδρες του, καμιά ουσιαστική αξία δεν έχει· ο πραγματικός σεβασμός κι η αληθινή τιμή, από όσο γνωρίζω, κερδίζονται με μόχθο· ποτέ δεν επιβάλλονται. Άνδρες στους οποίους ο σεβασμός κι η τιμή προς το στρατηγό τους επιβάλλεται, γρήγορα θα εξεγερθούν ενάντια του, όταν μισητός πολύ θα γίνει μεταξύ τους εκ της βίας. Παραδείγματα τέτοια όλοι είδαμε πολλά στη Ρώμη, σαν κάθε μικρό χρονικό διάστημα οι αυτοκράτορες δολοφονούνταν από στρατιώτες κι από συγγενείς, στους οποίους η τιμή κι ο σεβασμός προς αυτούς περισσότερο είχαν επιβληθεί, παρά κερδηθεί μέσα από τις μάχες ή από τις κοινωνικές τους σχέσεις.

Ο Θεός των Χριστιανών σε θείο πνευματικό στράτευμα καλεί μα ο καθένας εντάσσεται εκεί ολομόναχός του· διότι ο δρόμος της αρετής και του Θεού ουδέποτε γίνεται να επιβληθεί στα ελεύθερα πλάσματά Του. Η τιμωρία ασφαλώς περιμένει εκείνους που στα σχέδια του Θεού αντιτάσσονται και που ανθρώπους ενάρετους σε κολάσιμους μετατρέπουν· ας είναι γνωστό ότι αυτή η τιμωρία στην ψυχή αναφέρεται και στην μετέπειτα ζωή ως έλλειψη ευλογίας, παρά σε φυλακές, συλλήψεις κι άλλες όμοιες τιμωρίες των ανθρώπων, που αναλαμβάνουν θεοί σαν εκείνους που αναφέρεις εδώ στον γήινο τον κόσμο. Έτσι, κι αν οι άλλοι οι θεοί, όπως λες, τους Χριστιανούς σκοτώνουνε δια μέσω τρίτων, ανίσχυροι εντελώς φαντάζουν, μιας και κανείς από εκείνους τους θεούς αυτούσια δεν το πράττει· μα ακόμη πιο πολύ, διότι κανενός τη ψυχή δεν φαίνεται να εξουσιάζει και όλη η τιμωρία περιστρέφεται γύρω από την σάρκα, λες κι εκείνοι να υποστηρίζουνε θαρρείς το δικό μας δόγμα, εκείνο εκεί της ψυχικής της αφθαρσίας.

 

Είναι ανάγκη να απαριθμήσω τα όσα έχουν προφητευτεί με λόγια θεόπνευστα είτε από τους προφήτες των μαντείων είτε από ιερείς και ιέρειες του Ερμή,* τα όσα αξιοθαύμαστα ακούστηκαν από τα άδυτα τους ή τα όσα φανερώθηκαν από τα θυσιασμένα ζώα και από άλλα θεϊκά σημάδια; Σ’ άλλους ανθρώπους πάλι παρουσιάστηκαν καθαρές εικόνες. Γεμάτη από τέτοια είναι η ανθρώπινη ζωή. Πόσες πόλεις εξάλλου άκμασαν χάρη στους χρησμούς και γλίτωσαν από αρρώστιες και λιμούς, κι από την άλλη, πόσες αδιαφόρησαν γι’ αυτούς ή δεν τους πρόσεξαν και καταστράφηκαν; Και πόσες δεν στάλθηκαν να ιδρύσουν αποικία και επιδιώκοντας αυτά που είχαν χρησμοδοτηθεί, βρήκαν την ευτυχία; Πόσοι άρχοντες και πόσοι απλοί πολίτες δεν βρέθηκαν, σύμφωνα με χρησμούς, σε καλύτερη ή χειρότερη κατάσταση; Και πόσοι, που το ’ φερναν βαριά τ’ ότι ήσαν άτεκνοι, δεν απόκτησαν κείνο που ζήτησαν, και πόσοι δεν γλίτωσαν από την οργή κάποιων θεών; Πόσοι δεν γιατρεύτηκαν από σωματικές αναπηρίες; Και πάλι, πόσοι πρόσβαλαν τα ιερά και δεν τιμωρήθηκαν την ίδια στιγμή -άλλοι μένοντας επί τόπου με χαμένα τα λογικά κι άλλοι, που διατυμπάνισαν τις πράξεις τους, είτε αυτοκτόνησαν είτε παγιδεύτηκαν σε αγιάτρευτες αρρώστιες. Αλλά και μέσα από το ίδιο το άδυτο κάποιοι απ’ αυτούς έμειναν κεραυνοβολημένοι από μια δυνατή φωνή.

 155,1. Αστεία πράγματι όλα αυτά που εσύ υποστηρίζεις, όχι για μας τους Χριστιανούς, μα για τους δικούς σας τους απίστους· οι Χριστιανοί θαρρώ τους προφήτες τους καλά άκουσαν και τον Υιό του Θεού Ιησού Χριστό αμέσως δέχτηκαν· πολλοί δε από αυτούς που εσύ μας παρουσιάζεις, αν και προφητείες θεόπνευστες, ως λες, τα μαντεία τους φανέρωσαν, εκείνοι την πλάτη τους γύρισαν και λοξοδρομήσανε. Οι Χριστιανοί λοιπόν τα έχουν καλά με το Θεό τους και με τους προφήτες, μα εκείνοι όμως που τα μαντεία και τα άδυτά τους δέχονται πως φανερώνουν θεϊκά σημάδια πες μου, γιατί τον Ιησού αρνήθηκαν αν και σημάδια υπέρ Αυτού εμφανίστηκαν και εκεί μέσα ακόμη; Τέτοιοι σοφοί σαν και αυτούς που παρουσιάζεις, όχι μόνο ασεβείς προς τον Ιησού τυγχάνουν, αλλά απέναντι και στα μαντεία τους τα ίδια, που για Εκείνον τους μίλησαν όταν ο Θεός τους έδωσε εξ ουρανού την άδεια.

Έπειτα εσύ Κέλσο, ως άλλος ένας απαίδευτος ακόμη, νομίζεις τα θυσιασμένα ζώα ότι σημάδια θεϊκά φανερώνουν, μα τέτοια πράγματα σοφά μήτε οι πιο βάρβαροι δεν λένε· ένας άνθρωπος ζωντανός δηλαδή πολλά περισσότερα σοφά και θεϊκά σημάδια μπορεί να παρουσιάσει σε κάποιον, παρά νεκρός κι ακίνητος· το ίδιο θαρρώ ισχύει ακόμη περισσότερο και για τα άψυχα και πεθαμένα ζώα. Κι αν εσύ νωρίτερα τον άνθρωπο νεκρό τον όρισες ως απλή ακαθαρσία, πώς τώρα σπλάχνα ζώων νεκρών ζητάς να δεις και τα σκαλίζεις, μπας και σου φανερωθεί το μέλλον, και συν αυτά θεόπνευστα ορίζεις επιπλέον τα λόγια ετούτα; Μάλλον πολύ ακάθαρτα θα πρέπει να είναι αυτά τα λόγια, που απ’ του ψοφιμιού πηγάζουνε τα ζεστά κι λερωμένα σπλάχνα.

Αν κι άλλοτε τους μαθητές του Χριστού κατηγόρησες ότι βλέπουνε φαντάσματα, έστω κι αν εκείνοι με τα χέρια τους ψηλάφισαν και νιώσαν, εντούτοις τώρα δεν αισχύνεσαι να μιλείς για καθαρές εικόνες, λες και η καθαρότητα μιας εικόνας αντιστοιχεί και αναλογεί όμοια κι ίσια με την αλήθεια που εκείνη φανερώνει· άλλα πιο σοβαρά κριτήρια λες να μην υπάρχουν;

Εκείνους τους χρησμούς μαντείων που άκουσαν πόλεις που άκμασαν και σώθηκαν τους παρατηρήσαμε εμείς οι Χριστιανοί· άξιους ψόγων τους ορίσαμε αυτούς, τα μαντεία κι ακόμη τους θεούς τους, σαν χρειάζονται πράγματα να γίνονται όπως εκείνα τα αισχρά που διαπράχθηκαν στην περίπτωση της Μακαρίας, κόρης όμορφης αρχοντικής γενιάς, που θυσιάστηκε για να επαληθευθεί ο χρησμός της νίκης των Ηρακλειδών επί των Αργείων· διότι σύμφωνα με όσα λένε, αν η Μακαρία δε θυσιάζονταν ο χρησμός μάλλον δε θα έβγαινε αληθινός, παρά στα σίγουρα ψεύτικος κι άστοχος για εκείνους τους ευκολόπιστους. Τώρα πως γίνεται ο χρησμός ενός μαντείου να εξαρτάται από μια ανθρωποθυσία άγνωστο μου είναι· μάλλον φανερώνει θεούς που για να βοηθήσουν κάποιους πολεμιστές ή κατοίκους προστρέχουν να βρουν αίμα ανθρώπινο να χυθεί στον ανεπαίσχυντο βωμό τους.

Κι οι άλλοι επιτυχείς χρησμοί περισσότερο θα πρέπει να αναζητηθούν στους σοφούς άνδρες που τα μαντεία αποτελούσαν, παρά στην επέμβαση θεών, διότι και για μαντείες διφορούμενες άκουσα, που δεν νομίζω να ταιριάζουν σε θεούς. Τέτοιοι θεοί με διφορούμενους χρησμούς στο στόμα, μοιάζουν θαρρείς με οντότητες, που δεν ξέρουν τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον και όλα πονηρά τα τακτοποιούν έτσι τα μαντικά τους λόγια, ώστε όπως κι αν οι άνθρωποι να πράξουνε, αυτοί και τα λόγια τους να επιβεβαιωθούν. Κάτι τέτοιους χρησμούς, έστω κι αν δείχνουν μια κάποια σοφία, εντούτοις δεν γίνεται σε θεούς αποκλειστικά να αποδοθούν· τέτοιες κι ανάλογες πονηρές τακτικές, κάλλιστα ανθρώπων θνητών γνωρίσματα είναι, παρά κάποιων αθανάτων.

Έτσι Κέλσο, ακόμη κι αν εμένα προσωπικά ρωτούσες να σου πω αύριο αν θα βρέξει και σου ‘λεγα μπορεί ναι, μπορεί κι όχι, σοφός θα ήμουν· διότι σε λάθος δεν θα έπεφτα, αλλά εγώ ο ίδιος θεός δεν θα ’ μουν, αφού στα σίγουρα δε θα ήξερα να πω στα σίγουρα και ξεκάθαρα αύριο τι θα γίνει· κι ο Θεός νομίζω κάτι τέτοιο μπορεί να το πράξει, εφόσον γι’ αυτόν ο χρόνος δεν υπάρχει.

Γι’ άλλους έπειτα μάντεις διάβασα, που σχέση με θεούς δεν νομίζω να κατέχουν. Ο Οφιονέας λοιπόν σαν μάντης τρανός που ήταν, το μέλλον γνώριζε να σου πει, αν πρώτα τη ζωή σου σε εκείνον διηγούσουν. Αν όντως όμως μάντης του Θεού αληθινός ετύγχανε, δε θα έπρεπε τη ζωή σου να ζητάει, ώστε τα μελλούμενα ευκολότερα να μπορεί να διηγηθεί με τη βοήθεια της τύχης.

Και για όλα τα αγαθά που ο καθείς λαμβάνει από αυτούς που θεούς θέλει να αποκαλεί, νομίζω πως σου μίλησα και ζήτησα καλά ο καθείς να εξετάζει, ποιος είναι αυτός που το καλό προς σε εκείνον πράττει κι αν οι σκοποί του είναι επιπλέον αγαθοί.

Όσο αφορά εκείνο που μαρτυράς για τις τιμωρίες των ασεβών, συ ο ίδιος μόνος σου τις αρνήθηκες όταν έφερες για παράδειγμα τους Χριστιανούς που τα αγάλματα υβρίζουν και τίποτα κακό δεν τους συμβαίνει, ενώ στους πιστούς εκείνων των μαντείων πολλά κακά μαρτυρείς, λες κι εκείνοι οι θεοί περισσότερο τιμωρούν τους δικούς τους πιστούς παρά τους Χριστιανούς, δείχνοντας για ακόμη μια φορά τι σόι θεοί είναι τούτοι, αφού και τους πιστούς τους βασανίζουν και τους Χριστιανούς, που προστατεύονται από τον Ύψιστο Θεό, ανίκανοι είναι να πειράξουν· εκτός κι αν ετούτοι οι τελευταίοι κατά κάποιο τρόπο τους δώσουν πάτημα εισερχόμενοι μες τα ιερά ή στα τρανά τους τα μαντεία, αναζητώντας επείγουσες και μαγικές λύσεις στα ανθρώπινα ματαιόδοξα προβλήματά τους.

 

Μάλιστα, καλέ μου φίλε, όπως ακριβώς εσύ πιστεύεις σε αιώνιες κολάσεις, κάτι παρόμοιο πιστεύουν και οι ερμηνευτές -οι ιερείς και οι μυσταγωγοί- εκείνων των ιερών. Και με τις κολάσεις που εσύ απειλείς τους άλλους, εκείνοι απειλούν εσένα. Ποια από τα δυο είναι πιο αληθινά και ποια υπερτερούν, αυτό είναι κάτι που μπορεί να εξεταστεί. Γιατί στα λόγια κι οι δύο πλευρές υποστηρίζετε η καθεμιά τα δικά της· αν όμως ζητηθούν αποδείξεις, εκείνοι έχουν να επιδείξουν πολλά και ξεκάθαρα, βγάζοντας στο φως τα έργα κάποιων θείων δυνάμεων καθώς και χρησμούς από μαντεία κάθε είδους.

 155, 2. Αν λοιπόν εκείνων οι κολάσεις σαν των Χριστιανών μοιάζουν και κανένα δεν μπορείς να πεις ποιο είναι πιο αληθινό και ποιο υπερτερεί, παρά μονάχα ξέρεις να παραδεχτείς ότι εκείνοι αποδείξεις πολλές και ξεκάθαρες έχουν να επιδείξουν, τότε καλά ας συλλογιστείς λοιπόν· διότι τούτοι δω αποδείξεις κολάσεων έχουν παρά θεών ή θεού· οι ίδιοι οι θεοί αυτών αν τυχών και τους αμφισβητήσεις, σε κάκιστο μέρος εκείνοι οι ίδιοι σε πετούν, παρά κάποιος που αντίπραξη τους κάνει. Οι Χριστιανοί θαρρώ για απόδειξη Θεού μιλήσανε κι όχι για αποδείξεις περί τις κολάσεις· διότι ο Θεός των Χριστιανών Σωτήρας από τις κολάσεις των άλλων ιερέων και μυσταγωγών είναι, παρά ο ίδιος απειλητική θεία δύναμη για τον καθένα.

Αν Κέλσο στα αλήθεια θέλεις τρανότερη απόδειξη για το ποιος πράγματι ο Αληθινός Θεός τυγχάνει, μελέτησε του Ναζωραίου την Ανάσταση την αληθινή, που το θάνατο με μιας κατάργησε, εκείνον της ανθρώπινης της Σάρκας. Νομίζω ότι και τα σκουλήκια κατέχουν αρκετή σκέψη και σοφία να σου πουν ότι ο θάνατος είναι ο απαράβατος κανόνας μες την πλάση· αλήθεια λοιπόν μόνο ο Αληθινός Θεός θα μπορούσε ποτέ Του ευκόλως να τον ξεπεράσει ενώ πλείστοι άλλοι λες και σε τείχος απόρθητο προσκρούουν και τα κορμιά τους χάνονται μαυρισμένα από το αίμα, σαν τους πολιορκητές της Τροίας τα δέκα πρώτα εκείνα δύσκολα χρόνια του πολέμου· κανείς τους δεν γυρίζει πίσω.

 

Κι ακόμα, πώς δεν είναι παράλογο, από τη μια να επιθυμείτε και να ελπίζετε ότι το ίδιο το σώμα θα αναστηθεί, ως το καλύτερο και πολυτιμότερο πράγμα που έχουμε εμείς οι άνθρωποι, κι από την άλλη να το ρίχνετε καταφρονημένο στις τιμωρίες; Αλλά με όσους το πιστεύουν αυτό και έχουν ταυτιστεί με το σώμα τους δεν αξίζει να συζητάει κανείς πάνω σ’ αυτό το θέμα· γιατί αυτοί, εκτός που είναι απαίδευτοι με ακάθαρτη ψυχή και στερημένοι από κάθε λογική, πάσχουν από την ίδια την αιρετικότητά τους. Γι’ αυτούς όμως που ελπίζουν ότι η ψυχή ή ο νους (είτε πνευματικό θέλουν να τον αποκαλούν είτε πνεύμα διανοητικό, ιερό και μακάριο είτε ψυχή ζωντανή είτε έκγονο θείας και ασώματης φύσης υπερουράνιο και άφθαρτο είτε οτιδήποτε άλλο τους αρέσει), θα παραμείνουν αιώνια με το θέλημα του θεού, γι’ αυτούς θα μιλήσω. Γιατί έχουν δίκιο να πιστεύουν ότι όσοι έζησαν ενάρετα θα βρουν την ευδαιμονία ενώ οι άδικοι θα υποφέρουν από αιώνια δεινά, κι ακόμα, ότι αυτό το δόγμα ούτε αυτοί ούτε κανένας άλλος άνθρωπος δεν πρόκειται να το εγκαταλείψει.

 155, 3. Κανείς από τους Χριστιανούς στις τιμωρίες άλλων δεν το έριξε παρά του εαυτού του κι όλοι καλά γνωρίζουμε ότι κανένας δρόμος της αρετής δεν περνά μέσα από την καλοπέραση κι από το γλέντι· ως κι ο Ηρακλής, που πολλές φορές μαρτύρησες, έτυχε να διαλέξει ανάμεσα στη ζωή την εύκολη και εκείνη με τις δυστυχίες, έστω κι αν η δύναμή του, ήταν όπως λένε, η μεγαλύτερη μεταξύ των ανθρώπων και θα μπορούσε πολύ εύκολα τίποτα να μην κάνει ενώ πολλούς δούλους στην υπηρεσία του θα μπορούσε παράλληλα κάθε μέρα να ’ χει.

Ουδένας εκ των Χριστιανών το σώμα του σε δυστυχίες δεν το ρίχνει· μα για τις δυστυχίες των κορμιών των Χριστιανών άλλοι ευθύνονται και συ γνωρίζεις πολύ καλά αυτοί ποιοι είναι. Ο δε Ιούδας που αυτοκτόνησε, ως ο πιο κακός άνθρωπος θεωρήθηκε, όχι επειδή από σφάλμα του πρόδωσε το Δάσκαλό του, αλλά γιατί δε μετανόησε γι’ αυτό κι έθεσε τέρμα στη ζωή του. Κι όποιος ειλικρινά μετανοεί, τη ζωή του αγαπάει· διότι η μετανοημένη αμαρτία, αμαρτία πλέον δεν είναι και δεν οδηγεί κανέναν σε αυτοκτονία.

Αν οι Χριστιανοί αδιαφορούν για τη ζωή εφόσον, ως λες, το σώμα τους το πολυτιμότερο τους αγαθό είναι παρά εκείνη η ψυχή τους, αυτό οφείλεται στην πεποίθησή τους για τη συνέχειά της πρώτης, που μετά το θάνατό τους περιμένει. Καθείς θα περίμενε από σοφούς σαν και σένα λιγότερο το θάνατο από τους Χριστιανούς να λογίζονται, αφού για εκείνους η ψυχή είναι αθάνατη, ενώ το σώμα τους ούτως ή άλλως πτώμα είναι. Αυτό λοιπόν κι αν είναι παράδοξο· εκείνοι που το σώμα στη νέα γη αποδέχονται να φοβόνται λιγότερο τον θάνατο και την καταστροφή του σώματός τους από θηρία, φωτιές, λάδια καπνιστά κι αρένες, από εκείνους που το σώμα αυτό διόλου δε δέχονται και που το θεωρούν απλά ένα πτώμα. Άξιοι λοιπόν των Χριστιανών οι άλλοι αν είναι, ας αφήσουν τις διασκεδάσεις και τη μέθη κι ας περάσουν στη δυστυχία της ψυχής, όπως ανάλογα οι Χριστιανοί τα σώματα τους σε δυστυχία, ως λες, τα ρίχνουν.

Εσύ Κέλσο κι όλοι εκείνοι που το σώμα καταφρονείτε ως κάτι βρώμικο, γιατί δεν το σκοτώνετε παρά το διατηρείτε; Αν λοιπόν ο Πλάτωνας, ως σοφός αρχαίος άνδρας όρισε ότι, ο φιλόσοφος πρέπει να επιθυμεί στα γρήγορα στον Άδη να πηγαίνει, τότε πως κι εσύ δεν το σκοτώνεις αυτό το δικό σου σάπιο σώμα, ώστε μαζί του βέβαια ευθύς να συμφωνήσεις; Θαρρώ γκρεμοί, θάλασσα, δηλητήρια και μαχαίρια άφθονα υπάρχουν κι εύκολο πολύ θα είναι την καθαρή ψυχή σου να ελευθερώσεις. Σκότωσε λοιπόν αν θεωρείς σωστό κι όλους αυτούς τριγύρω σου, ώστε τις ψυχές τους να λυτρώσεις, μόνο τάχα μην υποστηρίξεις ότι ο Θεός θα οργιστεί μαζί σου μιας κι έπραξες κάποιο φόνο, εφόσον ο δικός σου ο θεός δεν έφτιαξε ποτέ του αυτό το τόσο κακό το σώμα· θαρρώ δεν θα μπορεί ποτέ του να σε κακολογήσει. Μάλλον θα σε επαινέσει κιόλας, εφόσον δημιουργός μόνο των καλών ψυχών τυγχάνει, έστω κι αν εδώ ξανά παράλογα κατηγορείς τους Χριστιανούς ως απαίδευτους με ακάθαρτή ψυχή, λες κι ο δικός σου ο Θεός όχι μόνο ικανός για να κατασκευάσει σώμα, αλλά ούτε και καθαρή ψυχή δεν είναι, κι ας είναι αυτή ως είπες κάποτε δικό του μέρος.

Κι αν εδώ κακολογείς τους Χριστιανούς ότι βασανίζουν τα κορμιά τους διότι τη βασιλεία του Θεού τους προσδοκούν, εντούτοις διόλου παράδοξο δεν σου φαίνεται ότι κι οι αθλητές των Ελλήνων εις την Ολυμπία για χρόνους πολλούς ταλαιπωρούσαν εκείνα τα δικά τους, με μόνο στόχο την ευμένεια του θεού τους, αξιώνοντας να επιτύχουν επίγεια ευτυχία, παρά εκείνη της ψυχής στον άλλο κόσμο· ακόμη κι όταν μερικοί από δαύτους την ώρα της ιερής της στέψης από συγκίνηση ξεψύχησαν κι άφησαν στο χώμα τα έρμα τα κορμιά τους, εσύ πάλι σιωπάς. Μάλιστα, κάποιοι από αυτούς τους τελευταίους Ολυμπιονίκες νόμιζαν, ότι σαν τους αγώνες κατάφερναν ευθείς να τους κερδίσουν, θα γίνονταν θεοί μακάριοι κι θα έπαυαν πλέον θνητοί να είναι. Βέβαια εμείς το είδαμε ξεκάθαρα το πόσο θεοί γινήκαν.

Όλα αυτά λοιπόν κι αν είναι λόγια απαίδευτου που του λείπει κι η στοιχειώδη θεία γνώση· πριν τολμήσει τους Χριστιανούς για την αρετή τους να ελέγξει, θα έπρεπε μέσα του να δει αν όσα νομίζει ότι σοφά κατέχει ευσταθούν κι είναι καθαρά κάτω από το δυνατό κι άπλετο φως του λαμπερού μας ήλιου της δικαιοσύνης.

 

Επειδή όμως οι άνθρωποι γεννήθηκαν δεμένοι μ’ ένα κορμί, είτε διότι έτσι υπαγόρευε η οικονομία του κόσμου είτε τιμωρούμενοι για τα σφάλματα τους είτε επειδή η ψυχή βάρυνε από κάποια πάθη και βρίσκεται εδώ μέχρι να εξαγνιστεί με τους καθορισμένους κύκλους (και καταπώς λέει ο Εμπεδοκλής, πρέπει η ψυχή «να απέχει τριάντα χιλιάδες χρόνια από τη χώρα των μακάρων»), και με τον χρόνο να αποκτά κάθε είδους μορφή που μπορούν να πάρουν οι θνητοί· αξίζει λοιπόν να πειστούν ότι οι άνθρωποι έχουν παραδοθεί σε κάποιους που διευθύνουν το δεσμωτήριο αυτό· και όχι να κακολογούν αυτές τις θεότητες που βρίσκονται στη γη. Και εντελώς μάταια να προσφέρουν το κορμί τους στα βασανιστήρια και στους ξυλοδαρμούς, δείχνοντας πόσο δεν αγαπούν τη ζωή [το μη φιλοζωεϊν]46 -θαρρείς κι είναι κακοποιοί που ακριβώς επειδή είναι ένοχοι ληστείας δέχονται τα πάθη τους αδιαμαρτύρητα.

 157, 1. Αυτά για το κορμί το ανθρώπινο είναι δικές σου κι άλλων δοξασίες, που αβάσιμες είναι περισσότερο από εκείνες που οι Χριστιανοί διάδωσαν. Το σώμα το ανθρώπινο καμιά φυλακή δεν είναι, μήτε δεσμωτήριο, μα δώρο του Ύψιστου Θεού στον άνθρωπο δια μέσου του οποίου ο άνθρωπος χαίρονταν όλα τα αγαθά του παραδείσου. Η καταδίκη δε του ανθρώπου, ο θάνατος κι οι πόνοι ετούτης της ζωής μας είναι, διότι όπως νωρίτερα στον παράδεισο, έτσι και μετά στη μελλοντική ανάσταση αυτά και πάλι θα εκλείψουν, ενώ όλα θα ξαναμετατραπούν και το νέο σώμα μαζί με τη νέα γη δώρα θα ’ ναι του Θεού στους δίκαιους ανθρώπους.

Συ λοιπόν Κέλσο, κι ένα σωρό ακόμη άλλοι, αντί να βλέπετε το σώμα ως δώρο του Θεού, ανατρέχετε σε φαντασίες, παραβλέποντας το σώμα λογιάζοντας δε μονάχα τη ψυχή του ανθρώπου, έστω κι αν αυτή κανένας μέχρι σήμερα δεν είδε μα ούτε έπιασε· κι ορισμένοι μάλιστα έφτασαν να υποστηρίζουν ότι η ψυχή δήθεν κύκλους κάνει κάθε τριάντα χιλιάδες χρόνια, λες κι αν υποτεθεί εσφαλμένα ότι για κάποια τιμωρία εδώ στην γη εστάλθηκε, η τιμωρία της είναι σε όλους ίδια.

Μιλάς ακόμη για θεούς που δεσμωτήρια φυλάσσουν, λες κι οι ψυχές να πρόκειται από κει μέσα να το σκάσουν. Αν λοιπόν αυτό πρόκειται να γίνει και να αποβάλουνε τα αρχικά τους πάθη και πάλι αθάνατες και ασώματες να γίνουν, τί χρειάζονται ετούτοι οι θεοί δεσμώτες; Για να εμποδίζουν τις ψυχές αρετή να αποκτήσουν ή να τις εμποδίζουν από το να γίνονται αθάνατες κι άνευ κάποιου πάθους;

Και τους θεούς αυτούς που λες, όπου κι αν κοιτάξεις, πλήρεις παθών πιο δυνατών από τους ανθρώπους θα τους βρεις, όπως τους περίγραψε ο Έλληνας Ξενοφάνης και τους αρνήθηκε ο Θεόδωρος ο άθεος. Τέτοιοι λοιπόν δεσμώτες κάθε άλλο παρά άξιοι γι’ αυτή την αποστολή φαντάζουν ενώ περισσότερο κανείς θα μπορούσε να τους φανταστεί καταδικασμένους μαζί με τους ανθρώπους. Γι’ αυτό λοιπόν μην απορείς που αυτές τις θεότητες οι Χριστιανοί κακολογούνε, διότι όσο αφορά το ήθος τους πιο αδύναμοι κι από τους ανθρώπους, που υποτίθεται φυλούν, φαντάζουν.

Έπειτα χωρίς πάλι κανένα σοφό λόγο παρομοιάζεις τους Χριστιανούς με κακοποιούς και ληστές, που επειδή τυγχάνουν τέτοιοι, δέχονται κάθε κακό που επάνω τους συμβαίνει αδιαμαρτύρητα και πρόθυμα προσφέρουν το κορμί τους στα βασανιστήρια και στους ξυλοδαρμούς, αντιβαίνοντας σε αυτά που είπε ο Αντίφων για τη γνώμη του σώματος που ηγείται του καθετί εις τους ανθρώπους. Αν λοιπόν ο λόγος είναι αυτός που εσύ υποστηρίζεις, ότι δηλαδή το σώμα τους εχθρεύονται, πες μας σε παρακαλώ το λόγο, που σοφοί σαν και σένα που καμιά συμπάθεια για το σώμα δεν κατέχουν, για τον οποίο με καμιά προθυμία σε βασανιστήρια δεν μπαίνουν.

Ως είπαμε, οι Χριστιανοί αδιαμαρτύρητα τις βαναυσότητες εναντίων τους δέχονται. Κι ετούτο μόνος σου το εξήγησες, όταν όρισες ότι ο Σωκράτης υποστήριξε πως την αδικία δε θα πρέπει να την ανταποδίδουμε με κανένα τρόπο· εκτός κι αν είσαι της γνώμης ότι κι ο Σωκράτης μαζί κι ο Πλάτωνας που έγραψαν γι’ αυτά είναι κακοποιοί και κλέφτες, εφόσον κι αυτοί, όταν κάποιος μας αδικεί, διδάσκουν, να μην τον αδικούμε εμείς με κανένα τρόπο, ενώ αδιαμαρτύρητα λένε να δεχόμαστε την κάθε αδικία. Βλέπεις Κέλσο, σαν φύλο πάνω σε λίμνη που φυσάει μοιάζεις και κάθε φορά η πορεία σου δεν ταυτίζεται με κείνη την προηγουμένως. Αντίθετα όπου πιο εύκολα από τον άνεμο σπρωχτεί, εκεί αμέσως κατευθύνεται ανάλογα με του καιρού τις μάταιες τις περιστάσεις.

Αφού οι Χριστιανοί αιώνια ζωή για πάντα προσδοκούν, το σώμα τους δεν το προσφέρουν στο Θεό που αγαπούν εντελώς μάταια· δεν είναι σοφό να λέγεται ότι το σώμα ή η ψυχή του κάθε ανθρώπου δεν αξίζει, όταν εκείνο ή εκείνη από τον ίδιο θνητό αποδίδεται στο Θεό, ένεκα μαρτυρίας κι όχι ηθελημένου παγερού θανάτου. Επειδή καθόλου ίδιο δεν είναι μόνος σου να σκοτώνεσαι, με το να σε σκοτώνουν άλλοι για να σε αναγκάσουν τον Ύψιστο σου να αρνηθείς. Ποιός θνητός λοιπόν είναι άξιος όταν τον Ύψιστο αρνείται; Καλύτερα να αρνηθεί τον εαυτό του παρά το Θεό· διότι, αν τον εαυτό του δεν αρνηθεί κανείς κι αρνηθεί αντίθετα το Θεό τον Ίδιο, τότε θα είναι σαν να ορίζει τον άνθρωπο ανώτερο από τον Ύψιστο ενώ ο Θεός θα βρισκόταν από μια απόφαση με μιας κατώτερος του ανθρώπου. Μη λες Κέλσο τέτοιες ανοησίες. Όταν λοπόν στο Θεό αφιερώνεσαι με ψυχή και σώμα αντάμα, όχι μόνο το Θεό Τον αγαπάς κι Ανώτερο από εσένα σοφά ορίζεις, αλλά και τη ζωή την ίδια ανάλογα εκτιμάς ως δώρο του Θεού, μιας κι ο Ίδιος σου υποσχέθηκε ότι, αν Εκείνον εκτιμάς στην αιώνια ζωή μετέχεις, παρά σε τούτη την άξια δεσμωτηρίου ως σύ χαρακτηρίζεις.

 

Ένα από τα δύο επιτάσσει η λογική: αν απαξιούν να τιμούν τα κοινά έθιμα και εκείνους που έχουν την εποπτεία τους, τότε ας μην ωριμάζουν για να γίνουν άντρες, ας μη νυμφεύονται και ας μη κάνουν παιδιά, ας μη κάνουν τίποτα στη ζωή, μόνο να σηκωθούν να φύγουν όλοι μαζί χωρίς να αφήσουν ούτε έναν απόγονο, μέχρι να αφανιστεί τελείως το γένος τους από τη γη· αν όμως είναι να κάνουν οικογένεια και παιδιά, να γεύονται τους καρπούς και να μετέχουν σε ό,τι προσφέρει η ζωή και να υπομένουν τις δυστυχίες που τους επιφυλάσσει -γιατί είναι φυσικό όλοι οι άνθρωποι να περνούν δυστυχίες· το κακό είναι μια αναγκαιότητα και άλλη πατρίδα δεν έχει-, τότε θα πρέπει να αποδίδουν τις προσήκουσες τιμές σε κείνους που τα ’ χουν όλα αυτά υπό την προστασία τους, και να κάνουν τα πρέποντα στη ζωή αυτή μέχρι να απαλλαγούν από τα δεσμά της, για να μη φανούν αχάριστοι απέναντι τους. Στο κάτω κάτω είναι άδικο να απολαμβάνεις τα αγαθά τους χωρίς να τους πληρώνεις τίποτα.

 157, 3. Αυτή την επιλογή η δική σου λογική επιτάσσει, που όμως η πραγματικότητα καθόλου δεν επιβεβαιώνει, φανερώνοντας απλά και ξάστερα ότι τίποτα από όσα λες δε μπορεί λογικά να ισχύει· οι Χριστιανοί κι άνδρες γίνονται και νυμφεύονται και τέκνα δίνουν, ενώ το γένος τους διόλου δεν αφανίζεται αλλά όλο και πληθαίνει.

Κι άλλοι ακόμη που δεν είναι Χριστιανοί, στο γένος των δευτέρων εισέρχονται με τη θέλησή τους και τους καρπούς της γης αυτής γεύονται και τις δυστυχίες πολύ καλά γνωρίζουν να υπομένουν, χωρίς ουδέποτε όμως να χρειάζεται σε κανέναν από αυτούς που αναφέρεις, τιμές να τους προσφέρουν· πράμα που λογικά σε άλλα συμπεράσματα καθένα σίγουρα τον φέρνει. Ότι δηλαδή, ή αυτοί που εσύ θες οι Χριστιανοί να τους τιμούν καμιά αξία δεν κατέχουν, ή ότι ο Θεός των Χριστιανών φροντίζει Μόνος Του τίποτα να μην τους λείπει. Αυτοί δε, σε Εκείνον διόλου αχάριστοι δεν είναι, προσπαθώντας πάντα να αποφεύγουν όλες τις αδικίες απέναντί Του.

Κι αν κάποτε Κέλσο όρισες ότι, ο Θεός ανάγκη έχει από υπηρέτες κι αγγέλους, τώρα ανούσια εντελώς λες ότι προστάτες έχει θέσει παντού σε επιστασίες, λες κι Αυτός είναι ανήμπορος όλα να τα διοικεί ή δεν είναι Παντογνώστης αφού έχει ανάγκη από τοπικούς έπαρχους για να μαθαίνει στο βασίλειο Του τι συμβαίνει. Εκτός κι αν υποτεθεί ότι ο κόσμος μας δεν είναι του Υψίστου, παρά κάποιου άλλου ή άλλων θεών· τότε όμως πώς θα ισχυριστείς ξανά ότι όλα αυτά είναι κάτω από τη βουλή του;

Σαφώς λοιπόν μόνο στο Θεό χρωστάνε οι θνητοί, ως κτίσματά Του, κι ανόητος είναι εκείνος που σαθρά νομίζει ότι απατεώνες, που επιθυμείς οι Χριστιανοί να τους λατρεύουν, έχουν προσθέσει κάτι στον κόσμο αυτό, πέρα από προβλήματα, απώλειες και κάθε λογής απάτες. Τίμα λοιπόν αυτούς που αρκετά επίδοξα ως σοφό του κόσμου τούτου σε απατούν και δόλια σε μπερδεύουν, χωρίς ποτέ σου να μπορείς καλά να ξεχωρίσεις το σωστό από το λάθος· λάτρευε αυτούς που σένα μαζί με τον Ύψιστο φθονούν, αντί μόνο τον Μέγιστο Θεό που εκ της Φύσεώς Του του αξίζει.

 

Όσο για το ότι έχει ανατεθεί σε κάποιον η εξουσία μέχρι και για το πιο μικρό πράγμα που υπάρχει πάνω στη γη, θα μπορούσε κανείς να πάρει μια ιδέα από τα λεγόμενα των Αιγυπτίων: ότι δηλαδή, αφού διαιρέθηκε το ανθρώπινο σώμα από τριάντα έξι δαίμονες ή ουράνιες θεότητες (μερικοί μιλούν για πολύ περισσότερους) σε ισόποσα μέρη, τάχθηκε να ορίζει ο καθένας το δικό του μέρος. Οι θεοί αυτοί είναι γνωστοί με τα ονόματα που έχουν πάρει από την ντόπια διάλεκτο, όπως λόγου χάρη Χνουμήν, Χναχουμήν, Κνατ, Σικάτ, Βίου, Ερού, Ερεβίου, Ραμανόρ και Ρειανοόρ και όσα άλλα ονόματα χρησιμοποιούν στη γλώσσα τους· και καλώντας αυτούς θεραπεύουν τις παθήσεις των μερών του σώματος. Τι εμποδίζει λοιπόν να τους τιμά κανείς και αυτούς και άλλους ακόμα, αν προτιμά την υγεία από την αρρώστια, την ευτυχία από τη δυστυχία, και το να ζει όσο γίνεται πιο μακριά από βασανιστήρια και τιμωρίες;

 159,1. Αν κι εσύ ήσουνα αυτός που κάποτε όρισε τους Αιγυπτίους ως ανόητους επειδή ζώα πολλά λατρεύουν, τώρα ευδιάκριτο είναι σ’ όλους ότι λόγια τους επικαλείσαι επιδεχόμενους εκείνους για δασκάλους, αναγνωρίζοντας ως φαίνεται σε τούτους σοφία ανώτερη ακόμη κι από εκείνη τη δική σου. Όμως άνθρωπος που ανόητους θεωρεί και δέχεται για διδασκάλους, πιο ανόητος τυγχάνει ο ίδιος από εκείνους· την ανοησία τους αποδέχεται ως ανώτερη σοφία από την υποτιθέμενη δική του.

Σύμφωνος λοιπόν Κέλσο με τους Αιγυπτίους, άρχισε να τιμάς κι αυτούς τους τριάντα έξι τους θεούς· μα οι Χριστιανοί θα σε ρωτήσουν λογικά, για ποιο λόγο  κανείς θα έπρεπε να πάρει υπ’ όψιν του λεγόμενα βαρβάρων. Μήπως επειδή εκείνοι τέτοια είπαν; ή μήπως επειδή εσύ έτσι αυθαίρετα σ’ αρέσει να ορίζεις; ή μήπως επειδή αυτοί δεν είναι απλά Ιουδαίοι και ούτε Χριστιανοί;

Πες μου όμως σε παρακαλώ Κέλσο, γιατί οι Έλληνες, ως είπες, μόνο τον Ασκληπιό φωνάζουν για να ιατρευτούνε; Μήπως λοιπόν οι Έλληνες λάθος κάνουνε και δίκιο οι Αιγύπτιοι έχουν; ή οι Αιγύπτιοι μπερδεύτηκαν με τα πολλά κι οι Έλληνες σωστά φαίνεται πως πράττουν; Φέρε μου λοιπόν ένα Αιγύπτιο κι έναν Έλληνα και πες τους μπροστά μου να βρεθούν και να μου αποδείξουν κι οι δυο ποιος έχει το πιο πολύ το δίκιο. Κι αν τυχόν τα καταφέρουνε, εγώ υπηρέτης τους θα γίνω· διότι, αν ο Αιγύπτιος είναι εκείνος που ’ χει δίκιο, θα πρέπει να δεχτείς παράλληλα πως κάποιοι από τους σοφούς λαούς λάθος απόψεις στα χέρια τους κατέχουν. Κι αν αντίθετα ο Έλληνας είναι εκείνος που ’ χει δίκιο, τότε ένας θεός αρκετός θαρρώ πως είναι, κι οι Χριστιανοί λάθος κανένα δεν φαίνεται να έχουν.

Μάλιστα θεωρείς σοφό το ανθρώπινο το σώμα σε τριάντα έξι δαίμονες ή ουράνιους θεούς να είναι χωρισμένο, λες κι οι θεοί αυτοί ανίκανοι να είναι εκτός κάποιου ενός σωματικού σημείου από τα πολλά· ή λες και το σώμα πρόκειται για ψηφιδωτό μεγάλο και με ακρίβεια χωρίστηκε, ώστε κάθε δαίμονας ποτέ να μην περνά τη ψηφίδα εκείνου του δαίμονα του άλλου. Μα αλήθεια θα ήταν πολύ παράξενο κανείς να δει τι πρόκειται να γίνει, όταν οι άνθρωποι στο σώμα βρουν περισσότερες ψηφίδες από τις τριάντα έξι που οι Αιγύπτιοι το σώμα μας χωρίζουν. Μέχρι τότε το λοιπόν, άσε τους Χριστιανούς στη θέση εκείνων των πολλών, Ένα και Μοναδικό Θεό να έχουν· σοφό θαρρώ πως είναι· Τον Ίδιο τον Ιησού ας προσκαλούν σαν θέλουν κάποια θεραπεία να ’ βρουν, καθόσον Εκείνος όταν εδώ ήτανε, γνώριζε πολλά και διάφορα να ιατρεύει και νομίζω κανέναν από τους τριάντα έξι δαίμονες Εκείνος δεν καλούσε.

 

Θέλει όμως προσοχή, αν πρόκειται κάποιος να συναναστραφεί αυτές τις θεότητες, να μη γίνει ένα με τη λατρεία τους και, αγαπώντας υπερβολικά το σώμα, απομακρυνθεί από τα ύψιστα αγαθά και τα λησμονήσει. Πρέπει, άλλο τόσο, να πιστεύει τους σοφούς άνδρες που λένε ότι οι περισσότερες επίγειες θεότητες, έτσι όπως είναι μπλεγμένες στον κόσμο των φθαρτών και καθηλωμένες με το αίμα και την κνίσσα και τα άσματα και άλλα παρόμοια, δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα περισότερο από το να θεραπεύσουν ένα κορμί ή προφητεύσουν το μέλλον ενός ανθρώπου ή μιας πόλης και να κάνουν ό,τι άλλο ξέρουν ή μπορούν, σχετικό με πράξεις θνητές. Καλό λοιπόν είναι να τιμούμε αυτές τις θεότητες στο βαθμό που μας συμφέρει· γιατί ο ορθός λόγος δεν υπαγορεύει ότι κάτι τέτοιο είναι ούτως ή άλλως υποχρεωτικό. Και πιο σωστό είναι να θεωρήσουμε ότι οι θεότητες δεν χρειάζονται τίποτα και δεν έχουν την ανάγκη κανενός· απλώς χαίρονται με τους ανθρώπους που τους δείχνουν ευσέβεια. Τον (ύψιστο) θεό όμως δεν πρέπει να τον εγκαταλείπουμε ούτε μέρα ούτε νύχτα, ούτε όταν βρισκόμαστε με άλλους ούτε σαν είμαστε μόνοι· και με λόγια και με έργα, αλλά και χωρίς αυτά, η ψυχή μας ας τείνει πάντα προς τον θεό. Με την προϋπόθεση αυτή, τι το φοβερό υπάρχει στο να εξευμενίζουμε τις θεότητες που άρχουν στη γη καθώς και τους άλλους, τους άρχοντες και βασιλιάδες των ανθρώπων; Άλλωστε κι ετούτοι δίχως τη βοήθεια θεϊκής δύναμης δεν θα αξιώνονταν να αποκτήσουν τα όσα τους ανήκουν. Αν βέβαια κάποιον που λατρεύει τον θεό τον διατάξουν να δείξει ασέβεια ή να μιλήσει υβριστικά, αυτός δεν θα πρέπει σε καμιά περίπτωση να συμμορφωθεί· ας προτιμήσει να υπομείνει κάθε είδους μαρτύριο, κάθε είδους θάνατο, όχι μόνο πριν ξεστομίσει αλλά πριν καν σκεφτεί κάτι ανόσιο για τον θεό. Αν όμως σε προστάξουν να δοξάσεις τον Ήλιο ή την Αθηνά, πολύ πρόθυμα να τους δοξάσεις μ’ έναν ωραίο παιάνα· αν τους υμνείς και αυτούς, δείχνεις έτσι καλύτερα ότι τιμάς τον μεγάλο θεό· έτσι γίνεται τελειότερος ο σεβασμός στο θεό: όταν τα περιλαμβάνει όλα. Και αν από τους ανθρώπους σε προστάξει κάποιος να δώσεις όρκο στο βασιλιά, ούτε κι αυτό είναι φοβερό. Γιατί σ’ αυτόν έχει δοθεί η επίγεια εξουσία και ό,τι μπορείς να πάρεις στη ζωή, απ’ αυτόν το παίρνεις. Ας μην αμφιβάλλουμε γι’ αυτά που είπε ο Όμηρος πολλά χρόνια πριν:

 

Ένας είναι ο βασιλιάς που ο γιος του πανούργου Κρόνου του ’ δωσε την εξουσία*7

 

Είναι φυσικό, αν πας να καταργήσεις αυτό το δόγμα, να σε εκδικηθεί ο βασιλιάς. Γιατί αν όλοι έκαναν το ίδιο με σένα, τίποτα δεν θα εμπόδιζε, να βρεθεί ο βασιλιάς μόνος κι έρημος και ό,τι υπάρχει πάνω στη γη να πέσει στα χέρια των άνομων και άγριων βαρβάρων και τότε είναι που δεν θ’ απομείνει ίχνος από τη φήμη είτε της δικιάς σου θρησκείας είτε της αληθινής σοφίας. 48

 159, 2 & 163,1. Φιλοσώματους άλλοτε όριζες σοφέ τους Χριστιανούς, έστω κι αν σε αυτές τις θεότητες για ίαση δεν προστρέχουν. Τώρα δα μόνος σου φαίνεται να λες, πως τέτοιοι θεοί μόνο για χαμηλά, θνητά, επίγεια, αίμα, κνίσα κι άσματα αξίζουν· τίποτα ανώτερο από αυτόν τον κόσμο δεν κατέχουν. Κι όμως δασκαλεύεις καθαρά κι από συμφέρον να τιμά κανείς ετούτες τις θεότητες, που τίποτα άλλο παρά φιλοσωματία στους λαούς στα σίγουρα προσφέρουν. Και για τη φιλοσωματία επίσης κατηγόρησες πολλές φορές το Θεό των Χριστιανών, ενώ για τούτους τους θεούς τίποτε στραβό δεν αξιώνεις, παρά όλα σοφά και δίκαια, έστω κι αν κάποιος τον Ύψιστο κινδυνεύει μ’ αυτούς να λησμονήσει.

Ας μην παραλείψει κανείς να δει ότι ως λες, ο ορθός λόγος δεν υπαγορεύει κάτι τέτοιο ως υποχρεωτικό, αν και νωρίτερα υποστήριξες ότι άδικο είναι να μην τιμούμε τους θεούς που ορίζουν την ζωή μας. Μα πώς άραγε είναι δυνατόν να μην τους τιμάς όπως τους τιμάνε οι Αιγύπτιοι; Δεν θα οργιστούν εκείνοι μαζί σου αν εκείνους δεν τιμάς; Ή μήπως οι Αιγύπτιοι ζούνε σε σώμα καλύτερο από εκείνον των Ελλήνων επειδή πολλούς θεούς σωματικούς διαθέτουν; Αν όμως έτσι δεν συμβαίνει, τότε εκείνοι οι λεγόμενοι θεοί, άχρηστοι σαφώς τυγχάνουν και μόνο ηδονή λαμβάνουν από το σώμα των πιστών τους, μιας και δέσμιοι είναι των σωμάτων τα οποία οι ίδιοι δεν φαίνεται να κατέχουν. Και αν το σώμα είναι λοιπόν βδελυρό και κακό, όπως άλλοι και εσύ σου αρέσει να διδάσκεις, αναρωτιέται ο καθείς, τι είδους θεοί είναι αυτοί που από αυτό το ακάθαρτο το σώμα εξαρτώνται; Τιμή χρειάζονται άραγε ή καταφρόνηση από τους ανθρώπους;

Ας είναι λοιπόν έτσι τα λεγόμενά σου και ας δούμε αυτά που λες για τους αρχόντους, που αυτές τις θεότητες τιμούν και που τους Χριστιανούς καταπιέζουν και που ως όρισες τίποτα το φοβερό δεν υπάρχει με το να τους εξευμενίζουν. Αν λοιπόν εκείνοι οι άρχοντες βοήθεια θεϊκή κατέχουν και επίγεια εξουσία τους έχει από ψηλά δοθεί, θα πρέπει και να παραδεχτείς για δεύτερη φορά ότι οι Χριστιανοί αφού από εκείνους διώκονται και από κάποιους θεούς ή θεό επίσης το αυτό συμβαίνει, αντίθετα στην θεία δύναμη των άλλων ενεργούν. Ή με άλλα λόγια αν θες να σου το πω, οι ιδέες των Χριστιανών για κάποιον Διάβολο από τα λόγια σου παίρνουν ισχύ παρά αδυνατούνε, διότι συ ο ίδιος με λόγια σου αμέσως φανερώνεις, ότι οι θεοί των άλλων των λαών από τους Χριστιανούς υποταγή ζητούνε. Συ όμως ο ίδιος επίσης λες ότι κανείς δεν θα πρέπει να συμμορφωθεί με ασέβεια ή με ύβρη προς τον θεό του, πράγμα όμως που εκείνοι, που και την Αθηνά και τον Ήλιο τον υμνούνε, επιθυμούν ευκόλως οι Χριστιανοί τον Ιησού ως μέγιστο Θεό τους να αρνηθούνε και υβριστικά λοιπόν προς Εκείνον να τεθούν. Αλλά θαρρώ και την Αθηνά δεν παιάνισε ουδέποτε ο Στίλπων και τον Ήλιο ο Αναξίμανδρος, ο Αναξιμένης, ο Θαλής, ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος μαζί και ο Αναξαγόρας. Αν είναι δίκαιο λοιπόν αυτό που συ νομίζεις τέτοιο, ας δοξάσουν πρώτα οι άλλοι οι λαοί τον Ιησού τον Ίδιο για να αποδείξουν τα λόγια σου σοφά.

Μα και άλλα αντίθετα, μαζί με αυτά επιθυμείς, καθώς αν οι Χριστιανοί και άλλους θεούς μαζί με τον Ύψιστο Ιησού αρχίσουν να τιμούνε, ύβρη προς τον Ύψιστο Τους Θεό όλα αυτά θα αποτελούν. Διότι όποιος Χριστιανός τιμά εκείνους τους θεούς που δύναμη δώσανε στον άρχοντα που σταύρωσε τον Δάσκαλό τους, τότε ιερόσυλος και βλάσφημος και πιο ανάξιος και από εκείνον είναι. Και αυτό το δόγμα δεν αλλάξανε οι Χριστιανοί, μόνο που ευσεβείς άρχοντες προς τον Ιησού ζητάνε παρά άλλους δικαστές του δικού τους του Θεού. Μακάρι τώρα να μπορούσες να ‘βλεπες τριακόσια μόλις χρόνια από την εποχή σου, πως μεγάλο Χριστιανικό βασίλειο γινήκανε και τίποτα δεν έπεσε σε άνομους βαρβάρους, ενώ και ίχνη πολλά περισσότερα μείνανε της θρησκείας και της πιο αληθινής τους της σοφίας.

 

Δεν φαντάζομαι να ισχυριστείς ότι θα μπορούσαν οι Ρωμαίοι, πιστεύοντας σ’ αυτά που λες εσύ και αδιαφορώντας για τα όσα έχουν θεσπίσει για θεούς και ανθρώπους, να καλέσουν τον δικό σου τον Ύψιστο -ή όπως αλλιώς θέλεις να τον λες-, κι ύστερα απ’ αυτό να κατεβεί ο θεός σου να πολεμήσει στο πλευρό τους και να μη χρειαστούν καμιά άλλη δύναμη. Γιατί και παλιότερα, ο ίδιος θεός, υποσχέθηκε στους πιστούς του (Ιουδαίους) αυτά και πολύ περισσότερα, όπως λέτε και σεις. Και είδατε πόσο τους ωφέλησε και εκείνους και εσάς: εκείνοι, αντί να κυριαρχούν σ’ όλη τη γη, δεν έχουν πια ούτε πατρίδα ούτε ένα σβωλαράκι χώμα· κι από εσάς αν ακόμα υπάρχει κανείς που ξεφεύγει από την προσοχή και περιπλανιέται, καταζητείται για να καταδικαστεί σε θάνατο.

 163, 2. Και όμως αυτά που εσύ αμφισβητείς γινήκανε και ο Μέγας Κωνσταντίνος έστω και αν στρατό πολύ ολιγάριθμο κατείχε, κατάφερε με το σύμβολο του δικό μας του Υψίστου την νίκη υπέρ των Χριστιανών να επιφέρει. Μέγα Χριστιανικό βασίλειο στην Ανατολή του κόσμου να ύψωσε και άλλο μεγαλύτερο τώρα δεν υπάρχει. Αν και ο Θεός στους Ιουδαίους υποσχέθηκε αυτές που λες τις νίκες, αυτό έγινε όσο εκείνοι Αυτόν καλοδεχόταν. Όταν όμως αυτοί οι ασεβείς τον Ιησού πρόδωσαν μέγιστο κακό ενέπεσε επί των κεφαλών τους και κανένας τον Θεό δεν μπορεί να κατηγορήσει, διότι εκείνοι το επικαλέστηκαν θαρρώ στην Ιουδαία. Αλλά φαίνεται δεν παρατήρησες ότι ο Θεός με τους προφήτες, τους είχε ασφαλώς προειδοποιήσει, ότι όλα αυτά μετά την αποχώρησή Του θα γίνουνε και τέλος τα βάσανα γι’ αυτούς ξανά θα λάβουνε, όταν Τον Ιησού αποδεχτούνε, σαν εμάς τους μαθητές Του.

 

Όμως ούτε και το άλλο που λες, δεν πρέπει να το ανεχτούμε: ότι αν οι τωρινοί βασιλιάδες μας ηττηθούν επειδή πείστηκαν από σένα, με τον ίδιο τρόπο θα πείσεις και κείνους που θα βασιλεύσουν αμέσως μετά, κι έπειτα άλλους που κι αυτοί θα νικηθούν και στη συνέχεια άλλους· ώσπου κάποτε -αφού θα ’ χουν ηττηθεί όλοι όσοι σε πίστεψαν-, κάποια εξουσία πιο συνετή, βλέποντας το τι συμβαίνει και προκειμένου να χαθεί πρώτα η ίδια, θα σας αφανίσει όλους.

 162, 3. Γνωρίζω πως αυτό που λες βαθιά σε ευχαριστεί. Όμως εμείς οι Χριστιανοί πολύ μεγάλη γνώση έχουμε για τον Λόγο του Θεού μας, που δίδαξε ότι η διδασκαλία Του σε όλη την οικουμένη θα γίνει γνωστή πριν έρθει το μεγάλο τέλος. Εμείς δε ως ευσεβείς Χριστιανοί στα λόγια του δασκάλου μας καμιά αμφιβολία δεν τοποθετούμε, διότι το ίδιο ανάρμοστοι σαν και σε θα γίνουμε θαρρείς και ο Δάσκαλός μας δεν υπάρχει. Κάτι τέτοιο γνωστό στους Χριστιανούς είναι πολύ, ότι δηλαδή ποτέ αυτοί δεν θα αφανιστούνε γιατί Θεό περίτρανο έχουνε που στέκει στο πλάι τους, όσο και αν οι υπόλοιποι στην συνέχεια Τον αρνηθούνε. Και όσο και ανόητος μέχρι τώρα αν αποδείχθηκες εντούτοις τα λόγια σου προφητικά φαντάζουν, γιατί οι προφήτες μας το έχουνε γραμμένο ότι όταν περάσουνε βασιλείς πολύ από την Ρώμη, και ένας ένας πείθεται να ταυτιστεί μαζί μας, θα ’ ρθει στο τέλος των καιρών και ένας τελευταίος. Και εκείνος διόλου δεν θα ταυτιστεί, μα άγρια θα μας καταδιώξει, αίμα πολύ θα χύσει Χριστιανών και πάλι όπως πρώτα και τότε και αυτός άμεσα θα νικηθεί από τον Χριστό μας, ενώ ο λαός ο δίκαιος των Χριστιανών την γη όλη θα κερδίσει.

 

Εξάλλου, όποιος φαντάζεται ότι είναι δυνατό να συμφωνήσουν σε ένα νόμο οι Έλληνες και οι βάρβαροι που νέμονται την Ασία, την Ευρώπη και την Αφρική μέχρι τα πέρατα της γης, δεν ξέρει τι του γίνεται. Στηρίξτε λοιπόν τον αυτοκράτορα με όλη σας τη δύναμη, κοπιάστε μαζί του για τα δίκαια και πολεμήστε στο πλευρό του, συστρατευτείτε μαζί του αν υπάρξει ανάγκη και βοηθείστε τον στη διοίκηση του στρατού. Και αν χρειαστεί, πάρτε μέρος στη διακυβέρνηση της πατρίδας, για τη σωτηρία των νόμων και της ευσέβειας

 162,4. Ας είσαι συ ο ματαιόδοξος λοιπόν και στις συμφωνίες μεταξύ πολλών λαών ας μην πιστεύεις. Τέτοια δύσκολα έργα ας τα αφήσουμε για εκείνους που σε ανώτερα ιδανικά προσβλέπουν. Και τέτοια ιδανικά ανώτερα δε θα βρεις θαρρώ άλλα από εκείνα που για τον Ύψιστο Θεό του κόσμου αγωνίζονται και για την ομόνοια μεταξύ όλων των ανθρώπων. Ενώ όλα τα άλλα που μας προτρέπεις, τα καταφέραμε κι υπό τη διοίκηση Χριστιανικού αυτοκράτορα προστρέξαμε· εκείνος δε ο παλιός που θείος έλεγε στην καταγωγή πως ήταν και θεράπευε και μαντέματα έστελνε στους ανθρώπους, δεν άρμοζε σε μας, ούτε σε εκείνα που εμείς πιστεύουμε. Έτσι τώρα πλέον για την πατρίδα αγωνιζόμαστε, τη σωτηρία των νόμων ακόμη και της ευσεβείας· διότι νωρίτερα, πολλά εκατομμύρια από εμάς πέθαναν άνευ ουδεμίας μάχης, επειδή δε λάτρευαν εκείνον το θείο, κατά τους άλλους, αυτοκρατορικό σας άνδρα. Μάλιστα, σ’ όλα τούτα ευθύς προστέθηκε κι η σωτηρία της ύπαρξης μας της ανθρώπινης, βεβαίως από το Θεό Σωτήρα μας, τον αγαπητό μας Ιησού τον Ναζωραίο.

 

Απομένει τώρα να συγγράψω μια ακόμη πραγματεία, στην οποία θα μιλήσω για τον τρόπο ζωής που θα πρέπει να ακολουθήσουν όσοι μπορούν και είναι πρόθυμοι να πειστούν από τα λεγόμενα μου.

 

ΚΕΛΣΟΣ

 

 165, 1. Σε χαιρετώ τώρα Κέλσο, μέγιστε σοφέ μεταξύ θνητών ανθρώπων. Επειδή όμως ως Χριστιανός ανάσταση σωμάτων προσδοκώ στο απώτερο του χρόνου μέλλον, εύχομαι ειλικρινά ο Χριστιανικός Θεός αλήθεια να σε συγχωρήσει· διότι συ ατυχώς ποτέ σου δεν κατάλαβες με τι είχες πράγματι να κάνεις· με Αυτόν τον Ύψιστο που τόσο αγαπούσες τα ‘βαλες, δίχως την αλήθεια εις βάθος να λογιάζεις. Κι αν πολλοί αιώνες μας χωρίζουνε και δεν μπορέσαμε ποτέ μας οι δυο μας να μιλήσουμε αντικριστά ο ένας απέναντι στον άλλο, θα ’ρθει η ώρα που κι οι δυο μας θα σταθούμε πλάι στον Κύριο του κόσμου, Ιησού Χριστό, διαθέτοντας ο καθείς τα σώματα της αφθαρσίας· μόνο που εκεί πια δε θα χρειαστεί να σου μιλήσω άλλο πια καθόλου. Μόνος σου θα καταλάβεις τότε όλα αυτά, που στην πραγματεία σου επικρίνεις και μακάρι μετανοημένος πλέον με φωνή μεγάλη, έλεος από τον πραγματικό τον Ύψιστο ευθέως να ζητήσεις, για τούτα τα λάθη της δήθεν αρετής σου, που σε οδήγησαν στην ατυχή και ασεβέστατη σου πλάνη.

 

ΜΕΝΕΚΡΑΤΗΣ

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

Οι Σημειώσεις είναι από το βιβλίο που παρουσιάζεται και δεν εκφράζουν τις απόψεις του Ανωνύμου Απολογητή αλλά δημοσιεύονται χάριν ευκολίας στην κατανόηση του έργου του Κέλσου

 

 

1 Στο σημείο αυτό, ο Ωριγένης κατηγορεί τον Κέλσο ως υποκριτή, αφού «σε άλλα συγγράμματα εμφανίζεται ως Επικούρειος», συμπληρώνοντας ότι αν ομολογούσε ότι ήταν Επικούρειος θα έχανε την αξιοπιστία του στα θρησκευτικά ζητήματα.

2 Πλάτων, Τίμαιος 22ο: «Στους ανθρώπους τυχαίνουν και θα εξακολουθήσουν πάντα να τυχαίνουν πολλές και διάφορες καταστροφές. Οι μεγαλύτερες γίνονται από το νερό και τη φωτιά, μικρότερες όμως προκαλούνται από μυριάδες άλλα αίτια. Αυτό που λέτε στα μέρη σας, ότι ο Φαέθων, ο γιος του Ήλιου, έζεψε κάποτε το άρμα του πατέρα του αλλά -μη μπορώντας να ακολουθήσει τη διαδρομή του πατέρα του- πυρπόλησε τα πάντα στη Γη και ο ίδιος σκοτώθηκε από κεραυνό, αυτό λοιπόν έχει βέβαια τη μορφή μύθου, το αληθινό όμως νόημα του είναι ότι τα ουράνια σώματα γύρω από τη Γη, με την πάροδο πολλών χρόνων, ξεφεύγουν από την τροχιά τους και προκαλούν μεγάλες καταστροφές στη Γη.»

3 Περιέργως, ο Κέλσος εμφανίζει τους Εβραίους ως υπεύθυνους για την εκτέλεση του Ιησού. Οι ίδιοι οι Χριστιανοί του Β’ αιώνα προπαγάνδιζαν ότι -όχι μόνο δεν αποτελούσαν ανατρεπτική ή συνωμοτική οργάνωση αλλά επιπλέον- ο αρχηγός τους θανατώθηκε από τους Εβραίους και όχι από τους Ρωμαίους (τον Πιλάτο), πράγμα που τους είχε εξασφαλίσει την ανοχή των αρχών για διάστημα μεγαλύτερο από μισό αιώνα (βλ. Κορδάτος, Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός, τ. Β’ σελ. 308).

4 Ο Ωριγένης αντιτείνει: "Μα τιμωρήθηκαν ήδη χειρότερα από οποιονδήποτε άλλον. Ποιο άλλο έθνος έχει διωχτεί από τα πάτρια εδάφη;" Αναφέρεται στον δεύτερο μεγάλο διωγμό που υπέστησαν οι Εβραίοι από τους Ρωμαίους το 135 μ.Χ.

5 Ο Ωριγένης αντιτείνει εδώ ότι ο "αρνησάμενος", "εξελθών έξω" μετά το αρνήσασθαι "έκλαυσε πικρώς".

6 Στο σημείο αυτό, ο Ωριγένης, παρ’ ό,τι ευφυής, δεν συλλαμβάνει το πνεύμα του ερωτήματος και απαντά ότι σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, "η γη σείστηκε κι οι πέτρες ράγισαν κι οι τάφοι ανοίχτηκαν", ότι "το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη από πάνω ως κάτω" και "έγινε έκλειψη ηλίου και σκοτείνιασε ο κόσμος".

7 Για άλλη μια φορά ο Ωριγένης υποστηρίζει ότι ο "καταδικάσας" δεν ήταν ο Πιλάτος αλλά το έθνος των Ιουδαίων το οποίο και τιμωρήθηκε από τον θεό χειρότερα απ’ ό,τι ο Πενθέας: "υπό θεού σπαραχθεν και εις πάσαν γήν διασπαρέν.".

8 Ο Κέλσος αντιπαραθέτει την κραυγή του Ιησού πάνω στο σταυρό με τα λόγια του Αλέξανδρου, που όταν κάποτε τραυματίστηκε, δείχνοντας το αίμα του που έτρεχε, είπε: "Δεν είναι ιχώρ", (Πλούταρχος, 28).

9 Εδώ ο Ωριγένης απαντά: «Και όμως, το υποστηρίζουμε κι αυτό: όπως «εν σώματι ων ουκ ολίγους έπεισε», έτσι και «γυμνή από το σώμα η ψυχή του Χριστού συνομιλεί με τις γυμνές από το σώμα ψυχές.»

Ας σημειωθεί ότι ο "χαλκέντερος", όπως τον είπαν, και πραγματικά αδαμάντινου ήθους Ωριγένης δίδασκε ότι στο τέλος οι πάντες, ακόμη κι οι "δαίμονες", θα αποκατασταθούν. Αυτή η περί υψίστης αγαθότητας του θεού αντίληψη, ερχόταν σε αντίθεση με τη διδασκαλία της εκκλησίας περί αιώνιας ανταμοιβής του Παραδείσου και αιώνιας Κόλασης. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους έπεσε -κυρίως μετά θάνατον- σε δυσμένεια ο Ωριγένης και κατά καιρούς αναθεματιζόταν από διάφορα επίσημα χείλη. (Ως και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, τον στ’ αιώνα, έγραψε "κατά της του Ωριγένους φρενο-βλαβείας" και "των μυσαρών αυτού δογμάτων"). Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι δεν πολυπίστευε στην ανάσταση των νεκρών σωμάτων, και ο τρίτος λόγος ήταν ότι πίστευε στην προΰπαρξη των ψυχών.

10 (Ηρόδοτος 4.95:) Ο Ζάμολξις, πρώην δούλος του Πυθαγόρα, επέστρεψε πλούσιος και μορφωμένος στη γενέτειρα του Θράκη, όπου βρήκε τους συμπατριώτες του βυθισμένους στη φτώχεια και την αμάθεια. Άρχισε λοιπόν να τους διδάσκει ότι στην πραγματικότητα δεν θα χανόταν κανείς αλλά όλοι θα κατέληγαν σ’ ένα τόπο όπου θα ζούσαν για πάντα, απολαμβάνοντας όλα τα αγαθά. Στο μεταξύ έχτιζε ένα υπόγειο δωμάτιο, και όταν ξαφνικά εξαφανίστηκε οι θράκες τον νόμισαν νεκρό και τον έκλαψαν. Ο Ζ. έζησε τρία ολόκληρα χρόνια κρυμένος μες στο υπόγειο, προτού κάνει ξανά την εμφάνιση του για να "επαληθεύσει" τις διδασκαλίες του.

11 Ηρόδοτος (4.13,14,15): «θα γράψω τώρα μιαν ιστορία που άκουσα για τον Αριστέα, στην Προκόννησο και στην Κύζικο. Ανήκε σε μια από τις πιο αριστοκρατικές οικογένειες της γενέτειρας του. Μια μέρα, μπαίνοντας στο εργαστήριο όπου λεύκαιναν τα ρούχα, έπεσε νεκρός. Ο λευκαντής έκλεισε αμέσως το εργαστήριο του κι έτρεξε να ειδοποιήσει τους συγγενείς του νεκρού. Όμως όταν άρχισε να διαδίδεται η είδηση του θανάτου του Αριστέα, ένας άνδρας που μόλις είχε φτάσει από την Κύζικο διέψευσε τη φήμη ισχυριζόμενος ότι τον είχε συναντήσει να πηγαίνει προς την Κύζικο και μάλιστα ότι είχαν πιάσει κουβέντα. Στο μεταξύ οι συγγενείς του Αριστέα μαζί με όλα τα απαραίτητα πήγαν στο βαφείο να πάρουν το νεκρό. Όμως σαν άνοιξαν την πόρτα δεν τον είδαν, ούτε νεκρό ούτε ζωντανό. Ύστερα από εφτά χρόνια ο Αριστέας εμφανίστηκε στην Προκόννησο και έγραψε το έπος Άριμάσπαια" και εξαφανίστηκε για δεύτερη φορά.

θα προσθέσω κάτι που ξέρω ότι συνέβη στους Μεταποντίνους της Ιταλίας διακόσια σαράντα χρόνια μετά τη δεύτερη εξαφάνιση του Αριστέα. Οι Μεταποντίνοι ισχυρίζονται ότι ο Αριστέας παρουσιάστηκε και τους είπε να στήσουν ένα βωμό του Απόλλωνα κι έναν αδριάντα με την επιγραφή Αριστέας ο Προκοννήσιος". Τους τόνισε ότι ήσαν ο μόνος λαός της Ιταλίας που είχε επισκεφτεί ο Απόλλωνας και ότι ο ίδιος είχε συνοδεύσει τον θεό μεταμορφωμένος σε κόρακα. Οι Μεταπό-ντιοι έστειλαν αντιπροσωπεία στους Δελφούς να ρωτήσουν τι σήμαινε εκείνη η οπτασία και η Πυθία τους είπε να κάνουν ό,τι τους συμβούλεψε...»

12 Κλαζομένιος: ο Ερμότιμος, που "η ψυχή του ταξίδευε από το ένα μέρος στο άλλο και παρατηρούσε γεγονότα σε μακρυνούς τόπους, ενόσω το σώμα του βρισκόταν άψυχο στο σπίτι του". (Ε.Κ. ΟοοΜβ, "Οι Ελληνες και το Παράλογο")

13 Ο Κλεομήδης αναφέρεται από τον Πλούταρχο (Ρωμύλος, 28). Ο Κέλσος υπαινίσσεται ότι παρόμοιες μεθόδους εξαφάνισης κλπ. με κείνες του Κλεομήδη θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει και ο Ιησούς.

14 Εδώ ο Ωριγένης ανασκευάζει τα περί καταγωγής των Ιουδαίων: • «Εβραίων γαρ και διάλεκτος πάτριος προ της εις Αΐγυπτον αυτών καθόδου ην, κάί Εβραϊκά γράμματα ετέρα παρά τα Αιγυπτίων...»

15 Ηρόδοτος 4.36

16 Ο Ωριγένης αντιτείνει εδώ ότι είναι αδύνατο να υπάρχει άνθρωπος αναμάρτητος.

17 "Το μακάριο και άφθαρτο ον ούτε το ίδιο γνωρίζει ενοχλήσεις ούτε σε άλλους προξενεί ενοχλήσεις, ώστε δεν επηρεάζεται ούτε από θυμούς ούτε από ευχαριστίες. Γιατί όλα αυτά είναι γνωρίσματα αδύνατου όντος." (Επίκουρος Κνριαι Αόξαι 1)

18 Δεν έχει σωθεί αυτός ο διάλογος, ο οποίος μάλιστα αναφέρεται από πατέρες της εκκλησίας όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο Ιερώνυμος.

19 Ο Κέλσος αναπτύσσει με εύληπτο τρόπο τις πλατωνικές θέσεις που εκφράζονται στον Τίμαιο (69ο, 81 ά).

20 Πλάτων Πολιτεία 379.

21 Ο Κέλσος, αναφερόμενος στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 135 μ.Χ. (ίσως και στην πρώτη καταστροφή, επί Τίτου, το 70 μ.Χ.) θέλει να αντιπαραβάλει τη δύναμη της Ρώμης, που εκδηλώθηκε με την καταστροφή του Ναού, και την αδυναμία του χριστιανικού θεού που αντανακλάται στο θάνατο του Ιησού.

22 Στο σημείο αυτό ο Ωριγένης -για τέταρτη ή πέμπτη φορά-"ξεσκεπάζει" τον Κέλσο ως Επικούρειο: "οϊ’ εται... ήδη σαφέστερον Έπικουρίζων."

23 Ευριπίδης Φοίνισες (546).

24 Ηρόδοτος (2.73).

25 Ηρόδοτος 2.18

26 Ηρόδοτος 3.38

27 Άποσυοκεφαλούσας: δεν διευκρινίζεται αν αποκεφαλίζεται κανείς ή όχι. Ως μοναδικό κείμενο στο οποίο απαντάται το ρήμα, αναφέρεται ο Αληθής Λόγος (βλ. 1,\άάκ\ - θοοίΐ)

28 Πλάτων Επιστ. 7.341

29 Πλάτων Επίστ. 7.342 Α,Β

30 Πλάτων Νόμοι 715 Ε

31 Πλάτων Νόμοι 743 Α

32 Επιστ. 2.312

33 Πλάτων Φαιδρός 247 Γ’

34 Ο Κέλσος αναφέρεται στις Γνωστικές Χριστιανικές αιρέσεις, που ταύτιζαν τον θεό της Παλαιάς Διαθήκης με κάποιον υποδεέστερο άγγελο. Ο Ωριγένης υποστηρίζει ότι το διάγραμμα ανήκε στην αίρεση των Οφιανών.

35 Ο Κέλσος έχει κατά νου την πολεμική μιας μερίδας των Χριστιανών, των λεγόμενων Μαρκιωνιστών, ενάντια στον "αλλοπρόσαλλο" θεό της Παλαιάς Διαθήκης (Βλ. Τερτυλιανός, Κατά Μαρκίωνος, 1-3). Προφανώς τους συγχέει με άλλες χριστιανικές κοινότητες που εύκολα αναπροσάρμοζαν τις απόψεις τους προκειμένου να καθησυχάζουν τους Εβραίους κατά περίσταση, ενώ στην πραγματικότητα, για να νομιμοποιήσουν τη διάσταση ανάμεσα στον ιουδαϊκό νόμο και τη χριστιανική πρακτική, υποστήριζαν ότι ο θεός των Ιουδαίων και ο θεός των Χριστιανών ήταν δύο διαφορετικές οντότητες... Γενικά, την εποχή εκείνη ήταν σχεδόν αδύνατο να βγάλει κανείς νόημα μέσα από την πληθώρα των διαφόρων αιρέσεων.

36 Η ιδέα ότι οι μάγοι ήσαν άτομα διεφθαρμένα, είναι αρκετά διαδεδομένη: βλ. Πλωτίνος Εννεάδες 4.4.43-44 και Πορφύριος Περί τον Πλωτίνου Βίος, 10 (εκδ. Ακαδημίας Αθηνών).

37 Ιλιάδα, 1.590 και 15.18-24

38 έμπνεϊν: στην αρχαία γλώσσα διαφαίνεται τόσο η ηχητική και η μορφική όσο και η νοηματική συγγένεια ανάμεσα στο ουσιαστικό "πνεύμα" και τα ρήματα που το συνοδεύουν. Ας μην ξεχνούμε ότι το νόημα του ουσιαστικού είναι διττό· σημαίνει δηλαδή αναλόγως το "πνεύμα" ή το στοιχείο του αέρα.

39 Οδύσσεια, 4 στ. 563

40 Πλάτων Φαίδων 109 Α,Β

41 Φάσις: ποταμός που χώριζε την Μ. Ασία από την Κολχίδα, και ομώνυμη πόλη στις εκβολές του στη Μαύρη θάλασσα. (Από εκεί προέρχεται και η ονομασία των φασιανών).

42 Είδωλο: εικόνα, ομοίωμα, αυλή μορφή, φάντασμα. Στα χριστιανικά κείμενα (Παύλος Επιστ. προς Κορινθίους Α, ιβ’ , 2) η λέξη απόκτησε τη σημασία του ομοιώματος ή αγάλματος θεού. Η λέξη "ειδωλολάτρης" είναι χριστιανικής επινόησης (Παύλος Επιστ. προς Κο-ρινθ. Α, ε’ , 10).

43 Επίκουρος (παρά Πλουτ. 2): Ακατονόμαστος = ανώνυμος

44 Σήρες ονομάζονταν οι Κινέζοι, από το σηρ που σήμαινε τον μεταξοσκώληκα, αλλά και Σίναι. Ήσαν από τότε γνωστοί στους Έλληνες ως λαός "πράος, αγαθός, την ευζωίαν επιδιώκων, απομονούμενος δε και την συγκοινωνίαν μετ’ άλλων λαών αποφεύγων". Ο Πτολεμαίος (Β’ αιώνας μ.Χ.) δίνει γεωγραφικά στοιχεία για την Κίνα, ενώ ο Αμμιανός Μαρκελίνος (Δ’ μ.Χ. αιώνας) μνημονεύει το Κινεζικό Τεί

45 Ο Ωριγένης δεν μπορεί να εντοπίσει την αναφορά του Κέλσου και παραπέμπει στο απορρητικό "Γραφικόν".

46 Από την απάντηση του Ωριγένη, "Αγαθόν δ’ είναι φαμεν και το μη φιλοζωεϊν", που σημαίνει, "ισχυριζόμαστε ότι και το να μην αγαπούμε τη ζωή καλό είναι", συνάγεται το σχόλιο του Κ., ότι οι Χριστιανοί "δείχνουν ότι δεν αγαπούν τη ζωή".

47 Ιλιάδα 2.205

48 Ο Κέλσος διαψεύστηκε οικτρά: οι "Βάρβαροι" (ο Αλάριχος και οι Γότθοι συγκεκριμένα), ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό αμέσως μόλις πέρασαν στα εδάφη της αυτοκρατορίας και ως νεοφώτιστοι Χριστιανοί, με την προτροπή φανατικών καλόγερων κατέστρεψαν ό,τι Ελληνικό μνημείο ή έργο τέχνης βρέθηκε στο διάβα τους, λίγα χρόνια προτού πατήσουν τη Ρώμη, όπου επιδόθηκαν σε σφαγές και λεηλασίες, αφήνοντας απείραχτους τους χριστιανικούς ναούς.

 

 

 

Ο ΑΛΗΘΗΣ ΛΟΓΟΣ" ΤΟΥ ΚΕΛΣΟΥ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΕΤΡΟ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΟΤΡ. Η ΜΑΚΕΤΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ Γ. ΑΒΡΑΜΙΔΗ. ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ 1996 ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΣΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΆΙΘΟΓΡΑΦΙΑΣ" ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ, ΣΕ 2000 ΑΝΤΙΤΥΠΑ.

 

 

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

 

Σε αυτή την μικρή ενότητα θα παρατεθούν αποσπασματικά ορισμένες από τις θέσεις του προλόγου του βιβλίου «Κέλσος, Αληθής Λόγος» ώστε να παρουσιαστούν γενικά μερικές απόψεις που απαντώνται σε άλλους αρνητές ή νεοΕθνικούς, που αντιμετωπίζουν τον Χριστιανισμό με μια ατυχή, θα μπορούσε κανείς να πει, τάση «υπεροχής», σχολιαζόμενα σε μικρό μέρος από τον Ανώνυμο Απολογητή.

 

 

«Ο Αληθής Λόγος είναι έργο υπεράσπισης του Ελληνισμού. Ο Κέλσος, εκλεκτικός φιλόσοφος της ύστερης αρχαιότητας, αντλώντας επιχειρήματα από το οπλοστάσιο της Ελληνικής Φιλοσοφίας, από την Ιστορία και τη θρησκειολογία, δίνει την Ελληνική απάντηση σε ένα δόγμα που το θεωρεί προϊόν βάρβαρης και απολίτιστης σκέψης. Ο Αληθής Λόγος, με το αδιάβλητο κύρος του αρχαιοελληνικού λόγου, έρχεται να ανατρέψει τους μύθους περί "ελληνοχριστιανισμού", καταδεικνύοντας με έμφαση το χάσμα ανάμεσα στο Ελληνικό Πνεύμα και τον Χριστιανισμό».

 Είναι άξιο απορίας γιατί ο προλογιζόμενος διαβλέπει ως άτοπο τον «ελληνοχριστιανισμό» ενώ παρακάτω συνεχίζει…

 

«Όπως και να ’ χει όμως, από τον Κέλσο και μετά, κι ίσως με αφορμή αυτόν, οι Χριστιανοί Απολογητές στάθηκαν ικανοί να διατυπώνουν θέσεις δανειζόμενοι από το οπλοστάσιο της Ελληνικής Φιλοσοφίας όποιο επιχείρημα φαινόταν να τις στηρίζει -περίπου όπως, για να χτιστούν αργότερα χριστιανικοί ναοί, χρησιμοποιήθηκαν θραύσματα των αρχαίων ελληνικών. Έτσι άρχισε ο λόγος τους να αποκτά μιαν -έστω και επίπλαστη- εγκυρότητα και οι ίδιοι ερείσματα ανάμεσα στα στρώματα των μορφωμένων που μέχρι τότε απεχθάνονταν ή τουλάχιστον δεν συμμερίζονταν την ιουδαϊκού τύπου θρησκευτική τρομολαγνεία και μισαλλοδοξία και τον ιδιότυπο ρατσισμό (ή αλλιώς, την "αποκλειστικότητα") των Χριστιανών -γνωρίσματα «επιτρεπτά» τότε για τους Εβραίους, που αποτελούσαν αρχαίο έθνος με δικές του παραδόσεις, αλλά πρωτόγνωρο και απαράδεκτο να τα εκδηλώνει μη εβραίος πολίτης».

 Είναι επίσης γνωστό πολύ καλά πλέον, ότι κι οι Έλληνες έγιναν απολογητές για χάρη του Χριστού, ενώ ουδέποτε υπήρξαν πολέμιοί Του ενώ οι δύο παρουσιαζόμενοι στον πρόλογο του βιβλίου αυτού πολέμιοι, φιλόσοφοι Κέλσος και Πορφύριος, δεν ήσαν τουλάχιστον εκ καταγωγής Έλληνες· αυτό διαφαίνεται από τα ίδια τα επιχειρήματά τους, που δεν δείχνουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προστασία της Ελληνικής θρησκείας ή της Ελληνικής σκέψης εφόσον λ.χ. του Κέλσου πρωταρχικός σκοπός είναι η παρακίνηση των Χριστιανών στην αποδοχή της εξουσίας του ρωμαίου Λατίνου αυτοκράτορα κι ο φόβος μη τυχόν και το ρωμαϊκό κράτος καταρρεύσει· του δε Σημίτη Πορφύριου (Μάλχου) είναι πασίγνωστο ότι, αν και τον Ιησού αποδέχεται ως μέγα θρησκευτικό κι ηθικό διδάσκαλο, εντούτοις κινεί ουρανό και γη για να αποδείξει ότι Αυτός δεν υπήρξε Θεός. Μέσα από μια τέτοια αποδοχή, του Ιησού δηλαδή ως Θεού, φοβάται τη διασάλευση της Ιουδαϊκής θρησκείας, εφόσον σε αυτήν μόνο διαβλέπει τον Αληθινό Θεό, στο πρόσωπο του «Γιαχβέ» της Παλαιάς Διαθήκης· Πατρός του Ιησού Χριστού για τους Χριστιανούς.

 

«Διαβάζοντας όμως τον Αληθή Λόγο, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι ο Κέλσος αβασάνιστα, σχεδόν εκ των προτέρων, αποδέχεται ο,τιδήποτε το Ελληνικό και το περιβάλλει με κύρος -είτε για τον Ησίοδο και τον Πυθαγόρα πρόκειται είτε για τον Ηράκλειτο που είχε σταθεί επικριτικά απέναντι στους δύο. Το ότι είναι πλατωνιστής δεν τον εμποδίζει να διατυπώσει μια βασική θεολογική θέση του Επίκουρου ούτε να εκθειάζει τον σχεδόν σύγχρονο του στωικό Επίκτητο (λέγοντας μάλιστα γι’ αυτόν τον τελευταίο, απευθυνόμενος στους Χριστιανούς, «να, έναν τέτοιο σπουδαίο άνθρωπο θα άξιζε να είχατε για Χριστό»...)».

Έτσι λοιπόν, αυτός που συνέγραψε τον πρόλογο διαβλέπει σοφία στον Κέλσο, επειδή ο τελευταίος δεν εξετάζει αν τα δόγματα των Ελλήνων ήταν σοφά κι αληθινά. Απλά τον ενδιαφέρει ότι ο Κέλσος τα αποδέχεται ως τέτοια, έστω κι αν αλληλοσυγκρούονται μεταξύ τους. Τί μπορεί να πει κανείς για αυτόν τον δρόμο εύρεσης της αλήθειας του Υψίστου Θεού;

Για τις επιλογές του Κέλσου μεταξύ των Ελλήνων φιλοσόφων ας περάσει κανείς στην επόμενη ενότητα.

 

 

 «Εκλεκτικισμός: Την εποχή αυτή (Β’ μ.Χ. αιώνας) βασική επιδίωξη της φιλοσοφίας είναι να δώσει "πρακτικούς" κανόνες ηθικής για μια Τέχνη του Ζην (ars vivendi), και στην προσπάθεια τους αυτή οι φιλόσοφοι εύκολα παραμερίζουν τις δογματικές διαφορές παίρνοντας ελεύθερα ό,τι χρειάζονται από τις διάφορες σχολές».

Αντίθετα οι Χριστιανοί απολογητές που έπραξαν ανάλογα δεν είναι «εκλεκτικοί», αλλά απλώς, όπως παραπάνω ανέφερε, τα λόγια των Χριστιανών απέκτησαν μια «επίπλαστη εγκυρότητα». Και τί μας εμποδίζει δηλαδή να υποθέσουμε ότι «επίπλαστη εγκυρότητα» είναι αυτό που ο Κέλσος έχει, ενώ πραγματικοί εκλεκτικοί ως προς τις επιλογές που θα συμφωνούσαν με την μοναδική αλήθεια, δεν ήσαν άλλοι παρά οι Χριστιανοί Έλληνες απολογητές;

 

«Ο Κέλσος μεταφέρει για πρώτη φορά την πολεμική στο ιστορικό και φιλοσοφικό πεδίο, επιχειρώντας να δώσει μια όσο το δυνατό ολοκληρωμένη Ελληνική απάντηση σ’ ένα δόγμα που θεωρεί ότι προέρχεται από έναν δεισιδαίμονα και απολίτιστο λαό, ένα δόγμα που το θεωρεί προϊόν βάρβαρης σκέψης. Φυσικά δεν του διαφεύγει, μ’ όλη την περιφρόνηση του για το χαμηλό επίπεδο των συγχρόνων του Χριστιανών δασκάλων, ότι τη νέα θρησκεία, ήδη στα 170 μ.Χ., δεν μπορεί κανείς παρά να την πάρει στα σοβαρά, και ότι δεν έχει πια να κάνει με τις ολιγομελείς κοινότητες των "γραφικών" και αξιοπερίεργων τύπων του Α’ αιώνα.»

 Ουδέν σχόλιο

 

«Προϋπόθεση όμως για την ορθή ανάγνωση του Α.Λ. και για την εκτίμηση της αξίας του ως ιστορικής πηγής, θα ήταν να μην αποσπαστεί από το ιστορικό του πλαίσιο προκειμένου να αποτιμηθεί με σημερινά κριτήρια, οσοδήποτε επίκαιρη και αν είναι η επιχειρηματολογία του και από κάθε άποψη ευφυέστερη από κείνη της πλειονότητας των σημερινών θρησκευόμενων -Χριστιανών και μη. Ο αναγνώστης θα πρέπει, φερ’ ειπείν, να γνωρίζει ότι κίνητρο του Κέλσου δεν είναι τόσο το να κάνει τους Χριστιανούς να αλλαξοπιστήσουν, όσο να κλονίσει τη μισαλλοδοξία τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταδεχτούν και αυτοί να συστρατευτούν κατά των βαρβάρων εισβολέων, να πάψουν να διχάζουν την κοινωνία και να υπονομεύουν το πατριωτικό φρόνημα. «Τι νομίζετε», τους λέει, «ότι αν νικήσουν οι βάρβαροι θα απομείνει τίποτα, είτε από τη δική σας θρησκεία είτε από την αληθινή σοφία;» Παρά την ιδέα που έχει επικρατήσει, ο λόγος για τον οποίο ήσαν μισητοί οι Χριστιανοί δεν ήταν το πιστεύω τους καθαυτό (θα ήταν αδιανόητο κάτι τέτοιο σε μια κοινωνία όπου ανθούσαν ελεύθερα και δίχως αποκλεισμούς αναρίθμητες διαφορετικές λατρείες επηρεασμένες από την Ανατολή, που πρέσβευαν τα πιο απίθανα πράγματα). Ο κύριος λόγος ήταν ότι σε μιαν εποχή όπου η αυτοκρατορία δεχόταν για πρώτη φορά βαρβαρικές εισβολές (δεύτερο μισό του Β’ αιώνα) και το πατριωτικό αίσθημα των πολιτών της βρισκόταν σε έξαρση, οι Χριστιανοί δίχαζαν την κοινωνία σε θρησκευτική βάση: όχι μόνο παραμελούσαν τα πολιτικά τους καθήκοντα αρνούμενοι να υπηρετήσουν στις κρατικές υπηρεσίες και στο στρατό*, όχι μόνο εκδήλωναν απείθεια στους νόμους και έλλειψη πατριωτισμού, αλλά συγκροτούσαν με αμείλικτη πειθαρχία δικό τους κράτος εν κρατεί οικονομικά ανεξάρτητο και αυτοδύναμο -την εκκλησία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο Κέλσος, προς το τέλος του Αληθούς Λόγου, τους καλεί να συστρατευτούν και να δείξουν νομιμοφροσύνη στον αυτοκράτορα»

 Ευφυέστερη των σημερινών θρησκευομένων η επιχειρηματολογία του Κέλσου; Με ποιό κριτήριο άραγε;

Αφού λοιπόν ανθούσαν ελεύθερα οι διάφορες λατρείες, γιατί έπρεπε οπωσδήποτε οι Χριστιανοί να αποδεχτούν τον αυτοκράτορα ως θεό και να ορκιστούν σε εκείνον; Δεν έφτανε στο κράτος να σεβαστεί τους Χριστιανούς και να φτιάξει ειδικές μονάδες Χριστιανών, αν ήθελε τους βάρβαρους να αντιμετωπίσει;

Μα και πάλι όλα αυτά τα επιχειρήματα που κι οι ρωμαίοι αυτοκράτορες υποστήριξαν κι αυτός ο νεότερος Γίββωνας το ίδιο, δεν είναι καθόλου υπεράνω κριτικής. Διότι οι Χριστιανοί, αν σκεφτεί κανείς με τα σημερινά δεδομένα (2003), αποτέλεσαν τους μοναδικούς θα έλεγε άνετα κανείς, πραγματικούς πιστούς που εννόησαν, όσο κι αν χαρακτηρίζονται απλοϊκοί, την έννοια του θείου κι επέδειξαν την μέγιστη ευλάβεια προς αυτή την έννοια. Διότι με σημερινά κριτήρια θα φάνταζαν ως γυναίκες, παιδιά κι άνδρες που αν κι έστω άοπλοι, δεν καταδέχτηκαν ποτέ να σκύψουν το κεφάλι σε ισχυρούς άνδρες, ως εκείνων της σημερινής ηγεσίας των Η.Π.Α. κι της πλανηταρχίας της· γεγονός που χρήζει ακόμη περισσότερου θαυμασμού, αν σκεφτεί κανείς τη νίκη τους μέσα από μια άοπλη αντίσταση. Αντίθετα οι παγανιστές σήμερα θα φάνταζαν σαν όλους εκείνους, που σε υποδούλωση έχουν αμέσως δώσει εαυτούς προς την κάθε επίγεια κι ανώτερη εξουσία, εξευτελιζόμενοι οι ίδιοι, οι θεοί τους και τα «φιλοσοφικά» τους ιδανικά, απλά και μόνο από φόβο, μη χαθεί το κατεστημένο συμφέρον τους από τους «πλανητάρχες» Ρωμαίους. Τέτοιοι ήσαν οι θεοί τους κι έτσι κατάντησαν πνευματικά κι ηθικά υπόδουλοι οι παγανιστές στην πλανηταρχία της Ρώμης.

Για τους Χριστιανούς μόνο θαυμασμό μπορεί ο γράφων να έχει, γιατί μπρος σε όλες τις απειλές του κατεστημένου και των ισχυρών, έμειναν ανεξάρτητοι κι ελεύθεροι και με πραγματική ψυχική και σωματική ανδρεία, περισσότερη κι από εκείνη των Ομηρικών επών, δέχτηκαν να πεθάνουν για τα ψηλά ιδανικά τους. Άλλωστε εδώ είναι ο θαυμασμός …κανείς δεν τους εξανάγκασε να πεθάνουν αλλά μόνοι τους αναγνώρισαν κι εννόησαν την ιδιαίτερα υψηλή σημασία του θείου, αφήνοντας τις ψυχές αυτών στην Πρόνοια του Θεού τους.

 

«Ξεφεύγει από τα όρια του προλόγου μας μια πιο ολοκληρωμένη εξέταση των αιτίων της λαϊκής αντίδρασης στους Χριστιανούς του Β’ αιώνα, που πυροδοτούσε τους τοπικούς διωγμούς -που δεν ταυτίζονταν πάντα με τους αυτοκρατορικούς και είχαν ιδιαίτερο κάθε φορά χαρακτήρα. Συνοπτικά μπορούμε να σημειώσουμε ότι η στάση των Χριστιανών όπως περιγράφτηκε παραπάνω σε συνδυασμό με το πνεύμα αυτοθυσίας που τους διακατείχε, τους καθιστούσε εύκολους στόχους και αποδιοπομπαίους τράγους που πάνω τους ξεσπούσε η λαϊκή δυσφορία και ανασφάλεια: κάποιοι "έφταιγαν" για την πανώλη που αποδεκάτισε την αυτοκρατορία στη δεκαετία του ’ 70, για τους σεισμούς στην Κύζικο, τους λιμούς, τις εισβολές, ακόμη και την αναβροχιά κοντά στις λοιπές "θεομηνίες". Οι μάζες, επηρεασμένες ως ένα βαθμό και από τα εθνικά τους ιερατεία -που έβλεπαν τους Χριστιανούς επισκόπους μες στο δικό τους κράτος εν κρατεί να συγκεντρώνουν πλούτο και συνεπώς δύναμη επιβολής- κατά καιρούς στρέφονταν ενάντια στη χριστιανική "αθεΐα" που τη θεωρούσαν αιτία της μήνης των θεών. Όπως πάντα λοιπόν, η λαϊκή αντίδραση δεν είχε να κάνει με φιλοσοφικού τύπου αντιρρήσεις...»

 Ουδέν σχόλιο.

 

Σε μια εποχή όπου η μαγεία και η αστρολογία έκαναν θραύση μέσα στα λαϊκά στρώματα, κοινός τόπος των Εθνικών διανοουμένων που αποτελούσαν την οπισθοφυλακή του Ορθού Λόγου, ήταν η περιφρόνηση απέναντι στην άλογη πίστη, περιφρόνηση που εκδηλώνεται και στην αντιπαράθεση με τον χριστιανισμό.. «Αν είχε ζητηθεί από κάποιον καλλιεργημένο εθνικό του δεύτερου αιώνα να διατυπώσει με λίγες λέξεις τη διαφορά ανάμεσα στη δική του άποψη περί ζωής και τη χριστιανική, ίσως απαντούσε ότι πρόκειται για τη διαφορά ανάμεσα στον λογισμόν και την πίστην, ανάμεσα στην έλλογη πεποίθηση και στην τυφλή πίστη. Για κείνους που ανατράφηκαν με την κλασική Ελληνική φιλοσοφία, η πίστις σήμαινε την χαμηλότερη βαθμίδα της γνωστικής λειτουργίας: ήταν η πνευματική κατάσταση των απαίδευτων, που πίστευαν σε διαδόσεις χωρίς να είναι σε θέση να στηρίξουν την πεποίθηση τους... Και εκείνο που εξέπλησσε όλους τους εθνικούς παρατηρητές, τον Λουκιανό και τον Γαληνό, τον Κέλσο και τον Μάρκο Αυρήλιο, ήταν η απόλυτη εμπιστοσύνη των χριστιανών σ’ έναν αναπόδεικτο ισχυρισμό -η θέληση τους να πεθάνουν για κάτι που δεν μπορεί να αποδειχτεί (...) Για τον Κέλσο οι Χριστιανοί είναι οι εχθροί της επιστήμης: μοιάζουν με τους κομπογιανίτες που φωνάζουν εναντίον των γιατρών, αφού λένε ότι η γνώση είναι κακή για την υγεία της ψυχής. Αργότερα ο Πορφύριος φαίνεται να κατηγορεί με τον ίδιο τρόπο μιαν "άλογη και αβασάνιστη πίστην", ενώ ο Ιουλιανός αναφωνεί, «αν υπάρχει τίποτε στη φιλοσοφία σας εκτός από μια λέξη: "Πίστευε!"»

 Τώρα άξιο απορίας είναι πως η Χριστιανική πίστη με ολάκερο Χριστό που πάτησε το πόδι του στη Γη κι Αναστήθηκε είναι αυταπόδεικτη, άλογη και σκέτη «πίστη» άνευ λογισμού και δεν είναι λόγου χάρη «πίστη άλογη» εκείνη κατά την οποία οι ψυχές μετεμψυχώνονται κάθε 30.000 χρόνια ή εκείνη σύμφωνα με την οποία οι θεοί δεν υπάρχουν, ότι οι θεοί είναι τα άστρα, ότι οι θεοί είναι η ύλη, ότι οι θεοί μένουν στον Όλυμπο, ότι οι θεοί είναι ο ύψιστος που ποτέ κανένας δεν απάντησε πέρα της νόησής του, ότι ο ήλιος είναι η έκφανση του θεού κ.α. πολλά των πολυθεϊστών δόγματα. Αστειότητες. Ας προστεθεί εδώ ότι, ο Υπάρχων Χριστιανικός Θεός αποδεικνύει την Παρουσία Του καθημερινά σε όσους Τον αγαπούν ειλικρινά και Τον έχουνε ανάγκη. Αυτό αλήθεια κι αν είναι «αυταπόδεικτο».

 

Η οικειοποίηση της Ελληνικής φιλοσοφίας από τους Χριστιανούς ύστερα από μια περίοδο εχθρότητας και δισταγμών -η εγκυρότητα, τα κίνητρα κι οι σκοπιμότητες που την υπαγόρευσαν, η ούτως ή άλλως αναγκαστική χρήση της Ελληνικής γλώσσας που ήταν αλληλένδετη με την Ελληνική παιδεία: όλα μαζί αποτελούν ένα ευρύ και πολυσύνθετο πεδίο έρευνας και ανεξάντλητη πηγή διαφωνιών και μιας διαμάχης που κατά τα φαινόμενα δεν θα πάψει ποτέ. Και το ερώτημα, κάθε άλλο παρά ακαδημαϊκό, θα παραμένει: υπήρξε η επικράτηση του Χριστιανισμού μια ομαλή μετεξέλιξη του ελληνικού πολιτισμού ή δεν ήταν ο Χριστιανισμός παρά ένα ιουδαϊκό "μίασμα" που διέλυσε τον ελληνισμό και στη συνέχεια βύθισε την Ευρώπη σε ένα σκοτάδι που βάσταξε αιώνες; Οποιαδήποτε σοβαρή τοποθέτηση, ακόμα και εκείνη που θα θεωρούσε εσφαλμένο το παραπάνω ερώτημα, προϋποθέτει ένα συνεκτικό ορισμό της έννοιας "Ελληνισμός". Τι ήταν αυτό που "χάθηκε" τότε; Για ποιους είχε αξία; Και αν οι αξίες του ήταν διαχρονικές, τι ρόλο παίζουν στο σύγχρονο κόσμο; Μια σοβαρή τοποθέτηση προϋποθέτει, πάνω απ’ όλα, σεβασμό προς την αλήθεια και καθαρή ιστορική ματιά, απαλλαγμένη από την ανάγκη επαλήθευσης ή τεκμηρίωσης προκατασκευασμένων ιδεολογημάτων

 Ο Χριστιανισμός υπήρξε η ολοκλήρωση του Ελληνισμού· κατά τον γράφοντα ο Ελληνισμός δεν υπήρξε τίποτα άλλο πέρα της ειλικρινούς αναζήτησης της Αλήθειας. Έτσι ο Ελληνισμός ολοκληρώθηκε από την Αλήθεια του Χριστού και κάθε αναζήτηση έπαψε περί της αλήθειας του Θείου Όντος, έστω κι αν συνεχίστηκε στο Χριστιανισμό προς ποικίλες κατευθύνσεις, όπως λόγου χάρη στον αντιαιρετικό αγώνα.

Η αναζήτηση λοιπόν ανήκε στον Ελληνισμό, όσο ο τελευταίος δε γνώριζε την αλήθεια και την έψαχνε· όταν όμως η αλήθεια συναντά τον ερευνητή τότε η αναζήτηση παύει κι ο αναζητητής παραμένει πολλές φορές ευχαριστημένος. Τώρα, αν κάποιος συνεχίζει να αναζητεί, έστω κι αν η αλήθεια αποκαλύφτηκε, ένα μόνο μπορεί να σημαίνει: ότι σκοπό κανένα η αναζήτησή του δεν μπορεί να έχει και τέτοια αναζήτηση ελληνισμός δεν μπορεί να είναι, ιδίως όταν πολλές φορές γίνονται δογματικές οπισθοδρομήσεις πάνω στην έρευνα, σαν αυτές που επιφέρει ο νεοπαγανισμός.

Στον Χριστό σίγουρα τελείωσε για τους Χριστιανούς η έρευνα του Θείου Όντος και γι’ αυτό οι αλήθειες κι οι αξίες Του είναι και διαχρονικές και παίζουν και μεγάλο ρόλο σαν μερικές των Ελλήνων τον καιρό που αναζητούσαν. Βέβαια η επιστήμη έχει το δικό της δρόμο κι οφείλει να τον συνεχίσει, διότι κι αυτή στο τέλος το θείο Ον θα συναντήσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

 

 

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

 

Ας μην διαφεύγει στον μέσο αναγνώστη του Αληθή Λόγου του Κέλσου ότι:

 

01. Ο Κέλσος είτε συνειδητά είτε από λάθος πληροφόρηση, δεν παρουσιάζει ολοκληρωτικά και ξεκαθαρισμένα τις διηγήσεις της Αγίας Γραφής. Αν έπραττε κάτι τέτοιο θα είχε δώσει απαντήσεις μόνος του σε πολλά από τα ερωτήματα και τις αμφισβητήσεις που ο ίδιος θέτει γύρω από τη ζωή του Ιησού Χριστού.

02. Ο Κέλσος προσπαθεί πολλές φορές, με αυτές τις ημιτελείς περί του Χριστιανισμού ειδήσεις, να αναγάγει τη Χριστιανική θρησκεία όμοια κι επίπεδη με άλλες αρχαιότερες όπως π.χ. με εκείνη την αρχαία Ελληνική, θέλοντας ίσως με αυτό τον τρόπο να τη μειώσει δια μέσω ενός συγκρητισμού. Αυτή η τακτική του θα πρέπει περισσότερο να απασχολεί τους σύγχρονους ακόλουθους της αρχαίας Εθνικής θρησκείας, παρά τους Χριστιανούς· πρώτον, γιατί από όσο καταφαίνεται ο Κέλσος ως φιλόσοφος λίγο έχει να κάνει με την αρχαία ελληνική θρησκεία*, αφού πολλές φορές δεν πιστεύει σε αρκετά της δρώμενα· δεύτερον, διότι η Χριστιανική θρησκεία δεν μπορεί να αναχθεί στο επίπεδο της αρχαίας για τους λόγους που σε αυτήν την εργασία καταφαίνονται.

(*Συγκεκριμένα, από την αρχαία θρησκεία χλευάζεται η θεία γέννηση ηρώων ως ο Περσέας, Αμφίωνας, Αιακός και Μίνωας, υποστηρίζεται ότι τα αγάλματα είναι κατασκευάσματα φαύλων και πολλές φορές άδικων ανθρώπων, κατηγορείται ο Πυθαγόρας για παραδοξολογίες, ο Θησέας, ο Ηρακλής στο Ταίναρο χλευάζονται, κοροϊδεύονται οι Βακχίοι για φαντάσματα και τρομαχτικά πράγματα, ο διάλογος Παπίσκου κι Ιάσονα κ.α.)

03. Ο μέσος αναγνώστης, μέσα από τα επιχειρήματα του Κέλσου, μπορεί να αντλήσει τους λόγους για τους οποίους ο τελευταίος, αν και πολλές από τις αρχαίες θρησκευτικές συνήθειες τις θεωρεί αναξιόπιστες, τόσο θρησκευτικά όσο και λογικά, εντούτοις δεν τους επιτίθεται· αντίθετα επιτίθεται στη Χριστιανική θρησκεία. Αυτοί οι λόγοι δεν είναι ίσως άλλοι, από την προσπάθεια επανένταξης των Χριστιανών στην Ρωμαϊκή πολιτεία και τη στήριξη του αυτοκράτορα· όχι αποκλειστικά ένεκα της αγάπης του Κέλσου προς τον «Ελληνισμό». Η στήριξη της αυτοκρατορίας προωθείται μέσα από ένα συντηρητισμό προς τις αρχαίες συνήθειες του κράτους, πάνω στις οποίες αυτό ήταν θεμελιωμένο (ήρωες, θεοί, Αύγουστος). Αυτό μπορεί ακολούθως να εξηγηθεί, μόνο αν σκεφτεί κανείς την αιτία του ενδιαφέροντος του Κέλσου προς μια τέτοια καταύθυνση· κι αυτή η αιτία μπορεί να είναι το ότι ο Κέλσος ήταν ρωμαίος (Celsus) ή ενδιαφέρεται πολύ για το ρωμαϊκό κράτος, ώστε διαβλέπει στον Χριστιανισμό ένα εσωτερικό κίνδυνο ενάντια του.

04. Έργα σαν του Κέλσου, κατά την άποψη του γράφοντος, κακώς απαγορεύτηκαν και καταστράφηκαν σε παλαιότερες εποχές· τέτοια έργα δεν μπορούν να ακουμπήσουν τον Θεό Χριστό στο ελάχιστο. Επειδή μάλιστα Εκείνος αποφάσισε ότι ελεύθερα ο καθείς θα πρέπει να πιστεύει στο Πρόσωπό Του, τόσο ελεύθερα θα πρέπει να δέχεται ο καθείς και τον σκανδαλισμό για να τον ελέγξει και να στραφεί ή όχι στον Χριστό. Καλύτερα κανείς να στρέφεται ενεργά στον Τριαδικό Θεό παρά παθητικά. Πιο πιστός ο ενεργητικός παρά ο παθητικός άνθρωπος. Έργα λοιπόν σαν του Κέλσου, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αποδυναμώσουν την πίστη αλλά το μόνο που πετυχαίνουν είναι να τη δυναμώνουν και να τη γεννούν ακόμη και σε άτομα που δεν έχουν ταυτιστεί με κάποια θρησκευτική κατεύθυνση, αφού οι αμφιβολίες κι οι ενστάσεις ενάντια στη Χριστιανική θρησκεία, αποτελούν το καλύτερο και πιο ενδιαφέρον μέσο συνάντησης της τελειότητας και της αυτονομίας του Χριστιανικού Ορθόδοξου δόγματος έναντι άλλων θρησκευμάτων. Το Χριστιανικό Ορθόδοξο δόγμα δεν αποτελεί θρησκεία, παρότι χάρη κατανόησης αποκαλείται ωσαύτως· αντίθετα είναι Θείο σχέδιο το οποίο μέσα από τις ενστάσεις αποδεικνύει τη θεία του καταβολή, γέννηση κι ολοκλήρωση.

05. Όποιος κάθεται με τα χέρια δεμένα δεν μπορεί παρά να δέχεται τα φλογερά βέλη των απίστων και να πέφτει πνευματικά νεκρός, επειδή ο ίδιος είναι που δεν αντιδρά στα πλήγματα. Όμως ο Χριστός, μας έδωσε και μας δίνει κάθε μέρα όλα εκείνα τα εφόδια με τα οποία αρκεί μόνο θέληση, ώστε κενές σοφιστείες και ψάθινα βέλη ωσάν του Κέλσου να μη καταφέρνουν, όχι μόνο να μη διαπερνούν τη χρυσή ασπίδα της πίστεως, αλλά και να πίπτουν λυγισμένα ή σπασμένα κάτωθεν των ευαγγελικών υποδημάτων μας.

06. Προς Κορινθίους Α’ 1’ 26

07. Προς Κορινθίους Α’ 2’ 6 - 16

08. Προς Κορινθίους Α’ 3’ 18 - 23

09. Προς Κορινθίους Α ιβ’ 4 - 11

10. Κέλσος Απέσβετω και Λάλων Ύδωρ.

 

 

 

 

 

 Εργασία αφιερωμένη στην Ανάσταση του Χριστού

 Ανώνυμος Πιστός & Απολογητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ